ΠΑΤΕΡΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ

 

ΓΕΡΩΝ ΠΑΪΣΙΟΣ
ΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΕΥΛΑΒΕΙΑ

  

ΑΓΩΝΑΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΓΙΑΣΜΟ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ

 

Πολὺ χαίρομαι, ὅταν βλέπω ψυχὲς ποὺ προσέχουν καὶ ἀγωνίζονται μέσα στὸν κόσμο ποὺ γέμισε ἀπὸ ταγκαλάκια. Ὁ Θεός, σὰν καλὸς καὶ δίκαιος ποὺ εἶναι, ἔδωσε σὲ ὅλους μας καὶ ἀνάλογα χαρίσματα – π.χ. στοὺς ἄνδρες τὸν ἀνδρισμὸ καὶ στὶς γυναῖκες τὴν ἀγάπη –, γιὰ νὰ ἀγωνιζώμαστε καὶ νὰ ἀνεβαίνουμε τὴν πνευματικὴ κλίμακα μὲ τὴν βοήθεια τῆς θείας Χάριτος καὶ νὰ πλησιάζουμε ὅλο καὶ περισσότερο σ' Ἐκεῖνον ποὺ εἶναι ὁ Δημιουργός μας. Ποτὲ δὲν πρέπει νὰ ξεχνοῦμε ὅτι ἔχουμε δίπλα μας, ἐκτὸς ἀπὸ ἀνθρώπους ποὺ μποροῦν νὰ μᾶς βοηθήσουν πνευματικά, καὶ τὸν ἴδιο τὸν Χριστὸ ποὺ μᾶς βοηθάει, τὴν Παναγία, τὰ Χερουβείμ, τὰ Σεραφεὶμ καὶ τοὺς Ἁγίους Πάντες. Θάρρος λοιπόν! Ὁ Χριστὸς εἶναι πολὺ δυνατός, εἶναι παντοδύναμος, καὶ θὰ δώση τὴν θεϊκή Του δύναμη, νὰ συντρίψουμε τὰ κέρατα τοῦ πονηροῦ. Μᾶς παρακολουθεῖ συνέχεια ἀοράτως καὶ θὰ μᾶς ἐνισχύη, ὅταν ἐμεῖς ἔχουμε τὴν ἀγαθὴ προαίρεση καὶ κάνουμε τὸν μικρὸ κατὰ δύναμιν ἀγώνα μας.

 

Ὅσο μποροῦμε, νὰ ἀποφεύγουμε τὶς ἀφορμὲς τῆς ἁμαρτίας. Νὰ προσέχουμε τὶς αἰσθήσεις μας, γιατὶ ὅλα ἀπὸ ἐκεῖ ξεκινοῦν. Καὶ ὅταν αὐτὸ καμμιὰ φορά, ἢ καὶ πολλὲς φορές, εἶναι δύσκολο, νὰ ἀποφεύγουμε τοὐλάχιστον τὴν περιέργεια, γιὰ νὰ μὴν παίρνουν τὰ μάτια μας εἰκόνες ἁμαρτωλές, καὶ μᾶς παίζουν μετὰ οἱ δαίμονες σινεμάδες. Ἐὰν πιάσουμε ἕνα καρβουνάκι ἀναμμένο καὶ τὸ κρατήσουμε στὴν χούφτα μας, ἑπόμενο εἶναι νὰ μᾶς κάψη. Ἐὰν ὅμως τὸ κουνᾶμε στὸ χέρι – ἐννοεῖται γιὰ λίγη ὥρα –, δὲν θὰ μᾶς κάψη. Ἔτσι καὶ οἱ ἄσχημες εἰκόνες, ὅταν κινοῦνται σύντομα, τὰ μάτια δὲν τὶς κρατοῦν, ἀλλὰ ἁπλῶς τὶς πιάνουν, καὶ δὲν καῖνε τὴν ψυχή.

 

Ὅσοι δὲν πρόσεξαν καὶ ἀπέκτησαν κακὲς συνήθειες, ὅταν ζοῦσαν κοσμικὴ ζωή, ἂς δέχωνται ἀγόγγυστα μετὰ τὴν μεταστροφή τους τὸν πόλεμο τοῦ ἐχθροῦ, χωρὶς ὅμως νὰ καλλιεργοῦν ἐπιθυμίες κακές. Ἂν ἀγωνισθοῦν ἔτσι, θὰ ἐξαγνισθοῦν καὶ θὰ φθάσουν στὴν κατάσταση τῶν ἁγνῶν ἀνθρώπων, οἱ ὁποῖοι οὔτε ἁμαρτίες μεγάλες γνώρισαν οὔτε κακὲς συνήθειες ἀπέκτησαν οὔτε καὶ μεγάλο πόλεμο δέχονται. Καὶ ἂν ἀξιοποιήσουν ὡς πεῖρα τὶς προηγούμενες πτώσεις τους, θὰ προχωρήσουν πολύ. Ἂν κάποιος προχωράη μέσα σὲ ἕνα ναρκοπέδιο καὶ δὲν γνωρίζη τὴν περιοχή, θὰ εἶναι ἀναγκασμένος νὰ προχωράη πολὺ ἀργὰ καὶ προσεκτικά, ἀλλιῶς θὰ τιναχθῆ στὸν ἀέρα. Ἐνῶ, ἂν γνωρίζη λίγο–πολὺ τὴν περιοχή, μπορεῖ νὰ ἔχη καὶ τραύματα, ἀλλά, μὲ τὴν πεῖρα ποὺ ἔχει, προχωράει σταθερὰ καὶ γρήγορα. Ἂν ἀσχοληθῆ κανεὶς μὲ τὸ ἀκαλλιέργητο χωράφι τῆς ψυχῆς του, θὰ ξερριζώση ὅλα τὰ ἀγκάθια τῶν παθῶν της καὶ θὰ φυτέψη στὴν θέση τους  ἀρετές. Αὐτὴ ἡ ἐργασία ὅμως εἶναι ἐπίπονη καὶ χρειάζεται θέληση πολλὴ καὶ ὑπομονή.

 

Νὰ προσπαθῆ κανεὶς κάθε μέρα νὰ τοποθετῆ μέσα του κάτι τὸ πνευματικό, τὸ ὁποῖο θὰ ἀπωθῆ κάτι τὸ κοσμικὸ καὶ ἁμαρτωλό, καὶ ἔτσι σιγὰ-σιγὰ θὰ ἀπεκδυθῆ τὸν παλαιὸ ἄνθρωπο καὶ στὴν συνέχεια θὰ κινῆται ἐλεύθερα στὸν πνευματικὸ χῶρο. Νὰ τοποθετήση ἅγιες εἰκόνες στὴν μνήμη του ἀντὶ ἁμαρτωλές. Νὰ ἀντικαταστήση τὰ τραγούδια μὲ ψαλμωδίες, καὶ τὰ κοσμικὰ περιοδικὰ μὲ πνευματικὰ βιβλία. Ἂν ὁ ἄνθρωπος δὲν ξεκόψη ἀπὸ ὁτιδήποτε κοσμικὸ καὶ ἁμαρτωλὸ καὶ δὲν ἔχη ἐπικοινωνία μὲ τὸν Χριστό, μὲ τὴν Παναγία, μὲ τοὺς Ἁγίους, μὲ τὴν θριαμβεύουσα Ἐκκλησία, καὶ δὲν ἀφεθῆ τελείως στὰ χέρια τοῦ Θεοῦ, δὲν μπορεῖ νὰ ἀποκτήση τὴν πνευματικὴ ὑγεία.

 

Ὑγεία πνευματικὴ ἴσον ἁγνοὶ λογισμοί, φωτισμένος νοῦς καὶ ἐξαγνισμένη καρδιὰ ποὺ φιλοξενεῖ συνέχεια τὸν Χριστὸ καὶ τὴν Παναγία. Ἡ πολλὴ προσοχὴ μὲ τὴν παρακολούθηση τοῦ ἑαυτοῦ μας καὶ τὴν προσευχὴ βοηθοῦν πολὺ θετικὰ νὰ ἀποκτήσουμε τὴν ὑγεία τῆς ψυχῆς. Ἡ προσευχὴ εἶναι ἀπαραίτητη γιὰ τὸν ἐξαγνισμὸ τῆς ψυχῆς καὶ ἡ σύνεση γιὰ τὴν διατήρηση τῆς καλῆς πνευματικῆς καταστάσεως.

