ΠΑΤΕΡΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ |
|
ΓΕΡΩΝ
ΠΑΪΣΙΟΣ |
ΕΞΥΠΝΟΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΕΞΑΓΝΙΣΜΕΝΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ
Ὅταν ὁ ἄνθρωπος δὲν τροχίζη τὸ μυαλό μὲ τὸ Θεῖο, ἀλλὰ τὸ τροχίζη μὲ τὴν πονηριά, παραδίνει τὸν ἑαυτό του στὸν διάβολο. Καλύτερα νὰ τὸ εἶχε χάσει τὸ μυαλό, γιὰ νὰ ἔχη ἐλαφρυντικά τὴν ἡμέρα τῆς Κρίσεως.
Ἔξυπνος εἶναι ὁ ἐξαγνισμένος
ἄνθρωπος, ὁ καθαρισμένος ἀπὸ τὰ πάθη. Αὐτός ποὺ ἔχει ἁγιάσει καὶ
τὸ μυαλό του, αὐτός εἶναι ὁ πραγματικά ἔξυπνος. Ἅμα δὲν ἁγιασθῆ
τὸ μυαλό, ἡ ἐξυπνάδα δὲν ὠφελεῖ σὲ τίποτε. Νά, οἱ δημοσιογράφοι,
οἱ πολιτικοί, ἔξυπνοι εἶναι, ἀλλὰ πολλοί ἀπὸ αὐτούς, ἐπειδή δὲν
ἔχουν ἁγιασμένο τὸ μυαλό τους, ἐκεῖ ποὺ λένε ἐξυπνάδες, λένε καὶ
ἀνοησίες. Ἀπὸ τὴν πολλή ἐξυπνάδα λένε μεγάλες ἀνοησίες! Ἄν δὲν
ἀξιοποιήση ὁ ἄνθρωπος τὸ μυαλό, τὸ ἐκμεταλλεύεται ὁ διάβολος. Ἄν
δὲν ἀξιοποιήση τὴν ἐξυπνάδα γιὰ τὸ καλό, τὴν χρησιμοποιεῖ ὁ
διάβολος γιὰ τὸ κακό. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος δὲν ἐργάζεται πνευματικά, ἀλλοιώνει τὸ καλό καὶ κάνει ὁ ἴδιος τὸ κακό, δὲν εἶναι ὅτι ὁ διάβολος τὸ κάνει. Ἕνας λ.χ. εἶναι ἔξυπνος, ἀλλὰ δὲν τὸ δουλεύει τὸ μυαλό του καὶ τεμπελιάζει. Ὅταν δὲν χρησιμοποιῆ τὸ μυαλό του, σὲ τί τὸν ὠφελεῖ ἡ ἐξυπνάδα; Ὅταν ἡ ἐξυπνάδα ἁγιασθῆ, βοηθάει νὰ ἀποκτήση κανεὶς τὴν διάκριση. Ἕνας ἔξυπνος, ἄν δὲν ἁγιασθῆ, δὲν ἔχει πνευματική διάκριση. Ἕνας πάλι ἀπὸ τὴν φύση τοῦ ἁπλός μπορεῖ ἕναν πλανεμένο νὰ τὸν πάρη γιὰ ἅγιο καὶ ἕναν θηλυπρεπῆ νὰ τὸν πάρη γιὰ εὐλαβῆ. Ἐνῶ, ὅταν ἐξαγνισθῆ ὁ ἔξυπνος, γίνεται πολύ διακριτικός. Γιὰ νὰ ἐξαγνισθῆ, δὲν πρέπει ὁ ἄνθρωπος νὰ δέχεται τὰ τηλεγραφήματα τοῦ πονηροῦ οὔτε καὶ νὰ σκέφτεται πονηρά, ἀλλὰ νὰ ἐνεργή ὅλο μὲ καλωσύνη καὶ ἁπλότητα. Ἔτσι ἔρχεται ἡ διαύγεια ἡ πνευματική, ὁ θεῖος φωτισμός, καὶ τότε ὁ ἄνθρωπος βλέπει καρδιές ἀνθρώπων καὶ δὲν βγάζει ἀνθρώπινα συμπεράσματα. Ἡ διάκριση ἔρχεται ἀπὸ τὸν θεῖο φωτισμό. Ἕνας μπορεῖ νὰ διαβάζη Πατέρες, νὰ γνωρίζη σωστὰ ὁρισμένα πράγματα, νὰ ἀγωνίζεται καὶ νὰ προσεύχεται. Ἡ διάκριση ὅμως ἔρχεται μὲ τὸν θεῖο φωτισμό, ποὺ εἶναι ἄλλο πράγμα.
(Παλιά ὁ κόσμος) ὄχι πώς ἦταν καλύτερος, μόνον ποὺ οἱ παλαιοί ἄνθρωποι εἶχαν τὴν ἁπλότητα καὶ τὸν καλό λογισμό. Σήμερα οἱ ἄνθρωποι τὰ βλέπουν ὅλα μὲ πονηριά, γιατί τὰ μετροῦν ὅλα μόνο μὲ τὸ μυαλό. Τὸ εὐρωπαϊκό πνεῦμα πολύ κακό ἔκανε. Αὐτὸ εἶναι ποὺ σακάτεψε τούς ἀνθρώπους. Οἱ ἄνθρωποι τώρα θὰ ἦταν σὲ πολύ καλή πνευματική κατάσταση, γιατί οἱ πιὸ πολλοί λίγο-πολύ εἶναι μορφωμένοι, καὶ θὰ μποροῦσες νὰ συνεννοηθῆς. Ἀλλά τούς δίδαξαν τὴν ἀθεΐα, ὅλα αὐτὰ τὰ σατανικά, ὅποτε τούς ἀχρήστεψαν καὶ δὲν μπορεῖς νὰ συνεννοηθῆς. Παλιά δὲν μποροῦσες νὰ συνεννοηθῆς μὲ κάποιον, ἄν δὲν εἶχε εὐλάβεια, δὲν εἶχε καὶ μόρφωση. Θυμᾶμαι, ἕνας καλόγερος μία φορά, ὅταν ἄκουσε στὴν Προηγιασμένη νὰ μνημονεύουν «Γρηγορίου, Πάπα Ρώμης» (1), νόμιζε ὅτι μνημόνευαν τὸν Πάπα τῆς Ρώμης καὶ σκανδαλίσθηκε. «Δὲν τὸ περίμενα, εἶπε. Παπιστές γινήκατε!», καὶ σηκώθηκε καὶ ἔφυγε ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία! Νά, βλέπεις τί κάνει ἡ ἄγνοια! Ἡ ἄγνοια εἶναι φοβερό. Τὸ μεγαλύτερο κακό κάνουν αὐτοί ποὺ ἔχουν εὐλάβεια καὶ βλάβη μαζί. Χωρίς νὰ ἐξετάζουν, δημιουργοῦν προβλήματα.
