ΠΑΤΕΡΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ

 

ΓΕΡΩΝ ΠΑΪΣΙΟΣ
Η ΕΥΛΑΒΕΙΑ ΣΥΓΚΙΝΕΙ ΤΟΝ ΘΕΟ

  

ΕΥΛΑΒΕΙΑ ΣΤΙΣ ΕΙΚΟΝΕΣ

 

Πόση εὐλάβεια πρέπει νὰ ἔχουμε στὶς εἰκόνες! Ἕνας μοναχὸς ἑτοίμασε μιὰ εἰκόνα τοῦ Ἁγίου Νικολάου, γιὰ νὰ τὴν δώση εὐλογία σὲ κάποιον. Τὴν τύλιξε μὲ καλὸ χαρτὶ καὶ τὴν ἔβαλε σὲ ἕνα ντουλάπι, μέχρι νὰ τὴν δώση. Ἀλλά, χωρὶς νὰ τὸ προσέξη, τὴν ἔβαλε ἀνάποδα. Σὲ λίγο ἄρχισε νὰ ἀκούγεται μέσα στὸ δωμάτιο ἕνας κρότος. Κοίταζε ὁ μοναχὸς ἀπὸ ᾿δῶ-ἀπὸ ᾿κεῖ, γιὰ νὰ δῆ ἀπὸ ποῦ ἐρχόταν αὐτὸς ὁ κρότος. Ποῦ νὰ πάη ὁ νοῦς του ὅτι ἐρχόταν ἀπὸ τὸ ντουλάπι! Ὁ κρότος συνέχιζε γιὰ ἀρκετὴ ὥρα, «τὰκ-τὰκ-τάκ»· δὲν τὸν ἄφηνε νὰ ἡσυχάση. Τελικά, ὅταν πῆγε κοντὰ στὸ ντουλάπι, κατάλαβε ὅτι ὁ κρότος ἔβγαινε ἀπὸ ἐκεῖ. Τὸ ἀνοίγει καὶ βλέπει ὅτι ὁ κρότος ἔβγαινε ἀπὸ τὴν εἰκόνα. «Τί νὰ ἔχη ἡ εἰκόνα; λέει· γιά νὰ δῶ». Μόλις τὴν ξετύλιξε, εἶδε πὼς ἦταν ἀνάποδα. Τὴν ἔστησε ὄρθια καὶ ἀμέσως σταμάτησε ὁ κρότος.

 

Ὁ εὐλαβὴς ἰδιαίτερα εὐλαβεῖται τὶς εἰκόνες. Καὶ ὅταν λέμε «εὐλαβεῖται τὶς εἰκόνες», ἐννοοῦμε ὅτι εὐλαβεῖται τὸ εἰκονιζόμενο πρόσωπο. Ὅταν ἔχη κανεὶς μιὰ φωτογραφία τοῦ πατέρα του, τῆς μάνας του, τοῦ παπποῦ του, τῆς γιαγιᾶς του, τοῦ ἀδελφοῦ του, δὲν μπορεῖ νὰ τὴν σχίση ἢ νὰ τὴν πατήση, πόσο μᾶλλον μιὰ εἰκόνα! Οἱ Ἰεχωβάδες δὲν ἔχουν εἰκόνες. Τὴν τιμὴ ποὺ ἀποδίδουμε στὶς εἰκόνες τὴν θεωροῦν εἰδωλολατρία. Εἶπα σὲ ἕναν Ἰεχωβᾶ μιὰ φορά: «Ἐσεῖς δὲν ἔχετε φωτογραφίες στὰ σπίτια σας;». «Ἔχουμε», μοῦ λέει. «Ἔ, καλά, ἡ μάνα, ὅταν τὸ παιδί της λείπη μακριά, δὲν φιλάει τὴν φωτογραφία τοῦ παιδιοῦ της;». «Τὴν φιλάει», μοῦ λέει. «Τὸ χαρτὶ φιλάει ἢ τὸ παιδί της;». «Τὸ παιδί της», μοῦ λέει. «Ἔ, ὅπως ἐκείνη, ὅταν φιλάη τὴν φωτογραφία τοῦ παιδιοῦ της, τοῦ λέω, φιλάει τὸ παιδί της καὶ ὄχι τὸ χαρτί, ἔτσι καὶ ἐμεῖς τὸν Χριστὸ φιλοῦμε· δὲν φιλοῦμε τὸ χαρτὶ ἢ τὸ σανίδι».

