ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ

 

 

ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ ΠΑΥΛΟΥ

ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ Α'

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4

 

 

Το παράδειγμα των αποστόλων

Α Κορ. 4,1          Οὕτως ἡμᾶς λογιζέσθω ἄνθρωπος, ὡς ὑπηρέτας Χριστοῦ καὶ οἰκονόμους μυστηρίων Θεοῦ.

Α Κορ. 4,1                 Σκεφθήτε καλά αυτά που σας είπα και μη μας θεωρείτε ως αρχηγούς παρατάξεων, αλλ' ο καθένας σας έτσι ας μας θεωρή, δηλαδή σαν υπηρέτας του Χριστού, ως διαχειριστάς που μας διέταξεν ο Κυριος να διαχειριζώμεθα τας υψηλάς και μυστηριώδεις αληθείας και δωρεάς, τας οποίας ο ίδιος μας έχει δώσει.

Α Κορ. 4,2          ὃ δὲ λοιπὸν ζητεῖται ἐν τοῖς οἰκονόμοις, ἵνα πιστός τις εὑρεθῇ.

Α Κορ. 4,2                Εκείνο, λοιπόν, το οποίον εις τελευταίαν ανάλυσιν ζητείται από τους διαχειριστάς, είναι να ευρεθή ο καθένας από αυτούς πιστός και τίμιος εις την διαχείρισιν αυτών, που του έχουν εμπιστευθή.

Α Κορ. 4,3          ἐμοὶ δὲ εἰς ἐλάχιστόν ἐστιν ἵνα ὑφ᾿ ὑμῶν ἀνακριθῶ ἢ ὑπὸ ἀνθρωπίνης ἡμέρας· ἀλλ᾿ οὐδὲ ἐμαυτὸν ἀνακρίνω·

Α Κορ. 4,3                Και εγώ, λοιπόν, ως υπηρέτης, είμαι υπόλογος ενώπιον του Θεού. Δι' αυτό και πολύ ολίγον λογαριάζω, εάν θα κριθώ από σας η από οιονδήποτε άλλο ανθρώπινον δικαστήριον, που λειτουργεί εις τας ημέρας της ανθρωπίνης ζωής μας· αλλ' ούτε εγώ ο ίδιος δεν έχω το δικαίωμα να κρίνω τον ευατόν μου.

Α Κορ. 4,4          οὐδὲν γὰρ ἐμαυτῷ σύνοιδα· ἀλλ᾿ οὐκ ἐν τούτῳ δεδικαίωμαι· ὁ δὲ ἀνακρίνων με Κύριός ἐστιν.

Α Κορ. 4,4                Και είναι μεν αληθές, ότι η συνείδησίς μου δεν μου μαρτυρεί καμμίαν ενοχήν και καμμίαν κατάχρησιν της εξουσίας, που μου έχει εμπιστευθή ο Θεός. Αλλ' αυτό δεν αρκεί, δια να θεωρώ τον ευατόν μου ανεπίληπτον και δίκαιον. Ο μόνος αρμόδιος δικαστής μου και κριτής μου είναι ο Κυριος. Αυτός θα αποφανθή, εάν υπήρξα πιστός οικονόμος.

Α Κορ. 4,5          ὥστε μὴ πρὸ καιροῦ τι κρίνετε, ἕως ἂν ἔλθῃ ὁ Κύριος, ὃς καὶ φωτίσει τὰ κρυπτὰ τοῦ σκότους καὶ φανερώσει τὰς βουλὰς τῶν καρδιῶν, καὶ τότε ὁ ἔπαινος γενήσεται ἑκάστῳ ἀπὸ τοῦ Θεοῦ.

Α Κορ. 4,5                Ωστε και σεις μη σπεύδετε παράκαιρα να κάμνετε κρίσεις και διακρίσεις, ότι ο Παύλος η ο Πετρος η ο Απολλώς είναι καλύτερος. Περιμείνατε έως ότου έλθη ο Κυριος, ο οποίος θα φωτίση και θα αποκαλύψη όσα τώρα είναι κρυμμένα στο σκοτάδι και θα φανερώση τας εσωτερικάς σκέψεις και επιθυμίας και θελήσεις των καρδιών. Και τότε θα αποδοθή από τον Θεόν στον καθένα ο δίκαιος έπαινος.

Α Κορ. 4,6          Ταῦτα δέ, ἀδελφοί, μετεσχημάτισα εἰς ἐμαυτὸν καὶ Ἀπολλὼ δι᾿ ὑμᾶς, ἵνα ἐν ἡμῖν μάθητε τὸ μὴ ὑπὲρ ὃ γέγραπται φρονεῖν, ἵνα μὴ εἷς ὑπὲρ τοῦ ἑνὸς φυσιοῦσθε κατὰ τοῦ ἑτέρου.

Α Κορ. 4,6                Αυτά δε αδελφοί, που σας είπα παραπάνω τους έδωσα τέτοιο σχήμα και έκφρασιν, ώστε να μεταφέρωνται στον εαυτόν μου και τον Απολλώ, προς διαφωτισμόν και ωφέλειαν ιδικήν σας, δια να μάθετε, δηλαδή, εν τω προσώπω ημών τούτο· το να μη σχηματίζετε φρόνημα παραπάνω από εκείνο, που είναι γραμμένο, δια να μη υπερηφανεύεσθε και αλαζονεύεσθε ο ένας διότι έχει τάχα τούτον αρχηγόν και διδάσκαλον, εναντίον του άλλου, που έχει εκείνον διδάσκαλον.

Α Κορ. 4,7          τίς γάρ σε διακρίνει; τί δὲ ἔχεις ὃ οὐκ ἔλαβες; εἰ δὲ καὶ ἔλαβες, τί καυχᾶσαι ὡς μὴ λαβών;

Α Κορ. 4,7                Αλλωστε και οι ίδιοι οι διδάσκαλοι ποτέ δεν πρέπει να υπερηφανεύωνται δια το χάρισμα και το αξίωμά που έχουν λάβει. Διότι σε τον διδάσκαλον, ποίος σε ξεχωρίζει ως καλύτερον από τους άλλους; Ποίον δε χάρισμα έχεις, που δεν το έλαβες από τον Θεόν; Εάν δε, όλα όσα έχεις, τα έλαβες από τον Θεόν, τι καυχάσαι, σαν να μη έλαβες τίποτε;

Α Κορ. 4,8          ἤδη κεκορεσμένοι ἐστέ, ἤδη ἐπλουτήσατε, χωρὶς ἡμῶν ἐβασιλεύσατε· καὶ ὄφελόν γε ἐβασιλεύσατε, ἵνα καὶ ἡμεῖς ὑμῖν συμβασιλεύσωμεν.

Α Κορ. 4,8                Και σεις οι Κορίνθιοι έχετε αυτήν την ιδέαν, ότι είσθε μεγάλοι και επίσημοι. Τωρα πλέον είσθε χορτασμένοι από όλα! Τωρα πλέον έχετε πλουτήσει από τας πνευματικάς δωρεάς! Χωρίς να έχετε μαζή σας ημάς, τους διδασκάλους σας, έχετε πλέον γίνει βασιλείς του ουρανού! Και είθε να εβασιλεύατε, δια να λάβωμεν και ημείς μέρος μαζή σας εις την βασιλείαν του Θεού.

Α Κορ. 4,9          δοκῶ γάρ ὅτι ὁ Θεὸς ἡμᾶς τοὺς ἀποστόλους ἐσχάτους ἀπέδειξεν, ὡς ἐπιθανατίους, ὅτι θέατρον ἐγενήθημεν τῷ κόσμῳ, καὶ ἀγγέλοις καὶ ἀνθρώποις.

Α Κορ. 4,9                Αλλ' ημείς οι Απόστολοι κάθε άλλο παρά βασιλείαν και δόξαν έχομεν κερδήσει στον κόσμον αυτόν. Διότι νομίζω, ότι ο Θεός ημάς τους Αποστόλους μας έχει δείξει εις τα μάτια όλων των ανθρώπων σαν τους πιο τελευταίους, σαν καταδικασμένους εις θάνατον, που βαδίζουν στον τόπον της εκτελέσεως. Διότι εγίναμεν παράδοξον θέαμα εις όλον τον κόσμον, στους αγγέλους που θαυμάζουν, και στους ανθρώπους που χλευάζουν.

Α Κορ. 4,10        ἡμεῖς μωροὶ διὰ Χριστόν, ὑμεῖς δὲ φρόνιμοι ἐν Χριστῷ· ἡμεῖς ἀσθενεῖς, ὑμεῖς δὲ ἰσχυροί· ὑμεῖς ἔνδοξοι, ἡμεῖς δὲ ἄτιμοι.

Α Κορ. 4,10              Ημείς οι Απόστολοι θεωρούμεθα από τους ανθρώπους του κόσμου μωροί και ανόητοι δια το όνομα του Χριστού. Σεις όμως είσθε φρόνιμοι και συνετοί εν Χριστώ! Ημείς είμεθα ασθενείς και αδύνατοι. Σεις όμως είσθε ισχυροί και ακατανίκητοι! Σεις είσθε ένδοξοι, ημείς δε περιφρονημένοι και εξουθενωμένοι.

Α Κορ. 4,11        ἄχρι τῆς ἄρτι ὥρας καὶ πεινῶμεν καὶ διψῶμεν καὶ γυμνητεύομεν καὶ κολαφιζόμεθα καὶ ἀστατοῦμεν

Α Κορ. 4,11               Από την ημέραν που ελάβαμεν το αποστολικόν αξίωμα και μέχρις αυτής της ώρας, ζώμεν ανάμεσα στο πλήθος από ταλαιπωρίας και περιπετείας. Και πεινώμεν και διψώμε· και δεν έχομεν ρούχα δια να προφυλαχθώμεν από τας κακοκαιρίας και δεχόμεθα ραπίσματα και γρονθοκοπήματα, και συνεχώς μετακινούμεθα από τόπου εις τόπον, χωρίς να έχωμεν πουθενά σταθεράν παραμονήν.

Α Κορ. 4,12        καὶ κοπιῶμεν ἐργαζόμενοι ταῖς ἰδίαις χερσί· λοιδορούμενοι εὐλογοῦμεν, διωκόμενοι ἀνεχόμεθα,

Α Κορ. 4,12              Και κοπιάζομεν εργαζόμενοι με τα ίδια μας τα χέρια. Οταν οι άπιστοι μας εμπαίζουν και μας υβρίζουν ημείς τους ευλογούμεν και ευχόμεθα αγαθά δι' αυτούς. Οταν μας καταδιώκουν, δεικνύομεν μακροθυμίαν και υπομονήν απέναντί των.

Α Κορ. 4,13        βλασφημούμενοι παρακαλοῦμεν· ὡς περικαθάρματα τοῦ κόσμου ἐγενήθημεν, πάντων περίψημα ἕως ἄρτι.

Α Κορ. 4,13               Οταν μας δυσφημούν και μας διαβάλλουν, ημείς προσπαθούμεν με λόγια καλωσύνης και αγάπης να τους καταπραΰνωμεν και τους ημερώσωμεν. Σαν τα πλέον ρυπαρά πράγματα του κόσμου έχομεν γίνει, σαν αποσπογγίσματα για πέταμα θεωρούμεθα εις τα μάτια όλων έως την στιγμήν αυτήν.

Α Κορ. 4,14        Οὐκ ἐντρέπων ὑμᾶς γράφω ταῦτα, ἀλλ᾿ ὡς τέκνα μου ἀγαπητὰ νουθετῶ.

Α Κορ. 4,14              Με αυτά που σας γράφω δεν θέλω να σας πικράνω και εντροπιάσω, αλλά σαν παιδιά μου αγαπητά σας συμβουλεύω.

Α Κορ. 4,15        ἐὰν γὰρ μυρίους παιδαγωγοὺς ἔχητε ἐν Χριστῷ, ἀλλ᾿ οὐ πολλοὺς πατέρας· ἐν γὰρ Χριστῷ Ἰησοῦ διὰ τοῦ εὐαγγελίου ἐγὼ ὑμᾶς ἐγέννησα.

Α Κορ. 4,15               Διότι έστω και αν έχετε παρά πολλούς παιδαγωγούς και διδασκάλους κατά Χριστόν, δεν έχετε όμως πολλούς πατέρας. Ενας είναι ο πατέρας σας, εγώ. Διότι εγώ, με τον φωτισμόν και την δύναμιν του Χριστού, σας έχω γεννήσει πνευματικώς εις την νέαν ζωήν δια μέσου του Ευαγγελίου.

Α Κορ. 4,16        παρακαλῶ οὖν ὑμᾶς, μιμηταί μου γίνεσθε.

Α Κορ. 4,16              Σας παρακαλώ, λοιπόν, σαν παιδιά μου αγαπημένα, να γίνεσθε μιμηταί μου.

Α Κορ. 4,17        Διὰ τοῦτο ἔπεμψα ὑμῖν Τιμόθεον, ὅς ἐστι τέκνον μου ἀγαπητὸν καὶ πιστὸν ἐν Κυρίῳ, ὃς ὑμᾶς ἀναμνήσει τὰς ὁδούς μου τὰς ἐν Χριστῷ, καθὼς πανταχοῦ ἐν πάσῃ ἐκκλησίᾳ διδάσκω.

Α Κορ. 4,17               Δια τούτο σας έστειλα τον Τιμόθεον, πνευματικόν μου τέκνον, αγαπητόν και πιστόν εν Κυρίω, ο οποίος και θα σας υπενθυμίση πως ζω, πως εγώ φέρομαι και εργάζομαι εν Χριστώ, καθώς επίσης και πως διδάσκω το Ευαγγέλιον του Κυρίου πανταχού εις κάθε Εκκλησίαν.

Α Κορ. 4,18        Ὡς μὴ ἐρχομένου δέ μου πρὸς ὑμᾶς ἐφυσιώθησάν τινες·

Α Κορ. 4,18              Και πρέπει αυτός εν τω μεταξύ να έλθη, διότι μερικοί με την ιδέν, ότι τάχα εγώ δεν θα ηρχόμην προς σας, εφούσκωσαν από υψηλοφροσύνην και αλαζονείαν.

Α Κορ. 4,19        ἐλεύσομαι δὲ ταχέως πρὸς ὑμᾶς, ἐὰν ὁ Κύριος θελήσῃ, καὶ γνώσομαι οὐ τὸν λόγον τῶν πεφυσιωμένων, ἀλλὰ τὴν δύναμιν·

Α Κορ. 4,19              Αλλ' εάν ο Κυριος θελήση, θα έλθω γρήγορα προς σας και θα ζητήσω να μάθω τότε όχι τας καυχησιολογίας και δημοκοπίας των φαντασμένων, αλλά την πνευματικήν των δύναμιν να ζουν κατά Θεόν και να οδηγούν άλλους στον δρόμον του Θεού.

Α Κορ. 4,20        οὐ γὰρ ἐν λόγῳ ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ἀλλ᾿ ἐν δυνάμει.

Α Κορ. 4,20              Διότι η βασιλεία του Θεού δεν εγκαθίσταται εις τας ψυχάς των ανθρώπων με λόγια και ρητορισμούς, αλλά με θείαν δύναμιν, που αιχμαλωτίζει και αγιάζει την καρδίαν.

Α Κορ. 4,21        τί θέλετε; ἐν ῥάβδῳ ἔλθω πρὸς ὑμᾶς, ἢ ἐν ἀγάπῃ πνεύματί τε πρᾳότητος;

Α Κορ. 4,21              Τι θέλετε; Να έλθω εις σας με την παιδαγωγικήν ράβδον των παρατηρήσεων και των τιμωριών η να έλθω με αγάπην και καλωσύνην, με πνεύμα επιεικείας και πραότητος;