 

Ἡ ζωὴ βέβαια δὲν εἶναι κατασκήνωση· ἔχει χαρές, ἔχει ὅμως καὶ λύπες. Πρὶν ἀπὸ τὴν Ἀνάσταση προηγεῖται ἡ Σταύρωση. Τὰ χτυπήματα τῶν δοκιμασιῶν εἶναι ἀπαραίτητα γιὰ τὴν σωτηρία τῆς ψυχῆς μας, γιατὶ αὐτὰ λαμπικάρουν τὴν ψυχή. Ὅπως συμβαίνει καὶ μὲ τὰ ροῦχα· ὅσο τὰ τρίβουμε, ὅταν τὰ πλένουμε, τόσο καλύτερα καθαρίζουν. Τὸ ἴδιο καὶ μὲ τὸ χταπόδι· ὅσο τὸ χτυπᾶμε, τόσο περισσότερο καθαρίζει καὶ μαλακώνει. Καὶ τὸ ψάρι φαίνεται ὡραῖο, ὅταν πλέη στὴν θάλασσα καὶ εἶναι ζωντανό, ἀκόμη καὶ ὅταν εἶναι στὴν ἀγορὰ μὲ τὰ λέπια καὶ τὰ ἐντόσθιά του, ἀλλὰ γίνεται χρήσιμο, μόνον ὅταν καθαρισθῆ – ἀσχημήνη ἐξωτερικὰ – καὶ μετὰ ψηθῆ. Ἔτσι καὶ ὁ ἄνθρωπος, ὅταν ἀποβάλη καθετὶ κοσμικό, ἐνῶ ἐξωτερικὰ φαίνεται ὅτι χάνει τὴν ζωή, τὴν κοσμικὴ ζωντάνια – τὰ λέπια –, ἀδειάζει ὅ,τι ἄχρηστο ἔχει μέσα του, «ψήνεται», καὶ τότε γίνεται χρήσιμος.

 

 

  

ΤΙ ΒΟΗΘΑΕΙ ΣΤΗΝ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΠΡΟΟΔΟ

 

Οἱ ἄνθρωποι ποὺ τοὺς χτύπησαν μερικοὶ βαρδάρηδες – δοκιμασίες –, εἴτε γιατὶ τὸ ἐπέτρεψε ὁ Θεός, γιὰ νὰ τοὺς φρενάρη, εἴτε ἀπὸ φθόνο τοῦ πονηροῦ, χρειάζονται μετὰ πολλὲς λιακάδες καὶ δροσιὰ πνευματική, γιὰ νὰ ἀνθήσουν καὶ νὰ καρποφορήσουν. Ὅπως καὶ τὰ δένδρα, ὅταν ξεθαρρεύουν ἀπὸ τὶς χειμωνιάτικες λιακάδες, ἀλλὰ τὰ φρενάρη ὁ βαρδάρης, χρειάζονται μετὰ συνέχεια λιακάδες ἀνοιξιάτικες καὶ βροχούλα, γιὰ νὰ κυκλοφορήσουν οἱ χυμοὶ καὶ νὰ βγάλουν ἄνθη καὶ καρπούς.

 

Φιλότιμος ἀγώνας μὲ ἐλπίδα καὶ ἐμπιστοσύνη στὸν Θεό. Ἡ ἐμπιστοσύνη στὸν Θεὸ καὶ ἡ ἁπλότητα μὲ τὸν φιλότιμο ἀγώνα φέρνουν τὴν ἐσωτερικὴ εἰρήνη καὶ σιγουριά, καὶ τότε γεμίζει ἡ ψυχὴ ἀπὸ ἐλπίδα καὶ χαρά. Χρειάζεται ὑπομονή, φιλότιμο καὶ πνευματικὴ παλληκαριά, γιὰ νὰ στεφανωθῆ ὁ ἀθλητής. Ἡ παλληκαριὰ ξεπηδάει ἀπὸ τὴν φιλότιμη καρδιά· καὶ ὅταν κανεὶς κάνη κάτι μὲ τὴν καρδιά του γιὰ τὸν Χριστό, οὔτε κουράζεται οὔτε πονάει, γιατὶ ὁ πόνος γιὰ τὸν Χριστὸ εἶναι γλέντι πνευματικό. Ἡ πνευματικὴ ἀνάπτυξη μπορεῖ νὰ γίνη πολὺ σύντομα μὲ λίγη φιλότιμη θέληση καὶ παρακολούθηση τοῦ ἑαυτοῦ μας. Στὴν συνέχεια θὰ βοηθιέται ἡ ψυχὴ ἀπὸ τὸν Χριστό, τὴν Παναγία, τοὺς Ἀγγέλους καὶ τοὺς Ἁγίους. Πολὺ βοηθάει ἐπίσης ἡ μελέτη, ἡ προσευχή, ἡ ἐσωστρέφεια, καὶ νὰ ἡσυχάζη κανεὶς λίγο.

 

Ὁ Χριστός μας δυναμώνει αὐτοὺς ποὺ ἀγωνίζονται «τὸν καλὸν ἀγῶνα» (1), τὸν ὁποῖο ἔκαναν ὅλοι οἱ Ἅγιοι, γιὰ νὰ ὑποτάξουν τὴν σάρκα στὸ πνεῦμα. Ἀκόμη καὶ ὅταν τραυματισθοῦμε, δὲν πρέπει νὰ χάσουμε τὴν ψυχραιμία μας, ἀλλὰ νὰ ζητήσουμε τὴν βοήθεια τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ συνεχίσουμε τὸν ἀγώνα μὲ γενναιότητα. Θὰ ἀκούση ὁ Καλὸς Ποιμὴν καὶ θὰ σπεύση ἀμέσως, ὅπως ὁ βοσκός, μόλις ἀκούση ἕνα ἀρνάκι νὰ βελάζη θλιβερά, ὅταν πληγώνεται, ἢ κάποιος λύκος ἢ σκύλος τὸ δαγκώνη, τρέχει, γιὰ νὰ τὸ βοηθήση. Περισσότερο ἔχω ἀγαπήσει, ἔχω πονέσει καὶ τοὺς ἔχω στὸν νοῦ μου συνέχεια αὐτοὺς ποὺ εἶχαν ἐλεεινὴ ζωὴ καὶ ἀγωνίζονται, παρὰ αὐτοὺς ποὺ δὲν βασανίζονται ἀπὸ πάθη. Καὶ ὁ τσομπάνος τὸ πληγωμένο ἢ ἀρρωστιάρικο ἀρνὶ πονάει περισσότερο καὶ τὸ περιποιεῖται ἰδιαίτερα, μέχρι νὰ πάρη ἐπάνω του καὶ αὐτό.

 

Ἐὰν πάλι ἀγωνιζώμαστε σωστά, ἀλλὰ δὲν βλέπουμε καμμιὰ πρόοδο, συμβαίνει μερικὲς φορὲς τὸ ἑξῆς: Ὁ δαίμονας, ἐπειδὴ τοῦ κηρύξαμε τὸν πόλεμο, ζήτησε ἐνίσχυση ἀπὸ τὸν σατανᾶ (2). Ἔτσι, ἐὰν πέρυσι πολεμούσαμε μὲ ἕναν δαίμονα, ἐφέτος πολεμᾶμε μὲ πενῆντα, τοῦ χρόνου θὰ πολεμᾶμε μὲ περισσότερους κ.ο.κ. Αὐτὸ δὲν ἐπιτρέπει ὁ Θεὸς νὰ τὸ δοῦμε, γιὰ νὰ μὴν ὑπερηφανευθοῦμε. Χωρὶς ἐμεῖς νὰ τὸ καταλαβαίνουμε, ὁ Θεὸς ἐργάζεται στὴν ψυχή μας, ὅταν βλέπη καλὴ διάθεση.

