ΠΑΛΑΙΑ ΔΙΑΘΗΚΗ

 

ΣΟΦΙΑ ΣΟΛΟΜΩΝΤΟΣ- ΚΕΦ. 1-9

 

 

Η ΣΟΦΙΑ ΚΑΙ ΟΙ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΤΗΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΝΘΡΩΠΟ

Η ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΗΣ ΣΟΦΙΑΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΣΟΛΟΜΩΝΤΑ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1- Η ΣΟΦΙΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΟΔΗΓΕΙ ΣΤΗ ΖΩΗ

                                    Η σοφία του Θεού οδηγεί στη ζωή

Σοφ. Σολ. 1,1       Ἀγαπήσατε δικαιοσύνην, οἱ κρίνοντες τὴν γῆν, φρονήσατε περὶ τοῦ Κυρίου ἐν ἀγαθότητι, καὶ ἐν ἁπλότητι καρδίας ζητήσατε αὐτόν·

Σοφ. Σολ. 1,1            Σεις οι άρχοντες και κριταί των λαών της γης αγαπήσατε την δικαιοσύνην, υπό την στενήν και την ευρείαν σημασίαν της λέξεως. Σκεφθήτε ορθά περί του Κυρίου, με ειλικρινή και αγαθήν διάθεσίν· με απλότητα και άδολον καρδίαν αναζητήσατε αυτόν.

Σοφ. Σολ. 1,2       ὅτι εὑρίσκεται τοῖς μὴ πειράζουσιν αὐτόν, ἐμφανίζεται δὲ τοῖς μὴ ἀπιστοῦσιν αὐτῷ.

Σοφ. Σολ. 1,2           Διότι ο Κυριος ευρίσκεται εν μέσω των ανθρώπων, που δεν ανθίστανται στο θέλημά του. Εμφανίζεται εις εκείνους, οι οποίοι δεν απιστούν προς αυτόν.

Σοφ. Σολ. 1,3       σκολιοὶ γὰρ λογισμοὶ χωρίζουσιν ἀπὸ Θεοῦ, δοκιμαζομένη τε ἡ δύναμις ἐλέγχει τοὺς ἄφρονας.

Σοφ. Σολ. 1,3            Διότι τα διεστραμμένα φρονήματα και συναισθήματα της καρδίας χωρίζουν τους ανθρώπους από τον Θεόν. Και η καταφρονουμένη θεία του δύναμις τιμωρεί στον κατάλληλον καιρόν τους άφρονας καταφρονητάς της.

Σοφ. Σολ. 1,4       ὅτι εἰς κακότεχνον ψυχὴν οὐκ εἰσελεύσεται σοφία, οὐδὲ κατοικήσει ἐν σώματι κατάχρεῳ ἁμαρτίας·

Σοφ. Σολ. 1,4           Εις κακότροπον ψυχήν, που μηχανεύεται πάντοτε το πονηρόν, δεν θα εισέλθη η σοφία του Θεού και εις σώμα καταχρεωμένον με τας πολλάς αμαρτίας δεν θα κατοικήση η θεία σοφία.

Σοφ. Σολ. 1,5       ἅγιον γὰρ πνεῦμα παιδείας φεύξεται δόλον καὶ ἀπαναστήσεται ἀπὸ λογισμῶν ἀσυνέτων καὶ ἐλεγχθήσεται ἐπελθούσης ἀδικίας.

Σοφ. Σολ. 1,5            Διότι το Αγιον Πνεύμα, το οποίον παιδαγωγεί και μορφώνει τους ανθρώπους, αποφεύγει τας δολίας ψυχάς, φεύγει και ίσταται μακράν από ασυνέτους ανθρώπους, που σκέπτονται το πονηρόν και οι οποίοι θα τιμωρηθούν, όταν έλθη η ώρα να κριθούν αι αδικίαι των.

Σοφ. Σολ. 1,6       φιλάνθρωπον γὰρ πνεῦμα σοφία καὶ οὐκ ἀθῳώσει βλάσφημον ἀπὸ χειλέων αὐτοῦ· ὅτι τῶν νεφρῶν αὐτοῦ μάρτυς ὁ Θεὸς καὶ τῆς καρδίας αὐτοῦ ἐπίσκοπος ἀληθὴς καὶ τῆς γλώσσης ἀκουστής·

Σοφ. Σολ. 1,6           Η θεία σοφία είναι πνεύμα πλήρες αγάπης προς τους ανθρώπους· αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι θα αφήση ατιμώρητον και θα αναγνωρίση ως αθώον τον βλάσφημον, ο οποίος με τα λόγια του κατεφέρετο κατά του Θεού. Διότι ο Θεός είναι ο ακριβής μάρτυς των συναισθημάτων του, ο παρατηρητής των σκέψεων του πονηρού ανθρώπου, και ακούει τα λόγια, που βγαίνουν από την γλώσσαν του.

Σοφ. Σολ. 1,7       ὅτι πνεῦμα Κυρίου πεπλήρωκε τὴν οἰκουμένην, καὶ τὸ συνέχον τὰ πάντα γνῶσιν ἔχει φωνῆς.

Σοφ. Σολ. 1,7            Τα πάντα βλέπει ο Θεός, διότι το Πνεύμα του Κυρίου πληροί με την θείαν παρουσίαν του όλην την οικουμένην. Συγκρατεί και κυβερνά τα σύμπαντα και γνωρίζει όλα, όσα λέγονται από τους ανθρώπους.

Σοφ. Σολ. 1,8       διὰ τοῦτο φθεγγόμενος ἄδικα οὐδεὶς μὴ λάθῃ, οὐδὲ μὴ παροδεύσῃ αὐτὸν ἐλέγχουσα ἡ δίκη.

Σοφ. Σολ. 1,8           Δια τούτο και κανείς από εκείνους, που ομλούν και πράττουν άδικα, δεν θα διαφύγη την προσοχήν και την γνώσιν του Κυρίου. Αυτόν δεν θα τον προσπεράση ατιμώρητον η τα πάντα ελέγχουσα και το δίκαιον αποδίδουσα θεία δίκη.

Σοφ. Σολ. 1,9       ἐν γὰρ διαβουλίοις ἀσεβοῦς ἐξέτασις ἔσται, λόγων δὲ αὐτοῦ ἀκοὴ πρὸς Κύριον ἥξει εἰς ἔλεγχον ἀνομημάτων αὐτοῦ·

Σοφ. Σολ. 1,9           Διότι και αυτά τα πλέον μυστικά και απόκρυφα διαβούλια των ασεβών ανθρώπων θα εξετασθούν και θα κριθούν. Και όσα αυτοί οι ασεβείς εκστομίζουν, φθάνουν προς τον Κυριον, δια να υποβληθούν εις ελέγχον και τιμωρηθούν αι παρανομίαι των.

Σοφ. Σολ. 1,10     ὅτι οὖς ζηλώσεως ἀκροᾶται τὰ πάντα, καὶ θροῦς γογγυσμῶν οὐκ ἀποκρύπτεται.

Σοφ. Σολ. 1,10          Διότι το προσεκτικόν και ζηλοτύπως παρακολουθούν τα πάντα αυτί του Θεού ακούει τας ασεβείας των. Δεν μένει εις αυτό άγνωστος και κρύφος ούτε ο ελαφρότερος ψίθυρος γογγυσμού εναντίον του.

Σοφ. Σολ. 1,11     φυλάξασθε τοίνυν γογγυσμὸν ἀνωφελῆ καὶ ἀπὸ καταλαλιᾶς φείσασθε γλώσσης· ὅτι φθέγμα λαθραῖον κενὸν οὐ πορεύσεται, στόμα δὲ καταψευδόμενον ἀναιρεῖ ψυχήν.

Σοφ. Σολ. 1,11          Αποφύγετε, λοιπόν, κάθε ασεβή γογγυσμόν κατά του Θεού και φυλάξατε την γλώσσαν σας από την κατάκρισιν εναντίον των ενεργειών του Θεού. Διότι και πλέον απόκρυφος φράσις δεν θα πέση στο κενόν, χωρίς να επισύρη την δικαίαν τιμωρίαν. Στόμα δέ, που εκτοξεύει ψεύδη κατά του Θεού, θα επιφέρη θάνατον εις την ψυχήν.

Σοφ. Σολ. 1,12     μὴ ζηλοῦτε θάνατον ἐν πλάνῃ ζωῆς ὑμῶν, μηδὲ ἐπισπᾶσθε ὄλεθρον ἔργοις χειρῶν ὑμῶν·

Σοφ. Σολ. 1,12          Μη, πλανώμενοι εις την καθημερινήν πορείαν της ζωής σας, ελκύετε ακαίρως επάνω σας τον θάνατον. Μη με τα πονηρά έργα των χειρών σας σύρετε επάνω σας την καταστροφήν.

Σοφ. Σολ. 1,13     ὅτι ὁ Θεὸς θάνατον οὐκ ἐποίησεν, οὐδὲ τέρπεται ἐπ᾿ ἀπωλείᾳ ζώντων.

Σοφ. Σολ. 1,13          Διότι δεν είναι ο Θεός, που έκαμε τον θάνατον, ούτε και ευχαριστείται δια τον όλεθρον των ανθρώπων.

Σοφ. Σολ. 1,14     ἔκτισε γὰρ εἰς τὸ εἶναι τὰ πάντα, καὶ σωτήριοι αἱ γενέσεις τοῦ κόσμου, καὶ οὐκ ἔστιν ἐν αὐταῖς φάρμακον ὀλέθρου οὔτε ᾅδου βασίλειον ἐπὶ γῆς.

Σοφ. Σολ. 1,14          Αυτός εδημιούργησε τα πάντα, δια να υπάρχουν. Απ' αρχής έκτισε τα σύμπαντα, δια να ζουν και να διασώζωνται από κάθε καταστροφήν. Δεν υπήρχεν εις αυτά το δηλητήριον του ολέθρου και της καταστροφής· ούτε το βασίλειον του άδου είχεν ενθρονισθή επί της γης·

Σοφ. Σολ. 1,15     δικαιοσύνη γὰρ ἀθάνατός ἐστιν.

Σοφ. Σολ. 1,15          διότι η δικαιοσύνη, η αρετή, μένει αθάνατος.

Σοφ. Σολ. 1,16     Ἀσεβεῖς δὲ ταῖς χερσὶ καὶ τοῖς λόγοις προσεκαλέσαντο αὐτόν, φίλον ἡγησάμενοι αὐτὸν ἐτάκησαν καὶ συνθήκην ἔθεντο πρὸς αὐτόν, ὅτι ἄξιοί εἰσι τῆς ἐκείνου μερίδος εἶναι.

Σοφ. Σολ. 1,16          Αλλά οι ασεβείς με τα ίδια των τα χέρια και με τα λόγια των επέσυραν εναντίον των τον θάνατον. Τον εθεώρησαν φίλον των και έλυωσαν κάτω από το βάρος της αμαρτίας. Συνήψαν συνθήκην με αυτόν και υπεδουλώθησαν. Ετσι εδείχθησαν, ότι είναι άξια θύματα και κτήματα του θανάτου.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2- Η ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΤΥΦΛΩΣΗ ΟΔΗΓΕΙ ΣΤΟ ΘΑΝΑΤΟ

                                    Η πνευματική τύφλωση οδηγεί στο θάνατο

Σοφ. Σολ. 2,1       Εἶπον γὰρ ἐν ἑαυτοῖς λογισάμενοι οὐκ ὀρθῶς· ὀλίγος ἐστὶ καὶ λυπηρὸς ὁ βίος ἡμῶν, καὶ οὐκ ἔστιν ἴασις ἐν τελευτῇ ἀνθρώπου, καὶ οὐκ ἐγνώσθη ὁ ἀναλύσας ἐξ ᾅδου.

Σοφ. Σολ. 2,1           Οι ασεβείς, εσφαλμένως εσκέφθησαν και είπαν από μέσα των· “βραχεία, γεμάτη λύπες και κόπους είναι η ζωή μας. Δεν υπάρχει δε ελπίς, ότι θα ζήσωμεν πέραν από τον τάφον. Αλλωστε κανείς δεν επανήλθεν από τον άδην, δια να γνωστοποίηση εις ημάς τα εκεί.

Σοφ. Σολ. 2,2       ὅτι αὐτοσχεδίως ἐγεννήθημεν, καὶ μετὰ τοῦτο ἐσόμεθα ὡς οὐχ ὑπάρξαντες· ὅτι καπνὸς ἡ πνοὴ ἐν ῥισὶν ἡμῶν, καὶ ὁ λόγος σπινθὴρ ἐν κινήσει καρδίας ἡμῶν,

Σοφ. Σολ. 2,2           Αυτομάτως και τυχαίως εγεννήθημεν στον κόσμον. Μετά δε τον θάνατον θα επανέλθωμεν εις τέτοιαν κατάστασιν, ως εάν ποτέ δεν υπήρξαμεν. Καπνός, που διαλύεται, είναι η πνοή των ρωθώνων μας· ο δε λόγος μας σαν σπινθήρ, ο οποίος προέρχεται από τας επιθυμίας και τας κινήσεις της καρδίας μας

Σοφ. Σολ. 2,3       οὗ σβεσθέντος τέφρα ἀποβήσεται τὸ σῶμα καὶ τὸ πνεῦμα διαχυθήσεται ὡς χαῦνος ἀήρ.

Σοφ. Σολ. 2,3           Οταν δε ο λόγος μας σβήση και λήξη η ζωή μας, το σώμα μας θα γίνη στάκτη. Και αυτό, που λέγομεν πνεύμα, θα διαλυθή ωσάν κούφιος άνεμος.

Σοφ. Σολ. 2,4       καὶ τὸ ὄνομα ἡμῶν ἐπιλησθήσεται ἐν χρόνῳ, καὶ οὐθεὶς μνημονεύσει τῶν ἔργων ἡμῶν· καὶ παρελεύσεται ὁ βίος ἡμῶν ὡς ἴχνη νεφέλης καὶ ὡς ὁμίχλη διασκεδασθήσεται διωχθεῖσα ὑπὸ ἀκτίνων ἡλίου καὶ ὑπὸ θερμότητος αὐτοῦ βαρυνθεῖσα.

Σοφ. Σολ. 2,4           Το όνομα μας, καθώς θα παρέρχεται ο χρόνος, θα λησμονηθή και κανείς δεν θα ενθυμήται τα έργα μας. Η ζωη μας θα περάση σαν το σύννεφο, που δεν αφήνει ίχνη, σαν την ομίχλην που διασκορπίζεται, διωκομένη από τας αχτίνας του ηλίου και διαλυομένη από την θερμότητα αυτού.

Σοφ. Σολ. 2,5       σκιᾶς γὰρ πάροδος ὁ βίος ἡμῶν, καὶ οὐκ ἔστιν ἀναποδισμὸς τῆς τελευτῆς ἡμῶν, ὅτι κατεσφραγίσθη, καὶ οὐδείς ἀναστρέφει.

Σοφ. Σολ. 2,5           Σαν σκια περνά ο βίος μας και καμμία επιστροφή δεν υπάρχει από τον θάνατον, διότι η ζωή ετερματίσθη και εσφραγίσθη οριστικώς, και κανείς δεν επιστρέφει έπειτα από τον θάνατον εις αυτήν.

