ΠΑΤΕΡΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ |
|
|
|
ΓΕΡΩΝ
ΠΑΪΣΙΟΣ |
|
ΚΛΗΡΟΣ ΚΑΙ ΕΚΚΛΗΣΙΑ
Ἡ ἱερωσύνη δὲν εἶναι μέσο γιὰ νὰ σωθῆ ὁ ἄνθρωπος. Ὅταν ἤμουν στὸ Κοινόβιο, μὲ ζόρισαν καὶ γιὰ τὴν ἱερωσύνη καὶ γιὰ τὸ Μεγάλο Σχῆμα. Ὁ σκοπός εἶναι νὰ γίνη κανεὶς ἀπὸ μέσα τοῦ καλόγερος. Ἐμένα αὐτὸ μὲ ἐνδιέφερε· δὲν μὲ ἀπασχολοῦσε τίποτε ἄλλο. Ἐπειδή καὶ ἀπὸ νέος, σάν λαϊκός, εἶχα ζήσει μερικά θεία γεγονότα, ὅταν πῆγα στὸ Μοναστήρι, ἔλεγα: «Ἀρκεῖ νὰ ζῶ καλογερικά». Τὴν βαρύτητα σ΄ αὐτὸ τὴν εἶχα ρίξει καὶ δὲν μὲ ἀπασχολοῦσε πότε θὰ γίνω μεγαλόσχημος ἤ ἄν θὰ γίνω ἱερεύς. Τελευταία ἦρθε κάποιος στὸ Κελλί τῆς Παναγούδας καὶ πάλι ἐπέμενε πολύ νὰ ἱερωθῶ. Πῆγε στὸ Πατριαρχεῖο Γι’ αὐτόν τὸν λόγο, μίλησε στὴν Ἐξαρχία, ὅταν ἦρθε στὸ Ἅγιον Ὅρος… Τοῦ εἶπαν ὅμως: «Πές τὸ καὶ στὸν ἴδιο, μήν τυχόν ἐμεῖς τὸ ἀποφασίσουμε καὶ αὐτός μας φύγη». Ἔτσι ἦρθε καὶ μοῦ τὸ εἶπε. Ὅταν τὸ ἄκουσα, ἔβαλα τὶς φωνές, ὅποτέ μου λέει: «Τουλάχιστον γίνε ἱερεύς, γιὰ νὰ διαβάζης τὴν συγχωρητική εὐχή στούς ἀνθρώπους, ἀφοῦ σου λένε ἐκτός ἀπὸ τὰ προβλήματά τους καὶ τὶς ἁμαρτίες τους. Ἐσύ δὲν μοῦ ἔλεγες πόσα μπερδέματα γίνονται, γιατί οἱ ἄνθρωποι ἄλλοτε τὰ λένε διαφορετικά καὶ ἄλλοτε λένε τὰ μισά ἀπὸ ὅσα τούς λές στούς Πνευματικούς ἤ στούς μητροπολίτες; Νὰ ἀκοῦς τὶς ἁμαρτίες τους, νὰ τούς διαβάζης τὴν συγχωρητική εὐχή, νὰ παίρνουν τὴν ἄφεση καὶ νὰ τακτοποιοῦνται». Ὁ καημένος μὲ καλό λογισμό τὸ ἔλεγε, ἀλλὰ δὲν ἦταν αὐτὸ γιὰ μένα.
Κανέναν δὲν μποροῦν νὰ τὸν ἐξαναγκάσουν οὔτε γιὰ τὴν ἱερωσύνη οὔτε γιὰ τὸ Μεγάλο Σχῆμα. Ἄν ὅμως τὸ δεχθῆ ἀπὸ ὑπακοή καὶ μὲ ταπείνωση καὶ βάλη λίγο φιλότιμο καὶ λίγη ἀγάπη, τότε ὅλα θὰ τὰ ἀναπληρώση ὁ Θεός. Ἐξάλλου ὁ κόσμος ἔχει ἀλάθητο κριτήριο καὶ διακρίνει ποιοί ἔγιναν ἱερεῖς ἀπὸ ἀγάπη πρὸς τὸν Θεό, γιὰ νὰ διακονήσουν τὴν Ἐκκλησία Του. Εἶναι μερικοί ποὺ θέλουν νὰ γίνουν ἱερεῖς ἀπὸ ἐπιθυμία νὰ δοξασθοῦν. Αὐτοί θὰ ταλαιπωρηθοῦν, ὅταν βρεθοῦν σὲ δυσκολία, γιατί ὁ Χριστός δὲν θὰ τούς βοηθήση, ἐκτός ἄν ταπεινωθοῦν καὶ μετανοήσουν. Ἄν ὅμως κάποιος θέλη νὰ ἱερωθῆ, χωρίς νὰ ἔχη ἐπιδιώξεις κοσμικές, τότε, ἄν κινδυνεύση, ὁ Χριστός θὰ τὸν βοηθήση. Κανονικά πρέπει νὰ σὲ πιέζουν, νὰ θέλουν οἱ ἄλλοι, ἡ Ἐκκλησία, γιὰ νὰ γίνης ἱερεύς, ὥστε νὰ σὲ σκεπάζη ὁ Χριστός καὶ, ἄν βρεθῆς σὲ δύσκολη στιγμή, νὰ σὲ συμπαρασταθοῦν οἱ ἄλλοι καὶ νὰ βοηθήση καὶ ὁ Χριστός. Βέβαια στὸν κλῆρο σπάνια καὶ πολύ λίγοι εἶναι αὐτοί ποὺ ξεκινοῦν μὲ προγράμματα δικά τους. Αὐτούς δὲν τούς βάζω στὸν λογαριασμό. Οἱ περισσότεροι ξεκινοῦν μὲ καλή διάθεση, ἀλλὰ μετά ἀρχίζει ὁ διάβολος τὴν δουλειά του, καὶ βλέπεις νὰ μπαίνη ἡ δόξα, νὰ μπαίνη ἡ μανία γιὰ ἀξιώματα καὶ νὰ τὰ ξεχνοῦν ὅλα. Μέχρι ποὺ φθάνουν σὲ σημεῖο νὰ βάζουν καὶ ἀνθρώπους νὰ μεσολαβήσουν γιὰ τὴν ἐκλογή τους σὲ προϊστὰμενο, σὲ μητροπολίτη κ.λπ. Ἐνῶ ξεκίνησαν γιὰ τὸν Χριστό, καταλήγουν στὸν χρυσό… Νὰ ἔχουν χρυσούς σταυρούς, χρυσές μίτρες, διαμάντια, ποικιλία καὶ ὄχι τὰ ἀπαραίτητα. Πῶς μᾶς ξεγελάει ὁ διάβολος, ἅμα δὲν προσέξουμε!
Παλιά οἱ ἱερεῖς ἔκαναν ἄσκηση, εἶχαν ἀρετή, ἦταν ἅγιοι, καὶ οἱ ἄνθρωποι τούς εὐλαβοῦνταν. Σήμερα οἱ ἄνθρωποι θέλουν δύο πράγματα ἀπὸ τὸν ἱερέα· νὰ εἶναι ἀφιλοχρήματος καὶ νὰ ἔχη ἀγάπη. Ὅταν οἱ ἄνθρωποι βροῦν αὐτὰ σὲ ἕναν ἱερέα, τὸν θεωροῦν ἅγιο καὶ τρέχουν στὴν Ἐκκλησία· καὶ ἀφοῦ τρέχουν στὴν Ἐκκλησία, σώζονται. Μετά συγκαταβαίνει ὁ Θεὸς καὶ σώζει καὶ τὸν ἱερέα. Ὁ ἱερεύς πάντως πρέπει νὰ ἔχη μεγάλη καθαρότητα.
Τὸν μοναχό ὁ διάβολος προσπαθεῖ νὰ τὸν ἀποδυναμώση μὲ τὶς κακομοιριές , ὥστε νὰ τὸν ἀχρηστέψη καὶ νὰ μήν ἔχη καμμιά δύναμη πνευματική ἡ προσευχή του. Ὁ μοναχός, γιὰ νὰ ἔχη τὴν Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, πρέπει νὰ εἶναι σωστός μοναχός. Τότε μόνον ἔχει μία θεϊκή ἐξουσία καὶ βοηθάει πολύ θετικά μὲ τὴν προσευχή του. Ἐνῶ ἕνας ἱερεύς, καὶ νὰ μήν ἔχη πνευματική κατάσταση, πάλι βοηθάει μὲ τὴν ἐξουσία ποὺ τοῦ ἔχει δοθῆ μὲ τὴν ἱερωσύνη, ὅταν τελῆ τὰ Μυστήρια, διαβάζη τούς ἀνθρώπους κ.λπ. Ἀκόμη καὶ νὰ σκοτώση ἄνθρωπο, τὰ Μυστήρια ποὺ τελεῖ πάλι ἐνεργοῦν, μέχρι νὰ καθαιρεθῆ. Ἄν ὅμως ἔχη καὶ πνευματική κατάσταση, τότε εἶναι σωστός ἱερεύς καὶ βοηθάει περισσότερο.
Ὅταν μὲ ρωτοῦν ἱερεῖς πῶς θὰ βοηθήσουν τούς ἐνορίτες, ἀλλὰ καὶ σὲ ὅλους ποὺ ἔχουν μία ποιμαντική εὐθύνη, ἕνα πράγμα τονίζω· νὰ κοιτάξουν νὰ κάνουν δουλειά στὸν ἑαυτό τους, νὰ κάνουν τὰ ἀπαραίτητα πνευματικά τους καθήκοντα καὶ κάτι παραπάνω, γιὰ νὰ ἔχουν πάντοτε ἀπόθεμα πνευματικό. Ἡ πνευματική ἐργασία στὸν ἑαυτό μᾶς εἶναι ἀθόρυβη ἐργασία στὸν πλησίον, γιατί μιλάει τὸ παράδειγμα, καὶ τότε μιμοῦνται οἱ ἄνθρωποι τὸ καλό ποὺ βλέπουν καὶ διορθώνονται. Ἐὰν δὲν ἀποκτήσουμε ἐμεῖς πνευματικό πλοῦτο, γιὰ νὰ μποροῦμε νὰ συντηρούμαστε ἀπὸ τούς πνευματικούς τόκους, ὅταν θὰ ἐργαζώμαστε δωρεάν γιὰ τούς ἄλλους, θὰ εἴμαστε οἱ πιὸ δυστυχισμένοι καὶ ἀξιολύπητοι. Γι’ αὐτὸ νὰ μήν τὸ θεωροῦμε σπατάλη χρόνου, ὅταν κάνουμε ἐργασία στὸν ἑαυτό μας, εἴτε γιὰ λίγο χρονικό διάστημα εἴτε γιὰ πολύ εἴτε γιὰ πάντα, σ΄ ὅλη τὴν ζωή μας, γιατί ἡ μυστική ἐργασία ἔχει τὴν ἰδιότητα νὰ κηρύττη μυστικά τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ μέσα στὶς ψυχές τῶν ἀνθρώπων. Ὁ χαριτωμένος ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ μεταδίδει θεία Χάρη καὶ ἀλλοιώνει τούς σαρκικούς ἀνθρώπους. Τούς ἐλευθερώνει ἀπὸ τὴν σκλαβιά τῶν παθῶν καὶ τούς πλησιάζει μ΄ αὐτόν τὸν τρόπο στὸν Θεό καὶ σώζονται.
