|
ΠΑΝΑΓΙΑ Η ΑΚΡΩΤΗΡΙΑΝΗ |
ΤΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΤΗΣ ΜΟΝΗΣ
Η Ιερά Σταυροπηγιακή Μονή Παναγίας Ακρωτηριανής και Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου Τοπλού Σητείας, που βρίσκεται στο βορειοανατολικότερο άκρο της Κρήτης, αποτελεί μια από τις αρχαιότερες και ιστορικότερες Μονές της νήσου με πολυκύμαντη πορεία μέσα στο διάβα των αιώνων. Είναι κτισμένη σε ένα πλάτεμα, περίπου 18 χιλιόμετρα ανατολικά της Σητείας, στο δρόμο προς το φοινικόδασος του Βάϊ.
Είναι το μεγαλύτερο και το πιο χαρακτηριστικό μοναστήρι οχυρωματικού τύπου στην Ανατολική Κρήτη, που η ίδρυσή του χρονολογείται τον 14ο αιώνα, σύμφωνα και με τη μαρτυρία των υπολειμμάτων του τοιχογραφικού διάκοσμου στο αρχικό καθολικό. Πάνω από τον συμπαγή όγκο του φρουρίου δεσπόζει το επιβλητικό καμπαναριό με διακόσμηση αναγεννησιακού τύπου, που υψώνεται στη δυτική πλευρά, πάνω από την κεντρική πύλη. Το φρουριακής μορφής Μοναστήρι προσέφερε την δυνατότητα προστασίας και άμυνας σε δύσκολες εποχές, αφού από την εποχή του Μεσαίωνα είχε δεχτεί αλλεπάλληλες πειρατικές επιδρομές και λεηλασίες, που κορυφώθηκαν την εποχή της Τουρκοκρατίας.
Το Μοναστήρι του Τοπλού περιλαμβάνει όλους τους αναγκαίους λειτουργικούς χώρους της Μονής και αναπτύσσεται γύρω από την εσωτερική αυλή σε τρεις ορόφους με επάλξεις, καλύπτοντας έκταση 800 περίπου τετραγωνικών μέτρων. Η οικοδόμησή του έγινε στα τελευταία χρόνια της Ενετοκρατίας, όπου ήταν φανερή η επερχόμενη τουρκική απειλή. Επίσης, η δημιουργία φρουρίου στο Μοναστήρι σχετίζεται με τη θέση της στην έρημη και δύσβατη ανατολική πλευρά του νησιού. Ο παλαιός ναός, εκείνος που κατά την παράδοση αποτελούσε τον πρώτο χώρο λατρείας στην περιοχή, βρισκόταν εκτός του φρουριακού συγκροτήματος. Όπως δείχνουν τα ερείπια που σώζονται σήμερα, πρόκειται για μικρή τοιχογραφημένη μονόκλιτη εκκλησία που βρισκόταν ανατολικά της Μονής, πολύ κοντά στο εξωτερικό τείχος. Ο ναός που χρησιμοποιείται σήμερα ως καθολικό είναι δίκλιτος και βρίσκεται στη νοτιοανατολική γωνιά του εσωτερικού περιβόλου του κτηριακού συγκροτήματος, όπου είναι ενσωματωμένος. Το ένα κλίτος υπήρχε πολύ πριν από την οικοδόμηση του φρουρίου, όπως φαίνεται από τον τοιχογραφικό του διάκοσμο, γεγονός που επιβεβαιώνει ότι στην ίδια θέση προϋπήρχε μικρός ναός αφιερωμένος στην Παναγία. Γύρω απ' αυτό το κλίτος άρχισε να οικοδομείται το συγκρότημα και η αύξηση των μοναστών επέβαλε την επέκταση του καθολικού. Έτσι οικοδομήθηκε το δεύτερο κλίτος το νότιο, που είναι αφιερωμένο στον Άγιο Ιωάννη τον Θεολόγο. Η πρόσοψη έχει μορφή αετωματική αναγεννησιακού τύπου. Το καθολικό της Μονής είναι κτισμένο στη θέση « Αγιόνερο». Σύμφωνα με την παράδοση, στη θέση του καθολικού προϋπήρχε ναός, τα ερείπια του οποίου διακρίνονται μπροστά από τη μικρή σπηλαιώδη κοιλότητα. Το σπήλαιο βρίσκεται στην ανατολική πλευρά του ναού και σύμφωνα με την παράδοση ο ναός αυτός -κτίσμα ίσως του 10ου αι.- υπήρχε πριν την τοιχογράφηση του βόρειου κλίτους της Μονής (14ο αι.). Το καθολικό, που ανήκει στον αρχιτεκτονικό τύπο της μονόχωρης καμαροσκέπαστης εκκλησίας και βρίσκεται στην νοτιοανατολική γωνιά της ορθογώνιας εσωτερικής αυλής, επεκτάθηκε προς τα ανατολικά με τη διεύρυνση του Ιερού Βήματος και προς τα νότια με την προσθήκη κλίτους ιδίου αρχιτεκτονικού τύπου με το βόρειο. Ο τοιχογραφικός διάκοσμος του καθολικού παρέχει την αρχαιότερη μαρτυρία για το ότι ήταν από παλιά συγκροτημένο μοναστήρι. Σημαντικό είναι επίσης και το τέμπλο του καθολικού, όπου υπάρχουν αξιόλογες βυζαντινές εικόνες. Τα κελλιά κτίστηκαν ενσωματωμένα στο φρούριο για να εξοικονομηθεί χώρος και δίνει την εντύπωση ότι το εξωτερικό τείχος έχει πλάτος πολλών μέτρων.