Σοφ. Σολ. 2,6       δεῦτε οὖν καὶ ἀπολαύσωμεν τῶν ὄντων ἀγαθῶν καὶ χρησώμεθα τῇ κτίσει ὡς ἐν νεότητι σπουδαίως.

Σοφ. Σολ. 2,6           Εμπρός, λοιπόν, ας απολαύσωμεν τα αγαθά, που υπάρχουν γύρω μας, όσον ημπορούμεν περισσότερον, και σαν με νεανικήν ορμήν ας χαρώμεν τον κόσμον.

Σοφ. Σολ. 2,7       οἴνου πολυτελοῦς καὶ μύρων πλησθῶμεν, καὶ μὴ παροδευσάτω ἡμᾶς ἄνθος ἀέρος.

Σοφ. Σολ. 2,7           Ας μεθύσωμεν από τον πλέον ακριβόν οίνον, ας λουσθώμεν με αρώματα και ας μη αφήσωμεν να περάση, χωρίς να το απολαύσωμεν, κανένα από τα άνθη της ανοίξεως.

Σοφ. Σολ. 2,8       στεψώμεθα ῥόδων κάλυξι πρὶν ἢ μαρανθῆναι.

Σοφ. Σολ. 2,8           Ας στεφανώσωμεν το κεφάλι μας με τριαντάφυλλα πριν η αυτά μαρανθούν.

Σοφ. Σολ. 2,9       μηδεὶς ἡμῶν ἄμοιρος ἔστω τῆς ἡμετέρας ἀγερωγίας, πανταχῆ καταλίπωμεν σύμβολα τῆς εὐφροσύνης, ὅτι αὕτη ἡ μερὶς ἡμῶν καὶ ὁ κλῆρος οὗτος.

Σοφ. Σολ. 2,9           Κανείς από ημάς ας μη μείνη αμέτοχος από τας μεγαλοπρεπείς απολαύσεις μας. Πανταχού δε ας αφήσωμεν τα ίχνη των διασκεδάσεων, διότι αυτή η ευφροσύνη και διασκέδασίς μας είναι το μερίδιόν μας και η κληρονομία μας επάνω εις την γην.

Σοφ. Σολ. 2,10     καταδυναστεύσωμεν πένητα δίκαιον, μὴ φεισώμεθα χήρας, μηδὲ πρεσβύτου ἐντραπῶμεν πολιὰς πολυχρονίους.

Σοφ. Σολ. 2,10         Ας καταπιέσωμεν και ας εκμεταλλευθώμεν τον πτωχόν δίκαιον. Ας μη λυπηθώμεν την αδύνατη χήρα, ας μη εντραπώμεν τα πολυχρόνια άσπρα μαλλιά του γέροντος.

Σοφ. Σολ. 2,11     ἔστω δὲ ἡμῶν ἡ ἰσχὺς νόμος τῆς δικαιοσύνης, τὸ γὰρ ἀσθενὲς ἄχρηστον ἐλέγχεται.

Σοφ. Σολ. 2,11          Η δύναμίς μας ας είναι δι' ημάς ο νόμος της δικαιοσύνης μας, διότι η αδυναμία αποδεικνύεται επάνω εις τα πράγματα άχρηστος και επιβλαβής.

Σοφ. Σολ. 2,12     ἐνεδρεύσωμεν δὲ τὸν δίκαιον, ὅτι δύσχρηστος ἡμῖν ἐστι καὶ ἐναντιοῦται τοῖς ἔργοις ἡμῶν καὶ ὀνειδίζει ἡμῖν ἁμαρτήματα νόμου καὶ ἐπιφημίζει ἡμῖν ἁμαρτήματα παιδείας ἡμῶν·

Σοφ. Σολ. 2,12         Ας στήσωμεν ενέδρας και παγίδας, δια να συλλάβωμεν τον δίκαιον, διότι δεν ημπορούμεν να τον χρησιμοποιήσωμεν, όπως θέλομεν. Εναντιώνεται εις τα έργα μας, μας κατακρίνει με δριμύτητα ως παραβάτας του θείου νόμου. Μας δυσφημίζει χαρακτηρίζων ως εσφαλμένην την αγωγήν μας και την νοοτροπίαν μας.

Σοφ. Σολ. 2,13     ἐπαγγέλλεται γνῶσιν ἔχειν Θεοῦ καὶ παῖδα Κυρίου ἑαυτὸν ὀνομάζει·

Σοφ. Σολ. 2,13         Αυτοπροβάλλεται, ως εάν αυτός και μόνος έχη γνώσιν του Θεού και του θείου θελήματος, και ονομάζει τον εαυτόν του τέκνον και δούλον του Κυρίου.

Σοφ. Σολ. 2,14     ἐγένετο ἡμῖν εἰς ἔλεγχον ἐννοιῶν ἡμῶν· βαρύς ἐστιν ἡμῖν καὒ βλεπόμενος,

Σοφ. Σολ. 2,14         Εχει γίνει καθημερινός έλεγχός μας, της νοοτροπίας και της συμπεριφοράς μας. Είναι βαρύς και ανυπόφορος και που τον βλέπομεν μόνον.

Σοφ. Σολ. 2,15     ὅτι ἀνόμοιος τοῖς ἄλλοις ὁ βίος αὐτοῦ, καὶ ἐξηλλαγμέναι αἱ τρίβοι αὐτοῦ·

Σοφ. Σολ. 2,15         Διότι η ζωή του δεν είναι ομοία με την ζωήν των άλλων ανθρώπων. Διαφορετικοί οι δρόμοι και οι τρόποι του βίου του.

Σοφ. Σολ. 2,16     εἰς κίβδηλον ἐλογίσθημεν αὐτῷ, καὶ ἀπέχεται τῶν ὁδῶν ἡμῶν ὡς ἀπὸ ἀκαθαρσιῶν· μακαρίζει ἔσχατα δικαίων καὶ ἀλαζονεύεται πατέρα Θεόν.

Σοφ. Σολ. 2,16         Εχομεν θεωρηθή από αυτόν ως κίβδηλα νομίσματα και απομακρύνεται από τους δρόμους της ζωής μας, σαν από ακαθαρσίας. Θεωρεί μακαρίαν την ζωήν και την τελευτήν των δικαίων ανθρώπων και αλαζονεύεται λέγων, ότι έχει πατέρα τον Θεόν.

Σοφ. Σολ. 2,17     ἴδωμεν εἰ οἱ λόγοι αὐτοῦ ἀληθεῖς, καὶ πειράσωμεν τὰ ἐν ἐκβάσει αὐτοῦ·

Σοφ. Σολ. 2,17         Λοιπόν, ας τον υποβάλωμεν εις δοκιμασίας και ας ίδωμεν, εάν αι διακηρύξστου αυταί εκφράζουν τας αληθινάς πεποιθήσστου. Ας θέσωμεν εις δοκιμασίαν μέχρι και θανάτου την ζωήν του.

Σοφ. Σολ. 2,18     εἰ γάρ ἐστιν ὁ δίκαιος υἱὸς Θεοῦ, ἀντιλήψεται αὐτοῦ καὶ ῥύσεται αὐτὸν ἐκ χειρὸς ἀνθεστηκότων.

Σοφ. Σολ. 2,18         Διότι, εάν ο δίκαιος αυτός είναι, όπως ισχυρίζεται, υιός του Θεού, τότε ο Κυριος θα τον προστατεύση και θα τον γλυτώση από τα χέρια των θανασίμων εχθρών του.

Σοφ. Σολ. 2,19     ὕβρει καὶ βασάνῳ ἐτάσωμεν αὐτόν, ἵνα γνῶμεν τὴν ἐπικείκειαν αὐτοῦ καὶ δοκιμάσωμεν τὴν ἀνεξικακίαν αὐτοῦ·

Σοφ. Σολ. 2,19         Θα τον υβρίσωμεν, θα τον εξευτελίσωμεν, θα τον υποβάλωμεν εις βασανισμούς, δια να ίδωμεν την ηρεμίαν και μακροθυμίαν του, δια να ελέγξωμεν την ανεξικακίαν του.

Σοφ. Σολ. 2,20     θανάτῳ ἀσχήμονι καταδικάσωμεν αὐτόν, ἔσται γὰρ αὐτοῦ ἐπισκοπὴ ἐκ λόγων αὐτοῦ.

Σοφ. Σολ. 2,20        Ας τον καταδικάσωμεν και ας τον εκτελέσωμεν με σκληρόν και εξευτελιστικόν θάνατον και τότε θα ίδωμεν, αν πράγματι θα τον επισκεφθή και θα τον προστατεύση ο Θεός, όπως αυτός ισχυρίζεται”.

Σοφ. Σολ. 2,21     Ταῦτα ἐλογίσαντο, καὶ ἐπλανήθησαν· ἀπετύφλωσε γὰρ αὐτοὺς ἡ κακία αὐτῶν,

Σοφ. Σολ. 2,21         Αυτά τα πονηρά εσκέφθησαν οι ασεβείς και επλανήθησαν, διότι τους έχει τυφλώσει πλέον εξ ολοκλήρου η κακία των.

Σοφ. Σολ. 2,22     καὶ οὐκ ἔγνωσαν μυστήρια Θεοῦ, οὐδὲ μισθὸν ἤλπισαν ὁσιότητος, οὐδὲ ἔκριναν γέρας ψυχῶν ἀμώμων.

Σοφ. Σολ. 2,22        Δεν εγνώρισαν τα μυστήρια του Θεού, την δικαιοσύνην και την πρόνοιάν του, δεν επίστευσαν εις την δικαίαν ανταμοιβήν, που περιμένει τους οσίους. Δεν είχαν φωτισμένην την κρίσιν, δια να εννοήσουν τα βραβεία του Θεού εις τας ψυχάς των δικαίων.

Σοφ. Σολ. 2,23     ὅτι ὁ Θεὸς ἔκτισε τὸν ἄνθρωπον ἐπ᾿ ἀφθαρσίᾳ καὶ εἰκόνα τῆς ἰδίας ἰδιότητος ἐποίησεν αὐτόν·

Σοφ. Σολ. 2,23        Ο Θεός εδημιούργησε τον άνθρωπον άφθαρτον και αθάνατον. Τον έπλασε σύμφωνα με την ιδικήν του εικόνα.

Σοφ. Σολ. 2,24     φθόνῳ δέ διαβόλου θάνατος εἰσῆλθεν εἰς τόν κόσμον,

Σοφ. Σολ. 2,24        Αλλά εξ αιτίας του φθόνου του διαβόλου εισήλθε και εκυριάρχησεν ο θάνατος στον κόσμον.

Σοφ. Σολ. 2,25     πειράζουσι δὲ αὐτὸν οἱ τῆς ἐκείνου μερίδος ὄντες.

Σοφ. Σολ. 2,25        Και οι ασεβείς, οι οποίοι ανήκουν εις την παράταξιν του διαβόλου, πειράζουν σήμερον και θέτουν υπό δοκιμασίαν τον δίκαιον.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3- Ο ΘΕΟΣ ΕΙΝΑΙ Η ΕΛΠΙΔΑ ΤΩΝ ΕΥΣΕΒΩΝ  

ΝΕΑ ΘΕΩΡΗΣΗ ΤΗΣ ΑΤΕΚΝΙΑΣ

                                     Ο Θεός ελπίδα των ευσεβών

Σοφ. Σολ. 3,1       Δικαίων δὲ ψυχαὶ ἐν χειρὶ Θεοῦ, καὶ οὐ μὴ ἅψηται αὐτῶν βάσανος.

Σοφ. Σολ. 3,1            Η ζωή όμως των δικαίων ευρίσκεται κάτω από το παντοδύναμον προστατευτικόν χέρι του Θεού, και καμμιά θλίψις και βάσανος δεν θα τους εγγίση, χωρίς ο Θεός να το επιτρέψη.

Σοφ. Σολ. 3,2       ἔδοξαν ἐν ὀφθαλμοῖς ἀφρόνων τεθνάναι, καὶ ἐλογίσθη κάκωσις ἡ ἔξοδος αὐτῶν

Σοφ. Σολ. 3,2           Εις τα μάτια των αφρόνων ο θάνατός των εθεωρήθη ως αφανισμός και μηδένισις και η έξοδός των από τον κόσμον αυτόν ως οδύνη και τιμωρία·

Σοφ. Σολ. 3,3       καί ἡ ἀφ᾿ ἡμῶν πορεία σύντριμμα, οἱ δέ εἰσιν ἐν εἰρήνῃ.

Σοφ. Σολ. 3,3           η αναχώρησίς των από την ζωήν αυτήν ως όλεθρος και απώλεια. Εκείνοι όμως υπάρχουν και ζουν εν ειρήνη.

Σοφ. Σολ. 3,4       καὶ γὰρ ἐν ὄψει ἀνθρώπων ἐὰν καλασθῶσιν, ἡ ἐλπὶς αὐτῶν ἀθανασίας πλήρης·

Σοφ. Σολ. 3,4           Διότι και εάν ακόμη εις τα μάτια των ανθρώπων και εκ μέρους των ανθρώπων πάσχουν και θλίβωνται, έχουν αυτοί σταθεράν και ακλόνητον την πεποίθησίν των εις την αθάνατον και μακαρίαν ζωήν.

Σοφ. Σολ. 3,5       καὶ ὀλίγα παιδευθέντες μεγάλα εὐεργετηθήσονται, ὅτι ὁ Θεὸς ἐπείρασεν αὐτοὺς καὶ εὗρεν αὐτοὺς ἀξίους ἑαυτοῦ·

Σοφ. Σολ. 3,5           Και εάν ολίγον ταλαιπωρηθούν και βασανισθούν εις την παρούσαν ζωήν, θα λάβουν μεγάλας αμοιβάς και βραβεία εις την αιωνιότητα. Διότι ο ίδιος ο Κυριος έθεσεν αυτούς υπό δοκιμασίαν δια των θλίψεων και τους εύρεν αξίους να βραβευθούν και να αμειφθούν από αυτόν.

Σοφ. Σολ. 3,6       ὡς χρυσὸν ἐν χωνευτηρίῳ ἐδοκίμασεν αὐτοὺς καὶ ὡς ὁλοκάρπωμα θυσίας προσεδέξατο αὐτούς.

Σοφ. Σολ. 3,6           Τους εδοκίμασεν, όπως ο χρυσοχόος δοκιμάζει και καθαρίζει τον χρυσόν δια του πυρός, και τους εδέχθη ευαρέστως, όπως δέχεται τα προσφερόμενα ολοκαυτώματα των θυσιών.

Σοφ. Σολ. 3,7       καὶ ἐν καιρῷ ἐπισκοπῆς αὐτῶν ἀναλάμψουσι καὶ ὡς σπινθῆρες ἐν καλάμῃ διαδραμοῦνται·

Σοφ. Σολ. 3,7           Αυτοί, όταν ο παντοδύναμος και πανάγαθος Κυριος τους επισκεφθή, θα λάμψουν και σαν σπινθήρες εις τις καλαμιές θα διατρέχουν λαμπρά τας κοινωνίας των ανθρώπων.

