ΠΑΛΑΙΑ ΔΙΑΘΗΚΗ

 

 ΟΙ ΠΡΩΤΟΙ ΚΡΙΤΕΣ

 

Η ΔΕΒΒΩΡΑ ΚΑΙ Ο ΒΑΡΑΚ 

 

Η Δεββώρα

Οι Ισραηλίτες είχαν δυσαρεστήσει με τις πράξεις τους τον Κύριο, και ο Κύριος τους παρέδωσε στον Ιαβίν, έναν Χαναναίο βασιλιά. Αρχηγός του στρατού των Χαναναίων ήταν ο Σισάρα, ο οποίος είχε εννιακόσιες σιδερένιες άμαξες και καταπίεζε σκληρά τους Ισραηλίτες είκοσι ολόκληρα χρόνια. Έτσι οι Ισραηλίτες επικαλέστηκαν τον Κύριο να τους ελευθερώσει.

 

Εκείνο τον καιρό Κριτής του Ισραήλ ήταν η προφήτισσα Δεββώρα. Αυτή καθόταν συνήθως κάτω από έναν φοίνικα, μεταξύ των πόλεων Ραμά και Βαιθήλ, στην ορεινή περιοχή της φυλής Εφραΐμ, και οι Ισραηλίτες πήγαιναν σ' αυτήν για να δικάζει τις υποθέσεις τους. Μια μέρα η Δεββώρα έστειλε και κάλεσε το Βαράκ από την Κάδης, και του έδωσε την εντολή να πάρει μαζί του δέκα χιλιάδες άντρες από τις φυλές Νεφθαλί και Ζαβουλών και να πάει στο όρος Θαβώρ, και να επιτεθεί  στον Σισάρα, αρχιστράτηγο του Ιαβίν.

Ο Βαράκ αρνήθηκε να πάει χωρίς τη Δεββώρα, η οποία τελικά τον συνόδευσε στη μάχη. Έτσι ο Βαράκ συγκέντρωσε δέκα χιλιάδες άντρες από τις φυλές Ζαβουλών και Νεφθαλί και μαζί με τη Δεββώρα, ανέβηκαν στο όρος Θαβώρ.

 

Όταν ανάγγειλαν στον Σισάρα ότι ο Βαράκ, ανέβαινε στο όρος Θαβώρ,  αυτός συγκέντρωσε τις εννιακόσιες σιδερένιες άμαξες του, και όλο το στρατό του, και πήγε να συναντήσει το Βαράκ.

Ο Βαράκ κατέβηκε από το όρος Θαβώρ με τις δέκα χιλιάδες άντρες πίσω του κι όταν αυτός εξαπέλυσε επίθεση, ο Κύριος προκάλεσε σύγχυση στο στρατό του Σισάρα. Ο ίδιος κατέβηκε από το αμάξι του κι έφυγε πεζός. Αλλά ο Βαράκ καταδίωξε τις άμαξες και το στρατό των εχθρών και κατέσφαξε όλους τους στρατιώτες του Σισάρα.

Ο Σισάρα κατέφυγε τρέχοντας στη σκηνή μιας Ισραηλίτισσας, της Ιαήλ, που εκείνο τον καιρό είχε φιλικές σχέσεις με τους Χαναναίους. Η Ιαήλ έκρυψε το Σισάρα στη σκηνή της κάτω από ένα σκέπασμα. Ο Σισάρα αποκαμωμένος καθώς ήταν κοιμήθηκε βαθιά. Τότε η Ιαήλ πήρε έναν πάσσαλο από τη σκηνή κι ένα σφυρί, πλησίασε αθόρυβα κι έμπηξε το παλούκι στο μηνίγγι του, έτσι που καρφώθηκε στη γη κι ο Σισάρα πέθανε.

Τότε έφτασε κι ο Βαράκ που καταδίωκε το Σισάρα. Η Ιαήλ τον καλοδέχτηκε και του έδειξε το Σισάρα που ήταν νεκρός μέσα στη σκηνή της.

Από την ημέρα εκείνη οι Ισραηλίτες εξαπέλυαν όλο και πιο ορμητικές επιθέσεις εναντίον του Ιαβίν, ωσότου τον εξουδετέρωσαν. Και η χώρα ησύχασε για σαράντα χρόνια.

 

 

Ο ΓΕΔΕΩΝ 

 

Ο Γεδεών

Οι Ισραηλίτες είχαν δυσαρεστήσει πάλι τον Κύριο με τις πράξεις τους κι ο Κύριος τους παρέδωσε στους Μαδιανίτες για εφτά χρόνια.  Οι Μαδιανίτες καταπίεζαν σκληρά τους Ισραηλίτες κι αυτοί για να προστατευτούν έφτιαξαν κρησφύγετα πάνω στα βουνά, σπηλιές και οχυρά.  Όποτε οι Ισραηλίτες έσπερναν, οι Μαδιανίτες και διάφοροι νομάδες της Ανατολής έκαναν επιδρομές εναντίον τους. Στρατοπέδευαν στα χωράφια τους και κατέστρεφαν τις καλλιέργειες και τα κοπάδια τους.

Εξαιτίας, λοιπόν, των Μαδιανιτών οι Ισραηλίτες είχαν τρομερά εξαθλιωθεί και επικαλέστηκαν τον Κύριο.

 

Τότε ήρθε ο άγγελος του Κυρίου στο νεαρό ακόμη Γεδεών και του είπε «Ο Κύριος είναι μαζί σου, γενναίε πολεμιστή. Με τη δύναμη που έχεις, πήγαινε, και θα ελευθερώσεις τον Ισραήλ από τους Μαδιανίτες».

Ο Γεδεών αποκρίθηκε «Μα πώς, κύριε μου, θα γλιτώσω εγώ τον Ισραήλ; Η οικογένειά μου είναι η πιο ταπεινή ανάμεσα στη φυλή Μανασσή κι εγώ ο πιο μικρός της οικογένειας του πατέρα μου».

Τότε του είπε ο άγγελος: «Ναι, αλλά εγώ θα είμαι μαζί σου, και θα νικήσεις τους Μαδιανίτες σαν να 'ταν ένας μόνον άνθρωπος».

Ο Γεδεών, με εντολή του Κυρίου, κατάστρεψε το θυσιαστήριο του Βάαλ, που είχαν χτίσει οι συμπατριώτες του και σε εκείνο το σημείο, έχτισε θυσιαστήριο στον Κύριο.

 

Έτσι, λοιπόν, ο Γεδεών με τις οδηγίες του Κυρίου άρχισε να ετοιμάζει στρατό για να αντιμετωπίσει τους Μαδιανίτες. Στο κάλεσμά του ανταποκρίθηκαν 33.000 στρατιώτες από όλες τις φυλές του Ισραήλ.

Με εντολή του Κυρίου όμως, διάλεξε μόνο τριακόσιους, έτσι ώστε οι Ισραηλίτες να μη καυχηθούν ότι νίκησαν με τη δική τους δύναμη, ενώ τους υπόλοιπους τους έστειλε στα σπίτια τους. 

 

Ο Γεδεών μοίρασε τους τριακόσιους άντρες σε τρία μέρη και έδωσε στον καθένα τους από μία σάλπιγγα και μία άδεια στάμνα, με μια λαμπάδα μέσα και μετά τους είπε να είναι έτοιμοι για την επίθεση.

Τη ίδια νύχτα λοιπόν, ο Γεδεών και οι εκατό άντρες του έφτασαν στην άκρη του στρατοπέδου, την ώρα που είχαν αλλάξει οι φρουροί. Τότε έδωσε το σύνθημα και σάλπισαν με τις σάλπιγγες κι έσπασαν τις στάμνες που κρατούσαν στα χέρια τους. Αμέσως σάλπισαν και τα άλλα δύο τμήματα, έσπασαν τις στάμνες και κρατώντας με το αριστερό τους χέρι τις λαμπάδες και με το δεξί τις σάλπιγγες, σάλπιζαν και φώναζαν: «Για τον Κύριο και για το Γεδεών». Πήραν όλοι θέσεις γύρω από το στρατόπεδο, ενώ μέσα, οι Μαδιανίτες νόμιζαν ότι είχαν περικυκλωθεί, φώναζαν και τράπηκαν σε φυγή πανικόβλητοι.

Όταν σάλπισαν και οι τριακόσιοι με τις σάλπιγγες, ο Κύριος έκανε ώστε μέσα στο εχθρικό στρατόπεδο ο ένας να στρέψει το ξίφος του εναντίον του άλλου και ν' αλληλοσκοτωθούν. Όσοι από τους στρατιώτες γλίτωσαν, έφυγαν πανικόβλητοι. Τότε ο Γεδεών καταδίωξε τους Μαδιανίτες, τους χτύπησε κατά τη διαφυγή τους και τους κατατρόπωσε.

Από τότε οι Μαδιανίτες υποδουλώθηκαν στους Ισραηλίτες και δε σήκωσαν πια κεφάλι. Έτσι ησύχασε η χώρα για σαράντα χρόνια, όσο δηλαδή ζούσε ο Γεδεών.

 

Ύστερα απ' αυτά οι Ισραηλίτες ζήτησαν από τον Γεδεών να τους κυβερνήσει, αλλά ο Γεδεών αρνήθηκε, λέγοντας πως δεν ήθελε να γίνει άρχοντας, αλλά άρχοντας πρέπει να είναι ο Κύριος.

Μετά το θάνατο του Γεδεών, οι Ισραηλίτες άρχισαν πάλι να λατρεύουν το Βάαλ και τον έκαναν θεό τους. Ξέχασαν τον Κύριο, που τους είχε ελευθερώσει από όλους τους εχθρούς ολόγυρα τους. Κι ούτε έδειξαν καθόλου ευγνωμοσύνη στην οικογένεια του Γεδεών, για τα όσα καλά είχε κάνει στο λαό Ισραήλ.

 

 

Ο ΙΕΦΘΑΕ 

 

Οι Ισραηλίτες έπραξαν πάλι ότι δυσαρεστεί τον Κύριο και λάτρεψαν τον Βάαλ και την Αστάρτη. Τότε οργίστηκε ο Κύριος εναντίον των Ισραηλιτών και τους παρέδωσε στους Φιλισταίους και στους Αμμωνίτες. Από τότε και για δεκαοχτώ χρόνια αυτοί καταπίεζαν και τυραννούσαν τους Ισραηλίτες, αυτούς που ήταν εγκατεστημένοι ανατολικά του Ιορδάνη, στην περιοχή της Γαλαάδ. Έτσι οι Ισραηλίτες βρέθηκαν σε μεγάλη απόγνωση και τότε επικαλέστηκαν τον Κύριο. Κι ο Κύριος δεν μπορούσε πια να υπομένει τη δυστυχία τους και τους έστειλε ως τον πιο κατάλληλο τον Ιεφθάε.

 

Έτσι οι πρεσβύτεροι της Γαλαάδ πήγαν στον Ιεφθάε και του πρότειναν να ηγηθεί των Ισραηλιτών. Ο Ιεφθάε τους είπε πως αν ο Κύριος του παραδώσει τους Αμμωνίτες, θα πρέπει να τον αποδεχτούν ως ισόβιο αρχηγό τους. Εκείνοι αποδέχτηκαν την πρόταση και ο λαός τον έκανε αρχηγό και ηγεμόνα του.

Τότε ήρθε το Πνεύμα του Κυρίου στον Ιεφθάε κι αυτός πέρασε τα σύνορα για να πολεμήσει τους Αμμωνίτες. Ο Ιεφθάε τους κατατρόπωσε κι έτσι οι Αμμωνίτες έγιναν υποτελείς στους Ισραηλίτες.

 

Μετά τη νίκη του Ιεφθάε, οι άντρες της φυλής Εφραΐμ  του διαμαρτυρήθηκαν γιατί δεν τους κάλεσε να πολεμήσουν μαζί κατά των Αμμωνιτών. Γι' αυτό τον απείλησαν ότι θα τον έκαιγαν μέσα στο σπίτι του. Αυτός τότε τους υπενθύμισε πως τους είχε καλέσει, αλλά αυτοί δεν πήγαν προς βοήθειά του.

Ο Ιεφθάε συγκέντρωσε τότε όλους τους άντρες της Γαλαάδ και πολέμησε τους Εφραιμίτες. Στη μάχη που ακολούθησε ο Ιεφθάε νίκησε τους Εφραιμίτες. Μετά τα γεγονότα αυτά ο Ιεφθάε κυβέρνησε τους Ισραηλίτες για έξι χρόνια.