ΠΑΛΑΙΑ ΔΙΑΘΗΚΗ |
|
ΤΟ ΠΡΩΤΕΥΑΓΓΕΛΙΟ - Ο ΘΕΟΣ ΤΟΥ ΕΛΕΟΥΣ - |
Η αγάπη του Θεού στον αποξενωμένο άνθρωπο
Ο Θεός, βέβαια, δεν έπαψε να αγαπά τον άνθρωπο και μετά την αποξένωση του. Βλέπει το πλάσμα, που δημιούργησε με τόση φροντίδα και αγάπη, να γυμνώνεται από την πρώτη του δόξα, να ταπεινώνεται και να παραδίνεται στη θλίψη και στο θάνατο. Καταλαβαίνει ότι η ανάμνηση της παλιάς του ευτυχίας τον κάνει να αισθάνεται ακόμα πιο αβάσταχτο τον τωρινό του ξεπεσμό. Ξέρει, και του προλέγει, τη δυστυχία, τον πόνο και το μόχθο πού τον περιμένει. Άλλα δε σταματάει εκεί. Μπορεί ο άνθρωπος να αρνήθηκε το Θεό, όμως ο Θεός δεν αρνιέται το πλάσμα Του. Η αγάπη Του βρίσκει τρόπο να μην αφήσει τον άνθρωπο χωρίς ελπίδα. Μέσα στα λόγια του Θεού αχνοφέγγει η μακρινή ελπίδα της λυτρώσεώς του. Η υπόσχεση που δίνει ο Θεός στον άνθρωπο μπορεί να τον στηρίξει στη δυσβάσταχτη σκλαβιά του, ώσπου να έρθει ή ώρα να ελευθερωθεί από τα δεσμά της αμαρτίας.
Το πρωτευαγγέλιο Ο Θεός δεν αφήνει τον άνθρωπο χωρίς ελπίδα
«Τότε είπε ο Κύριος ο Θεός στο φίδι: Γι' αυτό που έκανες, καταραμένο να 'σαι μόνο εσύ απ' όλα τα ζώα της γης! Με την κοιλιά θα σέρνεσαι, και χώμα θα τρως σ' όλη σου τη ζωή. Έχθρα θα βάλω ανάμεσα σ' εσένα και στη γυναίκα, κι ανάμεσα στο σπέρμα σου και στο σπέρμα της. Εκείνος θα σου συντρίψει το κεφάλι κι εσύ θα του πληγώσεις τη φτέρνα» (Γεν. 3. 14-15).
Αυτά τα λόγια που είπε ο Θεός στο διάβολο αυτή την τραγική για τους πρωτόπλαστους στιγμή είναι, σύμφωνα με την εκκλησιαστική μας παράδοση, το πρώτο χαρμόσυνο άγγελμα, το πρώτο Ευαγγέλιο (Πρωτευαγγέλιο) της σωτηρίας του ανθρώπου. Προαναγγέλλει τον ερχομό στον κόσμο του Ιησού Χριστού, που, με την απόλυτη υπακοή στο θέλημα του Θεού Πατέρα Του, τη διδασκαλία, τα θαύματα Του, τα άγια Πάθη Του και την Ανάσταση Του, σύντριψε τη δύναμη του διαβόλου. Το μόνο που μπόρεσε να κάμει ο διάβολος στο Χριστό ήταν να ξεσηκώσει το φθόνο των αρχιερέων και γραμματέων και να πετύχει το σταυρικό Του θάνατο. Αυτό σήμαιναν και τα λόγια του Θεού ότι ο διάβολος θα του πληγώσει τη φτέρνα, δηλαδή θα δείξει όλη του τη μοχθηρία, αλλά δε θα μπορέσει να νικήσει τον αντίπαλο του. Απεναντίας η Ανάστασή του Χριστού είναι η οριστική νίκη κατά του θανάτου (συντριβή του κεφαλιού του φιδιού) και απαρχή της σωτηρίας του ανθρώπου. Έτσι σφοδρή είναι η αγάπη του Θεού για τον άνθρωπο. Τόσο πολύ ταπεινώθηκε για να μας ξαναφέρει αναστημένους κοντά του.
Από τη στιγμή εκείνη αρχίζει και το θεϊκό σχέδιο της σωτηρίας του κόσμου. Από τότε ο Θεός προετοιμάζει όλους τους λαούς, τον καθένα με διαφορετικό τρόπο, για να δεχτούν τη σωτηρία που θα τους πρόσφερε με τον Υιό Του, για να γίνει μια καινούργια ανθρωπότητα με γενάρχη το «νέο Αδάμ», τον Ιησού Χριστό. Αυτό διδάσκει και ο Απόστολος Παύλος: «καθώς εν τω Αδάμ πεθαίνουν όλοι, έτσι και εν τω Χριστώ θα λάβουν ζωή» (Α' Κορ. 15,22). Αυτό είναι το νόημα της σωτηρίας του ανθρώπου: η ζωή. Ο θάνατος, που είχε ακολουθήσει ως συνέπεια της παρακοής του Αδάμ, κατατροπώνεται με την υπακοή του Χριστού. Ο άνθρωπος πού πιστεύει στο Χριστό και υπακούει σ' Αυτόν, ξαναβρίσκει την κοινωνία του με την πηγή της ζωής και αποδιώχνει από πάνω του τη νέκρωση του θανάτου. Έτσι το έργο του διαβόλου, που ήταν να παρασύρει τον άνθρωπο στην αμαρτία και στο θάνατο, αποτυχαίνει. Η εξουσία του εκμηδενίστηκε. Όσο και αν μάχεται ακόμα, ουσιαστικά είναι καταδικασμένος.
Ο άνθρωπος δεν μπορεί να πάψει να 'ναι πλάσμα του Θεού, είτε το αναγνωρίζει και Τον υπακούει, είτε περηφανεύεται και Τον περιφρονεί. Ότι και να κάνει, δεν μπορεί να σβήσει τη θεϊκή του καταγωγή και η νοσταλγία της υπέροχης σχέσης του με τον αληθινό Θεό, διατηρείται βαθιά στην καρδιά του. Υπάρχει βαθιά χαραγμένη μέσα του η μνήμη της χαράς του Παραδείσου, που με τίποτα δεν μπορεί να συγκριθεί. Η πιο δυνατή και αληθινή του επιθυμία είναι να ξανακερδίσει αυτή την ευτυχία. Ποθεί τη λύτρωση και την αναζητεί, μάταια σε θεούς και υποκατάστατα που ο ίδιος επινοεί και κατασκευάζει. Οι μύθοι των λαών και οι παραδόσεις, περιγράφοντας την ανθρώπινη δυστυχία, μιλούν για τον ερχομό κάποιου λυτρωτή.
|