ΠΑΤΕΡΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ |
|
|
|
ΓΕΡΩΝ
ΠΟΡΦΥΡΙΟΣ |
|
ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΜΕ ΤΟ ΓΕΡΟΝΤΑ
Ο Παππούλης προσευχόταν πολύ. Και ήθελε και τα δικά του πνευματικά παιδιά να κάνουν το ίδιο. Ιδιαίτερα σε μένα ήθελε, με κάθε τρόπο, να με πείσει να το κάνω. Γι' αυτό συνεχώς μου μιλούσε για την δύναμη της προσευχής. Προσευχή, παιδί μου, έλεγε, σημαίνει συνομιλία με τον ίδιο το Θεό, πού είναι ο Πλάστης, είναι ο Δημιουργός του σύμπαντος! Είναι Εκείνος πού έπλασε τον ίδιο τον άνθρωπο κατ' εικόνα και ομοίωση του. Είναι Εκείνος που έφτιαξε αυτά που βλέπουμε, αλλά και εκείνα πού δε βλέπουμε με τα ανθρώπινα μάτια μας. Τέλος, είναι Εκείνος πού δεν αρνιέται ποτέ να συνομιλεί μαζί μας, αρκεί να Του το ζητήσουμε εμείς, όποτε θέλουμε και όσες φορές θέλουμε. Δεν πρόκειται ποτέ να μας πει όχι. Αντίθετα, είναι πάντα πρόθυμος να μας ακούσει με προσοχή και με μεγάλη αγάπη, όπως κάνει κάθε καλός πατέρας, όταν το ζητά το παιδί του. Και όχι μόνο αυτό, αλλά και να μας δώσει ότι του ζητήσουμε, αρκεί να είναι, αυτό που ζητάμε, προς το συμφέρον της ψυχής μας. Αλήθεια, αναλογίστηκες ποτέ, παιδί μου, να συνομιλήσεις, έστω και μια φορά, με κάποιον από τους σημερινούς άρχοντες της πατρίδας μας και να έγινε η επιθυμία σου; Αν όχι, σου συνιστώ να το τολμήσεις. Θα διαπιστώσεις ότι η επιθυμία σου θα παραμείνει απλώς επιθυμία. Ουδέποτε θα δεχθούν να μιλήσουν μαζί σου. Το πολύ πολύ να σε παραπέμψουν σε κανένα παρακατιανό, για να σε ξεφορτωθούν... Αντίθετα, ο Κύριος μας, που είναι ο Βασιλεύς των βασιλέων, δεν πρόκειται ποτέ να σε παραπέμψει σε κανέναν και δεν πρόκειται ποτέ να αρνηθεί να συνομιλήσει μαζί σου δια της προσευχής, και πρόσθεσε: Τα καταλαβαίνεις αυτά που σου λέω και γιατί σου τα λέω; - Ασφαλώς ναι, Παππούλη μου, του απάντησα. - Και, όμως, εμένα κάτι μου λέει πως δε θέλεις να τα καταλάβεις. Γιατί, εάν τα καταλάβαινες, θα έκανες πιο πολλή προσευχή. - Μα προσεύχεσθε εσείς για μένα, πρόσθεσα. Και όταν τρώγω εγώ, χορταίνεις εσύ; με ρώτησε! Όποτε, με αφόπλισε τελείως!
ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΟΛΩΝ ΤΩΝ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΩΝ ΜΕ ΠΡΟΣΕΥΧΗ
Ο Γέροντας με συμβούλευε να αντιμετωπίζω όλα τα προβλήματα μου με την προσευχή, μέχρι τη λύση τους. Μου έλεγε: «Να προσεύχεσαι χωρίς αγωνία, ήρεμα, με εμπιστοσύνη στην αγάπη και στην πρόνοια του Θεού. Μην κουρασθείς να προσεύχεσαι».