Σοφ. Σολ. 3,8       κρινοῦσιν ἔθνη καὶ κρατήσουσι λαῶν, καὶ βασιλεύσει αὐτῶν Κύριος εἰς τοὺς αἰῶνας.

Σοφ. Σολ. 3,8           Αυτοί θα αναδειχθούν κριταί και δικασταί των ασεβών ανθρώπων. Θα κυριαρχήσουν επάνω στους λαούς, διότι ο Κυριος θα είναι βασιλεύς των στους αιώνας των αιώνων.

Σοφ. Σολ. 3,9       οἱ πεποιθότες ἐπ᾿ αὐτῷ συνήσουσιν ἀλήθειαν, καὶ οἱ πιστοὶ ἐν ἀγάπῃ προσμενοῦσιν αὐτῷ, ὅτι χάρις καὶ ἔλεος ἐν τοῖς ὁσίοις αὐτοῦ, καὶ ἐπισκοπὴ ἐν τοῖς ἐκλεκτοῖς αὐτοῦ.

Σοφ. Σολ. 3,9           Οσοι έχουν στηριγμένην ακλόνητον την πεποίθησίν των στον Θεόν, θα γνωρίσουν και θα κατανοήσουν την αλήθειαν· και οι πιστοί με αγάπην θα υπομένουν τας δοκιμασίας και θα παραμένουν πλησίον του Θεού, διότι η θεία χάρις και το έλεος δίδονται στους οσίους του Θεού και η στοργική του εποπτεία και προστασία στους εκλεκτούς του.

Σοφ. Σολ. 3,10     Οἱ δὲ ἀσεβεῖς καθὰ ἐλογίσαντο ἕξουσιν ἐπιτιμίαν, οἱ ἀμελήσαντες τοῦ δικαίου καὶ τοῦ Κυρίου ἀποστάντες.

Σοφ. Σολ. 3,10         Οι δε ασεβείς, σύμφωνα με τας αμαρτωλάς αυτών επιθυμίας και σκέψεις και πράξεις, θα πάρουν την δικαίαν τιμωρίαν· αυτοί, που κατεφρόνησαν τον δίκαιον και απεμακρύνθησαν από τον Θεόν.

Σοφ. Σολ. 3,11     σοφίαν γὰρ καὶ παιδείαν ὁ ἐξουθενῶν ταλαίπωρος, καὶ κενὴ ἡ ἐλπὶς αὐτῶν, καὶ οἱ κόποι ἀνόνητοι καὶ ἄχρηστα τὰ ἔργα αὐτῶν·

Σοφ. Σολ. 3,11          Διότι εκείνος, που εξουθενώνει και καταφρονεί την θείαν σοφίαν και παιδαγωγίαν, είναι ταλαίπωρος και δυστυχής. Η ελπίδα των προς μίαν άνετον και χαρμόσυνον ζωήν είναι κούφια και ανόητος. Οι κόποι των ανωφελείς, τα έργα των άχρηστα.

Σοφ. Σολ. 3,12     αἱ γυναῖκες αὐτῶν ἄφρονες, καί πονηρὰ τὰ τέκνα αὐτῶν, ἐπικατάρατος ἡ γένεσις αὐτῶν.

Σοφ. Σολ. 3,12         Αι γυναίκες των άμυαλοι και ασύνετοι, όπως αυτοί, και τα τέκνα των ασεβή και αμαρτωλά· κατηραμένοι θα είναι και οι απόγονοί των.

 

                                   Νέα θεώρηση της ατεκνίας

Σοφ. Σολ. 3,13     ὅτι μακαρία στεῖρα ἡ ἀμίαντος, ἥτις οὐκ ἔγνω κοίτην ἐν παραπτώματι, ἕξει καρπόν ἐν ἐπισκοπῇ ψυχῶν,

Σοφ. Σολ. 3,13         Εξ αντιθέτου είναι μακαρία η ενάρετος εκείνη γυναίκα, η οποία, έστω και αν έμεινε στείρα, δεν εμολύνθη από άλλον άνδρα. Δεν εγνώρισεν άλλον άνδρα εις την κλίνην της, ώστε να παρασυρθή εις την αμαρτίαν. Αυτή, ως καρπόν της αρετής της, θα έχη την αμοιβήν της, όταν ο Κυριος εν τη αγαθότητί του επισκεφθή την ζωήν των δικαίων.

Σοφ. Σολ. 3,14     καὶ εὐνοῦχος ὁ μὴ ἐργασάμενος ἐν χειρὶ ἀνόμημα, μηδὲ ἐνθυμηθεὶς κατὰ τοῦ Κυρίου πονηρά, δοθήσεται γὰρ αὐτῷ τῆς πίστεως χάρις ἐκλεκτὴ καὶ κλῆρος ἐν ναῷ Κυρίου θυμηρέστερος.

Σοφ. Σολ. 3,14         Και αυτός ακόμη ο ευνούχος, ο οποίος όμως δεν διέπραξε παρανομίαν τινά με το χέρι του, ούτε εσκέφθη κάτι το πονηρόν εναντίον του Κυρίου, θα βραβευθή δια την αξιοπιστίαν του, διότι θα δοθή εις αυτόν εκλεκτή δωρεά, τιμητική και ευχάριστος θέσις στον ναόν του Κυρίου.

Σοφ. Σολ. 3,15     ἀγαθῶν γὰρ πόνων καρπὸς εὐκλεής, καὶ ἀδιάπτωτος ἡ ῥίζα τῆς φρονήσεως.

Σοφ. Σολ. 3,15         Διότι ένδοξος καρπός προέρχεται πάντοτε από τους καλούς και σύμφωνα προς το θέλημα του Θεού κόπους. Ζωντανή δε και συνεχώς καρποφόρος παραμένει η ρίζα της ορθοφροσύνης και συνέσεως.

Σοφ. Σολ. 3,16     τέκνα δὲ μοιχῶν ἀτέλεστα ἔσται, καὶ ἐκ παρανόμου κοίτης σπέρμα ἀφανισθήσεται.

Σοφ. Σολ. 3,16         Εξ αντιθέτου τα τέκνα των μοιχών ποτέ δεν θα προοδεύσουν. Παιδιά παρανόμου κλίνης σύντομα θα εξολοθρευθούν.

Σοφ. Σολ. 3,17     ἐάν τε γὰρ μακρόβιοι γένωνται, εἰς οὐθὲν λογισθήσονται, καὶ ἄτιμον ἐπ᾿ ἐσχάτων τὸ γῆρας αὐτῶν·

Σοφ. Σολ. 3,17         Και εάν ακόμη ζήσουν μακρόν βίον, δεν θα έχουν εκ μέρους των ανθρώπων καμμίαν υπόληψιν και εκτίμησιν. Και αυτό ακόμη το γήρας των θα είναι καταφρονημένον και ανυπόληπτον.

Σοφ. Σολ. 3,18     ἐάν τε ὀξέως τελευτήσωσιν, οὐχ ἕξουσιν ἐλπίδα, οὐδὲ ἐν ἡμέρᾳ διαγνώσεως παραμύθιον·

Σοφ. Σολ. 3,18         Εάν αποθάνουν ενωρίς, δεν θα έχουν καμμίαν ελπίδα εις την μετά θάνατον ζωήν. Ούτε και καμμίαν ελπίδα και παρηγορίαν, όταν ο Κυριος φανερώση τα κρυπτά των ανθρώπων.

Σοφ. Σολ. 3,19     γενεᾶς γὰρ ἀδίκου χαλεπὰ τὰ τέλη.

Σοφ. Σολ. 3,19         Διότι γενεάς πονηράς και ασεβούς τρομερά θα είναι τα τέλη της επιγείου ζωής και η πέραν του τάφου ζωη.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4- ΝΕΑ ΘΕΩΡΗΣΗ ΤΗΣ ΑΤΕΚΝΙΑΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΠΡΟΩΡΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ

                                   Νέα θεώρηση της ατεκνίας

Σοφ. Σολ. 4,1       Κρείσσων ἀτεκνία μετὰ ἀρετῆς· ἀθανασία γάρ ἐστιν ἐν μνήμῃ αὐτῆς, ὅτι καὶ παρὰ Θεῷ γινώσκεται καὶ παρὰ ἀνθρώποις·

Σοφ. Σολ. 4,1           Από την πολυτεκνίαν των ασεβών προτιμοτέρα είναι η ατεκνία μετά αρετής. Διότι η μνήμη της αρετής παραμένει αθάνατος, αναγνωρίζεται ως καλή και επαινετή εκ μέρους Θεού και ανθρώπων.

Σοφ. Σολ. 4,2       παροῦσάν τε μιμοῦνται αὐτὴν καὶ ποθοῦσιν ἀπελθοῦσαν· καὶ ἐν τῷ αἰῶνι στεφανηφοροῦσα πομπεύει τὸν τῶν ἀμιάντων ἄθλων ἀγῶνα νικήσασα.

Σοφ. Σολ. 4,2           Οι άνθρωποι, όταν την βλέπουν εν τω προσώπω και τω βίω του εναρέτου, την μιμούνται. Οταν δε ο ενάρετος εκδημήση, επιθυμούν να ευρίσκετο πλησίον των πάντοτε. Ο ενάρετος, στεφανωμένος με δόξαν εις την αιωνίαν ζωήν, θριαμβεύει, διότι ενίκησε και κατώρθωσεν άθλους στον αγώνα της αρετής χωρίς κανένα ψεγάδι.

Σοφ. Σολ. 4,3       πολύγονον δὲ ἀσεβῶν πλῆθος οὐ χρησιμεύσει, καὶ ἐκ νόθων μοσχευμάτων οὐ δώσει ῥίζαν εἰς βάθος, οὐδὲ ἀσφαλῆ βάσιν ἑδράσει·

Σοφ. Σολ. 4,3           Η πολυτεκνία των ασεβών και το πλήθος των απογόνων των εις τίποτε δεν χρησιμεύει. Οι νόθοι υιοί δεν θα ριζώσουν εις βάθος. Δεν θα θεμελιωθούν εις ασφαλή βάσιν· θα εξαφανισθούν.

Σοφ. Σολ. 4,4       κἂν γὰρ ἐν κλάδοις πρὸς καιρὸν ἀναθάλῃ, ἐπισφαλῶς βεβηκότα ὑπὸ ἀνέμου σαλευθήσεται καὶ ὑπὸ βίας ἀνέμων ἐκριζωθήσεται.

Σοφ. Σολ. 4,4           Αλλά και αν μερικοί κλάδοι των προς καιρόν αναθάλουν και βλαστήσουν, επειδή το όλον δένδρον δεν έχει ριζώσει βαθειά και δεν στηρίζεται εις ασφαλή θεμέλια, θα συγκλονίζεται από τον άνεμον, και στο τέλος από την ισχυράν πνοήν των ανέμων θα ξερριζωθή.

Σοφ. Σολ. 4,5       περικλασθήσονται κλῶνες ἀτέλεστοι, καὶ ὁ καρπὸς αὐτῶν ἄχρηστος, ἄωρος εἰς βρῶσιν καὶ εἰς οὐθὲν ἐπιτήδειος·

Σοφ. Σολ. 4,5           Ασχημάτιστα και άκαρπα θα σπάσουν τα κλωνάρια των. Αλλά και αν προλάβουν να δέσουν καρπόν, αυτός θα είναι άχρηστος, άωρος προς βρώσιν και ακατάλληλος δι' οιανδήποτε χρήσιν.

Σοφ. Σολ. 4,6       ἐκ γὰρ ἀνόμων ὕπνων τέκνα γεννώμενα μάρτυρές εἰσι πονηρίας κατὰ γονέων ἐν ἐξετασμῷ αὐτῶν.

Σοφ. Σολ. 4,6           Τα τέκνα, τα οποία γεννώνται από παρανόμους νυκτερινάς συναντήσεις ασεβών γονέων, θα είναι μάρτυρες κατηγορίας εναντίον της πονηρίας των γονέων των κατά την ημέραν, κατά την οποίαν θα κριθούν αυτοί.

 

                                   Νέα θεώρηση του πρόωρου θανάτου

Σοφ. Σολ. 4,7       Δίκαιος δὲ ἐὰν φθάσῃ τελευτῆσαι, ἐν ἀναπαύσει ἔσται·

Σοφ. Σολ. 4,7           Ο δίκαιος όμως, και εάν ακόμη συμβή να αποθάνη πρόωρα, θα εισελθη εις την αιωνίαν ανάπαυσιν.

Σοφ. Σολ. 4,8       γῆρας γὰρ τίμιον οὐ τὸ πολυχρόνιον οὐδὲ ἀριθμῷ ἐτῶν μεμέτρηται·

Σοφ. Σολ. 4,8           Τιμημένον και ένδοξον γήρας δεν είναι το πολυχρόνιον, ούτε προσμετράται η αξία του ανθρώπου σύμφωνα με τον αριθμόν των ετών του.

Σοφ. Σολ. 4,9       πολιὰ δέ ἐστι φρόνησις ἀνθρώποις καὶ ἡλικία γήρως βίος ἀκηλίδωτος.

Σοφ. Σολ. 4,9           Λευκά και τιμημένα άσπρα μαλλιά δια τον άνθρωπον είναι οχι τα πολλά έτη, αλλά η σύνεσις. Και δεν είναι καθ' εαυτήν σεβαστή γεροντική ηλικία, αλλά εκείνη που έχει ως χαρακτηριστικόν της γνώρισμα τον άγιον και ακηλίδωτον βίον.

Σοφ. Σολ. 4,10     εὐάρεστος τῷ Θεῷ γενόμενος ἠγαπήθη καὶ ζῶν μεταξὺ ἁμαρτωλῶν μετετέθη·

Σοφ. Σολ. 4,10         Ο δίκαιος, επειδή έγινεν ευάρεστος στον Θεόν, ηγαπήθη από αυτόν και ενώ εζούσε μεταξύ των αμαρτωλών, χωρίς να παρασυρθή εις την αμαρτίαν, μετετέθη εις την άλλην ζωήν.

Σοφ. Σολ. 4,11     ἡρπάγη, μὴ κακία ἀλλάξῃ σύνεσιν αὐτοῦ ἢ δόλος ἀπατήσῃ ψυχὴν αὐτοῦ·

Σοφ. Σολ. 4,11          Ηρπάγη από τον Θεόν, δια να μη του αλλάξη η κακία την σύνεσιν και δια να μη εξαπατήση και αποπλανήση την ψυχήν του η δολιότης της αμαρτίας.

Σοφ. Σολ. 4,12     βασκανία γὰρ φαυλότητος ἀμαυροῖ τὰ καλά, καὶ ῥεμβασμὸς ἐπιθυμίας μεταλλεύει νοῦν ἄκακον.

Σοφ. Σολ. 4,12         Διότι η έλξις και η μαγεία της φαυλότητας επισκοτίζει την ορθοφροσύνην και τον καλόν βίον. Ρεμβασμοί δε του νου εις αμαρτωλάς περιοχάς βλάπτουν και διαστρέφουν την αθώαν και άκακον καρδίαν.

