Η ΜΟΔΑ
ΤΗΣ ΑΘΕΪΑΣ
Εὐδοξία Αὐγουστίνου,
Φιλόλογος - Θεολόγος
Φοριέται ὅλο καί πιό
πολύ.
Κοντά στά
ἄλλα πρόσφατα καινοφανῆ φαινόμενα, τῶν ὁποίων ὑπήρξαμε μάρτυρες,
παρακολουθοῦμε καί τίς ὁλοένα αὐξανόμενες ἐπιθετικές ἐκδηλώσεις τοῦ
ἐγχώριου ἀθεϊσμοῦ: Πολιτικοί, δημόσιοι λειτουργοί, ὁμάδες καί σύλλογοι
βάλλουν ποικιλοτρόπως κατά τῆς πίστης. Ἐπιδιδόμενοι σέ ἕνα ἀκατάπαυστο
σφυροκόπημα κατά τῆς Ὀρθοδοξίας ἀπαιτοῦν «χωρισμό κράτους -Ἐκκλησίας».
Ὁμάδα, μάλιστα, ἀθέων ἔγινε δεκτή ἀπό ἐπίσημα πρόσωπα τοῦ Ὑπουργείου
Παιδείας. Συζήτησαν μέ τούς ἁρμόδιους γιά τήν κατάργηση τῶν ἁγιασμῶν,
ἐκκλησιασμῶν, εἰκόνων στά σχολεῖα, τῆς ἀναφορᾶς τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν, τήν
ἀπαλλαγή ἀπό τό μάθημα τῶν θρησκευτικῶν καί τήν ἀντικατάστασή του ἀπό
μάθημα φιλοσοφίας τῶν θρησκειῶν σέ μία τάξη τοῦ Λυκείου, συμπεριλαμβανομένης
καί τῆς ἀθεϊστικῆς προσέγγισης. Ἡ ὁμάδα ἔλαβε διαβεβαιώσεις γιά ἱκανοποίηση
τῶν αἰτημάτων της.
Καταρχάς, ἡ μανία τήν ὁποία ἐκδηλώνουν οἱ δηλώνοντες ἄθεοι κατά τῆς
ὀρθόδοξης πίστης ἀποδεικνύει ὅτι ὁ Χριστός εἶναι ζωντανός καί ἀληθινός.
Δέν τά βάζει κανείς μέ ἕναν νεκρό καί ἀπολιθωμένο. Οἱ λυσσώδεις ὅμως
προσπάθειες ἐκδίωξης τοῦ Χριστιανισμοῦ προδίδουν μᾶλλον ἀντί-θεϊσμό καί ὄχι
ἁπλῶς ἀθεϊσμό.
Οἱ ἀναλυτές τοῦ φαινομένου τῆς ἀθεΐας διακρίνουν τρία στάδια: τήν
ἐπιθετικότητα κατά τῆς θρησκείας, τή θρησκευτική ἀδιαφορία καί τή λαθραία ἤ
ὑποσυνείδητη εἰσαγωγή μίας νέας δεισιδαιμονίας, προκειμένου νά καλυφθεῖ τό
κενό ἀπό τήν ἐγκατάλειψη τῆς προηγούμενης θρησκείας. Οἱ δυτικές κοινωνίες
βρίσκονται ἤδη στό τρίτο στάδιο, καθώς εἰσελαύνει κατακλυσμιαῖα ἡ
συγκρητιστική Νέα Ἐποχή, μέ τήν «πολλά ὑποσχόμενη» γιόγκα, τόν πνευματισμό,
τήν ἀστρολογία, τό φένγκ σούι, τή μαγεία κ.ἄ. Προφανῶς, ὁ σύγχρονος
Εὐρωπαῖος κλίνει περισσότερο πρός μία νέα εἰδωλολατρία, παρά πρός μία συνεπῆ
καί ἐνσυνείδητη ἀθεΐα.
Παρατηρήθηκε μάλιστα τό παράδοξο, ὁ ἀθεϊσμός νά γίνεται θρησκεία μέ «ἐκκλησία»
καί «ἕδρα» τή Μεγάλη Βρετανία, ὅπου - καθόλου τυχαῖο- τό ἕνα τέταρτο τῶν
Βρετανῶν δηλώνουν ἄθεοι!
Ἀλλά καί στήν πατρίδα μας δέν εἶναι μικρή ἡ φθορά πού ἔχουμε ὑποστεῖ. Οἱ
Νεοέλληνες, τρεφόμενοι μέ τά ὑποπροϊόντα καί τά βοθρολύματα τῆς τηλεόρασης
ἔχουν πάψει νά ἀντλοῦν χαρά ἀπό τήν Ἐκκλησία. Ἄλλες πρακτικές πῆραν τή θέση
της, ὅπως ἡ διαδικτυακή πλοήγηση, οἱ σαββατιάτικες ἔξοδοι, τό χρηματιστήριο,
τό ποδόσφαιρο, ἡ δουλειά, τό χόμπι, ἡ ἐνασχόληση μέ τήν ἐπιστήμη, τήν τέχνη•
οἱ ὀρθόδοξες γιορτές ὑποκαθίστανται ἀπό τίς «παγκόσμιες ἡμέρες» καί τά
ὀνομαστήρια ἀπό τά γενέθλια. Ἔτσι, ἡ πνευματική ἀναζήτηση ἔχει ἀποκοιμηθεῖ,
ἐνῶ, ὅταν ξυπνάει, συχνά κατευθύνεται στόν ἀνατολικό μυστικισμό (πρβλ.
