KAINH ΔΙΑΘΗΚΗ

 

Η ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΗ ΖΩΗ ΤΗΣ ΠΑΛΑΙΣΤΙΝΗΣ

 

Η ΙΣΡΑΗΛΙΤΙΚΗ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΗ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑ

 

Ο Ναός των Ιεροσολύμων

Η σύνθεση της ισραηλιτικής κοινότητας τους ήταν (από τη βάση προς την κορυφή):

• Οι απλοί ευσεβείς άνθρωποι και οι "προσήλυτοι" (όσοι άφησαν τη θρησκεία τους και δέχτηκαν την ισραηλιτική)

• Οι λευίτες, οι ιερείς και οι νομοδιδάσκαλοι (οι ραβίνοι, οι τότε θεολόγοι)

• Ο αρχιερέας του Ναού. Εκπροσωπούσε τον λαό στον Ρωμαίο επίτροπο (ηγεμόνα), είχε την εποπτεία στη λατρεία του Ναού και ήταν ο πρόεδρος του Μεγάλου Συνεδρίου.

 

Τα βασικά θεμέλια της πίστης και της ευσέβειας των Ισραηλιτών ήταν:

• Η ομολογία στον έναν αληθινό Θεό

• Η υπακοή απέναντι στον Νόμο του Θεού.

• Ο Ναός στην Ιερουσαλήμ ως ορατό σημάδι της ενότητας όλων των Ισραηλιτών

• Η αχώριστη ενότητα λαού και θρησκείας.

 

Διευκρινίσεις για τον θείο Νόμο και την τήρησή του:

• Οι αληθινοί Ισραηλίτες ήταν ευγνώμονες και περήφανοι για τον Νόμο του Θεού, αλλά και για την ικανότητά τους να τηρούν τις εντολές του.

• Η υπακοή στον Νόμο πίστευαν ότι δεν γίνεται μηχανικά ούτε από φόβο ότι ο Θεός θα τους τιμωρήσει, αν δεν τον εφαρμόσουν. Αντίθετα, αισθάνονταν βαθύ και συγκλονιστικό σεβασμό και αγάπη γι’ αυτόν. Δυστυχώς συχνά ο Νόμος εφαρμοζόταν με τρόπο τυπικό (τυπολατρία).

• Σοβαρό ζήτημα για κάθε Ισραηλίτη ήταν πάντα αν το θέλημα του Θεού, που περιλαμβάνεται στον Νόμο, εξηγείται σωστά.

• Στο πλαίσιο των εντολών και της τήρησης του Νόμου ανήκαν και η τήρηση του Σαββάτου και η συμμετοχή στις καθιερωμένες γιορτές (Πάσχα, Πεντηκοστή, Σκηνοπηγία κ.λπ.).

 

 

Η ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ

 

Στη θρησκευτική αγωγή των Ιουδαίων σημαντικό ρόλο έπαιζε η οικογένεια. Σ' αυτήν οι νεαροί Ισραηλίτες αποκτούσαν από τα πρώτα τους κιόλας χρόνια γερές θρησκευτικές βάσεις. Ο πατέρας εξηγούσε στα παιδιά το Νόμο και τα βοηθούσε να γνωρίσουν τα ιερά έθιμα των προγόνων. Η μητέρα τα μάθαινε προσευχές από τους Ψαλμούς και τα ήθη του λαού.

Μια συχνή ευκαιρία για να συγκεντρώνονται όλα τα μέλη της οικογένειας ήταν η γιορτή του Σαββάτου. Επίσης όλες οι γιορτές, όπως και η μεγαλύτερη, το Πάσχα, γιορτάζονταν μέσα στην οικογένεια με τις τελετές και τα έθιμα που μεταφέρονταν από γενιά σε γενιά.

 

 

Ο ΝΑΟΣ ΤΩΝ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΩΝ

 

Ο Ναός των Ιεροσολύμων όπως τον ανακάινισε ο Ηρώδης

Κέντρο της θρησκευτικής ζωής των Ιουδαίων ήταν στα χρόνια του Χριστού ο Ναός των Ιεροσολύμων. Μόνον εκεί προσφέρονταν οι θυσίες και γίνονταν οι καθαρμοί. Γι' αυτό το λόγο κάθε Ιουδαίος της Παλαιστίνης φρόντιζε να μεταβαίνει στα Ιεροσόλυμα μια φορά το χρόνο, για να προσφέρει τις θυσίες του στο Ναό.