Σοφ. Σολ. 4,13     τελειωθεὶς ἐν ὀλίγῳ ἐπλήρωσε χρόνους μακρούς,

Σοφ. Σολ. 4,13         Ο δίκαιος, τελειοποιηθείς εις μικρόν χρονικόν διάστημα, είναι ωσάν να συνεπλήρωσε πολλά χρόνια εναρέτου ζωής.

Σοφ. Σολ. 4,14     ἀρεστὴ γὰρ ἦν Κυρίῳ ἡ ψυχὴ αὐτοῦ· διὰ τοῦτο ἔσπευσεν ἐκ μέσου πονηρίας. οἱ δὲ λαοὶ ἰδόντες καὶ μὴ νοήσαντες, μηδὲ θέντες ἐπὶ διανοίᾳ τὸ τοιοῦτον,

Σοφ. Σολ. 4,14         Ετσι δε η ψυχή του έγινεν ευάρεστος στον Κυριον. Δια τούτο έσπευσε και έφυγε σύντομα ανάμεσα από τας πονηρίας των ανθρώπων. Οι ασεβείς όμως άνθρωποι, όταν είδαν την πρόωρον εκδημίαν του, δεν κατενόησαν την αιτίαν της, δεν έβαλαν στο μυαλό των τον σκοπόν, δια τον οποίον ανηρπάγη ο δίκαιος.

Σοφ. Σολ. 4,15     ὅτι χάρις καὶ ἔλεος ἐν τοῖς ἐκλεκτοῖς αὐτοῦ καὶ ἐπισκοπὴ ἐν τοῖς ὁσίοις αὐτοῦ.

Σοφ. Σολ. 4,15         Διότι η αγαθή επίσκεψις του Θεού προς τους εκλεκτούς και αφοσιωμένους εις αυτόν είναι χάρις και έλεος.

Σοφ. Σολ. 4,16     κατακρινεῖ δὲ δίκαιος καμὼν τοὺς ζῶντας ἀσεβεῖς καὶ νεότης τελεσθεῖσα ταχέως πολυετὲς γῆρας ἀδίκου·

Σοφ. Σολ. 4,16         Ο δίκαιος, ο οποίος εκοπίασεν στον αγώνα της αρετής, θα γίνη κριτής αυτών, που ζουν με ασέβειαν. Και ενάρετος νεότης, που έλαβε σύντομον τέλος, θα κρίνη το αμαρτωλόν γήρας.

Σοφ. Σολ. 4,17     ὄψονται γὰρ τελευτὴν σοφοῦ καὶ οὐ νοήσουσι τί ἐβουλεύσατο περὶ αὐτοῦ καὶ εἰς τί ἠσφαλίσατο αὐτὸν ὁ Κύριος.

Σοφ. Σολ. 4,17         Οι ασεβείς όμως θα ίδουν την πρόωρον τελευτήν του κατά Θεόν σοφού και δεν θα κατανοήσουν, τι εσκέφθη δι' αυτόν ο Θεός και πως τον επροστάτευσε, και τον εξησφάλισεν εις την αιωνιότητα ο Κυριος.

Σοφ. Σολ. 4,18     ὄψονται καὶ ἐξουθενήσουσιν, αὐτοὺς δὲ ὁ Κύριος ἐκγελάσεται

Σοφ. Σολ. 4,18         Θα ίδουν τον πρόωρον θάνατον των δικαίων και θα τους εξουθενώσουν. Ο Κυριος όμως θα γελάση εμπαικτικώς εις βάρος των ασεβών.

Σοφ. Σολ. 4,19     καὶ ἔσονται μετὰ τοῦτο εἰς πτῶμα ἄτιμον καὶ εἰς ὕβριν ἐν νεκροῖς δι᾿ αἰῶνος, ὅτι ῥήξει αὐτοὺς ἀφώνους πρηνεῖς καὶ σαλεύσει αὐτοὺς ἐκ θεμελίων καὶ ἕως ἐσχάτου χερσωθήσονται καὶ ἔσονται ἐν ὀδύνῃ, καὶ ἡ μνήμη αὐτῶν ἀπολεῖται.

Σοφ. Σολ. 4,19         Επειτα από αυτά πτώμα περιφρονημένον και ακάθαρτον θα καταντήσουν κατά τον θάνατόν των οι ασεβείς. Αιώνιος εμπαιγμός θα είναι αυτοί ανάμεσα στους νεκρούς. Διότι ο Κυριος θα τους συντρίψη. Θα τους ρίψη στο έδαφος πρηνείς και αφώνους, θα τους συγκλονίση εκ θεμελίων. Ερημος και άκαρπος θα μείνη η γενεά των ωσάν το χέρσον έδαφος. Μέσα στον άδην θα ευρίσκωνται εις πόνον και θλίψιν και αυτή ακόμη η ανάμνησίς των θα αφανισθή εις την γην.

Σοφ. Σολ. 4,20     ἐλεύσονται ἐν συλλογισμῷ ἁμαρτημάτων αὐτῶν δειλοί, καὶ ἐλέγξει αὐτοὺς ἐξεναντίας τὰ ἀνομήματα αὐτῶν.

Σοφ. Σολ. 4,20        Εκεί, δειλοί και τρομαγμένοι, θα ενθυμηθούν τα αμαρτήματά των, όταν ο Κυριος ως δικαιοκρίτης ελέγξη ενώπιόν των τας παρανομίας των.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5- ΟΙ ΕΥΣΕΒΕΙΣ ΚΑΙ ΟΙ ΑΣΕΒΕΙΣ ΣΤΗΝ ΤΕΛΙΚΗ ΚΡΙΣΗ

Ο ΘΕΟΣ ΒΟΗΘΟΣ ΤΩΝ ΕΥΣΕΒΩΝ

                                    Οι ευσεβείς και οι ασεβείς στην τελική κρίση - Ο Θεός βοηθός των ευσεβών

Σοφ. Σολ. 5,1       Τότε στήσεται ἐν παῤῥησίᾳ πολλῇ ὁ δίκαιος κατὰ πρόσωπον τῶν θλιψάντων αὐτὸν καὶ τῶν ἀθετούντων τοὺς πόνους αὐτοῦ.

Σοφ. Σολ. 5,1            Τοτε, κατά την ημέραν εκείνην της κρίσεως, θα σταθή με πολύ θάρρος ο δίκαιος ενώπιον εκείνων, οι οποίοι τον έθλιψαν και κατεπάτησαν τους κόπους του.

Σοφ. Σολ. 5,2       ἰδόντες ταραχθήσονται φόβῳ δεινῷ καὶ ἐκστήσονται ἐπὶ τῷ παραδόξῳ τῆς σωτηρίας.

Σοφ. Σολ. 5,2           Εκείνοι, όταν θα τον ίδουν, θα ταραχθούν, θα καταληφθούν από δεινόν φόβον, θα καταπλαγούν δια την απροσδόκητον σωτηρίαν του.

Σοφ. Σολ. 5,3       ἐροῦσιν ἐν ἑαυτοῖς μετανοοῦντες καὶ διὰ στενοχωρίαν πνεύματος στενάξονται καὶ ἐροῦσιν·

Σοφ. Σολ. 5,3           Μεταμελούμενοι δε δια την ελεεινήν συμπεριφοράν των απέναντι εκείνου και υπό το κράτος μεγάλης ψυχικής αγωνίας ευρισκόμενοι, θα αναστενάξουν και θα πουν.

Σοφ. Σολ. 5,4       οὗτος ἦν ὃν ἔσχομέν ποτε εἰς γέλωτα καὶ εἰς παραβολὴν ὀνειδισμοῦ οἱ ἄφρονες· τὸν βίον αὐτοῦ ἐλογισάμεθα μανίαν καὶ τὴν τελευτὴν αὐτοῦ ἄτιμον.

Σοφ. Σολ. 5,4           “Αυτός δεν είναι εκείνος, τον οποίον ημείς οι ασύνετοι και μωροί περιεγελούσαμεν και τον είχαμε καταστήσει εμπαικτικήν παροιμίαν; Ενομίσαμεν ότι όλη του η ζωή ήτο μία τρέλλα, και ότι η τελευτή του υπήρξε καταφρονεμένη και άδοξος.

Σοφ. Σολ. 5,5       πῶς κατελογίσθη ἐν υἱοῖς Θεοῦ καὶ ἐν ἁγίοις ὁ κλῆρος αὐτοῦ ἐστιν;

Σοφ. Σολ. 5,5           Πως όμως τώρα έχει καταταχθή μεταξύ των υιών του Θεού, η δε θέσις του και η κληρονομία του ευρίσκεται μεταξύ των αγίων;

Σοφ. Σολ. 5,6       ἄρα ἐπλανήθημεν ἀπὸ ὁδοῦ ἀληθείας, καὶ τὸ τῆς δικαιοσύνης φῶς οὐκ ἔλαμψεν ἡμῖν, καὶ ὁ ἥλιος οὐκ ἀνέτειλεν ἡμῖν·

Σοφ. Σολ. 5,6           Αρα ημείς επλανήθημεν από τον δρόμον της αληθείας, και το φως της θείας δικαιοσύνης δεν έλαμψεν εις ημάς. Ο δε ήλιος της πνευματικής γνώσεως δεν ανέτειλεν δι' ημάς.

Σοφ. Σολ. 5,7       ἀνομίας ἐνεπλήσθημεν τρίβοις καὶ ἀπωλείας καὶ διωδεύσαμεν ἐρήμους ἀβάτους, τὴν δὲ ὁδὸν Κυρίου οὐκ ἔγνωμεν.

Σοφ. Σολ. 5,7           Εχορτάσαμεν μέσα στους δρόμους της παρανομίας και της απωλείας. Διήλθομεν χώρας ερήμους και αδιαβάτους, αλλά τον δρόμον του Κυρίου δεν τον εγνωρίσαμεν.

Σοφ. Σολ. 5,8       τί ὠφέλησεν ἡμᾶς ἡ ὑπερηφανία; καὶ τί πλοῦτος μετὰ ἀλαζονίας συμβέβληται ἡμῖν;

Σοφ. Σολ. 5,8           Εις τι, λοιπόν, μας ωφέλησεν η υπερηφάνειά μας; Κατά τι συνέβαλεν εις την ευτυχίαν μας ο πλούτος μετά της αλαζονείας μας;

Σοφ. Σολ. 5,9       παρῆλθεν ἐκεῖναι πάντα ὡς σκιὰ καὶ ὡς ἀγγελία παρατρέχουσα·

Σοφ. Σολ. 5,9           Ως σκια πλέον επέρασαν όλα εκείνα και ως μία φευγαλέα φήμη, η οποία έρχεται, φεύγει και λησμονείται.

Σοφ. Σολ. 5,10     ὡς ναῦς διερχομένη κυμαινόμενον ὕδωρ, ἧς διαβάσης οὐκ ἔστιν ἴχνος εὑρεῖν, οὐδὲ ἀτραπὸν τρόπιος αὐτῆς ἐν κύμασιν·

Σοφ. Σολ. 5,10         Ωσάν πλοίον, που διέρχεται το κυματίζον νερό της θαλάσσης και του οποίου ίχνος της διαβάσεώς του δεν είναι δυνατόν να ευρεθή ούτε δρόμος από τον οποίον επέρασεν η καρίνα του ανάμεσα από τα κύματα.

Σοφ. Σολ. 5,11     ἢ ὡς ὀρνέου διαπτάντος ἀέρα οὐθὲν εὑρίσκεται τεκμήριον πορείας, πληγῇ δὲ ταρσῶν μαστιζόμενον πνεῦμα κοῦφον καὶ σχιζόμενον βίᾳ ῥοίζου, κινουμένων πτερύγων διωδεύθη, καὶ μετὰ τοῦτο οὐχ εὑρέθη σημεῖον ἐπιβάσεως ἐν αὐτῷ·

Σοφ. Σολ. 5,11          Η ωσάν ένα πτηνόν, όταν πετά και διασχίζη τον αέρα, χωρίς να αφήνη κανένα ίχνος της πορείας του. Με τα ισχυρά κινήματα των πτερών του κτυπά τον ελαφρόν άνεμον, σχίζει αυτόν ορμητικώς και με συριγμόν, κινεί τας πτέρυγάς του και διέρχεται δια μέσου αυτού, και έπειτα δεν ευρίσκεται πλέον κανένα σημείον της διαβάσεώς του δια του αέρος.

Σοφ. Σολ. 5,12     ἢ ὡς βέλους βληθέντος ἐπὶ σκοπόν, τμηθεὶς ὁ ἀὴρ εὐθέως εἰς ἑαυτὸν ἀνελύθη ὡς ἀγνοῆσαι τὴν δίοδον αὐτοῦ.

Σοφ. Σολ. 5,12         Η ωσάν βέλος, το οποίον εξετοξεύθη εναντίον ωρισμένου στόχου και διέσχισε κατ' ευθείαν γραμμήν τον αέρα, ο οποίος όμως μετά την διάβασιν του βέλους επανέρχεται εις την προτέραν του κατάστασιν, ώστε να είναι άγνωστος η δίοδος του βέλους.

Σοφ. Σολ. 5,13     οὕτως καὶ ἡμεῖς γεννηθέντες ἐξελίπομεν καὶ ἀρετῆς μὲν σημεῖον οὐδὲν ἔσχομεν δεῖξαι, ἐν δὲ τῇ κακίᾳ ἡμῶν κατεδαπανήθημεν.

Σοφ. Σολ. 5,13         Ετσι και ημείς· εγεννήθημεν και απεθάνομεν και κανένα σημείον αρετής δεν έχομεν να παρουσιάσωμεν. Κατεδαπανήσαμεν την ζωήν και τας δυνάμεις μας εις την κακίαν μας!”

Σοφ. Σολ. 5,14     ὅτι ἐλπὶς ἀσεβοῦς ὡς φερόμενος χνοῦς ὑπὸ ἀνέμου καὶ ὡς πάχνη ὑπὸ λαίλαπος διωχθεῖσα λεπτὴ καὶ ὡς καπνὸς ὑπό ἀνέμου διεχύθη καὶ ὡς μνεία καταλύτου μονοημέρου παρώδευσε.

Σοφ. Σολ. 5,14         Η έλπίς του ασεβούς προς ευτυχίαν και επιτυχίαν ομοιάζει με το χνούδι, που το παρασύρει ο άνεμος, με την λεπτήν πάχνην, την οποίαν καταδιώκει λαίλαψ· με τον καπνόν που τον διασκορπίζει ο άνεμος. Η μνήμη του ομοιάζει με την ανάμνησιν ενός διαβάτου, ο οποίος δια μίαν μόνην ημέραν κατέλυσεν εις ξενοδοχείον και κατόπιν έφυγεν.

Σοφ. Σολ. 5,15     Δίκαιοι δὲ εἰς τὸν αἰῶνα ζῶσι, καὶ ἐν Κυρίῳ ὁ μισθὸς αὐτῶν, καὶ ἡ φροντὶς αὐτῶν παρὰ Ὑψίστῳ.

Σοφ. Σολ. 5,15         Οι δίκαιοι όμως ζουν αιωνίως και η δικαία ανταμοιβή των ευρίσκεται εις τα χέρια του Κυρίου. Ο Υψιστος πάντοτε φροντίζει δι' αυτούς εις την παρούσαν και την μέλλουσαν ζωήν.

