ΔΟΓΜΑΤΙΚΗ

 

 

 

 

 

ΕΝΝΟΙΑ ΚΑΙ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑΣ ΤΟΥ ΔΟΓΜΑΤΟΣ 

 

ΟΡΙΣΜΟΣ

 

Η λέξη ''δόγμα'' προέρχεται από το ρήμα ''δοκέω-ώ'' (έχω τη γνώμη, νομίζω, κρίνω καλό) και σημαίνει απόφαση, επίσημη και αυθεντική γνώμη. Στη Θεολογία δόγματα είναι οι αλήθειες της πίστεως που πηγάζουν από την Αγία Γραφή και αναπτύσσονται μέσα στην παράδοση της Εκκλησίας με την καθοδήγηση του Αγίου Πνεύματος.

Υπό την έννοια αυτή δόγματα είναι α) όλες οι αλήθειες που πηγάζουν από την Αγία Γραφή και αναπτύσσονται μέσα στην Παράδοση της Εκκλησίας και β) οι αποφάσεις των Οικουμενικών Συνόδων που αναφέρονται σε θέματα πίστεως.


 

Η ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΔΟΓΜΑΤΙΚΗ


Χαρακτηριστικό γνώρισμα της Ορθόδοξης Θεολογίας είναι η στενή σχέση δόγματος και Αποκαλύψεως. Δεν υπάρχει κανένα δόγμα στην Ορθόδοξη Εκκλησία που να μην πηγάζει άμεσα από την Αποκάλυψη.

Αποκάλυψη εννοούμε τη φανέρωση του Θεού στον κόσμο για τη σωτηρία του ανθρώπου. Η Αποκάλυψη αυτή του Θεού πραγματοποιείται με τις ενέργειές του και εκδηλώνεται σε ολόκληρη τη φάση της θείας οικονομίας, που αρχίζει από τη δημιουργία, περνάει μέσα από την Παλαιά και την Καινή Διαθήκη και συνεχίζεται μέσα από την Εκκλησία.


Το αφετηριακό σημείο της μορφολογικής αναπτύξεως του Ορθόδοξου δόγματος βρίσκεται στην Αγία Γραφή και κυρίως μέσα στα Ευαγγέλια, όπου εκτίθεται με ασυστηματοποίητο και απλοϊκό τρόπο η αρχέγονη χριστιανική διδασκαλία. Και το πιο κατάλληλο χωρίο που να αποτελεί την πιο χαρακτηριστική διατύπωση του Ορθόδοξου δόγματος και κατά συνέπεια και την αφετηρία της μορφολογικής αναπτύξεώς του, είναι το χωρίο "και ο Λόγος σαρξ εγένετο" (Ιω. 1,14). Στο χωρίο αυτό υπάρχει συμπυκνωμένο τόσο το τριαδικό όσο και το χριστολογικό δόγμα, που είναι τα δύο θεμελιώδη δόγματα της Εκκλησίας και τα οποία διατυπώθηκαν και από τις Οικουμενικές Συνόδους. Έτσι η αρχή της χριστιανικής θεολογίας βρίσκεται στην αρχή της ιστορικής ζωής του Χριστού και ταυτίζεται με το γεγονός της Θείας Ενανθρωπήσεως.

 

Η Θεολογία κατά την Ορθόδοξη Παράδοση συνδέεται στενά με την Ορθόδοξη Πνευματικότητα, με την Ορθόδοξη δηλαδή πνευματική εμπειρία και ζωή.  Πρόκειται για δύο πλευρές της νέας πραγματικότητας που εγκαινίασε η Ενανθρώπηση του Θεού Λόγου μέσα στην ιστορία. Η Ορθόδοξη Θεολογία αποτελεί τη θεωρητική έκφραση της Ορθόδοξης Πνευματικότητας, όπως και η Ορθόδοξη Πνευματικότητα αποτελεί την πρακτική βίωση του περιεχομένου της Ορθόδοξης Θεολογίας. Έτσι θεωρία και πράξη συνδέονται άρρηκτα μέσα στην Ορθόδοξη Παράδοση. Αυτό γίνεται σαφέστερο, αν λάβουμε υπόψη ότι οι Πατέρες αντιμετώπισαν τόσο τις τριαδολογικές όσο και τις χριστολογικές αιρέσεις επισημαίνοντας κατά πρώτο και κύριο λόγο τις αρνητικές συνέπειες που είχαν για την πραγμάτωση της σωτηρίας και της θεώσεως του ανθρώπου. Και αν η Ενανθρώπηση του Θεού Λόγου αποτελεί την αρχή και τη βάση της νέας εν Χριστώ πραγματικότητας, η θέωση του ανθρώπου αποτελεί το τέλος και τον σκοπό της. Ακριβώς αυτή τη βασική αλήθεια τονίζει ο Μέγας Αθανάσιος "Αυτός γαρ (Θεός Λόγος) ενηνθρώπησεν, ίνα ημείς θεοποιηθώμεν" (περί ενανθρωπήσεως του Λόγου).

 

Η χρήση της ελληνικής φιλοσοφίας κατά την διατύπωση του χριστιανικού ορθόδοξου δόγματος από τους Πατέρες της Εκκλησίας ήταν ιστορική επιτακτική ανάγκη, γιατί οι πατέρες όφειλαν να παρουσιάσουν την ορθόδοξη πίστη μέσα στον ελληνικά σκεπτόμενο κόσμο με τα ίδια μορφολογικά στοιχεία με τα οποία παρουσίαζαν και οι αιρετικοί τις διδασκαλίες τους. Το ορθόδοξο δόγμα διατυπώθηκε από τους Πατέρες της Εκκλησίας σαν απάντηση στην πρόκληση των αιρέσεων. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι αν δεν υπήρχαν οι διάφορες αιρέσεις, οπωσδήποτε δεν θα υπήρχε μια τόσο ανεπτυγμένη μορφή στη διατύπωση του ορθόδοξου δόγματος. 

Επιπλέον η πατερική θεολογία έχει την ιστορία της. Δεν είναι μονολιθική, ούτε βάζουμε τους Πατέρες όλους σε ένα πηγάδι και αντλούμε από κει κάθε φορά ότι μας συμφέρει.

 

 

 

 

 

ΠΗΓΗ

«Ιστορία της Ορθόδοξης Θεολογίας και Πνευματικότητας»

Γεώργιου Δ. Μαρτζέλου, Θεσσαλονίκη 1988.