ΑΠΟΚΡΥΦΑ ΒΙΒΛΙΑ ΠΑΛΑΙΑΣ ΔΙΑΘΗΚΗΣ

 

 

 ΑΠΟΚΑΛΥΨΙΣ ΜΩΥΣΕΩΣ

 

ΒΙΟΣ ΑΔΑΜ ΚΑΙ ΕΥΑΣ ΚΑΙ ΑΠΟΚΑΛΥΨΙΣ ΜΩΥΣΕΩΣ

 

Η Αποκάλυψις Μωυσέως είναι ένα από τ' απόκρυφα κείμενα της Παλαιάς Διαθήκης. Πρόκειται για συλλογή αφηγήσεων με θέμα τους πρωτοπλάστους. Το βιβλίο αποτελείται από 43 κεφάλαια και είναι σύνθεση δύο ανεξάρτητων έργων ιουδαϊκής προέλευσης με παράλληλο περιεχόμενο. Τα έργα αυτά είναι ο «Βίος Αδάμ και Εύας» που διασώθηκε σε λατινική μετάφραση προερχόμενη από ελληνικό κείμενο και η «Αποκάλυψις Μωυσέως» που είναι επίσης ελληνικό έργο.

 

Τα βιβλία αυτά είναι γραμμένα για το πρώτο ζεύγος ανθρώπων της χριστιανικής μυθολογίας και αφηγούνται τα γεγονότα μετά την πτώση του Αδάμ και της Εύας μέχρι του θανάτου και της ταφής τους. Διαβάζοντας τα κείμενα αυτά, είναι εμφανές για ποιο λόγο δεν γίνανε ποτέ μέρος της Βίβλου (ούτε καν δευτεροκανονικά) αφού η θεολογία τους ξεστρατίζει από τη χριστιανική διδασκαλία (ακόμα και των πρώτων αιώνων) αλλά υπάρχουν αρκετές λεπτομέρειες που ενσωματώθηκαν στη χριστιανική μυθολογία και οι οποίες δεν υπάρχουν στη Βίβλο.

Τα απόκρυφα αυτά βιβλία εμπλουτίζουν ουσιαστικά τα πρώτα κεφάλαια της Γένεσης, συμπληρώνοντας τα κενά που αφήνει η διήγηση του βίου του Αδάμ και της Εύας. Όπως μπορεί εύκολα να καταλάβει κανείς με μια ανάγνωση, το βιβλίο αυτό δεν αλλάζει, δεν παραποιεί το πρωτότυπο κείμενο της Βίβλου. Όπου χρησιμοποιείται, παρουσιάζεται αυτούσιο νοηματικά και σε μερικές σημεία και αυτολεξεί.

 

Το ελληνικό κείμενο είναι το αποκατεστημένο κείμενο του C. Tischendorf, βάσει τριών χειρογράφων (ένα βενετικό του 13ου αιώνα και δύο βιεννέζικα του 12-14ου αι.) Ο τίτλος του κειμένου είναι "Αποκάλυψη Μωυσή", ενώ το "η ζωή του Αδάμ και της Εύας" το έδωσε στο κείμενο ο ίδιος ο Tischendorf και γρήγορα καθιερώθηκε (αφού είναι πιο περιγραφικό και το ξεχωρίζει από άλλα παρόμοια κείμενα που φέρουν το όνομα του Μωυσή, π.χ. η "ανάληψη του Μωυσή"). Το πρωτότυπο χαμένο κείμενο θεωρείται εβραϊκό του 1ου μ.Χ. αιώνα, αλλά μία από τις κύριες πηγές του Tischendorf θεωρείται ότι είχε υποστεί αρκετές χριστιανικές αλλοιώσεις, οπότε στο κείμενο εμφανίζονται και αρκετά πρωτοχριστιανικά μοτίβα. Βέβαια, το κείμενο θα μπορούσε κάλλιστα απλά να περιέχει γνωστές απόψεις φαρισαϊκών κύκλων της εποχής (όπως η ιδέα της ανάστασης) που ενισχύθηκαν από τους Χριστιανούς αντιγραφείς, όπως για παράδειγμα, έχουμε τη διαρκή χρήση του ρήματος "ανάστημι”.