Σοφ. Σολ. 5,16     διὰ τοῦτο λήψονται τὸ βασίλειον τῆς εὐπρεπείας καὶ τὸ διάδημα τοῦ κάλλους ἐκ χειρὸς Κυρίου, ὅτι τῇ δεξιᾷ σκεπάσει αὐτοὺς καὶ τῷ βραχίονι ὑπερασπιεῖ αὐτῶν.

Σοφ. Σολ. 5,16         Δια τούτο και θα λάβουν από τα χέρια του Κυρίου την ένδοξον βασιλείαν των ουρανών, το βασιλικόν διάδημα του αιωνίου κάλλους. Διότι ο Κυριος με την προστατευτικήν δεξιάν του θα τους σκεπάση και με τον ακατανίκητον βραχίονά του θα τους υπερασπίση εναντίον των εχθρών των.

Σοφ. Σολ. 5,17     λήψεται πανοπλίαν τὸν ζῆλον αὐτοῦ καὶ ὁπλοποιήσει τὴν κτίσιν εἰς ἄμυναν ἐχθρῶν·

Σοφ. Σολ. 5,17         Ο Κυριος θα λάβη ως πανοπλίαν του την δικαίαν του οργήν και θα χρησιμοποίηση ως όπλα εναντίον των εχθρών του και αυτάς τας δυνάμεις της φύσεως.

Σοφ. Σολ. 5,18     ἐνδύσεται θώρακα δικαιοσύνην καὶ περιθήσεται κόρυθα κρίσιν ἀνυπόκριτον·

Σοφ. Σολ. 5,18         Θα ενδυθή ως ακατανίκητον και αδιαπέραστον θώρακα την δικαιοσύνην και θα φορέση ως περικεφαλαίαν την αντικειμενικήν και δικαίον κρίσιν του.

Σοφ. Σολ. 5,19     λήψεται ἀσπίδα ἀκαταμάχητον ὁσιότητα,

Σοφ. Σολ. 5,19         Ως ασπίδα ακαταμάχητον θα ενδυθή την αγιότητά του,

Σοφ. Σολ. 5,20     ὀξυνεῖ δὲ ἀπότομον ὀργὴν εἰς ῥομφαίαν, συνεκπολεμήσει δὲ αὐτῷ ὁ κόσμος ἐπὶ τοὺς παράφρονας.

Σοφ. Σολ. 5,20        και ως καλοακονισμένην ρομφαίαν θα χρησιμοποίηση την δικαίον οργήν του. Μαζί του δε εναντίον των παραφρόνων αυτών ασεβών ανθρώπων θα πολεμήσουν όλαι αι δυνάμεις της φύσεως.

Σοφ. Σολ. 5,21     πορεύσονται εὔστοχοι βολίδες ἀστραπῶν καὶ ὡς ἀπὸ εὐκύκλου τόξου τῶν νεφῶν ἐπί σκοπὸν ἁλοῦνται,

Σοφ. Σολ. 5,21         Οι κεραυνοί, σαν εύστοχα αποτελεσματικά βλήματα, θα εκσφενδονισθούν εναντίον των ασεβών, και σαν από καλοτεντωμένον τόξον, ανάμεσα από τα νέφη θα εκσφενδονισθούν και θα πλήξουν τους ασεβείς.

Σοφ. Σολ. 5,22     καὶ ἐκ πετροβόλου θυμοῦ πλήρεις ῥιφήσονται χάλαζαι. ἀγανακτήσει κατ᾿ αὐτῶν ὕδωρ θαλάσσης, ποταμοὶ δὲ συγκλύσουσιν ἀποτόμως.

Σοφ. Σολ. 5,22        Ωσάν από σφενδόνην θα εκσφενδονισθή από τον ουρανόν πολλή και μεγάλη χάλαζα, θα αγανακτήση και θα στραφή εναντίον των και αυτό το ύδωρ της θαλάσσης. Οι δε ποταμοί ίμέ αιφνιδίας πλημμύρας θα κατακλύσουν και θα πνίξουν αυτούς.

Σοφ. Σολ. 5,23     ἀντιστήσεται αὐτοῖς πνεῦμα δυνάμεως καὶ ὡς λαῖλαψ ἐκλικμήσει αὐτούς. καὶ ἐρημώσει πᾶσαν τὴν γῆν ἀνομία, καὶ ἡ κακοπραγία περιτρέψει θρόνους δυναστῶν.

Σοφ. Σολ. 5,23         Εναντίον αυτών των ασεβών θα εκσπάση υρμητικός άνεμος· και φοβερά λαίλαψ θα τους λιχνίση και θα τους διασκορπίση προς όλα τα σημεία. Η παρανομία θα ερημώση βέβαια, όλην την γην και η κακουργία των ασεβών θα ανατρέψη θρόνους αρχόντων επί της γης· αλλά αυτό θα είναι το τέλος των ασεβών ανθρώπων.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6- ΠΡΟΤΡΟΠΕΣ ΠΡΟΣ ΤΟΥΣ ΙΣΧΥΡΟΥΣ ΤΗΣ ΓΗΣ  

Η ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΗΣ ΣΟΦΙΑΣ - ΤΙ ΕΙΝΑΙ Η ΣΟΦΙΑ

                                    Προτροπές προς τους ισχυρούς της γης

Σοφ. Σολ. 6,1       Ἀκούσατε οὖν, βασιλεῖς, καὶ σύνετε· μάθετε, δικασταὶ περάτων γῆς.

Σοφ. Σολ. 6,1           Ακούσατε λοιπόν αυτά, βασιλείς, και συνετισθήτε. Μαθετε καλά σεις οι δικασταί όλης της οικουμένης.

Σοφ. Σολ. 6,2       ἐνωτίσασθε οἱ κρατοῦντες πλήθους καὶ γεγαυρωμένοι ἐπὶ ὄχλοις ἐθνῶν·

Σοφ. Σολ. 6,2           Ακούσατε σεις, οι οποίοι κυριαρχείτε στους λαούς και οι οποίοι αλαζονεύεσθε δια την εξουσίαν, που έχετε επάνω εις πλήθη εθνών.

Σοφ. Σολ. 6,3       ὅτι ἐδόθη παρὰ τοῦ Κυρίου ἡ κράτησις ὑμῖν καὶ ἡ δυναστεία παρὰ Ὑψίστου, ὃς ἐξετάσει ὑμῶν τὰ ἔργα καὶ τὰς βουλὰς διερευνήσει·

Σοφ. Σολ. 6,3           Μαθετε ότι εκ μέρους του Κυρίου έχει δοθή εις σας η εξουσία, και η κυριαρχία σας επάνω στους λαούς από τον Υψιστον, ο οποίος θα εξετάση και θα ελέγξη τα έργα σας και θα ερευνήση τας σκέψεις και τας αποφάσεις σας.

Σοφ. Σολ. 6,4       ὅτι ὑπηρέται ὄντες τῆς αὐτοῦ βασιλείας οὐκ ἐκρίνατε ὀρθῶς, οὐδὲ ἐφυλάξατε νόμον, οὐδὲ κατὰ τὴν βουλὴν τοῦ Θεοῦ ἐπορεύθητε.

Σοφ. Σολ. 6,4           Θα σας ελέγξη, διότι αν και είσθε υπηρέται του ιδικού του βασιλείου, δεν εκρίνατε και δεν εδικάσατε ορθώς. Δεν ετηρήσατε τον νόμον του Θεού και δεν εβαδίσατε ούτε εζήσατε σύμφωνα με το θείον θέλημα.

Σοφ. Σολ. 6,5       φρικτῶς καὶ ταχέως ἐπιστήσεται ὑμῖν, ὅτι κρίσις ἀπότομος ἐν τοῖς ὑπερέχουσι γίνεται.

Σοφ. Σολ. 6,5           Φρικτή και ταχεία θα επιπέση εναντίον σας η τιμωρία, διότι τρομερά πάντοτε και αιφνίδια είναι η τιμωρία των παρανόμων αρχόντων.

Σοφ. Σολ. 6,6       ὁ γὰρ ἐλάχιστος συγγνωστός ἐστιν ἐλέους, δυνατοὶ δὲ δυνατῶς ἐτασθήσονται·

Σοφ. Σολ. 6,6           Διότι οι άσημοι και απλοϊκοί άνθρωποι είναι άξιοι συγγνώμης και ελέους εκ μέρους του Θεού. Οι άρχοντες όμως θα κριθούν και θα δικασθούν με αυστηρότητα.

Σοφ. Σολ. 6,7       οὐ γὰρ ὑποστελεῖται πρόσωπον ὁ πάντων δεσπότης, οὐδὲ ἐντραπήσεται μέγεθος, ὅτι μικρὸν καὶ μέγαν αὐτὸς ἐποίησεν ὁμοίως τε προνοεῖ περὶ πάντων·

Σοφ. Σολ. 6,7           Διότι δεν θα υποστείλη το πρόσωπόν του ο Δεσπότης του σύμπαντος, ούτε θα υποσταλή προ του μεγέθους της εξουσίας των αρχόντων. Διότι αυτός εδημιούργησε και τους μικρούς και τους μεγάλους και αυτός επίσης προνοεί δι' όλους.

Σοφ. Σολ. 6,8       τοῖς δὲ κραταιοῖς ἰσχυρὰ ἐφίσταται ἔρευνα.

Σοφ. Σολ. 6,8           Αυστηρά και λεπτομερής έρευνα και εξέτασις επιφυλάσσεται δια τους ισχυρούς.

Σοφ. Σολ. 6,9       πρὸς ὑμᾶς οὖν, ὦ τύραννοι, οἱ λόγοι μου, ἵνα μάθητε σοφίαν καὶ μὴ παραπέσητε·

Σοφ. Σολ. 6,9           Προς σας λοιπόν, ω άρχοντες της γης, απευθύνονται οι λόγοι μου αυτοί, δια να μάθετε την αληθινήν σοφίαν και να μη παραπέσετε στους δρόμους της παρανομίας.

Σοφ. Σολ. 6,10     οἱ γὰρ φυλάξαντες ὁσίως τὰ ὅσια ὁσιωθήσονται, καὶ οἱ διδαχθέντες αὐτὰ εὑρήσουσιν ἀπολογίαν.

Σοφ. Σολ. 6,10         Διότι όσοι με ευσέβειαν ετήρησαν το άγιον θέλημα του Θεού, θα γίνουν άγιοι. Και όσοι εδιδάχθησαν και απεδέχθησαν την θείαν σοφίαν, θα εύρουν και θα έχουν απολογίαν κατά την ημέραν της κρίσεως.

Σοφ. Σολ. 6,11     ἐπιθυμήσατε οὖν τῶν λόγων μου, ποθήσατε καὶ παιδευθήσεσθε.

Σοφ. Σολ. 6,11          Ας ανάψη, λοιπόν, εις σας η επιθυμία των λόγων μου αυτών. Ποθήσατε την σοφίαν μου και δι' αυτής θα παιδαγωγηθήτε και θα μορφωθήτε.

 

                                    Η αναζήτηση της σοφίας

Σοφ. Σολ. 6,12     Λαμπρὰ καὶ ἀμάραντός ἐστιν ἡ σοφία και εὐχερῶς θεωρεῖται ὑπὸ τῶν ἀγαπώντων αὐτὴν καὶ εὑρίσκεται ὑπὸ τῶν ζητούντων αὐτήν,

Σοφ. Σολ. 6,12         Λαμπρά και αιωνία είναι η σοφία. Με ευκολίαν γίνεται αντιληπτή και κατανοητή, από όσους την αγαπούν. Και εύκολα ανευρίσκεται από εκείνους, που την αναζητούν.

Σοφ. Σολ. 6,13     φθάνει τοὺς ἐπιθυμοῦντας προγνωσθῆναι.

Σοφ. Σολ. 6,13         Καταφθάνει αυτούς, που επιθυμούν να την γνωρίσουν και την κατανοήσουν.

Σοφ. Σολ. 6,14     ὁ ὀρθρίσας πρὸς αὐτὴν οὐ κοπιάσει, πάρεδρον γὰρ εὑρήσει τῶν πυλῶν αὐτοῦ.

Σοφ. Σολ. 6,14         Εκείνος ο οποίος από το γλυκοχάραμα, από αυτήν ακόμη την ανατολήν της ζωής του προσέρχεται προς αυτήν, δεν θα κοπιάση, διότι η θεία σοφία θα στήση την έδραν της εις τας πύλας του οίκου του.

Σοφ. Σολ. 6,15     τὸ γὰρ ἐνθυμηθῆναι περὶ αὐτῆς φρονήσεως τελειότης, καὶ ὁ ἀγρυπνήσας δι᾿ αὐτὴν ταχέως ἀμέριμνος ἔσται·

Σοφ. Σολ. 6,15         Το να σκέπτεται κανείς και μελετά αυτήν είναι δείγμα μεγάλης συνέσεως. Και εκείνος που αγρυπνεί δια την απόκτησίν της, πολύ γρήγορα θα απαλλαγή από τας καταθλιπτικάς μερίμνας και θα έχη ειρηνικήν την ζωήν.

Σοφ. Σολ. 6,16     ὅτι τοὺς ἀξίους αὐτῆς αὕτη περιέρχεται ζητοῦσα καὶ ἐν ταῖς τρίβοις φαντάζεται αὐτοῖς εὐμενῶς καὶ ἐν πάσῃ ἐπινοίᾳ ὑπαντᾷ αὐτοῖς.

Σοφ. Σολ. 6,16         Η ίδια η σοφία του Θεού περιέρχεται αδώ και εκεί και αναζητεί τους αξίους της. Ολόλαμπρη και ευμενής παρουσιάζεται στους δρόμους της ζωής των, και εις κάθε σκέψιν των τους βοηθεί πάντοτε.

Σοφ. Σολ. 6,17     ἀρχὴ γὰρ αὐτῆς ἡ ἀληθεστάτη παιδείας ἐπιθυμία, φροντὶς δὲ παιδείας ἀγάπη,

Σοφ. Σολ. 6,17         Διότι αρχή της κατά Θεόν σοφίας είναι η ειλικρινής επιθυμία της μορφώσεως, φροντίς δε και σκοπός, στον οποίον κατατείνει η παιδεία, είναι η αγάπη του Θεού.

Σοφ. Σολ. 6,18     ἀγάπη δέ τήρησις νόμων αὐτῆς, προσοχὴ δὲ νόμων βεβαίωσις ἀφθαρσίας,

Σοφ. Σολ. 6,18         Της αγάπης δε εκδήλωσις είναι η τήρησις των νόμων της θείας σοφίας. Η προσεκτική δε τήρησις των θείων νόμων είναι η βεβαία εγγύησις της πέραν του τάφου αθανασίας.

Σοφ. Σολ. 6,19     ἀφθαρσία δὲ ἐγγὺς εἶναι ποιεῖ Θεοῦ.

Σοφ. Σολ. 6,19         Η δε αθανασία κάμνει τον άνθρωπον να ευρίσκεται πάντοτε πλησίον του αιωνίου Θεού.

