Οι νίκες του Ιούδα κατά των Εδωμιτών και Αμμωνιτών
Α Μακ. 5,1 Καὶ ἐγένετο
ὅτε ἤκουσαν τὰ ἔθνη κυκλόθεν ὅτι
ᾠκοδομήθη τὸ θυσιαστήριον καὶ ἐνεκαινίσθη τὸ
ἁγίασμα ὡς τὸ πρότερον, καὶ ὠργίσθησαν σφόδρα
Α Μακ. 5,1 Οταν τα γύρω από την Ιουδαίαν ειδωλολατρικά έθνη
επληροφορήθησαν, ότι ανοικοδομήθη το θυσιαστήριον των ολοκαυτωμάτων, ότι
έγινεν η αποκατάστασις του ναού, όπως ήτο προηγουμένως και ετελέσθησαν και τα
εγκαίνια αυτού, ωργίσθησαν πάρα πολύ.
Α Μακ. 5,2 καὶ
ἐβουλεύσαντο τοῦ ἆραι τὸ γένος Ἰακώβ τοὺς
ὄντας ἐν μέσῳ αὐτῶν καὶ ἤρξαντο
τοῦ θανατοῦν ἐν τῷ λαῷ καὶ
ἐξαίρειν.
Α Μακ. 5,2 Εσκέφθησαν, λοιπόν, και απεφάσισαν να εξολοθρεύσουν
το γένος των Ισραηλιτών, τους Ιουδαίους, οι οποίοι ευρίσκοντο μεταξύ αυτών.
Ηρχισαν δε και να θανατώνουν πολλούς μεταξύ του λαού και να τους
εξολοθρεύουν.
Α Μακ. 5,3 καὶ
ἐπολέμει Ἰούδας πρὸς τοὺς υἱοὺς
Ἡσαῦ ἐν τῇ Ἰδουμαίᾳ, τὴν
Ἀκραβαττήνην, ὅτι περιεκάθηντο τὸν Ἰσραήλ, καὶ
ἐπάταξεν αὐτοὺς πληγὴν μεγάλην καὶ συνέστειλεν
αὐτοὺς καὶ ἔλαβε τὰ σκῦλα
αὐτῶν.
Α Μακ. 5,3 Ο Ιούδας ήρχισε τον πόλεμόν του εναντίον των
απογόνων του Ησαύ εις την Ιδουμαίαν και συγκεκριμένως εις την Ακραβαττήνην,
διότι εκεί είχον περικλείσει ως εις κλοιόν τους Ισραηλίτας. Εκτύπησεν αυτούς
και τους επέφερε μεγάλην φθοράν, τους εταπείνωσε και επήρε λάφυρα από αυτούς.
Α Μακ. 5,4 καὶ ἐμνήσθη
τῆς κακίας υἱῶν Βαιάν, οἳ ἦσαν τῷ
λαῷ εἰς παγίδα καὶ εἰς σκάνδαλον ἐν τῷ
ἐνεδρεύειν αὐτοὺς ἐν ταῖς
ὁδοῖς·
Α Μακ. 5,4 Ο Ιούδας ενεθυμήθη επίσης την κακότητα των υιών του
Βαιάν, οι οποίοι είχαν καταντήσει παγίς δια τον Ισραηλιτικόν λαόν και
κίνδυνος με τας ενέδρας, τας οποίας έστηναν στους δρόμους εναντίον των Ισραηλιτών.
Α Μακ. 5,5 καὶ
συνεκλείσθησαν ὑπ᾿ αὐτοῦ ἐν τοῖς πύργοις,
καὶ παρενέβαλεν ἐπ᾿ αὐτοὺς καὶ
ἀνεθεμάτισεν αὐτοὺς καὶ ἐνεπύρισε τοὺς
πύργους αὐτῆς ἐν πυρὶ σὺν πᾶσι τοῖς
ἐνοῦσι.
Α Μακ. 5,5 Τους περιεκύκλωσεν στους πύργους των, παρετάχθη εναντίον
αυτών και τους παρέδωσεν στο ανάθεμα. Επειτα δε έθεσε πυρ στους πύργους της
πόλεώς των, κατέκαυσεν αυτούς μαζή με όλους όσοι ευρίσκοντο έντος αυτών.
Α Μακ. 5,6 καὶ διεπέρασεν
ἐπὶ τοὺς υἱοὺς Ἀμμὼν καὶ
εὗρε χεῖρα κραταιὰν καὶ λαὸν πολὺν
καὶ Τιμόθεον ἡγούμενον αὐτῶν·
Α Μακ. 5,6 Επειτα διεπέρασε και ήλθεν εναντίον των Αμμωνιτών.
Εκεί όμως ευρήκεν ισχυράν δύναμιν στρατού και λαόν πολυάριθμον με αρχηγόν
όλων αυτών τον Τιμόθεον.
Α Μακ. 5,7 καὶ συνῆψε
πρὸς αὐτοὺς πολέμους πολλούς, καὶ συνετρίβησαν
πρὸ προσώπου αὐτοῦ, καὶ ἐπάταξεν αὐτούς.
Α Μακ. 5,7 Συνήψε πολλάς μάχας εναντίον αυτών, εκείνοι εν
τέλει συνετρίβησαν ενώπιόν του και αυτός τους κατέκοψε.
Α Μακ. 5,8 καὶ προκατελάβετο
τὴν Ἰαζὴρ καὶ τὰς θυγατέρας αὐτῆς
καὶ ἀνέστρεψεν εἰς τὴν Ἰουδαίαν.
Α Μακ. 5,8 Κατέλαβεν επίσης την πάλιν Ιαζήρ και τας εξαρτωμένας
από αυτήν, ως θυγατέρας της, κώμας και κατόπιν επέστρεψεν εις την Ιουδαίαν.
Οι νίκες κατά των ειδωλολατρών της Γαλιλαίας και της Γαλαάδ
Α Μακ. 5,9 Καὶ
ἐπισυνήχθησαν τὰ ἔθνη τὰ ἐν τῇ
Γαδαὰδ ἐπὶ τὸν Ἰσραὴλ τοὺς
ὄντας ἐπὶ τοῖς ὁρίοις αὐτῶν
τοῦ ἐξᾶραι αὐτούς, καὶ ἔφυγον εἰς
Δάθεμα τὸ ὀχύρωμα.
