ΟΙ ΠΡΟΦΗΤΕΣ ΤΗΣ ΠΑΛΑΙΑΣ ΔΙΑΘΗΚΗΣ |
|
|
|
ΠΡΟΦΗΤΗΣ ΙΩΗΛ (ΙΩΑΔ) |
|
Ο ΠΡΟΦΗΤΗΣ ΤΟΥ ΙΟΥΔΑ
Ο προφήτης του Ιούδα καταγόταν από την ομώνυμη φυλή και μας είναι άγνωστο τ' όνομά του (Γ' Βασιλέων 13,1). Παρά το παράπτωμά του υπήρξε πρωταγωνιστής σε δύο θαυμαστά γεγονότα μπροστά στο θυσιαστήριο της Βαιθήλ. Η Παλαιά Διαθήκη του αφιερώνει ένα ολόκληρο κεφάλαιο στο βιβλίο των Γ' Βασιλέων (Γ' Βασιλέων κεφ. 13).
Ο ΠΡΟΦΗΤΗΣ ΠΡΟΕΙΔΟΠΟΙΕΙ ΤΟΝ ΙΕΡΟΒΟΑΜ
Τη δέκατη πέμπτη μέρα, λοιπόν, του όγδοου μήνα, ημερομηνία που ο ίδιος ο Ιεροβοάμ επινόησε, πήγε στον ιερό τόπο που είχε καθιερώσει στη Βαιθήλ κι ανέβηκε στο θυσιαστήριο για να προσφέρει θυσία στα ομοιώματα που είχε κατασκευάσει. Την ώρα εκείνη, με εντολή του Κυρίου, είχε πάει στη Βαιθήλ κι ένας προφήτης από τη χώρα του Ιούδα. Και τη στιγμή που ο Ιεροβοάμ στεκόταν μπροστά στο θυσιαστήριο για να κάνει τη θυσία, ο προφήτης απηύθυνε στο θυσιαστήριο το λόγο του Κυρίου: «θυσιαστήριο, θυσιαστήριο, να τι λέει ο Κύριος: "ένας γιος θα γεννηθεί από τους απογόνους του Δαβίδ, που τ' όνομά του θα είναι Ιωσίας. Αυτός θα θυσιάσει πάνω σου τους ιερείς των ιερών τόπων, εκεί όπου αυτοί τώρα προσφέρουν τη θυσία, και τα οστά τους θα τα κάψει πάνω σου"». Κι αμέσως μετά είπε: «Να ποιο θα είναι το σημείο ότι μίλησε ο Κύριος: το θυσιαστήριο αυτό θα σπάσει και θα χυθεί η στάχτη που είναι πάνω του» (Γ' Βασιλέων 13,1-3).
Όταν ο Ιεροβοάμ άκουσε τα λόγια που είπε ο προφήτης εναντίον του θυσιαστηρίου της Βαιθήλ, άπλωσε το χέρι του πάνω από το θυσιαστήριο εναντίον του προφήτη και πρόσταξε να τον συλλάβουν. Αλλά το χέρι του ξεράθηκε και δεν μπορούσε να το ξαναφέρει στη θέση του. Τότε έσπασε το θυσιαστήριο και χύθηκε η στάχτη του, σύμφωνα με το σημείο που έδωσε ο προφήτης με εντολή του Κυρίου. Ο Ιεροβοάμ τότε αποκρίθηκε στον προφήτη, να προσευχηθεί και να παρακαλέσει τον Κύριο για να επανέλθει το χέρι στη θέση του. Ο προφήτης παρακάλεσε τον Κύριο να γυρίσει το χέρι του βασιλιά στη θέση του, και το χέρι έγινε όπως πρώτα. Αμέσως μετά ο Ιεροβοάμ προσκάλεσε τον προφήτη να φάνε μαζί στο σπίτι του και θα του πρόσφερε και κάποιο δώρο. Ο προφήτης όμως του απάντησε, πως κι αν ακόμα του πρόσφερε το μισό του ανάκτορο, δε θα πήγαινε μαζί του, γιατί ο Κύριος του απαγόρευσε αυστηρά να μη φάει ούτε να πιει απ' αυτόν τον τόπο και να γυρίσει στην πατρίδα του από άλλο δρόμο. Έτσι ο προφήτης έφυγε και ακολούθησε άλλο δρόμο από εκείνον που είχε πάρει για να πάει στη Βαιθήλ (Γ' Βασιλέων 13,4-10).
