ΘΕΟΤΟΚΟΣ ΜΑΡΙΑ - ΠΑΝΑΓΙΑ

 ΠΑΝΑΓΙΑ ΤΗΣ ΤΑΤΑΡΝΑΣ

  

ΤΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΤΗΣ ΤΑΤΑΡΝΑΣ

 

Παναγία της Τατάρνας

Η παράδοση τοποθετεί την ίδρυση του Μοναστηριού στις αρχές του 12ου αιώνα, συγκεκριμένα στο 1111. «Βασιλομονάστηρο» το αποκαλούσαν οι παλαιοί και πίστευαν πως το έχτισε η Αγία Θεοδώρα, Βασίλισσα της Άρτας. Όμως η Άγια αυτή Βασίλισσα έζησε αργότερα, τουλάχιστον μετά εκατό χρόνια. Επομένως δεν μπορεί να είναι κτητόρισσα, μπορεί όμως να βοήθησε για την ανάδειξή του. Έχομε μαρτυρίες ότι βοήθησε πολλά μοναστήρια της περιοχής. Η Ευρυτανία ήταν τότε στην επικράτειά της.

 

Το μοναστήρι βούλιαξε το 1963. Η περιοχή αναστατώθηκε με την κατολίσθηση του 1963 που είναι αδύνατο να ξεχωριστούν τα πρώτα κτίσματα απ' τα δεύτερα. Απ' αυτό το παλαιό «Βασιλομονάστηρο» πρέπει να προέρχεται η ψηφιδωτή Ιερή Εικόνα  της Άκρας Ταπεινώσης τού 12-13ου αιώνα, που σώζεται μέχρι σήμερα ως «θησαυρός απόθετος» στο Σκευοφυλάκιο της Μονής.

Γι' αυτή την Εικόνα μιλάει με πολύ σεβασμό η παράδοση. Λέει σχετικά: Απέναντι, στα βουνά του Βάλτου, πέρα απ' τον Αχελώο, κάποιος αγνός και ευλαβής βοσκός φύλαγε τα πρόβατά του. Ξαφνικά κάποιο βράδυ βλέπει έκπληκτος ένα ζωηρό φως να λάμπει στο σκοτάδι, ακριβώς απέναντι, κατά την πλευρά της Ευρυτανίας. Του έκαμε μεγάλη εντύπωση. Ο τόπος εκεί όπου φαίνονταν το φως ήξερε ότι ήταν έρημος. Το φως εκείνο ήταν λαμπρό, δεν ήταν φωτιά που μπορούσαν να ανάψουν ποιμένες την νύχτα. Την άλλη νύχτα το φως ξαναφάνηκε. Έφεγγε όλη την νύχτα. Με το χάραμα χανόταν. Ξαναφάνηκε και την τρίτη νύχτα. Κατάλαβε ο αγαθός τσοπάνης, ότι ήταν σημάδι θεϊκό. Πώς όμως να εντοπίσει το σημείο; Την ημέρα που φαινόταν ο τόπος δεν φαινόταν το φως. Την νύχτα που φαινόταν το φως, δεν διακρίνονταν η περιοχή. Και ήταν αρκετά μακριά. Ξάφνου, την τρίτη νύχτα ο νους του φωτίσθηκε. Έμπηξε στη γη μια διχάλα. Ακούμπησε πάνω σ' αυτή το ραβδί του. Στόχεψε με το ένα μάτι προς τα εκεί που φαινόταν το φως. Όταν μάτι, ραβδί και φως μπήκαν στην ίδια ευθεία, σταθεροποίησε το ραβδί. Περίμενε με αγωνία να ξημερώσει. Σαν έφεξε καλά, ξανακοιτάει και πάλι. Τώρα ο τόπος εντοπίσθηκε εύκολα. Ξεκινά γεμάτος λαχτάρα και χαρά. Περνά κολυμπώντας τον Άσπρο κι ανηφορίζει. Φθάνει σ' ένα τόπο γεμάτο βάτα. Κόβει και κόβεται, ματώνει, ξεσχίζεται, αλλ' αυτός συνεχίζει. Η επιμονή του αμείβεται. Ανάμεσα στα βάτα βρίσκει μια εικόνα μικρή. Αναγαλλιάζει. Απ' αυτή προέρχονταν το φως. Είναι με μικρές ψηφίδες ιστορημένη, μικρές σαν κεφάλι καρφίτσας. Παριστάνει τον Κύριο αμέσως μετά την Αποκαθήλωση. Είναι η Άκρα Ταπείνωση. Είναι έργο μοναδικό στον κόσμο, όπως λένε οι ειδικοί. Παλαιότερα την είχαν στην εκκλησία για προσκύνηση. Παρ' ολίγο να καταστραφεί εντελώς. Οι ευλαβείς γυναίκες ξεκολλούσαν κρυφά ψηφίδες για φυλακτά. Σε λίγο θα ‘μενε μόνο το σανίδι. Τώρα φυλάσσεται στο σκευοφυλάκιο. 

 

Το 1555 στον έρημο τόπο της Ευρυτανίας εμφανίζονται δύο πατέρες απ' την Μονή των Μεγάλων Πυλών, απ' το Μοναστήρι του Δουσίκου. Ο προηγούμενος ιερομόναχος Μεθόδιος και ο μοναχός Δαβίδ. Αυτοί αποφάσισαν να ξαναχτίσουν το μοναστήρι και να του δώσουν πάλι ζωή. Έργο δύσκολο ακόμη και με τα σημερινά δεδομένα. Δώδεκα ώρες με τα πόδια το Καρπενήσι, δώδεκα το Βραχώρι (Αγρίνιο), δώδεκα ο Κραβασαράς. Όλα κουβαλιόνται με τα μουλάρια. Αλλ' η θερμή τους πίστη θαυματούργησε. Σ' ένα χρόνο το Μοναστήρι στήθηκε.

 

Γύρω στο 1600, έχουμε τις πρώτες μαρτυρίες για συμμετοχή του μοναστηριού σε επαναστατικά κινήματα και, συγκεκριμένα, στο πρώτο από τα δύο που οργάνωσε ο μητροπολίτης Λαρίσης Διονύσιος ο Φιλόσοφος και το οποίο κατέπνιξαν οι Τούρκοι το 1601.  Μετά την καταστροφή του 1601, η Μονή Τατάρνας πέρασε μια τριαντακονταετία ερήμωσης και δυστυχίας.

Κατά την επόμενη ιστορική φάση - μετά το 1650 - που μπορεί να θεωρηθεί περίοδος ακμής, πρωταγωνίστησε ο όσιος Ευγένιος ο Αιτωλός.
Από την περίοδο αυτή γνωρίζουμε τρία ονόματα σημαντικών ηγουμένων της Μονής, οι οποίοι ανέλαβαν το αξίωμα αυτό με την καθοδήγηση του Ευγένιου. Αυτοί ήταν ο Δαμασκηνός  από το Βάλτο, ο Ιάκωβος από το Πέτα και ο Ανανίας ο οποίος διέμενε στο μοναστήρι και ονομαζόταν
δεσπότης της Τατάρνας.

Την ταραγμένη αυτή περίοδο, οπότε μεγάλο μέρος των επιχειρήσεων διεξήχθη στην Δυτική Στερεά, η Μονή Τατάρνας λόγω της θέσης της βρέθηκε στο κέντρο της εξέγερσης. Η Μονή καταστράφηκε ολοκληρωτικά το 1821. Μέχρι τότε όμως υπέστη πολλές λεηλασίες, πυρπολήσεις και αρπαγές ζώων, τόσο από τους Τούρκους διότι ήταν ύποπτο για φιλοξενία κλεφταρματωλών, όσο και από ποικίλες ληστρικές συμμορίες που λυμαίνονταν την περιοχή. Η σημαντικότερη από τις καταστροφές αυτές θα πρέπει να ήταν εκείνη του 1821, οπότε οι καλόγεροι μαζί με τον ηγούμενο Κυπριανό βοήθησαν τον Οδυσσέα Ανδρούτσο στην νικηφόρα μάχη κατά των Τούρκων, που έγινε κοντά στην γέφυρα της Τατάρνας.
Το μοναστήρι ξανακτίσθηκε μέχρι 1844 και έγινε όμοιο με το παλαιό, αλλά σε θέση που απείχε 500 μ. νότια. Όμως πολύ  γρήγορα δημιουργήθηκαν ρηγματώσεις από σεισμούς και καθιζήσεις, (ίσως γιατί είχε κτισθεί σε ακατάλληλο έδαφος),  και τελικά κατέρρευσε ολόκληρο το κτιριακό συγκρότημα κατά την εποχή δημιουργίας της τεχνητής λίμνης, το 1963.

 

Το μοναστήρι δεν ξαναβρήκε από τότε την παλαιά του αίγλη και τούτο κυρίως διότι είχαν μεταβληθεί ριζικά οι ιστορικές συνθήκες που προκάλεσαν την ακμή του στο παρελθόν. Το καινούργιο μοναστήρι άρχισε να κτίζεται το 1970, σε απόσταση 500μ. νοτιανατολικά από το παλαιό. Σήμερα υπάρχουν πενιχρά λείψανα του μοναστηριού του 1556 στην θέση Παλιομονάστηρο, ενώ κοντά σ' εκείνη του κτίσματος του 1841 έχει ανεγερθεί το Κάθισμα του Αγίου Σάββα.