Η Μονή είχε δύο επάλληλες εισόδους. Περνώντας δηλαδή τη μεγάλη εξωτερική πύλη βρισκόταν στην εξωτερική αυλή. Εκεί υπήρχαν οι χώροι για τις πιο οχυρές δραστηριότητες. Η εξωτερική πύλη ήταν στο βάθος μιας θολωτής στοάς. Η δεύτερη πόρτα βρίσκεται στο κυρίως μοναστηριακό κτήριο και ονομάζεται «πόρτα του τροχού», που ήταν πολύ βαριά και δεν άνοιγε εύκολα. Πήρε την ονομασία της από ένα τροχό που διευκόλυνε τον καλόγηρο που ήταν επιφορτισμένος με το άνοιγμα η το κλείσιμό της. Πάνω ακριβώς από την πύλη υπάρχει η «καταχύτρα» η «τρύπα του φονιά», με την οποία έριχναν στους πειρατές και τούς εισβολείς που προσπαθούσαν να σπάσουν την πόρτα καυτό λάδι ή μολύβι.
Η ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΣΗΜΕΡΑ
Στην είσοδο του Καθολικού βρίσκονται εντοιχισμένες τρεις πλάκες. Η μία, με ανάγλυφη τη μορφή της Υπεραγίας Θεοτόκου, είναι κτιτορική, του μεγάλου Ηγουμένου και δευτέρου Κτίτορος της Μονής, Γαβριήλ Παντόγαλου. Η δεύτερη, μικρή, προέρχεται από το Ναό του Αγίου Κωνσταντίνου Σητείας. Η τρίτη, η μεγάλη και φαιά, ανακαλύφθηκε στη Μονή στις αρχές του αιώνος μας και είναι του 112-111 π.Χ. Διαλαμβάνει την απόφαση της Γερουσίας της Μαγνησίας της Μ. Ασίας, η οποία είχε αναλάβει διαιτητικό ρόλο στη διαμάχη Ιτανίων και Ιεραπυτνύων για ένα ιερό του Διός και για το νησί Λεύκη (σημερινό Κουφονήσι). Η απόφαση δικαίωνε τούς Ιτανίους. Λείπουν οι πρώτες και οι τελευταίες σειρές της αποφάσεως.