Σοφ. Σολ. 6,20     ἐπιθυμία ἄρα σοφίας ἀνάγει ἐπὶ βασιλείαν.

Σοφ. Σολ. 6,20        Αρα η ειλικρινής επιθυμία και η απόκτησις της θείας σοφίας ανεβάζουν τον άνθρωπον εις την βασιλείαν του Θεού.

Σοφ. Σολ. 6,21     εἰ οὖν ἥδεσθε ἐπὶ θρόνοις καὶ σκήπτροις, τύραννοι λαῶν, τιμήσατε σοφίαν, ἵνα εἰς τὸν αἰῶνα βασιλεύσητε.

Σοφ. Σολ. 6,21         Εάν λοιπόν σεις, άρχοντες των λαών, ευχαριστήσθε εις θρόνους και εις σκήπτρα, τιμήσατε και αγαπήσατε την θείαν σοφίαν, δια να βασιλεύσετε στους αιώνας.

 

                                    Τι είναι η σοφία

Σοφ. Σολ. 6,22     τί δέ ἐστι σοφία καὶ πῶς ἐγένετο, ἀπαγγελῶ καὶ οὐκ ἀποκρύψω ὑμῖν μυστήρια, ἀλλὰ ἀπ᾿ ἀρχῆς γενέσεως ἐξιχνιάσω καὶ θήσω εἰς τὸ ἐμφανὲς τὴν γνῶσιν αὐτῆς καὶ οὐ μὴ παροδεύσω τὴν ἀλήθειαν.

Σοφ. Σολ. 6,22        Τι δε είναι αυτή η σοφία και πως έγινε, θα σας το αναγγείλω και δεν θα κρύψω από σας τα μυστήρια του Θεού. Αλλα θα φέρω αυτά εις φως από την αρχήν της δημιουργίας, θα καταστήσω φανεράν την γνώσιν αυτής και δεν θα αντιπαρέλθω την θείαν αλήθειαν.

Σοφ. Σολ. 6,23     οὔτε μὴν φθόνῳ τετηκότι συνοδεύσω, ὅτι οὗτος οὐ κοινωνήσει σοφίᾳ.

Σοφ. Σολ. 6,23        Δεν θα συμπεριπατήσω ούτε θα συναναστραφώ με άνθρωπον, που τον λυώνει ο φθόνος, διότι αυτός δεν θέλει να έχη καμμίαν επικοινωνίαν και σχέσιν με την σοφίαν.

Σοφ. Σολ. 6,24     πλῆθος δὲ σοφῶν σωτηρία κόσμου, καὶ βασιλεὺς φρόνιμος εὐστάθεια δήμου.

Σοφ. Σολ. 6,24        Το πλήθος των κατά Θεόν σοφών είναι ασφάλεια και σωτηρία δια τον κόσμον. Ο δε κατά Θεόν συνετός βασιλεύς αποτελεί εγγύησιν της σταθερότητος του λαού του.

Σοφ. Σολ. 6,25     ὥστε παιδεύσθε τοῖς ῥήμασί μου, καὶ ὠφεληθήσεσθε.

Σοφ. Σολ. 6,25        Ωστε παιδαγωγηθήτε και μορφωθήτε με τα λόγια της σοφίας μου και θα αποκομίσετε μεγάλην ωφέλειαν.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7- Ο ΔΑΣΚΑΛΟΣ ΤΗΣ ΣΟΦΙΑΣ ΠΑΡΟΥΣΙΑΖΕΙ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΤΟΥ  

Ο ΘΕΟΣ ΠΗΓΗ ΤΗΣ ΣΟΦΙΑΣ

                                    Ο δάσκαλος της Σοφίας παρουσιάζει τον εαυτό του

Σοφ. Σολ. 7,1       Εἰμὶ μὲν κἀγὼ θνητὸς ἄνθρωπος ἴσος ἅπασι καὶ γηγενοῦς ἀπόγονος πρωτοπλάστου· καὶ ἐν κοιλίᾳ μητρὸς ἐγλύφην σὰρξ

Σοφ. Σολ. 7,1            Και εγώ, που σας ομιλώ αυτήν την στιγμήν, είμαι άνθρωπος θνητός, όμοιος και ίσος με όλους τους άλλους ανθρώπους. Απόγονος του πρώτου ανθρώπου, που επλάσθη από το χώμα. Εις την κοιλίαν της μητρός μου έλαβα την ανθρωπίνην σάρκα και μορφήν,

Σοφ. Σολ. 7,2       δεκαμηνιαίῳ χρόνῳ παγεὶς ἐν αἵματι ἐκ σπέρματος ἀνδρὸς καὶ ἡδονῆς ὕπνῳ συνελθούσης.

Σοφ. Σολ. 7,2           Εις δεκάμηνον χρονικόν διάστημα επήρα την σταθεράν μορφήν του ανθρώπου μέσα στο μητρικόν αίμα από το σπέρμα του ανδρός, κατά την ηδονικήν σαρκικήν συνάντησιν επί κλίνης.

Σοφ. Σολ. 7,3       καὶ ἐγώ δὲ γενόμενος ἔσπασα τὸν κοινὸν ἀέρα καὶ ἐπὶ τὴν ὁμοιοπαθῆ κατέπεσον γῆν, πρώτην φωνὴν τὴν ὁμοίαν πᾶσιν ἴσα κλαίων·

Σοφ. Σολ. 7,3           Και εγώ, όταν εγεννήθην, έσπασα με το κλάμα μου τον κοινόν αέρα, τον οποίον και ανέπνευσα. Επεσα και ευρέθην εις την ομοίαν με όλους τους ανθρώπους γην. Αφήκα την πρώτην φωνήν ομοίαν προς την των άλλων ανθρώπων και έκλαια, όπως εκείνοι.

Σοφ. Σολ. 7,4       ἐν σπαργάνοις ἀνετράφην καὶ ἐν φροντίσιν·

Σοφ. Σολ. 7,4           Ανετράφην, όπως οι άλλοι, τυλιγμένος εις τα σπάργανα και με τας φροντίδας των άλλων.

Σοφ. Σολ. 7,5       οὐδεὶς γὰρ βασιλεὺς ἑτέραν ἔσχε γενέσεως ἀρχήν,

Σοφ. Σολ. 7,5           Κανείς, ούτε και ο βασιλεύς ακόμη, δεν επήρε διαφορετικήν αρχήν της γεννήσεως και της υπάρξεώς του.

Σοφ. Σολ. 7,6       μία δὲ πάντων εἴσοδος εἰς τὸν βίον, ἔξοδός τε ἴση.

Σοφ. Σολ. 7,6           Μια και η αυτή είναι η είσοδος όλων των ανθρώπων εις την ζωήν, η ιδία δε έξοδος επιφυλάσσεται δι' αυτούς, ο θάνατος.

Σοφ. Σολ. 7,7       διὰ τοῦτο ηὐξάμην, καὶ φρόνησις ἐδόθη μοι· ἐπεκαλεσάμην, καὶ ἦλθέ μοι πνεῦμα σοφίας.

Σοφ. Σολ. 7,7           Γνωρίζω, λοιπόν, την είσοδόν μου στον κόσμον, όπως και την έξοδόν μου από αυτόν. Προσηυχήθην στον Θεόν, εζήτησα σοφίαν και σύνεσιν και μου εδόθη. Τον παρεκάλεσα, και ήλθεν εις εμέ πνεύμα σοφίας.

Σοφ. Σολ. 7,8       προέκρινα αὐτὴν σκήπτρων καὶ θρόνων καὶ πλοῦτον οὐδὲν ἡγησάμην ἐν συγκρίσει αὐτῆς·

Σοφ. Σολ. 7,8           Αυτήν επροτίμησα από βασιλικά σκήπτρα και θρόνους και εμπρός εις αυτήν ως ένα τίποτε εθεώρησα τα πλούτη του κόσμου.

Σοφ. Σολ. 7,9       οὐδὲ ὡμοίωσα αὐτῇ λίθον ἀτίμητον, ὅτι ὁ πᾶς χρυσὸς ἐν ὄψει αὐτῆς ψάμμος ὀλίγη, καὶ ὡς πηλὸς λογισθήσεται ἄργυρος ἐναντίον αὐτῆς.

Σοφ. Σολ. 7,9           Ούτε προς ανεκτίμητον αδάμαντα δεν παρομοίωσα αυτήν, διότι όλος ο χρυσός εν συγκρίσει προς την σοφίαν είναι σαν λίγη άμμος, και ο άργυρος ωσάν λάσπη θεωρείται ενώπιον αυτής.

Σοφ. Σολ. 7,10     ὑπὲρ ὑγίειαν καὶ εὐμορφίαν ἠγάπησα αὐτὴν καὶ προειλόμην αὐτὴν ἀντὶ φωτὸς ἔχειν, ὅτι ἀκοίμητον τὸ ἐκ ταύτης φέγγος.

Σοφ. Σολ. 7,10         Την έχω αγαπήσει περισσότερον και από αυτήν ακόμη την υγείαν και από το κάλλος. Την επροτίμησα περισσότερον και από το φως. Διότι εις την πραγματικότητα το φως, που ακτινοβολεί η σοφία, είναι άσβεστον και αιώνιον.

Σοφ. Σολ. 7,11     ἦλθε δέ μοι τὰ ἀγαθὰ ὁμοῦ πάντα μετ᾿ αὐτῆς καὶ ἀναρίθμητος πλοῦτος ἐν χερσὶν αὐτῆς.

Σοφ. Σολ. 7,11          Αλλά μαζή με την σοφίαν ήλθαν εις εμέ και όλα μαζή τα αγαθά. Διότι εις τα χέρια αυτής υπάρχει ανυπολόγιστος πλούτος.

Σοφ. Σολ. 7,12     εὐφράνθην δὲ ἐπὶ πᾶσιν, ὅτι αὐτῶν ἡγεῖται σοφία, ἠγνόουν δὲ αὐτὴν γενέτιν εἶναι τούτων.

Σοφ. Σολ. 7,12         Ηυφράνθην δε εις όλα τα υλικά και πνευματικά αγαθά, διότι η σοφία προπορεύεται και αυτά την ακολουθούν. Πριν δε αποκτήσω την σοφίαν, δεν εγνώριζα ότι αυτή είναι η μήτηρ όλων τούτων των αγαθών.

Σοφ. Σολ. 7,13     ἀδόλως τε ἔμαθον ἀφθόνως τε μεταδίδωμι, τὸν πλοῦτον αὐτῆς οὐκ ἀποκρύπτομαι·

Σοφ. Σολ. 7,13         Με αγνότητα και προς καθαρούς σκοπούς έμαθα την σοφίαν· χωρίς φθόνον την μεταδίδω. Δεν αποκρύπτω τον ανεκτίμητον αυτής πλούτον.

Σοφ. Σολ. 7,14     ἀνεκλιπὴς γὰρ θησαυρός ἐστιν ἀνθρώποις, ὃν οἱ χρησάμενοι πρὸς Θεὸν ἐστείλαντο φιλίαν διὰ τὰς ἐκ παιδείας δωρεὰς συσταθέντες.

Σοφ. Σολ. 7,14         Η σοφία είναι ανεξάντλητος θησαυρός δια τους ανθρώπους, τον οποίον αυτοί, όταν καταλλήλως και προθύμως χρησιμοποιούν, συνάπτουν φιλίαν προς τον Θεόν, διότι αυτοσυνιστώνται και γίνονται δεκτοί από αυτόν χάρις εις τας μεγάλας δωρεάς, τας οποίας έχουν λάβει δια της ορθής παιδείας.

 

                                   Ο Θεός πηγή της Σοφίας

Σοφ. Σολ. 7,15     Ἐμοὶ δὲ δῴη ὁ Θεὸς εἰπεῖν κατὰ γνώμην καὶ ἐνθυμηθῆναι ἀξίως τῶν δεδομένων, ὅτι αὐτὸς καὶ τῆς σοφίας ὁδηγός ἐστι καὶ τῶν σοφῶν διορθωτής.

Σοφ. Σολ. 7,15         Εύχομαι δε να μου δώση ο Θεός ικανότητα να εκφράσω τον θαυμασμόν μου δια την σοφίαν, και με ευγνωμοσύνην να ενθυμούμαι πάντοτε τας δωρεάς του Θεού, διότι αυτός είναι ο οδηγός και χορηγός της σοφίας, ο παιδαγωγός και διορθωτής των σοφών.

Σοφ. Σολ. 7,16     ἐν γὰρ χειρὶ αὐτοῦ καὶ ἡμεῖς καὶ οἱ λόγοι ἡμῶν πᾶσά τε φρόνησις καὶ ἐργατειῶν ἐπιστήμη.

Σοφ. Σολ. 7,16         Διότι εις τα χέρια αυτού ευρισκόμεθα και ημείς και οι λόγοι μας, η σύνεσίς μας όπως και η επιστήμη των διαφόρων έργων.

Σοφ. Σολ. 7,17     αὐτὸς γάρ μοι ἔδωκε τῶν ὄντων γνῶσιν ἀψευδῆ εἰδέναι σύστασιν κόσμου καὶ ἐνέργειαν στοιχείων,

Σοφ. Σολ. 7,17         Αυτός μου έχει δώσει την αληθή γνώσιν των όντων, ώστε να γνωρίσω πως συνεστήθη ο κόσμος και πως ενεργούν τα επί μέρους στοιχεία της φύσεως.

Σοφ. Σολ. 7,18     ἀρχὴν καὶ τέλος καὶ μεσότητα χρόνων, τροπῶν ἀλλαγὰς καὶ μεταβολὰς καιρῶν,

Σοφ. Σολ. 7,18         Να γνωρίσω την αρχήν, το μέσον και το τέλος των χρόνων, την αλλαγήν του ηλιοστασίου και τας μεταβολάς των εποχών του έτους.

Σοφ. Σολ. 7,19     ἐνιαυτῶν κύκλους καὶ ἀστέρων θέσεις,

Σοφ. Σολ. 7,19         Τους κύκλους των ετών και τας θέσεις των αστέρων.

Σοφ. Σολ. 7,20     φύσεις ζῴων καὶ θυμοὺς θηρίων, πνευμάτων βίας καὶ διαλογισμοὺς ἀνθρώπων, διαφορὰς φυτῶν καὶ δυνάμεις ῥιζῶν,

Σοφ. Σολ. 7,20        Τας φύσεις των ζώων, τα ένστικτα των θηρίων τας ορμάς των ανέμων, τους διαλογισμούς των ανθρώπων, τας διαφοράς, που υπάρχουν μεταξύ των φυτών και τας δυνάμεις των ριζών.

Σοφ. Σολ. 7,21     ὅσα τέ ἐστι κρυπτὰ καὶ ἐμφανῆ ἔγνων· ἡ γὰρ πάντων τεχνῖτις ἐδίδαξέ με σοφία.

Σοφ. Σολ. 7,21         Χαρις εις την θείαν σοφίαν εγώ εγνώρισα όλα τα απόκρυφα και φανερά όντα και τας ιδιότητας αυτών. Η σοφία, η οποία εκ του μηδενός εδημιούργησε και κατευθύνει τα πάντα, με εδίδαξε αυτά.