 

Ἀλλὰ νὰ σᾶς πῶ καὶ τί παθαίνουν μερικοὶ καὶ δὲν προοδεύουν; Ἐνῶ ἔχουν προϋποθέσεις, τὶς σπαταλοῦν σὲ μικροπράγματα καὶ μετὰ δὲν ἔχουν δυνάμεις, γιὰ νὰ ἀνταποκριθοῦν στὸν πνευματικὸ ἀγώνα. Ἂς ποῦμε ὅτι ξεκινᾶμε νὰ κάνουμε μιὰ ἐπίθεση στὸν ἐχθρὸ καὶ ἑτοιμαζόμαστε μὲ ὅλα τὰ ἀπαραίτητα, γιὰ νὰ τὸν ἀντιμετωπίσουμε. Ἐκεῖνος ὅμως, ἐπειδὴ φοβᾶται ὅτι δὲν θὰ τὰ βγάλη πέρα, προσπαθεῖ νὰ μᾶς διασπάση καὶ νὰ τραβήξη ἀλλοῦ τὴν προσοχή μας μὲ σαμποτὰζ καὶ προσβολὲς σὲ ἄλλα σημεῖα. Ἐμεῖς τότε στρέφουμε τὴν προσοχή μας ἐκεῖ. Στέλνουμε δυνάμεις δεξιὰ καὶ ἀριστερά. Ὁ καιρὸς περνᾶ· τὰ πολεμοφόδια καὶ τὰ τρόφιμα λιγοστεύουν. Δίνουμε παλιὸ ρουχισμὸ στὸ στράτευμα. Οἱ στρατιῶτες ἀρχίζουν νὰ γογγύζουν. Καὶ τὸ ἀποτέλεσμα εἶναι νὰ ἐξαντληθοῦν ὅλες οἱ δυνάμεις μας καὶ νὰ μὴν ἀντιμετωπίσουμε τὸν ἐχθρό. Ἔτσι κάνουν καὶ μερικοὶ πάνω στὸν πνευματικὸ ἀγώνα.

 

Μερικὲς φορὲς μπορεῖ ἕνας νὰ ζῆ ἀνάμεσα σὲ Ἁγίους καὶ νὰ μὴν κάνη προκοπή. Ὑπῆρχε μεγαλύτερη προϋπόθεση γιὰ τὸν Ἰούδα, ποὺ ἦταν συνέχεια μαζὶ μὲ τὸν Χριστό; Ὁ Ἰούδας δὲν εἶχε ταπείνωση οὔτε καλὴ διάθεση. Καὶ μετὰ τὴν προδοσία του πάλι δὲν ταπεινώθηκε· βρόντησε τὰ ἀργύρια μὲ θυμὸ καὶ ἐγωισμὸ καὶ πῆγε μὲ πονηριὰ στὴν ἀγχόνη. Καὶ οἱ Φαρισαῖοι κινήθηκαν σὰν τὸν διάβολο. Ἀφοῦ ἔγινε ἡ δουλειά τους, εἶπαν στὸν Ἰούδα: «Σὺ ὄψει» (3). Ὁ Θεὸς ἐνεργεῖ ἀνάλογα μὲ τὴν κατάσταση τοῦ ἀνθρώπου. Τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο δὲν ἐμποδίζεται ἀπὸ τίποτε. Αὐτὸ ποὺ κατάλαβα εἶναι ὅτι, ὅπου καὶ ἂν βρεθῆ κανείς, ἂν ἀγωνισθῆ φιλότιμα, μπορεῖ νὰ πετύχη τὸ ποθούμενο, τὴν σωτηρία τῆς ψυχῆς του. Ἐδῶ ὁ Λὼτ ζοῦσε μέσα στὰ Σόδομα καὶ στὰ Γόμορρα καὶ σὲ τί κατάσταση πνευματικὴ ἦταν (4)! Τώρα, εἴτε τὸ θέλουμε εἴτε δὲν τὸ θέλουμε, πρέπει νὰ ἀγωνισθοῦμε νὰ γίνουμε καλύτεροι, ὥστε νὰ ἐνεργῆ ἡ θεία Χάρις μέσα μας. Τὰ γεγονότα μᾶς ἀναγκάζουν καὶ θὰ μᾶς ἀναγκάσουν νὰ πλησιάσουμε περισσότερο στὸν Θεό, γιὰ νὰ ἔχουμε θεϊκὴ δύναμη, ὥστε νὰ ἀντιμετωπίζουμε σωστὰ κάθε κατάσταση – καὶ φυσικὰ ὁ Καλὸς Θεὸς δὲν θὰ μᾶς ἀφήση· θὰ μᾶς προστατεύση.

 

Πάντως νὰ ξέρουμε, ὅταν καλυτερεύουμε τὴν πνευματική μας κατάσταση, τότε καὶ ἐμεῖς νιώθουμε καλύτερα, ἀλλὰ καὶ τὸν Χριστὸ χαροποιοῦμε. Ποιός μπορεῖ νὰ φαντασθῆ τὴν μεγάλη χαρὰ ποὺ αἰσθάνεται ὁ Χριστός, ὅταν τὰ παιδιά Του προχωροῦν; Εὔχομαι νὰ κάνουν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι πνευματικὴ προκοπὴ καὶ νὰ ἑνωθοῦν μὲ τὸν Χριστό, ποὺ εἶναι τὸ Α καὶ τὸ Ω. Ὅταν ἀπὸ τὸ Α καὶ τὸ Ω ἐξαρτᾶται ὅλη ἡ ζωή μας, τότε ὅλα εἶναι ἁγιασμένα.

 

 

1) Βλ. Α´ Τιμ. 6, 12.

2) Ὁ συνηθέστερος ὅρος στὴν Ἁγία Γραφὴ καὶ τὴν ἐκκλησιαστικὴ γραμματεία, ὁ ὁποῖος δηλώνει τὸν ἀρχηγὸ τῶν  ἐκπεσόντων πονηρῶν πνευμάτων.

3) Βλ. Ματθ. 27, 4.

4) Βλ. Γέν. 19, 1 κ.ἑ.

 

 

  

ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ

  

(Οἱ ἄνθρωποι ποὺ ἀρχίζουν νὰ ἔχουν τὴν καλὴ ἀνησυχία) Νὰ διαβάσουν πρῶτα τὸ Εὐαγγέλιο, γιὰ νὰ μάθουν τί θὰ πῆ Χριστός. Νὰ συγκλονισθοῦν λίγο, καὶ ὕστερα νὰ διαβάσουν τὴν Παλαιὰ Διαθήκη. Ξέρεις τί κόπος εἶναι, ὅταν δὲν ἔχουν διαβάσει τίποτε καὶ σοῦ ζητοῦν βοήθεια; Σὰν νὰ πηγαίνη ἕνα παιδὶ τοῦ Δημοτικοῦ Σχολείου σὲ καθηγητὴ Πανεπιστημίου καὶ νὰ τοῦ λέη: «Βοήθησέ με». Τί νὰ τοῦ πῆ ὁ καθηγητής; «Ἕνα καὶ ἕνα ἴσον δύο»; Ἄλλοι πάλι δὲν ἔχουν τὴν καλὴ ἀνησυχία· ἔρχονται καὶ λένε: «Δὲν ἔχω κανένα πρόβλημα, μιὰ χαρὰ εἶμαι, Πάτερ, ἁπλῶς πέρασα νὰ σὲ δῶ». Ποτὲ ὁ ἄνθρωπος δὲν μπορεῖ νὰ πῆ ὅτι δὲν ἔχει τίποτε. Κάτι θὰ ἔχη. Ὁ ἀγώνας γιὰ πνευματικὴ ζωὴ δὲν τελειώνει ποτέ. Ἢ μερικοὶ μοῦ λένε: «Νὰ μᾶς πῆς πνευματικά». Σὰν νὰ πᾶνε στὸν μπακάλη καὶ τοῦ λένε: «Δῶσ' μας ψώνια». Τὰ χάνει καὶ ὁ μπακάλης. Δὲν ἔχουν κάτι τὸ συγκεκριμένο νὰ ζητήσουν καὶ νὰ ποῦν «μοῦ χρειάζεται τόση ζάχαρη, τόσο ρύζι κ.λπ.», ἀλλὰ λένε «δῶσ' μας ψώνια». Ἢ σὰν νὰ πᾶνε στὸν φαρμακοποιὸ καὶ τοῦ λένε «δῶσ' μας φάρμακα!», χωρὶς νὰ τοῦ ποῦνε προηγουμένως ἀπὸ τί πάσχουν ἢ ἂν πῆγαν στὸν γιατρὸ καὶ τί τοὺς εἶπε ὁ γιατρός. Ἄντε τώρα νὰ βρῆς ἄκρη! Βλέπεις, ἐκεῖνος ποὺ ἔχει πνευματικὴ ἀνησυχία, βρίσκει τί τοῦ λείπει, τὸ ζητάει καὶ ὠφελεῖται. Ἐγώ, ὡς ἀρχάριος, ὅταν διάβαζα κάτι, τὸ ἀντέγραφα, γιὰ νὰ μὴν τὸ ξεχάσω, καὶ προσπαθοῦσα νὰ τὸ ἐφαρμόσω. Δὲν διάβαζα, γιὰ νὰ περνάω εὐχάριστα τὴν ὥρα μου. Ὑπῆρχε μέσα μου ἡ καλὴ ἀνησυχία καί, ὅταν δὲν καταλάβαινα κάτι, ρωτοῦσα νὰ μάθω πῶς εἶναι. Λίγο διάβαζα, πολὺ ἤλεγχα τὸν ἑαυτό μου μὲ αὐτὰ ποὺ διάβαζα. «Ποῦ βρίσκομαι; Τί κάνω;». Κάθιζα τὸν ἑαυτό μου στὸ σκαμνί. Δὲν τὰ περνοῦσα αὐτὰ ποὺ διάβαζα ἔτσι ἀφορολόγητα.

