ΠΑΤΕΡΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ

 

ΓΕΡΩΝ ΠΑΪΣΙΟΣ
Η ΣΟΦΙΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΚΑΙ ΤΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ

  

«ΠΑΝΤΑ ΕΝ ΣΟΦΙΑ ΕΠΟΙΗΣΑΣ»

(Ψαλμ. 103,24)

 

Τί ἔχει κάνει ὁ Θεὸς μὲ ἕναν Του λόγο! Τί ἁρμονία, τί ποικιλία! Ὅπου καὶ νὰ στραφῆ κανεὶς βλέπει τὴν σοφία καὶ τὸ μεγαλεῖο του Θεοῦ. Δές τὰ οὐράνια φῶτα, τὰ ἀστέρια, μὲ πόση ἁπλότητα τὰ σκόρπισε τὸ θεϊκό Του χέρι, χωρίς νὰ χρησιμοποιήση μαστορικό ράμμα καὶ ἀλφάδι. Πόσο ξεκουράζουν τούς ἀνθρώπους! Ἐνῶ τὰ κοσμικά φῶτα, βαλμένα μὲ τάξη στὴν σειρά, εἶναι πολύ κουραστικά. Μὲ πόση ἁρμονία τὰ ἔχει κάνει ὅλα ὁ Θεός! Βλέπεις, καὶ τὰ Δὲνδρα σὲ ἕνα δάσος ποὺ τὰ φύτεψαν ἄνθρωποι εἶναι σάν στρατός, σάν λόχος. Ἐνῶ τὰ φυσικά δάση πόσο ξεκουράζουν! Ἀλλά Δὲνδρα μικρά, ἄλλα μεγάλα, μὲ ἄλλο χρῶμα τὸ καθένα! Ἕνα μικρό λουλούδι τοῦ Θεοῦ ἔχει μεγαλύτερη χάρη παρά ἕνας σωρός χάρτινα ψεύτικα λουλούδια, διαφέρουν ὅσο διαφέρει καὶ τὸ ἄυλον ἀπὸ τὸ νάυλον.

 

Ὅλα αὐτὰ  ποὺ ἔχει κάνει ὁ Θεὸς εἶναι θαυμάσια. Ὁ ὀργανισμός τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ὁλόκληρο ἐργοστὰσιο. Τὴν καρδιά, τὸ συκώτι, τὰ πνευμόνια, ὅλα τὰ ἔχει μὲ σοφία κανονισμένα ὁ Θεός. Ἀλλά καὶ τὰ φυτά, πῶς τὰ ἔχει κάνει! Τότε μὲ τὴν κατοχή βάζαμε πέντε στρέμματα πεπόνια ποτιστικά. Μία φορά ἔκοψα ἀπὸ τὶς πεπονιές τὰ μεγάλα φύλλα ποὺ εἶναι κοντά στὶς ρίζες. Γιὰ καλό τὸ ἔκανα, γιὰ νὰ τὶς καθαρίσω. Ἐκεῖνα ὅμως τὰ μεγάλα φύλλα, τὰ κάτω, εἶναι σάν φίλτρο –εἶναι τὰ... «νεφρά» τους! – καὶ παίρνουν ὅλη τὴν πικρίλα. Καὶ ἔγιναν τὰ πεπόνια!... Ἔτρωγες τὸ πεπόνι καὶ ἔτσουζε ἡ γλώσσα!

 

Ἀπὸ ὅλα βρίσκω τὸν Θεό! Καὶ ἀπὸ τὰ φυτά καὶ ἀπὸ τὰ ζῶα, ἀπὸ ὅλα! Πῶς νὰ μή θαυμάσης! Βλέπεις ἕνα τόσο δά πουλάκι νὰ ταξιδεύη, νὰ πηγαίνη στὴν Ἀφρική καὶ νὰ γυρίζη χωρίς πυξίδα καὶ νὰ ξαναβρίσκη τὴν φωλιά του! Καὶ οἱ ἄνθρωποι μὲ χάρτες, μὲ πινακίδες νὰ χάνωνται! Καὶ δὲν εἶναι ὅτι τὰ πουλιά βαδίζουν στὴν στεριά καὶ βάζουν σημάδια! Πετοῦν στὸν οὐρανό, πάνω ἀπὸ τὴν θάλασσα! Ποῦ ν ἀβάλουν σημάδια; Μερικά μικρά πουλάκια ἀνεβαίνουν στούς πελαργούς, στὰ... «ἀεροπλάνα»! Ἐκεῖνα πᾶ­νε... ἀεροπορικῶς! Τὰ πουλιά, ὅταν πετοῦν στὴν θάλασσα, κάθονται σὲ κανένα νησί νὰ ξεκουρασθοῦν. Μία φορά, ὅταν ἤμουν στὸ Καλύβι τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, εἶδα νὰ ἔρχω­νται ἀπὸ τὰ ἀνατολικά μέρη κάτι πουλιά σάν τὰ σπουργίτια. Ἦταν ὁλόκληρο κοπάδι. Τέσσερα-πέντε ὅμως, φαίνεται, κουράσθηκαν καὶ δὲν μποροῦσαν ἄλλο. Τότε ξεκόπη­καν ἀκόμη καμμιά δεκαπενταριά ἀπὸ τὸ κοπάδι – τὰ ἄλλα προχώρησαν – καὶ κάθησαν λίγο σὲ ἕνα Δὲνδρο, ξεκουράσθηκαν καὶ μετά σηκώθηκαν νὰ φύγουν ὅλα μαζί. Ἀνέβη­καν πολύ ψηλά, γιὰ νὰ προσανατολισθοῦν καὶ νὰ βροῦν πάλι τὴν συντροφιά τους. Μοῦ ἔκανε ἐντύπωση ποὺ δὲν τὰ ἄφησαν μόνα τους τὰ τέσσερα-πέντε ποὺ κουράσθηκαν, ἀλλὰ ξεκόπηκαν καὶ ἄλλα δεκαπέντε ἀπὸ τὸ ἴδιο κοπάδι, γιὰ νὰ κάνουν συντροφιά!

