ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΑ |
|
Ο ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΟΣ ΦΑΝΑΤΙΣΜΟΣ ΚΑΙ Η ΜΙΣΑΛΛΟΔΟΞΙΑ |
ΤΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ ΤΟΥ ΦΑΝΑΤΙΣΜΟΥ
Φανατισμός (fanum=ιερό), γενικά, είναι η τυφλή και αποκλειστική πίστη σε μια ιδέα και η προσπάθεια επιβολής των ιδεών ενός ατόμου ή μιας ιδεολογίας και στους άλλους. Ο φανατικός δεν ανέχεται αντίθετες απόψεις και είναι πρόθυμος να χρησιμοποιήσει βία για να αντιμετωπίσει τους αντιπάλους του. Ο φανατισμός μπορεί να βρει πρόσφορο έδαφος στις πολιτικές, εθνικιστικές, θρησκευτικές ιδεολογίες, ή ακόμη και στην υποστήριξη αθλητικών ομάδων. Το σημαντικότερο, όμως, πεδίο όπου εκδηλώνεται είναι οι θρησκευτικές ιδέες, όπως συμβαίνει σε πολλές χώρες της Μ. Ανατολής, Συρίας, Ινδίας, Β. Ιρλανδίας κ.α.. Πρέπει να διακρίνουμε το θρησκευτικό φανατισμό από την αγωνιστικότητα για την αληθινή πίστη και να επισημάνουμε ότι σε πολλές περιπτώσεις χρησιμοποιούνται οι θρησκευτικές ιδέες για να φανατιστούν τα πλήθη, με σκοπούς καθαρά πολιτικούς.
Τα κυριότερα είδη του φανατισμού είναι: ο εθνικιστικός φανατισμός (σωβινισμός), ο πολιτικός (φασισμός ή ολοκληρωτισμός), ο φυλετικός (ρατσισμός) και ο θρησκευτικός φανατισμός (μισαλλοδοξία).
ΜΟΡΦΕΣ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΟΥ ΦΑΝΑΤΙΣΜΟΥ
Ο θρησκευτικός φανατισμός παρατηρείται στους πιστούς πολλών θρησκειών και τους σπρώχνει σε σύγκρουση με τους πιστούς μιας αίρεσης ή μιας άλλης θρησκείας. Ο θρησκευτικός φανατισμός έχει πολλές μορφές: η θρησκομανία ή θρησκοληψία (σχολαστική και τυπική τήρηση θρησκευτικών εντολών ανάμεικτη με δεισιδαιμονικά και ψυχοπαθολογικά χαρακτηριστικά), ο πουριτανισμός (υπερβολική ηθική αυστηρότητα), ο συντηρητισμός (τυφλή προσκόλληση στην παράδοση και απόκρουση κάθε προσαρμογής προς τις νέες συνθήκες), ο προσηλυτισμός (διάδοση μιας πίστης με πιεστικά ή δόλια μέσα), η μισαλλοδοξία (το μίσος εναντίον των ετεροδόξων ή αλλοθρήσκων), η θεοκρατία (διακυβέρνηση ενός κράτους με θρησκευτικούς νόμους) και ο θρησκευτικός επεκτατισμός (επιδιώκει την επικράτηση με κάθε μέσον μιας θρησκείας).
Η παγκόσμια πολιτική
ιστορία είναι, δυστυχώς, γεμάτη από θρησκευτική μισαλλοδοξία, που οδήγησε τα
κράτη και τους λαούς σε αρκετούς θρησκευτικούς πολέμους1
(εμφύλιους ή εθνικούς) και σε απάνθρωπους διωγμούς2. Αλλά και η
θρησκευτική ιστορία των λαών είναι γεμάτη από αιρέσεις, σχίσματα, διώξεις,
αφορισμούς και αναθέματα3, με χαρακτηριστικότερες εκφράσεις τον
εξισλαμισμό των κατακτημένων λαών από τους Άραβες και τους Τούρκους4,
την Ιερή Εξέταση της Δυτικής Εκκλησίας5, την εικονομαχία της
Ανατολικής Εκκλησίας, τις διώξεις των χριστιανών στη Ρωσία κ.ά.