 

Ο Ναός ήταν χτισμένος πάνω στο πλάτωμα ενός λόφου της αγίας πόλης, σε υψόμετρο περίπου 750 μ. Πρόκειται όμως για τον Τρίτο Ναό. Η προϊστορία του είναι η εξής:

• Ο πρώτος Ναός είχε χτιστεί το 962 - 955 π.Χ. από τον βασιλιά Σολομώντα. Το 587 π.Χ. τον κατέστρεψαν οι Βαβυλώνιοι και πήραν μαζί τους πολλούς αιχμαλώτους.

• Ο δεύτερος Ναός ανοικοδομήθηκε το 515 π.Χ., όταν ο Πέρσης βασιλιάς Κύρος κυρίεψε τη Βαβυλώνα και επέτρεψε να επιστρέψουν οι Ισραηλίτες στην πατρίδα τους.

• Ο τρίτος Ναός. Πρόκειται για ριζική ανακαίνιση, αρχιτεκτονική μετατροπή, επέκταση και διακόσμηση του δεύτερου Ναού. Το τεράστιο αυτό έργο το ξεκίνησε το 20 π.Χ. ο βασιλιάς Ηρώδης ο Μέγας. Οι πιο ουσιαστικές εργασίες έγιναν στα πρώτα 10 χρόνια. Η πλατεία του Ναού διπλασιάστηκε. Οι διαστάσεις του ήταν: 480 μ. μήκος και 300 μ. πλάτος. Ενώ τα έργα προχωρούσαν, η λατρεία γινόταν κανονικά. Για την ολοκλήρωση του έργου χρειάστηκαν 85 χρόνια! (20 π.Χ.- 65 μ.Χ). Το τραγικό είναι ότι 5 χρόνια αργότερα, τον Αύγουστο του 70 μ.Χ., οι Ρωμαίοι λεηλάτησαν, έκαψαν και κατεδάφισαν τον Ναό στη διάρκεια επανάστασης του λαού (66 - 72 μ.Χ).

 

Παρατηρώντας την εικόνα του Ναού έχουμε μια σαφή εικόνα του. Μερικές ακόμα διευκρινίσεις:

• Το Ιερό (ο κυρίως Ναός) έμοιαζε με ορθογώνιο φρούριο με κατεύθυνση από τη Δύση προς την Ανατολή.

• Η αυλή των ειδωλολατρών (των "εθνικών") είχε τεράστια έκταση.

• Η αυλή των γυναικών ήταν ευρύχωρη. Δεν προοριζόταν μόνο για γυναίκες αλλά και για κάθε Ισραηλίτη.

• Η αυλή των ανδρών ήταν πολύ στενός χώρος.

 

Στον ειδικό χώρο των θυσιών προσφέρονταν από τους ιερείς πρωί και απόγευμα θυσίες ζώων. Πολυάριθμοι ιερείς και λευίτες φρόντιζαν για την καλύτερη τέλεση της λατρείας. Φορούσαν ειδική λευκή ενδυμασία, σύμβολο καθαρότητας. Από σεβασμό προς την ιερότητα του Ναού κυκλοφορούσαν ξυπόλητοι.

Οι πιστοί και οι προσκυνητές προσεύχονταν στο Ναό, έψελναν, χόρευαν θρησκευτικούς χορούς. Πρόσφεραν θυσίες ζώων και καρπών, άκουγαν μουσικά όργανα και τύμπανα. Έλεγαν τα προβλήματα και τα βάσανά τους στους ιερείς, οι οποίοι τους άκουγαν με προσοχή και συμπάθεια και τους συμβούλευαν. Κάθονταν, έτρωγαν από τα ψητά των θυσιών, έπιναν κρασί κ.ά. Οι ευσεβείς Ισραηλίτες τον Ναό και όλον τον γύρω χώρο του τα θεωρούσαν και τα ζούσαν ως κατοικητήριο του Θεού (δηλαδή κατοικία, σπίτι του Θεού). Κατεξοχήν ήταν γι’ αυτούς ο τόπος που διάλεξε ο ίδιος ο Θεός για να κατοικήσει ανάμεσα στους ανθρώπους· ένα κομμάτι του ουρανού, που ακουμπούσε στη γη.

 

 

Η ΣΥΝΑΓΩΓΗ

 

Ο τόπος όμως που οι Ιουδαίοι συγκεντρώνονταν τακτικά για να προσευχηθούν και να μελετήσουν το Νόμο ήταν η Συναγωγή. Κάθε ιουδαϊκή κοινότητα σε ολόκληρη τη χώρα, αλλά και στη διασπορά, είχε στα χρόνια του Χριστού τη δική της Συναγωγή. Υπήρχαν παντού Συναγωγές, ακόμα και στην Ιερουσαλήμ. Σε αυτές δεν προσφέρονταν θυσίες. Η λατρεία εκεί περιλάμβανε: Προσευχές, ομολογίες πίστης, αναγνώσματα από την Πεντάτευχο και τους Προφήτες και ομιλία. Οι Συναγωγές ήταν κυρίως τόποι σύναξης των Ισραηλιτικών κοινοτήτων, υπενθύμιση και καλλιέργεια της πίστης και της ενότητάς τους.

 

 

ΟΙ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΣ Ή ΝΟΜΟΔΙΔΑΣΚΑΛΟΙ (ΡΑΒΒΙΝΟΙ)

 

Η ανάγνωση και η κατανόηση των βιβλίων της Παλαιάς Διαθήκης στην παλιά εβραϊκή γλώσσα ήταν εκείνη την εποχή σχεδόν αδύνατη για τον κάθε Εβραίο. Αυτό συνέβαινε, επειδή μετά τη Βαβυλώνια Αιχμαλωσία οι Εβραίοι μιλούσαν αραμαϊκά, έχοντας ξεχάσει την εβραϊκή, τη γλώσσα των πατέρων τους και των ιερών τους βιβλίων. Υπήρχαν, λοιπόν, κάποιοι Ιουδαίοι που εκπαιδεύονταν ειδικά για να μελετούν και να ερμηνεύουν το Νόμο. Αυτοί ήταν οι γραμματείς ή νομοδιδάσκαλοι ή ραββίνοι, που είχαν κυρίαρχη θέση στη θρησκευτική ζωή των Ιουδαίων. Η εκπαίδευσή τους γινόταν σε ειδικές σχολές, όπου δίδασκαν σπουδαίοι νομοδιδάσκαλοι.     

 

Οι γραμματείς, προσπαθώντας να εξηγήσουν στο λαό πώς να ζει σύμφωνα με το Νόμο, πρόσθεταν σ' αυτόν ολοένα και καινούργιες διατάξεις. Με τον καιρό, λοιπόν, συγκεντρώθηκε ένας όγκος διατάξεων, που ρύθμιζε κάθε λεπτομέρεια της καθημερινής ζωής των Ιουδαίων. Έτσι η τήρηση του Νόμου έγινε πολύ δύσκολη και κατάντησε ένα δυσβάστακτο φορτίο.

 

 

ΟΙ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΕΣ ΟΜΑΔΕΣ

 

Μέσα στην Καινή Διαθήκη συναντούμε τις παρακάτω θρησκευτικές ομάδες, οι οποίες, κατά την εποχή του Χριστού, έπαιζαν σημαντικό ρόλο στη θρησκευτική ζωή της χώρας: τούς Φαρισαίους, τους Σαδδουκαίους και τους Ζηλωτές. Αυτές διέφεραν μεταξύ τους ανάλογα με τον τρόπο που ερμήνευαν το Μωσαϊκό Νόμο και τη στάση που κρατούσαν απέναντι στους Ρωμαίους κατακτητές. Ο Εβραίος ιστορικός Ιώσηπος μας πληροφορεί ότι στα χρόνια του Χριστού οι Φαρισαίοι ήταν περίπου 6.000, ενώ οι Σαδδουκαίοι και οι Ζηλωτές πολύ λιγότεροι. Την πλειονότητα του πληθυσμού αποτελούσε ο απλός λαός, ο λαός της γης, όπως τον ονόμαζαν.

 

Οι   Φαρισαίοι

Πρωτοεμφανίστηκαν στα μέσα του 2ου π.Χ. αιώνα. Δεν ήταν ιερείς, ήταν κίνημα λαϊκών με ηγέτες ικανούς ραβίνους. Είχαν όμως μεγάλη επιρροή στις Συναγωγές. Δεν ήταν ιδιαίτερα πλούσιοι και οι περισσότεροι ήταν γεωργοί, τεχνίτες και έμποροι. Πολλοί γίνονταν και νομοδιδάσκαλοι. Η πίστη τους στηριζόταν στον Νόμο και στους Προφήτες. Σέβονταν τις παραδόσεις, αλλά ήταν ανοιχτοί και προοδευτικοί στα θρησκευτικά ζητήματα. Οι Φαρισαίοι είχαν τη πεποίθηση ότι ήταν οι φύλακες και οι φρουροί του Μωσαϊκού Νόμου. Πίστευαν ότι τηρώντας τον με κάθε λεπτομέρεια και σχολαστικότητα εξασφάλιζαν τη σωτηρία τους. Αυτό τους έκανε να αισθάνονται περήφανοι για τον εαυτό τους και να υποτιμούν όλους τους άλλους, τους οποίους θεωρούσαν αμαρτωλούς (Φαρισαίοι = αποχωρισμένοι, ξεχωριστοί). Παρόλ' αυτά οι άνθρωποι του λαού τους εκτιμούσαν, επειδή γνώριζαν και τηρούσαν με ακρίβεια το Νόμο στη ζωή τους. Όμως αυτοί περιφρονούσαν τον λαό.  Η στάση των Φαρισαίων απέναντι στους Ρωμαίους κατακτητές ήταν επιφυλακτική έως εχθρική. Όμως δεν υιοθετούσαν επαναστατικές πρακτικές εναντίον τους.