 

Σήμερα οἱ ἄνθρωποι καταλήγουν ἀπὸ τὴν πολλὴ μελέτη νὰ εἶναι μαγνητόφωνα καὶ νὰ γεμίζουν τὶς κασσέττες τους μὲ περιττὰ πράγματα. «Ἡ ἄνευ πράξεως» ὅμως διδασκαλία εἶναι κατὰ τὸν Ἀββᾶ Ἰσαὰκ «παρακαταθήκη ἐντροπῆς» (1). Βλέπεις, πολλοὶ ποὺ ἐνδιαφέρονται γιὰ τὸν ἀθλητισμὸ διαβάζουν ἀθλητικὰ περιοδικὰ ἢ ἐφημερίδες καὶ κάθονται. Μπορεῖ νὰ εἶναι σὰν τὰ μοσχάρια, ἀλλὰ θαυμάζουν τοὺς ἀθλητές: «Ἄ, καταπληκτικὸς αὐτός, λένε, μπράβο! Ὤ!...». Δὲν χύνουν ὅμως λίγο ἱδρώτα οὔτε χάνουν κανένα κιλὸ βάρος. Διαβάζουν–διαβάζουν ἀθλητικὰ καὶ ξαπλώνουν· ἔτσι δὲν ὠφελοῦνται. Μένουν μὲ τὴν εὐχαρίστηση τοῦ διαβάσματος. Οἱ κοσμικοί, ἄλλοι διαβάζουν ἐφημερίδα, ἄλλοι διαβάζουν ἕνα ρομάντζο, μιὰ περιπέτεια, ἄλλοι παρακολουθοῦν στὸ γήπεδο πῶς παίζουν, καὶ περνᾶνε τὴν ὥρα τους. Τὸ ἴδιο κάνουν καὶ μερικοὶ ποὺ διαβάζουν πνευματικά. Μπορεῖ νὰ ξενυχτοῦν καὶ νὰ διαβάζουν πνευματικὰ βιβλία μὲ μανία καὶ νὰ εὐχαριστιοῦνται. Παίρνουν ἕνα πνευματικὸ βιβλίο, κάθονται καὶ λίγο ἀναπαυτικὰ καὶ διαβάζουν. «Ὠφελήθηκα», λέει ὁ ἄλλος. Καλύτερα πὲς ὅτι εὐχαριστήθηκες, ὅτι πέρασες εὐχάριστα τὴν ὥρα σου. Γιατὶ αὐτὸ δὲν εἶναι ὠφέλεια. Ὠφελεῖσαι, μόνον ὅταν δῆς τί λέει αὐτὸ ποὺ διαβάζεις, ἐλέγχης τὸν ἑαυτό σου καὶ προσπαθῆς νὰ τὸν ζορίζης στὴν ἐφαρμογή: «Τί λέει αὐτὸ ποὺ διάβασα; Ἐγὼ ποῦ βρίσκομαι πνευματικά; Τί πρέπει νὰ κάνω;». Ὕστερα, ὅσο περισσότερα μαθαίνει κανείς, τόσο περισσότερη εὐθύνη ἔχει. Δὲν λέω νὰ μὴ διαβάζη, γιὰ νὰ μὴν ξέρη πολλὰ καὶ νὰ μὴν ἔχη εὐθύνη, γιατὶ αὐτὸ εἶναι πονηριά, ἀλλὰ νὰ μὴ διαβάζη μόνο γιὰ νὰ εὐχαριστιέται. Τὸ κακὸ εἶναι ὅτι, ἂν διαβάζη καὶ ἔχη δυνατὴ μνήμη, θυμᾶται πολλά, μπορεῖ καὶ νὰ λέη καὶ πολλὰ καὶ νὰ ξεγελάη τὸν ἑαυτό του, νὰ νομίζη δηλαδὴ ὅτι τὰ ἐφαρμόζει κιόλας. Ἔτσι δημιουργεῖ ψευδαίσθηση καὶ στὸν ἑαυτό του καὶ στοὺς ἄλλους. Γι᾿ αὐτὸ μὴν ἀναπαύετε τὸν λογισμό σας στὰ πολλὰ διαβάσματα. Νὰ στραφῆτε στὴν ἐφαρμογή. Τὰ πολλὰ διαβάσματα μορφώνουν ἐγκυκλοπαιδικά. Ἔτσι δὲν λέγεται;

 

Σκοπὸς ὅμως εἶναι πῶς θὰ μορφωθῶ θεοκεντρικά. Δὲν πάω νὰ γίνω καθηγητὴς Πανεπιστημίου, ὥστε νὰ εἶμαι ὑποχρεωμένος νὰ ξέρω πολλά. Ἀλλὰ καὶ ἂν μοῦ χρειασθῆ κάτι ἀπὸ τὴν ἄλλη γνώση, εὔκολα θὰ τὸ μάθω, ὅταν ἀποκτήσω τὴν θεοκεντρικὴ μόρφωση.

(Ὅταν ἔχη κανεὶς περισπασμό) Νὰ διαβάση λίγο, κάτι πολὺ δυνατό, γιὰ νὰ θερμανθῆ ἡ ψυχή. Ἔτσι καπακώνονται οἱ μέριμνες καὶ ὁ νοῦς μεταφέρεται σὲ θεῖο χῶρο. Ἀλλιῶς πάει ὁ νοῦς σ᾿ αὐτὴν ἢ σ᾿ ἐκείνη τὴν δουλειά, ἐκεῖ ποὺ σύχναζε τὶς περισσότερες ὧρες.