Ο ΠΡΟΦΗΤΗΣ ΠΑΡΑΒΑΙΝΕΙ ΤΗΝ ΕΝΤΟΛΗ ΤΟΥ ΘΕΟΥ
Στη Βαιθήλ κατοικούσε ένας γέροντας προφήτης. Οι γιοι του ήρθαν και του διηγήθηκαν όλα όσα έκανε ο άνθρωπος του Θεού εκείνη την ημέρα στη Βαιθήλ, καθώς και τα λόγια που είπε στο βασιλιά Ιεροβοάμ. Ο πατέρας τους, λοιπόν, τους ρώτησε από ενδιαφέρον ποιο δρόμο ακολούθησε ο προφήτης. Οι γιοι του του έδειξαν το δρόμο που πήρε ο άνθρωπος του Θεού που είχε έρθει απ' τον Ιούδα. Τότε είπε στους γιους του να του σαμαρώσουν το γαϊδούρι και ακολούθησε το δρόμο που είχε πάρει ο άνθρωπος του Θεού. Τον βρήκε να κάθεται κάτω από μια βελανιδιά, και τον ρώτησε, εάν ήταν αυτός ο άνθρωπος του Θεού, που ήρθε από τη χώρα του Ιούδα. Εκείνος απάντησε καταφατικά και τότε ο γέροντας της Βαιθήλ τον προσκάλεσε στο σπίτι του για φαγητό. Ο προφήτης απάντησε ότι δεν μπορεί να επιστρέψει πίσω και να φάει μαζί του, γιατί ο Κύριος του έδωσε αυστηρή εντολή να μη φάει τίποτα ούτε να πιει απ' αυτόν τον τόπο και να γυρίσει στην πατρίδα του από άλλο δρόμο. Ο άλλος του είπε, πως κι εκείνος προφήτης είναι κι ένας άγγελος, με εντολή του Κυρίου του είπε να τον πάρει στο σπίτι του και να φάνε μαζί. Του έλεγε όμως ψέματα. Πήγε λοιπόν ο προφήτης του Ιούδα μαζί του στο σπίτι του και φάγανε μαζί. Αλλά την ώρα που κάθονταν στο τραπέζι, ήρθε λόγος του Κυρίου στο γέροντα προφήτη της Βαιθήλ και είπε στον άνθρωπο του Θεού της φυλής Ιούδα: «Άκου τώρα τι λέει ο Κύριος, ο Θεός σου: Επειδή δεν πειθάρχησες στο λόγο του και δεν τήρησες την εντολή του, αλλά γύρισες πίσω κι έφαγες και ήπιες σ' αυτόν εδώ τον τόπο, το πτώμα σου δεν θα θαφτεί στον τάφο των προγόνων σου» (Γ' Βασιλέων 13,11-22).
Αφού ο προφήτης του Ιούδα τέλειωσε το φαγητό του, σαμάρωσε το γαϊδούρι του και πήρε το δρόμο για την επιστροφή. Αλλά καθώς γύριζε, τον συνάντησε στο δρόμο ένα λιοντάρι, το οποίο όρμησε πάνω του και τον σκότωσε. Το πτώμα του προφήτη έμεινε εκεί πεσμένο πάνω στο δρόμο, ενώ το γαϊδούρι και το λιοντάρι στέκονταν πλάϊ του. Κάποιοι περαστικοί είδαν το πτώμα του προφήτη πάνω στο δρόμο και το λιοντάρι να στέκεται κοντά του. Αυτοί, λοιπόν, πήγαν στη Βαιθήλ και διηγήθηκαν το γεγονός στην πόλη, όπου κατοικούσε ο γέροντας προφήτης. Εκείνος όταν τ' άκουσε είπε, πως αυτός ήταν άνθρωπος του Θεού, ο οποίος παράκουσε την εντολή του Κυρίου και γι' αυτό ο Κύριος πραγματοποίησε το λόγο που του είχε πει στο τραπέζι. Έπειτα πήγε στο σημείο εκείνο και και βρήκε το πτώμα του προφήτη που βρισκόταν στο δρόμο. Και είδε το γαϊδούρι και το λιοντάρι να στέκονται πλάϊ του και το λιοντάρι δεν είχε κατασπαράξει ούτε το σώμα του προφήτη ούτε το γαϊδούρι. Τότε ο γέροντας προφήτης της Βαιθήλ πήρε το πτώμα του ανθρώπου του Θεού, το έβαλε πάνω στο γαϊδούρι του και το έφερε στην πόλη, όπου έμενε και το έθαψε. Έβαλε το πτώμα στο δικό του τάφο και τον θρηνολογούσε λέγοντας: «Αλίμονο, αδερφέ μου!» Αφού τον έθαψε είπε στους γιους του, όταν πεθάνει να τον θάψουν στον ίδιο τάφο, όπου θάφτηκε ο άνθρωπος του Θεού και να βάλουν τα οστά του δίπλα στα οστά του προφήτη του Ιούδα. Και τους είπε ακόμη, πως ο λόγος που είπε ο άνθρωπος αυτός, σύμφωνα με την εντολή του Κυρίου, μπροστά στο θυσιαστήριο της Βαιθήλ, ενάντια σε όλους τους ιερούς τόπους των πόλεων της Σαμάρειας, θα πραγματοποιηθεί οπωσδήποτε (Γ' Βασιλέων 13,23-32).
|
|