KAINH ΔΙΑΘΗΚΗ

 

ΤΑ ΤΕΣΣΕΡΑ ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ

 

ΠΟΤΕ ΚΑΙ ΠΩΣ ΓΡΑΦΤΗΚΑΝ ΤΑ ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ

 

Κατ' αρχήν η λέξη Ευαγγέλιο σημαίνει το χαρμόσυνο μήνυμα που κήρυξε ο Χριστός για τον ερχομό της Βασιλείας του και τη σωτηρία των ανθρώπων. Σημαίνει επίσης και το βιβλίο που μας πληροφορεί για τον Ιησού Χριστό, τη ζωή και το έργο του.

Ο Χριστός δεν άφησε κανένα γραπτό κείμενο. Ύστερα από την Ανάσταση και την Ανάληψή του και μετά την Πεντηκοστή, οι Απόστολοι και όλοι όσοι πίστευαν στον Ιησού μιλούσαν διαρκώς γι' Αυτόν. Θυμούνταν και επαναλάμβαναν τα λόγια του, τη διδασκαλία του, τις διηγήσεις για τα θαύματά του. Ιδιαίτερα μιλούσαν για τα Πάθη και την Ανάστασή του. Αυτό γινόταν περισσότερο κατά τις λατρευτικές τους συνάξεις. Με τον καιρό κάποιοι άρχισαν να καταγράφουν μερικά απ' όλα αυτά. Το έκαναν για δύο λόγους. Αφενός για να γνωρίσουν ευκολότερα τη ζωή και το έργο του Χριστού οι καινούργιοι χριστιανοί, αφετέρου για να προστατέψουν την αλήθεια για το Χριστό από τις λαθεμένες διηγήσεις και ιδέες που είχαν αρχίσει να διαδίδονται γι' Αυτόν.

 

Εκείνος που πρώτος επιχείρησε γύρω στο 65 μ.Χ. να συνθέσει και να καταγράψει σ' ένα βιβλίο τις προφορικές και γραπτές παραδόσεις , που είχε υπόψη του, ήταν ο Μάρκος, μαθητής του αποστόλου Πέτρου. Οι ερευνητές αναφέρουν ότι ο Μάρκος είχε στη διάθεσή του περίπου 90 τέτοιες γραπτές παραδόσεις. Όλο αυτό το υλικό το έβαλε σε σειρά, τοποθετώντας χρονικά και τοπικά τα διάφορα γεγονότα και συνδέοντάς τα μεταξύ τους.

Πρωταρχικό μέλημά του ήταν να παρουσιάσει εκτεταμένα τα ιστορικά στοιχεία από τη ζωή και τη δράση του Ιησού και να τα συνδέσει αρμονικά με τη βαθύτερη σημασία του προσώπου και του έργο του. Έτσι οτιδήποτε θα λεγόταν στο εξής για τον Ιησού να στηρίζεται και να "πατάει" γερά στα ιστορικά γεγονότα. Το έργο του αποτελεί πελώριο κατόρθωμα για εκείνη την εποχή, γιατί είχαν παρουσιαστεί αιρετικοί. Αυτοί υποβάθμιζαν την πραγματική ιστορία του Ιησού και πρόβαλλαν έναν "ουράνιο" Χριστό, μακριά από τη ζωή και τα προβλήματά της.

 

Λίγα χρόνια αργότερα, γύρω στο 70 - 80 μ.Χ., ο μαθητής του Χριστού Ματθαίος γράφει το δικό του Ευαγγέλιο. Το απευθύνει κυρίως προς Ισραηλίτες χριστιανούς, γι' αυτό τονίζει ότι ο Ιησούς είναι ο αναμενόμενος Μεσσίας και ότι στο πρόσωπο και το έργο του εκπληρώθηκαν οι προφητείες και οι προσδοκίες της Παλαιάς Διαθήκης.

 

Μεταξύ 80 - 90 μ.Χ. ο Λουκάς, μαθητής του αποστόλου Παύλου, γράφει κι αυτός Ευαγγέλιο. Το απευθύνει προς χριστιανούς που πριν ήταν ειδωλολάτρες. Γι' αυτό παρουσιάζει τα ιστορικά γεγονότα πιο συγκεκριμένα. Δείχνει τον Ιησού ως Σωτήρα και φίλο όλων των ανθρώπων, ιδιαίτερα των φτωχών και όσων βρίσκονταν σε ανάγκη.

 

Όταν ο αγαπημένος μαθητής του Χριστού Ιωάννης αποφάσισε να γράψει το δικό του Ευαγγέλιο, γύρω στο 90 - 100 μ.Χ., γνώριζε ήδη τα άλλα τρία. Δεν ξαναδιηγήθηκε, λοιπόν, πολλά από όσα εξιστορούνται σε εκείνα. Αυτό που πρόσθεσε ήταν μερικά γεγονότα που δεν είχαν συμπεριλάβει οι προηγούμενοι Ευαγγελιστές (π.χ. το θαύμα στο γάμο της Κανά, το θαύμα της θεραπείας του εκ γενετής τυφλού, τη συνάντηση και τη συνομιλία του Ιησού με τη Σαμαρείτισσα κ.ά.). Εκτός από γεγονότα μας διέσωσε και εκτεταμένους λόγους και διδασκαλίες του Ιησού Χριστού. Σε κάποιους απ' αυτούς μας εξηγεί και το νόημά τους. Αυτό που τονίζεται όσο πουθενά αλλού στην Καινή Διαθήκη είναι η πολλή αγάπη που χρειάζεται να έχουν οι πιστοί και να την εκδηλώνουν έμπρακτα.

 

 

ΠΟΙΟ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΤΩΝ ΤΕΣΣΑΡΩΝ ΕΥΑΓΓΕΛΙΩΝ

 

Τα τέσσερα Ευαγγέλια μας διασώζουν πληροφορίες για τη ζωή, το έργο και τη διδασκαλία του Ιησού Χριστού. Δεν είναι όμως βιογραφίες του Ιησού. Είναι βιβλία που περιέχουν σπουδαία ιστορικά στοιχεία για το ποιος ήταν και τι έπραξε ο Ιησούς. Επιπλέον βρίσκουμε σε αυτά στοιχεία από την πίστη και τη ζωή των μαθητών του καθώς και θεολογικά σχόλια για τη διδασκαλία του Ιησού.

Όταν οι Ευαγγελιστές έγραφαν δεν είχαν ως στόχο να μας πληροφορήσουν για όλα τα γεγονότα της ζωής του Χριστού από τη Γέννηση ως την Ανάληψή του, έτσι ώστε να ικανοποιήσουν την περιέργειά μας. Ο στόχος τους ήταν άλλος. Ήθελαν να μας μεταφέρουν γεγονότα από τη ζωή του Χριστού και κάποια από τα λόγια του που έχουν σημασία για τη σωτηρία των ανθρώπων. Γι' αυτό το λόγο εξάλλου αυτό που και οι 4 Ευαγγελιστές διηγούνται εκτενέστερα είναι τα γεγονότα του Πάθους και της Ανάστασης.

 

 

ΤΑ ΣΥΝΟΠΤΙΚΑ ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ

 

Τα Ευαγγέλια του Μάρκου, του Ματθαίου και του Λουκά έχουν μεγάλη συγγένεια μεταξύ τους. Σε πολλά σημεία συμφωνούν σχεδόν κατά λέξη, ενώ σε κάποια άλλα διηγούνται τα ίδια πράγματα με κάποιο παραλλαγμένο τρόπο το καθένα. Υπάρχουν βέβαια και ορισμένα στοιχεία μοναδικά στον κάθε Ευαγγελιστή. Αυτό συμβαίνει γιατί ο Ματθαίος και ο Λουκάς στηρίχτηκαν κυρίως στο Ευαγγέλιο του Μάρκου, που προηγήθηκε, και πρόσθεσαν ότι επιπλέον γνώριζαν οι ίδιοι προσωπικά ή είχαν πληροφορηθεί από άλλους. Το Ευαγγέλιο του Μάρκου αποτέλεσε γι' αυτούς την κυριότερη πηγή τους. Και οι δύο συνεχίζουν το ίδιο σχήμα της έκθεσης της ζωής του Χριστού, που εγκαινίασε ο Μάρκος, το οποίο συμπλήρωσαν με σημαντικές βελτιώσεις, με τον δικό του τρόπο ο καθένας.

 

Οι ερευνητές τοποθετώντας τα 3 αυτά Ευαγγέλια το ένα δίπλα στο άλλο παρατήρησαν ότι στις βασικές τους πληροφορίες για τον Ιησού, καθώς και στις θεολογικές τους εκτιμήσεις για το πρόσωπο και το έργο του, συμπίπτουν, παρά τις όποιες διαφορές. Επομένως για όλες τις παραπάνω ομοιότητες οι τρεις Ευαγγελιστές ονομάζονται συνοπτικοί και τα Ευαγγέλιά τους συνοπτικά. Μέχρι σήμερα τα μελετούν και προσπαθούν να εξηγήσουν τη σχέση μεταξύ τους, ιδιαίτερα με το ευαγγέλιο του Μάρκου.

 

 

ΠΩΣ ΣΥΜΒΟΛΙΖΟΝΤΑΙ ΟΙ ΤΕΣΣΕΡΙΣ ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΕΣ ΣΤΗΝ ΤΕΧΝΗ

 

Από τα πολύ παλιά χρόνια η χριστιανική τέχνη συνέδεσε συμβολικά τους τέσσερις Ευαγγελιστές με 4 μορφές. Έτσι παριστάνονται: Ο Ματθαίος σαν άγγελος ή σαν άνθρωπος, γιατί αρχίζει το ευαγγέλιο του με το χαρμόσυνο μήνυμα του αγγέλου για την γέννηση του Χριστού (Μτ, κεφ. 1-2). Ο Μάρκος σαν λιοντάρι, γιατί αρχίζει το ευαγγέλιο του με τη δυναμική παρουσία του Ιωάννη του Προδρόμου στην έρημο (Μκ 1, 2 και εξής). Ο Λουκάς σαν μοσχάρι, γιατί στο πρώτο κεφάλαιο διηγείται τη θυσία του μοσχαριού στον Ναό από τον ιερέα Ζαχαρία, πατέρα του Προδρόμου (Λκ 1, 5 και εξής). Ο Ιωάννης σαν αετός, γιατί το υψηλό περιεχόμενο των πρώτων στίχων του ευαγγελίου του παρομοιάζεται με το πέταγμα του αετού (Ιω 1, 1-18).