 

Δὲν βοηθοῦν στὴν πνευματικὴ ζωὴ τὰ μυθιστορήματα ἢ ἡ ἐφημερίδα καὶ ἡ τηλεόραση. Πολλὲς φορὲς ἀκόμη καὶ μερικὰ θρησκευτικὰ περιοδικὰ κάνουν ζημιὰ στοὺς Χριστιανούς, γιατὶ διεγείρουν τὸν μωρὸ ζῆλο καὶ προκαλοῦν σύγχυση. Προσέξτε· μὴ διαβάζετε περιττὰ πράγματα τὶς ἐλεύθερες ὧρες σας. Μερικὰ ἀναγνώσματα εἶναι σὰν νὰ τρῶς νεροκολοκύθες, σὰν νὰ ψάχνης στὰ ἄχυρα, νὰ βρῆς ἕνα σπυρὶ σιτάρι. Λένε μερικοί: «Ναί, ἀλλὰ αὐτὰ μὲ ξεκουράζουν». Μὰ πῶς σὲ ξεκουράζουν, εὐλογημένε, ἀφοῦ σὲ ζαλίζουν καὶ πονοῦν τὰ μάτια σου; Καλύτερα νὰ κοιμηθῆς, γιὰ νὰ ξεκουρασθῆς. Ἀπὸ τὸ τί διαβάζει κανείς, θὰ καταλάβης τὴν πνευματική του κατάσταση. Ἂν εἶναι πολὺ κοσμικός, θὰ διαβάζη περιοδικὰ αἰσχρά. Ἂν εἶναι λίγο κοσμικός, θὰ διαβάζη λιγώτερο βρώμικα ἢ ἐφημερίδες. Ἂν θρησκεύη, θὰ διαβάζη θρησκευτικὰ ἔντυπα ἢ σύγχρονα θρησκευτικὰ βιβλία ἢ πατερικὰ κ.ο.κ.

 

Πολὺ ὠφελοῦν τὰ διάφορα πατερικὰ βιβλία, ποὺ στὶς μέρες μας, δόξα τῷ Θεῷ, κυκλοφοροῦν κατὰ χιλιάδες. Σ᾿ αὐτὰ βρίσκει κανεὶς ὅ,τι ποθεῖ, ὅ,τι τοῦ χρειάζεται. Εἶναι γνήσια πνευματικὴ τροφὴ καὶ ὁδηγοῦν μὲ ἀσφάλεια στὸν πνευματικὸ δρόμο. Γιὰ νὰ βοηθήσουν ὅμως, πρέπει νὰ διαβάζωνται μὲ ταπείνωση καὶ προσευχή. Τὰ πατερικὰ κείμενα μοιάζουν μὲ ἀξονικὲς τομογραφίες, γιατὶ ὅπως σ' ἐκεῖνες φωτογραφίζεται ἡ σωματικὴ κατάσταση τοῦ ἀνθρώπου, ἔτσι καὶ σ' αὐτὰ φωτογραφίζεται ἡ πνευματική του κατάσταση. Κάθε πρόταση τῶν πατερικῶν κειμένων δὲν κρύβει ἕνα ἀλλὰ πολλὰ νοήματα, καὶ καθένας τὰ καταλαβαίνει ἀνάλογα μὲ τὴν πνευματική του κατάσταση. Καλὸ εἶναι νὰ διαβάζη κανεὶς κείμενο καὶ ὄχι μετάφραση, ἐπειδὴ ὁ μεταφραστὴς ἑρμηνεύει τὸ πρωτότυπο ἀνάλογα μὲ τὴν δική του πνευματικότητα. Πάντως, γιὰ νὰ κατανοήση κανεὶς τοὺς Πατέρες, πρέπει νὰ σφίξη τὸν ἑαυτό του, νὰ συγκεντρώση τὸν νοῦ του καὶ νὰ ζῆ πνευματικά, γιατὶ τὸ πνεῦμα τῶν Πατέρων γίνεται ἀντιληπτὸ μόνο μὲ τὸ πνεῦμα. Εἰδικὰ οἱ Ἀσκητικοὶ Λόγοι τοῦ Ἀββᾶ Ἰσαὰκ τοῦ Σύρου πολὺ βοηθοῦν, ἀλλὰ χρειάζεται νὰ τοὺς μελετάη λίγο–λίγο, γιὰ νὰ ἀφομοιώνη τὴν τροφή. Ὁ Εὐεργετινὸς (2) εἶναι εὐεργεσία μεγάλη, γιατὶ μποροῦμε νὰ γνωρίσουμε ὅλο τὸ πνεῦμα τῶν Ἁγίων Πατέρων. Βοηθάει, γιατὶ περιγράφει τοὺς ἀγῶνες τῶν Πατέρων γιὰ ὅλα τὰ πάθη μὲ τὴν σειρά, καὶ ἡ ψυχὴ γνωρίζει πῶς ἐκεῖνοι δούλεψαν καὶ βοηθιέται. Τὰ Συναξάρια πάλι εἶναι ἁγιασμένη ἱστορία, γι' αὐτὸ πολὺ βοηθοῦν – ἰδίως τὰ παιδιά – , ἀλλὰ νὰ μὴν τὰ διαβάζουμε σὰν ἱστορίες.

 

Δὲν χρειάζεται νὰ ἔχουμε γνώση πολλή, γιὰ νὰ ἀποκτήσουμε εὐλάβεια. Ἐὰν τὰ λίγα ποὺ ξέρουμε τὰ συλλογιζώμαστε, θὰ κεντηθῆ ἡ καρδιά. Ἕνας ἀπὸ ἕνα τροπάριο τινάζεται στὸν ἀέρα, καὶ ἄλλος τὰ ξέρει ὅλα ἀπ' ἔξω καὶ δὲν νιώθει τίποτε, γιατὶ κινεῖται ἔξω ἀπὸ τὴν πνευματικὴ πραγματικότητα. Διαβάζετε λοιπὸν Πατέρες, ἔστω μιὰ ἢ δυὸ γραμμὲς τὴν ἡμέρα. Εἶναι βιταμίνες πολὺ δυναμωτικές.

 

 

1) Ἀββᾶ Ἰσαὰκ τοῦ Σύρου, Οἱ Ἀσκητικοὶ Λόγοι, Λόγος Α´, σ. 6.

2) Γνωστὴ ἀνθολογία ἀσκητικῶν καὶ πατερικῶν κειμένων ποὺ φιλοτεχνήθηκε ἀπὸ τὸν Ὅσιο Παῦλο τὸν Εὐεργετινό, ἱδρυτὴ καὶ κτίτορα τῆς περίφημης Ἱερᾶς Μονῆς τῆς Εὐεργέτιδος στὴν Κωνσταντινούπολη.

 

 

  

«ΟΙ ΑΛΗΘΙΝΟΙ ΠΡΟΣΚΥΝΗΤΑΙ»

 

Μερικοὶ λένε: «Σ᾿ αὐτὸν τὸν Ναὸ τὸν μικρό, τὸν κατανυκτικό, ζῶ τὴν Θεία Λειτουργία· στὸν μεγάλο Ναὸ δὲν τὴν ζῶ. Ἂν εἶναι κανένα ἐξωκλήσι σοβατισμένο ἄσπρο, δὲν νιώθω τίποτε· ἂν ὅμως εἶναι ἁγιογραφημένο, ἔχη καλὸ τέμπλο κ.λπ., ἐκεῖ ζῶ τὴν Θεία Λειτουργία!». Αὐτὰ εἶναι γιὰ ἕναν ἄνθρωπο ποὺ δὲν ἔχει ὄρεξη νὰ φάη καὶ τοῦ βάζεις λίγο ἁλάτι, λίγο πιπέρι, γιὰ νὰ τοῦ ἔρθη ἡ ὄρεξη.

 

Ναί, δὲν λέω, βοηθοῦν καὶ αὐτά, ἀλλὰ νὰ μὴ σκαλώνη κανεὶς σ' αὐτά. Διαφορετικά, μὲ μαγικὸ τρόπο θὰ ζητᾶ ὁ ἄνθρωπος νὰ ζήση τὸν Χριστό. Θὰ ζητᾶ κελλὶ σκοτεινό, κανδήλι μὲ χαμηλὸ φῶς, κατανυκτικὸ Ναό. Χωρὶς αὐτὰ δὲν θὰ μπορῆ νὰ προσευχηθῆ. Ἢ στὸ τραῖνο βρίσκεται ἢ στὴν σπηλιὰ ἢ στὸν δρόμο, νὰ εἶναι τὸ ἴδιο γι' αὐτόν. Ὁ Θεὸς τὸν κάθε ἄνθρωπο τὸν ἔχει κάνει καὶ ἕνα ἐκκλησάκι (1) καὶ μπορεῖ νὰ τὸ φέρνη παντοῦ μαζί του.