Είναι φανερό πάντως ότι το κείμενο, αν και περιέχει την ιδέα της ανάστασης, δεν κάνει καμία νύξη περί μεσσιανισμού, γεγονός που ενισχύει την άποψη για την εβραϊκή του καταγωγή. Πάντως κάποια στοιχεία κοινά με τη θεολογία του Παύλου σε συνδυασμό με το γεγονός ότι και οι δύο συγγραφείς έγραψαν περίπου την ίδια περίοδο, έχουν κάνει κάποιους να πιστεύουν ότι ενδεχομένως να κινούνταν στους ίδιους ιδεολογικούς κύκλους. Τα αντίγραφα χρονολογούνται μεταξύ 3ου και 5ου αιώνα.

 

 

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ


Το κείμενο ξεκινά ορίζοντας ως συγγραφέα το Μωυσή (όπως τα περισσότερα ψευδεπίγραφα, το κείμενο ορίζει σαφώς το συγγραφέα, ή μάλλον το άτομο του οποίου το κύρος προσπαθεί να σφετεριστεί ο πλαστογράφος.). Το βιβλίο φέρεται να το έγραψε ο Μωυσής, αφού έλαβε τις πλάκες με τις 10 εντολές, όπως του τα είπε ο Αρχάγγελος Μιχαήλ.

 

Περίληψη του κειμένου

Κεφ 1-4 ● Κάιν και Άβελ
Ο Αδάμ και η Εύα κάνουνε τον Κάιν και τον Άβελ. Η Εύα βλέπει προφητικό όνειρο για τη δολοφονία του Άβελ. Ο Μιχαήλ λέει στον Αδάμ και την Εύα το περιστατικό, και τους αναγγέλει ότι ο Θεός θα τους στείλει άλλο γιο για αντικαταστάτη του Άβελ. Έπειτα η Εύα γεννάει τον Σηθ.

 

Κεφ 5-6 ● Η ασθένεια του Αδάμ
Κάποια στιγμή ο Αδάμ αρρωσταίνει και μαζεύονται οι 30 γιοι και οι 30 κόρες του για να προσευχηθούν στο Θεό, αν και εκφράζουν άγνοια για το τι είναι πόνος και ασθένεια. Ο Σηθ ρωτά τον Αδάμ μήπως αρρώστησε επειδή θυμήθηκε τον Παράδεισο και μήπως θέλει να του φέρει έναν συγκεκριμένο καρπό (εξηγείται παρακάτω). Ρωτάει επίσης πώς συνέβησαν όλα αυτά.

 

Κεφ 7-8 ● Σύντομη διήγηση της Πτώσης
Ο Αδάμ διηγείται την ιστορία της Πτώσης. Πρώτα κατηγορεί την Εύα γιατί είχε μαζί της αγγέλους να την προστατεύουν, αλλά έτυχε να ανέβουν στον ουρανό κάποια στιγμή για να λατρέψουν το Θεό και βρήκε ο εχθρός (αδιευκρίνιστος) την ευκαιρία και της έδωσε να φάει τον απαγορευμένο καρπό και μετά του έδωσε και του Αδάμ η Εύα να φάει. Έπειτα κατεβαίνει ο Θεός στον Παράδεισο με το θρόνο του και αναζητά τον Αδάμ. Έπειτα, ως τιμωρία για την παρακοή, καταριέται τον Αδάμ με 70 πληγές.