Σοφ. Σολ. 7,22     Ἔστι γὰρ ἐν αὐτῇ πνεῦμα νοερόν, ἅγιον, μονογενές, πολυμερές, λεπτόν, εὐκίνητον, τρανόν, ἀμόλυντον, σαφές, ἀπήμαντον, φιλάγαθον, ὀξύ, ἀκώλυτον, εὐεργετικόν,

Σοφ. Σολ. 7,22        Αυτή δε η σοφία του Θεού έχει πνεύμα απολύτου νοήσεως, άγιον, μοναδικόν στον ουράνιον και επίγειον κόσμον, πολυτρόπων ενεργειών, άϋλον, ευκίνητον, απειρομέγεθες, αμόλυντον, σαφές, απρόσβλητον και άτρωτον από οιανδήποτε ατέλειαν. Διεισδυτικόν, ευεργετικόν, πνεύμα, το οποίον υπερνικά όλα τα εμπόδια και αγαπά πάντοτε το αγαθόν.

Σοφ. Σολ. 7,23     φιλάνθρωπον, βέβαιον, ἀσφαλές, ἀμέριμνον, παντοδύναμον, πανεπίσκοπον καὶ διὰ πάντων χωροῦν πνευμάτων νοερῶν καθαρῶν λεπτοτάτων.

Σοφ. Σολ. 7,23         Αυτό είναι φιλάνθρωπον, σταθερόν, αλάθητον, από καμμίαν δεν πιέζεται μέριμναν, παντοδύναμον, εποπτεύει και κατευθύνει τα πάντα. Εισχωρεί εις όλα τα πνεύματα αγγέλων και ανθρώπων, τα νοερά, τα καθαρά, τα λεπτότατα.

Σοφ. Σολ. 7,24     πάσης γὰρ κινήσεως κινητικώτερον σοφία, διήκει δὲ καὶ χωρεῖ διὰ πάντων διὰ τὴν καθαρότητα·

Σοφ. Σολ. 7,24        Η σοφία έχει την απόλυτον εξ εαυτής κίνησιν, απείρως ανωτέρα από κάθε τι, το οποίον κινείται εις την γην και τον ουρανόν. Χαρις εις την απόλυτον αυτής καθαρότητα εισδύει και προχωρεί δια μέσου όλων των επιγείων και των ουρανίων προσώπων και πραγμάτων.

Σοφ. Σολ. 7,25     ἀτμὶς γάρ ἐστι τῆς τοῦ Θεοῦ δυνάμεως καὶ ἀπόῤῥοια τῆς τοῦ Παντοκράτορος δόξης εἰλικρινής· διὰ τοῦτο οὐδὲν μεμιαμμένον εἰς αὐτὴν παρεμπίπτει.

Σοφ. Σολ. 7,25         Διότι αυτή είναι πνοη, τρόπον τινά, του παντοδυνάμου Θεού, ολοκάθαρον απαύγασμα της δόξης του παντοκράτορας. Δια τούτο τίποτε το μολυσμένον δεν υπεισέρχεται εις αυτήν και δεν την μολύνει.

Σοφ. Σολ. 7,26     ἀπαύγασμα γάρ ἐστι φωτὸς ἀϊδίου καὶ ἔσοπτρον ἀκηλίδωτον τῆς τοῦ Θεοῦ ἐνεργείας καὶ εἰκὼν τῆς ἀγαθότητος αὐτοῦ.

Σοφ. Σολ. 7,26        Αυτή είναι το φωτεινόν απαύγασμα του θείου, αμεταβλήτου, αιωνίου φωτός· ολοκάθαρον κάτοπτρον της ενεργείας του Θεού, είκών και έκφρασις της αγαθότητας του Θεού.

Σοφ. Σολ. 7,27     μία δὲ οὖσα πάντα δύναται καὶ μένουσα ἐν αὐτῇ τὰ πάντα καινίζει καὶ κατὰ γενεὰς εἰς ψυχὰς ὁσίας μεταβαίνουσα φίλους Θεοῦ καὶ προφήτας κατασκευάζει·

Σοφ. Σολ. 7,27         Και ενώ είναι μία μόνον, δύναται να κάμη τα πάντα ως παντοδύναμος. Μένει καθ' εαυτήν αναλλοίωτος και ανακαινίζει τα πάντα. Από γενεάς εις γενεάν μεταβαίνει και ενθρονίζεται εις ψυχάς οσίας. Παιδαγωγεί και μορφώνει φίλους Θεού και προφήτας.

Σοφ. Σολ. 7,28     οὐθὲν γὰρ ἀγαπᾷ ὁ Θεὸς εἰ μὴ τὸν σοφίᾳ συνοικοῦντα.

Σοφ. Σολ. 7,28        Κανένα άλλο λογικόν ον δεν αγαπά ο Θεός, ειμή μόνον εκείνο, το οποίον συγκατοικεί με την θείαν σοφίαν.

Σοφ. Σολ. 7,29     ἔστι γὰρ αὕτη εὐπρεπεστέρα ἡλίου καὶ ὑπὲρ πᾶσαν ἄστρων θέσιν, φωτὶ συγκρινομένη, εὑρίσκεται προτέρα·

Σοφ. Σολ. 7,29        Αυτή είναι ωραιοτέρα και λαμπροτρα από τον ήλιον, ανωτέρα από όλα τα αστρικά σύμπαντα, συγκρινομένη δε προς το φως υπερέχει και προηγείται από αυτό.

Σοφ. Σολ. 7,30     τοῦτο μὲν γὰρ διαδέχεται νύξ, σοφίας δὲ οὐ κατισχύει κακία.

Σοφ. Σολ. 7,30         Διότι το μεν υλικόν φως το διαδέχεται η νύκτα· κανένα όμως σκότος και καμμία σκια κακίας δεν ημπορεί να κυριαρχήση εις την θείαν σοφίαν.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 8- Ο ΦΛΟΓΕΡΟΣ ΠΟΘΟΣ ΤΟΥ ΣΟΛΟΜΩΝΤΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΘΕΙΑ ΣΟΦΙΑ

                                    Ο φλογερός πόθος του Σολομώντα για τη θεία σοφία

Σοφ. Σολ. 8,1       Διατείνει δὲ ἀπὸ πέρατος εἰς πέρας εὐρώστως καὶ διοικεῖ τὰ πάντα χρηστῶς.

Σοφ. Σολ. 8,1           Η θεία σοφία επεκτείνει μετά δυνάμεως την κυριαρχίαν της από το ένα άκρον του κόσμου έως το άλλο, και διοικεί τα πάντα με ευεργετικήν καλωσύνην και αγαθότητα.

Σοφ. Σολ. 8,2       Ταύτην ἐφίλησα καὶ ἐξεζήτησα ἐκ νεότητός μου καὶ ἐζήτησα νύμφην ἀγαγέσθαι ἐμαυτῷ καὶ ἐραστὴς ἐγενόμην τοῦ κάλλους αὐτῆς.

Σοφ. Σολ. 8,2           Αυτήν εγώ ηγάπησα με όλην μου την δύναμιν. Την ανεζήτησα από αυτά ακόμα τα νεανικά μου χρόνια. Επεθύμησα να την λάβω σύζυγόν μου. Εγινα εραστής του κάλλους της.

Σοφ. Σολ. 8,3       εὐγένειαν δοξάζει συμβίωσιν Θεοῦ ἔχουσα, καὶ ὁ πάντων δεσπότης ἠγάπησεν αὐτήν·

Σοφ. Σολ. 8,3           Η αιωνία συμβίωσίς της μετά του Θεού κάμνει να ακτινοβολή η ευγένεια της καταγωγής της. Ο Κυριος και Δεσπότης του σύμπαντος την έχει αγαπήσει προαιωνίως και την αγαπά πάντοτε.

Σοφ. Σολ. 8,4       μύστις γάρ ἐστι τῆς τοῦ Θεοῦ ἐπιστήμης καὶ αἱρετὶς τῶν ἔργων αὐτοῦ.

Σοφ. Σολ. 8,4           Αυτή κατέχει πλήρως εις βάθος και πλάτος την άπειρον γνώσιν του Θεού και χειραγωγεί προς αυτήν τους ανθρώπους. Αυτή επιλέγει τα έργα, τα οποία ο Θεός δημιουργεί.

Σοφ. Σολ. 8,5       εἰ δὲ πλοῦτός ἐστιν ἐπιθυμητὸν κτῆμα ἐν βίῳ, τί σοφίας πλουσιώτερον τῆς τὰ πάντα ἐργαζομένης;

Σοφ. Σολ. 8,5           Εάν ο πλούτος είναι δια τον βίον πολύ επιθυμητόν αγαθόν, πόσω μάλλον η σοφία είναι τιμιώτερον και πολύ περισσότερον επιθυμητόν αγαθόν, η σοφία η οποία κατεργάζεται πάντα τα αγαθά;

Σοφ. Σολ. 8,6       εἰ δὲ φρόνησις ἐργάζεται, τίς αὐτῆς τῶν ὄντων μᾶλλόν ἐστι τεχνῖτις;

Σοφ. Σολ. 8,6           Εάν η διάνοια και η σύνεσις των ανθρώπων εργάζεται αγαθά, πόσω μάλλον η σοφία του Θεού είναι η τεχνίτις, που κατεργάζεται όλα γενικώς τα καλά έργα;

Σοφ. Σολ. 8,7       καὶ εἰ δικαιοσύνην ἀγαπᾷ τις, οἱ πόνοι ταύτης εἰσὶν ἀρεταί· σωφροσύνην γὰρ καὶ φρόνησιν ἐκδιδάσκει, δικαιοσύνην καὶ ἀνδρείαν, ὧν χρησιμώτερον οὐδέν ἐστιν ἐν βίῳ ἀνθρώποις.

Σοφ. Σολ. 8,7           Εάν δε κανείς επιθυμή την κατά το δυνατόν δικαιοσύνην, την αρετήν, ας σκεφθή ότι οι καρποί της σοφίας είναι ακριβώς αι αρεταί. Διότι αυτή διδάσκει την σωφροσύνην και την σύνεσιν, την δικαιοσύνην και την ανδρείαν, αρετάς από τας οποίας δεν υπάρχει τίποτε άλλο χρησιμώτερον στον βίον των ανθρώπων.

Σοφ. Σολ. 8,8       εἰ δὲ καὶ πολυπειρίαν ποθεῖ τις, οἶδε τὰ ἀρχαῖα καὶ τὰ μέλλοντα εἰκάζειν, ἐπίσταται στροφὰς λόγων καὶ λύσεις αἰνιγμάτων, σημεῖα καὶ τέρατα προγινώσκει καὶ ἐκβάσεις καιρῶν καὶ χρόνων.

Σοφ. Σολ. 8,8           Επιθυμεί κανείς πολλήν γνώσιν και πείραν; Ας σκεφθή, ότι η σοφία γνωρίζει τα αρχαία, προβλέπει και προαναγγέλλει τα μέλλοντα, κάτεχε καλώς τους πολυπλόκους και δυσνοήτους λόγους, τας λύσεις των γριφωδών φράσεων. Γνωρίζει ακριβώς και προαναγγέλλει μεγάλα και μικρά, θαυμαστά πάντοτε, γεγονότα. Οπως επίσης διαδοχάς εποχών και χρόνων.

Σοφ. Σολ. 8,9       ἔκρινα τοίνυν ταύτην ἀγαγέσθαι πρὸς συμβίωσιν, εἰδὼς ὅτι ἔσται μοι σύμβουλος ἀγαθῶν καὶ παραίνεσις φροντίδων καὶ λύπης.

Σοφ. Σολ. 8,9           Εκρινα, λοιπόν, εγώ ορθόν και απεφάσισα αυτήν να πάρω ως σύντροφον της ζωής μου, δια να ζήσω μαζή της όλον μου τον βίον, διότι γνωρίζω καλά ότι αυτή θα είναι πολύτιμος σύμβουλός μου εις κάθε καλόν, όπως επίσης θαρραλέα προτροπή και παρηγορία εις τας φροντίδας και τας λύπας της ζωής.

Σοφ. Σολ. 8,10     ἕξω δι᾿ αὐτὴν δόξαν ἐν ὄχλοις καὶ τιμὴν παρὰ πρεσβυτέροις ὁ νέος·

Σοφ. Σολ. 8,10         Χαρις εις αυτήν και δια μέσου αυτής θα αποκτήσω δόξαν μεταξύ του λαού, εκτίμησιν δε και υπόληψιν μεταξύ των πρεσβυτέρων από αυτήν ακόμη την νεότητά μου.

Σοφ. Σολ. 8,11     ὀξὺς εὑρεθήσομαι ἐν κρίσει καὶ ἐν ὄψει δυναστῶν θαυμασθήσομαι·

Σοφ. Σολ. 8,11          Χαρις εις αυτήν θα αποκτήσω οξύτητα διανοίας και ευθύτητα κρίσεως εις τας δίκας, ενώπιον δε των μεγάλων της γης θα είμαι αξιοθαύμαστος.

Σοφ. Σολ. 8,12     σιγῶντά με περιμενοῦσι καὶ φθεγγομένῳ προσέξουσι καὶ λαλοῦντος ἐπί πλεῖον χεῖρα ἐπιθήσουσιν ἐπὶ στόμα αὐτῶν.

Σοφ. Σολ. 8,12         Οταν σιωπώ, θα με περιμένουν να ομιλήσω· και όταν εγώ θα ομιλώ, θα με προσέχουν. Και όταν παρατείνω την ομιλίαν μου επί πολύ, εκείνοι θα θέτουν το χέοι των στο στόμα των, δηλούντες ότι πρέπει όλοι να σιωπήσουν, δια να με ακούσουν.

Σοφ. Σολ. 8,13     ἕξω δι᾿ αὐτὴν ἀθανασίαν καὶ μνήμην αἰώνιον τοῖς μετ᾿ ἐμὲ ἀπολείψω.

Σοφ. Σολ. 8,13         Χαρις εις αυτήν θα αποκτήσω την αθανασίαν και θα αφήσω αιωνίαν μνήμην εις εκείνους, οι οποίοι θα ελθουν υστέρα από εμέ.

Σοφ. Σολ. 8,14     διοικήσω λαούς, καὶ ἔθνη ὑποταγήσεταί μοι·

Σοφ. Σολ. 8,14         Από αυτήν φωτιζόμενος και χειραγωγούμενος θα διοικήσω λαούς, έθνη δε ξένα θα υποταχθούν εις εμέ.

Σοφ. Σολ. 8,15     φοβηθήσονταί με ἀκούσαντες τύραννοι φρικτοί, ἐν πλήθει φανοῦμαι ἀγαθὸς καὶ ἐν πολέμῳ ἀνδρεῖος.

Σοφ. Σολ. 8,15         Φοβεροί δε και σκληροί τύραννοι θα με φοβούνται, και μόνον το όνομά μου όταν ακούουν. Μεταξύ του λαού θα είμαι και θα φαίνομαι ευμενής και ευεργετικός, εις δε τους πολέμους ανδρείος.