Α Μακ. 5,9 Τα άλλα ειδωλολατρικά έθνη, τα οποία ευρίσκοντο εις
την περιοχήν Γαλαάδ, συνεκεντρώθησαν και επετέθησαν εναντίον των Ισραηλιτών,
οι οποίοι ευρίσκοντο έντος της χώρας των, δια να τους εξαφανίσουν. Οι
Ιουδαίοι, οι οποίοι ευρίσκοντο εις την περιοχήν Γαλαάδ, κατέφυγον εις ένα
οχυρόν, την Δαθεμα.
Α Μακ. 5,10 καὶ
ἀπέστειλαν γράμματα πρὸς Ἰούδαν καὶ τοὺς
ἀδελφοὺς αὐτοῦ λέγοντες· ἐπισυνηγμένα ἐστὶν
ἐφ᾿ ἡμᾶς τὰ ἔθνη τὰ κύκλῳ
ἡμῶν τοῦ ἐξᾶραι ἡμᾶς
Α Μακ. 5,10 Από εκεί έστειλαν επιστολάς προς τον Ιούδαν και τους
αδελφούς του, προς τους οποίους έγραφαν· “τα ειδωλολατρικά έθνη, τα οποία
ευρίσκονται γύρω μας, έχουν συγκεντρωθή εναντίον μας, δια να μας
εξολοθρεύσουν.
Α Μακ. 5,11 καὶ
ἑτοιμάζονται ἐλθεῖν καὶ προκαταλαβέσθαι τὸ
ὀχύρωμα, εἰς ὃ κατεφύγομεν, καὶ Τιμόθεος
ἡγεῖται τῆς δυνάμεως αὐτῶν·
Α Μακ. 5,11 Ετοιμάζονται να έλθουν και να καταλάβουν το οχύρωμα,
στο οποίον δια λόγους ασφαλείας κατεφύγαμεν. Ο Τιμόθεος δε είναι αρχηγός
αυτού του στρατού.
Α Μακ. 5,12 νῦν οὖν
ἐλθὼν ἐξελοῦ ἡμᾶς ἐκ χειρὸς
αὐτῶν, ὅτι πέπτωκεν ἐξ ἡμῶν πλῆθος,
Α Μακ. 5,12 Τωρα, λοιπόν, έλα, δια να μας γλυτώσης από τα χέρια
αυτών, διότι μέχρι σήμερον ένα πολύ πλήθος ιδικών μας ανθρώπων έχει φονευθή.
Α Μακ. 5,13 καὶ πάντες
οἱ ἀδελφοὶ ἡμῶν οἱ ὄντες ἐν
τοῖς Τωβίου τεθανάτωνται, καὶ ᾐχμαλωτίκασι τὰς
γυναῖκας αὐτῶν καὶ τὰ τέκνα καὶ τὴν
ἀποσκευήν, καὶ ἀπώλεσαν ἐκεῖ ὡσεὶ
μίαν χιλιαρχίαν ἀνδρῶν.
Α Μακ. 5,13 Και όλοι οι αδελφοί μας, οι οποίοι ευρίσκονται εις
την χώραν του Τωβίου, την Τωβ, εφονεύθησαν, αι δε γυναίκες των έχουν απαχθή
αιχμάλωτοι από τους εχθρούς μας, όπως επίσης και τα τέκνα των. Αι περιουσίαι
των έχουν λαφυραγωγηθή και έχασαν εκεί φονευθέντας χιλίους περίπου άνδρας”.
Α Μακ. 5,14 ἔτι αἱ
ἐπιστολαὶ ἀνεγινώσκοντο, καὶ ἰδοὺ
ἄγγελοι ἕτεροι παρεγένοντο ἐκ τῆς Γαλιλαίας
διεῤῥηχότες τὰ ἱμάτια ἀπαγγέλλοντες κατὰ
τὰ ῥήματα ταῦτα λέγοντες
Α Μακ. 5,14 Ενῷ ακόμη ανεγινώσκοντο αυταί αι επιστολαί,
ιδού κατέφθασαν άλλοι αγγελιαφόροι από την Γαλιλαίαν με διερρηγμένα τα ιμάτιά
των και οι οποίοι έφερον παρομοίας προς τας ανωτέρω δυσαρέστους ειδήσεις και
έλεγαν·
Α Μακ. 5,15 ἐπισυνῆχθαι
ἐπ᾿ αὐτοὺς ἐκ Πτολεμαΐδος καὶ Τύρου
καὶ Σιδῶνος καὶ πάσης Γαλιλαίας ἀλλοφύλων τοῦ
ἐξαναλῶσαι ἡμᾶς.
Α Μακ. 5,15 “Εχουν συγκεντρωθή από την Πτολεμαΐδα, την Τυρον, την
Σιδώνα και από όλην την Γαλιλαίαν των ειδωλολατρικών εθνών άνδρες πολεμισταί,
δια να μας εξολοθρεύσουν”.
Α Μακ. 5,16 ὡς δὲ
ἤκουσεν Ἰούδας καὶ ὁ λαὸς τοὺς λόγους
τούτους, ἐπισυνήχθη ἐκκλησία μεγάλη βουλεύσασθαι τί ποιήσωσι
τοῖς ἀδελφοῖς αὐτῶν, τοῖς οὖσιν
ἐν θλίψει καὶ πολεμουμένοις ὑπ᾿ αὐτῶν.
Α Μακ. 5,16 Οταν ο Ιούδας και ο Ισραηλιτικός λαός ήκουσαν τας
ειδήσεις αυτάς, συνηθροίσθησαν εις μεγάλην συγκέντρωσιν, δια να σκεφθούν και
αποφασίσουν, τι πρέπει να κάμουν υπέρ των αδελφών των αυτών, οι οποίοι
ευρίσκοντο εις τόσον μεγάλην θλίψιν πολεμούμενοι από τους εχθρούς των.
Α Μακ. 5,17 καὶ εἶπεν
Ἰούδας Σίμωνι τῷ ἀδελφῷ αὐτοῦ·
ἐπίλεξον σεαυτῷ ἄνδρας καὶ πορεύου καὶ
ῥῦσαι τοὺς ἀδελφούς σου τοὺς ἐν τῇ
Γαλιλαίᾳ· ἐγὼ δὲ καὶ Ἰωνάθαν ὁ
ἀδελφός μου πορευσόμεθα εἰς τὴν Γαλααδῖτιν.