Η ΝΥΧΤΕΡΙΝΗ ΠΡΟΣΕΥΧΗ
Σε μια επίσκεψη μου στο Γέροντα, θυμήθηκα και του ανάφερα ένα απόσπασμα ομιλίας του Ιερού Χρυσοστόμου για την προσευχή, πού έλεγε: «Όπως η νυκτερινή προσευχή των Αποστόλων Παύλου και Σίλα άνοιξε τις θύρες της φυλακής, έτσι και η νυκτερινή προσευχή των Χριστιανών ανοίγει τις θύρες του ουρανού». Ο Γέροντας ενθουσιάστηκε, μόλις το άκουσε. «Πολύ ωραίο αυτό», μου είπε χαρούμενος. «Πού το βρήκες, μωρέ; Να μου το αντιγράψεις και να μου το φέρεις ολόκληρο. Ξέρεις, έτσι είναι. Γίνεται αυτό που λέει ο Άγιος Χρυσόστομος, στις νυκτερινές προσευχές και αγρυπνίες... Να γονατίζεις μπροστά στον Εσταυρωμένο και τους Αγίους και να προσεύχεσαι ταπεινά και με αγάπη. Μισή ώρα, ένα τέταρτο, δέκα λεπτά, πέντε, όσο μπορείς. Θα βρεις μεγάλη βοήθεια».
ΟΤΑΝ ΧΤΥΠΑΜΕ ΤΗΝ ΠΟΡΤΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ
Με απασχολούσε, για πάρα πολλά χρόνια, ένα πολύ σοβαρό προσωπικό μου θέμα. Και όσο το θέμα αυτό δεν εύρισκε την λύση του, δεν εύρισκε και ο Παππούλης ησυχία από εμένα. Σε κάθε συνάντηση μας, θα έπρεπε υποχρεωτικώς να μιλήσουμε έστω και για λίγο, για το γνωστό και στους δυο μας πρόβλημα. Ο Παππούλης, βέβαια, προσπαθούσε κάθε φορά πού μιλούσαμε γι' αυτό, να με καθησυχάζει και συγχρόνως έδιδε την δική του ερμηνεία και δικαιολογία, για την πληθώρα των εμποδίων, πού παρεμβάλλοντο για τη ματαίωση της επιλύσεως του. Όμως, εμένα, οι δικαιολογίες αυτές του πατρός Πορφυρίου ούτε με ικανοποιούσαν, ούτε σύμφωνο με εύρισκαν. Αποτέλεσμα της ασυμφωνίας μας αυτής ήταν οι μακρές συζητήσεις, πού κάναμε οι δυο μας, με αντικείμενο το συγκεκριμένο θέμα και, παρά τα τόσα σοβαρά και σοφά επιχειρήματα του Παππούλη, εγώ όχι μόνο δεν πείστηκα ποτέ, άλλα είχα και το θράσος να εκφράζω τις αντιρρήσεις μου, λέγοντας του: Παππούλη, ου με πείσεις καν με πείσεις! Το γεγονός αυτό στενοχωρούσε ιδιαίτερα τον πατέρα Πορφύριο, χωρίς αυτό να σημαίνει, ότι η δική μου στενοχώρια ήταν μικρότερη από τη δική του. Αντιθέτως μάλιστα, μπορώ να υποστηρίξω μετά πεποιθήσεως, ότι η δική μου στενοχώρια άγγιζε τα όρια της απελπισίας! Και απολύτως δικαιολογημένα, αφού και το πρόβλημα αφορούσε αποκλειστικά εμένα και η λύση του δεν έφθανε ποτέ στο τέρμα της. Ο Παππούλης, με τη θεία χάρη πού είχε, διέγνωσε και την απελπισία μου, αλλά και την επιμονή μου, η οποία, χωρίς υπερβολή, συνοδευόταν και από μία απαίτηση, που δεν είχε προηγούμενο! Δηλαδή είχα φθάσει σε ένα σημείο, που δεν παρακαλούσα πλέον το Θεό να δώσει λύση στο πρόβλημα μου, αλλά το απαιτούσα! Και παράλληλα του ζητούσα και... το λόγο, γιατί αργεί! Ασφαλώς, θα το θεωρείτε παράδοξο και