Πόσο ὄμορφα τὰ ἔχει κάνει ὅλα ὁ Θεός! Βλέπεις κάτι παρδαλά γατάκια! Τί ὄμορφα ἐπανωφοράκια ἔχουν! Νὰ ζηλεύουμε ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι τὰ ἐπανωφόρια ἀπὸ τὰ ζῶα! Οὔτε βασίλισσα δὲν φόρεσε τέτοιο ἐπανωφόρι!... Ὅπου καὶ νὰ γυρίσης, θὰ δής τὴν σοφία τοῦ Θεοῦ. Παλιά ποὺ ἦταν ὅλα φυσικά, πόσο ὄμορφα ἦταν! Νά, ὁ πετεινός, ὅταν φωνάζη, δὲν εἶναι ὅτι φωνάζει γιὰ τὸν καιρό. Στέκεται στὸ ἕνα πόδι καὶ, μόλις μουδιάζη, φωνάζει: «Κικιρίκου!». Σοῦ λέει, τόσες ὧρες πέρασαν. Ἀλλάζει πόδι, μουδιά­ζει καὶ αὐτό, πάλι: «Κικιρίκου!». Καὶ βλέπεις, φωνάζει στὶς 12, στὶς 3, στὶς 6 ἡ ὥρα. Εἶναι σταθερό, κάθε τρεῖς ὧρες! Καὶ δὲν ἔχει ρολόι οὔτε μπαταρία, οὔτε κούρδισμα χρειάζεται!...

 

Ὅ,τι βλέπετε, ὅ,τι ἀκοῦτε, ὅλα νὰ τὰ χρησιμοποιῆτε γιὰ συγκοινωνία γιὰ ἐπάνω. Ὅλα νὰ σᾶς ἀνεβάζουν πρὸς τὰ ἐπάνω. Ἔτσι κανεὶς ἀνεβαίνει-ἀνεβαίνει ἀπὸ τὰ δημιουργήματα στὸν Δημιουργό! Οἱ Ἀμερικανοί πῆγαν στὸ φεγγάρι, ἔβαλαν τουλά­χιστον καὶ μία πινακίδα ποὺ ἔγραφε: «Οἱ οὐρανοί διιηγοῦνται δόξαν Θεοῦ» (1). Πῆγαν καὶ οἱ Ρῶσοι στὸ διάστημα, ἀλλὰ ὁ Γκαγκάριν εἶπε πώς δὲν βρῆκε τὸν Θεό. Ἔμ, πῶς νὰ Τὸν βρῆ, ἀφοῦ πῆγε μὲ τὰ πόδια πρὸς τὰ πάνω καὶ ὄχι μὲ τὰ χέρια; Ἔτσι φθάνουν μετά νὰ λένε: «Ἡ φύση ἔκανε τὸ σύμπαν»! Ὁλόκληρο σύμπαν τώρα!... Ἐδῶ μία παλιά μηχα­νή χαλάει καὶ μαζεύονται ἕνα σωρό μάστορες, τεχνίτες κ.λπ., γιὰ νὰ τὴν διορθώσουν. Σκέφτονται, προσπαθοῦν... Καὶ εἶναι μία παλιά μηχανή! Ἐνῶ ὁλόκληρη ὑδρόγειο σφαίρα ὁ Θεὸς τὴν γυρίζει χωρίς ρεῦμα καὶ οὔτε ἡ μπαταρία τελειώνει οὔτε τὸ μηχα­νάκι σταματάει! Μὲ τί ταχύτητα γυρίζει, καὶ ὁ ἄνθρωπος νὰ μήν τὸ καταλαβαίνη! Φοβερό! Ἄν ἡ γῆ στρεφόταν μὲ λιγώτερη ταχύτητα, θὰ ἔκανε τοῦμπες ὁ ἄνθρωπος! Ἡ θάλασσα νὰ ἔχη τόσο νερό καὶ νὰ κινῆται μὲ τέτοια ταχύτητ, καὶ τὸ νερό νὰ μή χύνεται! Καὶ τὰ ἀστέρια, ποὺ εἶναι ὁλόκληροι ὄγκοι, νὰ γυρίζουν ἰλιγγιωδῶς καὶ νὰ μήν ἐγγίζη τὸ ἕνα τὸ ἄλλο, ἀλλὰ νὰ συγκρατῆ τὸ ἕνα τὸ ἄλλο ἀπὸ μακριά! Καὶ ὁ ἄνθρωπος φτιάχνει ἕνα ἀεροπλάνο καὶ θαυμάζει καὶ ὑπερηφανεύεται! Καὶ ἄν τοῦ στρίψη λίγο τὸ μυαλό, μετά λέει ἀνοησίες, δὲν καταλαβαίνει.

 

 

1) Ψαλμ. 18, 2.

 

 

  

ΤΙ ΚΑΤΟΡΘΩΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ

 

Ὁ πολιτισμός καλός εἶναι, ἀλλά, γιὰ νὰ ὠφελήση, πρέπει νὰ «πολιτισθή» καὶ ἡ ψυχή. Ἀλλιῶς εἶναι καταστροφή. Ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς εἶπε: «Ἀπὸ τούς γραμματισμένους θὰ ἔρθη τὸ κακό» (1). Παρόλο ποὺ ἡ ἐπιστήμη ἔχει προχωρήσει τόσο πολύ καὶ ἔκανε πρόοδο μεγάλη, ἐν τούτοις μὲ ὅ,τι κάνουν γί ἀνά βοηθήσουν τὸν κόσμο, χωρίς νὰ τὸ καταλαβαίνουν, καταστρέφουν τὸν κόσμο. Ὁ Θεὸς ἄφησε τὸν ἄνθρωπο νὰ κάνη τοῦ κεφαλιοῦ του, ἀφοῦ δὲν Τὸν ἀκούει, καὶ ἔτσι τρώει τὸ κεφάλι του. Καταστρέφεται μόνος του ὁ ἄνθρωπος μὲ αὐτὰ  ποὺ φτιάχνει.

