ΑΓΙΟΛΟΓΙΑ |
ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ Ο ΝΕΟΣ Ο ΕΝ ΒΟΥΝΕΝΟΙΣ |
Άγιος Νικόλαος ο Νέος ο εν Βουνένοις
Ο Άγιος Νικόλαος ο Νέος
γεννήθηκε στα μέρη της Ανατολής από γονείς ευσεβείς και ενάρετους. Όταν
ενηλικιώθηκε κατατάχθηκε στον Αυτοκρατορικό Στρατό, με το αξίωμα του Δούκα,
γυμνάζοντας τους στρατιώτες του, στο να είναι γενναίοι και ατρόμητοι
πολεμιστές, κυρίως όμως τους νουθετούσε και τους δίδασκε να πιστεύουν στον
Θεό, να προσεύχονται, να μην αδικούν ποτέ κανέναν και να ζητούν από τον
Χριστό να τους δίνει δύναμη για να πολεμούν τους εχθρούς. Δεν ήταν όμως μόνο
οι εξωτερικοί εχθροί που έπρεπε να αντιμετωπίσουν, αλλά και οι διάφορες
εξεγέρσεις που συνέβαιναν στο εσωτερικό της Αυτοκρατορίας. Σε μία τέτοια
εξέγερση εστάλη ο Νικόλαος, από τον Αυτοκράτορα Λέοντα τον Ίσαυρο τον
Εικονομάχο, για να επιβληθεί στους εξεγερθέντες και να επαναφέρει την ειρήνη
και την ευστάθεια. |
Θαύμα του Αγίου
Ήταν Οκτώβριος του 1943
μ.Χ. Οι Γερμανοί Κατακτητές ήταν αποφασισμένοι να σκορπίσουν τον θάνατο πριν
αναχωρήσουν από την Θήβα και να αφήσουν πίσω τους ερειπωμένη την μικρή τότε,
συνοικία του Ταχίου. Οι πληροφορίες τους έλεγαν, ότι εκεί ήταν κρυμμένα
πολλά πυρομαχικά, τα οποία θα χρησιμοποιούσαν οι αντάρτες εναντίον τους.
Πραγματικά! Στο σημείο που βρίσκεται σήμερα το καμπαναριό υπήρχε ένας μικρός
βοηθητικός χώρος, ο οποίος ήταν γεμάτος με όπλα και πολεμοφόδια. Οι Γερμανοί
έδωσαν διαταγή να συγκεντρωθούν όλοι έξω από τον Ναό, και παράλληλα ζήτησαν
κατάλογο των ανδρών από 16 ετών και πάνω, ενώ όποιος δεν ήταν παρών να τον
αναζητούσαν και να τον εκτελούσαν επί τόπου.
|
ΥΜΝΟΛΟΓΙΑ |
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ὡς τῶν αἰχμαλώτων. Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου
πολίτης. Κοντάκιον
Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον. Ἕτερον Κοντάκιον
Ἦχος β’. Τὰ ἄνω ζητῶν. Κάθισμα
Ἦχος πλ. δ’. Τὴν Σοφίαν
καὶ λόγον. Ὁ Οἶκος
Τοῦ Προδρόμου τὰς τρίβους
διὰ ζήλου μάκαρ ἐσχηκώς, καὶ τὴν φωνὴν αὐτοῦ ἔνδον τῆς σῆς περιφέρων καρδίας,
τὴν φάσκουσαν, μετανοεῖτε‧ ἀπάρας τῆς σῆς πατρίδος, ὑπερόπτης γενόμενος νεότητος, κόσμου, πλούτου
καὶ ῥεούσης δόξης, οἷά τις ἀετὸς ὑπόπτερος ἵπτασαι ἐν Βουνένοις τῆς
Θετταλίας. Κᾷκεῖ τῆς διὰ Χριστὸν ποθουμένοις σοι ἡσυχίας τυχών, οὐ μόνον
ὑπερβαλλούσῃ ἀσκήσει τὴν σὴν ψυχὴν κατεκάλυνας, ἀλλὰ καὶ μαρτυρικῷ στέφει,
κατὰ τοὺς πάλαι ἐνδόξους Μάρτυρας, κατεκοσμήθης ἀείμνηστε‧
καὶ εὐῶδες θῦμα γενόμενος, Χριστῷ προσενήνεξαι Νικόλαε. Μεγαλυνάριον
Δεῦτε εὐφημήσωμεν οἱ
πιστοί, τὸν ἐκ τῆς ἑῴας, ἐξαστράψαντα ἀθλητήν‧ φύλακα καὶ ῥύστην, Χριστιανῶν ἁπάντων, Νικόλαον τὸν Νέον, Χριστοῦ τὸν
μάρτυρα. Ἕτερον Μεγαλυνάριον
Χαίροις Θετταλίας πάσης φρουρός, χαίροις τῆς Ἑλλάδος πολιοῦχος καὶ
ἀρωγός, χαίροις ὁ Βουνένων, τὸν τόπον ἁγιάσας, τοῖςῥείθροις σῶν αἱμάτων,
μάκαρ Νικόλαε. Ἕτερον Μεγαλυνάριον
Φύλαττε τοὺς δούλους σου ἀθλητά, τοὺς ἀθροιζομένους τῷ σεπτῷ σου, μάρτυς
ναῷ, καὶ ἐπιτελοῦντας, τὴν σὴν ἁγίαν μνήμην, ἐκ πάσης ἐπηρείας, σοφὲ καὶ
θλίψεως. Ἕτερον Μεγαλυνάριον
Μέγαν σε προστάτην καὶ βοηθόν, κεκτήμεθα μάρτυς, πεπτωκότες ἐν
πειρασμοῖς, ῥῦσαι οὖν παμμάκαρ, ἡμᾶς λοιμοῦ λιμοῦ τε, ὁρμῆς παίδων τῆς ἄγαρ,
θεῖε Νικόλαε. Ἕτερον Μεγαλυνάριον
Ταῖς πρεσβείαις τοῦ ἐνδόξου ἀθλοφόρου Νικολάου, Χριστὲ διαφύλαξον, τοὺς
σοὺς ἱκέτας, ἐκ παντοίας θλίψεως. Ἕτερον Μεγαλυνάριον Τῇ σορῷ τῶν σῶν λειψάνων προσιοῦσι, μετὰ πόθου παμμάκαρ Νικόλαε, δώρησαι ῥῶσιν ψυχῆς τε καὶ σώματος.
|
|