γιόγκα κτὅ.). Μέ τόν τρόπο αὐτό στρώθηκε τό χαλί τῆς ἀθεΐας.
Ὁ Φώτης Κόντογλου, τοῦ ὁποίου φέτος γιορτάζουμε τά πενήντα χρόνια ἀπό τήν
κοίμησή του, ἔλεγε: «Ἡ ἀπιστία εἶναι ῾῾ἡ πλατεῖα πύλη καὶ εὐρύχωρος ὁδός᾽᾽,
πού δέν πιστεύουνε (οἱ ἄπιστοι) πώς εἶναι ῾῾ἡ ἀπάγουσα εἰς τὴν ἀπώλειαν᾽᾽,
ὅπως εἶπε ὁ Χριστός, ἀλλά ῾῾εἰς τὴν ἐπὶ γῆς εὐδαιμονίαν᾽᾽. Ἐνῶ ἡ πίστη
εἶναι ῾῾ἡ στενὴ πύλη καὶ τεθλιμμένη ὁδός᾽᾽, πού δέν πιστεύουνε πώς εἶναι
῾῾ἡ ἀπάγουσα εἰς τὴν ζωήν᾽᾽, ἀλλά ῾῾εἰς τὴν ἐπὶ γῆς δυστυχίαν καὶ
περιφρόνησιν᾽᾽».
Βαθύς καί διαφωτιστικός ὁ ψαλμωδός πρίν ἀπό αἰῶνες ἀποκάλυπτε: «Εἶπεν ἄφρων
ἐν καρδίᾳ αὐτοῦ οὐκ ἔστι Θεός» (Ψα 13,1). Μόνο ἕνας ἄφρων, ἕνας ἀνόητος, κι
αὐτός μέ τό ἀνόητο μυαλό του, μπορεῖ νά ἰσχυρισθεῖ ὅτι δέν ὑπάρχει Θεός.
Πράγματι, ἡ ἀθεΐα εἶναι τρέλα! Χωρίς Θεό δέν ζῆ ἡ ἀνθρώπινη ψυχή οὔτε
ἰσορροπεῖ.
Ἀναμφισβήτητα, μέσα στήν Ὀρθοδοξία ἡ ἀποδοχή τῆς ὕπαρξης τοῦ Θεοῦ εἶναι
πορεία, τρόπος ζωῆς καί ὄχι σκέψης καί λογικῆς. Εἶναι βιωματική ἐν
ταπεινώσει σχέση καί ἀποδοχή τοῦ Θεοῦ καί ὄχι ἐγωιστική καί ὀρθολογιστική
κατανόηση. Προσεγγίζεται μόνον μέ ταπεινή καρδιά ἀπό ἐκείνους τούς «πτωχοὺς
τῷ πνεύματι» πού ὁ Κύριος μακάρισε.
Ὅσο καί ἄν λυσσομανοῦν οἱ υἱοί τοῦ σκότους, «ἡ Ὀρθοδοξία ἦταν πάντοτε ἡ
σπονδυλική στήλη τοῦ Γένους». Ἀπόκλιση ἀπό τήν Ἐκκλησία σημαίνει θάνατος
τοῦ Γένους. Αὐτή τήν ἀλήθεια διατύπωσε κρυστάλλινα ὁ κύρ-Ἀλέξανδρος
Παπαδιαμάντης καί τά λόγια του παραμένουν μοναδικά ἐπίκαιρα: «Ἄγγλος ἤ
Γερμανός ἤ Γάλλος δύναται νά εἶναι κοσμοπολίτης ἤ ἀναρχικός ἤ ἄθεος ἤ
ὁτιδήποτε. Ἔκαμε τό πατριωτικόν χρέος του, ἔκτισε μεγάλην πατρίδα. Τώρα
εἶναι ἐλεύθερος νά ἐπαγγέλλεται, χάριν πολυτελείας, τήν ἀπιστίαν καί τήν
ἀπαισιοδοξίαν. Ἀλλά Γραικύλος τῆς σήμερον, ὅστις θέλει νά κάμη δημοσία τόν
ἄθεον ἤ τόν κοσμοπολίτην, ὁμοιάζει μέ νᾶνον ἀνορθούμενον ἐπ᾽ ἄκρων ὀνύχων
καί τανυόμενον νά φθάση εἰς ὕψος καί φανῆ καί αὐτός γίγας. Τό ἑλληνικόν
ἔθνος, τό δοῦλον, ἄλλ᾽ οὐδέν ἧττον καί τό ἐλεύθερον, ἔχει καί θά ἔχη διά
παντός ἀνάγκην τῆς θρησκείας του».
|