 

Ὅταν ἀσπάζεται ὁ ἄνθρωπος μὲ εὐλάβεια καὶ θερμὴ ἀγάπη τὶς ἅγιες εἰκόνες, παίρνει τὰ χρώματα ἀπὸ αὐτὲς καὶ ζωγραφίζονται οἱ Ἅγιοι μέσα του. Οἱ Ἅγιοι χαίρονται, ὅταν ξεσηκώνωνται ἀπὸ τὰ χαρτιὰ ἢ ἀπὸ τὰ σανίδια καὶ τυπώνωνται στὶς καρδιὲς τῶν ἀνθρώπων. Ὅταν ἀσπάζεται ὁ Χριστιανὸς μὲ εὐλάβεια τὶς ἅγιες εἰκόνες καὶ ζητάη βοήθεια ἀπὸ τὸν Χριστό, τὴν Παναγία, τοὺς Ἁγίους, μὲ τὸν ἀσπασμὸ ποὺ κάνει μὲ τὴν καρδιά του, ρουφάει μέσα στὴν καρδιά του ὄχι μόνον τὴν Χάρη τοῦ Χριστοῦ, τῆς Παναγίας ἢ τῶν Ἁγίων, ἀλλὰ καὶ τὸν Χριστὸ ὁλόκληρο ἢ τὴν Παναγία ἢ τὸν Ἅγιο, καὶ τοποθετοῦνται πιὰ στὸ Τέμπλο τοῦ Ναοῦ του. «Ναὸς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἶναι ὁ ἄνθρωπος» (1). Βλέπεις, καὶ κάθε Ἀκολουθία μὲ τὸν ἀσπασμὸ τῶν εἰκόνων ἀρχίζει καὶ μὲ τὸν ἀσπασμὸ τελειώνει. Ἐὰν τὸ καταλάβαιναν αὐτὸ οἱ ἄνθρωποι, πόση χαρὰ θὰ αἰσθάνονταν, πόση δύναμη θὰ ἔπαιρναν!

Ὅταν κανεὶς δὲν ἔχη εὐλάβεια καὶ ἀσπάζεται τὶς εἰκόνες, δὲν εἶναι ἄλαλα τὰ χείλη του; Καὶ ὁ εὐλαβής, ὅταν ἀσπάζεται τὶς εἰκόνες, εὔλαλα δὲν εἶναι τὰ χείλη του; Εἶναι μερικοὶ πού, ὅταν προσκυνοῦν τὴν εἰκόνα, οὔτε κἂν ἀκουμποῦν στὴν εἰκόνα. Ἄλλοι ἀκουμποῦν μόνον τὰ χείλη τους στὴν εἰκόνα, ὅταν τὴν ἀσπάζωνται. Νά, ἔτσι (Ὁ Γέροντας ἀσπάσθηκε μιὰ εἰκόνα, χωρὶς νὰ ἀκουσθῆ ὁ ἀσπασμός).

Τότε «ἄλαλα» εἶναι τὰ χείλη. Ἐνῶ ὁ εὐλαβὴς ἀσπάζεται τὴν εἰκόνα καὶ ὁ ἀσπασμὸς ἀκούγεται. Τότε τὰ χείλη εἶναι «εὔλαλα». Δὲν εἶναι ὅτι καταριοῦνται, ὅταν λένε «ἄλαλα»,  ἀλλὰ ἐκεῖνα τὰ χείλη εἶναι ἄλαλα καὶ τὰ ἄλλα εἶναι εὔλαλα. Ὅταν βλέπουμε τὶς ἅγιες εἰκόνες, πρέπει νὰ ξεχειλίζη ἡ καρδιά μας ἀπὸ ἀγάπη πρὸς τὸν Θεὸ καὶ τοὺς Ἁγίους καὶ νὰ πέφτουμε νὰ τὶς προσκυνοῦμε καὶ νὰ τὶς ἀσπαζώμαστε μὲ πολλὴ εὐλάβεια. Νὰ βλέπατε ἕνα εὐλαβικὸ γεροντάκι στὴν Μονὴ Φιλοθέου, ὁ γερο–Σάββας, μὲ πόση εὐλάβεια, μὲ πόση καρδιὰ ἀσπαζόταν τὴν εἰκόνα τῆς Παναγίας τῆς Γλυκοφιλούσης! Σ᾿ αὐτὴν τὴν εἰκόνα τῆς Παναγίας, ἐπειδὴ οἱ Πατέρες τὴν ἀσπάζονταν στὸ ἴδιο σημεῖο, ἔχει σχηματισθῆ ἕνα γρομπαλάκι!

 

Ἡ εἰκόνα ποὺ ἁγιογραφεῖται μὲ εὐλάβεια ρουφάει ἀπὸ τὸν εὐλαβῆ ἁγιογράφο τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ καὶ μεταδίδει στοὺς ἀνθρώπους παρηγοριὰ αἰώνια. Ὁ ἁγιογράφος ζωγραφίζεται, μεταφράζεται στὴν εἰκόνα ποὺ φτιάχνει· γι᾿ αὐτὸ παίζει μεγάλο ρόλο ἡ ψυχική του κατάσταση. Μοῦ ἔλεγε ὁ Παπα-Τύχων (2): «Ἐγώ, παιντί μου, ὅταν ζωγραφίζω ἐπιτάφια, ψάλλω "Ὁ εὐσχήμων Ἰωσήφ, ἀπὸ τοῦ ξύλου καφελών..."». Ἔψαλλε καὶ ἔκλαιγε συνέχεια καὶ τὰ δάκρυά του ἔπεφταν πάνω στὴν εἰκόνα. Μιὰ τέτοια εἰκόνα κάνει ἕνα αἰώνιο κήρυγμα στὸν κόσμο. Οἱ εἰκόνες αἰῶνες κηρύττουν–κηρύττουν. Ρίχνει λ.χ. ἕνας πονεμένος ἕνα βλέμμα στὴν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ ἢ τῆς Παναγίας καὶ παίρνει παρηγοριά.

 

Ὅλη ἡ βάση εἶναι ἡ εὐλάβεια. Βλέπεις, ἄλλος ἀκουμπᾶ στὸν τοῖχο ποὺ ἀκούμπησε ἡ εἰκόνα καὶ παίρνει Χάρη, καὶ ἄλλος μπορεῖ νὰ ἔχη τὴν καλύτερη εἰκόνα, ἀλλά, ἐπειδὴ δὲν ἔχει εὐλάβεια, δὲν ὠφελεῖται. Ἢ ἕνας μπορεῖ νὰ βοηθηθῆ ἀπὸ ἕναν ἁπλὸ σταυρό, καὶ ἄλλος νὰ μὴ βοηθηθῆ ἀπὸ τὸν Τίμιο Σταυρό, ὅταν δὲν ἔχη εὐλάβεια.

 

1) Βλ. Α’ Κορ. 3, 16 καὶ 6, 19.

2) Βλ. Γέροντος Παϊσίου Ἁγιορείτου, Ἁγιορεῖται Πατέρες καὶ Ἁγιορείτικα, Σουρωτὴ Θεσσαλονίκης 1993, σ. 15-40.

 

ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ

ΛΟΓΟΙ Β'- ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΑΦΥΠΝΙΣΗ