ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ

 

 

ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ ΠΑΥΛΟΥ

ΠΡΟΣ ΤΙΜΟΘΕΟΝ Β'

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

 

 

Ο καλός στρατιώτης του Ιησού Χριστού

Β Τιμ. 2,1           Σὺ οὖν, τέκνον μου, ἐνδυναμοῦ ἐν τῇ χάριτι τῇ ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ,

Β Τιμ. 2,1                  Συ λοιπόν, τέκνον μου, να ενδυναμώνεσαι με την χάριν, που δίδει ο Ιησούς Χριστός (δια να μένης πιστός εις αυτόν και εις εμέ, χωρίς να επηρεάζεσαι από το παράδειγμα εκείνων, που με εγκατέλειψαν).

Β Τιμ. 2,2           καὶ ἃ ἤκουσας παρ᾿ ἐμοῦ διὰ πολλῶν μαρτύρων, ταῦτα παράθου πιστοῖς ἀνθρώποις, οἵτινες ἱκανοὶ ἔσονται καὶ ἑτέρους διδάξαι.

Β Τιμ. 2,2                 Και αυτά που έχεις ακούσει και διδαχθή από εμέ, παρουσία πολλών μαρτύρων, αυτά να τα εμπιστευθής ως ανεκτίμητον θησαυρόν εις πιστούς και αξιοπίστους ανθρώπους, οι οποίοι θα είναι ικανοί και άλλους να διδάξουν τας αληθείας του Ευαγγελίου.

Β Τιμ. 2,3           σὺ οὖν κακοπάθησον ὡς καλὸς στρατιώτης Ἰησοῦ Χριστοῦ.

Β Τιμ. 2,3                  Συ λοιπόν κακοπάθησε σαν καλός στρατιώτης του Ιησού Χριστού.

Β Τιμ. 2,4           οὐδεὶς στρατευόμενος ἐμπλέκεται ταῖς τοῦ βίου πραγματείαις, ἵνα τῷ στρατολογήσαντι ἀρέσῃ.

Β Τιμ. 2,4                 Εχε δε υπ' όψιν σου, ότι κανείς, καθ' ον χρόνον υπηρετεί στρατιώτης, δεν περιπλέκεται εις τας μερίμνας και φροντίδας του βίου, δια να υπηρετή έτσι και να αρέση εις εκείνον, που τον εστρατολόγησε.

Β Τιμ. 2,5           ἐὰν δὲ καὶ ἀθλῇ τις, οὐ στεφανοῦται, ἐὰν μὴ νομίμως ἀθλήσῃ.

Β Τιμ. 2,5                  Εάν δε και συμμετέχη κανείς εις αθλητικούς αγώνας, δεν παίρνει ως βραβείον τον στέφανον, εάν δεν αγωνισθή κατά τρόπον νόμιμον.

Β Τιμ. 2,6           τὸν κοπιῶντα γεωργὸν δεῖ πρῶτον τῶν καρπῶν μεταλαμβάνειν.

Β Τιμ. 2,6                 Ο γεωργός, που κοπιάζει δια την καλλιέργειαν του αγρού και την συγκομιδήν των προϊόντων, πρώτος αυτός πρέπει ν' απολαμβάνη τους καρπούς των κόπων του. (Ετσι και συ από τον πνευματικόν αγρόν, στον οποίον κατ' εντολήν του Θεού εργάζεσαι, πρέπει να απολαμβάνης όχι μόνον την πρέπουσα υπόληψιν και τιμήν, αλλά και τα μέσα της συντηρήσεώς σου).

Β Τιμ. 2,7           νόει ἃ λέγω· δῴη γάρ σοι ὁ Κύριος σύνεσιν ἐν πᾶσι.

Β Τιμ. 2,7                  Ενόησε αυτά που σου λέγω. Είθε δε να σου δίδη πάντοτε ο Θεός σύνεσιν και σοφίαν, ώστε να κατανοής όλα.

Β Τιμ. 2,8           Μνημόνευε Ἰησοῦν Χριστὸν ἐγηγερμένον ἐκ νεκρῶν, ἐκ σπέρματος Δαυΐδ, κατὰ τὸ εὐαγγέλιόν μου,

Β Τιμ. 2,8                 Να ενθυμήσαι τον Ιησούν Χριστόν, ο οποίος έχει αναστηθή εκ νεκρών και κατάγεται κατά το ανθρώπινον από τον Δαυΐδ, σύμφωνα με το Ευαγγέλιόν μου,

Β Τιμ. 2,9           ἐν ᾧ κακοπαθῶ μέχρι δεσμῶν ὡς κακοῦργος· ἀλλ᾿ ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ οὐ δέδεται.

Β Τιμ. 2,9                 προς χάριν του οποίου ευαγγελίου εγώ ταλαιπωρούμαι και πάσχω, ώστε να είμαι φυλακισμένος και δεμένος με αλυσίδες σαν κακούργος· αλλά ο λόγος του Θεού δεν έχει δεθή (από τίποτε δεν εμποδίζεται στο να διαδίδεται και να κατακτά ψυχάς).

Β Τιμ. 2,10         διὰ τοῦτο πάντα ὑπομένω διὰ τοὺς ἐκλεκτούς, ἵνα καὶ αὐτοὶ σωτηρίας τύχωσι τῆς ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ μετὰ δόξης αἰωνίου.

Β Τιμ. 2,10                Δια τούτο υπομένω όλα αυτά προς χάριν εκείνων, που έχει εκλέξει ο Θεός, δια να επιτύχουν και αυτοί την σωτηρίαν, που προσφέρει ο Χριστός μαζή με την αιωνίαν δόξαν.

Β Τιμ. 2,11         Πιστὸς ὁ λόγος· εἰ γὰρ συναπεθάνομεν, καὶ συζήσομεν·

Β Τιμ. 2,11                Αξιόπιστος είναι αυτός ο λόγος· διότι εάν απεθάναμεν, δια του βαπτίσματος, μαζή με τον Χριστόν, μαζή του και θα ζήσωμεν αιωνίως και εις την μέλλουσαν ζωήν.

Β Τιμ. 2,12         εἰ ὑπομένομεν, καὶ συμβασιλεύσομεν· εἰ ἀρνούμεθα, κἀκεῖνος ἀρνήσεται ἡμᾶς·

Β Τιμ. 2,12                Εάν υπομένωμεν τας θλίψεις, όπως στον τέλειον βαθμόν τας υπέμεινεν Εκείνος, και θα βασιλεύσωμεν μαζή με αυτόν. Εάν όμως τον αρνούμεθα και Εκείνος θα μας αρνηθή.

Β Τιμ. 2,13         εἰ ἀπιστοῦμεν, ἐκεῖνος πιστὸς μένει· ἀρνήσασθαι ἑαυτὸν οὐ δύναται.

Β Τιμ. 2,13                Εάν ημείς δεικνύωμεν απιστίαν και αμφιβολίαν εις όσα μας έχει υποσχεθή, Εκείνος όμως μένει πιστός εις τας υποσχέσστου. Δεν ημπορεί ποτέ να αρνηθή τον εαυτόν του και να αθετήση τας υποσχέσστου.

 

Ο σωστός εργάτης

Β Τιμ. 2,14         Ταῦτα ὑπομίμνησκε, διαμαρτυρόμενος ἐνώπιον τοῦ Κυρίου μὴ λογομαχεῖν εἰς οὐδὲν χρήσιμον, ἐπὶ καταστροφῇ τῶν ἀκουόντων.

Β Τιμ. 2,14                Αυτά να υπενθυμίζης στους πιστούς, εξορκίζων αυτούς ενώπιον του Κυρίου να μη λογομαχούν και φιλονεικον, διότι αι φιλονεικίαι αυταί όχι μόνον χρήσιμοι δεν είναι, αλλά φέρουν καταστροφήν στους ακούοντας.

Β Τιμ. 2,15         σπούδασον σεαυτὸν δόκιμον παραστῆσαι τῷ Θεῷ, ἐργάτην ἀνεπαίσχυντον, ὀρθοτομοῦντα τὸν λόγον τῆς ἀληθείας.

Β Τιμ. 2,15                Προσπάθησε με ζήλον και δραστηριότητα να αναδείξης και να παραστήσης τον εαυτόν σου ενώπιον του Θεού άμεμπτον και τέλειον, εργάτην που δεν φοβάται μήπως εντροπιασθή δι' αμέλειαν η ατέλειαν του έργου του, και ο οποίος ακολουθεί τον ορθόν δρόμον στο κήρυγμα της αληθείας του Ευαγγελίου.

Β Τιμ. 2,16         τὰς δὲ βεβήλους κενοφωνίας περιΐστασο· ἐπὶ πλεῖον γὰρ προκόψουσιν ἀσεβείας,

Β Τιμ. 2,16                Απόφευγε δε τας ασεβείς ματαιολογίας, που δεν έχουν υγιές και ουσιαστικόν περιεχόμενον, διότι αυτοί, που τας λέγουν και τας ακολουθούν, θα προχωρήσουν και θα περιπέσουν εις μεγαλυτέραν ασέβειαν.

Β Τιμ. 2,17         καὶ ὁ λόγος αὐτῶν ὡς γάγγραινα νομὴν ἕξει· ὧν ἐστιν Ὑμέναιος καὶ Φιλητός,

Β Τιμ. 2,17                Και η διδασκαλία αυτών σαν γάγγραινα θα απλωθή και θα καταφάγη καρδίας. Μεταξύ αυτών των ψευδοδιδασκάλων είναι ο Υμέναιος και ο Φιλητός,

Β Τιμ. 2,18         οἵτινες περὶ τὴν ἀλήθειαν ἠστόχησαν, λέγοντες τὴν ἀνάστασιν ἤδη γεγονέναι, καὶ ἀνατρέπουσι τήν τινων πίστιν.

Β Τιμ. 2,18                οι οποίοι εξέπεσαν και απεπλανήθησαν από την αλήθειαν, με το να λέγουν ότι τάχα η ανάστασις έχει πλέον γίνει και κρημνίζουν έτσι την πίστιν μερικών.

Β Τιμ. 2,19         ὁ μέντοι στερεὸς θεμέλιος τοῦ Θεοῦ ἕστηκεν, ἔχων τὴν σφραγῖδα ταύτην· ἔγνω Κύριος τοὺς ὄντας αὐτοῦ· καὶ ἀποστήτω ἀπὸ ἀδικίας πᾶς ὁ ὀνομάζων τὸ ὄνομα Κυρίου.

Β Τιμ. 2,19                Ο στερεός όμως και θεμελιωμένος εις την ορθήν πίστιν του Θεού, στέκει ακλόνητος, έχων αυτήν την σφραγίδα και επιγραφήν· “Εγνώρισε ο Κυριος εκείνους, οι οποίοι είναι ιδικοί του”. Και “ας φύγη μακρυά από κάθε αδικίαν εκείνος, που ομολογεί και επικαλείται το όνομα του Κυρίου”.

Β Τιμ. 2,20         ἐν μεγάλῃ δὲ οἰκίᾳ οὐκ ἔστι μόνον σκεύη χρυσᾶ καὶ ἀργυρᾶ, ἀλλὰ καὶ ξύλινα καὶ ὀστράκινα, καὶ ἃ μὲν εἰς τιμήν, ἃ δὲ εἰς ἀτιμίαν.

Β Τιμ. 2,20               Εις ένα δε μεγάλο σπίτι δεν υπάρχουν μόνον σκεύη χρυσά και αργυρά, αλλά και σκεύη ξύλινα και πήλινα· και άλλα μεν είναι προωρισμένα δια χρήσιν τιμητικήν, αλλά δε δι' ασήμαντον και ευτελή.

Β Τιμ. 2,21         ἐὰν οὖν τις ἐκκαθάρῃ ἑαυτὸν ἀπὸ τούτων, ἔσται σκεῦος εἰς τιμήν, ἡγιασμένον καὶ εὔχρηστον τῷ δεσπότῃ, εἰς πᾶν ἔργον ἀγαθὸν ἡτοιμασμένον.

Β Τιμ. 2,21                Εάν, λοιπόν, καθαρίσή κανείς τον εαυτόν του και τον προφυλάξη από τας πλάνας και τα πάθη, που είπα παραπάνω, θα είναι σκεύος εις τιμητικήν χρήσιν, αγιασμένον και εύχρηστον στον δεσπότην, ετοιμασμένον δια κάθε αγαθόν έργον.

Β Τιμ. 2,22         τὰς δὲ νεωτερικὰς ἐπιθυμίας φεῦγε, δίωκε δὲ δικαιοσύνην, πίστιν, ἀγάπην, εἰρήνην μετὰ τῶν ἐπικαλουμένων τὸν Κύριον ἐκ καθαρᾶς καρδίας.

Β Τιμ. 2,22               Τας δε ακρίτους και επιβλαβείς επιθυμίας, αι οποίαι παρατηρούνται συνήθως μεταξύ των νεωτέρων κατά την ηλικίαν, απόφευγέ τας. Επεδίωκε δε να αποκτήσης δικαιοσύνην, πίστιν, αγάπην, ειρήνην με εκείνους που επικαλούνται τον Κυριον με καθαράν και αγνήν καρδίαν.

Β Τιμ. 2,23         τὰς δὲ μωρὰς καὶ ἀπαιδεύτους ζητήσεις παραιτοῦ, εἰδὼς ὅτι γεννῶσι μάχας·

Β Τιμ. 2,23               Μη δίνης σημασίαν, αλλά απόφευγε τας ανοήτους και ανικάνους να μορφώσουν τον άνθρωπον συζητήσεις, γνωρίζων, ότι αυταί δημιουργούν και αναπτύσσουν φιλονεικίας και αντιπαθείας.

Β Τιμ. 2,24         δοῦλον δὲ Κυρίου οὐ δεῖ μάχεσθαι, ἀλλ᾿ ἤπιον εἶναι πρὸς πάντας, διδακτικόν, ἀνεξίκακον,

Β Τιμ. 2,24               Ο δούλος δε του Κυρίου δεν πρέπει να φιλονεική και να ερίζη, αλλά να είναι ήπιος προς όλους, διδακτικός, ανεξίκακος,

Β Τιμ. 2,25         ἐν πρᾳότητι παιδεύοντα τοὺς ἀντιδιατιθεμένους, μήποτε δῷ αὐτοῖς ὁ Θεὸς μετάνοιαν εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας,

Β Τιμ. 2,25               και να παιδαγωγή με πραότητα εκείνους, που αντιτίθενται εις την αλήθειαν, μήπως και ο Θεός τους δώση κάποτε μετάνοιαν, δια να γνωρίσουν έτσι καλά την αλήθειαν,

Β Τιμ. 2 ,26        καὶ ἀνανήψωσιν ἐκ τῆς τοῦ διαβόλου παγίδος, ἐζωγρημένοι ὑπ᾿ αὐτοῦ εἰς τὸ ἐκείνου θέλημα.

Β Τιμ. 2,26               και εξυπνήσουν και συνέλθουν από την παγίδα του διαβόλου, από τον οποίον έχουν συλληφθή ως δούλοι, δια να πράττουν το θέλημά του.

 

 

ΚΕΦΑΛΑΙΑ

1

2

3

4