1) Ὁ Ὅσιος Γρηγόριος ὁ Διάλογος, Πάπας Ρώμης (540-604), εἶναι Ἅγιος της Ἐκκλησίας μας. Ἡ μνήμη τοῦ ἑορτάζεται στὶς 12 Μαρτίου.
|
Η ΓΝΩΣΗ ΔΙΧΩΣ ΘΕΙΟ ΦΩΤΙΣΜΟ ΕΙΝΑΙ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ
Ἐὰν οἱ ἄνθρωποι τὴν ταχύτητα τοῦ μυαλοῦ τούς τὴν φρενάρανε λίγο, καὶ τὸ μυαλό τους θὰ ἦταν ξεκούραστο, ἀλλὰ καὶ ἡ θεία Χάρις θὰ τούς πλησίαζε εὔκολα. Ἡ γνώση δίχως φωτισμό εἶναι καταστροφή. Ὅταν κανεὶς κάνη πνευματική δουλειά στὸν ἑαυτό του, ὅταν ἀγωνίζεται, τότε φωτίζεται ἀπὸ τὸν Θεό. Ἔχει θεῖο φωτισμό, θεῖες ἐμπειρίες, καὶ ὄχι δικές του σκέψεις, Γι’ αὐτὸ καὶ βλέπει μακριά. Ἕνας ποὺ ἔχει μυωπία, ἀπὸ κοντά βλέπει τὰ πράγματα καλά, ἀλλὰ μακριά δὲν βλέπει. Καὶ ἕνας ποὺ δὲν ἔχει μυωπία, ἔ, τὸ πολύ-πολύ θὰ δή λίγο μακρύτερα, ἀλλὰ καὶ αὐτὸ δὲν λέει τίποτε. Τὰ σωματικά μάτια εἶναι δύο, τὰ πνευματικά εἶναι πολλά.
Ὅσοι ἀπομακρύνονται ἀπὸ τὸν Χριστό, στεροῦνται τὸν θεῖο φωτισμό, γιατί ἀφήνουν τὸ προσήλιο σάν τούς ἀνόητους καὶ πηγαίνουν στὸ ἀνήλιο. Ἔτσι εἶναι ἑπόμενο νὰ εἶναι κρυολογημένοι καὶ ἀρρωστημένοι πνευματικά. Ἄν δὲν ἐξαγνισθῆ ὁ ἄνθρωπος, ἄν δὲν ἔρθη ὁ θεῖος φωτισμός, ὅσο σωστή καὶ ἄν εἶναι ἡ ἄλλη γνώση –αὐτὸ βλέπω – εἶναι ἕνας ὀρθολογισμό καὶ τίποτε παραπάνω. Καὶ ἄν λείψη ὁ θεῖος φωτισμός, καὶ αὐτὰ ποὺ θὰ ποῦν καὶ θὰ γράψουν, δὲν θὰ βοηθήσουν. Βλέπετε τὸ Ψαλτήρι ποὺ εἶναι γραμμένο μὲ θεῖο φωτισμό, τί βαθιά νοήματα ἔχει! Μάζεψε, ἄν θέλης, ὅλους τους θεολόγους, ὅλους τους φιλολόγους, καὶ θὰ δής ὅτι ἕναν ψαλμό μὲ τέτοιο βάθος δὲν μποροῦν νὰ φτιάξουν! Ἐνῶ ὁ Δαβίδ ἦταν ἀγράμματος, ἀλλὰ βλέπεις καθαρά πῶς τὸν ὁδηγοῦσε τὸ πνεῦμα τοῦ Θεοῦ. Καὶ ἡ Ἐκκλησία σήμερα ταλαιπωρεῖται, γιατί λείπει ὁ θεῖος φωτισμός καὶ καθένας πιάνει τὰ πράγματα ὅπως θέλει. Μπαίνει καὶ τὸ ἀνθρώπινο στοιχεῖο καὶ δημιουργοῦνται πάθη καὶ ἁλωνίζει μετά ὁ διάβολος. Γι’ αὐτὸ δὲν θὰ πρέπη νὰ ζητοῦν ἐξουσία οἱ ἄνθρωποι ποὺ ἐξουσιάζονται ἀπὸ τὰ πάθη τους.
Ὅσο ἀξίζει ἡ μία γνώση τοῦ ἑαυτοῦ μας, δὲν ἀξίζουν ὅλου του κόσμου οἱ γνώσεις. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἀναγνωρίζη ταπεινά τὸν ἑαυτό του, ἀναγνωρίζεται ἀπὸ τούς ἀνθρώπους. Ἄν μερικοί γνώριζαν τὸν ἑαυτό τους, θὰ ἔβλεπαν τὰ χάλια τους καὶ δὲν θὰ μιλοῦσαν καθόλου. Μία φορά μου εἶπε κάποιος: «Δὲν ὑπάρχει κανένας Ὀρθόδοξος νὰ ἐκπροσωπήση στὸ ἐξωτερικό τὴν Ὀρθοδοξία, στὰ συνέδρια κ.λπ.». Ἔλεγε, ἔλεγε, ἔλεγε, ἔφερε τὸν ἀποκλεισμό. «Ὁ Προφήτης Ἠλίας (1), τοῦ λέω, ὅταν τὸν ρώτησε ὁ Θεός: «Τί ζητᾶς, Ἠλία, στὸ Χωρήβ;».«Ἔμεινα μόνος», ἀπάντησε. Τότε ὁ Θεὸς τοῦ εἶπε: «Ἑπτὰ χιλιάδες λαός δὲν ἔκλινε γόνυ στὸν Βάαλ». Ἑπτὰ χιλιάδες ἄνθρωποι ἦταν πιστοί, καὶ ὁ Προφήτης Ἠλίας ἔλεγε: «Ἔμεινα μόνος!», καὶ ἐσύ φέρνεις τέτοιον ἀποκλεισμό, ἐνῶ ὑπάρχουν τόσοι πιστοί!... Τί εἶναι ὁ δικός μας ὁ Παντοκράτορας; Εἶναι σάν τὸν Παντοκράτορα τοῦ τρούλλου ποὺ παρουσιάζει ρωγμές ἀπὸ τὸν σεισμό καὶ σκεφτόμαστε τί νὰ κάνουμε γιὰ νὰ τὸν κρατήσουμε, γιὰ νὰ μήν πέση, καὶ καλοῦμε τὴν Ἀρχαιολογική Ὑπηρεσία, γιὰ νὰ τὸν ὑποστυλώσουμε;». «Ἐκεῖ στὴν Ἀμερική, μοῦ λέει, δὲν ὑπάρχει κανένας». «Μά ἐγώ τόσους πιστούς γνώρισα ἄπ΄ τὴν Ἀμερική», τοῦ λέω. «Ναί, ἀλλὰ οἱ Καθολικοί, μοῦ λέει, ἐργάζονται πονηρά». «Μά οἱ Καθολικοί, τοῦ λέω, σιχάθηκαν τὸν Παπισμό καὶ ἐπιστρέφουν τώρα στὴν Ὀρθοδοξία. Καλά, ὅταν πῆγε ὁ Πατριάρχης Δημήτριος στὴν Ἀμερική, οἱ ἴδιοι οἱ Καθολικοί δὲν φώναζαν: «Ὁ Πατριάρχης εἶναι ἀληθινός Χριστιανός καὶ ὁ Πάπας εἶναι ἔμπορας»; Δὲν τὸ ἔλεγαν μὲ ἀγανάκτηση αὐτὸ οἱ Καθολικοί; Τί μου λές ὅτι πᾶνε μὲ πονηριά οἱ Καθολικοί νὰ εἰσχωρήσουν στὴν Ὀρθοδοξία, γιὰ νὰ τὴν ἀλλοιώσουν κ.λπ.; Ὁ Θεὸς ποῦ εἶναι; Ὁ διάβολος μπορεῖ νὰ κάνη προκοπή;».