|
|
Ο ΙΕΡΕΥΣ ΕΧΕΙ ΜΕΓΑΛΗ ΕΥΘΥΝΗ
Ὁ ἱερεύς δὲν μπορεῖ ποτέ νὰ κλείση τὴν πόρτα του· ἔχει μεγάλη εὐθύνη. Ὁ ἕνας εἶναι ἀπελπισμένος, ὁ ἄλλος ἄρρωστος καὶ ἔχει ἀνάγκη, ὁ ἄλλος ψυχορραγεῖ· πρέπει ἄλλους νὰ τούς δεχθῆ, ἄλλους νὰ τούς ἐπισκεφθῆ. Δὲν μπορεῖ νὰ ἀρνηθῆ ὁ ἱερεύς. Κινδυνεύουν ψυχές· πρέπει νὰ τὶς βοηθήση. Ἄν δὲν τὶς βοηθήση καὶ τὶς πάρη ὁ Θεὸς ἀτακτοποίητες, ποιός θὰ ἔχη τὴν εὐθύνη; Δὲν θὰ τὴν ἔχη ὁ ἱερεύς; Ἐγώ σάν μοναχός μπορῶ νὰ κλείσω καὶ τὴν πόρτα μου, νὰ φύγω καὶ στὴν ἔρημο, νὰ ἐξαφανισθῶ, καὶ νὰ βοηθῶ μὲ τὴν προσευχή ἀθόρυβα. Γιατί ἡ δουλειά μου δὲν εἶναι νὰ λύνω τὰ προβλήματα τοῦ κόσμου, ἀλλὰ νὰ λέω καμμιά εὐχή γιὰ τὸν κόσμο. Γι’ αὐτὸ δὲν ἔγινα οὔτε παπάς οὔτε Πνευματικός, γιὰ νὰ βοηθάω μὲ ἄλλον τρόπο. Ἄν ἤμουν στὸν κόσμο ἱερεύς, δὲν θὰ μποροῦσα νὰ κλείσω ποτέ τὴν πόρτα μου. Θὰ ἔπρεπε νὰ ἀνταποκρίνωμαι πάντοτε, χωρίς διακρίσεις, σὲ ὅ,τι μου ζητοῦσαν ὅλοι. Πρῶτα θὰ φρόντιζα γιὰ ὅλους τους ἀνθρώπους τῆς ἐνορίας μου καὶ ἔπειτα, ὅ,τι περίσσευε, θὰ ἔδινα στούς ἄλλους ποὺ θὰ μοῦ ζητοῦσαν νὰ τούς βοηθήσω. Θὰ ἐνδιαφερόμουν ὄχι μόνο γιὰ τούς πιστούς, ἀλλὰ καὶ γιὰ τούς ἀπίστους καὶ γιὰ τούς ἀθέους καὶ γιὰ τούς ἐχθρούς της Ἐκκλησίας. Ή, ἄν ἤμουν Πνευματικός καὶ μοῦ ἔλεγε ἕνας κάτι γιὰ ἕναν ἄλλον, θὰ φώναζα καὶ ἐκεῖνον, γιὰ νὰ βγάλω ἄκρη. Θὰ ἔπαιρνα τηλέφωνο, γιὰ νὰ δῶ τί κάνει ὁ ἄλλος ποὺ εἶχε ἕναν πειρασμό, ποὺ ἀντιμετώπιζε κάποιο πρόβλημα κ.λπ. Πῶς θὰ μποροῦσα νὰ ἡσυχάσω;
Ὁ ἱερεύς πρέπει νὰ τραβάη μπροστὰ, γιὰ νὰ ἀκολουθοῦν οἱ πιστοί. Βλέπεις, στὸ κοπάδι πάει μπροστὰ τὸ γκισέμι (1) καὶ τὰ ἄλλα πρόβατα ἀκολουθοῦν. Γυρίζει τὰ κέρατα πρὸς τὰ δεξιά, γυρίζει καὶ ὅλο τὸ κοπάδι δεξιά. Ὅλα τὰ πρόβατα ἀκολουθοῦν τὸ κριάρι, τὸν ἀρχηγό δηλαδή. Γι’ αὐτὸ δὲν ἀπομονώνονται τὰ πρόβατα· πᾶνε τὸ ἕνα πίσω ἀπὸ τὸ ἄλλο. Ἔχει τὸ κριάρι τὴν κατεύθυνση πρὸς τὰ ποῦ θὰ πάη καὶ τὰ πρόβατα ἀκολουθοῦν.
Εἶσαι λ.χ. βοσκός καὶ ἔχεις στὸ κοπάδι σου πολλά ἀρνιά. Ἄλλα χαρούμενα βόσκουν καὶ βαλάζουν καὶ ἄλλα εἶναι καχεκτικά ἤ μὲ καμμιά βδέλλα ἐπάνω τους καὶ ἀπομακρύνονται στὶς ἄκρες. Ποιά θὰ φροντίσης περισσότερο; Δὲν θὰ φροντίσης αὐτὰ ποῦ εἶναι καχεκτικά; Ή, ἄν χυμήξη σὲ μερικά ἕνα τσακάλι καὶ βάλουν τὶς φωνές, ποῦ θὰ τρέξης; Σ΄ αὐτὰ ποὺ βελάζουν «μπέ-μπέ»καὶ βόσκουν ἥσυχα ἤ σ΄ αὐτὰ ποῦ φωνάζουν σπαρακτικά ἀπὸ τὸ τσακάλι; Ὁ τσομπάνος τὸ ἀρρωστιάρικο ἤ πληγωμένο ἀρνί τὸ πονάει περισσότερο καὶ τὸ περιποιεῖται ἰδιαίτερα, μέχρι νὰ πάρη ἐπάνω του καὶ αὐτό. Καὶ αὐτούς ποὺ κάνουν θαύματα καὶ αὐτούς ποὺ ἔχουν τραυματισθῆ ἀπὸ τὸν ἐχθρό διάβολο νὰ τούς ἔχουμε τοποθετημένους στὸν ἴδιο τόπο τῆς καρδιᾶς μας· νὰ μήν περιφρονοῦμε ἐσωτερικά τους δεύτερους. Περισσότερο ἔχω ἀγαπήσει, ἔχω πονέσει καὶ τούς ἔχω στὸν νοῦ μου συνέχεια αὐτούς ποὺ εἶχαν ἄσχημη ζωή καὶ ἀγωνίζονται νὰ κόψουν τὰ πάθη τους, παρά αὐτούς ποὺ δὲν βασανίζονται ἀπὸ πάθη. Ὅταν ὑπάρχη ἐσωτερική ἀγάπη, τότε πληροφορεῖται καὶ ὁ ἄλλος, γιατί αὐτή ἡ ἀγάπη γλυκαίνει καὶ ὅλον τὸν ἐξωτερικό ἄνθρωπο καὶ τὸν ὀμορφαίνει μὲ τὴν θεία Χάρη, ἡ ὁποία δὲν κρύβεται, γιατί ἀκτινοβολεῖ.
Οἱ ποιμένες, εἴτε ἱερεῖς εἶναι εἴτε ἀρχιερεῖς, καλά εἶναι νὰ θυμοῦνται καὶ τὸν Μωυσῆ, τί τράβηξε μὲ τὰ δυὸ ἑκατομμύρια γκρινιάρικο λαό. Πόση προσευχή μὲ ἀγάπη ἔκανε γιὰ τὸν λαό του καὶ πόσο ταλαιπωρήθηκε χρόνια ὁλόκληρα στὴν ἔρημο καὶ αὐτός, μέχρι νὰ τὸν ὁδηγήση στὴν Γῆ τῆς Ἐπαγγελίας. Ἐὰν αὐτὰ θὰ φέρνουν στὴν μνήμη τους, θὰ παίρνουν ἄφθονο κουράγιο καὶ δὲν θὰ γογγύσουν ποτέ γιὰ τὶς ἐλάχιστες ταλαιπωρίες τούς ἐν συγκρίσει μὲ τὶς ταλαιπωρίες ποὺ πέρασε ὁ Μωυσῆς.
1) Τὸ κριάρι ποὺ προπορεύεται στὸ κοπάδι.
|
|
ΕΚΚΟΣΜΙΚΕΥΣΗ ΤΟΥ ΚΛΗΡΟΥ
Αὐτή ἡ καλογερική σήμερα…, τί νὰ πῶ! Ὁ Ἅγιος Ἀθανάσιος φοροῦσε ἕνα χονδρό ροῦχο καὶ ἕναν σταυρό πολύ βαρύ γιὰ ἄσκηση, καὶ σήμερα ποῦ φθάσαμε! Ἐκεῖ στὴν Αὐστραλία ποὺ εἶχα πάει, ἦταν μὲ σορτσάκι ἕνας νεωκόρος. «Γιὰ τὴν θάλασσα, τοῦ λέω, γιὰ ΄κεῖ εἶναι αὐτό». «Κινοῦμαι ἔτσι πιὸ ἄνετα», μοῦ λέει. Ἔτσι ξεκινοῦν σιγά-σιγὰ καὶ μετά φθάνουν: «Νὰ πετάξουμε τὰ ράσα, γιὰ νὰ μή μᾶς καίη ὁ ἥλιος!».Ἐμποδίζει ὁ μανδύας; Πέταξε τὸν. Τὸ μανδήλι ἐμποδίζει, γιατί ἱδρώνεις; Πέταξε τὸ. Ἐκεῖ πᾶμε. Νὰ ρυθμίση καθένας τὸν ἑαυτό του, βρέ παιδάκι μου! Νὰ βάλη λιγώτερα ροῦχα ἀπὸ μέσα.
