|
ΠΑΝΑΓΙΑ Η ΑΣΤΑΘΚΙΩΤΙΣΣΑ (ΑΣΤΑΧΙΩΤΙΣΣΑ, ΣΤΑΧΥΩΤΙΣΣΑ) |
Παναγία η Ασταθκιώτισσα (Ασταχιώτισσα, Σταχυώτισσα)
Μικρή εκκλησία σε ερημική τοποθεσία, στα ανατολικά του χωριού Άγιος Θεόδωρος (επαρχίας Λάρνακας), στου οποίου τη διοικητική έκταση ανήκει. Ήταν ξωκλήσι οικισμού το οποίο εγκαταλείφθηκε τον 19° αιώνα από τους κατοίκους του λόγω σεισμού ή κάποιας επιδημικής νόσου. Το επίθετο αυτό της Παναγίας ίσως ελήφθη από το όνομα του μεσαιωνικού οικισμού Στάθκια (πιθανώς «τα κτήματα του Στάθη-Ευσταθίου» κατά τα Βυζαντινά Χρόνια), είτε εδόθη στον οικισμό. Διότι, κατά τη δική μας άποψη, το επίθετο «Ασταθκιώτισσα» της Παναγίας ίσως είναι φυτώνυμο: «Παναγία Ασταχιώτισσα», από τα στάχια, ως προστάτιδα της παραγωγής δημητριακών που εκαλλιεργούντο στην περιοχή.
Η εκκλησία, που είχε αφεθεί για πολλά χρόνια σε εγκατάλειψη, συντηρήθηκε το 1991 από το Τμήμα Αρχαιοτήτων. Από το τέλος του 1963, οπότε είχε εκδηλωθεί η ανταρσία των Τουρκοκυπρίων, η εκκλησία ευρισκόταν στην περιοχή του τουρκοκυπριακού θυλάκου Κοφίνου-Αγίου Θεοδώρου, μέχρι και το 1974. Κατά το διάστημα αυτό, η ίδια η εκκλησία αλλά κυρίως οι τοιχογραφίες που διασώζει στο εσωτερικό της, υπέστησαν σοβαρές καταστροφές από τους Τουρκοκυπρίους· η εκκλησία χρησιμοποιείτο κατά το διάστημα εκείνο ως καταφύγιο Τουρκοκυπρίων βοσκών αλλά και Τουρκοκυπρίων ενόπλων στασιαστών.
Η εκκλησία είναι λιθόκτιστη και καμαροσκέπαστη, και χρονολογείται στον 15ο αιώνα, κατά την τελευταία περίοδο της Φραγκοκρατίας και λίγο πριν από την έναρξη της Βενετοκρατίας το 1489. Ήταν δε κάποτε ναός ενός μεσαιωνικού οικισμού που υπήρχε εκεί και που ονομαζόταν Στάθκια ή Αστάθκια. Ο οικισμός αυτός μαρτυρείται ότι υφίστατο τουλάχιστον από τον 15ο αιώνα (δες λήμμα Στάθκια ή Αστάθκια). Σύμφωνα προς τοπική παράδοση, ο οικισμός αυτός είχε καταστραφεί αφού εγκαταλείφθηκε από τους (εναπομείναντες) κατοίκους του κατά τα μέσα του 19ου αιώνα, λόγω επιδημίας χολέρας. Πιθανότατα όμως το χωριό καταστράφηκε αρκετά ενωρίτερα. Ο Ν.Γ. Κυριαζής («Τα Χωριά της Κύπρου», 1952, σ. 170) μαρτυρεί ότι η εικόνα της Παναγίας Οδηγήτριας της εκκλησίας των Ασταθκιών, αφού «επιδιορθώθηκε» το 1837, είχε μεταφερθεί στην εκκλησία του χωριού Άγιος Θεόδωρος. Εξάλλου, στον «Κτηματικό Κώδικα» της μητρόπολης Κιτίου, σε παλαιές καταγραφές περιουσίας της εκκλησίας (συνήθως λίγα ελαιόδεντρα), αυτή αναφέρεται με το όνομα «Στάθια».
Η τοπική παράδοση (περιοχής Αγίου Θεοδώρου-Κοφίνου) λέγει ότι ο οικισμός ευρισκόταν αρχικά ανατολικότερα, επί της ακτής, και ότι μετακινήθηκε στο ύψωμα όπου και η εκκλησία σήμερα, λόγω των αραβικών επιδρομών του 7ου - 10ου αιώνα. Πριν από την έναρξη των διακοινοτικών συγκρούσεων (1958), οι Έλληνες κάτοικοι του Αγίου Θεοδώρου συνήθιζαν να πηγαίνουν για εκδρομή διασκέδαση στην εκκλησία της Παναγίας των Ασταθκιών μία φορά τον χρόνο, μετά το Πάσχα, και συνήθως την Πέμπτη της Διακαινησίμου.
Αρχικά ο μικρός ναός της Παναγίας των Ασταθκιών ήταν ολόκληρος κοσμημένος στο εσωτερικό του με πολύ καλής τέχνης τοιχογραφίες, της τεχνοτροπίας του δεύτερου μισού του 15ου αιώνα, που είχε επηρεασμούς και από τη δυτικοευρωπαϊκή ζωγραφική. Δυστυχώς σήμερα σώζονται λίγες μόνο τοιχογραφίες. Μεταξύ αυτών και τμήματα σκηνών από τη γέννηση της Θεοτόκου, μία σειρά από μετάλλια με μορφές αγίων, η εις Άδου Κάθοδος, η Ψηλάφηση του Θωμά και άλλες ευαγγελικές σκηνές, τμήμα από τον Αρχάγγελο Μιχαήλ (ζωγραφισμένο σε υπερφυσικό μέγεθος) κλπ. Οι περισσότερες τοιχογραφίες υπέστησαν μεγάλη φθορά τόσο από το νερό της βροχής που εισέδυε στο εσωτερικό του ναού, όσο και από τον καπνό φωτιάς που άναβαν μέσα στην εκκλησία Τούρκοι βοσκοί, όσο και από τη μανία των Τούρκων που κατέστρεψαν σχεδόν ολοσχερώς όσες τοιχογραφίες βρίσκονταν στα χαμηλά τμήματα του ναού και προκάλεσαν ζημιές σε άλλες. Μερικές όμως από αυτές, που καλύφθηκαν με καπνιά, διέφυγαν της μανίας τους και σώθηκαν σε αρκετά καλή κατάσταση. Συγκεκριμένα ο ναός την περίοδο 1963-1974 είχε μετατραπεί σε μάντρα ζώων από Τούρκους βοσκούς. Αυτοί άναβαν φωτιές για να ζεσταθούν με αποτέλεσμα οι τοίχοι του ναού κοσμημένοι με αξιόλογες τοιχογραφίες να καλυφθούν από καπνιά (αιθάλη). Επίσης πάνω στα πρόσωπα των Αγίων μορφών φαίνονται τα ίχνη από αιχμηρά αντικείμενα με τα οποία οι Τούρκοι βοσκοί τα χάραζαν.
Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια Polignosi
|