ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΑ

 

 ΓΙΑΤΙ Ο ΙΗΣΟΥΣ ΧΡΙΣΤΟΣ

ΗΤΑΝ ΚΑΙ ΕΙΝΑΙ «ΣΗΜΕΙΟΝ ΑΝΤΙΛΕΓΟΜΕΝΟΝ»

 

Ο ΙΗΣΟΥΣ ΩΣ «ΣΗΜΕΙΟΝ ΑΝΤΙΛΕΓΟΜΕΝΟΝ»

 

Ο Ιησούς Χριστός

Όταν ο Ιησούς έγινε σαράντα ημερών, η Θεοτόκος τον πήγε, όπως ήταν συνήθεια, στο Ναό. Εκεί ο γέροντας Συμεών, αφού τον πήρε στην αγκαλιά του, προφήτεψε ότι αυτό το παιδί «ἰδοὺ οὗτος κεῖται εἰς πτῶσιν καὶ ἀνάστασιν πολλῶν ἐν τῷ ᾿Ισραὴλ καὶ εἰς σημεῖον ἀντιλεγόμενον» (Λουκ. 2,34-35).

Η ιστορία τον επαλήθευσε. Ήδη από την πρώτη στιγμή της δράσης του Ιησού τα ίδια τα Ευαγγέλια μας παραδίδουν ρεαλιστικά τη διάσταση απόψεων που υπήρχε, παρά τα ολοφάνερα θαύματα: «Και πολύ υπόκωφη αντιγνωμία υπήρχε γι’ αυτόν στα πλήθη. Μερικοί έλεγαν: «Αγαθός είναι». Ενώ άλλοι έλεγαν: «Όχι, αλλά πλανά τον όχλο» (Ιωάν. 7,12) ή «Δεν είναι αυτός ο ξυλουργός, ο γιος της Μαρίας και ο αδελφός του Ιακώβου και του Ιωσή και του Ιούδα και του Σίμωνα;» (Μάρκ. 6,3).

Δεν μπορεί να αμφισβητηθεί ο προφητικός χαρακτήρας της φράσης του ευαγγελιστή Λουκά, αφού το πρόσωπο του Ιησού στο πέρασμα δύο χιλιάδων χρόνων έγινε αντικείμενο συζητήσεων, θέσεων και αντιθέσεων. «Σημείο αντιλεγόμενο» θα πει πρόσωπο που προκάλεσε και προκαλεί τις πιο αντικρουόμενες μεταξύ τους απόψεις.  Ποιοι είναι όμως οι λόγοι αυτής της στάσης των ανθρώπων απέναντι του;

 

 

ΤΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΚΑΙ ΟΙ ΑΜΦΙΣΒΗΤΗΣΕΙΣ ΓΥΡΩ ΑΠΟ ΤΟ ΠΡΟΣΩΠΟ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ

 

Η ιστορία της αμφισβήτησης του προσώπου και της αδυναμίας να κατανοήσουν οι άνθρωποι την αποστολή του Ιησού πάνω στη γη ξεκίνησε με τη παρανόηση των μεσσιανικών προφητειών και την αδυναμία αποδοχής του Χριστού ως Μεσσία από τους συγχρόνους μ' αυτόν συμπατριώτες Του, συνεχίστηκε με το σκεπτικισμό ή την άρνησή Του από αρκετούς μεταγενέστερους και επεκτάθηκε ως την εποχή μας με τη μορφή συγκεκριμένων θεωριών, πολλές από τις οποίες στηρίχθηκαν σε μια επιστημονικοφανή επιχειρηματολογία. Εκείνα τα σημεία που αμφισβητήθηκαν και έχουν σχέση με το πρόσωπο του Ιησού Χριστού είναι:


1. Η ιστορική ύπαρξη του ίδιου του Ιησού. Αν και το ζήτημα αυτό φαίνεται να μην αποτελεί πλέον πρόβλημα, αφού τα γεγονότα της Καινής Διαθήκης τοποθετούνται στην εποχή της αναπτυγμένης ιστοριογραφίας και κριτικής σκέψης και σώζονται εξωχριστιανικές πηγές που μιλούν για τον Ιησού λίγα μόλις χρόνια μετά τη δράση του, ωστόσο κατά καιρούς εμφανίζονται φωνές αμφισβήτησης.
2. Η θαυματουργική σύλληψή Του από την Παρθένο Μαρία και ολόκληρο το θεϊκό σχέδιο της ενανθρώπησής Του.