Καὶ οἱ ἱερεῖς νὰ βγάλουν τὸ ἀντερί καὶ νὰ εἶναι μὲ τὸ παντελόνι; Ἔμ, τί νὰ πῶ; Ὁ μανδύας εἶναι ἔνδυμα τοῦ μοναχοῦ. Δίνεται στὸν σταυροφόρο καὶ στὸν μεγαλόσχημο. Στὴν διάρκεια τῆς κουρᾶς τὸν φοράει ὁ ἀνάδοχος καὶ, ὅταν βάλη τὸ ράσο στὸν νεοκοῦρο, τὸν βγάζει καὶ τοῦ τὸν φοράει. Μοῦ ἔκανε ἐντύπωση στὴν Ἀλεξάνδρεια ποὺ ἔχει καὶ πολλή ζέστη πώς μερικές γυναῖκες φοροῦσαν ὅλο μαῦρα, ἐπειδή τὸ ἔχουν ἀπὸ τὴν παράδοσή τους. Καὶ ἐμεῖς δὲν ἀντέχουμε τὸ ράσο ποῦ τὸ ἔχουμε ἀπὸ τούς Πατέρες μας;
Ὅταν ἤμουν στὸ Καλύβι τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, μία φορά ξεφλούδισα τὸν κορμό τῆς ἐλιᾶς ποὺ ἦταν στὴν αὐλή καὶ ἔγραψα: «Τὰ Δὲνδρα πέταξαν τὴν στολή τους, θὰ δοῦμε τὴν προκοπή τους!...»καὶ δίπλα: «Παπάς ἀράσοτος, ἄρα ἄσωτος». Ἐκεῖνον τὸν καιρό συζητοῦσαν πολύ τὸ θέμα νὰ μή φοροῦν ράσα οἱ ἱερεῖς καὶ ἔρχονταν μερικοί ἐκεῖ, γιὰ νὰ πάρουν ἀπὸ μένα… εὐλογία!
Ἱερεύς νὰ ἔρθη μὲ παντελόνι σὲ ὀρθόδοξο γυναικεῖο Μοναστήρι; Δὲν ταιριάζει». Ὅταν δὲν ντρέπεται αὐτός ποῦ τὸν ἔφερε ἤ ὁ ἴδιος ποῦ ἦρθε χωρίς ράσο, θὰ ντραπῆς ἐσύ νὰ τοῦ δώσης ράσο; Κάποτε συνάντησα στὸ ἀεροδρόμιο ἕναν νέο ἀρχιμανδρίτη μὲ λαϊκά. Πήγαινε στὸ ἐξωτερικό καὶ μοῦ συστήθηκε: «Εἶμαι ὁ πατήρ τάδε». «Ποῦ εἶναι τὰ ράσα σου;», τοῦ εἶπα καὶ φυσικά δὲν τοῦ ἔβαλα μετάνοια.
Ὅταν εἶχε πάει ὁ Πατριάρχης Δημήτριος στὴν Ἀμερική στὴν Σχολή τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, πῆγαν μερικοί εὐλαβεῖς φοιτητές Ἀμερικάνοι καὶ τοῦ εἶπαν: «Παναγιώτατε, στὴν ἐποχή μᾶς πρέπει ὁ κλῆρος νὰ ἐκσυγχρονισθῆ». Καὶ ὁ Πατριάρχης ἀπάντησε: «Ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς λέει: «ὅταν οἱ κληρικοί γίνουν λαϊκοί, οἱ λαϊκοί θὰ γίνουν δαίμονες!».«Καλά δὲν τούς εἶπε; Τοῦ ἑτοίμασαν γιὰ νὰ μείνη ἕνα πολυτελέστατο δωμάτιο μὲ κρεββάτι ἐπίσημο κ.λπ. Μόλις τὸ εἶδε, εἶπε: «Ποῦ θὰ μείνω; Σ΄ αὐτὸ τὸ δωμάτιο; Φέρτε μου καλύτερα ἕνα ράνζο. Ὁ κληρικός, ὅταν κοσμικοποιηθῆ, γίνεται ὑποψήφιος διάβολος».
|
|
«ΤΙΣ ΕΛΕΓΧΕΙ ΜΕ ΠΕΡΙ ΣΚΑΝΔΑΛΟΥ»
Ἡ θεία Χάρις μπορεῖ νὰ ἀπομακρυνθῆ· ὄχι ὅμως νὰ χαθῆ. Ἕναν ἱερέα, ἅμα τὸν κάνουν ἀργό, ἔχει τὴν ἱερωσύνη, ἀλλὰ τὰ Μυστήρια δὲν ἐνεργοῦν. Δὲν ἔχει δύναμη πιά ὁ ἱερεύς. Τὸ κυριώτερο εἶναι ἡ Χάρις. Ἄν ἀποκατασταθῆ, τότε εἶναι τὰ Μυστήρια ἔγκυρα. Θέλει πολλή διάκριση στὸ θέμα τῶν ἱερέων ποὺ ἔχουν κωλύματα. Χρειάζεται πολλή προσοχή νὰ μή δημιουργηθῆ μὲ ἀδιάκριτες αὐστηρότητες σκάνδαλο στὸν κόσμο καὶ μπή σὲ λογισμούς καὶ ἡ οἰκογένεια τοῦ ἱερέως. Νὰ παύη τὶς Λειτουργίες μὲ τρόπο, γιὰ νὰ μή γίνεται κακό στούς πιστούς ἀντί γιὰ καλό. Γιατί τὰ κωλύματα τὰ ξέρει ὁ Θεὸς καὶ ὁ ἱερεύς· ἐὰν ὅμως παύση ἀμέσως, τότε καὶ οἱ πιστοί καὶ ἡ οἰκογένειά του θὰ μποῦν σὲ λογισμούς, καὶ ἔτσι τὸ κακό θὰ εἶναι μεγαλύτερο.
Βλέπω πώς καμμιά φορὰ ἐπιτρέπει ὁ Θεὸς καὶ εὐλαβεῖς κληρικοί νὰ πάθουν κάτι σωματικό, π.χ. νὰ τρέχη ἡ μύτη τούς αἷμα ἤ νὰ πονᾶ τὸ στομάχι τούς κ.λπ., καὶ νὰ ἐμποδίζωνται ἀπὸ τὴν Λειτουργία, καὶ ἔτσι νὰ ἀναπαύωνται οἱ ἱερεῖς ποὺ ἔχουν κωλύματα καὶ πρέπει νὰ παύσουν νὰ λειτουργοῦν. Ἔρχεται καμμιά φορὰ κανένας ἱερεύς στὸ Καλύβι ποὺ ἔχει κάποιο κώλυμα, ὁ καημένος, καὶ βλέπω ὅτι πρέπει νὰ σταματήση νὰ ἱερουργῆ. Καμμιά φορὰ ὅμως συμβαίνει ὁ ἐπίσκοπός του νὰ ἔχη διαφορετική γνώμη. Μετά τί νὰ πῆς; Μόνον προσευχή μπορεῖς νὰ κάνης καὶ ἐπεμβαίνει ὁ Θεός. Συγκεκριμένα, εἶχα πεῖ σὲ κάποιον καὶ τὸν προετοίμασα νὰ ἀφήση τὴν ἱερουργία. Ὅταν τὸ εἶπε στὸν Πνευματικό του καὶ στὸν ἐπίσκοπό του, δὲν συμφώνησαν. Ἔτσι συνέχισε νὰ ἱερουργῆ, ἐνῶ εἶχε τὸ κώλυμα. Μετά ἀπὸ λίγο διάστημα τὸν χτύπησε αὐτοκίνητο καὶ τὸν ἄφησε στὸν τόπο! «Φοβερόν τὸ ἐμπεσεῖν εἰς χείρας Θεοῦ ζῶντος» (1)!
Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας δὲν ἔχει καμμία ἔλλειψη. Ἡ μόνη ἔλλειψη ποὺ παρουσιάζεται, εἶναι ἀπὸ μᾶς τούς ἴδιους, ὅταν δὲν ἀντιπροσωπεύουμε σωστὰ τὴν Ἐκκλησία, ἀπὸ τὸν πιὸ μεγάλο στὴν ἱεραρχία μέχρι τὸν ἁπλό πιστό. Μπορεῖ νὰ εἶναι λίγοι οἱ ἐκλεκτοί, ὅμως αὐτὸ δὲν εἶναι ἀνησυχητικό. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι Ἐκκλησιά τοῦ Χριστοῦ καὶ Αὐτός τὴν κυβερνάει. Δὲν εἶναι Ναός ποὺ κτίζεται μὲ πέτρες, ἄμμο καὶ ἀσβέστη ἀπὸ εὐσεβεῖς καὶ καταστρέφεται μὲ φωτιά βαρβάρων, ἀλλὰ εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Χριστός· «καὶ ὁ πεσῶν ἐπί τὸν λίθον τοῦτον συνθλασθήσεται· ἔφ΄ ὄν δ΄ ἄν πέση, λικμήσει αὐτόν» (2).
Ὁ Χριστός ἀνέχεται σήμερα μία κατάσταση. Ἀνέχεται καὶ ἐνεργεῖ ἡ θεία Χάρις γιὰ χάρη τοῦ λαοῦ. Μία μπόρα εἶναι· θὰ ξεκαθαρίσουν τὰ πράγματα· δὲν θὰ σταθοῦν. Εἶδες ποὺ ἀναφέρει στὸ Εὐαγγέλιο: «Λυχνάρι μισοσβησμένο δὲν θὰ τὸ φυσήξω. Καλάμι ραγισμένο δὲν θὰ τὸ ἀγγίξω» (3); Αὐτὸ τὸ εἶπε ὁ Χριστός, γιὰ νὰ εἴμαστε ἀναπολόγητοι τὴν ἡμέρα τῆς Κρίσεως. Βλέπεις, ὅταν τὸ λυχνάρι δὲν ἔχη ἄλλο λάδι στὴν κούπα καὶ μείνη μόνο λίγο λάδι στὸ φιτίλι, θὰ σβήση μετά ἀπὸ λίγο, ἔστω καὶ ἄν τὸ φιτίλι πάη μία ἐπάνω μία κάτω. Εἶναι σάν τὸν ἑτοιμοθάνατο ποὺ ἔχει τὶς τελευταῖες ἀναλαμπές. Ὁ Χριστός ὅμως δὲν θέλει νὰ τὸ φυσήξη καὶ νὰ τὸ σβήση, γιατί μετά θὰ πῆ: «Ἐγώ θὰ ἔκαιγα, ἀλλὰ μὲ φύσηξες καὶ ἔσβησα!».Τί σὲ φύσηξα; Ἡ κούπα δὲν εἶχε καθόλου λάδι! Οὔτε τὸ ραγισμένο καλάμι θέλει νὰ τὸ ἀγγίξη, γιατί μετά, ἄν σπάση, θὰ πῆ: «Μὲ ἄγγιξες καὶ ἔσπασα!». Μά ἀφοῦ ἤσουν ραγισμένο καὶ θὰ ἔσπαζες, τί μου λές ὅτι σὲ ἄγγιξα καὶ ἔσπασες;
Ἐμεῖς οἱ μοναχοί, ἀλλὰ καὶ οἱ κληρικοί, σκορποῦμε ἀθεΐα, ὅταν δὲν ζοῦμε σύμφωνα μὲ τὸ Εὐαγγέλιο. Ὁ κόσμος ἔχει ἀνάγκη ἀπὸ τὶς ἀρετές μας ὄχι ἀπὸ τὰ χάλια μας. Ἰδίως τὸ παράδειγμα τῶν μοναχῶν στούς κοσμικούς εἶναι πολύ μεγάλο πράγμα! Οἱ κοσμικοί ἀφορμή ζητοῦν, γιὰ νὰ δικαιολογήσουν τὶς ἁμαρτίες τους. Γι’ αὐτὸ θέλει πολλή προσοχή. Βλέπεις, ἐμεῖς δὲν μποροῦμε νὰ ποῦμε αὐτὸ ποῦ λέει ὁ Χριστός, «τὶς ἐλέγχει μὲ περί ἁμαρτίας;» (4) ἀλλὰ «τὶς ἐλέγχει μὲ περί σκανδάλου», αὐτὸ πρέπει νὰ μποροῦμε νὰ τὸ ποῦμε. Ὁ Χριστός τὸ εἶπε ἐκεῖνο, γιατί ἦταν τέλειος Θεὸς καὶ τέλειος ἄνθρωπος. Ἐμεῖς εἴμαστε ἄνθρωποι. Ἔχουμε ἀτέλειες, ἔχουμε πτώσεις, τέλος πάντων, ἀλλὰ δὲν κάνει νὰ γινώμαστε αἰτία νὰ σκανδαλίζεται ὁ ἄλλος.