Ο προσκυνητής, εκτός από τις σωζόμενες τοιχογραφίες του αριστερού κλίτους κατά την είσοδό του στο Ναό, μπορεί να προσκυνήσει και να θαυμάσει την πολυπρόσωπη και μοναδική εικόνα του σητειακού αγιογράφου Ιωάννου Κορνάρου «Μέας ει Κυριε» (1770) με εξήντα μία παραστάσεις, εμπνευσμένες από την ευχή του Μεγάλου Αγιασμού των Θεοφανείων που αρχίζει με τα λόγια «Μεγας ει Κυριε...» και είναι ποίημα του αγίου Σωφρονίου, Πατριάρχου Ιεροσολύμων. Η εικόνα είναι μία κατά λέξη ζωγραφική απόδοση της ευχής. Άλλες εικόνες σεβάσμιες και αξιόλογες από ιστορικής και καλλιτεχνικής πλευράς, που βρίσκονται στο Ναό και το μουσείο είναι η Παναγία η Αμίαντος (15ος αι), η Παναγία η Αμόλυντος (15ος αι), η Κοίμησις της Θεοτόκου (15ος αι.), Χριστός Παντοκράτωρ (15ος αι.), έργο του Α. Ρίτζου, η εις Άδου κάθοδος (17ος αι), ο Τίμιος Πρόδρόμος με σκηνές του βίου του έργο του Φ. Καβερτζά (17ος αιώνας), το Ρόδον το Αμάραντον, η Κυρία Ακρωτηριανή, η Αγία Αναστασία, ο Άγιος Χαραλάμπης, η Παναγία του πάθους και ο Άγιος Νικόλαος (1642), οι Αγ. Θεόδωροι (1723), οι Τρεις Ιεράρχες (1769), κ.α. Εκτός από τη συλλογή των εικόνων και των κειμηλίων (ιερά σκεύη, άμφια, σταυροί ευλογίας, θυμιατά κ.α.), υπάρχουν πολλά χειρόγραφα, παλαίτυπα λειτουργικά βιβλία, παλαιές σπάνιες εκδόσεις (λεξικό Σουΐδα 1499, κ.α), Πατριαρχικά Συγίλλια, Σουλτανικά Φιρμάνια, σφραγίδες, μοναδική συλλογή χαρακτικών και χαλκογραφιών, επαναστατικά λάβαρα και πολλά άλλα είδη μουσειακής και ιστορικής αξίας, εκτεθειμένα κατάλληλα σε ειδικά διαμορφωμένους χώρους, ενώ ετοιμάζεται μουσείο λαϊκής και παραδοσιακής τέχνης. Σπουδαία είναι επίσης η πλούσια Βιβλιοθήκη της Μονής, η οποία περιλαμβάνει σπάνια βιβλία, ενώ η ανακαινισμένη Τράπεζα κοσμείται από υψηλής τέχνης τοιχογραφίες-νωπογραφίες, που φιλοτέχνησε ο δόκιμος αγιογράφος κ. Εμμανουήλ Μπετεινάκης. Πνευματικός πλούτος και θησαυρός της Μονής είναι τα ιερά λείψανα αγίων, τα οποία φυλάσσονται στο σκευοφυλάκιο. Ανάμεσα τους είναι το χέρι της Αγίας Αναστασίας της Φαρμακολυτρίας, τμήματα αγίων λειψάνων του Αγίου Μεγαλομάρτυρος Χαραλάμπους, του Αγίου Αποστόλου Ιακώβου του Αδελφοθέου, του Αγίου Αβερκίου και άλλων Αγίων.
Αδελφός της Μονής υπήρξε ο Όσιος Ιωσήφ ο Ηγιασμένος ο Σαμμάκος (1440-1511), ο οποίος εμόνασε στο Μονύδριο του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου στον Χάνδακα (σημερινό Ηράκλειο), το οποίο βρισκόταν εκεί που σήμερα βρίσκεται ο Ναός της Αγίας Τριάδος και ήταν Μετόχι της Μονής της Ακρωτηριανής. Το λείψανο του Αγίου Ιωσήφ σώζεται ακέραιο, όπως των Αγίων Σπυρίδωνος, Γερασίμου, Διονυσίου κ.λ.π., διαφυλάσσεται δε στον Ιερό Ναό του Παντοκράτορος του χωριού Γαΐτάνι της Ζακύνθου, όπου μεταφέρθηκε για λόγους ασφαλείας το 1669, που η Κρήτη καταλήφθηκε από τούς Τούρκους. Η μνήμη του εορτάζεται στις 22 Ιανουαρίου.
Η Μονή πανηγυρίζει στις 8 Σεπτεμβρίου (το Γενέσιον της Θεοτόκου) και στις 26 του ίδιου μήνα (εορτή του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου). Λόγω, όμως, και άλλων πανηγύρεων στην Ι. Μητρόπολη Ιεραπύτνης και Σητείας στις 8 Σεπτεμβρίου (Λιθίνες, Εξακουστή), επεκράτησε από αιώνος και πλέον να τελείται η πανήγυρη στις 26 Σεπτεμβρίου. Μετά την αγιοκατάταξη από την Αγία και Ιερά Σύνοδο του Πανσέπτου Οικουμενικού μας Πατριαρχείου στις τάξεις των Νεομαρτύρων των σφαγιασθέντων από τούς Τούρκους στο Ηράκλειο και σ' όλην την Κρήτη κατά το 1821μ.Χ. Επισκόπων και των συν αυτοίς κληρικών, μοναχών και λαϊκών, καθιερώθηκε από το Σεβ. Ποιμενάρχη κ.κ. Ευγένιο να εορτάζεται κατ' έτος της Ιεράς Μονής Τοπλού στις 26 Ιουνίου η μνήμη του Αγίου Ζαχαρίου Επισκόπου Σητείας και των συν αυτώ Αγίων Νεομαρτύρων, ημέρα σφαγής των Πατέρων της Μονής.
|