Σοφ. Σολ. 8,16     εἰσελθὼν εἰς τὸν οἶκόν μου προσαναπαύσομαι αὐτῇ· οὐ γὰρ ἔχει πικρίαν ἡ συναναστροφή αὐτῆς, οὐδὲ ὀδύνην ἡ συμβίωσις αὐτῆς, ἀλλὰ εὐφροσύνην καὶ χαράν.

Σοφ. Σολ. 8,16         Οταν επιστρέφω στον οίκον μου, θα αναπαύωμαι ειρηνικός και χαρούμενος πλησίον της. Διότι η συναναστροφή με την σοφίαν δεν έχει καμμίαν πικρίαν, και η συμβίωσις με αυτήν δεν προκαλεί καμμίαν λύπην και θλίψιν. Αλλά, τουναντίον, φέρει ευφροσύνην και χαράν.

Σοφ. Σολ. 8,17     ταῦτα λογισάμενος ἐν ἐμαυτῷ καὶ φροντίσας ἐν καρδίᾳ μου ὅτι ἐστιν ἀθανασία ἐν συγγενείᾳ σοφίας

Σοφ. Σολ. 8,17         Αυτά εσκέφθην επανειλημμένως από μέσα μου, και με σοβαρότητα τα εμελέτησα με την διάνοιαν και την καρδίαν μου, ότι δηλαδή εις την μετά της σοφίας ένωσιν και συμβίωσιν υπάρχει η αθανασία,

Σοφ. Σολ. 8,18     καὶ ἐν φιλίᾳ αὐτῆς τέρψις ἀγαθὴ καὶ ἐν πόνοις χειρῶν αὐτῆς πλοῦτος ἀνεκλιπὴς καὶ ἐν συγγυμνασίᾳ ὁμιλίας αὐτῆς φρόνησις καὶ εὔκλεια ἐν κοινωνίᾳ λόγων αὐτῆς, περιῄειν ζητῶν ὅπως λάβω αὐτὴν εἰς ἐμαυτόν.

Σοφ. Σολ. 8,18         εις την φιλίαν της η αγνή τέρψις, στους κόπους των χειρών της ανεξάντλητος ο πλούτος, εις την καλλιέργειαν των μετ' αυτής σχέσεων υπάρχει η σύνεσις, δόξα δε εις την συμμετοχήν και αποδοχήν των λόγων της. Ταύτα, λοιπόν, αφού εσκέφθην εγύριζα και αναζητούσα αυτήν, δια να λάβω ως σύζυγόν μου εις όλον το διάστημα της ζωής μου.

Σοφ. Σολ. 8,19     παῖς δὲ ἤμην εὐφυὴς ψυχῆς τε ἔλαχον ἀγαθῆς,

Σοφ. Σολ. 8,19         Από αυτής ακόμη της παιδικής μου ηλικίας ήμην ευφυής, έλαβα δε ως δώρον από τον Θεόν ψυχήν αγαθήν·

Σοφ. Σολ. 8,20     μᾶλλον δὲ ἀγαθὸς ὢν ἦλθον εἰς σῶμα ἀμίαντον.

Σοφ. Σολ. 8,20        μάλλον δέ, επειδή ακριβώς ήμουν αγαθός, ήλθα εις σώμα άρτιον και ακηλίδωτον.

Σοφ. Σολ. 8,21     γνοὺς δὲ ὅτι οὐκ ἄλλως ἔσομαι ἐγκρατής, ἐὰν μὴ ὁ Θεὸς δῷ -καὶ τοῦτο δ᾿ ἦν φρονήσεως τὸ εἰδέναι τίνος ἡ χάρις- ἐνέτυχον τῷ Κυρίῳ καὶ ἐδεήθην αὐτοῦ καὶ εἶπον ἐξ ὅλης τῆς καρδίας μου.

Σοφ. Σολ. 8,21         Επειδή δε εγνώρισα καλά, ότι δεν είναι δυνατόν κατ' άλλον τρόπον να αποκτήση κανείς την σοφίαν, εάν ο Θεός δεν του την δώση- και αυτό είναι τεκμήριον συνέσεως, το να γνωρίζης από ποιόν προέρχεται αυτή η δωρεά,- επλησίασα τον Κυριον και τον παρεκάλεσα με όλην μου την καρδίαν και είπα·

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 9- ΘΕΡΜΗ ΔΕΗΣΗ ΤΟΥ ΣΟΛΟΜΩΝΤΑ ΠΡΟΣ ΤΟ ΘΕΟ ΓΙΑ ΤΗ ΧΟΡΗΓΗΣΗ ΤΗΣ ΣΟΦΙΑΣ

                                    Θερμή δέηση του Σολομώντα προς το Θεό για τη χορήγηση της σοφίας

Σοφ. Σολ. 9,1       Θεὲ πατέρων καὶ Κύριε τοῦ ἐλέους ὁ ποιήσας τὰ πάντα ἐν λόγῳ σου

Σοφ. Σολ. 9,1           Θεέ των προγόνων μου, Κυριε του ελέους, συ ο οποίος δια μόνου του λόγου σου εδημιούργησες τα σύμπαντα

Σοφ. Σολ. 9,2       καὶ τῇ σοφίᾳ σου κατεσκεύσασας ἄνθρωπον, ἵνα δεσπόζῃ τῶν ὑπὸ σοῦ γενομένων κτισμάτων

Σοφ. Σολ. 9,2           και με την θείαν σου σοφίαν έπλασες τον άνθρωπον, στον οποίον έδωσες το προσόν να είναι κύριος όλων των δημιουργημάτων σου,

Σοφ. Σολ. 9,3       καὶ διέπῃ τὸν κόσμον ἐν ὁσιότητι καὶ δικαιοσύνῃ καὶ ἐν εὐθύτητι ψυχῆς κρίσιν κρίνῃ,

Σοφ. Σολ. 9,3           να επιβλέπη και κυβερνά τον κόσμον με αφοσίωσιν προς σε και με δικαιοσύνην προς τους ανθρώπους και να εκδίδη κατά τας δίκας δικαίας αποφάσεις με ευθύτητα και αντικειμενικότητα καρδίας,

Σοφ. Σολ. 9,4       δός μοι τὴν τῶν σῶν θρόνων πάρεδρον σοφίαν καὶ μή με ἀποδοκιμάσῃς ἐκ παίδων σου.

Σοφ. Σολ. 9,4           δος μου την σοφίαν, η οποία παρακάθεται εις θρόνον κοντά στον ιδικόν σου θρόνον και μη με αποδοκιμάσης από την τάξιν των δούλων σου.

Σοφ. Σολ. 9,5       ὅτι ἐγὼ δοῦλος σὸς καὶ υἱὸς τῆς παιδίσκης σου, ἄνθρωπος ἀσθενὴς καὶ ὀλιγοχρόνιος καὶ ἐλάσσων ἐν συνέσει κρίσεως καὶ νόμων·

Σοφ. Σολ. 9,5           Διότι εγώ είμαι ιδικός σου δούλος, υιός της ιδικής σου δούλης, της μητρός μου. Ανθρωπος αδύνατος, του οποίου ο βίος είναι βραχύς επί της γης, μικρός και αδύνατος εις ορθάς κρίσεις και εις την γνώσιν των ιδικών σου νόμων.

Σοφ. Σολ. 9,6       κἂν γάρ τις ᾖ τέλειος ἐν υἱοῖς ἀνθρώπων, τῆς ἀπὸ σοῦ σοφίας ἀπούσης, εἰς οὐδὲν λογισθήσεται.

Σοφ. Σολ. 9,6           Και εάν, έστω, υπάρξη κανείς τέλειος μεταξύ των άλλων ανθρώπων, όταν από αυτόν απρυσιαζη η σοφία σου, είναι ένα τίποτε ενώπιον σου και ενώπιον των ορθοφρονούντων ανθρώπων.

Σοφ. Σολ. 9,7       σύ με προείλω βασιλέα λαοῦ σου καὶ δικαστὴν υἱῶν σου καί θυγατέρων·

Σοφ. Σολ. 9,7           Συ, με εξέλεξες ως βασιλέα του λαού σου, με κατέστησες δικαστήν μεταξύ των υιών σου και των θυγατέρων σου.

Σοφ. Σολ. 9,8       εἶπας οἰκοδομῆσαι ναὸν ἐν ὄρει ἁγίῳ σου καὶ ἐν πόλει κατασκηνώσεώς σου θυσιαστήριον, μίμημα σκηνῆς ἁγίας, ἣν προητοίμασας ἀπ᾿ ἀρχῆς.

Σοφ. Σολ. 9,8           Συ είπες να ανοικοδομήσω ναόν στο άγιόν σου όρος και θυσιαστήριον εις την πόλιν, όπου έστησες την σκηνήν σου, όμοιον προς την άγιον Σκηνήν του Μαρτυρίου σου, την οποίαν απ' αρχής συ είχες προετοιμάσει.

Σοφ. Σολ. 9,9       καὶ μετὰ σοῦ ἡ σοφία ἡ εἰδυῖα τὰ ἔργα σου καὶ παροῦσα, ὅτε ἐποίεις τὸν κόσμον, καὶ ἐπισταμένη τί ἀρεστὸν ἐν ὀφθαλμοῖς σου καὶ τί εὐθὲς ἐν ἐντολαῖς σου.

Σοφ. Σολ. 9,9           Μαζή με σε είναι πάντοτε η σοφία, η οποία εγνώριζεν απολύτως και γνωρίζει όλα τα έργα σου, και η οποία ήτο παρούσα, όταν συ εκ του μηδενός εδημιουργούσες τον κόομον, και εγνώριζε τι είναι ευάρεστον ενώπιον των οφθαλμών σου και σύμφωνον με τας αγίας εντολάς σου.

Σοφ. Σολ. 9,10     ἐξαπόστειλον αὐτὴν ἐξ ἁγίων οὐρανῶν καὶ ἀπὸ θρόνου δόξης σου πέμψον αὐτήν, ἵνα συμπαροῦσά μοι κοπιάσῃ καὶ γνῶ τί εὐάρεστόν ἐστι παρά σοί.

Σοφ. Σολ. 9,10         Αυτήν, λοιπόν, την θείαν σοφίαν σου στείλε εις εμέ τον δούλον σου από τους αγίους ουρανούς και από τον θρόνον της δόξης σου, δια να ευρίσκεται πάντοτε κοντά μου και κοπιάζη μαζή μου, ώστε εγώ να γνωρίσω ακριβώς τι είναι ευάρεστον ενώπιόν σου.

Σοφ. Σολ. 9,11     οἶδε γὰρ ἐκείνη πάντα καὶ συνίει καὶ ὁδηγήσει με ἐν ταῖς πράξεσί μου σωφρόνως καὶ φυλάξει με ἐν τῇ δόξῃ αὐτῆς·

Σοφ. Σολ. 9,11          Η σοφία σου γνωρίζει τα πάντα και αυτή θα με οδηγήση συνετώς εις τας πορείας του βίου μου. Θα με περιφρουρήση και θα με προστατεύση το φως της ιδικής της δόξης.

Σοφ. Σολ. 9,12     καὶ ἔσται προσδεκτὰ τὰ ἔργα μου, καὶ διακρινῶ τὸν λαόν σου δικαίως καὶ ἔσομαι ἄξιος θρόνων πατρός μου.

Σοφ. Σολ. 9,12         Χαρις εις αυτήν θα είναι ευπρόσδεκτα από σε τα έργα μου. Και εγώ θα κυβερνώ και θα δικάζω τον λαόν σου με δικαιοσύνην. Θα αναδειχθώ άξιος των θρόνων του πατρός μου Δαβίδ.

Σοφ. Σολ. 9,13     τίς γὰρ ἄνθρωπος γνώσεται βουλὴν Θεοῦ; ἢ τίς ἐνθυμηθήσεται τί θέλει ὁ Κύριος;

Σοφ. Σολ. 9,13         Ποιός άνθρωπος είναι εις θέσιν εξ εαυτού να γνωρίση τας βούλας του Θεού; Η ποιός ημπορεί εξ εαυτού να συλλάβη και να κατανοήση το θέλημα του Κυρίου;

Σοφ. Σολ. 9,14     λογισμοὶ γὰρ θνητῶν δειλοί, καὶ ἐπισφαλεῖς αἱ ἐπίνοιαι ἡμῶν.

Σοφ. Σολ. 9,14         Διότι αι σκέψεις των ανθρώπων είναι ταλαντευόμεναι και ασταθείς και αι επινοήσεις της διανοίας μας εσφαλμέναι.

Σοφ. Σολ. 9,15     φθαρτὸν γὰρ σῶμα βαρύνει ψυχήν, καὶ βρίθει τὸ γεῶδες σκῆνος νοῦν πολυφρόντιδα.

Σοφ. Σολ. 9,15         Διότι το φθαρτόν τούτο σώμα μας βαρύνει την ψυχήν και επισκοτίζει την κρίσιν της. Η χωματένια αυτή κατοικία της ψυχής μας καταπονείται με τας πολλάς μερίμνας του νου.

Σοφ. Σολ. 9,16     καὶ μόλις εἰκάζομεν τὰ ἐπὶ γῆς καί τὰ ἐν χερσὶν εὑρίσκομεν μετὰ πόνου· τὰ δὲ ἐν οὐρανοῖς τίς ἐξιχνίασε;

Σοφ. Σολ. 9,16         Μολις δε και μετά βίας διατυπώνομεν εικασίας και συνάγομεν συμπεράσματα δια τα επί της γης πράγματα και φαινόμενα. Μετά κόπου δε και δυσκολίας ευρίσκομεν αυτά, που εξαρτώνται από τα χέρια μας. Τα όσα όμως υπέροχα υπάρχουν επάνω στους ουρανούς, ποιός εκ των ανθρώπων είναι εις θέσιν να εξιχνιάση;

Σοφ. Σολ. 9,17     βουλὴν δέ σου τίς ἔγων, εἰ μὴ σὺ ἔδωκας σοφίαν καὶ ἔπεμψας τὸ ἅγιόν σου πνεῦμα ἀπὸ ὑψίστων;

Σοφ. Σολ. 9,17         Ποιός εγνώρισε την ιδικήν σου βουλήν, ειμή μόνον εκείνος, στον οποίον συ έδωκες σοφίαν και έπεμψες το Αγιόν σου Πνεύμα από τους υψίστους ουρανούς;

Σοφ. Σολ. 9,18     καὶ οὕτως διωρθώθησαν αἱ τρίβοι τῶν ἐπὶ γῆς, καὶ τὰ ἀρεστά σου ἐδιδάχθησαν ἄνθρωποι,

Σοφ. Σολ. 9,18         Ετσι δέ με την ιδικήν σου σοφίαν διωρθώθησαν και διορθώνονται αι πορείαι των ανθρώπων επί της γης. Και οι άνθρωποι δι' αυτής έχουν διδαχθή και διδάσκονται τα ευάρεστα ενώπιόν σου.

Σοφ. Σολ. 9,19     καὶ τῇ σοφίᾳ ἐσώθησαν.

Σοφ. Σολ. 9,19         Με την ιδικήν σου σοφίαν εσώθησαν και θα σωθούν.

 

 

ΚΕΦΑΛΑΙΑ

1

2

3

4

5

6

7

8

9

10

11

12

13

14

15

16

17

18

19