παράλογο. Όμως είναι πραγματικό! Δυστυχώς. Έχοντας υπόψη του ό Γέροντας Πορφύριος όλα τα ανωτέρω και προ παντός την παράλογη επιμονή μου, θέλησε να με συνετίσει και να με επαναφέρει στην τάξη. Γι' αυτό ζήτησε μία ημέρα να κάνουμε ένα περίπατο μέσα στο δάσος, για να ξεμουδιάσει, όπως έλεγε, δεδομένου ότι τον περισσότερο καιρό έμενε ακίνητος. Όμως, όπως αποδείχθηκε, ο σκοπός του περιπάτου δεν ήταν αυτός, ή τουλάχιστον δεν ήταν μόνο αυτός. Γιατί, προχωρώντας δίπλα δίπλα, μέσα στα πεύκα, αφού μίλησε για το μεγαλείο του Θεού, που το εκφράζει αυτή η ίδια η φύση, που την απαρτίζουν μικροί θάμνοι μέχρι πανύψηλα δένδρα, γύρισε απότομα και μου είπε: - Μπορείς να μου πεις πόσες βελόνες (φύλλα), έχει αυτός ο πεύκος, που είναι μπροστά μας; - Εκατομμύρια... - Εκατομμύρια, ναι, αλλά πόσες ακριβώς έχει, θέλω να μάθω. - Για να σας πω ακριβώς, πρέπει να τα μετρήσω. - Ποτέ δε θα μπορέσεις να τα μετρήσεις, ακόμη και εάν διαθέσεις όλη σου τη ζωή για το σκοπό αυτό! Όχι μόνο γιατί είναι αμέτρητα, εκατομμύρια, όπως πολύ ορθά είπες, αλλά και γιατί κάθε φορά θα δίνεις και άλλο αποτέλεσμα! Έ, μάθε, πως αυτό που εσύ και εγώ δεν πρόκειται να το μάθουμε ποτέ, ο Θεός το γνωρίζει, χωρίς να κάτσει να τα μετρήσει, όπως θα πρέπει να κάνουμε εμείς. Και δε γνωρίζει μόνο τον αριθμό των φύλλων αυτού του πεύκου, άλλα κάθε πεύκου και κάθε δένδρου, μικρού ή μεγάλου. Και το σπουδαιότερο, τα παρακολουθεί και τα φροντίζει από της γεννήσεως τους μέχρι της καταστροφής τους. Γνωρίζει, ακόμη, εάν και πότε θα πέσει το καθένα από αυτά. Όπως ακριβώς γνωρίζει ακόμη και τις τρίχες της κεφαλής σου, της δικής μου κεφαλής και κάθε ανθρώπινης κεφαλής, και δεν πρόκειται να πέσει καμία από αυτές εν αγνοία του, πολύ περισσότερο χωρίς τη θέληση του!. - Όταν, λοιπόν, ο Θεός γνωρίζει αυτά τα ασήμαντα, συνέχισε ο Γέροντας, όπως είναι ο αριθμός των φύλλων των δένδρων και ο αριθμός των τριχών κάθε ανθρώπινης κεφαλής, και συγχρόνως μεριμνά γι' αυτά, είναι δυνατό να αγνοεί το πρόβλημα σου και πολύ περισσότερο ν' αδιαφορεί γι' αυτό; Ασφαλώς όχι! Χίλιες φορές όχι! Επομένως τί συμβαίνει; - Δεν ξέρω. Εσείς, Παππούλη, θα μου πείτε τί συμβαίνει... - Γιατί να σου το πω εγώ και να μην το καταλαβαίνεις μόνος σου; Είσαι επιστήμων, είσαι παπαδόπαιδο, μεγάλωσες μέσα στην Εκκλησία, έχεις διαβάσει τόσα βιβλία και είσαι τόσα χρόνια πνευματικό μου παιδί και δε γνωρίζεις τι συμβαίνει σ' αυτές τις περιπτώσεις, που ο Κύριος αρνείται να μας δώσει κάτι; Ακολουθεί σιωπή. - Ε, μάθε, λοιπόν, από μένα. Όταν ο Θεός δε μας δίνει κάτι, που επίμονα του ζητούμε, τότε δύο πράγματα μπορούν να συμβαίνουν: ή δε μας το