3. Ο σκοπός της δράσης Του. Κατά καιρούς έχουν διατυπωθεί ερωτήματα αν ο Ιησούς ήθελε να δημιουργήσει μια θρησκεία και κατά πόσο όντως κήρυττε ότι ήταν Θεός.

 

Η Σταύρωση του Ιησού

4. Τα θαυματουργικά Του έργα, που αμφισβητήθηκαν ως φανταστικές αφηγήσεις των μαθητών Του ή μεταγενέστερων χριστιανών.
5. Η διδασκαλία Του. Εφ' όσον ο ίδιος ο Ιησούς προσέγγισε προσωπικά τους ανθρώπους και δεν άφησε γραπτά, πολλοί θέτουν το ερώτημα κατά πόσον η αυθεντική διδασκαλία του Ιησού είναι η ίδια μ' αυτή που παρέδωσαν οι μαθητές του.
6. Η αιτία και ο τρόπος θανάτωσης Του. Αμφισβητούνται τόσο η σταυρική Του θυσία, όσο και η αιτία της.
7. Η Ανάστασή Του. Το ζήτημα αυτό είναι το σημαντικότερο για το Χριστιανισμό, αφού η Ανάσταση ήταν η επιβεβαίωση της μεσσιανικής ιδιότητας του Ιησού και η αρχή του κηρύγματος των Αποστόλων. Ταυτόχρονα είναι και η μεγαλύτερη πρόκληση στη λογική.

 

Όσοι αμφισβήτησαν ένα ή περισσότερα από τα παραπάνω σημεία δεν ήταν πάντοτε τυχαίοι άνθρωποι, ούτε οπωσδήποτε κακόπιστοι. Υπήρχαν όμως σαφώς συγκεκριμένοι λόγοι, εξαιτίας των οποίων οδηγήθηκαν σ' ένα σκεπτικισμό, που είχε σαν συνέπεια τα αρνητικά τους συμπεράσματα.

 

 

ΟΙ ΑΙΤΙΕΣ ΤΗΣ ΑΜΦΙΣΒΗΤΗΣΗΣ

 

Οι αιτίες της αμφισβήτησης του Ιησού κατά την εποχή της δράσης Του ήταν:
Το σκάνδαλο της ενανθρώπησης:
Η ανθρώπινη λογική αδυνατούσε να χωρέσει μέσα της το γεγονός της ενανθρώπησης του Θεού, το γεγονός της υπερφυσικής γέννησης του Θεανθρώπου από τη Θεοτόκο Μαρία.