 

Οι Σαδδουκαίοι

Υπήρχαν από παλιά, αλλά δραστηριοποιήθηκαν κυρίως μετά τη Μακκαβαϊκή επανάσταση (165 π.Χ.). Ήταν πλούσιοι και μορφωμένοι και, αν και λίγοι αριθμητικά ασκούσαν μεγάλη επιρροή στα θρησκευτικά και πολιτικά πράγματα της χώρας. Ζούσαν μόνο στην Ιερουσαλήμ και στην γύρω περιοχή. Από το 6 - 70 μ.Χ. όλοι σχεδόν οι αρχιερείς και τα μέλη του Μεγάλου Συνεδρίου προέρχονταν απ' αυτούς. Όσα συνέβαιναν στο Ναό και στο Μέγα Συνέδριο καθορίζονταν από τους ίδιους. Δέχονταν μόνο το γραπτό Νόμο, δηλαδή όσα έγραφαν τα πέντε πρώτα βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης, και έδιναν βαρύτητα στις θυσίες και τις τελετές του Ναού. Ενώ ήταν πολύ συντηρητικοί, απέρριπταν τις θρησκευτικές παραδόσεις. Πήραν το όνομά τους από τον αρχιερέα Σαδδώκ, που έζησε την εποχή του βασιλιά Σολομώντα. Είχαν καλές σχέσεις και συνεργάζονταν με τους Ρωμαίους κατακτητές, επειδή αυτό εξυπηρετούσε τα συμφέροντά τους. Γι' αυτό και δεν ήταν αγαπητοί στο λαό. Από το 70 μ.Χ. και εξής δεν ξαναεμφανίστηκαν ποτέ.

 

Οι Ζηλωτές

Ήταν μια μικρή, φανατική και δυναμική ομάδα, η οποία αποσχίσθηκε από τους Φαρισαίους. Πίστευαν ότι ο εκλεκτός λαός του Θεού δεν ήταν δίκαιο να είναι σκλαβωμένος στους Ρωμαίους. Γι' αυτό αρνούνταν να πληρώνουν φόρο στους κατακτητές. Κατά καιρούς οργάνωναν μικροεπαναστάσεις, τις οποίες οι Ρωμαίοι κατέπνιγαν στο αίμα. Πίστευαν ότι με τα όπλα και την αντίσταση θα πετύχαιναν την εθνική τους ανεξαρτησία και θα βοηθούσαν στον ερχομό της Βασιλείας του Θεού. Ο Σίμων ο Κανανίτης, πριν γίνει μαθητής του Χριστού, πρέπει να ήταν ένας απ' αυτούς. Ζηλωτής ήταν ίσως και ο Ιούδας ο Ισκαριώτης.

 

 

Η ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΗ ΗΓΕΣΙΑ

 

Οι Ρωμαίοι κατακτητές επέτρεψαν κατ' εξαίρεση στους Ιουδαίους να διατηρήσουν τη μονοθεϊστική τους θρησκεία και να μη λατρεύουν ως θεό τον αυτοκράτορα. Οι Ιουδαίοι εξάλλου μετά την επιστροφή τους από τη  Βαβυλώνα (538  π.Χ.) είχαν αποφασίσει ότι οι θρησκευτικοί τους ηγέτες θα ασκούν και την πολιτική εξουσία. Το κράτος τους, λοιπόν, ήταν θεοκρατικό, αφού οι θρησκευτικοί ηγέτες είχαν και την πολιτική εξουσία και ο Μωσαϊκός Νόμος ήταν και νόμος του κράτους. Έτσι το Μέγα   Συνέδριο, που αποτελούνταν από 71 μέλη (Αρχιερείς, Σαδδουκαίους και εκπροσώπους των Γραμματέων και Φαρισαίων), ήταν το ανώτατο νομοθετικό, διοικητικό και δικαστικό όργανο των Εβραίων στα χρόνια του Χριστού.