Μοῦ ἔλεγε ἕνας στρατηγός: «Ἄν δὲν εἶχα τὴν πίστη ἀπὸ τὴν μάνα μου, θὰ τὴν εἶχα χάσει, ὅταν πῆγα στὴν Κύπρο τότε μὲ τὰ γεγονότα. Ἄνθρωπος τῆς Ἐκκλησίας νὰ φωνάζη ἀπὸ τὸ τηλέφωνο: «Σφάξτε τούς Τούρκους», στὰ καλά καθούμενα, ἐνῶ ἡ διαταγή ἔλεγε: «Μήν τούς πειράζετε»»! Καὶ οἱ Φαρασιῶτες, ὅταν ἦρθαν στὴν Ἑλλάδα ἀπὸ τὴν Μικρά Ἀσία, παρασύρθηκαν ἀπὸ αἱρέσεις ποὺ εἶχαν παρουσιασθῆ ἐκεῖνα τὰ χρόνια ἐδῶ, γιατί ἔβλεπαν δεσποτάδες, παπάδες χωρίς εὐλάβεια. Ἔβλεπαν στὴν Ἐκκλησία ἄλλου εἴδους κόσμο, χωρίς πνευματική ζωή, ὅποτε σκανδαλίσθηκαν. Εἶχαν ἄλλη εἰκόνα ἀπὸ ἐκεῖ. Παρουσιάσθηκαν καὶ οἱ Εὐαγγελικοί, οἱ ὁποῖοι ἔλεγαν, «ἐμεῖς ἐφαρμόζουμε τὸ Εὐαγγέλιο», καὶ οἱ καημένοι παρασύρθηκαν.
Ἄν ὅμως φταίη ἕνας δεσπότης, ἕνας παπάς, ἕνας καλόγερος, δὲν φταίει ὁ Χριστός. Ἀλλά οἱ ἄνθρωποι δὲν πᾶνε ὡς ἐκεῖ. «Ἀντιπρόσωπος τοῦ Χριστοῦ δὲν εἶναι;», λένε. Ναί, ἀλλὰ ἀναπαύεται ὁ Χριστός μὲ αὐτόν τὸν ἀντιπρόσωπο; Ἤ δὲν σκέφτονται τί τὸν περιμένει αὐτόν τὸν ἀντιπρόσωπο στὴν ἄλλη ζωή. Γι’ αὐτὸ μερικοί ποὺ σκανδαλίζονται ἀπὸ μερικά γεγονότα καταλήγουν νὰ μήν πιστεύουν, γιατί δὲν καταλαβαίνουν οἱ καημένοι ὅτι ὅπως, ἄν φταίη ἕνας χωροφύλακας, δὲν φταίει τὸ ἔθνος, ἔτσι κι ἄν φταίη ἕνας παπάς, δὲν φταίει ἡ Ἐκκλησία. Ὅσοι ὅμως σκανδαλίζονται, ἀλλὰ ἔχουν καλή διάθεση, καταλαβαίνουν, ὅταν τούς ἐξηγήσης. Αὐτοί ἔχουν καὶ ἐλαφρυντικά, γιατί μπορεῖ νὰ μήν εἶχαν βοηθηθῆ καὶ νὰ ἔχουν ἄγνοια ἀπὸ μερικά πράγματα.
Στὰ ἐκκλησιαστικά θέματα ὅλες οἱ καταστὰσεις δὲν εἶναι νὰ πάρης θέση. Μπορεῖ νὰ ἀνέχεται κανεὶς μία κατάσταση κάνοντας ὑπομονή, ἕως ὅτου ὁ Θεὸς δείξη τί πρέπει νὰ κάνη. Ἄλλο εἶναι νὰ ἀνέχεται κανεὶς μία κατάσταση καὶ ἄλλο νὰ τὴν ἀποδέχεται, ἐνῶ δὲν πρέπει. Ὕστερα, σὲ τέτοιες περιπτώσεις, ὅ,τι ἔχει νὰ πῆ κανεὶς νὰ τὸ πῆ μὲ σεβασμό, ἀνδρίκια· ὄχι νὰ βρίζη, νὰ δημοσιεύη. Νὰ τὸ πῆ ἰδιαιτέρως στὸ ἴδιο τὸ πρόσωπο στὸ ὁποῖο ἀφορᾶ τὸ θέμα μὲ πόνο, ἀπὸ ἀγάπη, γιὰ νὰ προσέξη μερικά πράγματα. Δὲν εἶναι εἰλικρινής καὶ εὐθύς ἐκεῖνος ποὺ λέει κατὰ πρόσωπο τὴν ἀλήθεια οὔτε ἐκεῖνος ποὺ τὴν δημοσιεύει, ἀλλὰ ἐκεῖνος ποὺ ἔχει ἀγάπη καὶ ἀληθινή ζωή καὶ μιλάει μὲ διάκριση, ὅταν πρέπη, καὶ λέει ἐκεῖνα ποὺ πρέπει στὴν πρέπουσα ὥρα.
Ἐκεῖνοι ποὺ ἐλέγχουν μὲ ἀδιακρισία ἔχουν πνευματική σκότιση καὶ κακία καὶ βλέπουν τούς ἀνθρώπους δυστυχῶς σάν κούτσουρα. Καὶ ἐνῶ τούς πελεκάνε ἀλύπητα καὶ ὑποφέρουν οἱ ἄνθρωποι, αὐτοί χαίρονται γιὰ τὸ τετραγώνισμα ποὺ τούς κάνουν, γιὰ «τὸν κυβισμό»! Μόνο σὲ ἄνθρωπο ποὺ ἔχει δαιμόνιο ἀρχικό δικαιολογεῖται νὰ θεατρίζη τούς ἀνθρώπους μπροστὰ στὸ κόσμο, νὰ τούς λέη τὸ παρελθόν τους (σὲ ὅσους βέβαια ἔχει δικαιώματα τὸ δαιμόνιο), γιὰ νὰ κλονίζη ἀδύνατες ψυχές. Τὸ ἀκάθαρτο πνεῦμα, φυσικά, δὲν βγάζει στὴν φόρα τὶς ἀρετές τῶν ἀνθρώπων ἀλλὰ τὶς ἀδυναμίες τους, ἐπειδή δὲν ἔχουν κακία, τὸ κακό τὸ διορθώνουν μὲ καλωσύνη. Ἄν δοῦν καμμιά φορὰ κάπου λίγη ἀκαθαρσία ποὺ δὲν καθαρίζεται, τὴν σκεπάζουν μὲ καμμιά πλάκα, γιὰ νὰ μήν ἀηδιάση καὶ ὁ ἄλλος ποὺ θὰ τὴν δή. Ἐνῶ ἐκεῖνοι ποὺ ξεσκαλίζουν σκουπίδια μοιάζουν μὲ τὶς κότες…
Τώρα (5) ὁ διάβολος κάνει μουντζοῦρες πολλές καὶ μπλέκει πολύ τὰ πράγματα, ἀλλὰ τελικά θὰ σπάση τὰ μοῦτρα του. Μετά ἀπὸ χρόνια θὰ λάμψουν οἱ δίκαιοι. Καὶ λίγη ἀρετή νὰ ἔχουν, ἐν τούτοις θὰ φαίνωνται, γιατί θὰ ἐπικρατῆ πολύ σκοτάδι, καὶ ὁ κόσμος θὰ στραφῆ πρὸς αὐτούς. Αὐτοί ποὺ σήμερα κάνουν τὰ σκάνδαλα, ἄν ζοῦν τότε, θὰ ντρέπωνται.
1) Βλ. Ἑβρ. 10, 31. 2) Βλ. Ματθ. 21, 44. 3) Βλ. Ἠσ. 42, 3 καὶ Ματθ. 12, 20. 4) Βλ. Ἰω. 8, 46. 5) Εἰπώθηκε τὸ 1974.
|
|
ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΩΝ ΖΗΤΗΜΑΤΩΝ
(Ὅταν προκύπτουν δύσκολα ἐκκλησιαστικά θέματα) νὰ ἀποφεύγωνται τὰ ἄκρα· μὲ τὰ ἄκρα δὲν λύνονται τὰ θέματα. Βλέπαμε παλιά, ὁ μπακάλης ἔβαζε λίγο-λίγο μὲ τὴν σέσουλα στὴν ζυγαριά, καὶ ἔτσι ἔβρισκε τὴν ἀκρίβεια καὶ ἰσορροποῦσε καὶ ἡ ζυγαριά. Δηλαδή δὲν ἔβαζε ἀπότομα πολύ οὔτε ἀφαιροῦσε ἀπότομα πολύ. Τὰ δύο ἄκρα πάντα ταλαιπωροῦν τὴν Μητέρα Ἐκκλησία καὶ οἱ ἴδιοι ποὺ τὰ κρατοῦν ταλαιπωροῦνται, γιατί τὰ δύο ἄκρα συνήθως καρφώνουν… Εἶναι σάν νὰ κρατάη τὸ ἕνα ἄκρο δαιμονισμένος, ὅταν ἔχη ἀναίδεια πνευματική (περιφρόνηση γιὰ ὅλα), καὶ τὸ ἄλλο ἄκρο σάν νὰ τὸ κρατάη τρελλός, ὅταν ἔχη μωρό ζῆλο μὲ στονοκεφαλιά. Ἕνας πνευματικά ἀναιδής δηλαδή μὲ ἕναν ζηλωτή, ποὺ ἔχει μωρό ζῆλο, ποτέ δὲν συμφωνοῦν, ἀλλὰ τρώγονται καὶ χτυπιοῦνται, γιατί καὶ οἱ δύο στεροῦνται τὴν θεία Χάρη. Τότε –Θεὸς φυλάξοι! – μπορεῖ νὰ χτυπιοῦνται συνέχεια τὰ δύο ἄκρα καὶ «ἄκρη νὰ μήν τούς βρίσκη»κανείς. Ἐκεῖνοι ποὺ θὰ μπορέσουν νὰ λυγίσουν τὰ δύο αὐτὰ ἄκρα, γιὰ νὰ ἑνωθοῦν –νὰ ὁμονοήσουν-, θὰ στεφανωθοῦν ἀπὸ τὸν Χριστό μὲ δύο ἀμάραντα στεφάνια.
Νὰ προσέχουμε νὰ μή δημιουργοῦμε θέματα στὴν Ἐκκλησία οὔτε νὰ μεγαλοποιοῦμε τὶς μικρές ἀνθρώπινες ἀταξίες ποὺ γίνονται, γιὰ νὰ μή δημιουργοῦμε μεγαλύτερο κακό καὶ χαίρεται ὁ πονηρός. Ὅποιος γιὰ μικρή ἀταξία ταράσσεται πολύ καὶ ὁρμάει ἀπότομα μὲ ὀργή, δῆθεν νὰ τὴν διορθώση, μοιάζει μὲ ἐλαφρόμυαλο νεωκόρο ποὺ βλέπει νὰ στὰζη ἕνα κερί καὶ ὁρμάει ἀπότομα, μὲ φόρα, γιὰ νὰ τὸ διορθώση δῆθεν, ἀλλὰ παίρνει σβάρνα ἀνθρώπους καὶ μανουάλια, καὶ δημιουργεῖ μεγαλύτερη ἀταξία τὴν ὥρα τῆς λατρείας. Δυστυχῶς στὴν ἐποχή μᾶς ἔχουμε πολλούς ποὺ ταράσσουν τὴν Μητέρα Ἐκκλησία. Ὅσοι ἀπὸ αὐτούς εἶναι μορφωμένοι ἐπίασαν τὸ δόγμα μὲ τὸ μυαλό καὶ ὄχι μὲ τὸ πνεῦμα τῶν Ἁγίων Πατέρων. Ὅσοι πάλι εἶναι ἀγράμματοι ἐπίασαν καὶ αὐτοί τὸ δόγμα μὲ τὰ δόντια, Γι’ αὐτὸ καὶ τρίζουν τὰ δόντια, ὅταν συζητοῦν ἐκκλησιαστικά θέματα, καὶ ἔτσι δημιουργεῖται μεγαλύτερη ζημία στὴν Ἐκκλησία ἀπὸ αὐτούς παρά ἀπὸ τούς πολέμιους τῆς Ὀρθοδοξίας μας. Καλά εἶναι τὸ ποτάμι νὰ μήν εἶναι πολύ ὁρμητικό, γιατί παίρνει σβάρνα κούτσουρα, πέτρες, ἀνθρώπους, ἀλλὰ οὔτε βέβαια καὶ πολύ ρηχό, γιατί θὰ κάθωνται κουνούπια…
Εἶναι μερικοί πάλι ποὺ ἀσχολοῦνται μὲ τὴν κριτική ὁ ἕνας του ἄλλου καὶ ὄχι μὲ τὸ γενικώτερο καλό. Παρακολουθεῖ ὁ ἕνας τὸν ἄλλο περισσότερο ἀπὸ τὸν ἑαυτό του. Κοιτάζει τί θὰ πῆ ἤ τί θὰ γράψη ὁ ἄλλος, γιὰ νὰ τὸν χτυπήση κατόπιν ἀλύπητα, ἐνῶ ὁ ἴδιος, ἐὰν ἔλεγε ἤ ἔγραφε τὸ ἴδιο πράγμα, θὰ τὸ ὑποστήριζε καὶ μὲ πολλές μαρτυρίες ἀπὸ τὴν Ἁγία Γραφή καὶ τούς Πατέρες. Τὸ κακό ποὺ κάνει εἶναι μεγάλο, γιατί ἄφ΄ ἑνός μέν ἀδικεῖ τὸν πλησίον του, ἄφ΄ ἑτέρου δέ τὸν γκρεμίζει μπροστὰ στὰ μάτια τῶν πιστῶν. Πολλές φορές μάλιστα σπέρνει καὶ τὴν ἀπιστία στὶς ψυχές τῶν ἀδυνάτων, γιατί τούς σκανδαλίζει. Ὅσοι δικαιολογοῦν τὴν κακία τους μὲ τὸν δῆθεν ἔλεγχο τῶν ἄλλων καὶ ὄχι τοῦ ἑαυτοῦ τους ἤ μὲ τὸ νὰ δημοσιεύουν στὸν κόσμο ἐκκλησιαστικές καταστὰσεις –ἀκόμη καὶ πράγματα ποὺ δὲν λέγονται – προφασιζόμενοι τὸ «εἶπε τή Ἐκκλησία» (1), ἄς κάνουν πρῶτα ἀρχή ἀπὸ τὴν μικρή τους ἐκκλησία, τὴν οἰκογένειά τους ἤ τὴν Ἀδελφότητά τους καὶ, ἐὰν τούς φανῆ καλό, τότε ἄς ρεζιλέψουν καὶ τὴν Μητέρα Ἐκκλησία. Τὰ καλά παιδιά, νομίζω, ποτέ δὲν κατηγοροῦν τὴν μάνα τους.
Ὅλοι χρειάζονται στὴν Ἐκκλησία. Ὅλοι προσφέρουν τὶς ὑπηρεσίες τούς σ΄ αὐτήν· καὶ οἱ ἤπιοι χαρακτῆρες καὶ οἱ αὐστηροί. Ὅπως στὸ σῶμα τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἀπαραίτητα καὶ τὰ γλυκά καὶ τὰ ξινά, ἀκόμη καὶ τὰ πικρά ραδίκια, γιατί τὸ καθένα ἔχει τὶς δικές του οὐσίες καὶ βιταμίνες, ἔτσι καὶ στὸ Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας ὅλοι εἶναι ἀπαραίτητοι. Ὁ ἕνας συμπληρώνει τὸν χαρακτήρα τοῦ ἄλλου καὶ ὅλοι εἴμαστε ὑποχρεωμένοι νὰ ἀνεχώμαστε ὄχι μόνον τὸν πνευματικό χαρακτήρα τοῦ ἄλλου ἀλλὰ ἀκόμη καὶ τὶς ἀδυναμίες ποὺ ἔχει σάν ἄνθρωπος. Δυστυχῶς μερικοί ἔχουν παράλογες ἀπαιτήσεις ἀπὸ τούς ἄλλους. Θέλουν νὰ ἔχουν ὅλοι ἴδιο πνευματικό χαρακτήρα μὲ τὸν δικό τους, καὶ ὅταν κάποιος δὲν συμφωνῆ μὲ τὸν χαρακτήρα τους, δηλαδή ἤ εἶναι λίγο ἐπιεικής ἤ λίγο ὀξύς, ἀμέσως βγάζουν τὸ συμπέρασμα ὅτι δὲν εἶναι πνευματικός ἄνθρωπος.
1) Ματθ. 18, 17.
|
|
ΑΞΙΩΜΑΤΑ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗ ΔΟΞΑ
Ἀπορῶ, πώς μερικοί δίνουν τόση σημασία στὴν ἀνθρώπινη δόξα καὶ ὄχι στὴν δόξα τοῦ Θεοῦ ποὺ μᾶς περιμένει, ὅταν «τῶν ἀνθρώπων τὴν δόξαν φύγωμεν». Σὲ τί θὰ μᾶς ὠφελήση, ἄν ἀποκτήσουμε καὶ τὸ πιὸ μεγάλο ἀξίωμα ποὺ ὑπάρχει καὶ μᾶς ἐγκωμιάζη ὅλος ὁ κόσμος; Θὰ μᾶς ὁδηγήσουν στὸν Παράδεισο τὰ ἐγκώμια τοῦ κόσμου ἤ θὰ μᾶς ὠθήσουν στὴν κόλαση; Τί εἶπε ὁ Χριστός; «Δόξαν παρά ἀνθρώπων οὐ λαμβάνω» (1). Σὲ τί θὰ μὲ ὠφελοῦσε ἄν μποροῦσα νὰ γίνω ἀπὸ μοναχός ἱερομόναχος, δεσπότης, πατριάρχης; Θὰ μὲ βοηθοῦσαν τὰ ἀξιώματα νὰ σωθῶ ἤ θὰ ἦταν μεγάλο βάρος σὲ ἕναν ἀδύνατο Παΐσιο καὶ θὰ μὲ γκρέμιζαν στὴν κόλαση; Ἐὰν δὲν ὑπῆρχε ἄλλη ζωή, μποροῦσε νὰ δικαιολογηθῆ μία τέτοια ἀνοησία. Ἕνας ὅμως ποὺ ἐπιδιώκει τὴν σωτηριά τῆς ψυχῆς τοῦ ὅλα τὰ βλέπει «σκύβαλα» (2) καὶ δὲν ἐπιδιώκει ἀξιώματα.
Ὁ Μωυσῆς, πάρ΄ ὅλο ποὺ ἦταν ἀπεσταλμένος ἀπὸ τὸν Θεό νὰ ἐλευθερώση τὸν λαό τοῦ Ἰσραήλ, δὲν ἀξιώθηκε νὰ πάη στὴν Γῆ τῆς Ἐπαγγελίας, γιατί ἔφθασε σὲ σημεῖο νὰ ἀγανακτήση κατὰ τοῦ Θεοῦ ἐξ αἰτίας τοῦ λαοῦ. Ζοῦσε συνέχεια μέσα στὴν γκρίνια τοῦ λαοῦ καὶ μία φορά ἀγανάκτησε. «Μοῦ ζητοῦν νερό, εἶπε. Ποῦ νὰ τούς βρῶ νερό;» (3). Μά πρίν ἀπὸ λίγο χτύπησες τὴν πέτρα καὶ ἔβγαλες νερό καὶ τούς ἔδωσες! Δύσκολο ἦταν; Ἀλλά εἶχε μπλέξει μὲ τὰ θέματα, μὲ τὶς ὑποθέσεις τοῦ λαοῦ καὶ ξέχασε πόσο νερό εἶχε βγάλει νωρίτερα, καὶ ἀπὸ τὶς πολλές σκοτοῦρες ποὺ εἶχε, δὲν τὸ κατάλαβε, γιὰ νὰ ζητήση συγχώρεση ἀπὸ τὸν Θεό. Ἄν ζητοῦσε συγχώρεση, θὰ τὸν συγχωροῦσε ὁ Θεός. Τὸ νὰ μήν πάη στὴν Γῆ τῆς Ἐπαγγελίας ἦταν ἕνας μικρός κανόνας ἀπὸ τὸν Θεό, ἕνα ἐπιτίμιο γιὰ τὴν ἀγανάκτησή του. Φυσικά ὁ Θεὸς τὸν πῆρε στὸν Παράδεισο καὶ τὸν τίμησε μὲ τὸ νὰ τὸν στείλη μαζί μὲ τὸν Προφήτη Ἠλία στὸ Ὅρος Θαβώρ, στὴν Μεταμόρφωση τοῦ Κυρίου. Ὅλα αὐτὰ βοηθοῦν νὰ καταλάβουμε πόσο μεγάλο ἐμπόδιο γίνεται τὸ ἀξίωμα μὲ τὶς εὐθύνες γιὰ τὴν πορεία ἑνός Χριστιανοῦ πρὸς τὸν Παράδεισο.
Μερικοί, ἐνῶ ἐσωτερικά καὶ ἐξωτερικά θὰ ἔπρεπε νὰ εἶναι ὅλο χαρά, γιατί οἰκονόμησε ὁ Θεὸς νὰ εἶναι ἀπαλλαγμένοι ἀπὸ κάθε εὐθύνη, ἀντιθέτως ἐπιδιώκουν εὐθύνες καὶ ἀξιώματα, καὶ ὅταν δὲν τούς δίνωνται, τσιγαρίζονται καὶ φθείρουν καὶ τὴν ψυχή τους καὶ τὸ σῶμα τους, τὸν ναό τοῦ Θεοῦ (4) κατὰ τὸν Ἀπόστολο Παῦλο. Ἐνῶ ὁ Χριστός τούς ἑτοιμάζει τὴν οὐράνια δόξα, αὐτοί θέλουν νὰ περάσουν στὸν Παράδεισο διά μέσο τῆς δόξης τῶν ἀνθρώπων. Ἴσως ὅμως μου ποῦν μερικοί: «Γιατί ἄλλοι δοξάζονται καὶ ἀπὸ ἀνθρώπους, δοξάζονται μετά καὶ ἀπὸ τὸν Θεό;»Στὴν οὐσία κανεὶς δὲν θὰ δοξασθῆ ἀπὸ τὸν Θεό, ὅταν θέλη τὴν ἀνθρώπινη δόξα. Νὰ μήν ἐπιδιώκη ποτέ κανεὶς μόνος του εὐθύνες. Ὅταν τὸν ἀπαλλάσσουν ἀπὸ εὐθύνες, θὰ πρέπη νὰ χαίρεται, γιατί κανονικά θὰ ἔπρεπε νὰ στενοχωριέται γιὰ τὶς εὐθύνες ποὺ εἶχε. Ἄν δὲν χαίρεται, σημαίνει ὅτι ὑπάρχει μέσα τοῦ ὕπουλα ἡ ὑπεηφάνεα. Νὰ μήν ἐπιδιώκουμε ποτέ ἀξιώματα, γιὰ νὰ δοξασθοῦμε ἀπὸ αὐτά, γιατί αὐτὸ φανερώνει ἀρρώστια προχωρημένη. Δείχνει ὅτι βαδίζουμε ἀρρωστημένα ἄλλο δρόμο ἀπὸ τὸν δρόμο τῆς ταπεινοφροσύνης ποὺ βάδισαν οἱ Ἅγιοι Πατέρες καὶ ἔφθασαν στὸν Παράδεισο.
Ἔχουμε πλῆθος Ἁγίων Πατέρων ποὺ ἀπέφευγαν τὶς εὐθύνες· ἡγουμενίες, ἱερωσύνη καὶ ἀρχιερωσύνη. Ἄλλοι ἔκοβαν τὰ χέρια, ἄλλοι τὶς μύτες, ἄλλοι τὰ αὐτιά καὶ ἄλλοι τὶς γλῶσσες, γιὰ νὰ μήν εἶναι ἀρτιμελεῖς καὶ τούς χειροτονήσουν. Ἄλλους τούς ξεσκέπαζαν τὶς καλύβες καὶ τούς χειροτονοῦσαν ἀπὸ πάνω, ἄλλους τούς χειροτονοῦσαν ἀπὸ μακριά, ὅπως τὸν Ἅγιο Ἀμφιλόχιο. Ἐνῶ εἶχαν μόρφωση καὶ ἁγιότητα, ἐπειδή ὅμως εἶχαν νιώσει τὴν μεγάλη ἀξία τῆς ψυχῆς, καθώς καὶ τὸ μεγάλο βάρος τῶν εὐθυνῶν, ποὺ γίνεται μεγάλο ἐμπόδιο γιὰ νὰ σωθῆ ὁ ἄνθρωπος, Γι’ αὐτὸ τὶς ἀπέφευγαν. Αὐτοί βρῆκαν τὸν κανονικό δρόμο.
Καὶ στὸ Ἅγιον Ὅρος μερικοί θεωροῦν τὴν ἱερωσύνη ἐμπόδιο στὴν πνευματική ζωή, γιατί ἐκτός τῶν ἄλλων ὑποχρεώσεων εἶναι ὑποχρεωμένοι νὰ πᾶνε, ὅταν ἔρθη ἕνας δεσπότης, ἤ νὰ πᾶνε στὰ πανηγύρια –πνευματικά βέβαια πανηγύρια, ἀλλὰ καὶ αὐτὰ δὲν ἀναπαύουν. Ὅταν ἤμουν στὸ Κοινόβιο, γνώρισα ἕναν διάκο ποὺ γέρασε καὶ πέθανε διάκος. Ὅταν ἦταν ἀκόμη νέος μοναχός, τὸ Μοναστήρι εἶχε ἀνάγκη ἀπὸ διάκο καὶ τὸν χειροτόνησαν. Ἀργότερα ἦρθαν νεώτεροι. Οἱ νεώτεροι ἔγιναν διάκοι καὶ ἱερεῖς, καὶ ἐκεῖνος ἔδινε συνέχεια τὴν σειρά του στούς ἄλλους καὶ παρέμενε διάκος. Ὅταν τοῦ ἔλεγαν νὰ γίνη ἱερεύς, ἔλεγε: «Τώρα δὲν ἔχει ἀνάγκη τὸ Μοναστήρι. Δόξα τῷ Θεῶ, ὑπάρχουν οἱ νεώτεροι ἀδελφοί». Τὸν ἔβαλαν στὸ γραφεῖο. Ὅταν ἦρθαν μορφωμένοι στὸ Μοναστήρι, παρακάλεσε καὶ ἔγυγε καὶ ἀπὸ τὸ γραφεῖο. Ὅταν τὸ Μοναστήρι περνοῦσε μία δυσκολία, παρακάλεσε αὐτός τὸ εὐλαβής διάκος ἕναν ἱερέα ἐνάρετο νὰ ἀναλάβη τὴν ἡγουμενία. Ἐκεῖνος τοῦ εἶπε: «Πῶς ἐσύ ἀποφεύγεις τὶς εὐθύνες καὶ τὶς φορτώνεις σ΄ ἐμένα; Γίνε ἐσύ προϊστὰμενος, γιὰ νὰ γίνω καὶ ἐγώ ἡγούμενος». Ἔτσι ἔγινε ὁ ἕνας ἡγούμενος καὶ ὁ ἄλλος προϊστὰμενος. Ὅταν τακτοποιήθηκαν τὰ πράγματα καὶ πήγαινε καλά τὸ Μοναστήρι, παραιτήθηκε πάλι ἀπὸ προϊστὰμενος. Πολύ μὲ βοήθησε αὐτός ὁ διάκος· εἶχε πολλή Χάρη Θεοῦ. Αὐτόν καλοῦσαν γιὰ τὰ δύσκολα θέματα στὴν Ἱερά Κοινότητα νὰ πῆ τὴν φωτισμένη τοῦ γνώμη.
Τὸ «πολλοί ἐμίσησαν τὸν πλοῦτον…»εἶναι κοσμική νοοτροπία· δὲν χωράει στὴν πνευματική ζωή. Αὐτὰ τὰ ἔλεγαν οἱ Ἀρχαῖοι Ἕλληνες ποὺ δὲν γνώριζαν τὸν ἀληθινό Θεό. Στὴν πνευματική ζωή ἡ δόξα πρέπει νὰ ἐξαφανισθῆ. Μεγαλύτερη ἀτιμία ἀπὸ αὐτή ποῦ ὑπέφερε ὁ Χριστός ὑπέφερε κανείς; Οἱ Πατέρες τὴν ἀτιμία ζητοῦσαν καὶ τούς τιμοῦσε ὁ Θεός. Αὐτοί ἀκόμη στὸ κοσμικό στὰδιο βρίσκονται. Ποδόσφαιρο παίζουν. ΠΑΟΚ-ΑΕΚ-ΔΟΞΑ! Ἡ δόξα ποὺ ἀναφέρει στὸ Εὐαγγέλιο ἔχει ἀγάπη καὶ ταπείνωση. «Δόξασόν σου τὸν υἱόν, λέει, ἴνα καὶ ὁ υἱός σου δοξάση σὲ… αὐτή δέ ἐστίν ἡ αἰώνιος ζωή, ἴνα γινώσκωσι σὲ τὸν μόνον ἀληθινόν Θεόν» (5). Ζητοῦσε δηλαδή ὁ Χριστός ἀπὸ τὸν Θεό νὰ γνωρίσουν οἱ ἄνθρωποι τὸν Λυτρωτή τους, γιὰ νὰ σωθοῦν. Σήμερα οἱ περισσότεροι ἐνδιαφέρονται πῶς νὰ ἀποκτήσουν ἀπὸ παντοῦ δόξα. Δόξα ἀπὸ ΄δῶ, δόξα ἀπὸ ΄κεῖ, καὶ τελικά καταλήγουν σὲ… λόξα ἀπὸ ΄δῶ, λόξα ἀπὸ ΄κεῖ. Αὐτὸ εἶναι ποὺ εἶπε ὁ Χριστός: «Δόξαν παρά ἀλλήλων λαμβάνοντες» (6), «πλανῶντες καὶ πλανώμενοι» (7). Μὲ κάτι τέτοια μου ἔρχεται νὰ κάνω ἐμετό. Σὲ τέτοια ἀτμόσφαιρα δὲν μπορῶ νὰ ζήσω οὔτε εἴκοσι τέσσερις ὧρες.
Οἱ εὐθύνες εἶναι μεγάλο ἐμπόδιο στὴν πνευματική ζωή. Ὅσοι θέλουν νὰ κάνουν δουλειά πνευμαιτκή ἀποφεύγουν τὶς εὐθύνες. Συνήθως δὲν βλέπει κανεὶς καλό τέλος σ΄ αὐτούς ποὺ ἐπιδιώκουν ἀξιώματα καὶ προϊσταμενίες. Μπαίνει τὸ προσωπικό στοιχεῖο, ὁ ἐγωισμός, καὶ μετά συγκρούονται καὶ μαλώνουν μεταξύ τους οἱ προϊστὰμενοι, ἐπειδή ὑπάρχει καὶ στὸν ἕνα καὶ στὸν ἄλλο προϊστὰμενο ὁ ἐγωισμός. Ὅσοι ὅμως ἀγωνίζονται φιλότιμα καὶ δὲν ἀναπαύουν τὸν ἑαυτό τους καὶ βγάζουν τὸν ἑαυτό τους ἀπὸ τὴν κάθε ἐνέργειά τους βοηθᾶνε πολύ θετικά, γιατί τότε μόνον ἀναπαύονται οἱ ψυχές ποὺ ἔχουν ἀνάγκη βοηθείας καὶ τότε μόνο θὰ ἀναπαυθῆ ἐσωτερικά ἡ ψυχή τους καὶ σ΄ αὐτήν τὴν ζωή καὶ στὴν αἰώνια. Οἱ Ἅγιοι Πατέρες, παλιά, ἔφευγαν στὴν ἔρημο πρῶτα καὶ ἐρημώνονταν ἀπὸ τὰ πάθη τους μὲ τὸν ἀγώνα τους. Χωρίς σχέδια καὶ προγράμματα δικά τους ἀφήνονταν στὰ χέρια τοῦ Θεοῦ καὶ ἀπέφευγαν τὰ ἀξιώματα καὶ τὴν ἐξουσία, ἀκόμη καὶ ὅταν ἔφθαναν σὲ μέτρα ἁγιότητος –ἐκτός ἄν ἡ Μητέρα Ἐκκλησία εἶχε ἀνάγκη, ὅποτε ἔκαναν ὑπακοή στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, καὶ δοξαζόταν τὸ Ὄνομα τοῦ Θεοῦ μὲ τὴν ἁγία τους ζωή. Γίνονταν δηλαδή πνευματικοί αἱμοδότες, ἀφοῦ ἀποκτοῦσαν καλή κατάσταση πνευματικῆς ὑγείας στὴν ἔρημο, μὲ τὴν καλή πνευματική τροφή καὶ τὴν ἄγρυπνη πατερική παρακολούθηση.
1) Βλ. Ἰω. 5, 41. 2) Βλ. Φιλιπ. 3, 8. 3) Βλ. Ἀριθμ. 20, 10. 4) Βλ. Α΄ Κορ. 3, 16. 5) Βλ. Ἰω. 17, 1 κ.ε. 6) Βλ. Ἰω. 5, 44. 7) Βλ. Β΄ Τίμ. 3, 13.
|
|
Η ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΣΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ
Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία πάντα λειτουργοῦσε μὲ Συνόδους. Τὸ ὀρθόδοξο πνεῦμα εἶναι νὰ λειτουργῆ ἡ Σύνοδος στὴν Ἐκκλησία καὶ ἡ Γεροντική Σύναξη στὰ Μοναστήρια. Ὁ ἀρχιεπίσκοπος καὶ ἡ Σύνοδος νὰ ἀποφασίζουν μαζί. Ὁ ἡγούμενος ἤ ἡ ἡγουμένη καὶ τὸ ἡγουμενοσυμβούλιο νὰ ἀποφασίζουν μαζί. Ὁ ἀρχιεπίσκοπος εἶναι πρῶτος μεταξύ ἴσων. Καὶ ὁ πατριάρχης δὲν εἶναι πάπας· ἔχει τὸν ἴδιο βαθμό μὲ τούς ὑπόλοιπους ἱεράρχες. Ἐνῶ ὁ πάπας ἔχει ἄλλο βαθμό –κάθεται ψηλά καὶ τοῦ φιλοῦν τὸ πόδι! – ὁ πατριάρχης κάθεται μαζί μὲ τούς ἄλλους ἱεράρχες καὶ συντονίζει. Καὶ ἕνας ἡγούμενος ἤ μία ἡγουμένη σὲ σχέση μὲ τούς προϊσταμένους εἶναι πάλι πρῶτοι μεταξύ ἴσων.
Δὲν μπορεῖ ὁ ἀρχιεπίσκοπος ἤ ἕνας ἡγούμενος νὰ κάνη ὅ,τι θέλει. Φωτίζει ὁ Θεὸς τὸν ἕναν ἱεράρχη ἤ προϊστὰμενο γιὰ τὸ ἕνα θέμα, τὸν ἄλλον γιὰ τὸ ἄλλο. Βλέπεις, καὶ οἱ τέσσερις Εὐαγγελιστές συμπληρώνουν ὁ ἕνας τὸν ἄλλον. Ἔτσι καὶ ἐδῶ λέει τὴν γνώμη τοῦ ὁ καθένας, καὶ ὅταν ὑπάρχη ἀντίθετη γνώμη, καταχωρίζεται στὰ πρακτικά. Γιατί, ὅταν πρόκειται γιὰ μία ἀπόφαση ἀντίθετη μὲ τὶς ἐντολές τοῦ Εὐαγγελίου καὶ ἕνας δὲν συμφωνῆ, ἄν δὲν ζητήση νὰ καταχωριστῆ ἡ γνώμη του, θὰ φαίνεται ὅτι συμφωνεῖ. Ἄν δὲν συμφωνῆ καὶ ὑπογράψη χωρίς νὰ καταχωριστῆ ἡ γνώμη του, κάνει κακό καὶ φέρει εὐθύνη· εἶναι ἔνοχος. Ἐνῶ, ἄν πῆ τὴν γνώμη του, καὶ ἡ πλειοψηφία νὰ εἶναι ἀντίθετη, αὐτός εἶναι ἐντάξει ἀπέναντι στὸν Θεό. Ἄν στὴν Ἐκκλησία δὲν λειτουργῆ σωστὰ ἡ Σύνοδος ἤ στὰ Μοναστήρια ἡ Σύναξη, τότε, ἐνῶ μιλοῦμε γιὰ ὀρθόδοξο πνεῦμα, ἔχουμε παπικό. Τὸ ὀρθόδοξο πνεῦμα εἶναι νὰ λέη καὶ νὰ καταχωρίζη ὁ καθένας τὴν γνώμη του, ὄχι νὰ μή μιλάη, γιατί φοβᾶται, ἤ νὰ κολακεύη, γιὰ νὰ τὰ ἔχη καλά μὲ τὸν ἀρχιεπίσκοπο ἤ μὲ τὸν ἡγούμενο.
Ἀλλά καὶ οἱ κληρικοί ποὺ μπαίνουν στὴν διοίκηση νέοι στὴν ἡλικία, ἔστω καὶ ἄν ἔχουν προσόντα, βλάπτονται, χαραμίζονται. Μπαίνουν στὰ γρανάζια, διοίκηση, γραμματεία κ.λπ. καὶ δὲν βοηθιοῦνται πνευματικά, ἐνῶ ἔχουν προϋποθέσεις. Μερικοί, ἄν δὲν χαραμίζονταν καὶ ἔκαναν δουλειά στὸν ἑαυτό τους, θὰ ἦταν ἀργότερα μεγάλα κεφάλαια γιὰ τὴν Ἐκκλησία. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος δὲν ἀσχολῆται μὲ τὴν καλή ἔννοια μὲ τὸν ἑαυτό του, δὲν κάνη δηλαδή δουλειά στὸν ἑαυτό του, εἶναι σάν ἔμπορας ποὺ ἀγοράζει καὶ πουλάει καὶ δὲν ξέρει τί χρέη ἔχει, καὶ τελικά τὸν κλείνουν στὴν φυλακή.
Πολύ λυπᾶμαι ὅταν ἀκούω νέοι ἱερεῖς νὰ εἶναι στὸ γραφεῖο. Ἄν ἔμεναν ἔξω ἀπὸ τὴν διοίκηση λίγο ἀκόμη, θὰ βοηθοῦσαν ἀργότερα πιὸ πολύ. Δυστυχῶς ὅμως συχνά γίνονται προϊστὰμενοι νέοι ἱερεῖς καὶ ὄχι ἔμπειροι, ποὺ θὰ μποροῦσαν νὰ κάνουν δουλειά πνευματική στὸ ποίμνιό τους, καὶ ἔτσι γίνεται διπλό κακό. Δηλαδή οἱ νέοι ἀναλαμβάνουν εὐθύνες, πρίν κάνουν πνευματική δουλειά στὸν ἑαυτό τους, καὶ βρίσκονται σὲ θέσεις ποὺ πρέπει νὰ προσφέρουν, πρίν ἀποκτήσουν πνευματικό πλοῦτο. Οἱ μεγαλύτεροι πάλι μή ἔχοντας ὑπεύθυνες θέσεις δὲν ἔχουν τὴν δυνατότητα νὰ προσφέρουν τὴν πολύτιμη πείρα τους καὶ τὸν θεῖο φωτισμό τους.
|
|
Η ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ
Ὁ κύριος σκοπός τῆς Θείας Λειτουργίας εἶναι νὰ κοινωνοῦν οἱ Χριστιανοί, ἔστω καὶ λίγοι ποὺ εἶναι ἕτοιμοι. Ὅλες οἱ εὐχές ἀναφέρονται στούς πιστούς ποὺ θὰ κοινωνήσουν. Γι’ αὐτὸ ἔστω καὶ ἕνας πρέπει νὰ κοινωνάη. Φυσικά, θὰ τύχη καὶ καμμιά φορὰ νὰ μήν εἶναι οὔτε ἕνας ἕτοιμος· ἄλλο αὐτό. Καλά εἶναι ὅμως ἀκόμη καὶ ἕνα μικρό παιδάκι, ἕνα μωρό, νὰ κοινωνάη. Καὶ ὅταν δὲν βρίσκεται κανείς, τότε εἶναι μόνο γιὰ νὰ κοινωνάη ὁ ἱερεύς καὶ νὰ μνημονεύωνται ὀνόματα. Ἀλλά αὐτὸ ἄς γίνεται ὡς ἐξαίρεση καὶ ὄχι ὡς κανόνας.
Τὰ γεγονότα τῆς Καινῆς Διαθήκης τὰ ζῆ κανεὶς σὲ κάθε Θεία Λειτουργία. Ἡ Ἁγία Πρόθεση εἶναι ἡ Βηθλεέμ, ἡ Ἁγία Τράπεζα εἶναι ὁ Πανάγιος Τάφος, καὶ ὁ Ἐσταυρωμένος ὁ Ἅγιος Γολγοθάς. Ἁγιάζεται ὅλη ἡ κτίση ἀπὸ τὴν Θεία Λειτουργία, ἀπὸ τὴν παρουσία τοῦ Χριστοῦ. Οἱ Θεῖες Λειτουργίες κρατοῦν τὸν κόσμο! Εἶναι φοβερό τὸ τί μᾶς ἔχει δώσει ὁ Θεός! Δὲν εἴμαστε ἄξιοι Γι’ αὐτό! Ὑπάρχουν ἱερεῖς ποὺ ζοῦν σὲ κάθε Θεία Λειτουργία τὸ φοβερό αὐτὸ Μυστήριο. Μοῦ εἶπε κάποιος κληρικός ὅτι ἕνας πολύ ἁπλός καὶ καλός ἱερεύς τοῦ ἔλεγε: «Δυσκολεύομαι πολύ νὰ κάνω κατάλυση. Πέφτουν τὰ βρωμοδάκρυά μου μέσ΄ στὸ ἅγιο Ποτήριο· δὲν μπορῶ νὰ τὰ συγκρατήσω, καὶ Γι’ αὐτὸ στενοχωριέμαι πολύ». Καὶ ἔκλαιγε! Τοῦ λέει καὶ ἐκεῖνος: «Πές στὸν Χριστό νὰ μοῦ δώση καὶ μένα λίγα «βρωμοδάκρυα»».
(Ὅταν ὁ ἱερεύς παίρνη καιρό) κατεβαίνω, γιατί ἐκείνη τὴν ὥρα ποὺ προσεύχεται ὁ ἱερεύς στέλνει ὁ Θεὸς τὴν θεία Χάρη στὸν ἱερέα, γιὰ νὰ τὸν ἀπαλλάξη ἀπὸ τὶς ἀδυναμίες του, ὥστε νὰ μπορέση νὰ τελέση τὴν θεία Μυσταγωγία. Τότε καὶ οἱ πιστοί πρέπει μὲ εὐλάβεια νὰ προσεύχωνται γιὰ νὰ πάρουν Χάρη.
Ἡ Θεία Λειτουργία ἀρχίζει ἀπὸ τὴν Προσκομιδή. Πῶς ὁ Θεὸς οἰκονομάει καμμιά φορὰ νὰ καταλάβουμε καὶ νὰ ζήσουμε καὶ ἐμεῖς τὰ ἅγια Μυστήρια! Ὅταν ἤμουν Ἐκκλησιαστικός, μοῦ συνέβη ἕνα γεγονός. Μία φορά, ὅταν ὁ ἱερεύς ἔκανε τὴν Προσκομιδή, τὴν στιγμή ποὺ εἶπε: «Ὡς Πρόβατον ἐπί σφαγήν ἤχθη», ἀκούω σπαρτάρισμα ἀρνιοῦ ἐπάνω στὸ ἅγιο Δισκάριο. Ὅταν πάλι εἶπε: «Θύεται ὁ Ἀμνός καὶ Υἱός τοῦ Θεοῦ», ἀκούω βέλασμα ἀπὸ τὴν Ἁγία Πρόθεση. Φοβερό! Γι’ αὐτὸ λέω στούς ἱερεῖς νὰ μήν προετοιμάζουν ἀπὸ νωρίτερα τὴν Προσκομιδή καὶ μετά κάνουν τὰ ἄλλα εἰκονικά. Δηλαδή δὲν πρέπει νὰ κόβουν τὸ πρόσφορο ἀπὸ νωρίτερα καὶ ἁπλῶς ἐκείνη τὴν στιγμή νὰ τοποθετοῦν τὸν Ἀμνό στὸ ἅγιο Δισκάριο καὶ νὰ λένε, «θύεται ὁ Ἀμνός τοῦ Θεοῦ»καὶ «ὡς Πρόβατον ἐπί σφαγήν ἤχθη», ἐνῶ ἔχουν ἤδη βγάλει τὸν Ἀμνό. Ὅταν λένε αὐτὰ τὰ λόγια, τότε πρέπει νὰ παίρνουν τὴν ἁγία Λόγχη καὶ νὰ χαράζουν τὸ πρόσφορο. Ὅταν δηλαδή λένε, «θύεται ὁ Ἀμνός τοῦ Θεοῦ», τότε νὰ Τὸν «θύουν».
Ὅταν ὁ ἱερεύς χτυπάη τὸ κουδουνάκι τὴν ὥρα ποὺ κάνει Προσκομιδή καὶ μνημονεύετε καὶ ἐσεῖς νοερῶς ὀνόματα, νὰ συμμετέχη ἡ καρδιά σας στὸν πόνο τῆς κάθε ψυχῆς ποὺ μνημονεύετε, εἴτε ζωντανή εἶναι εἴτε κεκοιμημένη. Νὰ φέρνετε στὸν νοῦ σᾶς γενικά ὅλες τὶς περιπτώσεις τῶν ἀνθρώπων καὶ ὅποιον συγκεκριμένα ἔχετε ὕπ΄ ὄψιν σας καὶ νὰ λέτε: «Μαρίας, Νικολάου… ξέρεις Ἐσύ, Θεέ μου, τὰ προβλήματά τους· βοήθησέ τους». Ὀνόματα ποὺ σᾶς δίνουν γιὰ μνημόνευση, νὰ τὰ μνημονεύετε σὲ μερικές Θεῖες Λειτουργίες, ἄλλα σὲ τρεῖς, ἄλλα σὲ πέντε, καὶ μετά νὰ μνημονεύωνται καὶ ἄλλα. Γιατί νὰ ἔχης ἄλλους νὰ τούς μνημονεύης συνέχεια καὶ ἄλλους ποῦ ἔχουν ἀνάγκη νὰ μήν τούς μνημονεύης καθόλου; Αὐτὸ δὲν τὸ καταλαβαίνω. Ὀνόματα Καθολικῶν, Ἰεχωβάδων κ.λπ. δὲν κάνει νὰ μνημονεύωνται στὴν Ἱερά Πρόθεση. Δὲν μπορεῖ νὰ βγαίνη Γι’ αὐτούς μερίδα οὔτε γίνεται Γι’ αὐτούς μνημόσυνο. Ὑπέρ ὑγείας καὶ φωτισμοῦ μποροῦμε νὰ εὐχώμαστε καὶ Γι’ αὐτούς, ἀκόμη καὶ Παράκληση νὰ κάνουμε.
Χρειάζεται ὅμως προετοιμασία. Ἡ Θεία Κοινωνία θεραπεύει, ἁγιάζει αὐτόν ποὺ ἀγωνίζεται. Ἕναν ποῦ δὲν ἀγωνίζεται, πῶς νὰ τὸν βοηθήση; Τί νὰ ἀλλοιώση ὁ Χριστός, ἀφοῦ δὲν ἀλλοιώνεται ὁ ἴδιος ὁ ἄνθρωπος; Κάποτε, στὴν Σπηλιά τοῦ Ἁγίου Ἀθανασίου ἦταν ἕνας Γέροντας μὲ δύο ὑποτακτικούς. Ὁ ἕνας ἦταν ἱερομόναχος καὶ ὁ ἄλλος ἱεροδιάκονος. Μία μέρα λοιπόν πῆγαν οἱ ὑποτακτικοί του σὲ ἕνα ἐξωκκλήσι, γιὰ νὰ λειτουργήσουν. Ὁ ἱερεύς ὅμως φθονοῦσε πολύ τὸν διάκο, καὶ τὸν ζήλευε, ἐπειδή ὁ διάκος ἦταν πιὸ ἔξυπνος καὶ ἐπιτήδειος σὲ ὅλα· ἀλλὰ καὶ ὁ διάκος δὲν βοηθοῦσε μὲ τὸν ἐγωιστικό του τρόπο. Ὁ ἱερεύς εἶχε προετοιμασθῆ ἐξωτερικά, διαβάζοντας τὴν Θεία Μετάληψη καὶ κάνοντας ὅλα τὰ σχετικά τυπικά. Δυστυχῶς ὅμως δὲν ἔκανε τὸ κυριώτερο, τὴν ἐσωτερική προετοιμασία· δηλαδή νὰ ἐξομολογηθῆ ταπεινά, γιὰ νὰ διώξη τὸν φθόνο καὶ τὴν ζήλεια ἀπὸ τὴν καρδιά του, τὰ ὁποία δὲν φεύγουν μὲ τὸ νὰ ἀλλάξουμε τὰ ροῦχα μας καὶ νὰ λούσουμε τὸ κεφάλι. Ἔτσι λοιπόν μὲ τὴν ἐξωτερική αὐτή προετοιμασία προχώρησε στὸ φοβερό Θυσιαστήριο, γιὰ νὰ λειτουργήση. Μόλις ὅμως ἄρχισε νὰ προσκομίζη, τί συνέβη; Ἀκούστηκε ξαφνικά ἕνας μεγάλος κρότος καὶ εἶε νὰ φεύγη τὸ ἅγιο Δισκάριο ἀπὸ τὴν Προσκομιδή καὶ νὰ ἐξαφανίζεται. Ἑπόμενο ἦταν νὰ μήν μπορέσουν πιά νὰ λειτουργήσουν. Ἐὰν δὲν τούς ἐμπόδιζε ὁ Καλός Θεὸς μὲ αὐτόν τὸν τρόπο καὶ λειτουργοῦσε ὁ ἱερεύς μὲ τὴν ψυχική κατάσταση στὴν ὁποία βρισκόταν, μοῦ λέει ὁ λογισμός ὅτι θὰ πάθαινε μεγάλο κακό.
Ὅταν γίνεται Θεία Λειτουργία, δὲν μπορεῖ ὁ ἱερεύς νὰ τὴν ἀφήση στὴν μέση, ὀ,τιδήποτε καὶ νὰ συμβῆ. ,καὶ πόλεμος νὰ κηρυχθῆ, θὰ τὴν τελειώση. Καὶ οἱ ἐχθροί νὰ ἔρχωνται ἔξω ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία, θὰ κοιτάξη τὸ πολύ-πολύ νὰ βιασθῆ λίγο, γιὰ νὰ τελειώση. Θὰ βοηθήση ὁ Θεὸς νὰ τελειώση. Ἀλλά πρέπει νὰ ἔχη κανεὶς ἐμπιστοσύνη στὸν Θεό· νὰ μή φοβᾶται. Ὁ Λειτουργός του Ὑψίστου πρέπει νὰ ἔχη πολλή προσοχή, καθαρότητα, ἀκρίβεια. Εἶναι ἀνώτεροι ἀπὸ τούς Ἀγγέλους οἱ ἱερεῖς. Οἱ ἅγιοι Ἄγγελοι καλύπτουν τὰ πρόσωπά τους τὴν ὥρα ποὺ τελεῖται τὸ Μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας, ἐνῶ ὁ ἱερεύς τὸ τελεῖ.
ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ
ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
ΛΟΓΟΙ Α'- ΜΕ ΠΟΝΟ ΚΑΙ
ΑΓΑΠΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΑΝΘΡΩΠΟ
|
|