Ὅλοι ψάχνουν τὴν ἀνάπαυση, ἀλλὰ ἡ ἀνάπαυση ἔρχεται ἀπὸ μέσα μας. Καὶ αὐτοὶ οἱ καημένοι ποὺ πᾶνε ἀπὸ προσκύνημα σὲ προσκύνημα ψάχνουν νὰ βροῦν τὸν Χριστό, ἐνῶ ὁ Χριστὸς εἶναι κοντά τους. Καὶ ἐνῶ μποροῦν νὰ Τὸν βροῦν χωρὶς κόπο, κουράζονται καὶ τελικὰ δὲν Τὸν βρίσκουν. Ἕνας σωστὸς πνευματικὸς ἄνθρωπος δὲν ἀναπαύεται νὰ γυρίζη καὶ νὰ βλέπη διάφορα ἀξιοθέατα. Αὐτὸ εἶναι γιὰ ὅσους ὑποφέρουν, γιὰ νὰ ξεχνοῦν λίγο τὴν στενοχώρια τους. Ἕνας πνευματικὸς ἄνθρωπος ποὺ ἔχει τὴν θεία παρηγοριὰ δὲν τὰ χρειάζεται αὐτά. Καὶ ἂν δὲν ἔχη τὴν θεία παρηγοριὰ μέσα του, τότε δὲν διαφέρει ἀπὸ τὸν κοσμικό. Οἱ βλέψεις του καὶ τὰ ἐνδιαφέροντά του θὰ εἶναι πάλι κοσμικά· δὲν θὰ εἶναι πνευματικά. Πάλι θὰ κοιτάζη πῶς νὰ ἀναπαυθῆ μὲ κάτι τὸ κοσμικό.

 

Πολλοὶ ἔρχονται στὸ Ἅγιον Ὄρος, ἐπισκέπτονται διάφορους Πατέρες, ἐνθουσιάζονται μὲ αὐτὰ ποὺ ἀκοῦν ἀπὸ τὸν καθένα, τὰ ἑρμηνεύουν μὲ τὸν δικό τους τρόπο, τὰ μπλέκουν καὶ λένε κιόλας: «Πολὺ καλὰ περάσαμε». Ἐνῶ, ἂν ἐπισκέπτονταν ἕναν Πατέρα, τὸν συμβουλεύονταν καὶ προσπαθοῦσαν νὰ ἐφαρμόσουν ὅ,τι τοὺς εἶπε, θὰ εἶχαν θετικὴ βοήθεια. Τώρα αὐτὸ ποὺ κάνουν εἶναι ἕνας πνευματικὸς τουρισμός· χάνουν τὶς ὧρες τους, ταλαιπωροῦνται ἄσκοπα καὶ δὲν ὠφελοῦνται. Πόσο ξεκούραστο θὰ ἦταν, ἂν στέκονταν σὲ ἕναν Πατέρα καὶ ἐφήρμοζαν ὅ,τι ἄκουσαν! Διότι τότε θὰ ἔνιωθαν τὴν ἐσωτερικὴ ξεκούραση, ἐνῶ τώρα γυρίζουν ἀπὸ τόπο σὲ τόπο καὶ ξεκουράζονται ἀπὸ τὰ πράσινα τοπία τοῦ Ἁγίου Ὄρους σὰν κοσμικοί.

 

Εἶναι καὶ μερικοὶ ποὺ λένε: «Θὰ πάω στὴν μία Παναγία, θὰ πάω στὴν ἄλλη Παναγία!». Ἡ Παναγία εἶναι μία. Δὲν εἶναι ὅτι τὸ κάνουν ἀπὸ εὐλάβεια, ἀλλὰ γιατὶ θέλουν νὰ βγοῦν ἔξω, νὰ ξεσκάσουν. Ἀπὸ ἐκεῖ νὰ καταλάβης ὅτι οἱ ἄνθρωποι δὲν ἔχουν ἠρεμία. Ἂν δὲν ἔχη κανεὶς εὐλάβεια, ταπείνωση, καὶ μέσα στὸ Κουβούκλιο τοῦ Παναγίου Τάφου νὰ τὸν βάλης, τίποτε δὲν θὰ δῆ. Ἐνῶ, ἂν ἔχη εὐλάβεια, καὶ στὸν Γολγοθᾶ μπορεῖ νὰ δῆ τὸ Ἅγιο Φῶς. Κάποτε ἕνας δόκιμος ἀπὸ τὴν Ἱερὰ Μονὴ τοῦ Ἁγίου Σάββα πῆγε τὸ Μέγα Σάββατο νὰ πάρη Ἅγιο Φῶς ἀπὸ τὸν Πανάγιο Τάφο γιὰ τὸ μοναστήρι του – ὑπάρχει συνήθεια νὰ στέλνουν τὰ γύρω μοναστήρια μοναχούς, γιὰ νὰ πάρουν τὸ Ἅγιο Φῶς. Αὐτὸς ἔκανε μιὰ πονηριά· ἐπειδὴ φοροῦσε ράσα, παραμέρισε τοὺς κοσμικοὺς καὶ μπῆκε μπροστά. Ὕστερα, ὅταν ἦρθαν κάποιοι κληρικοί, τὸν παραμέρισαν αὐτόν, ἐπειδὴ ἦταν κανονισμένο ποιός θὰ καθήση ἐδῶ, ποιός ἐκεῖ. Τότε τὰ ἔβαλε μὲ τὸν ἑαυτό του ὁ δόκιμος: «Βρὲ ταλαίπωρε ἁμαρτωλέ, χαμένε ἄνθρωπε, μὲ ὅλα τὰ χάλια σου προχώρησες καὶ μπροστά; Νὰ τσακιστῆς νὰ φύγης ἀπὸ ἐδῶ. Οὔτε μέσα στὸν Ναὸ δὲν εἶσαι ἄξιος νὰ μείνης». Τὰ πίστευε αὐτὰ ποὺ ἔλεγε. Βγῆκε λοιπὸν ἔξω ἀπὸ τὸν Ναὸ καὶ παρακαλοῦσε τὸν Χριστό: «Χριστέ μου, Σὲ παρακαλῶ, ἂς μὲ ἀνεχθῆς νὰ πάω σὲ κανένα ἄλλο προσκύνημα». Καὶ πῆγε μετὰ πιὸ πάνω στὸν Γολγοθᾶ. Ἐκεῖ ἐλεεινολογοῦσε πάλι τὸν ἑαυτό του: «Ἀκοῦς, νὰ κάνω τέτοια πονηριά! Ἐπειδὴ φοράω ράσα, παραμέρισα ἐγὼ ὁ ἐλεεινὸς τοὺς ἄλλους ποὺ εἶναι καλύτεροι ἀπὸ μένα...». Καὶ ἐνῶ ἐλεεινολογοῦσε τὸν ἑαυτό του, βγῆκε σὲ μιὰ στιγμὴ ἀπὸ τὸν Ἅγιο Γολγοθᾶ, σὰν ἀστραπή, ἕνα δυνατὸ φῶς ποὺ τὸν διέλυσε. Τότε ὁ καημένος εἶπε: «Κατέβηκε τὸ Ἅγιο Φῶς». Πῆγε, πῆρε Ἅγιο Φῶς μὲ τὸ φαναράκι του ἀπὸ ᾿κεῖ καὶ ἔφυγε.