Η αμφισβήτηση από τον Ιησού των παραδοσιακών αξιών: Ο αρχαίος κόσμος χαρακτηριζόταν από κάποιες αντιλήψεις για τη σχέση άνδρα-γυναίκας, κυρίου-δούλου, βασιλιά-υπηκόου, το συνταίριασμα ανάμεσα σε αγάπη και μίσος, ελευθερία και σκλαβιά, αλήθεια και ψεύδος, δικαιοσύνη και αδικία, ισότητα και ανισότητα, καλό και κακό, ηθική και ανηθικότητα, το ρόλο του πλούτου ή της οικογένειας, για τη σχέση Θεού και ανθρώπων, ηθικής και θρησκευτικής ζωής, τις οποίες ο Ιησούς αμφισβητεί φέρνοντας την καινούργια πραγματικότητα της Βασιλείας του Θεού.
Η κριτική του Ιησού στις πολιτικές και θρησκευτικές ηγεσίες: 
Οι πολιτικοί και θρησκευτικοί άρχοντες των Εβραίων (Συνέδριο, Αρχιερείς, Φαρισαίοι) εκμεταλλεύονταν τη θρησκευτικότητα του λαού, τον καταπίεζαν και τον οδηγούσαν σε τυπολατρία. Ο Ιησούς αντιστάθηκε σ' αυτά χτυπώντας την τυπολατρία και την υποκρισία των θρησκευτικών αρχόντων και παρουσιάζοντας στο λαό μια καινούργια πραγματικότητα, τη Βασιλεία του Θεού.
Το άνοιγμα του Ιησού στα έθνη: Ο
Ιησούς αμφισβήτησε τη μοναδικότητα του λαού του Ισραήλ στην αποκάλυψη του Θεού. Το μήνυμά Του ήταν μήνυμα που απευθυνόταν σε όλους τους λαούς της γης, τους οποίους ο ισραηλιτικός λαός θεωρούσε ως μη εκλεγμένους, ενώ ήθελε για τον εαυτό του την αποκλειστικότητα της εύνοιας του Θεού και της σωτηρίας. Έτσι το άνοιγμα του Ιησού στα έθνη ήταν ένας σοβαρός λόγος, για τον οποίο οι συμπατριώτες Του κυρίως Τον αντιπάθησαν.

Η υπερβολική έμφαση στην ιστορική κριτική: Ο σύγχρονος άνθρωπος θεωρεί ως ιστορικά τα γεγονότα που τεκμηριώνονται λογικά μέσα από επιστημονικά και αρχαιολογικά δεδομένα. Έτσι αναζητήθηκαν οι ιστορικές εκείνες μαρτυρίες και οι εξωχριστιανικές πηγές που θα τεκμηρίωναν την ιστορικότητα του προσώπου του Ιησού. Υποτιμήθηκαν οι συνέπειες της δράσης του (ίδρυση της Εκκλησίας), με αποτέλεσμα να αμφισβητηθεί η ιστορικότητα του προσώπου του. Η ιστορική κριτική όμως, δεν αρκεί πάντα για να διεισδύσει κανείς και στο νόημα των γεγονότων, ειδικά όταν αυτά αφορούν υπαρξιακά ζητήματα του ανθρώπου. Ενώ, λοιπόν, η ιστορική κριτική είναι θεμελιώδης για τη γνώση της αλήθειας, δεν πρέπει να θεωρείται ως μοναδικός δρόμος και να απολυτοποιείται. Αναμφίβολα η υπερτίμηση επιστημονικών στοιχείων οδηγεί σε αντιεπιστημονικές απόψεις που μόνο η υπερβολή τις χαρακτηρίζει. Σήμερα δεν υπάρχουν σοβαρές φωνές που να αμφισβητούν την ιστορικότητα του Ιησού και η αμφισβήτηση στρέφεται κυρίως στη θεϊκή του ιδιότητα.
 

Η Ανάσταση του Ιησού

Η απολυτοποίηση των κοινωνικών και οικονομικών ερμηνειών: Στη σημερινή εποχή δίνεται υπερβολική έμφαση στα κοινωνικά και οικονομικά αίτια πολλών ιστορικών γεγονότων, κυρίως από κάποιες πολιτικοκοινωνικές ιδεολογίες. Έτσι άνθρωποι που προέρχονται από συγκεκριμένους χώρους πολιτικής ιδεολογίας θεώρησαν αναγκαίο να δώσουν τη δική τους ερμηνεία για το πρόσωπο του Ιησού Χριστού, αμφισβητώντας της εικόνα που δίνουν τα Ευαγγέλια και η Εκκλησία. Συνήθως γι' αυτούς ο Ιησούς και το έργο Του ερμηνεύονται ως ένα προϊόν των αντίστοιχων κοινωνικοοικονομικών συνθηκών της εποχής εκείνης.