Α Μακ. 5,17 Ο Ιούδας είπεν στον αδελφόν του τον Σιμωνα· “διάλεξε
και πάρε υπό την αρχηγίαν σου εκλεκτούς πολεμιστάς άνδρας και πήγαινε να
γλυτώσης τους αδελφούς σου, που ευρίσκονται εις την Γαλιλαίαν. Εγώ δε και ο
Ιωνάθαν ο αδελφός μου θα μεταβώμεν εις την χώραν Γαλαάδ”.
Α Μακ. 5,18 καὶ κατέλιπεν
Ἰώσηφον τὸν τοῦ Ζαχαρίου καὶ Ἀζαρίαν
ἡγουμένους τοῦ λαοῦ μετὰ τῶν ἐπιλοίπων
τῆς δυνάμεως ἐν τῇ Ἰουδαίᾳ εἰς τήρησιν
Α Μακ. 5,18 Αφήκε δε ο Ιούδας τον Ιώσηφον, υιόν του Ζαχαρίου, και
τον Αζαρίαν αρχηγούς του λαού, ίνα με την υπόλοιπον στρατιωτικήν δύναμιν
περιφρουρούν την Ιουδαίαν από ενδεχομένας επιθέσεις των εχθρών.
Α Μακ. 5,19 καὶ
ἐνετείλατο αὐτοῖς λέγων· πρόστητε τοῦ λαοῦ
τούτου καὶ μὴ συνάψητε πόλεμον πρὸς τὰ ἔθνη
ἕως τοῦ ἐπιστρέψαι ἡμᾶς.
Α Μακ. 5,19 Τους έδωσε δε και αυτήν την εντολήν και είπε· “Θα
είσθε οι αρχηγοί του λαού τούτου. Προσέχετε όμως να μη κινήσετε πόλεμον
εναντίον των ειδωλολατρικών εθνών, μέχρις ότου επιστρέψωμεν ημείς”.
Α Μακ. 5,20 καὶ
ἐμερίσθησαν Σίμωνι ἄνδρες τρισχίλιοι τοῦ πορευθῆναι
εἰς τὴν Γαλιλαίαν, Ἰούδᾳ δὲ ἄνδρες
ὀκτακισχίλιοι εἰς τὴν Γαλααδῖτιν.
Α Μακ. 5,20 Διεμοιράσθη δε η στρατιωτική δύναμις των ανδρών και
εις μεν τον Σιμωνα εδόθησαν τρεις χιλιάδες άνδρες, δια να μεταβή εις την
Γαλιλαίαν, εις δε τον Ιούδαν εδόθησαν οκτώ χιλιάδες άνδρες, δια να
εκστρατευση εις την χώραν Γαλαάδ.
Α Μακ. 5,21 καὶ ἐπορεύθη
Σίμων εἰς τὴν Γαλιλαίαν καὶ συνῆψε πολέμους
πολλοὺς πρὸς τὰ ἔθνη, καὶ συνετρίβη τὰ
ἔθνη ἀπὸ προσώπου αὐτοῦ,
Α Μακ. 5,21 Ο Σιμων εβάδισεν εναντίον της Γαλιλαίας, έκαμε
πολλούς πολέμους εναντίον των ειδωλολατρικών εθνών, τα δε ειδωλολατρικά έθνη
συνετρίβησαν ενώπιόν του.
Α Μακ. 5,22 καὶ ἐδίωξεν
αὐτοὺς ἕως τῆς πύλης Πτολεμαΐδος. καὶ
ἔπεσον ἐκ τῶν ἐθνῶν εἰς τρισχιλίους
ἄνδρας, καὶ ἔλαβε τὰ σκῦλα αὐτῶν.
Α Μακ. 5,22 Ο Σιμων τους κατεδίωξεν έως εις τας πύλας της
Πτολεμαΐδος. Επεσαν δε από τα ειδωλολατρικά έθνη τρεις περίπου χιλιάδες
άνδρες και επήρε τα λάφυρα αυτών.
Α Μακ. 5,23 καὶ παρέλαβε
τοὺς ἐν τῇ Γαλιλαίᾳ καὶ ἐν
Ἀρβάττοις σὺν ταῖς γυναιξὶ καὶ τοῖς
τέκνοις καὶ πάντα, ὅσα ἦν αὐτοῖς, καὶ
ἤγαγεν εἰς τὴν Ἰουδαίαν μετ᾿ εὐφροσύνης
μεγάλης.
Α Μακ. 5,23 Ο δε Σιμων επήρε τους Ιουδαίους, που ευρίσκοντο εις
την Γαλιλαίαν και εις Αρβαττα, μαζή με τας γυναίκας και τα τέκνα των και με
όλα τα υπάρχοντά των, και τους έφερεν εις την Ιουδαίαν με μεγάλην χαράν και
αγαλλίασιν.
Α Μακ. 5,24 καὶ Ἰούδας
ὁ Μακκαβαῖος καὶ Ἰωνάθαν ὁ ἀδελφὸς
αὐτοῦ διέβησαν τὸν Ἰορδάνην καὶ
ἐπορεύθησαν ὁδὸν τριῶν ἡμερῶν ἐν
τῇ ἐρήμῳ.
Α Μακ. 5,24 Εν τω μεταξύ και ο Ιούδας ο Μακκαβαίος μαζή με τον
αδελφόν του τον Ιωνάθαν διεπέρασαν τον Ιορδάνην ποταμόν και επορεύθησαν εις
κάποιαν έρημον, δρόμον τριών ημέρων.
Α Μακ. 5,25 καὶ συνήντησαν
τοῖς Ναβαταίοις, καὶ ἀπήντησαν αὐτοῖς
εἰρηνικῶς καὶ διηγήσαντο αὐτοῖς ἅπαντα
τὰ συμβάντα τοῖς ἀδελφοῖς αὐτῶν ἐν
τῇ Γαλααδίτιδι.