 

Κεφ 9-13 ● Ο Σηθ και το θηρίο
Έπειτα ο Αδάμ στέλνει την Εύα και τον Σηθ να πάνε έξω από τον Παράδεισο και να ζητήσουν τον καρπό που περιέχει το έλαιο του ελέους, ώστε να αλειφθεί και να αναπαυθεί και υπόσχεται δε, στον Σηθ ότι θα του πει ακριβώς πως πλανήθηκαν την πρώτη φορά. Καθώς πάνε στον Παράδεισο, ένα θηρίο χυμάει πάνω στον Σηθ και αρχίζουν και παλεύουν. Μετά από μια λεκτική αντιπαράθεση το θηρίο συμφωνεί να τους αφήσει ήσυχους μέχρι την ημέρα της κρίσεως και αφήνει τον Σηθ πληγωμένο. Φτάνοντας κοντά στον Παράδεισο, ο Σηθ και η Εύα αρχίζουν να προσεύχονται. Ο Αρχάγγελος Μιχαήλ κατεβαίνει και τους λέει ότι τον καρπό με το λάδι του ελέους δε θα δοθεί στον Αδάμ τώρα, αλλά την τελευταία ημέρα, όταν θα αναστηθούν όλοι οι απόγονοι του Αδάμ. Τέλος, τους στέλνει πίσω στον Αδάμ, λέγοντας πως σε τρεις μέρες θα πεθάνει.

 

Κεφ 14-19 ● Ο Διάβολος και ο Όφις
Όταν επιστρέφουν, ο Αδάμ ζητάει από την Εύα να τους μαζέψει όλους και να τους πει πώς εξέπεσαν από τον Παράδεισο. Η Εύα ξεκινά κατηγορώντας τον Αδάμ, επειδή ο Όφις ήταν ζώο υπό την επιτήρηση του Αδάμ. Ο Διάβολος πείθει τον Όφι να τον βοηθήσει να ξεγελάσει τον Άνθρωπο (πράγμα εύκολο, αφού ο Όφις ήταν το λιγότερο ευσεβές ζώο και απεχθανόταν να βρίσκεται στη σκιά του Ανθρώπου). Τελικά ο Όφις συμφωνεί να γίνει σκεύος του Σατανά. Έπειτα ο Σατανάς γαντζώνεται από το τείχος του Παραδείσου και, όταν οι άγγελοι που φυλάνε την Εύα ανεβαίνουν να προσκυνήσουν το Θεό, μεταμορφώνεται σε άγγελο και ξεγελάει την Εύα. Έπειτα ο Σατανάς αρχίζει να μιλά μέσω του Όφεως και πείθει την Εύα να φάει τον απαγορευμένο καρπό. Η Εύα του ανοίγει την πόρτα, αλλά εκείνος της λέει πως άλλαξε γνώμη και δε θα της δώσει να φάει (για να τη δελεάσει περισσότερο) παρά μόνο αν ορκιστεί πως θα δώσει και του Αδάμ να φάει. Η Εύα ορκίζεται και ο Σατανάς την παίρνει στην πλάτη για να φτάσει τον καρπό, τον οποίο είχε ήδη μολύνει με την κακία του.

 

Κεφ 20-30 ● Η Πτώση αναλυτικά
Η Εύα καταλαβαίνει πως είναι γυμνή και ντύνεται με τα μόνα φύλλα που βρίσκει και πηγαίνει να βρει τον Αδάμ, όπου ο Διάβολος την υποχρεώνει να τηρήσει τον όρκο της και να ταΐσει και τον Αδάμ. Έπειτα ο Θεός κατεβαίνει μεγαλοπρεπώς στον Παράδεισο και ακολουθεί η γνωστή στιχομυθία: Ο Θεός φωνάζει τον Αδάμ, αυτός απαντά ότι κρύφτηκε επειδή ντρεπόταν που ήταν γυμνός, ο Θεός ρωτά μήπως ο Αδάμ παράκουσε την εντολή του, ο Αδάμ κατηγορεί την Εύα και η Εύα το φίδι. Ο Θεός καταριέται τον Αδάμ (όπως και στη Γένεση). Ομοίως, καταριέται και την Εύα, κατηγορώντας την ως διεφθαρμένη από το Διάβολο. Επιπλέον καταριέται και τον Όφι να χάσει όλα του τα μέλη που είναι όμοια με ανθρώπου και ορίζεται η έχθρα φιδιών και ανθρώπων. Στη συνέχεια, άγγελοι πάνε να διώξουν τον Αδάμ και την Εύα, όπως τους διέταξε ο Θεός, αλλά αυτός τους παρακαλεί να τον αφήσουν να ζητήσει συγχώρεση. Τότε ο Θεός μαλώνει τους αγγέλους που σταμάτησαν την εκδίωξη, επειδή αμφέβαλαν για την εντολή του· είναι ο Θεός και ποτέ δεν κρίνει λάθος. Ο Θεός λέει στον Αδάμ ότι δεν πρόκειται να τον αφήσει στον Παράδεισο για να μη φάει από το δέντρο της ζωής, εκτός και αν παραμείνει καλός μέχρι το θάνατό του, οπότε όταν αναστηθεί, θα του δώσει να φάει από το δέντρο της ζωής. Έπειτα ο Αδάμ εκλιπαρεί για αρωματικά φυτά από τον Παράδεισο. Οι άγγελοι του δίνουν σπόρους και μετά τον διώχνουν από τον Παράδεισο μαζί με την Εύα. Εδώ η Εύα τελειώνει την ιστορία της (όλη ειπωμένη σε πρώτο πρόσωπο).