Ο ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΟΣ ΦΑΝΑΤΙΣΜΟΣ ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ
Από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα ο θρησκευτικός φανατισμός εμφανίστηκε με ένταση σε μερικές φάσεις της ιστορίας. Οι διωγμοί κατά των χριστιανών στην αρχαία Ρώμη (1ος - 4ος αιώνας μ.Χ.) αλλά και οι βίαιες συγκρούσεις στο εσωτερικό του Χριστιανισμού με τις αιρέσεις λίγο αργότερα είναι χαρακτηριστικά παραδείγματα. Στο Μεσαίωνα έχουμε τους διωγμούς βυζαντινών αυτοκρατόρων κατά αιρετικών, τους διωγμούς του Ισλάμ κατά των χριστιανών της Μέσης Ανατολής και αργότερα των Βαλκανίων. Πριν από την πτώση του Βυζαντίου έχουμε τις Σταυροφορίες των Δυτικών χριστιανών κατά των ορθοδόξων χριστιανών και μουσουλμάνων από τον 11ο έως το 15ο αιώνα, με τις γνωστές επιδιώξεις της ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας, αλλά και τον αντισημιτισμό αργότερα (μίσος κατά των Ιουδαίων), που αναπτύχθηκε σ' όλη τη Δυτική Ευρώπη. Επίσης, τις δίκες της Ιεράς Εξέτασης, το «κυνήγι μαγισσών» στη Δυτική Ευρώπη και την Αμερική. Τέλος, από τις χειρότερες ενδείξεις θρησκευτικού φανατισμού (με πολιτικά αίτια) υπήρξαν οι θρησκευτικοί πόλεμοι μεταξύ Προτεσταντών και Ρωμαιοκαθολικών στην Ευρώπη από το 16ο έως το 18ο αιώνα.
ΤΑ ΑΙΤΙΑ ΤΟΥ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΟΥ ΦΑΝΑΤΙΣΜΟΥ
Τα κυριότερα αίτια του φανατισμού είναι: α) Πολιτικά: Οι πολιτικοί, φανατίζοντας θρησκευτικά τους λαούς εκμεταλλεύονταν από παλιά τη δύναμη της θρησκείας και τη χρησιμοποιούσαν είτε ως στήριγμα της εξουσίας τους είτε ως πρόσχημα για επεκτατισμό. Τέτοιο παράδειγμα είναι ο αντισημιτισμός που χαρακτήριζε τη ναζιστική Γερμανία την περίοδο 1933-1945. β) Κοινωνικά και οικονομικά: Όταν υπάρχουν προβλήματα κοινωνικής σταθερότητας ή οικονομικά, αναζητούνται εχθροί που εντοπίζονται στους διαφορετικούς από εμάς. γ) Ψυχολογικά: Κατά την ψυχολογία του βάθους ο φανατισμός είναι μια εκδήλωση άρρωστης ψυχής, ένα καταφύγιο νευρωτικών ανθρώπων, που προσπαθούν να κρύψουν κάτω από αυτόν τα συμπλέγματα κατωτερότητας, τον εγωϊσμό, τις φιλοδοξίες, την επιθετικότητά τους και οδηγούν το άτομο να αναζητά φανταστικούς εχθρούς στα διαφορετικά άτομα και να προβάλλει τα προβλήματά του επάνω τους. δ) Θρησκευτικά: Αυτά οφείλονται στη δογματοποίηση του φανατισμού από μερικές θρησκείες, όπου η βία είναι το μέσον για την εξάπλωση και επικράτηση των ιδεών μιας θρησκείας (π.χ. η εξάπλωση της πίστης στον ισλαμισμό «με τη φωτιά και το ξίφος», τζιχάντ) ή σε υπερβολικό ζήλο, που προέρχεται από παρανόηση των θρησκευτικών εντολών. Έτσι πολλοί ευσεβείς παρασύρονται σε ακρότητες από μερικούς επιτήδειους, που τους φανατίζουν για να τους κάνουν όργανα των σκοτεινών σκοπών τους.
ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΤΟΥ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΟΥ ΦΑΝΑΤΙΣΜΟΥ
Οι συνέπειες του θρησκευτικού φανατισμού για τα άτομα, τις κοινωνίες και τις θρησκείες είναι πολλές. Πράγματι ο φανατισμός: α) δημιουργεί στη συνείδηση του πιστού την ψευδαίσθηση μιας πνευματικής αυτάρκειας και σίγουρης σωτηρίας του καθησυχάζοντάς τον και εμποτίζοντάς τον με φαρισαϊκή νοοτροπία. β) αλλοιώνει την πίστη, γιατί της στερεί το πολύτιμο στοιχείο της αγάπης προς τον συνάνθρωπο, χωρίς την οποία εκείνη είναι νεκρή6. γ) καταπνίγει τη θρησκευτική ελευθερία του ατόμου με την καταπίεση, τις διώξεις, τις απειλές, τις τιμωρίες, τη βία και έτσι στερεί τον άνθρωπο από μια βασική ελευθερία του. δ) καταστρέφει ανθρώπινες ζωές και υλικά αγαθά με τους πολέμους. ε) δημιουργεί κοινωνικές και πολιτικές αναστατώσεις με τις επαναστάσεις, τις διώξεις, τον επεκτατισμό και τη βία. στ) σκανδαλίζει τους θρησκευτικά αδιάφορους ή χλιαρούς οδηγώντας τους προς την αθεΐα, αφού διαπιστώνουν ότι οι θρησκείες, αντί να εξημερώνουν τον άνθρωπο, τον εξαγριώνουν και τον σπρώχνουν σε αιματηρές συγκρούσεις και βιαιότητες. ζ) διασπά την ιερή ενότητα του εκκλησιαστικού σώματος με τις αιρέσεις και τα σχίσματα7.
Ο ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΣ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΟΝ ΦΑΝΑΤΙΣΜΟ
Ο Χριστιανισμός ως θρησκεία της αγάπης και της ελευθερίας δεν μπορεί παρά να αρνείται το φανατισμό. Πουθενά στην Καινή Διαθήκη8 δεν υπάρχει εντολή για χρήση βίας για την προάσπιση ή τη διάδοση της χριστιανικής πίστης. Ο Ιησούς και οι απόστολοι σέβονται απόλυτα τη θρησκευτική ελευθερία του ανθρώπου. Η Εκκλησία καταδίκαζε ακόμα και τον ιερό ενθουσιασμό που έσπρωχνε μερικούς χριστιανούς να παραδίνονται μόνοι τους στους διώκτες τους, γιατί θεωρούσε την πράξη τους αυτή ισοδύναμη με αυτοκτονία (εισπηδητικό μαρτύριο). Στην πορεία, βέβαια, της ιστορίας πρέπει να διακρίνουμε ανάμεσα στην ουσία του Χριστιανισμού και στα λάθη μερικών χριστιανών, που δεν αντιλήφθηκαν σωστά το χριστιανικό μήνυμα της ελευθερίας ή για αλλότριους προς την πίστη σκοπούς χρησιμοποίησαν βία στην αντιπαράθεσή τους να επιβάλουν την άποψη τους.