Α Μακ. 5,25 Εκεί συνήντησαν τους Ναβαταίους, οι οποίοι τους
υπεδέχθησαν ειρηνικώς, και διηγήθησαν εις αυτούς όλα τα γεγονότα, τα οποία
συνέβησαν στους αδελφούς των εις την χώραν Γαλαάδ·
Α Μακ. 5,26 καὶ ὅτι
πολλοὶ ἐξ αὐτῶν συνειλημμένοι εἰσὶν
εἰς Βόσοῤῥα καὶ Βοσόρ, ἐν Ἀλέμοις,
Χασφώρ, Μακὲδ καὶ Καρναΐν, πᾶσαι αἱ πόλεις
αὗται ὀχυραὶ καὶ μεγάλαι·
Α Μακ. 5,26 και ότι πολλοί από αυτούς είναι κλεισμένοι εις Βοσορρα
και Βοσόρ, εις Αλέμους, Χασφώρ, Μακέδ και Καρναΐν. Αυταί ήσαν πόλεις μεγάλαι
και οχυραί.
Α Μακ. 5,27 καὶ ἐν
ταῖς λοιπαῖς πόλεσι τῆς Γαλααδίτιδός εἰσι
συνειλημμένοι καὶ εἰς αὔριον τάσσονται παρεμβάλλειν
ἐπὶ τὰ ὀχυρώματα καὶ καταλαβέσθαι καὶ
ἐξᾶραι πάντας τούτους ἐν ἡμέρᾳ μιᾷ.
Α Μακ. 5,27 “Και εις τας άλλας πόλεις της χώρας Γαλαάδ είναι
κλεισμένοι Ιουδαίοι, οι δε εχθροί των ετοιμάζονται να κτυπήσουν αύριον τας
οχυράς αυτάς πόλεις, να τας καταλάβουν και να εξολοθρεύσουν όλους αυτούς, οι
οποίοι ευρίσκονται εις τας πόλεις αυτάς εις μίαν και μόνην ημέραν”.
Α Μακ. 5,28 καὶ
ἀπέστρεψεν Ἰούδας καὶ ἡ παρεμβολὴ
αὐτοῦ ὁδὸν εἰς τὴν ἔρημον
Βόσοῤῥα ἄφνω· καὶ κατελάβετο τὴν πόλιν
καὶ ἀπέκτεινε πᾶν ἀρσενικὸν ἐν στόματι
ῥομφαίας καὶ ἔλαβε πάντα τὰ σκῦλα
αὐτῶν καὶ ἐνέπρησεν αὐτὴν πυρί.
Α Μακ. 5,28 Κατόπιν των πληροφοριών αυτών ο Ιούδας και ο στρατός
του ήλλαξαν κατεύθυνσιν, εστράφησαν προς την έρημον και ενεφανίσθησαν
αιφνιδίως εμπρός εις Βοσορα. Κατέλαβον την πόλιν και επέρασαν εν στόματι
μαχαίρας όλα τα αρσενικά, επήραν όλα τα λάφυρα των κατοίκων της πόλεως και
παρέδωσαν στο πυρ την πόλιν.
Α Μακ. 5,29 καὶ
ἀπῇρεν ἐκεῖθεν νυκτός, καὶ ἐπορεύετο
ἕως ἐπὶ τὸ ὀχύρωμα·
Α Μακ. 5,29 Από εκεί εν καιρώ νυκτός ανεχώρησεν ο Ιούδας και
εβάδισε προς το οχυρόν το λεγόμενον Δαθεμα.
Α Μακ. 5,30 καὶ ἐγένετο
ἑωθινῇ ᾖραν τοὺς ὀφθαλμοὺς
αὐτῶν καὶ ἰδοὺ λαὸς πολύς, οὗ
οὐκ ἦν ἀριθμός, αἴροντες κλίμακας καὶ
μηχανὰς καταλαβέσθαι τὸ ὀχύρωμα καὶ ἐπολέμουν
αὐτούς.
Α Μακ. 5,30 Κατά την πρωΐαν εσήκωσαν τα μάτια των οι στρατιώται
του Ιούδα του Μακκαβαίου και είδαν πολύν εχθρικόν στρατόν, του οποίου δεν ήτο
δυνατόν να υπολογισθή ο αριθμός. Αυτοί, λοιπόν, έφεραν κλίμακας και
πολιορκητικάς μηχανάς και επεχείρουν να καταλάβουν το οχυρωμα. Επολεμούσαν
εναντίον των Ιουδαίων, που ήσαν κλεισμένοι εις αυτό.
Α Μακ. 5,31 καὶ εἶδεν
Ἰούδας ὅτι ἦρκται ὁ πόλεμος καὶ ἡ
κραυγὴ τῆς πόλεως ἀνέβη εἰς τὸν
οὐρανὸν σάλπιγξι καὶ φωνῇ μεγάλῃ,
Α Μακ. 5,31 Οταν ο Ιούδας ο Μακκαβαίος είδεν ότι είχεν αρχίσει η μάχη
και ότι η κραυγή των Ιουδαίων, που ευρίσκοντο στο οχύρωμα, ήτο τόσον μεγάλη,
ώστε μαζή με τον ήχον των σαλπίγγων έφθαναν έως στον ουρανόν,
Α Μακ. 5,32 καὶ εἶπε
τοῖς ἀνδράσι τῆς δυνάμεως· πολεμήσατε σήμερον
ὑπὲρ τῶν ἀδελφῶν ὑμῶν.
Α Μακ. 5,32 είπεν στους άνδρας της δυνάμεώς του “πολεμήσατε
σήμερον υπέρ των αδελφών μας”.
Α Μακ. 5,33 καὶ
ἐξῆλθεν ἐν τρισὶν ἀρχαῖς ἐξόπισθεν
αὐτῶν, καὶ ἐσάλπισαν ταῖς σάλπιγξι καὶ
ἐβόησαν ἐν προσευχῇ.
Α Μακ. 5,33 Ο Ιούδας ο Μακκαβαίος επροχώρησε με τα τρία σώματα του
στρατού του όπισθεν από τους εχθρούς. Κατόπιν οι Ιουδαίοι εσάλπισαν με τας
σάλπιγγάς των και προσηυχήθησαν με φωνήν μεγάλην προς τον Θεόν.
Α Μακ. 5,34 καὶ ἐπέγνω
ἡ παρεμβολὴ Τιμοθέου ὅτι Μακκαβαῖός ἐστι,
καὶ ἔφυγον ἀπὸ προσώπου αὐτοῦ, καὶ
ἐπάταξεν αὐτοὺς πληγὴν μεγάλην, καὶ
ἔπεσον ἐξ αὐτῶν ἐν ἐκείνῃ τῇ
ἡμέρᾳ εἰς ὀκτακισχιλίους ἄνδρας.