 

Τί κατόρθωσαν οἱ ἄνθρωποι τοῦ 20ου αἰῶνος μὲ τὸν πολιτισμό! Παλάβωσαν τὸν κόσμο, μόλυναν τὴν ἀτμόσφαιρα, τὰ πάντα. Ἡ ρόδα, ἄν ξεφύγη ἀπὸ τὸν ἄξονα, γυρίζει συνέχεια χωρίς σκοπό. Ἔτσι καὶ οἱ ἄνθρωποι, ἅμα ξεφύγουν ἀπὸ τὴν ἁρμονία τοῦ Θεοῦ, βασανίζονται! Παλιά ὑπέφεραν οἱ ἄνθρωποι ἀπὸ τὸν πόλεμο, σήμερα ὑποφέρουν ἀπὸ τὸν πολιτισμό. Τότε ἔφευγαν ἀπὸ τὶς πόλεις στὰ χωριά ἐξ αἰτίας τοῦ πολέμου καὶ μὲ ἕνα χωραφάκι περνοῦσαν. Τώρα θὰ φύγουν ἀπὸ τὶς πόλεις ἐξ αἰτίας τοῦ πολιτισμοῦ, γιατί δὲν θὰ μποροῦν νὰ ζήσουν μέσα σ' αὐτές. Τότε ὁ πόλεμος ἔφερνε θάνατο. Τώρα ὁ πολιτισμός φέρνει ἀρρώστια.

 

Αὐτὰ  κάνουν οἱ ἄνθρωποι... Τί σακατεμένος κόσμος ὑπάρχει! Σὲ ποιά ἐποχή ἦταν τόσοι ἄρρωστοι; Παλιά οἱ ἄνθρωποι δὲν ἦταν ἔτσι. Τώρα, ὅποιο γράμμα ἀνοίξω, καρκίνο ἤ ψυχοπάθεια ἤ ἐγκεφαλικό ἤ διαλυμένες οἰκογένειες, αὐτὰ  θὰ συναντήσω. Ἄλλοτε σπάνια ὑπῆρχε καρκίνος. Βλέ­πεις, ἦταν φυσική ἡ ζωή. Ἄλλο θέμα τί ἐπέτρεπε ὁ Θεός. Ἔτρωγε κανεὶς φυσικές τροφές καὶ ἦταν ὑγιέστατος. Φροῦτα, κρεμμύδια, ντομάτες, ἦταν ὅλα καθαρά. Τώρα καὶ αὐτές οἱ φυσικές τροφές σακατεύουν τὸν ἄνθρωπο. Αὐτοί ποὺ τρῶνε ὅλο τέτοιες τροφές παθαίνουν μεγαλύτερη ζημιά, γιατί ὅλα ἔχουν μολυνθῆ. Ἄν ἦταν παλιά ἔτσι, ἐγώ θὰ πέθαινα ἀπὸ νέος, γιατί σάν καλόγερος ἔτρωγα ὅ,τι εἶχε ὁ κῆπος, πράσα, μαρούλια, κρεμμύδια, λάχανα, ὅλο τέτοια, καὶ ἤμουν μία χαρά. Τώρα ἔχουν λιπάσματα, ραντί­σμα­τα. Τί τρῶνε σήμερα οἱ ἄνθρωποι! Τὸ ἄγχος, οἱ νοθευμένες τροφές ἀρρώστια φέρ­νουν. Ἀχρηστεύεται ὁ κόσμος, ὅταν χρησιμοποιῆ ἀδιάκριτα τὴν ἐπιστήμη.

 

Τώρα ὅλα τὰ κόβουν ἄγουρα, γιὰ νὰ μή χαλάσουν, καὶ τὰ ἀφήνουν στὸ ψυγεῖο. Τὰ μαζεύουν πράσινα-πράσινα καὶ τὰ ἀφήνουν νὰ ὡριμάσουν. Ἐνῶ πρῶτα ὡρίμαζε τὸ φροῦτο, ἔπεφτε κάτω ἀπὸ τὸ Δὲνδρο ἤ, μόλις τὸ ἐπίανες, κοβόταν. Ἀλλά ἐκτός ποὺ ἔτρωγαν καλές, ὑγιεινές τροφές – ψωμί καὶ βούτυρο ἤ γάλα ἦταν γιὰ τὸ παιδί γερή τροφή –, δούλευαν καὶ τὸ μυαλό τούς οἱ ἄνθρωποι καὶ καταλάβαιναν, ὅταν πάθαιναν κάτι, ἄν ἦταν ἀπὸ τὶς τροφές. Τώρα καὶ οἱ τροφές εἶναι νοθευμένες καὶ τὸ μυαλό δὲν τὸ δουλεύουν.

Καὶ πόσα ἀπὸ αὐτὰ  ποὺ φτιάχνει τώρα ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἄχρηστα. Τὸ μαλλί σιγά-σιγὰ  τὸ καταργοῦν. Δύσκολα νὰ βρής μάλλινη φανέλλα νὰ κρατᾶ τὸν ἱδρώτα. Φορῶ μία φανέλλα μάλλινη καὶ ἀμέσως καταλαβαίνω ἄν ἔχη συνθετικό, γιατί δὲν μπορῶ νὰ πάρω ἀναπνοή, μὲ πιάνει δυσφορία, πάω νὰ σκάσω! Καὶ τὸ θεωροῦν στέρεο, πιὸ καλό! Τὸ θεωροῦν πρόοδο! Εἶναι ὅμως ὑγιεινά αὐτά; ἔτσι ὅπως τὰ κάνουν εἶναι ἀνθυγιεινά. Καὶ γράφουν «ἁγνό παρθένο μαλλί»! Καὶ θὰ βροῦν καὶ ἄλλες καθαρώτερες λέξεις, γιὰ νὰ τὰ διαφημίζουν! Τὰ πρόβατα τώρα νὰ τὰ ἔχουμε μόνο γιὰ τὸ κρέας, ἀφοῦ φτιάχνουμε μαλλί ἀπὸ πετρέλαιο. Καὶ οἱ μεταξοσκώληκες λένε: «Ἀφοῦ θέλετε καλύτερο μετάξι, φτιάξτε τὸ ἐσεῖς»!

 

 

1) Ἡ πρόρρηση αὐτή τοῦ Ἁγίου Κοσμᾶ ἀναφέρεται στούς μορφωμένους ποὺ δὲν θὰ ἔχουν φόβο Θεοῦ.