Ο θρησκευτικός ζήλος9 και η αγωνιστικότητα μόνο όταν προέρχονται από καθαρή καρδιά και από γνήσια πίστη, μόνο τότε είναι αρετές. Τέτοια φωτεινή αγωνιστικότητα κι όχι τυφλό φανατισμό διέθεταν οι απόστολοι, οι μάρτυρες της πίστης μας, οι πατέρες της Εκκλησίας μας, οι ιεραπόστολοι κ.ά. Γιατί η πίστη τους διαποτίζονταν από βαθιά αγάπη προς το συνάνθρωπό τους. Κι ο σημερινός χριστιανός μπορεί να δείξει το ζήλο του με την αγιότητα της ζωής του, με τα έργα αγάπης και με την ταπείνωσή του, κι όχι με τον φανατισμό του.
|
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1) Τέτοιοι θρησκευτικοί πόλεμοι ήταν οι Σταυροφορίες που οργάνωσε η Δυτική Εκκλησία, οι εμφύλιοι πόλεμοι της Γαλλίας και της Γερμανίας, ο Τριακονταετής πόλεμος μεταξύ Καθολικών και Διαμαρτυρομένων κ.ά. 2) Σε 10 περίπου εκατομμύρια υπολογίζονται οι μάρτυρες χριστιανοί των τριών πρώτων αιώνων από τους διωγμούς των Ρωμαίων αυτοκρατόρων εναντίον τους. Διωγμούς έκαναν επίσης ο Μ. Θεοδόσιος κατά των αιρετικών, οι καθολικοί βασιλείς της Ευρώπης κατά των διαμαρτυρομένων, οι Τούρκοι κατά των υπόδουλων Ελλήνων επί τουρκοκρατίας και, στα νεότερα χρόνια, τα κομμουνιστικά καθεστώτα κατά των χριστιανών. 3) Γνωστές είναι οι ιουδαΐζουσες και γνωστικές αιρέσεις στους πρώτους χριστιανικούς αιώνες, οι χριστολογικές και αντιτριαδικές αιρέσεις στα βυζαντινά χρόνια, η εικονομαχική έριδα, το προσωρινό και το οριστικό σχίσμα μεταξύ Ανατολικής και Δυτικής Εκκλησίας, η Μεταρρύθμιση στη Δυτική Εκκλησία κ.ά. 4) Ο εξισλαμισμός των αλλοθρήσκων είναι βασικό δόγμα του Κορανίου, γι' αυτό οι Άραβες εξάπλωσαν τη μουσουλμανική θρησκεία με μεγάλη αγριότητα στη Μέση Ανατολή, στη Β. Αφρική και στη Νότια Ασία, πιστεύοντας ότι εκτελούν θεάρεστο έργο. Το θρησκευτικό αυτό φανατισμό των μωαμεθανών Τούρκων και Αράβων πλήρωσε πολύ ακριβά ο Ελληνισμός με την κατάλυση του βυζαντινού κράτους και την τουρκοκρατία, κατά την οποία οι σφαγές, οι λεηλασίες, οι φυλακίσεις, οι προσβολές, το παιδομάζωμα, οι βίαιοι εξισλαμισμοί κ.ά. δοκίμασαν πολύ σκληρά την πίστη των υπόδουλων Ελλήνων και ανέδειξαν τους χιλιάδες νεομάρτυρες της Εκκλησίας μας. Αλλά και σήμερα η ισλαμική ιδέα γίνεται αιτία για μεγάλες πολιτικοθρησκευτικές συγκρούσεις και επαναστάσεις, όπως στην Ινδία με την απόσπαση του Πακιστάν και του Μπαγκλαντές και, πρόσφατα, με τις συγκρούσεις ινδουιστών και μωαμεθανών. 