 

Κεφ 31-32 ● Ο θάνατος του Αδάμ
Εν τω μεταξύ ο Αδάμ είχε αποκοιμηθεί και ήταν η τελευταία του μέρα. Η Εύα θρηνεί και ρωτά τι θα κάνει αν πεθάνει ο Αδάμ. Ο Αδάμ ξυπνά και της λέει ότι θα ζήσουν το ίδιο χρονικό διάστημα. Έπειτα λέει στους παρευρισκόμενους, αφού πεθάνει, να μην τον αγγίξει κανείς μέχρι να έρθει άγγελος να τους πει τι θα γίνει και αναρωτιέται αν τελικά ο Θεός είναι ακόμα οργισμένος μαζί του ή θα τον συγχωρέσει.

 

Κεφ 33-35 ● Το όραμα της Εύας
Η Εύα σηκώνεται, βγαίνει έξω και αρχίζει να ζητά συγχώρεση από όλες τις ουράνιες δυνάμεις. Τότε κατεβαίνει ένας άγγελος και την καλεί να κοιτάξει στον ουρανό. Εκεί η Εύα μια ουράνια τελετή, όπου άγγελοι πέφτουν και προσκυνούν το Θεό και ζητούν να συγχωρεθεί ο Αδάμ. Το περιστατικό συγκινεί την Εύα.

 

Κεφ 36-41 ● Η κηδεία του Αδάμ
Η Εύα βλέπει τον ήλιο και το φεγγάρι να προσεύχονται για τον Αδάμ. Έπειτα οι άγγελοι αναφωνούν ενθουσιασμένοι, επειδή ο Θεός αποφάσισε να συγχωρέσει τον Αδάμ. Ένα Σεραφείμ πηγαίνει τον Αδάμ στην Αχερουσία Λίμνη για να τον πλύνει και μετά ο ίδιος ο Θεός τον παραδίδει στο Μιχαήλ για να πάει την ψυχή του στον Παράδεισο, μέχρι τον τρίτο ουρανό μέχρι την ημέρα της Κρίσεως. Όλοι τότε πέφτουν σε λήθαργο, εκτός από τον Σηθ, που βλέπει το σώμα του Αδάμ λυπημένος. Ο Θεός του λέει για να χαρεί πως όταν ο Αδάμ αναστηθεί θα τοποθετηθεί στο θρόνο του Διαβόλου και ο Διάβολος θα εκδιωχθεί. Έπειτα ο Θεός διατάζει τους τέσσερις αρχαγγέλους να θάψουν το σώμα του Αδάμ και του Άβελ, στο σημείο από όπου πήρε ο Θεός χώμα για να πλάσει τον Αδάμ. Τέλος, ο Θεός υπόσχεται ξανά στον Αδάμ ότι θα αναστηθεί και αυτός και οι απόγονοί του.

 

Κεφ 42-43 ● Ο θάνατος της Εύας
Έξι ημέρες αργότερα πεθαίνει και η Εύα. Ο Μιχαήλ παίρνει το σώμα της Εύα και το θάβει μαζί με τον Αδάμ και τον Άβελ στον Παράδεισο. Επίσης ο Μιχαήλ δίνει μερικές εντολές περί κήδευσης και θρήνου και επιστρέφει στον ουρανό δοξάζοντας το Θεό και το βιβλίο κλείνει, κλασσικά, με ένα "αμήν”.

 

 

ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΠΑΝΩ ΣΤΟ ΒΙΒΛΙΟ

 

1. Ο συγγραφέας εισάγει ένα νέο είδος παραδείσιου καρπού: τον καρπό του ελαίου του ελέους. Ο συγγραφέας μοιάζει να έχει επηρεαστεί από τη θεολογία του χρίσματος (ένα έθιμο κοινό στον Ιουδαϊσμό και το Χριστιανισμό) όπου η χάρη του Θεού μεταφέρεται μέσω λαδιού με το οποίο χρίεται ο πιστός.

2. Ο συγγραφέας δεν μπορεί να αποφασίσει αν και πόση ευθύνη φέρει η Εύα για το ολίσθημα. Είναι προφανές πως θεωρεί την Εύα ένοχη, αλλά οι προσπάθειές του να διανθίσουν το κείμενο, ουσιαστικά της αφαιρούν ευθύνη. Έτσι βλέπουμε τον Αδάμ να κατηγορεί ιδιαίτερα την Εύα και το Θεό να την τιμωρεί όπως και στη Γένεση, αλλά διαβάζουμε πως:

α) Η Εύα είχε φύλακες-αγγέλους που έφυγαν. Αυτό υπονοεί πως ο Θεός είχε λόγους να φοβάται πως οι Πρωτόπλαστοι κινδύνευαν στον Παράδεισο, ωστόσο η Εύα έμεινε αφύλακτη. Πιθανώς εδώ να έχουμε ένα λογοτεχνικό εύρημα για να φανεί πως ο Διάβολος ήταν ιδιαίτερα ύπουλος, αλλά με επιπτώσεις για την ευθύνη της Εύας.

β) Η Εύα ανοίγει την πύλη του Παραδείσου στο Διάβολο, το οποίο σημαίνει πως είτε ήταν ξεκλείδωτη και άνοιγε μόνο από μέσα ή είχαν δοθεί κλειδιά στην Εύα, παρόλο που δεν θα είχε κανένα λόγο να τα χρησιμοποιήσει. Και φυσικά εγείρεται το ερώτημα για ποιο λόγο να έχει ο Παράδεισος καν πύλη.

γ) Ο Όφις ήταν ζώο αρσενικό, οπότε έφταιγε ο Αδάμ που δεν πρόσεξε ότι έπιασε κουβέντα με το Διάβολο, αφού ήταν ευθύνη του να επιτηρεί τα αρσενικά ζώα.

δ) Δεν δελέασε η ίδια η Εύα τον Αδάμ, αλλά ο Διάβολος που μιλούσε μέσω αυτής, για να την υποχρεώσει να τηρήσει τον όρκο της.

3. Ο Διάβολος και ο Όφις διαχωρίζονται εντελώς. Στη Γένεση υπάρχει μία σύγχυση για το αν ο Όφις είναι ο Διάβολος ή αν είναι απλό ζώο. Ο συγγραφέας εδώ το λύνει κάνοντας σαφή διαχωρισμό: διαφορετικές οντότητες που συνεργάστηκαν για να προκαλέσουν την Πτώση. Βέβαια ενισχύονται στοιχεία, όπως ότι ο Όφις μιλούσε, ότι είχε και χέρια και πόδια κ.λπ. τα οποία έχασε ως τιμωρία, και ότι είχε και ελεύθερη βούληση και κακές σκέψεις, παρόλο που ήταν τμήμα της "λίαν καλής” Δημιουργίας. Το τμήμα αυτό της συνωμοσίας Διαβόλου και Όφεως είναι μεν πολύ ζωντανό, αλλά γεμάτο θεολογικά προβλήματα και αντιφάσκει έντονα με τη Βίβλο.

Ο Όφις εμφανίζεται και ως το Θηρίο που επιτίθεται στο Σηθ και υπόσχεται πως θα αφήσει τους ανθρώπους ελεύθερους μέχρι τις έσχατες ημέρες. Πάντως δεν είναι ευδιάκριτο αν υπάρχει συσχετισμός μεταξύ του Όφεως αυτού και του Θηρίου της Αποκάλυψης.

4. Ο αρχάγγελος Μιχαήλ διαδραματίζει σημαντικότατο ρόλο στην όλη διήγηση. Αναφέρεται και ως "ο άγγελος της ανθρωπότητας” και μεταφέρει διαρκώς μηνύματα μεταξύ του Θεού στους ανθρώπους. Επίσης φαίνεται και το πόσο νωρίς εμφανίζεται ο Μιχαήλ ως ο Ψυχοπομπός της Ιουδαϊκής κοσμοθεώρησης, όπως στο τμήμα όπου μεταφέρει και θάβει τον Αδάμ.

5. Στο κείμενο αυτό ο Θεός εμφανίζεται ιδιαιτέρως σκληρός. Συχνά-πυκνά διάφοροι άθεοι διαμαρτύρονται ότι ο Θεός θα μπορούσε να είχε συγχωρέσει επί τόπου τον Αδάμ και την Εύα. Οι απολογητές αντιτάσσουν ότι οι Πρωτόπλαστοι δε ζήτησαν ποτέ συγχώρεση. Εδώ λοιπόν, τα έχουμε και τα δύο. Και ζητείται συγχώρεση και δε δίδεται. Μάλιστα, όταν ο Αδάμ ζητά από τους αγγέλους να μην τον διώξουν, αλλά να τον αφήσουν να ζητήσει συγχώρεση, ο Θεός κατσαδιάζει τους αγγέλους για την ανυπακοή τους. Αυτό είναι ίσως ένα από τα βασικά σημεία που έκριναν το κείμενο ως αιρετικό.

6. Ο Παράδεισος τοποθετείται στον τρίτο ουρανό όπως και στην παύλειο θεολογία (Β Κορ. 12,2). Δεν είναι σαφές πάντως πώς επικοινωνεί ο τρίτος ουρανός με τη Γη, ώστε η έξοδος από τον Παράδεισο να μεταφράζεται με πτώση στη γη.

7. Το κείμενο περιέχει τέλος και δύο χτυπητά στοιχεία επηρεασμένα σαφώς από την αρχαιοελληνική μυθολογία:

α) Η Αχερουσία Λίμνη στην οποία το Σεραφείμ πλένει το σώμα του Αδάμ και

β) H αναφορά ότι το άρμα του Θεού σέρνεται από αετούς. Αυτό μοιάζει μάλλον επηρεασμένο από το ότι ο αετός ήταν ιερό πτηνό του Δία, καθώς στην ιουδαϊκή παράδοση ο αετός θεωρείται ακάθαρτο πτηνό (Δευτ. 14,12) και θα ήταν μάλλον ακατάλληλο για το ρόλο αυτό (στο λατινικό κείμενο το άρμα του Θεού σέρνεται από τους τέσσερις ανέμους).

8. Ο Θεός υπόσχεται στον Αδάμ ότι μετά την μελλοντική ανάσταση, θα τον τοποθετήσει επάνω στο θρόνο του Διαβόλου. Το ενδιαφέρον είναι ότι πουθενά στο κείμενο δεν αναφέρεται ο Ιησούς, έστω και έμμεσα (και ειδικά εδώ όπου θα ήταν ιδιαίτερα ταιριαστή αναφορά) το οποίο και ενισχύει την υπόθεση ότι έχουμε μία κατά βάση εβραϊκή σύνθεση.