Στο πρόσωπο του Αρχιερέα, που βρισκόταν στην κορυφή του ιουδαϊκού ιερατείου, συγκεντρωνόταν η θρησκευτική και πολιτική εξουσία. Εκλεγόταν και το αξίωμά του ήταν ισόβιο. Στα χρόνια του Χριστού όμως πολλές φορές ο Αρχιερέας οριζόταν από τους Ρωμαίους. Οι «αρχιερείς» που αναφέρονται στην Καινή Διαθήκη ήταν αρχιερείς προηγουμένων ετών ή μέλη των οικογενειών τους. Ήταν πλούσιοι και για να διαφυλάξουν την ισχύ τους συνεργάζονταν με τους κατακτητές.

 

 

Η ΓΑΛΙΛΑΙΑ ΣΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΕΔΡΑΣΕ Ο ΙΗΣΟΥΣ

 

Κέντρο της Γαλιλαίας η λίμνη Γενησαρέτ. Γύρω της γνωστά μέρη: Καπερναούμ, Ναζαρέτ, Θαβώρ. Ξεχώριζε η Καπερναούμ με 1.000 - 2.000 κατοίκους. Καθαρά ισραηλιτική πόλη. Σε αυτήν υπήρχαν: τελωνειακός σταθμός, μικρός ρωμαϊκός στρατώνας και συναγωγή. Σε αυτήν δίδαξε πολλές φορές ο Ιησούς. Στην Καπερναούμ κάλεσε τους πρώτους μαθητές του: Πέτρο, Ανδρέα, Ιάκωβο, Ιωάννη και τον τελώνη Ματθαίο. Εδώ και στις γύρω περιοχές έκανε ο Ιησούς τις πιο πολλές ομιλίες του, διηγήθηκε τις πιο συναρπαστικές παραβολές του και τέλεσε εντυπωσιακά θαύματα.

 

Τα ιδιαίτερα της Γαλιλαίας:

• Η λίμνη με τα πλούσια αλιεύματα και τους ψαράδες της.

• Ο ανάμικτος πληθυσμός της (Ισραηλίτες και ειδωλολάτρες).

• Οι επαναστάτες αγωνιστές κατά των Ρωμαίων κατακτητών.

• Εκτός από τον Ιούδα, όλοι οι μαθητές του Ιησού ήταν Γαλιλαίοι.

• Από εδώ ξεκίνησε ο Ιησούς, εδώ εκφώνησε την "επί του Όρους ομιλία", εδώ μεταμορφώθηκε, εδώ συναντήθηκε με 500 μαθητές και μαθήτριες του μετά την Ανάσταση.

• Οι Ισραηλίτες της Γαλιλαίας ήταν στην πίστη τους άνθρωποι απλοί, ζωντανοί, γενναίοι και δημιουργικοί.

 

Η Ναζαρέτ είχε τότε 150 - 200 κατοίκους ή, σύμφωνα με κάποιους, 200 - 400. Ήταν ένα μικρό χωριό αγροτικό και ποιμενικό. Ο θετός πατέρας του Ιησού, ο Ιωσήφ, και ο ίδιος ήταν εργατοτεχνίτες ξυλουργοί και οικοδόμοι. Κατασκεύαζαν έπιπλα, κάρα, ξυλουργικά και γεωργικά εργαλεία (άροτρα και αλωνιστικά εξαρτήματα). Έχτιζαν ή επισκεύαζαν σπίτια, σκεπές, δεξαμενές. Τέτοιες εργασίες και πώληση των ξυλουργικών τους έργων έκαναν όχι μόνο στη Ναζαρέτ αλλά και σε γειτονικά μέρη.

Αυτό συνέβαινε ιδιαίτερα στην πόλη Γιαφία (ή Γαβά), μια από τις αρχαιότερες της περιοχής, νότια της Ναζαρέτ, σε απόσταση 2-3 χλμ. και με 5-7.000 κατοίκους. Επίσης και στην παλιά πόλη που λεγόταν Σέπφωρις, βόρεια της Ναζαρέτ, σε απόσταση 4-5 χιλ. και με 25.000 κατοίκους, στην πλειονότητά τους ειδωλολάτρες. Η Σέπφωρις είχε διπλή αγορά, τράπεζα και δικαστήριο. Σε αυτές τις πόλεις ο Ιησούς ασφαλώς παρακολούθησε τη λατρεία στις συναγωγές τους και γνώρισε από κοντά την ζωή των πόλεων. Αυτό φαίνεται από στοιχεία που συναντούμε στις παραβολές του.

 

Όλα τα παραπάνω μας φέρνουν πιο κοντά τον Ιησού κατά τα χρόνια της σιωπής και προετοιμασίας του για το έργο που θα αναλάμβανε ύστερα από τη Βάπτισή του.