ΠΑΛΑΙΑ ΔΙΑΘΗΚΗ

 

Ο ΔΑΒΙΔ ΜΕΤΑΦΕΡΕΙ ΤΗΝ ΚΙΒΩΤΟ ΤΗΣ ΔΙΑΘΗΚΗΣ ΣΤΗΝ ΙΕΡΟΥΣΑΛΗΜ

 

Ο ΔΑΒΙΔ ΜΕΤΑΦΕΡΕΙ ΤΗΝ ΚΙΒΩΤΟ ΤΗΣ ΔΙΑΘΗΚΗΣ ΣΤΗΝ ΙΕΡΟΥΣΑΛΗΜ

 

Ο Δαβίδ μεταφέρει την Κιβωτό

Μετά την κατάληψη της Ιερουσαλήμ, ο Δαβίδ κάλεσε όλο τον ισραηλιτικό λαό, καθώς και όλους τους νέους Ισραηλίτες του βασιλείου, περίπου 70.000 άντρες, για να μεταφέρουν την Κιβωτό της Διαθήκης. Ακόμη ο Δαβίδ πήρε μαζί του τους άρχοντες της φυλής Ιούδα και τους αξιωματούχους του, και πήγαν για να φέρουν από την Κιριάθ-Ιαρίμ την Κιβωτό του Κυρίου, η οποία βρισκόταν στο σπίτι του Αμιναδάβ, πάνω σ' ένα λόφο.

 

Από το σπίτι του Αμιναδάβ πήραν την Κιβωτό και την ανέβασαν σε μια καινούρια άμαξα, την οποία οδηγούσε ο Οζά και οι αδελφοί του, γιοι του Αμιναδάβ. Ο Δαβίδ κι όλοι οι Ισραηλίτες χόρευαν για να τιμήσουν τον Κύριο και τραγουδούσαν μ' όλη τους τη δύναμη, ενώ ο λαός και οι μουσικοί έπαιζαν μουσικά όργανα. Όταν έφτασαν στο αλώνι του Ναχών, ο Οζά άπλωσε το χέρι του στην Κιβωτό για να τη συγκρατήσει, γιατί τα βόδια την είχαν γείρει. Τότε οργίστηκε ο Κύριος εναντίον του και τον χτύπησε επί τόπου για την ανευλάβειά του και πέθανε. Εκείνη την ημέρα ο Δαβίδ φοβήθηκε τον Κύριο και δεν ήθελε να πάρει την Κιβωτό στην Πόλη Δαβίδ, αλλά την οδήγησε στο σπίτι του Αβεδδαρά, του Γεθθαίου.

 

Η Κιβωτός του Κυρίου έμεινε εκεί τρεις μήνες, κι ο Κύριος ευλόγησε τον Αβεδδαρά και όλη την οικογένειά του. Όταν έφεραν την είδηση στο Δαβίδ ότι ο Κύριος ευλόγησε την οικογένεια του Αβεδδαρά, καθώς κι όλα τα υπάρχοντά του, ο Δαβίδ κάλεσε όλο τον ισραηλιτικό λαό, καθώς επίσης τους ιερείς και τους Λευίτες, να καθαριστούν και να προετοιμαστούν τελετουργικά για να μεταφέρουν την Κιβωτό στο μέρος που ο Δαβίδ είχε ετοιμάσει. Μόνο οι Λευίτες μπορούσαν να μεταφέρουν την Κιβωτό, χωρίς να πάθουν τίποτα και χωρίς να τιμωρηθούν, όπως ο Κύριος τιμώρησε τον Οζά. Όλοι οι ιερείς και Λευίτες καθαρίστηκαν και εξαγνίστηκαν για να μεταφέρουν την Κιβωτό της Διαθήκης σύμφωνα με το Νόμο του Κυρίου.

Ακόμη ο Δαβίδ πήρε μαζί του τους αρχηγούς της φυλής Ιούδα, τους αρχηγούς του στρατού, τους αξιωματούχους του και τους πρεσβυτέρους του λαού, και πήγαν για να φέρουν την Κιβωτό του Κυρίου, η οποία βρισκόταν στο σπίτι του Αβεδδαρά. Πριν γίνει η μεταφορά της Κιβωτού πρόσφεραν θυσία στον Κύριο.

Έτσι οι Λευίτες σήκωσαν την Κιβωτό στους ώμους τους και ο Δαβίδ μετέφερε την Κιβωτό και την ανέβασε στην Πόλη Δαβίδ με πανηγυρική συνοδεία. Ακολουθούσε ο λαός με κραυγές αγαλλιάσεως, παίζοντας μουσικά όργανα κάτω από τους ήχους των σαλπίγγων. Ο ίδιος ο Δαβίδ χόρευε μ' όλη του τη δύναμη κι έπαιζε μουσική ενώπιον του Κυρίου, φορώντας μια λινή ιερατική ενδυμασία, όπως οι Λευίτες.

 

Όταν η Κιβωτός του Κυρίου έμπαινε στην Πόλη Δαβίδ, η γυναίκα του η Μελχόλ, έσκυψε από το παράθυρο και είδε το Δαβίδ να χορεύει και να παίζει μουσική, τότε ένιωσε βαθιά περιφρόνηση γι' αυτόν.

Έφεραν την Κιβωτό της Διαθήκης και την τοποθέτησαν στη μέση της Σκηνής που είχε στήσει ο Δαβίδ γι' αυτήν και πρόσφερε ολοκαυτώματα και θυσίες ενώπιον του Κυρίου. Στη συνέχεια ο Δαβίδ όρισε μερικούς Λευίτες να λειτουργούν  κάθε μέρα μπροστά στην Κιβωτό της Διαθήκης, να δοξάζουν, να ευχαριστούν και να υμνολογούν τον Κύριο.

Τότε ο Δαβίδ όρισε Σαδώκ ως αρχιερέα, ο οποίος μαζί με τους αδελφούς του ιερείς, υπηρετούσαν στη Σκηνή του Μαρτυρίου, που βρισκόταν στη Βαμά, κοντά στη Γαβαών, και πρόσφεραν ολοκαυτώματα πρωΐ και βράδυ, σύμφωνα με τα γραμμένα στο Νόμο, που έδωσε ο Κύριος στο όρος Σινά.

 

Μετά τη μεταφορά της Κιβωτού ο Δαβίδ επέστρεψε στο σπίτι του. Η  γυναίκα του η Μελχόλ βγήκε να τον προϋπαντήσει, και τον ειρωνεύτηκε, που ο βασιλιάς του Ισραήλ χόρευε και ξεγυμνώθηκε μπροστά στα μάτια των υπηκόων του, όπως ένας οποιοσδήποτε χορευτής. Ο Δαβίδ όμως της απάντησε: «Εγώ για να τιμήσω τον Κύριο φέρθηκα έτσι! Προς τιμήν του, λοιπόν, θα χορεύω ενώπιόν του και θα τον δοξάζω, έστω κι αν ταπεινωθώ ακόμα περισσότερο μπροστά στα μάτια σου και ενώπιον των υπηκόων μου».

 

 

Ο ΘΕΟΣ ΕΥΛΟΓΕΙ ΤΟΝ ΔΑΒΙΔ

 

Δαβίδ και Νάθαν

Μετά τη μεταφορά της Κιβωτού, ο βασιλιάς Δαβίδ εγκαταστάθηκε στο ανάκτορό του. Μια μέρα είπε ο Δαβίδ στο Νάθαν, τον προφήτη: «Εγώ κατοικώ σε παλάτι κατασκευασμένο από κέδρους, ενώ η Κιβωτός του Θεού βρίσκεται μέσα σε σκηνή». Κι έτσι σκέφτηκε να χτίσει ένα ναό, για να τοποθετήσει εκεί μέσα την Κιβωτό του Κυρίου.

Αλλά εκείνη τη νύχτα ο Κύριος είπε στον προφήτη Νάθαν:  «Πήγαινε και πες εκ μέρους μου στο δούλο μου το Δαβίδ: "θέλεις να μου χτίσεις ναό για να κατοικώ; Εγώ, από την ημέρα που έβγαλα τους Ισραηλίτες από την Αίγυπτο, δεν κατοίκησα ποτέ σε ναό. Εγώ ο Κύριος, λοιπόν, σου αναγγέλλω πως εγώ θα σου χτίσω οίκο. Όταν τελειώσουν οι μέρες σου της ζωής σου, θα αναδείξω διάδοχο μετά από σένα ένα γιο που θα κατάγεται από σένα, και θα διατηρήσω σταθερή τη βασιλεία του. Αυτός θα μου χτίσει ναό κι εγώ θα στερεώσω το θρόνο του για πάντα. Οι απόγονοί του θα βασιλεύουν μετά από σένα για πάντα, κι ο θρόνος του θα παραμένει ακατάλυτος παντοτινά"».

Ο Νάθαν ανάγγειλε στο Δαβίδ όλους αυτούς τους λόγους του Κυρίου. Τότε ο βασιλιάς Δαβίδ μπήκε μέσα στη σκηνή, παρουσιάστηκε ενώπιον του Κυρίου και προσευχήθηκε.