5) Η Ιερή Εξέταση, που ίδρυσε κυρίως στην Ισπανία και σ' άλλες ευρωπαϊκές χώρες η Δυτική Εκκλησία, αποτέλεσε μια από τις μελανότερες σελίδες της ιστορίας της και αιώνιο σύμβολο θρησκευτικής τρομοκρατίας όχι μόνο κατά των αιρετικών αλλά και εναντίον κάθε χριστιανού που τολμούσε να διαφωνήσει με την παπική γραμμή ή που θεωρούνταν απλώς ύποπτος απιστίας και αθεΐας. Και ήταν τέτοια η θεοκρατική δύναμη του Πάπα, ώστε ακόμα και επιστήμονες έκαιγε στην πυρά, αφού πρώτα έκαιγε τα βιβλία τους και τους βασάνιζε φριχτά, επειδή δήθεν οι θεωρίες τους έρχονταν σε αντίθεση με τη χριστιανική πίστη. Κλασικό παράδειγμα η καταδίκη και αναγκαστική «μετάνοια» του Γαλιλαίου που υποστήριζε την ηλιοκεντρική θεωρία. 6) Ο απ. Παύλος στον «ύμνο της αγάπης» τονίζει κατηγορηματικά τη σημασία της αγάπης για τη σωτηρία λέγοντας: «καὶ ἐὰν ἔχω προφητείαν καὶ εἰδῶ τὰ μυστήρια πάντα καὶ πᾶσαν τὴν γνῶσιν, καὶ ἐὰν ἔχω πᾶσαν τὴν πίστιν, ὥστε ὄρη μεθιστάνειν, ἀγάπην δὲ μὴ ἔχω, οὐδέν εἰμι» (Α' Κορ. 13,2). Ο δε απ. Ιάκωβος θεωρεί νεκρή την πίστη που δε συνοδεύεται από έργα αγάπης: «πίστις χωρὶς τῶν ἔργων νεκρά ἐστι» (Ιακ. 2,26). 7) Ο απ. Παύλος διακρίνει τον αληθινό από τον τυφλό ζήλο με τη φράση: «μαρτυρῶ γὰρ αὐτοῖς ὅτι ζῆλον Θεοῦ ἔχουσιν, ἀλλ᾿ οὐ κατ᾿ ἐπίγνωσιν» (Ρωμ. 10,2). 8) Όλη η ζωή και η δράση του Ιησού διακρίνεται για την πραότητα και την αγάπη, κι όχι για το φανατισμό και τη μισαλλοδοξία. Κατά τον Π. Κανελλόπουλο «Ο μεγαλύτερος επαναστάτης των αιώνων (εννοεί τον Ιησού) δεν ήταν λύκος· ήταν αμνός» (Ο χριστιανισμός και η εποχή μας, σελ. 45). Η μόνη «φιλοπόλεμη» φράση του «Μὴ νομίσητε ὅτι ἦλθον βαλεῖν εἰρήνην ἐπὶ τὴν γῆν· οὐκ ἦλθον βαλεῖν εἰρήνην, ἀλλὰ μάχαιραν» (Ματθ. 10,34) έχει καθαρά αλληγορική σημασία και εννοεί την εσωτερική αναστάτωση που θα προκαλέσει το κήρυγμα του στις καρδιές των ανθρώπων και την πάλη ανάμεσα στην αρετή και στην αμαρτία. 9) Η καταδίκη των αιρέσεων και των σχισμάτων στην Ανατολική Εκκλησία αφορούσε τις ιδέες τους και όχι τα πρόσωπα των πρωταγωνιστών τους, γι' αυτό γινόταν από την Εκκλησία με πόνο κι όχι με μίσος. Έτσι ο Γρηγόριος Ναζιανζηνός καταπολεμώντας τους αιρετικούς δεν έπαυε να τονίζει τον πόνο του για την πλάνη τους και την επιθυμία του να τους ξανακερδίσει η Εκκλησία: «Οὐ γάρ νικῆσαι ζητοῦμεν, ἀλλά προσλαβεῖν ἀδελφούς, ὧν τῷ χωρισμῷ σπαρασσόμεθα». Και μια ευχή της θείας λειτουργίας του Μ. Βασιλείου παρακαλεί το Θεό για τη μετάνοια και τη σωτηρία των αιρετικών: «Τούς ἐσκορπισμένους ἐπισυνάγαγε, τούς πεπλανημένους ἐπανάγαγε καί σύναψον τῇ Ἁγίᾳ σου Καθολικῇ καί Ἀποστολικῇ Ἐκκλησίᾳ».
|