ΠΑΛΑΙΑ ΔΙΑΘΗΚΗ

 

Η ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΤΟΥ ΔΑΒΙΔ

 

Η ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΤΟΥ ΔΑΒΙΔ

 

Ο βασιλιάς Δαβίδ

Ο Δαβίδ ήταν 30 ετών όταν έγινε βασιλιάς όλου του Ισραήλ και βασίλεψε 40 χρόνια. Εφτά χρόνια και έξι μήνες ήταν βασιλιάς της φυλής Ιούδα, στη Χεβρών, και 33 τρία χρόνια ήταν βασιλιάς όλου του Ισραήλ στην Ιερουσαλήμ.

Ο Δαβίδ είναι ο σπουδαιότερος από όλους τους βασιλείς του Ισραήλ. Εκτός από το ότι ένωσε κάτω από την εξουσία του όλους τους Ισραηλίτες στα χρόνια της μακράς βασιλείας του (1012-972 π.Χ.), επέκτεινε το κράτος του, αφού εξουδετέρωσε όλουε τους εχθρούς των Ισραηλιτών, τους Φιλισταίους, τους Μωαβίτες, τους Αραμαίους, τους Αμμωνίτες, τους Εδωμίτες, τους Αμαληκίτες και τους Σύρους. Κατέστησε το κράτος του αξιοσέβαστο, μεγάλη και υπολογίσιμη δύναμη ανάμεσα στα άλλα κράτη της εποχής του. Σπουδαία κίνησή του υπήρξε η κατάληψη της Ιερουσαλήμ, την οποία έκανε πρωτεύουσα του βασιλείου του. Η Ιερουσαλήμ, που ονομάστηκε και «Πόλη Δαβίδ», θα γίνει από τότε το κέντρο της ζωής των Ισραηλιτών.

Στη συνέχεια έχτισε κι άλλα οχυρωματικά έργα, καθώς επίσης και την κατοικία του. με μια θριαμβευτική πομπή μετέφερε και τοποθέτησε την Κιβωτό της Διαθήκης σε μια σκηνή δίπλα στο παλάτι του.

 

Ο Δαβίδ βασίλεψε σε όλο το Ισραήλ και οργάνωσε το βασίλειό του. Δίκαζε κι απέδιδε το δίκαιο σε όλους αμερόληπτα. Τοποθέτησε ικανά στελέχη σε όλες τις κρατικές και στρατιωτικές θέσεις. Όλους τους μάχιμους Ισραηλίτες ο Δαβίδ τους είχε χωρίσει σε δώδεκα τμήματα και κάθε τμήμα αποτελούνταν από 24.000 άνδρες. Κάθε μήνα ο διοικητής του κάθε σώματος αναλάμβανε τη διοίκηση όλων των στρατιωτικών τμημάτων.

 

Στη Χεβρών ο Δαβίδ απέκτησε αρκετούς γιους. Πρωτότοκος ήταν ο Αμνών από την Αχινόομ. Δεύτερος ήταν ο Δαλουΐα ή Δαμνιήλ από την Αβιγαία. Τρίτος ο Αβεσσαλώμ, που ήταν γιος της Μααχά, κόρης του Θολμί, βασιλιά της Γεδσούρ.  Τέταρτος ήταν ο Ορνία ή Αδωνία από την Φεγγίθ ή Αγγίθ. Πέμπτος ο Σαβατία ή Σαφατία από την Αβιτάλ. Και έκτος ο Ιεθεραάμ ή Ιεθραάμ από την Αιγλά ή Αγλά. Από την Μααχά ο Δαβίδ είχε και μία κόρη τη Θημάρ.

Ο Δαβίδ μετά τον ερχομό του στην Ιερουσαλήμ, πήρε κι άλλες γυναίκες και παλλακίδες και συζύγους, από τις οποίες απέκτησε κι άλλους γιους και κόρες. Ο κυριότερος όμως ήταν ο Σολομών, που τον διαδέχτηκε στο θρόνο.

 

Ο πολεμικός αυτός βασιλιάς υπήρξε και ευαίσθητος ποιητής, καθώς και μεγάλος προφήτης. Ο τίτλος του "προφητάνακτα" - προφήτη και βασιλιά μαζί - που του δόθηκε, αποδίδει την πολυδιάστατη προσωπικότητα του. Οι περισσότεροι από τους Ψαλμούς θεωρούνται δικοί του, ενώ ορισμένοι από αυτούς προφητικά αναφέρονται στην έλευση του Μεσσία (μεσσιανικοί ψαλμοί). Τ' όνομά του στην καρδιά των Ισραηλιτών, συνδέθηκε με την ακλόνητη πεποίθηση, ότι από τη γενιά του θα καταγόταν ο Μεσσίας.

Δυστυχώς όμως η ισχύς του αξιώματός του τον οδήγησε κάποιες φορές σε κατάχρηση εξουσίας και σε μεγάλα λάθη. Γι' αυτό και ενώ μετάνιωσε πικρά για όσα έκανε παρακούοντας το θέλημα του Θεού, ο Θεός δεν τον αξίωσε να εκπληρώσει το όνειρο της ζωής του: να οικοδομήσει ναό, προκειμένου να στεγάσει το ιερότερο αντικείμενο του ισραηλιτικού λαού, την Κιβωτό της Διαθήκης. Καρπός της μετάνοιάς του αποτελεί ο 50ος Ψαλμός.