Η πρόκληση απέναντι στη λογική: Ο ορθολογισμός μυθοποιώντας την ανθρώπινη επιστήμη και απομυθεύοντας τη μεταφυσική δυσκολεύεται πάντοτε να δεχθεί το γεγονός του θαύματος και προπαντός το γεγονός της Ανάστασης του Χριστού. Έτσι η ενανθρώπηση του Θεού και η ιδέα ενός Θεού που σταυρώνεται χωρίς αντίσταση, καθώς και η Ανάστασή του αποτελούν σκάνδαλο για τη λογική, που θέλει να ερμηνεύει τα πάντα με βάση τα ανθρώπινα δεδομένα.
 • Η πρόκληση απέναντι στον ηθικισμό: Η αντίληψη του ανθρώπου ότι η ηθική παίζει απόλυτο ρόλο για την ομαλή λειτουργία της κοινωνίας λέγεται «ηθικισμός». Ο Ιησούς έθεσε υπό αμφισβήτηση την αυτονόμηση του ηθικισμού και προκάλεσε τις αντιδράσεις των ηθικιστών. Έτσι ο Ιησούς έδειξε ότι σημασία για τον άνθρωπο έχει η διάσωση του ανθρώπινου προσώπου από την αλλοτρίωση και τη φθορά και ότι μόνο η σχέση με το Θεό νικά το κακό και το θάνατο, σχέση που πολλές φορές φαίνεται ακατανόητη (παράδειγμα η δικαίωση του μετανοημένου ληστή, του τελώνη κτλ.).
 • Η άρνηση των θρησκευτικών στερεοτύπων: Ο Ιησούς εμμένοντας στην αποστολή του για τη σωτηρία των ανθρώπων από τη φθορά και το θάνατο ξεπερνά διαρκώς τα στερεότυπα που οι άλλοι κατασκευάζουν γι' αυτόν για να τον φυλακίσουν. Ως Θεός επί γης αρνείται να μεταβληθεί σε επίγειο βασιλιά, κοινωνικό μετασχηματιστή, άφωνο είδωλο, ιδέα κτλ. κι αυτό φαίνεται μέχρι τέλους, όταν αρνείται να κάνει κατά παραγγελία θαύματα, για να πιστέψουν οι άρχοντες του Ισραήλ ή να αποφύγει τη σταύρωση.
 

 

Η ΒΑΣΗ ΚΑΘΕ ΑΜΦΙΣΒΗΤΗΣΗΣ

 

Τελικά το ουσιαστικό πρόβλημα είναι η αδυναμία του ανθρώπου να παραδεχθεί ότι πρέπει να ξεπεράσει τον εγωισμό του και να δεχθεί το Θεό στη ζωή του. Έτσι ο άνθρωπος συνεχίζει να θεωρεί τον εαυτό του ως κέντρο του κόσμου, να αυτοδικαιώνεται και να επιζητεί να γίνει θεός, όπως ο πρώτος άνθρωπος. Γνωρίζοντας όλες αυτές τις αιτίες που προκαλούν τις αμφισβητήσεις, η Εκκλησία του Χριστού ερμηνεύει το γεγονός ότι ο Ιησούς Χριστός είναι «σημείο αντιλεγόμενο» σαν μόνιμη νεύρωση, όπως θα έλεγε η ψυχολογία. Έτσι οι άνθρωποι για να καταπολεμήσουν ένα πρόβλημα αναπτύσσουν μηχανισμούς άμυνας, όπως η επιθετικότητα, όταν νιώθουν ανασφάλεια, και οδηγούνται σε μια πραγματική σύγχυση και νεύρωση. Οι μηχανισμοί άμυνας στο πρόβλημα της αντιδικαίωσης του ανθρώπου είναι η αμφισβήτηση και η απώθηση του Ιησού.

Όλες οι ερμηνείες για το Χριστό που προέκυψαν από την αμφισβήτηση του σωτηριώδους έργου Του δεν είναι τίποτε άλλο από μία προσπάθεια να αυτοδικαιωθεί και μόνο η θέση των εμπνευστών τους. Είναι χαρακτηριστικό ότι πουθενά δεν οδήγησαν τους ανθρώπους αυτές οι αμφισβητήσεις παρά μόνο στη σύγχυση. Και για τον άνθρωπο που ζει μέσα στη σύγχυση ο Χριστός είναι πρόκληση, είναι τελικά ανεπιθύμητος και επικίνδυνος. Όσα επιχειρήματα κι αν απαριθμηθούν για την ιστορικότητα του Ιησού, για το γεγονός της διδασκαλίας Του, των θαυμάτων Του, για την αλήθεια του θανάτου και της Ανάστασής Του, δε θα έχουν τόση σημασία, αν δεν ερμηνευτούν με γνώμονα αυτό που ο Μέγας Αθανάσιος συμπεριλαμβάνει στη φράση: «Έγινε ο Θεός άνθρωπος για να γίνει ο άνθρωπος Θεός».

 

 

 

ΟΙ ΕΞΩΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΕΣ ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΥΠΑΡΞΗ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ


Οι εξωχριστιανικές ιστορικές μαρτυρίες για την ιστορική ύπαρξη του Ιησού που έχουν διασταυρωθεί από την ιστορική κριτική είναι κυρίως:
• του Ιουδαίου ιστορικού Φλάβιου Ιώσηπου, που είναι σχεδόν σύγχρονος των γεγονότων (έζησε από το 37 μέχρι περίπου το 95 μ.Χ.) και αναφέρει στο ιστορικό έργο του «Ιουδαϊκή Αρχαιολογία», που εξιστορεί τα γεγονότα μέχρι το 66 μ.Χ., μια αναλυτική μαρτυρία αναμφισβήτητης αυθεντικότητας για τον ίδιο τον Ιησού αλλά και για πρόσωπα του περιβάλλοντός του.
• του Σαμαρείτη Θαλλού (Thallus) που σε κάποιο χρονικό που γράφτηκε στη Ρώμη περί το 52 μ.Χ. αναφέρει το σκότος κατά τη Σταύρωση και σώζεται στη Χρονογραφία του Σέξτου Ιουλίου Αφρικανού (περί το 221 μ.Χ.).
• του Σύρου στωικού φιλοσόφου Mara Bar Saraplon, ο οποίος σε επιστολή μετά το 73 μ.Χ. αναφέρει την καταδίκη του Ιησού.

• του σημαντικού Ρωμαίου ιστορικού Κορνηλίου Τάκιτου που έζησε από το 55/56 έως μετά το 116 μ.Χ. και δίνει στο έργο του Annales (115-117 μ.Χ.) κάποιες ιστορικά επεξεργασμένες πληροφορίες για τον Ιησού.
• του αρχαιοδίφη Γάϊου Σουητώνιου (69- μετά το 120 μ.Χ.) που περιέλαβε στα έργα του μαρτυρίες για τον Ιησού.
• του λόγιου Πλίνιου του Νεώτερου (περ. 62-113 μ.Χ.) ο οποίος σε επιστολές του που δημοσιεύθηκαν μεταξύ του 100 και 109 μ.Χ. αναφέρει πληροφορίες για τους χριστιανούς και δίνει κάποια στοιχεία για τον Ιησού.

• στα παραπάνω πρέπει να προσθέσουμε τα ιστορικά στοιχεία (ονόματα πολιτικών και θρησκευτικών αρχόντων, τοπωνυμίων, αναφορές γεγονότων) που περιέχουν τα Ευαγγέλια και τα άλλα κείμενα της Καινής Διαθήκης και επιβεβαιώνονται από άλλα ιστορικά έργα και την αρχαιολογική σκαπάνη.
Φυσικά όλα τα παραπάνω επιβεβαιώνουν την ιστορικότητα του Ιησού αλλά δεν μπορούν να ερμηνεύσουν το νόημα και να αποφανθούν για τη θεϊκή του ταυτότητα. Αυτά προσεγγίζονται με την πίστη που είναι κατόρθωμα ελευθερίας.