 

Σήμερα, ἂν πᾶς (στοὺς Ἁγίους Τόπους), γιὰ νὰ ὠφεληθῆς λίγο, πρέπει νὰ βλαφθῆς πολὺ μέσα στὰ τραῖνα, στὰ ἀεροπλάνα, στὰ ξενοδοχεῖα. Ὅλα ἔχουν κοσμικοποιηθῆ. Τί θὰ ὠφεληθῆ κανείς, ἂν πάη σὲ ἕναν πνευματικὸ χῶρο καὶ δῆ καὶ μιὰ μεγάλη κοσμικὴ ἀταξία; Πρέπει νὰ εἶναι πολὺ δυνατός, γιὰ νὰ τὰ ἀξιοποιήση ὅλα πρὸς τὸ καλό. Καὶ ἐκεῖ στὰ προσκυνήματα αὐτὸς ποὺ μιλάει καὶ ἐξηγεῖ, ὅταν πηγαίνουν μὲ γκρούπ, εἶναι καλύτερα σὲ μερικὲς περιπτώσεις νὰ μὴ μιλάη. Γιατὶ δὲν λέει μὲ εὐλάβεια λ.χ. «αὐτὴ εἶναι ἡ Γεθσημανῆ, ἐδῶ εἶναι ὁ Πανάγιος Τάφος κ.λπ.», ἀλλὰ ἀρχίζει βρρρρ: «Ἐδῶ εἶναι αὐτό, ἐκεῖ εἶναι τὸ ἄλλο, τώρα θὰ πᾶμε στὴν Βηθλεέμ, ὅπου ἦρθαν οἱ Μάγοι ἀπὸ τὴν Περσία», καὶ σιγὰ-σιγὰ πάει τοὺς προσκυνητὲς στό... Κουβέιτ! Ἔτσι δὲν ἀφήνει καὶ ἕναν ποὺ διάβασε Ἁγία Γραφὴ καὶ ξέρει ὅτι ἐδῶ εἶναι ὁ Πανάγιος Τάφος, ἐκεῖ ἡ Γεθσημανῆ κ.λπ. νὰ συγκεντρωθῆ καὶ νὰ προσευχηθῆ. Αὐτὰ χρειάζονται μόνο σὲ ἕναν ποὺ δὲν διάβασε Ἁγία Γραφή, ἀλλὰ ὅσοι πᾶνε γιὰ προσκύνημα στοὺς Ἁγίους Τόπους ἔχουν διαβάσει Ἁγία Γραφή. Ἀντὶ δηλαδὴ νὰ βοηθηθοῦν οἱ ἄνθρωποι, ζαλίζονται. Ἐν τῷ μεταξὺ φεύγουν ἀμέσως ἀπὸ τὸ ἕνα προσκύνημα καὶ πᾶνε στὸ ἄλλο, καὶ οὔτε κἂν ποτίζει μέσα τους αὐτὸ ποὺ ἀκοῦν. Ἄλλο εἶναι, ὅταν κανεὶς πηγαίνη προσκύνημα μὲ πνευματικὴ συντροφιὰ καὶ πνευματικὸ συνοδὸ καὶ ἔχη κάνει προηγουμένως καὶ μιὰ ἀνάλογη προετοιμασία.

 

Ἔλεγε μιὰ Φαρασιώτισσα ποὺ ἔμενε στὰ Γιαννιτσά: «Χατζῆδες εἶναι αὐτοί; Σὲ μισὴ ὥρα πᾶνε στὰ Ἱεροσόλυμα καὶ σὲ μισὴ ὥρα γυρνᾶνε! Χατζῆδες εἶναι;». Παλιὰ οἱ καημένοι ἔμεναν στὰ προσκυνήματα καὶ ἔκαναν ἀγρυπνίες, γιὰ νὰ ὠφελοῦνται πνευματικά, ἀλλὰ καὶ γιὰ νὰ μὴν κάνουν ἔξοδα μένοντας σὲ ξενοδοχεῖα, καὶ τὰ χρήματα τὰ ἔδιναν ἐλεημοσύνη. Καὶ ἂν κανεὶς δὲν εἶχε καμμιὰ πνευματικὴ ἀλλοίωση, ὅταν ἐπέστρεφε, τοῦ ἔλεγαν: «Σκόρδο πῆγες, κρεμμύδι γύρισες». Ὁ Ἅγιος Ἀρσένιος πήγαινε κάθε δέκα χρόνια στὰ Ἱεροσόλυμα καὶ βάδιζε πέντε μέρες μὲ τὰ πόδια μέχρι τὴν Μερσίνα, γιὰ νὰ πάρη τὸ καράβι. Σήμερα σπάνια νὰ βρῆς τέτοιες περιπτώσεις. Θυμᾶμαι, εἶχε ἔρθει στὸ Καλύβι ἕνας Ρῶσος ἀπὸ τὸ Βλαδιβοστόκ, ἀπέναντι ἀπὸ τὴν Ἰαπωνία. Εἶχε τάξει νὰ πάη στοὺς Ἁγίους Τόπους μὲ τὰ πόδια. Ὅταν πῆγε νὰ πάρη εὐλογία ἀπὸ τὸν Δεσπότη του, ἐκεῖνος τοῦ εἶπε: «Δὲν εἶσαι καλά, ποὺ θὰ πᾶς μὲ τὰ πόδια». Γι' αὐτὸ πῆγε στὸ Μοναστήρι τοῦ Ζαγκὸρσκ στὴν Μόσχα καὶ πῆρε εὐλογία ἀπὸ ἕναν Στάρετς. Ξεκίνησε ἀπὸ ἐκεῖ τὸ Πάσχα μὲ τὰ πόδια καὶ ἔφθασε στὰ Ἱεροσόλυμα τὸν Ὀκτώβριο. Ἑβδομῆντα χιλιόμετρα τὴν ἡμέρα βάδιζε. Ἦρθε μετὰ καὶ στὸ Ἅγιον Ὄρος μὲ τὰ πόδια καὶ θὰ ξαναπήγαινε στὰ Ἱεροσόλυμα. Εἶχε πραγματικὸ θεῖο ἔρωτα. Ζοῦσε σὲ ἄλλον κόσμο. Ἤξερε λίγα ἑλληνικὰ καὶ συνεννοούμασταν. «Νόμιζα, μοῦ εἶπε, ὅτι θὰ εἶναι ἐκεῖ ὁ Ἀντίχριστος, γιὰ νὰ μαρτυρήσω, νὰ μοῦ κόψη τὸ κεφάλι, ἀλλὰ δὲν ἦταν! Τώρα ποὺ θὰ ξαναπάω στὰ Ἱεροσόλυμα, θὰ βάλω μιὰ μετάνοια στὸν Πανάγιο Τάφο καὶ γιὰ σένα, καὶ ἐσὺ νὰ μνημονεύης τὸ ὄνομά μου». Σηκώθηκε ἐπάνω καὶ ἔκανε μιὰ μετάνοια, γιὰ νὰ μοῦ δείξη πῶς θὰ κάνη, καὶ χτύπησε τὸ κεφάλι του πάνω σὲ μιὰ πέτρα. Ἔβλεπες μιὰ φλόγα μέσα του. Ἐνῶ ἄλλοι, ἔτσι ὅπως πᾶνε στοὺς Ἁγίους Τόπους γιὰ τουρισμὸ καὶ χωρὶς εὐλάβεια, εἶναι καλύτερα νὰ μὴν πᾶνε.

 

Πόσο ἔντονη εἶναι ἡ παρουσία τοῦ Χριστοῦ στοὺς Ἁγίους Τόπους! Στὸν δρόμο λ.χ. ποὺ πάει κανεὶς πρὸς τὸν Γολγοθᾶ αἰσθάνεται μιὰ ἀλλοίωση. Καὶ νὰ μὴν ξέρη ποῦ πηγαίνει, ἂν περπατήση ἐκεῖ, συγκλονίζεται. Ἔχει καὶ μιὰ πινακίδα ποὺ γράφει στὰ Λατινικὰ «via Dolorosa» (2). Καὶ στὸν Πανάγιο Τάφο βλέπεις διάφορους ἀνθρώπους· μιὰ ποικιλία. Ἄλλοι εἶναι κληρικοί, ἄλλοι κοσμικοί, ἄλλοι ντυμένοι σεμνά, ἄλλοι ἄσεμνα, ἄλλοι μὲ μακριὰ ροῦχα, ἄλλοι μὲ κοντά, ἄλλοι σχεδὸν χωρὶς ροῦχα, ἄλλοι κουρεμένοι, ἄλλοι μὲ μαλλιὰ μακριά... Διάφορος κόσμος, διάφορες μόδες, διάφορες φυλές, ἀπὸ διάφορα δόγματα· ἄλλος Ρωμαιοκαθολικός, ἄλλος Ἀρμένιος, ἀλλὰ ὅλοι πηγαίνουν καὶ προσκυνοῦν ἐκεῖ! Μοῦ ἔκανε ἐντύπωση! Εἶναι συγκινητικό. Ἀλλὰ πρέπει νὰ τὰ μελετᾶ κανεὶς ὅλα αὐτὰ μὲ καλὸ λογισμό, γιὰ νὰ συγκινῆται καὶ νὰ τὸν ἀνεβάζουν πνευματικά.

