ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ |
|
Η ΑΠΟΚΑΛΥΨΙΣ ΤΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ
Η Αποκάλυψη γράφτηκε γύρω στο 94 - 95 μ.Χ. και είναι το τελευταίο στον κανόνα των βιβλίων της Καινής Διαθήκης. Γράφτηκε στην Πάτμο, όταν ο Ιωάννης εξορίστηκε από τον αυτοκράτορα Δομιτιανό. Εκεί ο Ιωάννης συνομίλησε με τον Κύριο και εκείνος του αποκάλυψε το προφητικό βιβλίο της Αποκάλυψης που ο Ιωάννης κατέγραψε με τη βοήθεια του μαθητή του Πρόχορου.
Η Αποκάλυψη γράφτηκε σε μια περίοδο φοβερών διωγμών εναντίον των Χριστιανών. Μιλάει με συμβολική γλώσσα και χρησιμοποιεί έντονα παραστατικές εικόνες. Με αυτόν τον τρόπο ο Ιωάννης προσπαθεί να παρηγορήσει, να ενθαρρύνει και να τονώσει την πίστη και την καρτερία των Χριστιανών μπροστά στα σκληρά μαρτύρια που περνούσαν.
Η Αποκάλυψις του Ιωάννου ανήκει σε ένα ευρύτερο φιλολογικό ρεύμα του ιουδαϊκού κόσμου της εποχής, που λέγεται αποκαλυπτική γραμματεία. Ως χριστιανικό κείμενο διαφέρει απ' αυτά, γιατί μας παρουσιάζει μια νέα θέαση της ιστορίας και των εσχάτων, αλληλένδετα και τα δύο και αδιάσπαστα για το χριστιανισμό, με κέντρο το «εσφαγμένον αρνίον», που δεν είναι άλλος από τον σταυρωμένο και αναστημένο Ιησού Χριστό, τον οποίο κηρύττουν και όλα τα άλλα βιβλία της Καινής Διαθήκης.
Η Αποκάλυψη δεν διδάσκει τίποτε διαφορετικό από ότι τα άλλα βιβλία της Καινής Διαθήκης, τα περιγράφει όμως όλα με διαφορετικό τρόπο και διαφορετικές εικόνες και παραστάσεις. Με τα οράματα που είδε ο Ιωάννης εξόριστος στην Πάτμο στα τέλη του 1ου αιώνα μ.Χ. και κατέγραψε με εικόνες και σύμβολα της προφητικής γραμματείας της Παλαιάς Διαθήκης μας δίνει όχι μόνο την πορεία της ιστορίας προς τα έσχατα αλλά και μια χριστολογική ερμηνεία της Παλαιάς Διαθήκης, σε άμεση πάντοτε αναφορά προς τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η Εκκλησία στην εποχή του.
Οι βασικοί θεματικοί άξονες, γύρω από τους οποίους στρέφεται η Αποκάλυψη είναι οι εξής: α) Οι τρεις σειρές πληγών που εκτυλίσσονται πάνω στη γη με το άνοιγμα των εφτά σφραγίδων, με τα σαλπίσματα των εφτά αγγέλων και με την έκχυση του περιεχομένου των εφτά φιαλών πάνω στη γη, δεν αποβλέπουν στο να δημιουργήσουν τρόμο και αγωνία στον άνθρωπο, αλλά στο να δείξουν την φθορά και παραμόρφωση που υπέστη ο κόσμος από υπαιτιότητα του ανθρώπου. Οι πληγές αυτές, που επιτρέπει ο Θεός, ενεργούν ως κάθαρση του παλαιού κόσμου, ο οποίος τελικά θα παραχωρήσει τη θέση του στον «καινούριο ουρανό» και την «καινούρια γη» που στέλνει ο Θεός. β) Τα δεινά, ενώ λειτουργούν ως κάθαρση του παλαιού κόσμου, αποτελούν συνάμα και ένα προσκλητήριο μετάνοιας για τους ανθρώπους, οι οποίοι όμως παραμένουν αμετανόητοι. γ) Το κακό, που φέρει διάφορες ονομασίες στην Αποκάλυψη (διάβολος, σατανάς, όφις, δράκων, θηρίον), γιγαντώνεται συνεχώς μέσα στον κόσμο και αντιστρατεύεται το έργο του Θεού, πείθοντας μάλιστα τους ανθρώπους να το ακολουθήσουν και να το λατρέψουν, τον τελικό όμως λόγο στην ιστορία τον έχει ο Θεός, που κρίνει τον κόσμο και ρίχνει οριστικά το σατανά στη λίμνη του πυρός. δ) Σε τελευταία ανάλυση το μήνυμα της Αποκάλυψης είναι αισιόδοξο και ελπιδοφόρο, εφόσον ο Θεός, υπόσχεται τον καινούριο κόσμο της βασιλείας του, τη νέα Ιερουσαλήμ που κατεβαίνει από τον ουρανό, όχι μόνο ως εσχατολογικό όραμα αλλά και ως παρούσα πραγματικότητα δια του Ιησού Χριστού μέσα στην Εκκλησία. Ο Ιησούς Χριστός είναι το Α και το Ω της ζωής. Ο Ιησούς έρχεται ως κριτής των πάντων. Αυτό το τελευταίο δεν αποτελεί απειλή αλλά υπόσχεση ελπίδας. Στο τέλος όλα τα βάσανα θα τερματιστούν και ο Κύριος θα χαρίσει σε όλους έναν καινούριο κόσμο. Έναν κόσμο αλήθειας, αγάπης, ειρήνης και δικαιοσύνης.
|