Δυστυχῶς ὁ δυτικός ὀρθολογισμός ἔχει ἐπιδράσει καὶ σὲ ἀνατολικούς ὀρθόδοξους ἄρχοντες καὶ ἔτσι βρίσκονται σωματικά μόνον στὴν Ἀνατολική Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, ἐνῶ ὅλο τὸ εἶναι τούς βρίσκεται στὴν Δύση ποὺ τὴν βλέπουν νὰ βασιλεύη κοσμικά. Ἐὰν ἔβλεπαν τὴν Δύση πνευματικά, μὲ τὸ φῶς τῆς Ἀνατολῆς, μὲ τὸ φῶς τοῦ Χριστοῦ, τότε θὰ ἔβλεπαν τὸ πνευματικό ἡλιοβασίλεμα τῆς Δύσης, ποὺ χάνει σιγά-σιγὰ τὸ φῶς τοῦ νοητοῦ Ἡλίου, τοῦ Χριστοῦ, καὶ προχωρεῖ γιὰ τὸ βαθύ σκοτάδι. Μαζεύονται καὶ συνεδριάζουν (2) καὶ κάνουν συζητήσεις ἀτέλειωτες γιὰ πράγματα ποὺ δὲν χωράει συζήτηση, ποὺ οὔτε οἱ Ἅγιοι Πατέρες συζήτησαν ἐδῶ καὶ τόσα χρόνια. Ὅλες αὐτές οἱ ἐνέργειες εἶναι τοῦ πονηροῦ, γιὰ νὰ ζαλίζουν καὶ νὰ σκανδαλίζουν τούς πιστούς καὶ νὰ τούς σπρώχνουν ἄλλους στὴν αἵρεση καὶ ἄλλους σὲ σχίσματα, καὶ νὰ κερδίζη ἔδαφος ὁ διάβολος. Πά, πά… βασανίζουν καὶ μπερδεύουν τὸν κόσμο αὐτοί οἱ ἄνθρωποι!
Καὶ ὅλα αὐτὰ ἀπὸ ποῦ ξεκινοῦν; Δὲν κάνει κανεὶς δουλειά πνευματική, ἔχει τὸν λογισμό ὅτι εἶναι πνευματικός ἄνθρωπος καὶ λέει μετά ἀνοησίες. Ἕνα παιδί μὲ τὴν φυσική καθαρότητα τοῦ νοῦ καὶ μὲ τὴν λίγη γνώση ποὺ ἔχει, θὰ σοῦ πῆ σωστὰ πράγματα. Ἀντίθετα ἕνας μὲ μεγάλη μόρφωση, μὲ τὸ μυαλό τοῦ καπνισμένο ἀπὸ τὴν δαιμονική ἐπήρεια ποὺ ἔχει λάβει, σοῦ λέει τὰ πιὸ βλάσφημα πράγματα. Ὅποιος τροχάει συνέχεια μὲ γνώσεις τὸ μυαλό του καὶ ζῆ ἀπομακρυσμένος ἀπὸ τὸν Θεό, τὸ κάνει τελικά δίκοπο, καὶ μὲ τὸ ἕνα μέρος σφάζεται σιγά-σιγὰ ὁ ἴδιος καὶ μὲ τὸ ἄλλο κόβει ἀνθρώπους μὲ τὶς ἀπόλυτες ἀνθρώπινες ἐγκεφαλικές λύσεις του. Ἡ ἀνθρώπινη γνώση, ὅταν ἁγιασθῆ, γίνη θεία, τότε βοηθάει. Διαφορετικὰ εἶναι ἀνθρώπινη ἀντιμετώπιση, μυαλό, κοσμική λογική. Τὸ σκέτο μυαλό εἶναι μπαστούνι σιδερένιο, δίχως μαγνήτη, ποὺ χτυπάει τὰ μέταλλα, γιὰ νὰ κολλήσουν, καὶ αὐτὰ τσαλακώνονται καὶ δὲν κολλοῦν. Αὐτός εἶναι ὁ σημερινός κόσμος. Ὅλα τὰ πράγματα τὰ βλέπουν μὲ τὴν ξερὴ λογική. Αὐτή ἡ λογική εἶναι καταστροφή. «Ἡ γνῶσις φυσιοῖ» δὲν λέει; Ἅμα δὲν ἔχη θεῖο φωτισμό κανείς, ἡ γνώση εἶναι ἄχρηστη, φέρνει καταστροφή.
1) Γ΄ Βασ. 19, 13-18. 2) Μὲ τὴν διατύπωση αὐτή ὁ Γέροντας δὲν ἐννοεῖ ὅλα τὰ συνέδρια, ἀλλὰ ἀναφέρεται σὲ συνέδρια, τὰ ὁποῖα συγκαλοῦνται γιὰ θέματα ποὺ ἔχουν ἤδη παγιωθῆ στὴν Ἐκκλησία ἤ καθορίστηκαν ἀπὸ τούς Ἁγίους Πατέρες ἤ δὲν χρειάζεται νὰ συζητηθοῦν. 3) Α΄ Κορ. 8, 2.
|
ΝΑ ΑΞΙΟΠΟΙΗΘΕΙ Η ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΣΤΗΝ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΖΩΗ
Ὅλο τὸ κακό ξεκινάει ἀπὸ τὸ μυαλό, ὅταν γυρίζη μόνο γύρω ἀπὸ τὴν ἐπιστήμη καὶ εἶναι τελείως ἀπομακρυσμένο ἀπὸ τὸν Θεό. Γι’ αὐτὸ καὶ δὲν βρίσκουν αὐτοί οἱ ἄνθρωποι τὴν ἐσωτερική τους εἰρήνη καὶ τὴν ἰσορροπία τους. Ἐνῶ, ὅταν ὁ νοῦς γυρίζη γύρω ἀπὸ τὸν Θεό, χρησιμοποιοῦν οἱ ἄνθρωποι καὶ τὴν ἐπιστήμη γιὰ τὴν ἐσωτερική τους καλλιέργεια καὶ γιὰ τὸ καλό του κόσμου, γιατί τότε εἶναι ἁγιασμένο τὸ μυαλό.