δίνει, για το καλό μας, ή εμείς δεν ξέρουμε πως και πότε να του το ζητήσουμε, χωρίς να αποκλείεται να συμβαίνουν και τα δυο μαζί. Όσον αφορά την πρώτη περίπτωση, κανείς δεν μπορεί να γνωρίζει το γιατί. Και τούτο, διότι είναι ανεξερεύνητες οι βουλές του Κυρίου! Γι' αυτό σιωπώ. Για τη δεύτερη, όμως, περίπτωση, θα μπορούσα να σου πω πάρα πολλά. Πρώτα πρώτα, όταν ζητάμε κάτι από το Θεό, δεν πρέπει να στυλώνουμε τα πόδια και να του λέμε: Τώρα θέλω αυτό. Διότι κάτι τέτοιο δεν είναι μόνο απαράδεκτο, αλλά αποτελεί και μεγάλη ασέβεια προς το Δημιουργό μας. Ποιος είσαι εσύ, ή αν θέλεις, ποιος είμαι εγώ, που μπορώ να ζητήσω απαιτητικά κάτι από το Θεό μας, και μάλιστα να του προσδιορίσω και τον χρόνο χορηγήσεως του; - Μα, Παππούλη μου, εγώ ούτε απαιτητικά το ζήτησα, ούτε χρονικά όρια έθεσα. Αυτό το γνωρίζετε πολύ καλά. Γιατί το θέμα μου χρονίζει... - Ακριβώς αυτό σου εξηγώ και εγώ. Την αιτία που χρονίζει. Όταν ζητάμε κάτι από το Θεό, το ζητάμε παρακλητικά και ευγενικά, για ένα ορισμένο χρονικό διάστημα. Εάν δούμε, ότι ο Θεός μας το αρνείται, τότε σταματούμε και εμείς να τον ενοχλούμε. Διότι, όσο επιζητούμε κάτι, τόσο απομακρύνεται. Γι' αυτό παύουμε να το ζητάμε. Και όταν πλέον, εμείς θα το έχουμε ξεχάσει, αυτό θα έλθει, χωρίς να το καταλάβουμε. Γιατί ο Θεός δεν ξεχνά. Έλαβε το μήνυμά μας! Το συγκρατεί και, όταν Εκείνος κρίνει ότι επέστη ο καιρός, μας το χορηγεί! Γι' αυτό, δεν πρέπει να επιμένουμε στο Θεό, ντε και καλά, να μας κάνει αυτό που θέλουμε εμείς, και μάλιστα όποτε εμείς το θέλουμε. Η επιμονή σε αυτές τις περιπτώσεις αντενδείκνυται. Γιατί κάνει κακό, αντί για καλό. Και όταν μάλιστα η επιμονή είναι έντονη και προέρχεται από άτομο ανυποχώρητο, όπως λ.χ. είσαι εσύ, τότε μόνο καλό δε φέρνει. Γενικά, παιδί μου, θέλω να καταλάβεις ότι δεν πρέπει να επιμένουμε να αλλάξουμε την θέληση του Θεού, γιατί έτσι μας αρέσει εμάς, και μάλιστα, όποτε θέλουμε εμείς. Όταν θέλουμε κάτι να αποκτήσουμε, δεν πρέπει να το κυνηγάμε, άλλα να το αφήνουμε στη θέληση του Θεού. Διαφορετικά, όσο κυνηγάμε κάτι, τόσο απομακρύνεται! Αυτό το κάτι να το παρομοιάσεις με τη σκιά σου. Όσο και να τρέξεις, δεν πρόκειται να την πιάσεις ποτέ. Γιατί όσο τρέχεις εσύ, τρέχει κι αυτή! Τα κατάλαβες, παιδί μου, αυτά πού σου είπα, για την επιμονή; - Τα κατάλαβα, Παππούλη, αλλά δεν μπορώ να συμφωνήσω... - Έ, τότε θα σου πω ένα απλό παράδειγμα και θα δεις πως θα συμφωνήσεις μαζί μου. Εάν πάρουμε ένα μεγάλο μπουκάλι, του οποίου το στόμιο να έχει τόσο άνοιγμα, όσο να χωράει να μπει μέσα το χέρι σου και επομένως και να βγει και, αφού βάλεις μέσα στο μπουκάλι το χέρι σου, το κλείσεις γροθιά και προσπαθήσεις να το βγάλεις, θα διαπιστώσεις ότι κάτι τέτοιο είναι αδύνατο, όσο και αν επιμένεις. Μπορείς να επιμένεις μέρες, μήνες, χρόνια χωρίς κανένα απολύτως αποτέλεσμα. Μόλις όμως αφήσεις το χέρι σου ελεύθερο, πάψεις δηλαδή να το σφίγγεις σε πυγμή (μπουνιά), αυτό θα βγει με την ίδια ευκολία πού μπήκε! Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και με το πρόβλημα σου. Όσο επιμένεις να έλθει ή λύση του, τόσο αυτή απομακρύνεται. Και να θυμάσαι. Εάν θέλεις να πετύχεις την επίλυση του προβλήματος σου, σταμάτα να επιμένεις. Ο Θεός γνωρίζει το πρόβλημα σου. Εσύ έκανες την αίτηση σου. Εκείνος θα αποφασίσει. Περίμενε την απάντηση του με ηρεμία και πίστη. Εάν ενεργήσεις έτσι, θα έχεις θετικό αποτέλεσμα. Εάν εξακολουθείς να επιμένεις, με τον τρόπο που εσύ επιμένεις, τότε θα έχεις το αντίθετο αποτέλεσμα. Σε συμβουλεύω να πάψεις να ασχολείσαι με το πρόβλημα σου, εάν θέλεις να ασχοληθεί με αυτό ό Θεός! - Και το «κρούετε και ανοιγήσεται και αιτείτε και δοθήσεται» τί γίνεται, Παππούλη; Δεν ισχύει για την περίπτωση μου; Εάν πάψω να χτυπώ την πόρτα του Θεού, πως θα μου την ανοίξει; Και εάν, πάλι, πάψω να του το ζητώ, πως θα μου το δώσει; - Εξαρτάται πως θα χτυπήσεις μία πόρτα, για να σου ανοίξει, και εξαρτάται, πάλι, πως θα ζητήσεις κάτι για να σου δοθεί. Εάν π.χ. τολμήσεις να χτυπήσεις μία πόρτα με τρόπο αναιδή και απειλητικό, να είσαι βέβαιος, πως η πόρτα αυτή δε θα σου ανοίξει ποτέ! Άλλα και εάν σου ανοίξει, να μην περιμένεις να δεχθείς τη φιλοξενία του ιδιοκτήτη, αλλά το ξυλοφόρτωμα! Αντιθέτως, εάν χτυπήσεις την πόρτα ευγενικά και παρακλητικά, αυτή θα σου ανοίξει διάπλατα και ο οικοδεσπότης θα σου παράσχει κάθε είδους φιλοξενία! Το ίδιο ακριβώς θα συμβεί και στην περίπτωση που θα ζητήσεις κάτι από κάποιον. Εάν το ζητήσεις με αναίδεια και απειλή, δε θα το λάβεις ποτέ! Ενώ εάν το ζητήσεις με ευγένεια και παρακλητικά, θα το λάβεις αμέσως. Κατά μείζονα λόγο αυτά ισχύουν για το Θεό, ο οποίος ούτε πιέσεις, ούτε αναίδειες και, πολύ περισσότερο, ούτε απειλές δέχεται από κανέναν. Αλίμονο, εάν συνέβαινε το αντίθετο. Βλέπεις λοιπόν, ότι δε φθάνει μόνο να χτυπάμε την πόρτα του Θεού, αλλά να ξέρουμε και τον τρόπο, πως να την χτυπάμε, εάν θέλουμε κάποτε να μας ανοίξει. Το ίδιο συμβαίνει και όταν ζητάμε κάτι από το Θεό. Και σ' αύτη την περίπτωση, εκείνο πού μετράει δεν είναι ό αριθμός των αιτήσεων, αλλά ο τρόπος υποβολής τους... Ποτέ να μην εκβιάζεις με τις προσευχές σου το Θεό, για να δώσει λύση στα προβλήματα σου. Αλλά να τα υπομένεις με πολλή υπομονή και καρτερικότητα και θα δεις πόσο θα ωφελείσαι!
ΘΑ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΓΙΝΟΥΜΕ ΑΞΙΟΙ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΟ ΘΕΟ ΓΙΑ ΝΑ ΕΙΣΑΚΟΥΓΟΜΑΣΤΕ
- Οι προσευχές μας δεν εισακούονται διότι δεν είμαστε άξιοι. Πρέπει να γίνεις άξιος, για να προσευχηθείς. Όταν τακτοποιήσεις όλες τις εκκρεμότητες και ετοιμασθείς, τότε πάεις και προσφέρεις το δώρο σου. Άξιοι γίνονται όσοι επιθυμούν και λαχταρούν να γίνουν του Χριστού, όσοι δίνονται στο θέλημα του Θεού. Να μην έχεις κανένα θέλημα, αυτό έχει μεγάλη αξία, είναι το παν. Ο σκλάβος δεν έχει θέλημα. Το να μην έχομε κανένα θέλημα μπορεί να γίνει μ’ έναν τρόπο απαλό· με την αγάπη στον Χριστό και την τήρηση των εντολών Του. Μόνον ο Χριστός μπορεί να μας βγάλει απ’ τον κλοιό της ερημιάς. Προσευχή και μετάνοια και ελεημοσύνη. Δώστε έστω κι ένα ποτήρι νερό, αν δεν έχετε χρήματα. Και να ξέρετε ότι όσο αγιάζεσθε, τόσο εισακούονται οι προσευχές σας. Να μην εκβιάζομε με τις προσευχές μας τον Θεό. Να μη ζητάμε απ’ τον Θεό να μας απαλλάξει από κάτι, ασθένεια κ.λπ. ή να μας λύσει τα προβλήματά μας, αλλά να ζητάμε δύναμη και ενίσχυση από Εκείνον, για να τα υπομένομε. Όπως Εκείνος κρούει με ευγένεια την πόρτα της ψυχής μας, έτσι κι εμείς να ζητάμε ευγενικά αυτό που επιθυμούμε κι αν ο Κύριος δεν απαντάει, να σταματάμε να το ζητάμε. Όταν ο Θεός δεν μας δίδει κάτι που επίμονα ζητάμε, έχει το λόγο Του. Έχει κι ο Θεός τα «μυστικά» Του. Εφόσον πιστεύομε στην αγαθή Του πρόνοια, εφόσον πιστεύομε ότι Εκείνος γνωρίζει τα πάντα απ’ τη ζωή μας κι ότι πάντα θέλει το αγαθόν, γιατί να μη δείχνομε εμπιστοσύνη; Να προσευχόμαστε απλά και απαλά, χωρίς πάθος και εκβιασμό. Ξέρομε ότι παρελθόν, παρόν και μέλλον, όλα είναι γνωστά, γυμνά και τετραχηλισμένα ενώπιον του Θεού. … Εμείς να μην επιμένομε· η προσπάθεια κάνει κακό αντί για καλό. Μην κυνηγάμε ν’ αποκτήσομε αυτό που θέλομε, αλλά να τ’ αφήνομε στο θέλημα του Θεού. Γιατί όσο το κυνηγάμε τόσο αυτό απομακρύνεται. Άρα, λοιπόν υπομονή και πίστη και γαλήνη. Κι αν το ξεχάσομε εμείς ο Κύριος ποτέ δεν ξεχνάει κι αν είναι για το καλό μας, θα μας δώσει αυτό που πρέπει κι όταν πρέπει.
|
|