 

 

  

ΧΑΘΗΚΕ Η ΥΠΟΜΟΝΗ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣ

 

Ἡ σημερινή κατάσταση δὲν βοηθάει τὸν κόσμο. Ἄλλοτε ἡ ζωή ἦταν ἤρεμη καὶ οἱ ἄνθρωποι ἦταν ἤρεμοι καὶ ἡ βιασύνη ποὺ μπῆκε στὸν κόσμο ἔκανε τούς ἀνθρώπους ἀνυπόμονους. Παλιά ἤξερε κανεὶς ὅτι θὰ φάη ντομάτα τέλη Ἰουνίου, δὲν τὸν ἀπα­σχολοῦσε. Περίμενε τὸν Αὔγουστο νὰ φάη καρπούζι. Ἤξερε, τότε θὰ φάη σύκα, τότε θὰ φάη πεπόνι. Σήμερα τί γίνεται; θὰ πάη νὰ φέρη ντομάτες ἀπὸ τὴν Αἴγυπτο νωρί­τερα, δὲν θέλει πορτοκάλλια ποὺ ἔχουν τὶς ἴδιες βιταμίνες. «Βρε, παιδάκι μου, Κάνε ὑπομονή καὶ φάε κάτι ἄλλο τώρα». Ὄχι, θὰ πάη καλά καὶ σώνει νὰ φέρη ἀπὸ τὴν Αἴγυπτο ντομάτες. Σάν εἶδαν ἔτσι, ἄρχισαν στὴν Κρήτη νὰ βάζουν θερμοκήπια, γιὰ νὰ βγάλουν νωρίτερα ντομάτες. Καὶ τελικά ἐφτίαξαν παντοῦ θερμοκήπια, γιὰ νὰ τρῶνε καὶ τὸν χειμώνα ντομάτες. Σκοτώνονται νὰ φτιάξουν θερμοκήπια μὲ ὅλα τὰ εἴδη, γιὰ νὰ ἔχουν ἀπὸ ὅλα ὅλες τὶς ἐποχές καὶ νὰ μήν περιμένουν!

 

Ἐντάξει μέχρις ἐκεῖ! Ἀλλά προχωρᾶνε καὶ πιὸ πέρα. Ἀποβραδίς εἶναι πράσινες οἱ ντομάτες καὶ τὸ πρωί τὶς παρουσιάζουν κόκκινες, φουσκωμένες! Ἔβαλα τὶς φωνές σὲ ἕναν ὑπουργό: «Τέλος πάντων τὰ θερμοκήπια, τοῦ λέω. Ἀλλά νὰ βάζουν ὁρμόνες, γιὰ νὰ ὡριμάζουν σὲ μία νύχτα τὰ φροῦτα, οἱ ντομάτες κ.λπ., καὶ ὅσοι ἔχουν μία ὁρμονική εὐαισθησία, οἱ καημένοι, νὰ παθαίνουν ζημιά;». Καὶ τὰ ζῶα τὰ ἔχουν καταστρέψει. Τί κοτόπουλα, τί μοσχάρια! Αὐτὰ  ποὺ εἶναι σαράντα ἡμερῶν, τὰ κάνουν ἔξι μηνῶν μὲ τὶς ὁρμόνες. Τὰ τρώει ὁ ἄνθρωπος καὶ τί θὰ ὠφεληθῆ ἀπὸ αὐτά; Συνέχεια ὁρμόνες, γιὰ νὰ βγάζουν περισσότερο γάλα οἱ ἀγελάδες καὶ τελικά οἱ παραγωγοί δὲν μποροῦν νὰ τὸ διαθέσουν. Ἀπεργίες μετά, χύνουν τὸ γάλα στούς δρόμους, γιατί πέφτει ἡ τιμή, καὶ ὁ κόσμος πίνει γάλα ὀρμονοῦχο. Ἐνῶ, ἄν τὰ ἄφηναν ὅπως τὰ ἔκανε ὁ Θεός, ὅλα θὰ πήγαιναν ὁμαλά καὶ θὰ ἔπιναν καὶ ἁγνό γάλα. Καὶ μὲ τὶς ἐνέσεις ὅλα ἄνοστα γίνονται. Ἄνοστα πράγματα, ἄνοστοι ἄνθρωποι, ὅλα ἄνοστα! Δὲν ἔχει νοστιμάδα καὶ ἡ ζωή τούς τώρα. Ρωτᾶς νέα παιδιά: «Τί σὲ ἀναπαύει;». «Τίποτε», σοῦ λένε. Κοτζάμ παλληκάρια! «Τί σὲ εὐχαριστεῖ νὰ κάνης;». «Τίποτε». Ποῦ φθάνει ὁ ἄνθρωπος! Νομίζει ὅτι θὰ διορ­θώση τὸν Θεό μ' αὐτὰ  ποὺ κάνει! Τὴν νύχτα τὴν κάνουν ἡμέρα, γιὰ νὰ γεννοῦν οἱ κότες. Καὶ εἶδες κάτι αὐγά; Ἄν ἔκανε ὁ Θεὸς τὸ φεγγάρι νὰ φέγγη σάν τὸν ἥλιο, θὰ παλάβωναν οἱ ἄνθρωποι. Ἐνῶ ὁ Θεὸς ἔκανε τὴν νύχτα, γιὰ νὰ ξεκουράζωνται οἱ ἄνθρωποι, τώρα ποῦ ἔφθασαν!

 

Χάθηκε ἡ ἠρεμία ἀπὸ τούς ἀνθρώπους. Τὰ θερμοκήπια, οἱ ἐνέσεις στὰ κηπευτικά κ.λπ. ὁδήγησαν καὶ αὐτὰ  τὸν κόσμο στὴν ἀνυπομονησία. Παλιά ἤξεραν ὅτι θὰ πᾶνε στὸ τάδε μέρος μὲ τὰ πόδια σὲ τόσες ὧρες. Ἕνας, ἄν εἶχε πιὸ γερά πόδια, θὰ πήγαινε λίγο νωρίτερα. Μετά βρῆκαν τὰ κάρρα. Μετά τὰ αὐτοκίνητα, τὰ ἀεροπλάνα κ.ο.κ. Συνέχεια προσπάθεια νὰ βροῦν ἄλλα μέσα πιὸ γρήγορα. Ἐφτίαξαν ἀεροπλάνα (1), ποὺ νὰ μπορῆς νὰ πᾶς ἀπὸ τὴν Γαλλία στὴν Ἀμερική σὲ τρεῖς ὧρες. Μά ὅταν πάη μὲ τέτοια ταχύτητα κανεὶς ἀπὸ τὸ ἕνα κλίμα στὸ ἄλλο, καὶ μόνον ἡ ἀπότομη ἀλλαγή θὰ τὸν μπερδέψη. Βιασύνη, βιασύνη... Σιγά-σιγὰ  θὰ μπαίνη στὸ βλῆμα ὁ ἄνθρωπος, θὰ πατᾶνε τὴν σκανδάλη, θὰ ἐκτοξεύεται τὸ βλῆμα, θὰ σκάη καὶ θὰ βγαίνη ἕνας παλαβός! Ποῦ θὰ πάη; Ἐκεῖ θὰ καταλήξουν. Τρελλοκομεῖο!