Ἡ ἐπιστήμη πολύ βοηθάει, ἀλλὰ καὶ πολύ θολώνει. Γνώρισα ψυχές μὲ μεγαλύτερη διαύγεια, ἐνῶ ἔχουν μάθει λιγώτερα. Ὅσοι ἔχουν θολώσει τὸ μυαλό τους ἀπὸ τὴν ἐπιστήμη, ἐὰν μὲ τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ ξεθολώσουν, τότε, φυσικά, θὰ ἔχουν περισσότερα ἐργαλεῖα γιὰ δουλειά. Ἐνῶ, ὅταν δὲν ἁγιασθοῦν τὰ ἐργαλεῖα – δὲν ἁγιασθῆ ἡ γνώση –, μποροῦν νὰ χρησιμοποιηθοῦν μόνο γιὰ κοσμική ἐργασία καὶ ὄχι γιὰ πνευματική. Γρήγορα ἁγιάζονται, ἄν μπῆ ἡ καλή ἀνησυχία. Ὅσοι δίνουν τὰ πρωτεῖα στὴν ἐσωτερική τους μόρφωση, τὴν μόρφωση τῆς ψυχῆς, καὶ χρησιμοποιοῦν καὶ τὴν ἐξωτερική μόρφωση γιὰ τὴν ἐσωτερική, αὐτοί γρήγορα μεταμορφώνονται πνευματικά. Ἐὰν ἀσκοῦνται καὶ πνευματικά, τότε βοηθοῦν πολύ κόσμο θετικά, γιατί βγάζουν τὸν κόσμο ἀπὸ τὸ ἄγχος τῆς κολάσεως καὶ τὸν ὁδηγοῦν στὴν παραδεισένια ἀγαλλίαση. Μπορεῖ αὐτοί οἱ ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ πολλές φορές νὰ ἔχουν λιγώτερα πτυχία, ἀλλὰ βοηθοῦν περισσότερο, γιατί ἔχουν πολλή Χάρη καὶ ὄχι πολλά χαρτιά (πτυχία). Ὁ κόσμος γέμισε ἀπὸ ἁμαρτία καὶ χρειάζεται πολλή προσευχή καὶ βίωμα. Τὰ πολλά γραφτά εἶναι χάρτινα νομίσματα καὶ ἡ ἀξία τους θὰ ἐξαρτηθῆ ἀπὸ τὸ ἀντικρυσμα. Ἑπομένως θέλει δουλειά στὸ «μεταλλεῖο»τῆς ψυχῆς.
Θυμᾶμαι, ἦταν ἕνα γεροντάκι στὴν Μονή Ἐσφιγμένου τόσο ἁπλό ποὺ καὶ τὴν Ἀνάληψη τὴν νόμιζε γιὰ Ἁγία. Ἔκανε κομποσχοίνι καὶ ἔλεγε: «Ἁγία του Θεοῦ, πρέσβευε ὑπέρ ἠμῶν»! Κάποτε ἕνας ἀδελφός στὸ γηροκομεῖο ἦταν ἄρρωστος, καὶ δὲν εἶχε τί νὰ τοῦ δώση νὰ φάη. Μία καὶ δυὸ κατεβαίνει τὶς σκάλες, ἀνοίγει τὸ παράθυρο ποὺ ἔβλεπε πρὸς τὴν θάλασσα, ἁπλώνει τὰ χέρια στὴν θάλασσα καὶ λέει: «Ἁγία μου Ἀνάληψη, δώσ΄ μου ἕνα ψαράκι γιὰ τὸν ἀδελφό». Καὶ ἀμέσως – ὤ τοῦ θαύματος! – ἕνα τόσο μεγάλο ψάρι ξεπηδάει ἀπὸ τὴν θάλασσα μέσα στὰ χέρια του. Οἱ ἄλλοι ποὺ τὸν εἶδαν, ἔμειναν ἔκπληκτοι. Ἐκεῖνος τούς κοιτοῦσε καὶ χαμογελοῦσε, σάν νὰ τούς ἔλεγε: «Τί παράξενο βλέπετε;». Ἐμεῖς ἔχουμε γνώσεις, ξέρουμε πότε γιορτάζει ὁ ἕνας ὁ Ἅγιος, πῶς μαρτύρησε ὁ ἄλλος, πότε ἔγινε ἡ Ἀνάληψη καὶ ποῦ ἔγινε καὶ πῶς ἔγινε, καὶ ὅμως οὔτε ἕνα τόσο δά ψαράκι δὲν μποροῦμε νὰ ἔχουμε! Αὐτὰ εἶναι τὰ παράξενά της πνευματικῆς ζωῆς, τὰ ὁποία ἡ λογική ὅσων διανοουμένων ἔχουν μέσα τούς τὸν ἑαυτό τους καὶ ὄχι τὸν Θεό δὲν τὰ συλλαμβάνει, γιατί ἔχουν τὴν στείρα κοσμική γνώση μὲ τὴν κοσμική πνευματική ἀρρώστια καὶ λείπει τὸ Ἅγιο Πνεῦμα.
|
ΤΟ ΑΓΙΟ ΠΝΕΥΜΑ ΔΕΝ ΚΑΤΕΒΑΙΝΕΙ ΜΕ ΜΗΧΑΝΕΣ
Ὁ λόγος τοῦ μυαλοῦ ἀλλοίωση δὲν κάνει στὶς ψυχές, γιατί εἶναι σάρκα. Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ ποὺ γεννιέται ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ἔχει τὴν θεία ἐνέργεια καὶ ἀλλοιώνει τὶς ψυχές. Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα δὲν κατεβαίνει μὲ μηχανές, Γι’ αὐτὸ ἡ Θεολογία δὲν ἔχει καμμιά δουλειά μὲ τὸ στεῖρο ἐπιστημονικό πνεῦμα. Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα κατεβαίνει μόνο Του, ὅταν βρῆ τὶς πνευματικές προϋποθέσεις στὸν ἄνθρωπο. Πνευματική προϋπόθεση εἶναι νὰ ξεσκουριάση ὁ ἄνθρωπος τὰ πνευματικά του καλώδια, νὰ γίνη καλός ἀγωγός, γιὰ νὰ δεχθῆ τὸ πνευματικό ρεῦμα τοῦ θείου φωτισμοῦ, καὶ ἔτσι γίνεται πνευματικός ἐπιστήμων, θεολόγος. Ὅταν λέω «θεολόγος», ἐννοῶ αὐτούς τούς θεολόγους ποὺ ἔχουν ἀντικρυσμα θεολογικό καὶ τὸ πτυχίο τούς ἔχει ἀξία, καὶ ὄχι αὐτούς ποὺ ἔχουν μόνο χαρτί χωρίς ἀντικρυσμα καὶ τὸ πτυχίο τούς εἶναι ὅμοιο μὲ τὰ χρήματα τῆς Κατοχῆς. Τὸ μυαλό κουράζεται πολλές φορές χρόνια ὁλόκληρα, γιὰ νὰ μάθη μία-δυὸ ξένες γλῶσσες, καὶ στὴν ἐποχή μᾶς ξέρουν σχεδόν οἱ περισσότεροι ἄνθρωποι ξένες γλῶσσες, ἀλλὰ ἐπειδή αὐτές οἱ γλῶσσες δὲν ἔχουν καμμιά σχέση μὲ τὶς γλῶσσες τῆς Ἁγίας Πεντηκοστῆς, ζοῦμε τὴν μεγαλύτερη Βαβυλωνία. Μεγάλο κακό εἶναι ὅταν θεολογοῦμε ξερά μὲ τὸ μυαλό μας καὶ τὸ μυαλό μας τὸ παρουσιάζουμε γιὰ Ἅγιο Πνεῦμα. Αὐτὸ λέγεται ἐγκεφαλολογία, ἡ ὁποία γεννάει Βαβυλωνία, ἐνῶ στὴν Θεολογία ὑπάρχουν μέν πολλές γλῶσσες, πολλά χαρίσματα, ἀλλὰ ὅλες οἱ γλῶσσες συμφωνοῦν, γιατί ἕνα εἶναι τὸ Ἀφεντικό τους, τὸ Ἅγιο Πνεῦμα τῆς Πεντηκοστῆς, καὶ οἱ γλῶσσες εἶναι πύρινες.
