ΑΓΙΟΛΟΓΙΑ |
ΑΓΙΟΣ ΑΝΘΙΜΟΣ Ο ΙΕΡΟΜΑΡΤΥΡΑΣ |
Άγιος Άνθιμος ο Ιερομάρτυρας, Επίσκοπος Νικομήδειας
Ο Άγιος Άνθιμος έζησε στα τέλη του 3ου αιώνα μ.Χ. και πατρίδα του ήταν η Νικομήδεια. Από μικρός διακρίθηκε για τον ευσεβή ζήλο του προς τα θεία. Όταν ενηλικιώθηκε, η ζωή του ήταν υπόδειγμα σωφροσύνης και αγάπης. Επειδή πλούσια κατείχε το θησαυρό των θείων αληθειών, η θερμή του διδασκαλία, εμπνεόμενη από αποστολικό ζήλο, έβρισκε σχεδόν πάντα ανταπόκριση στις ψυχές των πιστών. Η πνευματική ικανότητα του Άνθιμου ώθησε τους χριστιανούς της Νικομήδειας και τον έπεισαν να γίνει Ιερέας και αργότερα επίσκοπος τους. Όταν, όμως, έγινε ο διωγμός επί Διοκλητιανού, τον κυνήγησαν και τον συνέλαβαν (302 μ.Χ.). Ο Διοκλητιανός του πρότεινε να θυσιάσει στους Θεούς για να κερδίσει τη ζωή του, αλλιώς τον περίμεναν φρικτά βασανιστήρια, και του έδειξε το όργανα που θα τον βασάνιζαν. Ο Άνθιμος είπε: «Γιατί μου τα δείχνεις; για να με φοβίσεις; Αυτά ας τα φοβούνται εκείνοι, για τους οποίους η παρούσα ζωή είναι μόνο ηδονή και τη στέρηση της θεωρούν μεγάλη απώλεια. Αλλά σε μένα, όπως και σε κάθε χριστιανό, αυτά δεν ασκούν καμιά γοητεία. Το σώμα μου είναι πρόσκαιρο και ευτελές, που μόνη αξία έχει, όταν αγιασθεί δια του Χριστού και δοθεί εις την κατά Χριστόν ζωή. Επομένως, τιμωρίες και βάσανα είναι για μένα πιο ποθητά από του να αρνηθώ το Σωτήρα μου». Τότε, αφού τον βασάνισαν φρικτά, τελικά τον αποκεφάλισαν. Η Κάρα του Αγίου βρίσκεται στη Μονή Αγ. Παντελεήμονος Αγίου Όρους. Μέρος δέρματος του Αγίου βρίσκεται στο Παρεκκλήσιο της Οσίας Ξένης της Ρωσίδος στην Μάνδρα Αττικής. Η Ορθόδοξη Εκκλησία εορτάζει τη μνήμη του Αγίου Άνθιμου στις 3 Σεπτεμβρίου.
|
ΥΜΝΟΛΟΓΙΑ |
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε. Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α’. Τοῦ λίθου σφραγισθέντος. Ἕτερον Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α’. Τοῦ λίθου σφραγισθέντος. Κοντάκιον
Ἦχος δ’ . Ὁ ὑψωθεὶς. Κάθισμα
Ἦχος α’. Τὸν τάφον σου Σωτὴρ. Ὁ Οἶκος
Ἐνθεὶς μοι γνῶσιν θεϊκήν, τὸν ζόφον
τῆς ἀγνοίας, ἐκ τῆς ἐμῆς καρδίας, ἀπέλασον εὐχαῖς σου, ὅπως ὑμνήσω σου
πιστῶς τὴν ἁγίαν μνήμην, ἐν ᾗ Ἀγγέλων χοροί, μετὰ Μαρτύρων σήμερον
εὐφραίνονται ἐνθέως· καὶ ἄνθρωποι, ὕμνοις ἐγκωμίων τὴν σὴν κάραν, ὥσπερ ἄνθη
συμπλέξαντες, στέφουσιν ἀξίως, αἰτοῦντες παρὰ σοῦ λαβεῖν, τῶν πταισμάτων
ἀποχήν, καὶ τῶν κακῶν τοῦ βίου λύσιν, καὶ ἐχθρῶν ὁρατῶν καὶ ἀοράτων ῥυσθῆναι,
ταῖς σαῖς πρεσβείαις, Πατὴρ ἡμῶν Ἄνθιμε. Μεγαλυνάριον
Τὸν ἐν ἰερεῦσιν ἱερουργόν, μύστην τοῦ
Δεσπότου, καὶ ἐν μάρτυσι θαυμαστόν, Ἱερομαρτύρων, τὸ κλέος εὐφημοῦμεν·
Ἄνθιμε Ἱεράρχα, θεομακάριστε. Ἕτερον Μεγαλυνάριον
Ἔχει δὲ τὸ πνεῦμά σου Οὐρανός, καὶ
ἡμεῖς πλουτοῦμεν, τὴν εἰκόνα σου φέροντες, ἥν μετ’ εὐλαβείας καὶ πόθου
ἀνεικάστου, τιμῶντες προσκυνοῦμεν, καὶ ἀσπαζόμεθα. Ἕτερον Μεγαλυνάριον
Φύλαττε τρισμάκαρ ταῖς σαῖς εὐχαῖς,
πάντας τοὺς τιμῶντας, τὴν πανίερον μνήμην σου, καὶ τοὺς σοὺς ἀγῶνας, καὶ
ῥῦσαι αἰωνίως, παντοίας καταδίκης, Ἄνθιμε ἔνδοξε. Ἕτερον Μεγαλυνάριον Χαίροις τοῦ Σωτῆρος μυσταγωγέ, τῶν Ἀρχιερέων, ὐποτύπωσις καὶ κανών· χαίροις τῶν Μαρτύρων, σύναθλος καὶ ἀλείπτης, Ἄνθιμε Ἱεράρχα, ἡμῶν ἀντίληψις.
|
|