Α Μακ. 5,34 Αμέσως δε μόλις ο στρατός του Τιμοθέου αντελήφθη, ότι
ο Ιούδας ο Μακκαβαίος είναι ο πολεμών αυτούς, κατελήφθησαν από φόβον και
έφυγον από εμπρός του. Ο δε Ιούδας ο Μακκαβαίος με τους στρατιώτας του
επέφερεν μεγάλην φθοράν εις αυτούς. Επεσαν από αυτούς κατ' εκείνην την ημέραν
οκτώ χιλιάδες άνδρες.
Α Μακ. 5,35 καὶ
ἀπέκλινεν εἰς Μααφὰ καὶ ἐπολέμησεν
αὐτὴν καὶ προκατελάβετο αὐτὴν καὶ
ἀπέκτεινε πᾶν ἀρσενικὸν αὐτῆς καὶ
ἔλαβε τὰ σκῦλα αὐτῆς καὶ ἐνέπρησεν
αὐτὴν πυρί.
Α Μακ. 5,35 Από εκεί ο Ιούδας εστράφη και επορεύθη εις Μααφά,
επολέμησε την πόλιν, την κατέλαβε και εφόνευσεν όλα τα αρσενικά αυτής, επήρε
τα λάφυρά της και την παρέδωσεν στο πυρ.
Α Μακ. 5,36 ἐκεῖθεν
ἀπῇρε καὶ προκατελάβετο τὴν Χασφών, Μακέδ,
Βοσὸρ καὶ τὰς λοιπὰς πόλεις τῆς Γαλααδίτιδος.
Α Μακ. 5,36 Από εκεί ανεχώρησε και κατέλαβε την Χασφών, την Μακέδ,
την Βοσόρ και όλας τας άλλας πόλεις της χώρας Γαλαάδ.
Α Μακ. 5,37 μετὰ δὲ
τὰ ῥήματα ταῦτα συνήγαγε Τιμόθεος παρεμβολὴν
ἄλλην καὶ παρενέβαλε κατὰ πρόσωπον Ῥαφὼν
ἐκ πέραν τοῦ χειμάῤῥου.
Α Μακ. 5,37 Επειτα από όλα αυτά τα γεγονότα ο Τιμόθεος
συνεκέντρωσε νέαν στρατιωτικήν δύναμιν και εστρατοπέδευσεν απέναντι της
Ραφών, πέραν από κάποιον χείμαρρον.
Α Μακ. 5,38 καὶ ἀπέστειλεν
Ἰούδας κατασκοπεῦσαι τὴν παρεμβολήν, καὶ
ἀπήγγειλαν αὐτῷ λέγοντες· ἐπισυνηγμένα
εἰσὶ πρὸς αὐτοὺς πάντα τὰ ἔθνη
τὰ κύκλῳ ἡμῶν, δύναμις πολλὴ σφόδρα·
Α Μακ. 5,38 Ο Ιούδας έστειλε μερικούς άνδρας, δια να
κατασκοπεύσουν τα του στρατεύματος και τον πληροφορήσουν σχετικώς. Εκείνοι οι
άνδρες επέστρεψαν και του ανήγγειλαν τα εξής λέγοντες· “όλα τα γύρω από ημάς
ειδωλολατρικά έθνη έχουν συγκεντωθή εναντίον μας σχηματίσαντα μεγάλην
στρατιωτικήν δύναμιν.
Α Μακ. 5,39 καὶ Ἄραβας
μεμίσθωνται εἰς βοήθειαν αὐτοῖς καὶ παρενέβαλον πέραν
τοῦ χειμάῤῥου ἕτοιμοι τοῦ ἐλθεῖν
ἐπὶ σὲ εἰς πόλεμον. καὶ ἐπορεύθη
Ἰούδας εἰς συνάντησιν αὐτῶν.
Α Μακ. 5,39 Εχουν μάλιστα πάρει ως μισθοφόρους Αραβας, δια να τους
βοηθήσουν και είναι στρατοπεδευμένοι πέραν από τον χείμαρρον, έτοιμοι να
έλθουν εναντίον σου εις πολεμικήν σύρραξιν”. Ο Ιούδας εξήλθε προς πόλεμον
εναντίον των.
Α Μακ. 5,40 καὶ εἶπε
Τιμόθεος τοῖς ἄρχουσι τῆς δυνάμεως αὐτοῦ
ἐν τῷ ἐγγίζειν Ἰούδαν καὶ τὴν
παρεμβολὴν αὐτοῦ ἐπὶ τὸν
χειμάῤῥουν τοῦ ὕδατος· ἐὰν
διαβῇ πρὸς ἡμᾶς πρότερος, οὐ δυνησόμεθα
ὑποστῆναι αὐτόν, ὅτι δυνάμενος δυνήσεται πρὸς
ἡμᾶς·
Α Μακ. 5,40 Είπε τότε ο Τιμόθεος προς τους αρχηγούς της
στρατιωτικής του δυνάμεως, “όταν ο Ιούδας με την στρατιωτικήν του δύναμιν
πλησιάση εις τον χείμαρρον, εάν μεν διαπεράση προς ημάς πρώτος, δεν θα
ημπορέσωμεν να υπομείνωμεν την επίθεσίν του, διότι, ισχυρός, καθώς είναι, θα
υπερισχύση ασφαλώς εναντίον μας.
Α Μακ. 5,41 ἐὰν δὲ
δειλωθῇ καὶ παρεμβάλῃ πέραν τοῦ ποταμοῦ,
διαπεράσομεν πρὸς αὐτὸν καὶ δυνησόμεθα πρὸς
αὐτόν.
Α Μακ. 5,41 Εάν όμως δειλιάση, μείνη και παραταχθή πέραν από τον
χείμαρρον, θα διαβώμεν ημείς προς αυτόν και ασφαλώς θα υπερισχύσωμεν εναντίον
του”.
Α Μακ. 5,42 ὡς δὲ
ἤγγισεν Ἰούδας ἐπὶ τὸν χειμάῤῥουν
τοῦ ὕδατος, ἔστησε τοὺς γραμματεῖς τοῦ
λαοῦ ἐπὶ τοῦ χειμάῤῥου καὶ ἐνετείλατο
αὐτοῖς λέγων· μὴ ἀφῆτε πάντα
ἄνθρωπον παρεμβαλεῖν, ἀλλ᾿ ἐρχέσθωσαν πάντες
εἰς τὸν πόλεμον.