Μεγαλύτερη ἀξία ἔχει ἕνας λόγος ταπεινοῦ ἀνθρώπου μὲ βιώματα, ποὺ βγαίνει μὲ πόνο ἀπὸ τὰ βάθη τῆς καρδιᾶς του, παρά ἕνας σωρός φιλολογίες ἐξωτερικοῦ ἀνθρώπου, ποὺ βγαίνουν μὲ ταχύτητα ἀπὸ τὴν ἐκπαιδευμένη τοῦ γλώσσα, ἡ ὁποία δὲν πληροφορεῖ τὶς ψυχές, γιατί εἶναι σάρκα καὶ ὄχι πύρινη γλώσσα τῆς Ἁγίας Πεντηκοστῆς.
|
ΝΑ ΑΓΙΑΣΟΥΜΕ ΤΗ ΓΝΩΣΗ
Μ' ΕΝΑ ΠΑΞΙΜΑΔΙ ΠΑΜΕ ΣΤΟ ΘΕΟ
Καλή εἶναι ἡ γνώση, καλή εἶναι καὶ ἡ μόρφωση, ἀλλά, ἄν δὲν ἁγιασθοῦν, εἶναι χαμένα πράγματα καὶ ὁδηγοῦν στὴν καταστροφή. Ἦρθαν μία φορά στὸ Καλύβι μερικοί φοιτητές φορτωμένοι μὲ βιβλία καὶ μοῦ λένε: «Ἤρθαμε, Γέροντα, νὰ συζητήσουμε γιὰ τὴν Παλαιά Διαθήκη. Ὁ Θεὸς δὲν ἐπιτρέπει τὴν γνώση;». «Ποιά γνώση, τούς λέω, αὐτή ποῦ ἀποκτιέται μὲ τὸ μυαλό;». «Ναί», μοῦ λένε. «Μά αὐτή ἡ γνώση, τούς λέω, σὲ πάει μέχρι τὸ φεγγάρι, δὲν σὲ ἀνεβάζει στὸν Θεό». Καλές εἶναι οἱ ἐγκεφαλικές δυνάμεις ποὺ ἀνεβάζουν τὸν ἄνθρωπο στὴν σελήνη, μὲ δισεκατομμύρια ἔξοδα καυσίμων κ.λπ., ἀλλὰ καλύτερες εἶναι οἱ πνευματικές δυνάμεις, ποὺ ἀνεβάζουν τὸν ἄνθρωπο στὸν Θεό, ποὺ εἶναι καὶ ὁ προορισμός του, καὶ μὲ λίγα καύσιμα, μὲ ἕνα παξιμάδι. Ρώτησα μία φορά ἕναν Ἀμερικάνο ποῦ ἦρθε στὸ Καλύβι: «Τί κατόρθωμα κάνατε σάν ἔθνος μεγάλο ποῦ εἶστε;». «Πήγαμε στὸ φεγγάρι», μοῦ ἀπάντησε. «Πόσο μακριά εἶναι;», τὸν ρωτάω. «Ἄς ποῦμε, μισό ἑκατομμύριο χιλιόμετρα», μοῦ λέει. «Πόσα ἑκατομμύρια ξοδέψατε, γιὰ νὰ πάτε στὸ φεγγάρι;». «Ἀπὸ τὸ 1950 μέχρι τώρα, μοῦ λέει, ἔχουμε ξοδέψει ποταμούς δολλαρίων». «Στὸν Θεό πήγατε; τὸν ρωτάω. Πόσο μακριά εἶναι ὁ Θεός;». «Ὁ Θεός, μοῦ λέει, εἶναι πολύ μακριά». «Ἐμεῖς ὅμως, τοῦ λέω, μ΄ ἕνα παξιμάδι πᾶμε στὸν Θεό!».
Ἡ φυσική γνώση βοηθάει νὰ ἀποκτήσουμε τὴν πνευματική γνώση. Ὅταν ὅμως ὁ ἄνθρωπος παραμένη στὴν φυσική γνώση, παραμένει στὴν φύση καὶ δὲν ἀνεβαίνει στὸν Οὐρανό. Δηλαδή παραμένει στὸν ἐπίγειο παράδεισο ποὺ ποτιζόταν ἀπὸ τὸν Τίγρη καὶ τὸν Εὐφράτη καὶ χαίρεται τὴν ὄμορφη φύση μὲ τὰ ζῶα, ἀλλὰ δὲν ἀνεβαίνει στὸν οὐράνιο Παράδεισο, νὰ χαρῆ μὲ τούς Ἀγγέλους καὶ τούς Ἁγίους. Γιὰ νὰ ἀνεβοῦμε στὸν οὐράνιο Παράδεισο, εἶναι ἀπαραίτητη ἡ πίστη στὸν Νοικοκύρη τοῦ Παραδείσου, γιὰ νὰ Τὸν ἀγαπήσουμε, νὰ ἀναγνωρίσουμε τὴν ἁμαρτωλότητά μας, νὰ ταπεινωθοῦμε, γιὰ νὰ Τὸν γνωρίσουμε καὶ νὰ συνομιλοῦμε μαζί Του προσευχόμενοι καὶ νὰ Τὸν δοξάζουμε καὶ ὅταν μᾶς βοηθάη καὶ ὅταν μᾶς δοκιμάζη.
Ὅταν κανεὶς ἔχη μία στοιχειώδη μόρφωση, αὐτή εἶναι ἐργαλεῖο ποὺ βοηθάει. Δὲν ζητάει ὅμως νὰ ἀποκτήση γνώσεις, γιὰ νὰ βοηθήση ἤ γιὰ νὰ λέη ἐξυπνάδες, ἀλλὰ γιὰ νὰ βοηθηθῆ. Ἄν προσπαθήση κανεὶς νὰ ἁγιάση ὅ,τι τοῦ ἔδωσε ὁ Θεός, ἔρχεται ἡ Χάρις καὶ φωτίζει. Ἐκεῖ μέσα εἶναι καὶ ἡ δογματική καὶ ἡ θεολογία, γιατί ζῆ τὰ μυστήρια τοῦ Θεοῦ. Ἄλλος μπορεῖ νὰ εἶναι ἁπλός καὶ νὰ μή θέη νὰ μάθη περισσότερα, ἀλλὰ νὰ ἀρκῆται σὲ ὅ,τι τοῦ δώση ὁ Θεός.