 

Ἐγὼ δὲν ἔχω πάει οὔτε σὲ ὅλα τὰ μοναστήρια τοῦ Ἁγίου Ὄρους οὔτε σὲ πολλὰ προσκυνήματα. Δὲν πῆγα λ.χ. στὸν Ἅγιο Ἰωάννη τὸν Ρῶσο· αὐτὸ ὅμως δὲν σημαίνει ὅτι δὲν εὐλαβοῦμαι τὸν Ἅγιο. Καλὰ εἶναι νὰ ἔχουμε τὴν εὐλάβεια γιὰ ἕναν Ἅγιο σὲ ἕνα προσκύνημα, ἀλλὰ νὰ μὴν τρέχουμε, γιὰ νὰ πᾶμε. Νὰ πηγαίνουμε, ὅταν δοθῆ κάποια εὐκαιρία ἢ ὅταν ὑπάρξη κάποιος λόγος. Σημασία ἔχει αὐτὸ ποὺ εἶπε ὁ Χριστὸς στὴν Σαμαρείτιδα: «Οἱ ἀληθινοὶ προσκυνηταὶ προσκυνήσουσι τῷ Πατρὶ ἐν πνεύματι καὶ ἀληθείᾳ».

 

 

1) Βλ. Α´ Κορ. 3, 16 καὶ 6, 19.

2) Ὁδὸς ὀδύνης.

 

 

  

Η ΣΩΤΗΡΙΑ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ ΜΑΣ

 

Ὁ σκοπὸς εἶναι ὁ ἄνθρωπος νὰ τηρῆ τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ. Ὁ πνευματικὸς ἄνθρωπος πρέπει νὰ φθάση σὲ τέτοια κατάσταση, πού, καὶ ἂν ὁ Θεὸς δὲν τοῦ δώση τὸν Παράδεισο, νὰ μὴν τὸν πειράξη. Πρέπει νὰ καταλάβουμε καλὰ ὅτι σήμερα ζοῦμε, αὔριο μπορεῖ νὰ φύγουμε, καὶ πρέπει νὰ κοιτάξουμε πῶς θὰ πᾶμε κοντὰ στὸν Χριστό. Ὅσοι κατόρθωσαν μὲ τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ νὰ γνωρίσουν τὴν ματαιότητα αὐτῆς τῆς ζωῆς ἔλαβαν τὸ μεγαλύτερο χάρισμα καὶ δὲν εἶναι ἀνάγκη νὰ ἀποκτήσουν τὸ διορατικὸ χάρισμα, γιὰ νὰ προβλέπουν τὰ μέλλοντα, διότι ἀρκετὸ εἶναι κανεὶς νὰ προβλέψη, νὰ μεριμνήση γιὰ τὴν σωτηρία τῆς ψυχῆς του καὶ νὰ λάβη τὰ καλύτερα πνευματικὰ μέτρα, γιὰ νὰ σωθῆ. Νά, βλέπεις, ὁ Χριστὸς εἶπε: «Ὅσο ἀξίζει μιὰ ψυχή, δὲν ἀξίζει ὁ κόσμος ὅλος» (1). Πόση ἀξία δηλαδὴ ἔχει μιὰ ψυχή! Γι᾿ αὐτὸ ἡ σωτηρία τῆς ψυχῆς εἶναι μεγάλο πράγμα!

 

Καὶ γιὰ νὰ ἔχη ὁ ἄνθρωπος τὴν ἐλπίδα τῆς σωτηρίας, θὰ εἶναι κάπως τακτοποιημένος. Τὸν ἄνθρωπο ποὺ ἀγωνίζεται μὲ φιλότιμο, ὅσο μπορεῖ, καὶ δὲν ἔχει διάθεση νὰ κάνη ἀταξίες, ἀλλὰ πάνω στὸν ἀγώνα του νικιέται–νικάει, νικιέται–νικάει, ὁ Θεὸς δὲν θὰ τὸν ἀφήση. Ἂν ἔχη λίγη διάθεση νὰ μὴ λυπήση τὸν Θεό, θὰ πάη στὸν Παράδεισο «μὲ τὰ παπούτσια». Ὁ φύσει Ἀγαθὸς Θεὸς θὰ τὸν σπρώξη στὸν Παράδεισο σκανδαλωδῶς. Θὰ οἰκονομήση νὰ τὸν πάρη τὴν ὥρα ποὺ βρίσκεται σὲ μετάνοια. Μπορεῖ σὲ ὅλη του τὴν ζωὴ νὰ παλεύη, ἀλλὰ ὁ Θεὸς δὲν θὰ τὸν ἀφήση· θὰ τὸν πάρη στὴν καλύτερη ὥρα.

 

Ὁ Θεὸς εἶναι καλός· θέλει ὅλοι νὰ σωθοῦμε. Ἂν ἦταν νὰ σωθοῦν μόνο λίγοι, τότε γιατί σταυρώθηκε ὁ Χριστός; Δὲν εἶναι στενὴ ἡ πύλη τοῦ Παραδείσου. Χωράει ὅλους τοὺς ἀνθρώπους ποὺ σκύβουν ταπεινὰ καὶ δὲν εἶναι φουσκωμένοι ἀπὸ ὑπερηφάνεια, ἀρκεῖ νὰ μετανοήσουν, νὰ δώσουν δηλαδὴ τὸ φορτίο τῶν ἁμαρτιῶν τους στὸν Χριστό, καὶ τότε χωροῦν νὰ περάσουν εὔκολα ἀπὸ τὴν πύλη. Ἔπειτα, ἔχουμε καὶ τὸ δικαιολογητικὸ ὅτι εἴμαστε χωματένιοι· δὲν εἴμαστε μόνον πνεῦμα ὅπως οἱ Ἄγγελοι. Εἴμαστε ὅμως ἀδικαιολόγητοι, ὅταν δὲν μετανοοῦμε καὶ δὲν πλησιάζουμε τὸν Σωτήρα μας ταπεινά. Ὁ ληστὴς στὸν σταυρὸ ἕνα «εὐλόγησον» εἶπε καὶ σώθηκε (2). Ἡ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὸ δευτερόλεπτο, ὄχι ἀπὸ τὸ λεπτό. Ὁ ἄνθρωπος μὲ ἕναν ταπεινὸ λογισμὸ σώζεται, ἐνῶ, ἂν φέρη ἕναν ὑπερήφανο λογισμό, τὰ χάνει ὅλα.

 

Ἀπὸ φιλότιμο καὶ μόνον πρέπει νὰ σωθοῦμε. Δὲν ὑπάρχει μεγαλύτερος πόνος γιὰ τὸν Θεὸ ἀπὸ τὸ νὰ δῆ τὸν ἄνθρωπο στὴν κόλαση. Νομίζω ὅτι καὶ μόνον ἡ εὐγνωμοσύνη στὸν Θεὸ γιὰ τὶς πολλές Του εὐλογίες καὶ ἡ ταπεινὴ συμπεριφορὰ μὲ ἀγάπη πρὸς τὶς εἰκόνες Του, τοὺς συνανθρώπους μας, μὲ λίγο φιλότιμο ἀγώνα, εἶναι ἀρκετά, γιὰ νὰ ἔχουμε ἀναπαυμένη τὴν ψυχή μας καὶ σ᾿ αὐτὴν τὴν ζωὴ καὶ στὴν ἄλλη (3).

 

 

1) Βλ. Ματθ. 16, 26.

2) Βλ. Λουκ. 23, 40- 43.

3) Ἐννοεῖται ὅτι ὁ Γέροντας ἀπευθύνεται σὲ Ὀρθοδόξους πιστοὺς ποὺ ἀγωνίζονται καὶ μετέχουν στὴν μυστηριακὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας.

 

 

ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ

ΛΟΓΟΙ Β'- ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΑΦΥΠΝΙΣΗ