ΑΓΙΟΛΟΓΙΑ

ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΠΑΥΛΟΣ

ΕΝΟΤΗΤΑ 2

 

Η Α’ ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΕΙΑ ΤΟΥ ΑΠΟΣΤ. ΠΑΥΛΟΥ

(Πράξεις Κεφ. 13-14)

 

Ο Απόστολος Παύλος

Στην Αντιόχεια τα μέλη της Εκκλησίας, με προσευχή και νηστεία, ήθελαν να μάθουν ποιο ήταν το θέλημα του Θεού για το μέλλον της Εκκλησίας. Και ο Θεός δεν άργησε να φανερώσει το θέλημά Του. Μετά από χαρισματική απoκάλυψη το Άγιο Πνεύμα στη διάρκεια της θείας λατρείας, είπε στους χριστιανούς της Αντιόχειας να ξεχωρίσουν τον Παύλο και το Βαρνάβα για το έργο που τους είχε καλέσει ο Κύριος.

Οι πιστοί με ευλάβεια άκουσαν και δέχτηκαν το θέλημα του Θεού. Έτσι με τις ευχές των πιστών και με τις ευλογίες της Εκκλησίας άρχισε η πρώτη αποστολική περιοδεία από την Αντιόχεια το 45 μ.Χ.

 

Τα γεγονότα της πρώτης αποστολικής περιοδείας που αποτελεί την πρώτη μεγάλη εξόρμηση του Χριστιανισμού έξω από τα όρια της Παλαιστίνης, περιλαμβάνονται στα κεφάλαια 13 και 14 των Πράξεων των Αποστόλων.

 

 

Ο Παύλος και ο Βαρνάβας στην Κύπρο

(Πράξεις 13,4-12)

 

Οι Απόστολοι Παύλος και Βαρνάβας, μαζί με το νεαρό Ιωάννη Μάρκο τον ανεψιό του Βαρνάβα και μετέπειτα Ευαγγελιστή, από την παραλιακή πόλη Σελεύκεια έπλευσαν για την Κύπρο. Έφτασαν στη Σαλαμίνα, την αρχαία παραλιακή πόλη στην ανατολική πλευρά του νησιού. Εκεί αρχικά κήρυξαν το λόγο του Θεού στις συναγωγές των Ιουδαίων.

 

Αφού διέσχισαν το νησί κατέληξαν στην Πάφο την τότε πρωτεύουσα της Κύπρου. Στην Πάφο ανάμεσα στους πολλούς που πίστεψαν και βαπτίστηκαν, ήταν κι ο Ρωμαίος διοικητής του νησιού ανθύπατος Σέργιος Παύλος. Από δω και πέρα ο Σαύλος γίνεται γνωστός με τ' όνομα Παύλος.

Ο ανθύπατος αρχικά προσκάλεσε τον Παύλο για να ακούσει το λόγο του Θεού. Εκεί βρήκαν και κάποιον μάγο Ιουδαίο, ψευδοπροφήτη με το όνομα Ελύμας (Βαριησούς). Αυτός προσπάθησε να αποτρέψει τον ανθύπατο Σέργιο Παύλο να πιστέψει και να βαπτιστεί. Ο Παύλος με τη βοήθεια του Θεού τιμώρησε με τύφλωση το μάγο και βάπτισε τον ανθύπατο, ο οποίος εντυπωσιάστηκε από τη διδασκαλία του Παύλου.

 

 

Ο Παύλος και ο Βαρνάβας στη Μικρά Ασία

(Πράξεις 13,13-14,28)

 

Οι Απόστολοι αφού απόπλευσαν από την Κύπρο, αποβιβάστηκαν στην Αττάλεια, στα νότια παράλια της Μικράς Ασίας. Μετά πήγαν στην Πέργη, απ’ όπου ο νεαρός Μάρκος αποχώρησε για τα Ιεροσόλυμα, γιατί είχε φαίνεται κουραστεί από τις οδοιπορίες.

 

Οι Απόστολοι με πολλούς κόπους έφτασαν στην Αντιόχεια της Πισιδίας. Εκεί κήρυξαν το λόγο του Θεού όχι μόνο στην εβραϊκή συναγωγή αλλά και στους εθνικούς που ήταν προσήλυτοι στον Ιουδαϊσμό. Πολλοί από αυτούς πίστεψαν στο Χριστό. Αυτό ξεσήκωσε τους Ιουδαίους οι οποίοι αποδοκίμασαν τον Παύλο και τους ανάγκασαν να φύγουν για το Ικόνιο. Οι εχθροί της πίστεως με τα εμπόδια τους γίνονταν αφορμή ν' ακούγεται κι αλλού ο λόγος του Θεού.

 

Στο Ικόνιο οι Απόστολοι όπως  συνήθιζαν πήγαν στη συναγωγή και το κήρυγμα τους ήταν τόσο πειστικό, ώστε πίστεψαν αρκετοί Ιουδαίοι και εθνικοί. Έμειναν αρκετό καιρό εκεί και κήρυτταν το λόγο του Θεού. Οι Ιουδαίοι ξεσήκωσαν πολλούς από τους εθνικούς εναντίον των Χριστιανών και ετοιμάζονταν να τους λιθοβολήσουν και να τους εκδιώξουν. Οι Απόστολοι κατάλαβαν τις προθέσεις τους και πήγαν στις πόλεις της Λυκαονίας Λύστρα και Δέρβη.

 

Στα Λύστρα με το κήρυγμά τους πολλοί πίστεψαν στον Κύριο. Ανάμεσα σ' αυτούς ήταν κι ο μετέπειτα συνεργάτης του Παύλου και σπουδαίος μαθητής του, ο Τιμόθεος.

Εκεί ο Παύλος θεράπευσε ένα χωλό εκ γενετής και οι κάτοικοι δε δίστασαν ν' ανακηρύξουν θεούς τους Αποστόλους. Το Βαρνάβα ονόμασαν Δία και τον Παύλο, πού μιλούσε πιο πολύ, Ερμή. Ετοιμάζονταν μάλιστα να κάμουν θυσία για χάρη τους. Οι Απόστολοι με πολύ κόπο κατόρθωσαν να τους εμποδίσουν. Κι ενώ προσπαθούσαν να τους απαλλάξουν από αυτές τις μάταιες συνήθειες, οι διαθέσεις του ασταθούς πλήθους άλλαξαν ξαφνικά. Από τη μια άκρη έφτασαν στην άλλη. Άρχισαν να τους νομίζουν για μάγους. Ιουδαίοι από την Αντιόχεια και το Ικόνιο, πήραν μαζί τους τα πλήθη και μια μέρα πού βρέθηκε μόνος του ο Παύλος, τον λιθοβόλησαν με αγριότητα. Έπειτα τον έσυραν έξω από την πόλη νομίζοντας ότι πέθανε. Αλλά ο Κύριος, με τις περιποιήσεις των πιστών, έσωσε τον Παύλο και του θεράπευσε τις πληγές.

 

Αμέσως μετά, όταν ο Παύλος συνήλθε, μαζί με το Βαρνάβα έφυγαν και έφτασαν στη Δέρβη, όπου πολλοί δέχτηκαν τη χριστιανική πίστη.

 Είχαν περάσει δυο περίπου χρόνια από τότε πού άρχισε η ιεραποστολή. Ήταν καιρός να γυρίσουν στην Αντιόχεια, απ’ όπου είχαν ξεκινήσει. Επέστρεψαν από τις ίδιες πόλεις. Πήγαν ξανά στα Λύστρα, στο Ικόνιο και στην Αντιόχεια της Πισιδίας. Οι Απόστολοι στερέωναν τους Χριστιανούς στην πίστη και έλυναν όσα προβλήματα είχαν παρουσιαστεί. Χειροτόνησαν πρεσβυτέρους σε κάθε Εκκλησία, κήρυξαν στην Πέργη και μετά στην Αττάλεια. Παντού οι πιστοί τους υποδέχονταν με μεγάλη χαρά. Με ακόμη μεγαλύτερη χαρά τους υποδέχτηκαν, σαν γύρισαν με πλοίο, οι Χριστιανοί της Αντιόχειας στη Συρία το 48 μ.Χ.

 

 

Η Αντιόχεια η "Μητέρα των εξ Εθνών Εκκλησιών

και η μεθοδολογία του Παύλου

 

Η Αντιόχεια ονομάζεται «Μητέρα των εξ Εθνών εκκλησιών». Ο Παύλος την είχε ως ορμητήριο και καταφύγιο σε όλα τα ιεραποστολικά ταξίδια που πραγματοποίησε. Όλες σχεδόν οι περιοδείες του κατέληγαν στην Αντιόχεια, όπου σχεδίαζε τη συνέχεια του έργου για τη διάδοση του Ευαγγελίου. Σ’ αυτήν την πόλη χρησιμοποιήθηκε  για πρώτη φορά από τον ίδιο τον Παύλο το όνομα χριστιανός, για να χαρακτηρίσει κάθε μέλος της νέας πίστης. Η περιοδεία αυτή ήταν επιτυχής γιατί δημιουργήθηκαν πολλές χριστιανικές κοινότητες κυρίως ανάμεσα στους εθνικούς.

 

Η μέθοδος που ακολούθησαν ήταν να απευθύνονται πρώτα στους Ιουδαίους στις συναγωγές. Όπως ήταν φυσικό, οι ομιλίες άρχιζαν πάντοτε από την Παλαιά Διαθήκη και τονιζόταν ότι οι προφητείες για την έλευση του Μεσσία πραγματοποιήθηκαν πλέον στο πρόσωπο του Ιησού, τον οποίο όμως η ανωτάτη θρησκευτική ηγεσία των Ιεροσολύμων παρεξήγησε και καταδίκασε σε σταυρικό θάνατο με τη συνεργασία των Ρωμαίων. Όμως ο Χριστός αναστήθηκε, εμφανίστηκε στους μαθητές του, και τους έδωσε εντολή να κηρύξουν τα γεγονότα αυτά σε όλα τα έθνη, ξεκινώντας από τους Ιουδαίους.

Μετά από την εχθρότητα που συνάντησαν από μέρους των Ιουδαίων, στράφηκαν προς τους εθνικούς, συνήθως μέσω των εθνικών που ήταν προσήλυτοι στον Ιουδαϊσμό.

 

Αν και δεν έγινε δυνατό να δημιουργηθούν πολλές κοινότητες κατά το πρότυπο της Εκκλησίας της Αντιόχειας, όπου η πλειοψηφία των πιστών ήταν Ιουδαίοι, δημιουργήθηκαν όμως χριστιανικές κοινότητες αποτελούμενες κατά το μεγαλύτερο μέρος από εθνικούς. Από την άποψη αυτή, η περιοδεία στέφθηκε από επιτυχία. Πολλές Εκκλησίες οργανώθηκαν (Πράξ. 14,23), αν και αυτό έγινε κάτω από διωγμούς και αρκετούς κινδύνους των Αποστόλων (Β' Τιμ. 3,11).

Το γεγονός αυτό αποτέλεσε όμως και αιτία αναταραχής από την μεριά κάποιων Χριστιανών, οι οποίοι απαιτούσαν από τους εξ εθνών προσήλυτους να περιτέμνονται πριν ενταχθούν στην Εκκλησία. Αυτή η αναταραχή οδήγησε στην πρώτη Αποστολική Σύνοδο.

 

 

Η ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ ΣΥΝΟΔΟΣ 

(Πράξεις 15,1-35)

 

Οι Απόστολοι Παύλος και Βαρνάβας διηγήθηκαν στους πιστούς της Αντιόχειας, όσα έγιναν με τη βοήθεια του Θεού κατά την αποστολική τους περιοδεία. Όλοι τους ευχαριστούσαν και δοξολογούσαν το Θεό, γιατί άνοιξε τις πόρτες της πίστεως και της σωτηρίας και στους εθνικούς (Πράξ. 14,27).

Τη χαρά όμως από τα ευχάριστα αυτά νέα προσπάθησαν να μειώσουν μερικοί Χριστιανοί, πού προέρχονταν από τους Ιουδαίους (οι λεγόμενοι ιουδαΐζοντες). Αυτοί ζητούσαν για τους Χριστιανούς πού προέρχονταν από τους ειδωλολάτρες να τηρούν την περιτομή και τις άλλες τυπικές διατάξεις του Μωσαϊκού Νόμου. Ήθελαν δηλαδή ν' αναμείξουν το χριστιανισμό με τους νεκρούς τύπους της εβραϊκής θρησκείας. Υπήρχε λοιπόν άμεσος ο κίνδυνος να νοθευτεί ο Χριστιανισμός, να χάσει τον πανανθρώπινο χαρακτήρα του και να γίνει μια φυλετική θρησκεία.

 

Ήταν τα πρώτα σύννεφα, που έφεραν μεγάλη αναταραχή στους Χριστιανούς της Αντιόχειας. Αυτή η διδασκαλία των ιουδαϊζόντων προκάλεσε την αντίδραση του Παύλου και του Βαρνάβα. Παρά τις προσπάθειες των εκεί Αποστόλων οι ιουδαΐζοντες Χριστιανοί έμεναν αμετάπειστοι.

Ο Παύλος αναφέρει στην προς Γαλάτας επιστολή (Γαλ. 2,11-14), ότι ήρθε αντιμέτωπος με τον Πέτρο, όταν αυτός επισκέφτηκε την Αντιόχεια και ο οποίος παρασύρθηκε από τις απαιτήσεις των Ιουδαιοχριστιανών. Από τις απαιτήσεις τους αυτές παρασύρθηκαν και άλλα εξέχουσα στελέχη από την πρώτη Εκκλησία, ακόμη και ο Βαρνάβας. 

Τότε αποφασίστηκε κι έγινε μια επιτροπή από τον Παύλο, το Βαρνάβα, τον Τίτο κι άλλους πιστούς. Με τις ευχές της Εκκλησίας τα μέλη της επιτροπής έφυγαν για τα Ιεροσόλυμα, όπου μαζί με τους άλλους Αποστόλους και τους πρεσβυτέρους θα έλυναν το ζήτημα αυτό (Πράξ. 15,2).

 

Οι πιστοί στα Ιεροσόλυμα υποδέχτηκαν με εγκαρδιότητα τους αδερφούς από την Αντιόχεια. Ο Παύλος κι ο Βαρνάβας διηγήθηκαν, όσα έγιναν με τη βοήθεια του Θεού κατά την περιοδεία τους. Όλοι τους χάρηκαν και δόξασαν το Θεό.

Κατόπιν έγινε, το 49 μ.Χ., η «Αποστολική Σύνοδος», στην οποία πήραν μέρος οι Απόστολοι, οι πρεσβύτεροι και οι πιστοί. Πρόεδρος ήταν ο Ιάκωβος ο Αδελφόθεος. Ύστερα από αρκετή συζήτηση πού έγινε μέσα σε μια ατμόσφαιρα αγάπης και σεβασμού, επικράτησε η γνώμη του Παύλου και του Βαρνάβα. Αυτήν υποστήριξαν ο Πέτρος, ο Ιάκωβος και άλλοι.

Καθοριστική υπήρξε η εισήγηση του Πέτρου, που τόνισε ότι ο Θεός δέχτηκε τους ειδωλολάτρες στην Εκκλησία και τους έδωσε με το βάπτισμα το Άγιο Πνεύμα. Σημαντική ήταν και η παρέμβαση του Ιακώβου, ο οποίος έκανε αναδρομή στους προφήτες και υπογράμμισε την αναγκαιότητα να μην απαιτείται τίποτα άλλο από τους ειδωλολάτρες που θα γίνονταν Χριστιανοί, παρά μόνο να μη συμμετέχουν  σε ειδωλολατρικές γιορτές και θυσίες, να μην τρώνε από τα ειδωλόθυτα και να μην πίνουν από το αίμα των πνιγμένων ζώων (Πράξ. 15,28-29).

 

Η πρόταση του Ιακώβου έγινε ομόφωνα δεκτή από τη Σύνοδο. Ακόμη αποφασίστηκε ότι ο Χριστιανισμός έπρεπε ν’ απαλλαγεί από τους εβραϊκούς τύπους. Αποφασίστηκε επίσης όλοι οι Χριστιανοί να θεωρούνται ίσοι μεταξύ τους και όλοι τους να ζουν ηθικά και ν' αποφεύγουν το σκανδαλισμό των άλλων αδερφών.

 

Οι αποφάσεις αυτές της αποστολικής Συνόδου έγιναν δεκτές απ' όλους και έφεραν την ειρήνη στην Εκκλησία. Κοινοποιήθηκαν μάλιστα με επιστολή της Συνόδου στις νεώτερες αδερφές Εκκλησίες της Αντιόχειας, της Συρίας και της Κιλικίας. Η Σύνοδος εξέλεξε τον Παύλο και το Βαρνάβα, οι οποίοι συνοδευόμενοι από τον Ιούδα (Βαρσαββάς) και το Σίλα, ανθρώπους με εξέχουσα θέση ανάμεσα στους χριστιανούς, να μεταφέρουν στην Εκκλησία της Αντιόχειας την απόφαση της Συνόδου (Πράξ. 15,22-27). Έτσι για μια ακόμη φορά το Άγιο Πνεύμα προστάτεψε την ενότητα της Εκκλησίας.

 

Η σημασία της συνόδου ήταν μεγάλη. Η Εκκλησία απέδειξε τη δημοκρατική της φύση, αφού για την αντιμετώπιση του κάποιου προβλήματος  δεν αποφασίζει ένας αλλά το σύνολο των μελών της. Ακόμη επιβεβαιώθηκε ο πανανθρώπινος χαρακτήρας του χριστιανικού κηρύγματος και δεν έμειναν προσκολλημένοι στις εντολές του Μωσαϊκού νόμου. 

 

Και ύστερα από την αποστολική Σύνοδο παρέμειναν αμετάπειστοι μερικοί «ιουδαΐζοντες Χριστιανοί». Αυτοί προέρχονταν από τους φανατικούς Ιουδαίους και συνέχιζαν ακόμη, να θεωρούν υποχρεωτικούς όλους τους τύπους του Μωσαϊκού νόμου. Με τον καιρό όμως η πλάνη τους έσβησε κι αυτοί ξεχάστηκαν.

 

 

ΥΜΝΟΛΟΓΙΑ

 

Ἀπολυτίκιον

Ἦχος δ’.
Οἱ τῶν Ἀποστόλων πρωτόθρονοι, καὶ τῆς Οἰκουμένης διδάσκαλοι, τῷ Δεσπότῃ τῶν ὅλων πρεσβεύσατε, εἰρήνην τῆ οἰκουμένῃ δωρήσασθαι, καὶ ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν τὸ μέγα ἔλεος.

 

Κοντάκιον

Ἦχος β’. Τοὺς ἀσφαλεῖς.
Τοὺς ἀσφαλεῖς καὶ θεοφθόγγους κήρυκας, τὴν κορυφὴν τῶν Μαθητῶν σου Κύριε, προσελάβου εἰς ἀπόλαυσιν, τῶν ἀγαθῶν σου καὶ ἀνάπαυσιν, τοὺς πόνους γὰρ ἐκείνων καὶ τὸν θάνατον, ἐδέξω ὑπὲρ πᾶσαν ὁλοκάρπωσιν, ὁ μόνος γινώσκων τὰ ἐγκάρδια.