Η ΕΓΩΪΣΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΤΩΝ ΘΕΙΩΝ ΑΛΗΘΕΙΩΝ
Ὅταν ὁ ἄνθρωπος ταπεινωθῆ καὶ φωτισθῆ, τότε ἁγιάζεται καὶ τὸ μυαλό του καὶ ἡ δύναμη αὐτή τοῦ λογικοῦ, ἐνῶ, πρίν ἁγιασθῆ, εἶναι σαρκική ἡ ἐνέργεια τοῦ μυαλοῦ. Ἄν ἕνας πάη ἐγωιστικά, ἐνῶ εἶναι ἀγράμματος, νὰ ἑρμηνεύση τὰ δόγματα καὶ διαβάζη τὴν Ἀποκάλυψη, τὰ Πατερικά κ.λπ., σκοτίζεται, καὶ τελικά φθάνει σὲ ἀπιστία. Τὸν ἐγκαταλείπει ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ, γιατί μὲ ἐγωισμό προχώρησε. Βλέπετε, ἡ ταπείνωση βοηθάει σὲ ὅλα, αὐτή δίνει τὴν δύναμη. Τὸ σοφώτερο πράγμα ποὺ θὰ σκεφτῶ, ἡ πιὸ σοφή λύση ποὺ θὰ βρῶ, εἶναι ἡ πιὸ μεγάλη ἀνοησία , ὅταν ἔχη τὸν ἐγωισμό μέσα της, ἐνῶ ἡ ταπείνωση εἶναι πραγματική σοφία. Γι’ αὐτὸ ὁ ἀγώνας νὰ γίνεται μὲ φιλότιμο καὶ μὲ πολλή ταπείνωση. Διαφορετικά, ἀντί νὰ ὠφελήση, ἔχει τὸ ἀντίθετο ἀποτέλεσμα. Σκοτίζεται ὁ νοῦς καὶ μετά λέει κανεὶς βλάσφημα πράγματα, γιατί προχώρησε ἐγωιστικά. Εἶναι πάνω ἀπὸ τὶς δυνάμεις του. Ἐδῶ ἕνας μορφωμένος, ἄν πάη νὰ ἑρμηνεύση τὰ δόγματα, ὑπάρχει κίνδυνος νὰ βλαφθῆ, πόσο μᾶλλον ἕνας ἀγράμματος, ἄν πάη νὰ διεισδύση μέσα στὸ πνεῦμα τὸ πατερικό, χωρίς νὰ ἔχη πνευματική κατάσταση! Γιατί, ἄν εἶχε λίγη πνευματική κατάσταση, δὲν θὰ τὸ ἔκανε αὐτό. Θὰ ἔλεγε: «Ἄν μου χρειάζεται κάτι, ὁ Θεὸς θὰ φωτίση. Ἄς ἐφαρμόσω αὐτὰ ποὺ καταλαβαίνω. Εἶναι τόσα πολλά!».
Ὅταν ἤμουν μικρός καὶ διάβαζα τὸ Εὐαγγέλιο, ἄν δὲν καταλάβαινα κάτι, δὲν προσπαθοῦσα νὰ τὸ ἑρμηνεύσω. Σκεφτόμουν: «Κάτι καλό λέει, ἀλλὰ ἐγώ δὲν τὸ καταλαβαίνω». Καὶ μετά ἔβλεπα, ὅταν χρειαζόταν αὐτό, τάκ, ἐρχόταν ἡ ἑρμηνεία, ἀλλὰ καὶ πάλι ἔλεγα: «Ἄς ρωτήσω καὶ κάποιον ἄλλον πῶς τὸ ἑρμηνεύουν αὐτό». Καὶ ἦταν ἀκριβῶς ἔτσι ὅπως τὸ εἶχα καταλάβει. Γιατί εἶναι ἀναίδεια νὰ προσπαθῆ κανεὶς νὰ ἑρμηνεύση τὸ Εὐαγγέλιο, καὶ μάλιστα ὅταν δὲν καταλαβαίνη. Γι’ αὐτό, ὅταν μελετᾶτε, νὰ μήν τὰ ἑρμηνεύετε μὲ τὸ μυαλό, ἀλλὰ νὰ φέρνετε καλούς λογισμούς, μέχρι νὰ ἔρθη ὁ θεῖος φωτισμός τῆς διακρίσεως, γιὰ νὰ ἐρμηνεύωνται μόνα τους.
Ἕνα θεῖο νόημα ἔχει πολλά θεία νοήματα. Μερικά μπορεῖ νὰ τὰ καταλάβη τώρα καὶ μερικά ἀργότερα. Ἕνας μπορεῖ νὰ διαβάζη-νὰ διαβάζη, νὰ μαθαίνη πολλά, καὶ νὰ μήν μπορῆ νὰ μπῆ καθόλου μέσα στὸ νόημα τοῦ Εὐαγγελίου. Ἄλλος μπορεῖ νὰ μή διαβάζη πολύ, ἀλλὰ νὰ ἔχη ταπείνωση, ἀγωνιστικό πνεῦμα, καὶ τὸν φωτίζει ὁ Θεὸς καὶ μπαίνει στὸ νόημα. Αὐτός ποὺ θέλει νὰ διαβάση περισσότερο, μπορεῖ νὰ τὸ θέλη ἀπὸ κενοδοξία ἤ γιὰ εὐχαρίστηση. Εἶναι σάν ἕναν ποὺ βλέπει μία πάλη καὶ δὲν κοιτάζει πῶς πάλεψαν, γιὰ νὰ βοηθηθῆ, νὰ γίνη παλαιστής, ἀλλὰ κοιτάζει συνέχεια τὸ ρολόι του, γιὰ νὰ προλάβη νὰ παρακολουθήση καὶ ἄλλη πάλη καὶ ἄλλη, καὶ παλαιστής δὲν γίνεται, ἀλλὰ μένει θεατής.
Ο ΚΑΛΛΙΕΡΓΗΜΕΝΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ
Ὅταν λέμε, «αὐτός εἶναι καλλιεργημένος ἄνθρωπος», ἐννοοῦμε καλλιεργημένο πνευματικά, ὥριμο πνευματικά. Ἔχω παρατηρήσει πώς ὑπάρχει καὶ ἀγράμματος πολύ ὑπερήφανος καὶ ἀγράμματος πολύ ταπεινός, καὶ μορφωμένος πολύ ὑπερήφανος καὶ μορφωμένος πολύ ταπεινός. Δηλαδή, ἡ ἐσωτερική καλλιέργεια εἶναι ὅλη ἡ βάση. Γι’ αὐτὸ λέει καὶ Μ. Βασίλειος: «Τὸ σπουδαιότερο εἶναι νὰ ἔχης ὑψηλή θέση καὶ ταπεινό φρόνημα». Ἕνας ποὺ ἔχει μία θέση, καὶ νὰ ἔχη καὶ λίγο ὑπερηφάνεια, δικαιολογεῖται κάπως. Ἀλλά ἕνας ποὺ δὲν ἔχει θέση, ἄν ἔχη ὑπερηφάνεια, εἶναι τελείως ἀδικαιολόγητος. Ὅλη ἡ βάση εἶναι ἡ καλλιέργεια τοῦ ἑαυτοῦ μας, ἡ ἐσωτερική καλλιέργεια. Ἄν εἶναι καλλιεργημένος κανείς, εἶναι καὶ μορφωμένος, ἔχει καὶ ταπεινό φρόνημα, αὐτὸ εἶναι τὸ πιὸ καλό. Γιὰ ἕναν ὅμως ποὺ δὲν ἔχει μεγάλη μόρφωση, ὅταν ἔχη πολύ μεγάλη ἰδέα γιὰ τὸν ἑαυτό του, εἶναι πολύ βαρύ.
|
«Η ΓΝΩΣΙΣ ΦΥΣΙΟΙ» Η ΓΝΩΣΗ ΧΩΡΙΣ ΤΟ ΛΟΓΟ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΒΛΑΠΤΕΙ
Ἡ ἐξωτερική μόρφωση τὶς περισσότερες φορές βλάπτει, γιατί ἀναπτύσσει στὸν ἄνθρωπο μεγάλη ἰδέα γιὰ τὸν ἑαυτό του. Ἡ ἰδέα μετά αὐτή γίνεται ὁ φράχτης ποὺ ἐμποδίζει τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ νὰ τὸν πλησιάση. Ἐνῶ, ὅταν ὁ ἄνθρωπος πετάξη τὴν μία ἰδέα ποὺ ἔχει γιὰ τὸν ἑαυτό του, τὴν ψεύτικη, τότε ὁ Καλός καὶ Πλούσιος Πατέρας μας τὸν πλουτίζει μὲ τὶς θεϊκές Του φωτεινές ἰδέες. Ὅταν ὅμως ὁ ταλαίπωρος ἄνθρωπος ἔχη μεγάλη ἰδέα γιὰ τὸν ἑαυτό του καὶ τὴν κρατάη τὴν ἰδέα αὐτή στὸν ἐγκέφαλό του, συνεχίζει νὰ εἶναι ἐγκέφαλος, σάρκα, καὶ ἀγνοεῖ τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ, τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Οἱ πολλές γνώσεις, δηλαδή, ὑπάρχει φόβος νὰ φουσκώσουν τὸ κεφάλι, νὰ τὸ κάνουν ἀερόστατο, καὶ νὰ διατρέχη τὸν κίνδυνο ἤ νὰ σπάση στὸν ἀέρα (μὲ σχιζοφρένεια) ἤ νὰ γκρεμισθῆ (μὲ ὑπερηφάνεια) καὶ νὰ γίνη κομμάτια. Γι’ αὐτὸ ἡ γνώση θὰ πρέπη νὰ ἀκολουθῆ τὸν φόβο τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ συμβαδίζη μὲ τὴν πράξη, γιὰ νὰ ὑπάρχη ἰσορροπία. Ἡ σκέτη γνώση βλάπτει.
Ὅταν μπαίνη ὁ ἐγωισμός καὶ μιλῶ, γιὰ νὰ μὲ θαυμάσουν, γιατί ἐγώ σκέφθηκα καλύτερα, τότε λειτουργοῦν οἱ πνευματικοί νόμοι, γιὰ νὰ συνέλθω. Ὅταν ὅμως αὐτὸ γίνεται συνέχεια, πειράζει. Μία τριχούλα μπαίνει στὸ μάτι καὶ τὸ ἐρεθίζει λίγο. Ἄν μπαίνη συνέχεια, δημιουργεῖ μεγάλο ἐρεθισμό. Ἔτσι καὶ ἐδῶ δημιουργεῖται πνευματικός ἐρεθισμός. Ὅταν ἕνας ἄνθρωπος ἔχη ἐξυπνάδα καὶ κάνη μία ἐργασία μὲ εὐκολία, πρέπει νὰ διαλύεται μπροστὰ στὸν Θεό, νὰ Τὸν εὐχαριστή μέρα-νύχτα ποὺ τοῦ ἔδωσε ἐξυπνάδα, καὶ τὴν κάνει, χωρίς νὰ κουράζεται. Αὐτὸ ἔλειψε, νὰ μήν Τὸν εὐχαριστή!
Ρώτησαν τὴν καμήλα: «Ὁ ἀνήφορος σ΄ ἀρέσει ἤ ὁ κατήφορος;». Κι ἐκείνη εἶπε: «Γιατί, τὸ ἴσωμα χάθηκε;». Αὐτοί ποὺ δὲν ἔχουν μυαλό εἶναι καλύτερα. Σ΄ ἐμᾶς δόθηκε μυαλό, γιὰ νὰ εἴμαστε καλύτερα, ἀλλὰ τί κάνουμε; Θὰ μᾶς ζητηθῆ λόγος. Πῶς τὰ οἰκονομάει ὁ Θεός! Αὐτοί ποὺ δὲν τούς κόβει, εἶναι χαρούμενοι – καὶ στὴν ἄλλη ζωή θὰ εἶναι καλύτερα, καὶ αὐτοί ποὺ ἔχουν τὸ μυαλό τὸ πολύ βασανίζονται.
|
ΝΑ ΔΟΥΛΕΥΟΥΜΕ ΣΩΣΤΑ ΤΟ ΜΥΑΛΟ
Ἕνας μορφωμένος μπορεῖ νὰ πάρη νὰ διαβάση ἕνα Πατερικό καὶ μὲ λίγη προσπάθεια, ἐπειδή θὰ τὸ καταλάβη, νὰ προχωρήση γρήγορα. Ἕνας ἀγράμματος, ἄν δὲν ἔχη εὐλάβεια, δύσκολα θὰ προχωρήση. Ὁ ἀγράμματος πρέπει νὰ φθάση νὰ ἔχη βιώματα καὶ θεία γεγονότα καὶ μέσα ἀπὸ αὐτὰ νὰ κατανοήση μετά τὰ ὅσα διαβάζει. Ἐνῶ ὁ μορφωμένος, λίγη προσπάθεια ἄν κάνη, γρήγορα θὰ προχωρήση, φθάνει νὰ δουλεύη τὸ μυαλό του καὶ νὰ μήν πιάνεται μόνον ἀπὸ τὴν θεωρία καὶ τὸν κλέβει ἡ θεωρία. Δὲν λέω νὰ θέλη νὰ γνωρίση τὰ μυστήρια τοῦ Θεοῦ μὲ τὸ μυαλό.
Βλέπει (ὁ ἄνθρωπος) τὶς εὐεργεσίες τοῦ Θεοῦ, τὸ σύμπαν ὅλο καὶ δοξολογεῖ, εὐχαριστεῖ τὸν Θεό. Βλέπεις, πρῶτα ὁ Ἀβραάμ ἀναζήτησε τὸν Θεό καὶ ὕστερα ὁ Θεὸς τὸν Ἀβραάμ. Ὁ πατέρας τοῦ Ἀβραάμ ἦταν εἰδωλολάτρης, λάτρευε τὰ εἴδωλα. Ὁ Ἀβραάμ εἶδε τὸ σύμπαν, προβληματίσθηκε ποὺ λάτρευαν τὰ ἄψυχα εἴδωλα καὶ δούλεψε τὸ μυαλό του: «Δὲν μπορεῖ, εἶπε, αὐτὰ τὰ εἴδωλα, αὐτὰ τὰ ξύλα, νὰ εἶναι θεοί, νὰ δημιούργησαν αὐτόν τὸν κόσμο. Ποιός ἔκανε τὸν οὐρανό, τὰ΄ ἀστέρια, τὸν ἥλιο κ.λπ.; Πρέπει νὰ βρῶ τὸν ἀληθινό Θεό κι Αὐτόν νὰ πιστέψω καὶ θὰ προσκυνήσω». Τότε λοιπόν ὁ Θεὸς τοῦ ἀποκαλύφθηκε καὶ τοῦ εἶπε: «Ἔξελθε ἐκ τῆς γής σου καὶ ἐκ τῆς συγγενείας σου» (1) καὶ τὸν πῆγε στὴν Χεβρώμ, καὶ ἔγινε ἀγαπημένο παιδί τοῦ Θεοῦ. Ὁ μορφωμένος, καὶ εὐλάβεια νὰ μήν ἔχη, ἐπειδή μπορεῖ εὔκολα νὰ καταλάβη, μὲ λίγη ταπείνωση καὶ λίγο ἀγώνα θὰ προχωρήση. Νά, εἶναι ὅπως λ.χ. στὶς διαβιβάσεις ποὺ ἤμουν. Ὅταν μὲ ἔβαλαν ἐκεῖ, εἶχε μερικά σήματα ἀγγλικά. Ὅσοι ἦταν μορφωμένοι καὶ ἤξεραν καὶ ἀγγλικά, ἀμέσως τὰ ἐπίαναν. Ἐμεῖς οἱ ἄλλοι δυσκολευόμασταν. Ἀλλά καὶ στὴν θεωρία ποὺ κάναμε εὔκολα οἱ ἄλλοι τὰ καταλάβαιναν, γιατί ἤξεραν ὁρισμένα πράγματα, ἐνῶ ἐμεῖς πάλι δυσκολευόμασταν.
Πρέπει νὰ γνωρίση κανεὶς τὶς εὐεργεσίες τοῦ Θεοῦ. Νὰ καταλάβη τί τοῦ ἔχει δοθῆ. Τὸ μυαλό γιατί μᾶς τὸ ἔδωσε ὁ Θεός; Γιὰ νὰ ἐξετάζουμε, νὰ μελετοῦμε, νὰ παρακολουθοῦμε τὸν ἑαυτό μᾶς κ.λπ. Τὸ μυαλό ὁ Θεὸς δὲν τὸ ἔδωσε στούς ἀνθρώπους, γιὰ νὰ καταγίνωνται συνέχεια μὲ τὸ πῶς νὰ βροῦν ταχύτερο μέσο νὰ πηγαίνουν ἀπὸ τὴν μία χώρα στὴν ἄλλη, ἀλλὰ γιὰ νὰ καταγινώμαστε μὲ τὸ κυριώτερο, πῶς νὰ φθάσουμε στὸν προορισμό μας, κοντά στὸν Θεό, στὴν ἀληθινή χώρα, στὸν Παράδεισο.
Τί εὐεργεσίες ἔκανε ὁ Θεὸς στὸν Ἰσραηλιτικό λαό! Τί σημεῖα! Πόσα γεγονότα! Ὅταν ὅμως ὁ Μωυσῆς ἄργησε νὰ κατεβῆ ἀπὸ τὸ Σινά μὲ τὶς πλάκες, τὶς δέκα ἐντολές τοῦ Θεοῦ, ὁ λαός ἔδωσε τὰ χρυσαφικά του, γιὰ νὰ κάνουν ἕνα χρυσό μοσχάρι καὶ νὰ τὸ προσκυνοῦν (2). Στὴν ἐποχή μας δὲν ὑπάρχει κανένας ἄνθρωπος μὲ… μοσχαρίσιο μυαλό. Γι’ αὐτὸ γιὰ ἕναν μορφωμένο δὲν δικαιολογεῖται νὰ μήν καταλαβαίνη ποιό εἶναι τὸ σωστό. Τὸ μυαλό τὸ ἔδωσε ὁ Θεός, γιὰ νὰ βρῆ ὁ ἄνθρωπος τὸν Δημιουργό του. Οἱ Εὐρωπαῖοι τὸ ζάλισαν τὸ μυαλό, ἔπαθαν σύγχυση καὶ πᾶνε στὸν γκρεμό, γιατί ἔβγαλαν τὸν Θεό ἀπὸ τὴν ζωή τους. Εἶναι καὶ μερικοί πού, ἐνῶ ἔχουν ὅλες τὶς προϋποθέσεις, μυαλό, ἐξυπνάδα κ.λπ., γιὰ νὰ προχωρήσουν, δὲν προσέχουν τί τούς λές. Μόλις τούς κάνης μία νύξη, «κατάλαβα»λένε καὶ σπεύδουν νὰ συμπληρώσουν. Ἔρχονται στὸ Ὅρος ἐξυπνότατα παιδιά. Δείχνουν ὅτι πιάνουν ἀμέσως ὅ,τι τούς λές, ἀλλὰ πιάνουν ἀέρα, γιατί δὲν προσέχουν. Ἐνῶ ἄλλα μὲ λιγώτερη ἐξυπνάδα, προσέχουν, περιμένουν μὲ σύνεση νὰ ἀκούσουν καὶ τὰ παρακάτω, καὶ τούς μένουν αὐτὰ ποὺ ἀκοῦν. Ἄλλα καταλαβαίνουν πολλά, μαζεύουν ἀπὸ ΄δῶ-ἀπὸ ΄κεῖ, γεμίζουν γνώσεις καὶ δὲν κάνουν τίποτε. Ἀχρηστεύουν τὸ μυαλό ποὺ τούς ἔδωσε ὁ Θεός, τὸ κουρκουτιάζουν. Ἔχουν μία ὑπερηφάνεια καὶ δὲν ἀφήνουν τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ νὰ τὰ ἐπισκιάση. Ἐνῶ ἄλλα ποὺ δὲν ἔχουν πολύ μυαλό, πολύ ταπεινώνονται. Λένε: «Δὲν μοῦ κόβει» καὶ ξαναρωτοῦν: «Πῶς τὸ εἶπες αὐτό;», καὶ προσπαθοῦν νὰ τὸ ἐφαρμόσουν. Ἔτσι χαριτώνονται καὶ προχωροῦν. Ὁ ταπεινός ἄνθρωπος συνήθως εἶναι πολυμαθής, ἐνῶ ὁ ἐγωιστής, ἐπειδή δὲν ταπεινώνεται νὰ ρωτήση, δὲν ἔχει γνώσεις. Ὁ Μέγας Ἀρσένιος (3) ἦταν ὁ πιὸ μορφωμένος σ΄ ὅλη τὴν Βυζαντινή Αὐτοκρατορία. Ὁ Μέγας Θεοδόσιος τὸν εἶχε δάσκαλο στὰ παιδιά του, τὸν Ἀρκάδιο καὶ Ὀνώριο. Ὅταν ὅμως πῆγε στὴν ἔρημο γιὰ μοναχός, κάθησε κοντά στὸν Ἀββᾶ Μακάριο τὸν ἀγράμματο καὶ ἔλεγε: «Οὔτε τὸ ἀλφάβητο αὐτοῦ δὲν ξέρω»!
1) Βλ. Γέν. 12, 1. 2) Βλ. Ἐξ. 32, 1-6. 3) Βλ. Τὸ Γεροντικόν, Ἀββᾶς Ἀρσένιος στ΄, σ. 5. 4) Βλ. Γέν. 4, 2-15.
ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ ΛΟΓΟΙ Α'- ΜΕ ΠΟΝΟ ΚΑΙ ΑΓΑΠΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΑΝΘΡΩΠΟ
|