 

 

1) Ὁ Γέροντας ἐννοεῖ τὰ μεγάλης ἐμβέλειας ὑπερηχητικά ἐπιβατικά ἀεροπλάνα Concorde.

 

 

  

ΜΟΛΥΝΑΝ ΤΗΝ ΑΤΜΟΣΦΑΙΡΑ, ΤΑ ΟΣΤΑ ΤΟΥΣ ΠΕΙΡΑΞΑΝ

  

Ὅλη τὴν ἀτμόσφαιρα τὴν ἔχουν μολύνει, τὰ ὀστᾶ τούς πείραξαν; Τὰ ὀστᾶ στὸ κάτω-κάτω εἶναι καὶ πλυμένα! Καὶ γιὰ ἐξοικονόμηση χώρου; Ὁλόκληρη Ἑλλάδα μὲ τόσα ρουμάνια καὶ δὲν βρίσκουν χῶρο; Ἔβαλα τὶς φωνές σὲ ἕναν καθηγητή τοῦ Πανεπιστημίου γι' αὐτὸ τὸ θέμα. Πῶς γιὰ τὰ σκουπίδια βρίσκουν τόσο τόπο καὶ γιὰ τὰ ὀστᾶ ποῦ εἶναι ἱερά δὲν βρίσκουν; Χάθηκε ὁ τόπος; Καὶ πόσα ὀστᾶ Ἁγίων μπορεῖ νὰ εἶναι ἀνάμεσα σ' αὐτά! Τὸ σκέφτονται αὐτό;

Στὴν Εὐρώπη καῖνε τούς νεκρούς, ὄχι γιατί δὲν ὑπάρχει χῶρος νὰ τούς θάψουν, ἀλλὰ γιατί τὸ θεωροῦν πρόοδο. Δὲν ἀνοίγουν κανένα δάσος, γιὰ νὰ κάνουν χῶρο, ἀλλὰ καῖνε τούς νεκρούς, τούς κάνουν σκόνη, γιὰ νὰ ἀνοίξουν χῶρο... Βάζουν τὴν σκόνη σὲ ἕνα τόσο δά κουτάκι γιὰ περισσότερη εὐκολία καὶ αὐτὸ τὸ θεωροῦν πρόοδο. Τούς καῖνε τους νεκρούς, γιατί θέλουν οἱ μηδενιστές νὰ τὰ διαλύσουν ὅλα, ἀκόμα καὶ τὸν ἄνθρωπο. Νὰ μή μείνη τίποτε ποὺ νὰ θυμίζη στούς ἀνθρώπους τούς γονεῖς, τούς παπποῦδες, τὴν ζωή τῶν προγόνων τους. Νὰ ξεκόψουν τούς ἀνθρώπους ἀπὸ τὴν παράδοσή τους. Νὰ τούς κάνουν νὰ ξεχάσουν τὴν ἄλλη ζωή καὶ νὰ τούς δέσουν σ' αὐτή.


Τόσος τόπος ὑπάρχει! Χάθηκε λίγο μέρος; Ἕνα σωρό ἐκτάσεις ὑπάρχουν ἔξω ἀπὸ τὴν Ἀθήνα καὶ εἶναι τοῦ Δημοσίου. Ἐγώ ξέρω μεγάλους ποὺ ἔχουν ἕνα σωρό ἐκτάσεις ἐκεῖ πέρα. Δὲν μποροῦν νὰ κάνουν ἐκεῖ ἕνα νεκροταφεῖο; Καὶ μετά οἱ περισσότεροι εἶναι ἀπὸ τὶς ἐπαρχίες. Γιατί δὲν τούς πάνε στὸν τόπο τους; Νὰ πᾶνε νὰ τὸν θάψουν τὸν καθένα στὸν τόπο του. Ἐκεῖ δὲν θὰ ἔχουν καὶ ἔξοδα πολλά, μόνο γιὰ τὴν μεταφορά. Νὰ ποῦνε ὅτι ὅσοι εἶναι ἀπὸ τὶς ἐπαρχίες καὶ ἦλθαν τώρα τελευταία στὴν Ἀθήνα, ὅταν πεθαίνουν, νὰ θάβωνται στὴν ἐπαρχία. Καὶ εἶναι καὶ καλύτερα. Γι' αὐτούς ποὺ εἶναι τρεῖς γενεές στὴν Ἀθήνα, νὰ βροῦν μία λύση ἐκεῖ. Ὕστερα, μετά τὴν ἐκταφή νὰ κάνουν λάκκους πιὸ βαθεῖς καὶ ἐκεῖ νὰ βάζουν τὰ ὀστᾶ. Δύσκολο εἶναι; Ἐδῶ κατεβαίνουν τόσο βαθιά μέσα στὴν γῆ, γιὰ νὰ βγάλουν πετροκάρβουνα. Ἄς κάνουν γιὰ τὰ ὀστᾶ μία μεγάλη δεξαμενή καὶ νὰ τὰ ἔχουν ὅλα μαζεμένα.

 

Ἔλειψε τελείως ὁ σεβασμός. Καὶ βλέπεις τώρα τί γίνεται! Πετᾶνε καὶ τούς γονεῖς στὰ γηροκομεῖα. Παλιά καὶ τὰ βόδια ἀκόμη τὰ γηροκομοῦσαν, δὲν τὰ ἔσφαζαν, γιατί ἔλεγαν: «Φάγαμε ψωμί ἀπὸ αὐτά».

Καὶ τί σεβασμό εἶχαν στούς νεκρούς! Θυμᾶμαι μὲ τί κίνδυνο πηγαίναμε νὰ τούς θάψουμε στὸν πόλεμο! Καλά, ὁ παπάς ἦταν ὑποχρεωμένος νὰ πάη, ἀλλὰ καὶ αὐτοί ποὺ τούς μετέφεραν μέσα στὰ χιόνια, μέσα στὴν παγωνιά, καὶ ἀπὸ πάνω νὰ πέφτουν ριπές συνέχεια! Τὸ 1945, στὸν ἀνταρτοπόλεμο, πρίν πάω στρατιώτης, μὲ τὸν νεωκόρο κουβαλοῦσα τούς νεκρούς. Μπροστὰ πήγαινε μὲ τὸ θυμιατό ὁ παπάς. Μόλις σφύριζε βλῆμα, πέφταμε κάτω. Ἄντε μετά νὰ σηκωθοῦμε. Μόλις ἀκούγαμε ἄλλο, πέφταμε πάλι κάτω. Ἀργότερα στὸν στρατό, στὸν πόλεμο, ξυπόλυτοι ἤμασταν μέσα στὰ χιόνια καὶ μᾶς εἶπαν νὰ πᾶμε νὰ πάρουμε, ἄν θέλουμε, ἀρβύλες ἀπὸ τούς νεκρούς. Κανένας δὲν κουνήθηκε. Ἄχ, πᾶνε ἐκεῖνα τὰ καλά τὰ χρόνια!

 

Τὸ κακό εἶναι ὅτι δὲν φωνάζουν μερικοί ποὺ ἔχουν κάποια θέση, ἀλλὰ συμφωνοῦν. Ἡ Ἐκκλησία, ἀπὸ τὴν στιγμή ποὺ παρουσιάστηκε αὐτὸ τὸ πρόβλημα, πρέπει νὰ πάρη θέση, γιὰ νὰ λυθῆ. Γιατί ἔτσι ἀφήνει στούς κοσμικούς νὰ χειρίζωνται πνευματικά θέματα καὶ νὰ λένε ὅ,τι θέλουν. Εἶναι ἀσέβεια αὐτό. Πῶς νὰ ἔχη τὴν εὐλογία ἀπὸ τὸν Θεό ὁ κόσμος σήμερα; Ά, χαμένα πράγματα! Πᾶνε σιγά-σιγὰ  τὸν ἄνθρωπο νὰ τὸν ἐξευτελίσουν. Ἄχ, γι' αὐτὸ θὰ βρεθῆ πολύς τόπος τώρα!... Θὰ βρεθῆ πάρα πολύς τόπος...

 

 

  

ΜΟΛΥΝΣΗ ΚΑΙ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ ΤΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ

 

Ὁ ἥλιος καρφώνει καὶ τὸν χειμώνα ἀκόμη σάν νὰ εἶσαι στὸ Σινά, γιατί ἄνοιξαν τρύπες στὴν ἀτμόσφαιρα. Ἄν δὲν φυσάη λίγο βόρεια, δὲν μπορεῖς νὰ σταθῆς.

Λίγη ὑπομονή θὰ κάνουμε, μέχρι νὰ πᾶνε οἱ ἐπιστήμονες μὲ πέντε κιλά στόκο νὰ βουλώσουν τὴν τρύπα!!!... Ναί, ἄς πᾶνε νὰ βουλώσουν τὶς τρύπες ἐπάνω... Θὰ δοῦν ὅτι ὅλα ὁ Θεὸς τὰ ἔκανε καλά, μὲ τόση ἁρμονία, καὶ θὰ ποῦν: «Εὐλόγησον, ἐμεῖς δὲν τὰ κάναμε καλά». Νὰ κάνετε προσευχή νὰ βουλώση ἡ τρύπα ποὺ ἄνοιξε στὴν ἀτμόσφαιρα. Ἄνοιξε μία «φιάλη» (1) καὶ ἐκεῖ, ξεραίνονται τὰ Δὲνδρα, τὰ φυτά. Ὁ Θεὸς ὅμως μπορεῖ νὰ τὸ βολέψη.

Καὶ νὰ δῆτε ἡ πονηριά μερικῶν, γιὰ νὰ μαζέψουν τὰ χρήματα τῶν βαθύπλουτων, ποῦ ἔφθασε! Λένε: «Ἄνοιξε τρύπα στὴν ἀτμόσφαιρα, ὁ κόσμος θὰ χαθῆ. Πῶς θὰ σωθῆ ὁ κόσμος; Ἀσχολήθηκε ἡ ἐπιστήμη μὲ σχέδιο νὰ σκάψουν βαθιά, νὰ κατεβοῦν στὸ βάθος τῆς γής, γιὰ ν' ἀποφύγουν τὸν ἥλιο». Ἐπειδή δὲν γίνεται τελικά αὐτό, τώρα λένε: «Στὸ φεγγάρι θὰ γίνουν ἐγκαταστὰσεις, ἑστιατόρια, ξενοδοχεῖα, σπίτια καὶ θὰ πάη ὁ κόσμος ἐκεῖ. Ὅποιος θέλει νὰ ἐξασφαλισθῆ, πληρώνει γιὰ 'κει»! Ὅλο ψέματα ἐν τῷ μεταξύ! Γιατί ἐκεῖ τί ἐγκαταστὰσεις νὰ ἔχουν; Ἐκεῖ δὲν μπορεῖ νὰ κατοικήση ἄνθρωπος. Μέσα στὰ «κλουβιά» πῆγαν ἕνας-δυὸ καὶ γύρισαν. Καὶ τὰ πιστεύουν μερικοί καὶ πληρώνουν...