Α Μακ. 5,42 Ο Ιούδας, όταν έφθασεν εις την κοίτην του χειμάρρου,
ετοποθέτησε κατά διαστήματα πλησίον της όχθης τους γραμματείς του στρατού και
τους διέταξε λέγων· “μη αφήσετε κανένα στρατιώτην να αποθέση τον οπλισμόν του
και στρατοπεδεύση, αλλά όλοι ας έλθουν έτοιμοι προς πόλεμον”.
Α Μακ. 5,43 καὶ διεπέρασεν
ἐπ᾿ αὐτοὺς πρότερος καὶ πᾶς ὁ
λαὸς ὄπισθεν αὐτοῦ, καὶ συνετρίβησαν πρὸ
προσώπου αὐτοῦ πάντα τὰ ἔθνη καὶ
ἔῤῥιψαν τὰ ὅπλα αὐτῶν καὶ
ἔφυγον εἰς τὸ τέμενος ἐν Καρναΐν.
Α Μακ. 5,43 Διεπέρασε δε πρώτος ο Ιούδας τον ποταμόν βαδίζων
εναντίον του εχθρού. Ολος δε ο στρατός τον ακολουθούσε. Κατά την μάχην
συνετρίβησαν ενώπιόν του όλα τα ειδωλολατρικά έθνη, έρριψαν κατά γης τα όπλα
των και πανικόβλητα κατέφυγαν στον ειδωλολατρικόν ναόν εις Καρναΐν.
Α Μακ. 5,44 καὶ προκατελάβοντο
τὴν πόλιν καὶ τὸ τέμενος ἐνεπύρισαν ἐν
πυρὶ σὺν πᾶσι τοῖς ἐν αὐτῷ·
καὶ ἐτροπώθη ἡ Καρναΐν, καὶ οὐκ ἐδύναντο
ἔτι ὑποστῆναι κατὰ πρόσωπον Ἰούδα.
Α Μακ. 5,44 Οι Ιουδαίοι κατέλαβαν την πόλιν αυτήν, παρέδωκαν στο
πυρ τον ναόν με όλους εκείνους, οι οποίοι ευρίσκοντο έντος αυτού. Ετσι η
Καρναΐν κατετροπώθη και εξηυτελίσθη και δεν ημπόρεσε να αντισταθή ενώπιον του
Ιούδα.
Α Μακ. 5,45 καὶ συνήγαγεν Ἰούδας
πάντα Ἰσραὴλ τοὺς ἐν τῇ Γαλααδίτιδι
ἀπὸ μικροῦ ἕως μεγάλου καὶ τὰς
γυναῖκας αὐτῶν καὶ τὰ τέκνα αὐτῶν
καὶ τὴν ἀποσκευήν, παρεμβολὴν μεγάλην σφόδρα,
ἐλθεῖν εἰς γῆν Ἰούδα.
Α Μακ. 5,45 Επειτα συνεκέντρωσεν ο Ιούδας όλους τους Ισραηλίτας,
που ευρίσκοντο εις την χώραν Γαλαάδ, από μικρού μέχρι μεγάλου, και τας
γυναίκας των και τα παιδιά των και την περιουσίαν των, πλήθος μεγάλο λαού,
δια να οδηγήση όλους αυτούς εις την χώραν της Ιουδαίας.
Α Μακ. 5,46 καὶ ἦλθον
ἕως Ἐφρών, καὶ αὕτη ἡ πόλις μεγάλη ἐπὶ
τῆς εἰσόδου ὀχυρὰ σφόδρα, οὐκ ἦν
ἐκκλῖναι ἀπ᾿ αὐτῆς δεξιὰν ἢ
ἀριστεράν, ἀλλ᾿ ἢ διὰ μέσου αὐτῆς
πορεύεσθαι·
Α Μακ. 5,46 Οι Ιουδαίοι έφθασαν εις την Εφρών, πόλιν μεγάλην και
καλώς ωχυρωμένην, η οποία ευρίσκετο εις την είσοδον της χώρας των. Δεν
ημπορούσε δε κανείς να παρεκκλίνη δεξιά η αριστερά από αυτήν, δια να εισέλθη
εις την χώραν, αλλ' ήτο υποχρεωμένος να βαδίση δια μέσου αυτής.
Α Μακ. 5,47 καὶ
ἀπέκλεισαν αὐτοὺς οἱ ἐκ τῆς πόλεως
καὶ ἐνέφραξαν τὰς πύλας λίθοις.
Α Μακ. 5,47 Οι κάτοικοι της πόλεως αυτής ηρνήθησαν να επιτρέψουν
δίοδον στους Ιουδαίους, έφραξαν δε και τας πύλας της πόλεώς των με λίθους.
Α Μακ. 5,48 καὶ
ἀπέστειλε πρὸς αὐτοὺς Ἰούδας λόγοις
εἰρηνικοῖς λέγων· διελευσόμεθα διὰ τῆς γῆς
σου τοῦ ἀπελθεῖν εἰς τὴν γῆν
ἡμῶν, καὶ οὐδεὶς κακοποιήσει ὑμᾶς,
πλὴν τοῖς ποσὶ παρελευσόμεθα· καὶ οὐκ
ἠβούλοντο ἀνοῖξαι αὐτῷ.
Α Μακ. 5,48 Ο Ιούδας απέστειλε προς αυτούς αγγελιαφόρους με
ειρηνικάς προτάσεις ειπών· “ημείς θα διέλθωμεν απλώς δια μέσου της χώρας σας,
δια να μεταβώμεν εις την πατρίδα μας. Κανείς δεν θα σας βλάψη ούτε επ'
ελάχιστον. Ζητούμεν απλώς να περάσωμεν πεζή δια μέσου της πόλεως σας”. Οι
κάτοικοι όμως δεν ηθέλησαν να ανοίξουν εις αυτόν τας πύλας.
Α Μακ. 5,49 καὶ ἐπέταξεν
Ἰούδας κηρῦξαι ἐν τῇ παρεμβολῇ τοῦ
παρεμβαλεῖν ἕκαστον ἐν ᾧ ἐστι τόπῳ·
Α Μακ. 5,49 Τοτε ο Ιούδας διέταξε να κοινοποιήσουν στο στρατόπεδον
την διαταγήν του, όπως καταλάβη ο κάθε στρατιώτης την θέσιν όπου ευρίσκεται,
έτοιμος προς μάχην.
Α Μακ. 5,50 καὶ παρενέβαλον
οἱ ἄνδρες τῆς δυνάμεως, καὶ ἐπολέμησαν
τὴν πόλιν ὅλην τὴν ἡμέραν ἐκείνην καὶ
ὅλην τὴν νύκτα, καὶ παρεδόθη ἡ πόλις ἐν
χερσὶν αὐτοῦ.
Α Μακ. 5,50 Οι άνδρες του στρατού του επήραν τας θέσεις των και
επολέμησαν την πόλιν καθ' όλην την ημέραν εκείνην και όλην την νύκτα. Τέλος η
πόλις παρεδόθη εις τα χέρια των.
Α Μακ. 5,51 καὶ ἀπώλεσε
πᾶν ἀρσενικὸν ἐν στόματι ῥομφαίας καὶ
ἐξεῤῥίζωσεν αὐτὴν καὶ ἔλαβε
τὰ σκῦλα αὐτῆς καὶ διῆλθε διὰ
τῆς πόλεως ἐπάνω τῶν ἀπεκταμμένων.
Α Μακ. 5,51 Ο Ιούδας διέταξε και επέρασαν εν στόματι μαχαίρας όλα
τα αρσενικά, εξερρίζωσεν από τα θεμέλιά της την πόλιν, επήρε τα λάφυρά της
και επέρασε δια μέσου της πόλεως, πατών επάνω εις τα πτώματα των φονευθέντων.
Α Μακ. 5,52 καὶ διέβησαν
τὸν Ἰορδάνην εἰς τὸ πεδίον τὸ μέγα κατὰ
πρόσωπον Βαιθσάν.
Α Μακ. 5,52 Προχωρούντες επέρασαν τον Ιορδάνην ποταμόν, έφθασαν εις
την μεγάλην πεδιάδα, η οποία ευρίσκετο εμπρός από την Βαιθσάν.
Α Μακ. 5,53 καὶ ἦν
Ἰούδας ἐπισυνάγων τοὺς ἐσχατίζοντας καὶ
παρακαλῶν τὸν λαὸν κατὰ πᾶσαν τὴν
ὁδόν, ἕως οὗ ἦλθον εἰς γῆν Ἰούδα.
Α Μακ. 5,53 Ο Ιούδας ήτο εις την οπισθοφυλακήν περιμαζεύων τους
βραδυπορούντας Ιουδαίους και ενισχύων τον λαόν ηθικώς καθ' όλην την πορείαν
του, μέχρις ότου έφθασαν εις την χώραν της Ιουδαίας.
Α Μακ. 5,54 καὶ ἀνέβησαν
εἰς τὸ ὄρος Σιὼν ἐν εὐφροσύνῃ
καὶ χαρᾷ καὶ προσήγαγον ὁλοκαυτώματα, ὅτι
οὐκ ἔπεσεν ἐξ αὐτῶν οὐθεὶς ἕως
τοῦ ἐπιστρέψαι ἐν εἰρήνῃ.
Α Μακ. 5,54 Εισήλθον εις την Ιερουσαλήμ, ανέβησαν στο όρος Σιών με
μεγάλην αγαλλίασιν και χαράν και προσέφεραν ολοκαυτώματα, ευχαριστούντες τον
Θεόν, διότι κανείς από αυτούς δεν έπεσε κατά την εκστρατείαν αυτήν, αλλά όλοι
επανήλθαν σώοι.
Α Μακ. 5,55 Καὶ ἐν
ταῖς ἡμέραις, αἷς ἦν Ἰούδας καὶ
Ἰωνάθαν ἐν τῇ Γαλαὰδ καὶ Σίμων ὁ
ἀδελφὸς αὐτοῦ ἐν τῇ Γαλιλαίᾳ
κατὰ πρόσωπον Πτολεμαΐδος,
Α Μακ. 5,55 Κατά το διάστημα όμως, κατά το οποίον ευρίσκοντο ο μεν
Ιούδας και ο Ιωνάθαν εις την Γαλαάδ, ο δε αδελφός των ο Σιμων εις την
Γαλιλαίαν πλησίον της Πτολεμαΐδος,
Α Μακ. 5,56 ἤκουσεν
Ἰωσὴφ ὁ τοῦ Ζαχαρίου καὶ Ἀζαρίας
ἄρχοντες τῆς δυνάμεως τῶν ἀνδραγαθιῶν καὶ
τοῦ πολέμου, οἷα ἐποίησαν,
Α Μακ. 5,56 επληροφορήθησαν ο Ιωσήφ ο υιός του Ζαχαρίου και ο
Αζαρίας οι αρχηγοί της στρατιωτικής δυνάμεως της εν Ιερουσαλήμ,
επληροφορήθησαν τα ανδραγαθήματα, τα οποία έκαμαν οι αδελφοί Μακκαβαίοι και
τους νικηφόρους πολέμους, τους οποίους συνήψαν,
Α Μακ. 5,57 καὶ
εἶπε· ποιήσωμεν καὶ αὐτοὶ ἑαυτοῖς
ὄνομα καὶ πορευθῶμεν πολεμῆσαι πρὸς τὰ
ἔθνη τὰ κύκλῳ ἡμῶν.
Α Μακ. 5,57 και είπαν με ματαιοδοξίαν· “ας καταστήσωμεν και ημείς
το όνομα μας ένδοξον και προς τούτο ας εξέλθωμεν να πολεμήσωμεν τα γύρω μας
ειδωλολατρικά έθνη”.
Α Μακ. 5,58 καὶ παρήγγειλαν
τοῖς ἀπὸ τῆς δυνάμεως τῆς μετ᾿
αὐτῶν, καὶ ἐπορεύθησαν ἐπὶ
Ἰάμνειαν.
Α Μακ. 5,58 Εδωσαν, λοιπόν, διαταγάς στους άνδρας του στρατού των,
που ευρίσκετο μαζή των, και εβάδισαν εναντίον της Ιαμνείας.
Α Μακ. 5,59 καὶ
ἐξῆλθε Γοργίας ἐκ τῆς πόλεως καὶ οἱ
ἄνδρες αὐτοῦ εἰς συνάντησιν αὐτοῖς
εἰς πόλεμον.
Α Μακ. 5,59 Ο Γοργίας εβγήκεν από την πόλιν και οι στρατιώται
αυτού, δια να αποκρούσουν τους Ιουδαίους.
Α Μακ. 5,60 καὶ ἐτροπώθη
Ἰώσηφος καὶ Ἀζαρίας, καὶ ἐδιώχθησαν ἕως
τῶν ὁρίων τῆς Ἰουδαίας, καὶ ἔπεσον
ἐν τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ ἐκ τοῦ
λαοῦ τοῦ Ἰσραὴλ εἰς δισχιλίους ἄνδρας.
Α Μακ. 5,60 Κατά την πολεμικήν σύρραξιν ο Ιώσηφος και ο Αζαρίας
ενικήθησαν και κατεδιώχθησαν από τους εχθρούς έως εις τα όρια της Ιουδαίας,
έπεσαν δε κατά την ημέραν εκείνην από τον στρατόν του Ισραήλ δύο χιλιάδες
άνδρες.
Α Μακ. 5,61 καὶ ἐγενήθη
τροπὴ μεγάλη ἐν τῷ λαῷ Ἰσραήλ, ὅτι
οὐκ ἤκουσαν Ἰούδα καὶ τῶν ἀδελφῶν
αὐτοῦ, οἰόμενοι ἀνδραγαθῆσαι·
Α Μακ. 5,61 Εγινε δε η μεγάλη αυτή φθορά στον ισραηλιτικόν λαόν,
διότι ο Ιώσηφος και ο Αζαρίας δεν υπήκουσαν στον Ιούδαν και τους αδελφούς
του, νομίζοντες ότι και αυτοί είναι εις θέσιν να ανδραγαθήσουν.
Α Μακ. 5,62 αὐτοὶ
δὲ οὐκ ἦσαν ἐκ τοῦ σπέρματος τῶν
ἀνδρῶν ἐκείνων, οἷς ἐδόθη σωτηρία
Ἰσραὴλ διὰ χειρὸς αὐτῶν.
Α Μακ. 5,62 Ελησμόνησαν όμως, ότι αυτοί δεν ήσαν από την οικογένειαν
των ανδρών εκείνων, στους οποίους εδόθη παρά του Θεού η δύναμις να σώσουν με
τα χέρια των τον Ισραηλιτικόν λαόν.
Α Μακ. 5,63 καὶ ὁ
ἀνὴρ Ἰούδας καὶ οἱ ἀδελφοὶ
αὐτοῦ ἐδοξάσθησαν σφόδρα ἐναντίον παντὸς
Ἰσραὴλ καὶ τῶν ἐθνῶν πάντων, οὗ
ἠκούετο τὸ ὄνομα αὐτῶν·
Α Μακ. 5,63 Ο ευγενής όμως Ιούδας και οι αδελφοί του εδοξάσθησαν
πάρα πολύ ενώπιον του Ισραηλιτικού λαού και ενώπιον ακόμη των ειδωλολατρικών
εθνών, παντού, όπου έφθανεν η φήμη του ονόματός των.
Α Μακ. 5,64 καὶ
ἐπισυνήγοντο πρὸς αὐτοὺς εὐφημοῦντες.
Α Μακ. 5,64 Οι Ισραηλίται συνεκεντρώνοντο γύρω των επαινούντες και
τιμώντες αυτούς δια τα κατορθώματά των.
Α Μακ. 5,65 καὶ
ἐξῆλθεν Ἰούδας καὶ οἱ ἀδελφοὶ
αὐτοῦ καὶ ἐπολέμουν τοὺς υἱοὺς
Ἡσαῦ ἐν τῇ γῇ πρὸς νότον καὶ
ἐπάταξε τὴν Χεβρὼν καὶ τὰς θυγατέρας αὐτῆς
καὶ καθεῖλε τὸ ὀχύρωμα αὐτῆς καὶ
τοὺς πύργους αὐτῆς ἐνέπρησε κυκλόθεν.
Α Μακ. 5,65 Κατόπιν ο Ιούδας και οι αδελφοί αυτού εξήλθον εις νέαν
εκστρατείαν και επολεμούσαν τους Ιδουμαίους, απογόνους του Ησαύ, εις την
χώραν των προς νότον. Εκτύπησε την Χεβρών και τας πόλεις τας εξαρτωμένας από
αυτήν, κατέστρεψε τα οχυρωματικά της έργα και παρέδωσεν στο πυρ τους γύρω
επάνω εις τα τείχη της πύργους.
Α Μακ. 5,66 καὶ
ἀπῇρε τοῦ πορευθῆναι εἰς γῆν
ἀλλοφύλων. καὶ διεπορεύετο τὴν Σαμάρειαν.
Α Μακ. 5,66 Από εκεί επήρεν ο Ιούδας τον στρατόν του και εβάδισεν
εις την χώραν των Φιλισταίων διερχόμενος δια μέσου της Σαμαρείας.
Α Μακ. 5,67 ἐν τῇ
ἡμέρᾳ ἐκείνῃ ἔπεσον ἱερεῖς ἐν
πολέμῳ βουλόμενοι ἀνδραγαθῆσαι ἐν τῷ
αὐτοὺς ἐξελθεῖν εἰς πόλεμον ἀβουλεύτως.
Α Μακ. 5,67 Την ημέραν εκείνην έπεσαν νεκροί κατά την μάχην και
μερικοί ιερείς, οι οποίοι ηθέλησαν να ανδραγαθήσουν και ασυνέτως εξήλθον και
έλαβαν μέρος στον πόλεμον.
Α Μακ. 5,68 καὶ
ἐξέκλινεν Ἰούδας εἰς Ἄζωτον γῆν
ἀλλοφύλων, καὶ καθεῖλε τοὺς βωμοὺς
αὐτῶν καὶ τὰ γλυπτὰ τῶν θεῶν
αὐτῶν κατέκαυσε πυρὶ καὶ ἐσκύλευσε τὰ
σκῦλα τῶν πόλεων καὶ ἐπέστρεψεν εἰς τὴν
γῆν Ἰούδα.
Α Μακ. 5,68 Ακολούθως ο Ιούδας κατηυθύνθη προς την Αζωτον, πόλιν
των Φιλισταίων. Οταν έφθασεν εκεί, εκρήμνισε τους ειδωλικούς βωμούς των, τα
δε είδωλά των παρέδωσεν εις την φωτιάν. Επήρε πολλά λάφυρα από τας πόλεις και
επέστρεψεν έπειτα εις την χώραν της Ιουδαίας.
|