 

Πρέπει νὰ σφίξουν μερικούς ἐργοστασιάρχες νὰ βάλουν μηχανές ποὺ νὰ πιάνουν τούς καπνούς, γιὰ νὰ γλυτώσουν λίγο οἱ ἄνθρωποι ἀπὸ τὰ καυσαέρια. Ἀντί νὰ δώση κάθε ἐργοστασιάρχης ἕνα ποσό σ' ἕναν βουλευτή, γιὰ νὰ βολευτῆ, νὰ βάλη κάτι παραπάνω καὶ νὰ πάρη μία μηχανή. Παλιά δὲν ὑπῆρχαν αὐτὰ  τὰ μικρόβια, αὐτὸ τὸ νέφος. Τώρα ὅλα τὰ μόλυναν καὶ αὐτὸ τὸ θεωροῦν πρόοδο. Πρόοδο, καὶ ποῦ πᾶνε! Καταστρέφουν τὸν ἄνθρωπο. Βγαίνεις ἔξω καὶ ὁ ἀέρας μυρίζει καυσαέρια. Μόλις ἀνοίξης λίγο τὸ παράθυρο, ἀπ' ἔξω ἡ καπνιά μπαίνει μέσα. Αὐτή ἡ κάπνα δὲν βγαίνει, ὅταν πλένης τὰ χέρια σου, δὲν εἶναι ἀθώα. Ἡ ἄλλη ἀπὸ τὸ τζάκι μὲ ἕναν βήχα φεύγει ἀπὸ τὸ πνευμόνι, γιατί δὲν ἔχει λάδι, ἐνῶ αὐτή κολλάει στὰ πνευμόνια.

Στὶς πολυκατοικίες οἱ ἄνθρωποι εἶναι στριμωγμένοι ὁ ἕνας πάνω στὸν ἄλλο. Τινάζει ὁ ἕνας στὸ μπαλκόνι τοῦ ἄλλου. Ὁ πρῶτος ὁ καημένος τί τραβάει! Πᾶνε σ' αὐτόν ὅλες οἱ σκόνες καὶ τὰ σκουπίδια τῶν ἄλλων. Ἔχει τὰ ροῦχα κάτω ἁπλωμένα ἤ ἔχει ἀνοικτό παράθυρο, ὁ ἄλλος τινάζει ἀπὸ πάνω! Δὲν τὸν σκέφτεται. Τὰ παλιά χρόνια οἱ πολυκατοικίες αὐτές θὰ ἦταν φυλακές, τὸ Γιεντί-Κουλέ (2). Ναί, φοβερό! Τότε τὰ σπίτια εἶχαν τὴν αὐλή, τὰ ζῶα, τὸν κῆπο, τὰ δενδράκια καὶ ἕναν σωρό πουλιά μαζεύονταν ἐκεῖ.

 

Σιγά-σιγὰ  δὲν θὰ ξέρουν οἱ ἄνθρωποι τί εἶναι χελιδόνι. Στὴν Ἀμερική, σὲ ἕνα Πανεπιστήμιο, στὸ τμῆμα ποὺ ἀσχολοῦνται ἱστορικά μὲ τὴν Ἁγία Γραφή, τὴν Καινή καὶ τὴν Παλαιά Διαθήκη, γιὰ νὰ καταλάβουν τί θὰ πῆ «σιτάρι», ἔχουν σπαρμένο ἕνα χωράφι μὲ σιτάρι. Γιὰ νὰ καταλάβουν τί θὰ πῆ «βοσκός» καὶ τί θὰ πῆ «προβατίνα», ἔχουν ἕνα κοπάδι μὲ λίγα πρόβατα καὶ ἕναν βοσκό μὲ μία γκλίτσα! Καὶ εἶναι Πανεπιστήμιο!

Ἔχουν μολύνει ὅλη τὴν ἀτμόσφαιρα. Βλέπεις, χειμώνας καιρός καὶ πῶς μυρίζουν τὰ σκουπίδια! Σκέψου τὸ καλοκαίρι τί γίνεται! Καὶ δὲν πάει καὶ τὸ ἀεροπλάνο νὰ ρίξη λίγο φάρμακο! Εὐτυχῶς ποὺ ὁ Θεὸς ἔχει κάνει τὰ λουλούδια ποὺ εὐωδιάζουν. Τόσα λουλούδια ποὺ ὑπάρχουν, τέτοια ποικιλία, μικρά-μεγάλα, ἐξουδετερώνουν τὴν βρωμιά ποὺ ὑπάρχει. Ἄν δὲν εὐωδίαζε ἔτσι ἡ ἀτμόσφαιρα, τί θὰ γινόταν; βλέπεις, ἕνα ψοφίμι ὑπάρχει κάπου καὶ βρωμάει ὁ τόπος! Πῶς μᾶς οἰκονομάει ὁ Θεός! Ἄν δὲν μᾶς οἰκονομοῦσε, τί χάλια θὰ εἴχαμε! Σκέψου νὰ μήν ὑπῆρχαν λουλούδια, βότανα... Ἔτσι σκεπάζεται ἡ δυσοσμία ἡ δική μας. Διασκεδάζεται μὲ τὰ ἀρώματα.

 

Μὲ ρώτησε ἕνας λαϊκός στὸ Καλύβι: «Καλά, τί κάνεις ἐσύ ἐδῶ; Μέρα-νύχτα τί κάνεις;». Ἦταν γύρω ἀνθισμένες οἱ σουσοῦρες, ὅλη ἡ πλαγιά γεμάτη λουλούδια. Μοσχοβολοῦσε ὁ τόπος! «Τί τραβάω, τοῦ λέω, ὅλη τὴν ἡμέρα νὰ ποτίσω καὶ νὰ περιποιηθῶ ὅλα αὐτὰ  ποῦ βλέπεις! Καὶ στὸν οὐρανό βλέπεις τὴν νύχτα πόσα κανδήλια ἀνάβω! Δὲν προλαβαίνω νὰ τὰ ἀνάψω ὅλα!». Μὲ κοίταζε! «Τὴν νύχτα, λέω, δὲν βλέπεις κανδήλια ἐπάνω; Ἐγώ τ' ἀνάβω!!! Προλαβαίνω; Δὲν εἶναι ἁπλό σὲ τόσα κανδήλια νὰ βάζης κανδηλῆθρες, λάδι!!». Τάχασε ὁ καημένος.

 

Καὶ τὰ ραντίσματα εἶναι φαρμάκι. Μὲ αὐτὰ  τὰ ραντίσματα καὶ τὰ πουλιά τὰ καημένα ψοφᾶνε. Στὰ Δὲνδρα ρίχνουν φάρμακα, γιὰ νὰ μπορέσουν νὰ ἀντιμετωπίσουν τὶς ἀρρώστιες, καὶ μετά ἀρρωσταίνουν οἱ ἄνθρωποι. Δηλητηριάζουν τὰ πάντα. Δὲν εἶναι καλύτερα νὰ ρίχνουν λιγότερο φάρμακο καὶ νὰ παραχώνουν τὰ σάπια στὶς χωματερές ἀντί γιὰ τὰ γερά; Ὁλόκληρο σύννεφο μὲ τὸ ράντισμα καὶ δὲν θὰ πειράξη τὸν ἄνθρωπο; Ἰδίως γιὰ τὰ μικρά παιδιά, αὐτὰ  εἶναι θάνατος. Γι' αὐτὸ γεννιοῦνται ἄρρωστα. Εἶπα σὲ κάποιον: «Τί γίνεται; Σκοτώσατε τὰ ἔντομα καὶ τώρα σκοτώνονται οἱ ἀνθρωποι». Ραντίζουν τὰ λουλούδια, γιὰ νὰ σκοτώσουν τὰ ἔντομα καὶ ἀρρωσταίνουν οἱ ἄνθρωποι. Μετά θὰ βροῦν πιὸ δυνατά φάρμακα, καὶ τελικά τί βγάζουμε;

Ἔχει ἀποδειχθῆ ὅτι κάποια ἔντομα ποὺ τὰ σκότωσαν μὲ τὰ ραντίσματα, σκότωναν ἄλλα. Τώρα θὰ ἀναπτύξουμε αὐτά, γιὰ νὰ σκοτώνουν τὰ ἄλλα. Πῶς ὁ Θεὸς τὰ ἔχει κανονίσει! Ὅπου ἔχει τριζόνια, δὲν ὑπάρχουν κουνούπια. Ἦρθε στὸ Καλύβι ἕνας ποὺ εἶχε ἕνα μικρό μηχανάκι ποὺ ἔκανε ἕναν θόρυβο σάν τριζόνι, ἀλλὰ πιὸ ἄγριο, γιὰ νὰ διώχνη τὰ κουνούπια. Σκοτώνουν τὰ τριζόνια, ποὺ ἔβγαζαν καὶ ἕναν γλυκό ἦχο, καὶ πᾶνε αὐτὸ ποὺ ἔκανε ὁ Θεὸς νὰ τὸ κάνουν μὲ μπαταρία! Τὰ σκότωσαν ὅλα, τρυγόνια, τριζόνια... Σπάνια νὰ δής καὶ κόρακα ἀκόμη. Σὲ λίγο θὰ βάζουμε τὸν κόρακα στὸ κλουβί!...

 

Ἐσεῖς, ὅταν ραντίζετε τὰ Δὲνδρα, ἀφῆστε καὶ λίγο τὸν Θεό νὰ βοηθήση. Ἄν δὲν πέση καὶ παντοῦ τὸ φάρμακο, δὲν πειράζει. Ὅλα τὰ μέσα τὰ σημερινά δὲν τὸν βοηθοῦν τὸν ἄνθρωπο στὴν πίστη. Βλέπω, καὶ ἀλλοῦ ρωτοῦν: «Βγῆκε φάρμακο γι' αὐτό; Ποῦ εἶναι; Στὸ ἐξωτερικό;». Τηλέφωνο ἀμέσως, νὰ τὸ πάρουν. Σιγά-σιγὰ  τὸν Θεό Τὸν βγά­ζουν στὴν ἄκρη καὶ οἱ κοσμικοί καὶ οἱ καλόγεροι. Δὲν ἔχουν βάλει πρῶτα τὴν πνευ­ματική ἐξέλιξη οἱ ἄνθρωποι, γιὰ νὰ ἁγιάζωνται ὅλα. Τὸ κακό εἶναι ὅτι καὶ ἐμεῖς οἱ καλόγεροι δὲν προχωροῦμε πιὸ μπροστὰ ἀπὸ τούς κοσμικούς στὴν πνευματική ἐξέλιξη.

Νὰ κάνετε κομποσχοίνι νὰ φύγη ὁ δάκος, ὄχι μόνο μὲ ραντίσματα. Νὰ βάλετε καὶ λίγο Χριστό. Μπαίνει καὶ μία προσπάθεια νὰ τὸ κάνουμε καλό ὅπως στὸν κόσμο καὶ δὲν σκεφτόμαστε ὅτι ἐμεῖς οἱ μοναχοί πρέπει νὰ ἔχουμε ἄλλον «κόσμο». Νὰ μήν πᾶμε νὰ κάνουμε ὅ,τι κάνουν οἱ κοσμικοί ἤ καὶ περισσότερο ἀπὸ αὐτούς. Ποῦ εἶναι ὁ Χριστός; Δὲν λέω νὰ μή ραντίζετε καθόλου, ἀλλὰ καὶ οἱ ἄλλοι κάνουν πειράματα. Καὶ ὅταν εἶναι ἀνάγκη νὰ ραντίσετε, νὰ φορᾶτε μάσκες. Καλύτερα νὰ ἔχετε λίγο δακωμένο καρπό παρά ραντισμένο. Νὰ μήν κάνετε πολλά ραντίσματα, νὰ τὰ ἐλαττώσετε. Νὰ κάνετε προσευχή μὲ εὐλάβεια, νὰ διαβάζετε τὸν πρῶτο Ψαλμό καὶ νὰ ρίχνετε λίγο ἁγιασμό στὰ Δὲνδρα. Ὅταν ζῆτε σωστὰ, καὶ βροχή θὰ ἔχετε καὶ οἱ κάμπιες θὰ σκοτώνονται. Θὰ σᾶς οἰκονομάη ὁ Θεός. Χρειάζεται εὐλάβεια καὶ ἐμπιστοσύνη στὸν Θεό.

 


1) Βλ. Ἀποκ. 15, 7.

2) Φυλακές στα τείχη της Θεσσαλονίκης
3) Ο Άγιος Αρσένιος ο Καππαδόκης διάβαζε τον πρώτο Ψαλμό, όταν φύτευαν δένδρα κ.λπ., για να καρποφορήσουν.
4) Ειπώθηκε τον Νοέμβριο του 1990, που είχε μεγάλη ανομβρία.
5
) Τον Ιούνιο του 1990 είχε πολλές κάμπιες.

 

ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ

ΛΟΓΟΙ Α'- ΜΕ ΠΟΝΟ ΚΑΙ ΑΓΑΠΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΑΝΘΡΩΠΟ