ΠΑΛΑΙΑ ΔΙΑΘΗΚΗ

 

 

ΤΑ ΠΡΟΦΗΤΙΚΑ ΒΙΒΛΙΑ

ΤΗΣ ΠΑΛΑΙΑΣ ΔΙΑΘΗΚΗΣ

 

 

ΑΡΧΙΚΗ

ΠΙΣΩ

ΠΑΛΑΙΑ ΔΙΑΘΗΚΗ

ΙΣΤΟΡΙΑ Π.Δ.

ΠΡΟΣΩΠΑ Π.Δ.

ΔΙΚΑΙΟΙ Π.Δ.

ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ

ΩΣΗΕ

ΑΜΩΣ

ΜΙΧΑΙΑΣ

ΙΩΗΛ

ΟΒΔΙΟΥ

ΙΩΝΑΣ

ΝΑΟΥΜ

ΑΒΒΑΚΟΥΜ ΣΟΦΟΝΙΑΣ ΑΓΓΑΙΟΣ ΖΑΧΑΡΙΑΣ
ΜΑΛΑΧΙΑΣ

ΗΣΑΪΑΣ

ΙΕΡΕΜΙΑΣ

ΒΑΡΟΥΧ

ΘΡΗΝΟΙ ΙΕΡΕΜΙΟΥ

ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΙΕΡΕΜΙΟΥ ΙΕΖΕΚΙΗΛ ΔΑΝΙΗΛ

 

 

ΩΣΗΕ

 

Στην ελληνική μετάφραση των Εβδομήκοντα (Ο') το έργο κατατάσσεται στα Προφητικά Βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης, στην υποομάδα «Δώδεκα Προφήτες». Ανάλογη θέση κατέχει και στην Εβραϊκή Βίβλο, στην υποομάδα «μεταγενέστεροι Προφήτες» της ομάδας «Προφήτες».

 

Το βιβλίο «Ωσηέ» περιέχει το κήρυγμα και τα βιογραφικά στοιχεία του ομώνυμου προφήτη, ο οποίος καταγόταν από το βόρειο βασίλειο, του Ισραήλ, και έδρασε εκεί από τα τελευταία χρόνια της βασιλείας του Ιεροβοάμ Β' (787-747 π.Χ.) μέχρι την καταστροφή του βασιλείου (722 π.Χ.). Τη μακρά περίοδο της βασιλείας του Ιεροβοάμ Β', που εξασφάλισε στο κράτος κάποια σταθερότητα, αλλά παράλληλα συνέβαλε στην αύξηση της κοινωνικής ανισότητας και της ηθικής κατάπτωσης του λαού, τη διαδέχτηκε μια περίοδος πολιτικής αστάθειας εξαιτίας των αλλεπάλληλων πραξικοπημάτων για την εξασφάλιση του θρόνου, που επιδεινωνόταν από την αναζωπύρωση του ενδιαφέροντος των Ασσυρίων για την περιοχή και των συνεχών πολιτικών και στρατιωτικών επεμβάσεών τους που οδήγησαν τελικά στην κατάλυση του βόρειου βασιλείου.

 

Το βιβλίο αρχίζει με αναφορά στην άτυχη οικογενειακή ζωή του προφήτη. Ο Ωσηέ παντρεύεται κατ' εντολή του Θεού μια γυναίκα με την οποία αποκτά τρία παιδιά και η οποία στη συνέχεια τον εγκαταλείπει. Παρ' όλα αυτά ο προφήτης τη συγχωρεί και τη δέχεται ύστερα από δοκιμασία και πάλι. Στη συνέχεια περιέχεται μια εκτενής προφητεία με την οποία ελέγχεται ο λαός για την αποστασία του από το Θεό και εξαγγέλλεται η αναπόφευκτη καταστροφή. Παρ' όλα αυτά ο Θεός καλεί τον Ισραήλ να επιστρέψει και υπόσχεται συγχώρηση.

 

Το οικογενειακό δράμα του προφήτη του προσφέρει το κλειδί για την ερμηνεία των σχέσεων Θεού - Ισραήλ. Όπως η σύζυγος του Ωσηέ, παρά τη μεγάλη αγάπη που της δείχνει ο προφήτης, τον εγκαταλείπει για να εξασφαλίσει καλύτερη και πιο άνετη ζωή, έτσι και ο Ισραήλ, παρά την αγάπη που του έδειξε ο Θεός, τον εγκαταλείπει αναζητώντας ασφάλεια και ειρήνη στις συμμαχίες με τους Ασσυρίους και τους Αιγυπτίους, στηρίζοντας τις ελπίδες του στα οχυρωματικά έργα και βρίσκοντας πνευματική πλήρωση στην ειδωλολατρία. Τα παραπάνω συνιστούν για τον προφήτη ένα είδος πορνείας, η οποία οφείλεται στην αδυναμία του λαού να συλλάβει το πραγματικό νόημα της αγάπης και της επίγνωσης του Θεού.

Έτσι, η βάση της διαθήκης δεν είναι η τήρηση νομικών και τελετουργικών υποχρεώσεων, αλλά η αγάπη που συνδέει το Θεό με τον Ισραήλ και η αναγνώριση από το λαό της παρουσίας του Θεού στην ιστορία του. Παρ' όλα αυτά ο Θεός εξακολουθεί να αγαπά τον Ισραήλ, γι' αυτό μετά τη δοκιμασία θα οδηγήσει και πάλι το λαό του στην ανανέωση της διαθήκης και της αποκατάστασης των σχέσεων τους.

 

 

 

ΑΜΩΣ

 

Το έργο κατατάσσεται στα Προφητικά Βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης, στην υποομάδα «Δώδεκα Προφήτες». Ανάλογη θέση κατέχει και στην Εβραϊκή Βίβλο, στην υποομάδα «μεταγενέστεροι Προφήτες» της ομάδας «Προφήτες».

 

Ο Αμώς, οι λόγοι του οποίου περιέχονται στο ομώνυμο βιβλίο, ήταν κτηνοτρόφος και καταγόταν από την περιοχή του βασιλείου του Ιούδα, αλλά έδρασε ως προφήτης στο βόρειο βασίλειο του Ισραήλ, κατά τα μέσα της βασιλείας του Ιεροβοάμ Β' (787-747 π.Χ.). Η δράση του συμπίπτει σε μια περίοδο, όπου στη χώρα υπήρχε μεγάλη κοινωνική ανισότητα. Η υψηλή φορολογία είχε ως αποτέλεσμα τη συγκέντρωση της ιδιοκτησίας γης στα χέρια μιας μικρής αλλά ισχυρής τάξης γαιοκτημόνων, ενώ η μεγάλη μάζα του πληθυσμού της υπαίθρου υπέφερε από τη φτώχεια και την καταπίεση των πλουσίων.

Το περιεχόμενο του μηνύματος του Αμώς αναφέρεται σε μεγάλο βαθμό στην κοινωνική κατάσταση της εποχής του. Η αυξανόμενη κοινωνική αδικία και καταπίεση σημαίνει για τον προφήτη απόρριψη της διαθήκης και ισοδυναμεί, παρά την προσφορά θυσιών στο Θεό με ειδωλολατρία. Σ' αυτήν την κοινωνία, που φαινομενικά ευδαιμονεί και νιώθει ασφαλής, καλείται ο Αμώς, για να προειδοποιήσει ότι η κρίση του Θεού, που θα εκδηλωθεί με πόλεμο και εξορία, πλησιάζει. Ο λαός του Θεού θα αντιμετωπίσει την ίδια τιμωρία με τους γειτονικούς του λαούς.

Μέσα από μια σειρά οραμάτων ο Θεός αποκαλύπτει στον προφήτη το επικείμενο τέλος του βασιλείου του Ισραήλ, που θα επέλθει ως συνέπεια της αδιαφορίας του λαού για όσα ο νόμος του Θεού προβλέπει υπέρ των φτωχών και των αδυνάτων.

 

 

 

ΜΙΧΑΙΑΣ

 

Το έργο κατατάσσεται στα Προφητικά Βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης, στην υποομάδα «Δώδεκα Προφήτες». Ανάλογη θέση κατέχει και στην Εβραϊκή Βίβλο, στην υποομάδα «μεταγενέστεροι Προφήτες» της ομάδας «Προφήτες».

 

Ο προφήτης Μιχαίας, τις προφητείες του οποίου περιέχει το ομώνυμο βιβλίο, ήταν σύγχρονος του προφήτη Ησαΐα, καταγόταν, όπως και ο Αμώς, από αγροτική περιοχή και έδρασε κατά τα τέλη του 8ου π.Χ. αιώνα στην Ιερουσαλήμ, σε μια περίοδο που το βασίλειο του Ιούδα υπέφερε από τις συνεχείς επεμβάσεις των Ασσυρίων.

Το βιβλίο αρχίζει με προφητείες κατά του Ισραήλ και του Ιούδα. Με ιδιαίτερη δριμύτητα στρέφεται στη συνέχεια ο προφήτης κατά των πολιτικών και κυρίως των πνευματικών ηγετών του λαού, τους ιερείς και προπάντων τους ψευδοπροφήτες. Η ειδωλολατρία και η ηθική κατάπτωση θα οδηγήσουν αναπότρεπτα στην καταστροφή, από την οποία μόνον ένα ευσεβές υπόλοιπο θα διασωθεί, για να ακολουθήσει η εποχή της αποκατάστασης με ηγέτη τον ειρηνικό ποιμένα τον Μεσσία, κατά την οποία η Ιερουσαλήμ θα αναδειχθεί σε κέντρο της παγκόσμιας ειρήνης και της αποκάλυψης του Θεού προς τα έθνη. Μετά τα παρηγορητικά μηνύματα ο προφήτης επανέρχεται στη σκληρή κριτική του και στις απειλητικές προρρήσεις, για να κλείσει με μια νέα προφητεία αποκατάστασης.

Το μήνυμα του Μιχαία συνδυάζει το περί δικαιοσύνης του Θεού κήρυγμα του Αμώς με την περί αγάπης διδασκαλία του Ωσηέ αποκαλύπτοντας ταυτόχρονα το αληθινό νόημα  της θρησκείας. Αυτό που ζητά ο Θεός από τον άνθρωπο αποκαλύπτεται στο τρίπτυχο: δικαιοσύνη - αγάπη - υπακοή στο θείο θέλημα.

 

 

 

ΙΩΗΛ

 

Το έργο κατατάσσεται στα Προφητικά Βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης, στην υποομάδα «Δώδεκα Προφήτες». Ανάλογη θέση κατέχει και στην Εβραϊκή Βίβλο, στην υποομάδα «μεταγενέστεροι Προφήτες» της ομάδας «Προφήτες».

 

Το βιβλίο "Ιωήλ" περιέχει τις προφητείες του ομώνυμου προφήτη σχετικά με το θέμα της ημέρας της κρίσεως του Κυρίου. Ο Ιωήλ έδρασε στην Ιερουσαλήμ, αλλά δεν αναφέρονται άλλα στοιχεία ούτε για τον ίδιο ούτε για την εποχή της δράσης του.

Μια ιδιαίτερα καταστροφική επιδρομή ακρίδων, ερμηνεύεται από τον προφήτη ως προάγγελος της ημέρας της κρίσεως του Κυρίου. Ο λαός θρηνεί και μετανοεί και ο Θεός σώζει τη χώρα, υποσχόμενος ταυτόχρονα ευφορία της γης και έκχυση του Πνεύματος στο λαό του. Για τους γύρω λαούς όμως η απειλή εξακολουθεί να ισχύει.

Το θέμα της ημέρας της κρίσεως του Κυρίου κατέχει κεντρική θέση στην εσχατολογία του Ισραήλ. Ο προφήτης όμως δεν εξαγγέλλει μόνο καταστροφή, αλλά υποδεικνύει και τον τρόπο αποφυγής της με τη μετάνοια και την επιστροφή στο Θεό. Ιδιαίτερη θέση στο εσχατολογικό όραμα του προφήτη κατέχει η έκχυση του Πνεύματος ως σημείο της τελικής αποκατάστασης.

 

 

 

ΟΒΔΙΟΥ

 

Το έργο κατατάσσεται στα Προφητικά Βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης, στην υποομάδα «Δώδεκα Προφήτες». Ανάλογη θέση κατέχει και στην Εβραϊκή Βίβλο, στην υποομάδα «μεταγενέστεροι Προφήτες» της ομάδας «Προφήτες».

Το βιβλίο «Οβδιού» είναι το μικρότερο της Παλαιάς Διαθήκης με 21 μόνο στίχους. Για τον προφήτη Οβδιού ή Αβδιού δεν περιέχονται βιογραφικά στοιχεία στο κείμενο.

 

Αφορμή της προφητείας που περιέχεται στο βιβλίο αποτελεί η εχθρική συμπεριφορά των Εδωμιτών προς τους Ιουδαίους κατά τη διάρκεια και μετά την καταστροφή της Ιερουσαλήμ από τους Βαβυλώνιους. Ο προφήτης εξαγγέλλει ότι αναμένει τους Εδωμίτες η ίδια τύχη με τους κατοίκους του Ιούδα και της Ιερουσαλήμ, εναντίον των οποίων συνέπραξαν με τους Βαβυλώνιους, διέπραξαν λεηλασίες και επέδειξαν χαιρεκακία.

Ο προφήτης παρηγορεί τους ηπημένους και απελπισμένους συμπατριώτες του προαναγγέλλοντας την παραδειγματική τιμωρία της Εδώμ και εξαγγέλλοντας την αποκατάσταση της Ιερουσαλήμ.

 

 

 

ΙΩΝΑΣ

 

Το έργο κατατάσσεται στα Προφητικά Βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης, στην υποομάδα «Δώδεκα Προφήτες». Ανάλογη θέση κατέχει και στην Εβραϊκή Βίβλο, στην υποομάδα «μεταγενέστεροι Προφήτες» της ομάδας «Προφήτες».

Το βιβλίο «Ιωνάς» διαφοροποιείται από τα υπόλοιπα προφητικά έργα, καθώς δεν συνιστά συλλογή προφητειών αλλά αφήγηση ενός επεισοδίου της ζωής του ομώνυμου προφήτη.

 

Σύμφωνα με το βιβλίο, ο Ιωνάς αποστέλλεται από το Θεό στη Νινευή για να κηρύξει στους αμαρτωλούς κατοίκους της την επερχόμενη καταστροφή. Ο προφήτης προσπαθεί να αποφύγει την αποστολή του και δραπετεύει με ένα καράβι που ταξίδευε δυτικά. Με θαυματουργική επέμβαση του Θεού ο Ιωνάς φέρει τελικά σε πέρας την αποστολή του, αλλά η απρόσμενη επιτυχία του κηρύγματος του, που προκάλεσε τη μετάνοια των κατοίκων της Νινευή και τη συγχώρησή τους από το Θεό, τον γεμίζει απογοήτευση. Και πάλι με θαυματουργικό τρόπο όμως διδάσκεται ο προφήτης ότι η αγάπη του Θεού δεν περιορίζεται στον Ισραήλ, αλλά επεκτείνεται σε όλους εκείνους που μετανοούν και ζητούν τη θεία βοήθεια.

 

Έτσι, το βιβλίο προβάλλει ένα ιδιαίτερα επαναστατικό για την εποχή του μήνυμα, σε αντίθεση προς τις κυρίαρχες αντιλήψεις, όπου είχαν μία πολύ πιο στενή αντίληψη για το Θεό. Το βιβλίο διακηρύσσει το ενδιαφέρον και την αγάπη του Θεού για όλα τα πλάσματα του και την αλήθεια ότι ο λαός του Ισραήλ, όπως και ο Ιωνάς, κλήθηκε ακριβώς για να απευθύνει το μήνυμα αυτό προς όλους τους ανθρώπους.

 

 

 

ΝΑΟΥΜ

 

Το έργο κατατάσσεται στα Προφητικά Βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης, στην υποομάδα «Δώδεκα Προφήτες». Ανάλογη θέση κατέχει και στην Εβραϊκή Βίβλο, στην υποομάδα «μεταγενέστεροι Προφήτες» της ομάδας «Προφήτες».

 

Το βιβλίο «Ναούμ» περιέχει τις προφητείες του ομώνυμου προφήτη, ο οποίος έδρασε στο βασίλειο του Ιούδα, πιθανότατα μετά τα μέσα του 7ου π.Χ. αιώνα, σε μια εποχή κατά την οποία η ηγεμονία των Ασσυρίων, από την οποία για πολλές δεκαετίες υπέφεραν οι λαοί της νοτιοδυτικής Ασίας, αρχίζει να καταρρέει.

Το βιβλίο αρχίζει με την οργή του Θεού κατά των εχθρών του. Ακολουθεί μια σύντομη παρηγορητική προφητεία για το λαό του Ιούδα και στη συνέχεια παρατίθενται προφητείες κατά της Νινευή, στις οποίες προλέγεται η ατιμωτική καταστροφή της. Το 612 π.Χ., τα συνασπισμένα στρατεύματα Βαβυλωνίων και Μήδων καταλαμβάνουν τελικά τη Νινευή.

 

Το κήρυγμα του προφήτη δεν στρέφεται, όπως των άλλων προφητών της εποχής του, κατά του λαού του Ιούδα, αλλά εκφράζει τη χαρά και την ανακούφιση, καθώς και τις ελπίδες που γέννησε στους συμπατριώτες του η αναμενόμενη πτώση της Νινευή. Ο Θεός, ως κύριος της ιστορίας, τιμωρεί όσους στηρίζουν τη δύναμη τους στην ωμή βία, και δεν επιτρέπει στο κακό να θριαμβεύσει και να ανατρέψει το θείο σχέδιο για τη σωτηρία του κόσμου.

 

 

 

ΑΒΒΑΚΟΥΜ

 

Το έργο κατατάσσεται στα Προφητικά Βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης, στην υποομάδα «Δώδεκα Προφήτες». Ανάλογη θέση κατέχει και στην Εβραϊκή Βίβλο, στην υποομάδα «μεταγενέστεροι Προφήτες» της ομάδας «Προφήτες».

 

Το βιβλίο «Αββακούμ» περιέχει τις προφητείες του ομώνυμου προφήτη. Ο Αββακούμ ήταν πιθανότατα σύγχρονος του προφήτη Ιερεμία και έδρασε στην Ιερουσαλήμ, σε μια περίοδο κατά την οποία οι Βαβυλώνιοι μετά τη νίκη τους επί των Αιγυπτίων στην Χαρκεμίς (605 π.Χ.) επεκτείνουν την κυριαρχία τους στην Παλαιστίνη.

Το βιβλίο αρχίζει με ένα διάλογο ανάμεσα στον Αββακούμ και το Θεό, μέσα από τον οποίο ο προφήτης προσπαθεί να εξιχνιάσει τον τρόπο με τον οποίο ο Θεός κατευθύνει την ιστορία. Η εύλογη απορία του προφήτη συνίσταται στο γιατί ο Θεός επιλέγει τούς Χαλδαίους ως όργανα του, προκειμένου να τιμωρήσει το λαό του. Τελικά ο προφήτης διαβεβαιώνεται ότι ο Θεός δεν επιτρέπει στο άδικο να θριαμβεύσει και το βιβλίο τελειώνει με τον τελικό θρίαμβο του Θεού.

 

Η απάντηση που δίνει το βιβλίο στο ερώτημα, πώς είναι δυνατό να επιτρέπει ο άγιος και δίκαιος Κριτής την επικράτηση του κακού, είναι ότι ο Θεός μέσα από ανεξιχνίαστους για τον άνθρωπο δρόμους προετοιμάζει την τελική νίκη του δικαίου. Η διαβεβαίωση ότι ο δίκαιος άνθρωπος θα ζήσει χάρη στην εμπιστοσύνη του στο Θεό θα καταστεί βασική βιβλική σωτηριολογική διδασκαλία.

 

 

 

ΣΟΦΟΝΙΑΣ

 

Το έργο κατατάσσεται στα Προφητικά Βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης, στην υποομάδα «Δώδεκα Προφήτες». Ανάλογη θέση κατέχει και στην Εβραϊκή Βίβλο, στην υποομάδα «μεταγενέστεροι Προφήτες» της ομάδας «Προφήτες».

 

Ο προφήτης Σοφονίας, τις προφητείες του οποίου περιέχει το ομώνυμο βιβλίο, έδρασε κατά την εποχή του βασιλιά Ιωσία (639-609 π.Χ.), και μάλιστα πριν από την έναρξη της θρησκευτικής μεταρρύθμισης, σε μια περίοδο κατά την οποία κυριαρχούσε ακόμη η ειδωλολατρία, που εισήγαγε στη χώρα η υποτελής στους Ασσυρίους πολιτική του βασιλιά Μανασσή.

Ο προφήτης αναφέρεται στο θέμα της ημέρας της κρίσεως του Κυρίου. Ακολουθούν προφητείες κατά των εθνών και κατά της Ιερουσαλήμ και το βιβλίο τελειώνει με υποσχέσεις αποκατάστασης.

 

Το μήνυμα του προφήτη είναι ότι σ' αυτήν την κοινωνία, που κυριαρχεί η ειδωλολατρία, η κρίση του Θεού πλησιάζει και θα εκδηλωθεί με πόλεμο, εξορία και καταστροφή της Ιερουσαλήμ. Ο λαός του Θεού θα αντιμετωπίσει την ίδια τιμωρία με τους γειτονικούς του λαούς.

 

 

 

ΑΓΓΑΙΟΣ

 

Το έργο κατατάσσεται στα Προφητικά Βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης, στην υποομάδα «Δώδεκα Προφήτες». Ανάλογη θέση κατέχει και στην Εβραϊκή Βίβλο, στην υποομάδα «μεταγενέστεροι Προφήτες» της ομάδας «Προφήτες».

 

Το βιβλίο «Αγγαίος» περιέχει τους λόγους του ομώνυμου προφήτη, ο οποίος έδρασε στην Ιουδαία κατά το δεύτερο έτος του Πέρση βασιλιά Δαρείου Α' (520 π.Χ.). Πρόκειται για την περίοδο κατά την οποία οι Ιουδαίοι αγωνίζονται να οργανωθούν μετά την περιπέτεια της βαβυλώνιας αιχμαλωσίας με κέντρο το ναό της Ιερουσαλήμ. Ο βασιλιάς των Περσών Κύρος επέτρεψε στους Ιουδαίους να επιστρέψουν από τη Μεσοποταμία στην Ιερουσαλήμ και να ξαναχτίσουν το ναό της (538 π.Χ.), αλλά οι εργασίες οικοδόμησης, παρά τον ενθουσιασμό των πρώτων ημερών, διακόπηκαν για οικονομικούς λόγους και εξαιτίας της αντίδρασης των Σαμαρειτών. Σ' αυτήν την καθοριστική για το μέλλον του λαού του Θεού περίοδο εμφανίζονται οι προφήτες Αγγαίος και Ζαχαρίας, για να ενισχύσουν με το κήρυγμα τους τον πολιτικό διοικητή Ζοροβάβελ, τον αρχιερέα Ιησού και το λαό, ώστε να ξαναρχίσουν οι εργασίες ανοικοδόμησης του ναού της Ιερουσαλήμ.

 

Το μήνυμα του προφήτη επικεντρώνεται στην επιτακτική ανάγκη να αποκτήσει ο μεταιχμαλωσιακός Ιουδαϊσμός ένα απαραίτητο για την επιβίωση του λατρευτικό και πνευματικό κέντρο. Όταν ο λαός θα απογοητευτεί κατά την πορεία των εργασιών ανοικοδόμησης, ο προφήτης θα τον ενισχύσει εξαγγέλλοντας τη μελλοντική δόξα του ναού και την ανάδειξή του σε κέντρο της παγκόσμιας ειρήνης.

 

 

 

ΖΑΧΑΡΙΑΣ

 

Το έργο κατατάσσεται στα Προφητικά Βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης, στην υποομάδα «Δώδεκα Προφήτες». Ανάλογη θέση κατέχει και στην Εβραϊκή Βίβλο, στην υποομάδα «μεταγενέστεροι Προφήτες» της ομάδας «Προφήτες».

 

Ο προφήτης Ζαχαρίας, τα οράματα και τις προφητείες του οποίου περιέχει το ομώνυμο βιβλίο, ήταν σύγχρονος του προφήτη Αγγαίου και το κήρυγμα του είχε τον ίδιο με το κήρυγμα εκείνου βασικό στόχο: την αποπεράτωση των εργασιών ανοικοδόμησης του ναού της Ιερουσαλήμ.

Στο βιβλίο περιέχονται οράματα και προφητείες της περιόδου 520-518 π.Χ., που έχουν ως θέμα τους την αποκατάσταση του λαού του Ιούδα. Ακόμη περιέχει προφητείες με κύριο θέμα τον Μεσσία, ο οποίος εικονίζεται ως θριαμβευτής και ταυτόχρονα ειρηνικός βασιλιάς, αλλά και ταπεινός ποιμένας.

 

 

 

ΜΑΛΑΧΙΑΣ

 

Το έργο κατατάσσεται στα Προφητικά Βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης, τελευταίο στην υποομάδα «Δώδεκα Προφήτες». Ανάλογη θέση κατέχει και στην Εβραϊκή Βίβλο, στην υποομάδα «μεταγενέστεροι Προφήτες» της ομάδας «Προφήτες».

 

Το βιβλίο «Μαλαχίας» περιέχει τους λόγους του ομώνυμου προφήτη, ο οποίος έδρασε κατά την μεταιχμαλωσιακή περίοδο, μετά την αποπεράτωση της ανοικοδόμησης του ναού της Ιερουσαλήμ (515 π.Χ,).

Το περιεχόμενο του βιβλίου αποτελείται από έξι αυτοτελείς λόγους. Με τους λόγους του ο προφήτης καλεί ιερείς και λαό να ανανεώσουν την πιστότητά τους στη διαθήκη τους με το Θεό. Καταγγέλλει την αδιαφορία στην αυστηρή τήρηση των τελετουργικών διατάξεων και καταφέρεται κατά των μικτών γάμων και των διαζυγίων. Παράλληλα όμως διαβεβαιώνει ότι ο Θεός θα έρθει για να κρίνει και να εξαγνίσει το λαό του, αφού προηγουμένως στείλει τον αγγελιαφόρο του για να προετοιμάσει το δρόμο του.

 

 

 

ΗΣΑΪΑΣ

 

Στη χριστιανική Βίβλο το έργο κατατάσσεται στα Προφητικά Βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης, επικεφαλής της υποομάδας «Μεγάλοι Προφήτες», ενώ στην ιουδαϊκή Βίβλο στην ομάδα «Προφήτες» και βρίσκεται επικεφαλής της υποομάδας «Μεταγενέστεροι Προφήτες».

                                                                                                   

 Ο προφήτης Ησαΐας, με το όνομα του οποίου τιτλοφορείται το ομώνυμο βιβλίο της Παλαιάς Διαθήκης, κλήθηκε στο προφητικό αξίωμα με μεγαλειώδες όραμα το 736 π.Χ., έτος του θανάτου του βασιλιά Ουζία, και έδρασε στην Ιερουσαλήμ κατά τις τελευταίες δεκαετίες του 8ου π.Χ. αιώνα, στα χρόνια των βασιλιάδων Ιωθάμ, Άχαζ και Εζεκία.

Η δράση του συμπίπτει με μια ιδιαίτερα κρίσιμη περίοδο της ιστορίας του βασιλείου του Ιούδα. Προκειμένου να αντιμετωπιστεί η ασσυριακή επεκτατικότητα προς τα δυτικά, οι βασιλιάδες Φεκάχ του Ισραήλ και Ρεσίν των Αραμαίων συμμάχησαν και στη συμμαχία τους προσκάλεσαν και τους ηγεμόνες των γειτονικών χωρών. Η άρνηση τελικά του βασιλιά Άχαζ του Ιούδα να συμμετάσχει στη συμμαχία είχε ως συνέπεια το να βαδίσει ο συνασπισμένος στρατός Ισραηλιτών και Αραμαίων κατά της Ιερουσαλήμ. Για να αντιμετωπίσει τον κίνδυνο ο Άχαζ κάλεσε σε βοήθεια τους Ασσυρίους, οι οποίοι κατέλυσαν το αραμαϊκό βασίλειο, κατέλαβαν μεγάλα τμήματα του βόρειου βασιλείου του Ισραήλ και οδήγησαν μέρος του πληθυσμού στην αιχμαλωσία. Αλλά και ο σύμμαχος των Ασσυρίων, ο Άχαζ, κατέληξε υποτελής τους. Άμεση συνέπεια της πολιτικής υποτέλειας υπήρξε η είσοδος ειδωλολατρικών στοιχείων στην ιουδαϊκή λατρεία, τα οποία προσπάθησε να απομακρύνει ο διάδοχος του Άχαζ, Εζεκίας, επαναστατώντας κατά των Ασσυρίων και επιχειρώντας θρησκευτική μεταρρύθμιση. Οι Ασσύριοι εισέβαλαν στον Ιούδα, αλλά απέτυχαν τελικά να καταλάβουν την Ιερουσαλήμ.

 

Το περιεχόμενο του βιβλίου συνιστά μια συλλογή προφητειών που διαιρούνται σε τρεις ενότητες.

Στην πρώτη ενότητα (κεφ. 1-39) περιέχονται κυρίως απειλητικοί λόγοι κατά του βασιλείου του Ιούδα και της Ιερουσαλήμ, καθώς και κατά των γειτονικών λαών, αλλά και μεσσιανικές εξαγγελίες και εσχατολογικές προφητείες. Με το ελεγκτικό του κήρυγμα ο προφήτης καλεί το λαό του Θεού σε μετάνοια, ώστε να αποφευχθεί η επερχόμενη καταστροφή.

Στη δεύτερη ενότητα (κεφ. 40-55) υπάρχουν προρρήσεις, προτροπές και παρηγορητικοί λόγοι προς τους αιχμαλώτους στη Βαβυλώνα Ιουδαίους. Σημαντική θέση κατέχουν στην ενότητα αυτή τα τέσσερα μεσσιανικού περιεχομένου άσματα. Η καταστροφή που προαναγγέλθηκε στις προφητείες της πρώτης ενότητας επήλθε, και το κήρυγμα του προφήτη γίνεται τώρα παρηγορητικό και ελπιδοφόρο.

Η τρίτη ενότητα (κεφ. 56-66) περιέχει ενθαρρυντικούς λόγους για τους Ιουδαίους που επιστρέφουν μετά την αιχμαλωσία στη χώρα τους, ώστε να αντιμετωπίσουν τις δύσκολες καταστάσεις, καθώς και προρρήσεις για την τελική νίκη του Μεσσία και το ένδοξο μέλλον του Ισραήλ και της Ιερουσαλήμ.

 

Κεντρικό στοιχείο του κηρύγματος του προφήτη Ησαΐα είναι η αγιότητα του Θεού, η οποία αντιδιαστέλλεται προς την αμαρτωλότητα των ανθρώπων. Τονίζεται ακόμη η μοναδικότητα του Θεού, ο οποίος είναι κύριος του κόσμου και της ιστορίας, Κατά συνέπεια, η σωτηρία του Ισραήλ δεν εξασφαλίζεται από τις στρατιωτικές συμμαχίες, αλλά από την επιστροφή στο Θεό. Η αποστασία του λαού από το Θεό θα έχει αναπόφευκτη συνέπεια την κρίση του Θεού που θα εκδηλωθεί με καταστροφή. Μόνο ένα υπόλοιπο θα διασωθεί, από το οποίο θα ξαναγεννηθεί ο νέος λαός του Θεού. Τονίζεται ακόμη η ιδέα της μοναδικότητας και της παγκοσμιότητας του Θεού και προβάλλει καθαρότερα η μορφή του Μεσσία.

 

 

 

ΙΕΡΕΜΙΑΣ

 

Στη χριστιανική Βίβλο το έργο κατατάσσεται στα Προφητικά Βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης, στην υποομάδα «Μεγάλοι Προφήτες». Την ίδια θέση έχει και στην ιουδαϊκή Βίβλο, ανήκει στην ομάδα «Προφήτες» και στην υποομάδα «Μεταγενέστεροι Προφήτες». 

Ανάμεσα στο κείμενο των Ο' και το εβραϊκό υπάρχουν σημαντικές διαφορές τόσο στην έκταση (το κείμενο των Ο' είναι κατά 12% περίπου συντομότερο από το εβραϊκό) όσο και στην κατάταξη των ενοτήτων.

Στο πρώτο μέρος του βιβλίου υπάρχουν οι λόγοι και οι προφητείες κατά του Ιούδα και της Ιερουσαλήμ. Ακολουθούν οι προφητείες κατά των γειτονικών λαών, που διακόπτονται από τα βιογραφικά στοιχεία για τον προφήτη και τα δεινά που αυτός υπέστη.

                                                                                         

Ο προφήτης Ιερεμίας, στη δράση του οποίου αναφέρεται το ομώνυμο βιβλίο, έδρασε στο βασίλειο του Ιούδα, κατά τα τέλη του 7ου και τις αρχές του 6ου π.Χ. αιώνα. Καταγόταν από ιερατική οικογένεια και κλήθηκε στο προφητικό αξίωμα το 627 π.Χ. σε νεαρή ηλικία. Η εποχή της δράσης του συμπίπτει με την κατάρρευση της ηγεμονίας των Ασσυρίων και την ανάδειξη των Βαβυλωνίων σε κυρίαρχη δύναμη της Μεσοποταμίας και της ευρύτερης. Η εξασθένιση του ασσυριακού ελέγχου στην Παλαιστίνη έδωσε στο βασιλιά Ιωσία τη δυνατότητα να επεκτείνει τα όρια του κράτους του και να προχωρήσει σε θρησκευτική μεταρρύθμιση για την αποκάθαρση της ιουδαϊκής λατρείας από τα ειδωλολατρικά στοιχεία. Η ήπα και ο θάνατος του Ιωσία το 609 π.Χ. από τους Αιγυπτίους και η ήττα στη συνέχεια των Αιγυπτίων το 605 π.Χ. από τους Βαβυλώνιους είχαν ως συνέπεια να περιέλθει το βασίλειο του Ιούδα υπό βαβυλωνιακό έλεγχο. Οι προσπάθειες του βασιλιά Ιωακίμ για ανεξαρτησία όχι μόνο δεν απέδωσαν, αλλά και έφεραν στη χώρα την καταστροφή. Οι Βαβυλώνιοι κατέλαβαν την Ιερουσαλήμ και οδήγησαν το διάδοχο του Ιεχονία και μέρος του πληθυσμού στην αιχμαλωσία  το 597 π.Χ. Ο νέος βασιλιάς Σεδεκίας ακολούθησε ανάλογη με τους προκατόχους του πολιτική με αποτέλεσμα να προκαλέσει νέα εκστρατεία των Βαβυλωνίων και ολοκληρωτική καταστροφή του βασιλείου του Ιούδα και της Ιερουσαλήμ και νέα αιχμαλωσία του λαού το 587 π.Χ. Ο Ιερεμίας παρέμεινε στη χώρα μέχρι τη δολοφονία του διοικητή Γεδαλία τον οποίο είχαν τοποθετήσει εκεί οι Βαβυλώνιοι και στη συνέχεια κατέφυγε στην Αίγυπτο.

 

Τα δραματικά γεγονότα της εποχής του προφήτη και η ρευστή πολιτική κατάσταση είχαν ως συνέπεια να γίνει ο προφήτης αντιπαθής στους συγχρόνους του, καθώς ήταν υποχρεωμένος να στρέφεται κατά πάντων. Κατά των βασιλιάδων για την αλόγιστη πολιτική τους, κατά των ιερέων για την τυπολατρία, την κερδοσκοπία και το συγκρητισμό τους, κατά των ψευδοπροφητών για τις απατηλές ελπίδες που καλλιεργούσαν στο λαό, κατά των πλουσίων για την καταδυνάστευση των φτωχών και κατά του λαού για την ηθική κατάπτωση και ειδωλολατρία του. Η ζωή του κατέστη ένα διαρκές μαρτύριο με συλλήψεις, επιβουλές κατά της ζωής του, φυλακίσεις, απαγορεύσεις επισκέψεων στο ναό, κάψιμο των έργων του. Όλα αυτά γέμισαν με θλίψη τον προφήτη, επηρέασαν βαθύτατα την ψυχολογία του και έκαναν το λόγο του να είναι συνυφασμένος με το θρήνο. Με απειλές, προτροπές και παρακλήσεις προσπαθεί ο προφήτης να πείσει το λαό να επιστρέψει στο Θεό. Μη βλέποντας όμως σημάδια αλλαγής, εξαγγέλλει την κρίση του Θεού, η οποία θα εκδηλωθεί με καταστροφή, για την οποία υπεύθυνος δεν θα είναι ο Θεός αλλά ο λαός με τη συμπεριφορά του. Όργανα της παιδαγωγικής κρίσεως του Θεού θα είναι τα έθνη, που και αυτά με τη σειρά τους θα τιμωρηθούν, γιατί παρεξήγησαν το ρόλο που τους ανέθεσε ο Θεός και έδειξαν εκδικητικότητα απέναντι στο λαό του Ιούδα. Παρ' όλα αυτά ο προφήτης βλέπει και πέρα από την καταστροφή. Οραματίζεται την αποκατάσταση του λαού και εξαγγέλλει τη σύναψη μιας νέας διαθήκης, που θα καθορίζει πλέον τη σχέση του Θεού, όχι με το λαό ως σύνολο αλλά με τον καθένα ξεχωριστά και που θα είναι γραμμένη όχι σε πλάκες αλλά στην καρδιά του καθένα. Τη σύναψη της νέας αυτής διαθήκης θα επιβεβαιώσει ό ίδιος ο Χριστός κατά το μυστικό δείπνο.

 

 

 

ΒΑΡΟΥΧ

 

Το εβραϊκό πρωτότυπο του κειμένου χάθηκε και το έργο σώζεται μόνο σε μεταγενέστερη ελληνική μετάφραση, οπότε δεν συμπεριλαμβάνεται στα βιβλία της Εβραϊκής Βίβλου. Στη μετάφραση των Εβδομήκοντα (Ό') κατατάσσεται στα "Προφητικά Βιβλία" της Παλαιάς Διαθήκης.

 

Το βιβλίο «Βαρούχ» συνιστά ένα κείμενο το οποίο έστειλε ο μαθητής και γραμματέας του προφήτη Ιερεμία, Βαρούχ, από τη Βαβυλώνα, όπου ζούσε μεταξύ των εξόριστων Ιουδαίων, προς τους συμπατριώτες του στην Ιερουσαλήμ, για να διαβάζεται κατά τις λατρευτικές συνάξεις.

Το κύριο μέρος του βιβλίου αρχίζει με εκτενή προσευχή, στην οποία οι εξόριστοι Ιουδαίοι αναγνωρίζουν ότι αιτία των δεινών τους είναι η αποστασία τους από το Θεό και δηλώνουν τη μετάνοια τους. Ακολουθεί ένα εγκώμιο της σοφίας, η οποία ταυτίζεται με το νόμο του Θεού. Στην τελευταία ενότητα παρουσιάζεται η Ιερουσαλήμ προσωποποιημένη να παρηγορεί τους εξόριστους ενισχύοντας την πίστη τους στο Θεό, και προφητεύεται το τέλος της αιχμαλωσίας.

Στο βιβλίο εκφράζεται η βασική προφητική πίστη ότι αιτία της καταστροφής υπήρξε η αποστασία του λαού από το Θεό, αλλά και η ελπίδα ότι η μετάνοια θα φέρει τα αναμενόμενα αγαθά αποτελέσματα.

 

 

 

ΘΡΗΝΟΙ ΙΕΡΕΜΙΟΥ

 

Στην ελληνική μετάφραση των Εβδομήκοντα (Ο') το έργο κατατάσσεται στα «Προφητικά Βιβλία» της Παλαιάς Διαθήκης, επειδή ερμηνεύει την καταστροφή της Ιερουσαλήμ με βάση την προφητική διδασκαλία ως συνέπεια της αποστασίας του λαού από το Θεό. Στην Εβραϊκή Βίβλο το έργο κατατάσσεται στην τρίτη ομάδα βιβλίων, τα «Αγιόγραφα».

 

Το βιβλίο «Θρήνοι» οφείλει τον τίτλο του στο περιεχόμενο του, που συνιστά μια συλλογή πέντε θρηνωδών ασμάτων για την καταστροφή της Ιερουσαλήμ από τους Βαβυλώνιους.

Ο ποιητής διερωτάται για το λόγο αυτής της απερίγραπτης καταστροφής, για να διαπιστώσει ότι δεν ευθύνεται ο Θεός γι' αυτήν αλλά η αμαρτία του λαού. Παρά την απόγνωση του όμως από το μέγεθος των δεινών, δεν παύει να εμπιστεύεται στη θεία μακροθυμία και ευσπλαχνία και να ελπίζει ότι ο Θεός και πάλι θα βοηθήσει και θα σώσει το λαό του.

 

 

 

ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΙΕΡΕΜΙΟΥ

 

Στην ελληνική μετάφραση των Εβδομήκοντα (Ο') το έργο κατατάσσεται στα «Προφητικά Βιβλία» της Παλαιάς Διαθήκης. Το έργο ανάγεται σε κάποιο εβραϊκό πρωτότυπο, το οποίο όμως χάθηκε.

 

Το έργο είναι μια σύντομη απολογητική πραγματεία κατά των ειδώλων. Σύμφωνα με το περιεχόμενο της, η επιστολή γράφεται με σκοπό να προφυλάξει τους εξόριστους στη Βαβυλώνα Ιουδαίους από την ειδωλολατρία, τονίζοντας με σκωπτική διάθεση την αδυναμία των ειδώλων να βοηθήσουν με οποιονδήποτε τρόπο τους ανθρώπους.

 

 

 

ΙΕΖΕΚΙΗΛ

 

Στη χριστιανική Βίβλο το έργο κατατάσσεται στα Προφητικά Βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης, στην υποομάδα «Μεγάλοι Προφήτες». Την ίδια θέση έχει και στην εβραϊκή Βίβλο, ανήκει στην ομάδα «Προφήτες» και στην υποομάδα «Μεταγενέστεροι Προφήτες». 

Ο προφήτης Ιεζεκιήλ, στη δράση και τις προφητείες του οποίου αναφέρεται το ομώνυμο βιβλίο, ήταν ιερέας και οδηγήθηκε αιχμάλωτος στη Βαβυλώνα μετά την πρώτη κατάληψη της Ιερουσαλήμ το 597 π.Χ. Εκεί κλήθηκε στο προφητικό αξίωμα το 593 π.Χ. και έδρασε μεταξύ των εξόριστων συμπατριωτών του.

 

Μετά την εισαγωγή, όπου περιγράφεται ένα μεγαλειώδες όραμα και η κλήση του Ιεζεκιήλ στο προφητικό αξίωμα, ακολουθούν οι προφητείες, οι οποίες εξαγγέλθηκαν κατά τις δύο περιόδους της δράσης του, πριν και μετά την οριστική κατάληψη της Ιερουσαλήμ από τους Βαβυλώνιους  το 587 π.Χ. Κατά την πρώτη περίοδο της δράσης του εξαγγέλλει ο προφήτης την αναπόφευκτη καταστροφή της Ιερουσαλήμ εξαιτίας των αμαρτιών των κατοίκων της, διαλύοντας έτσι τις απατηλές ελπίδες των εξόριστων συμπατριωτών του, οι οποίοι πίστευαν ότι ο Θεός θα λυπηθεί τελικά την πόλη του και οι ίδιοι γρήγορα θα επιστρέψουν στην πατρίδα τους. Ακολουθεί μια συλλογή προφητειών κατά των γειτονικών με τον Ισραήλ λαών. Μετά την οριστική πτώση της Ιερουσαλήμ και την καταστροφή της αλλάζει και η αποστολή του προφήτη. Στόχος του κηρύγματος του είναι πλέον να στηρίξει και να παρηγορήσει τους απογοητευμένους συμπατριώτες του, να τους προετοιμάσει για τη νέα επέμβαση του Θεού και να θέσει τα θεμέλια της αποκατάστασης. Στο τέλος ο προφήτης οραματίζεται τη νέα κοινότητα του Ισραήλ. Με κέντρο τον ανοικοδομημένο ναό της Ιερουσαλήμ, τον οποίο περιγράφει οραματικά με κάθε λεπτομέρεια, θα δημιουργηθεί μια νέα άγια κοινότητα, ξεχωριστή από τους υπόλοιπους λαούς.

Ο Ιεζεκιήλ δέχεται ότι η ανομία του λαού χρονολογείται από την αρχή της ιστορίας του. Παράλληλα τονίζει την ευθύνη που το κάθε άτομο έχει ξεχωριστά για τις πράξεις του και δίνει έμφαση στην ανάγκη εσωτερικής ανακαίνισης του ανθρώπου. Ο άνθρωπος δεν είναι σε θέση να κατανοήσει τον τρόπο με τον οποίο ο Θεός ενεργεί στην ιστορία. Όσες φορές έσωσε ο Θεός στο παρελθόν το λαό του, δεν το έκανε από κάποια υποχρέωση, για να τηρήσει τις υποσχέσεις του, αλλά για τη δόξα του ονόματός του. Κατά ανάλογο τρόπο θα αντικαταστήσει την παλαιά με μια νέα διαθήκη, όχι ως επιβράβευση κάποιας επιστροφής του λαού προς αυτόν, αλλά ως χάρη.

 

 

 

ΔΑΝΙΗΛ

 

Στη χριστιανική Βίβλο το έργο κατατάσσεται συνήθως τέλος της Παλαιάς Διαθήκης, στα Προφητικά Βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης. Αντίθετα, στην Εβραϊκή Βίβλο δεν συμπεριλαμβάνεται μεταξύ των προφητικών έργων, αλλά κατατάσσεται στα "Αγιόγραφα".

 

Ο προφήτης Δανιήλ, η δράση, οι προφητείες και τα οράματα του οποίου περιέχονται στο ομώνυμο βιβλίο, μεταφέρθηκε σε νεαρή ηλικία ως αιχμάλωτος στη Βαβυλώνα, όπου εκπαιδεύτηκε στην αυλή του Ναβουχοδονόσορα, για να ενταχθεί αρχικά στο υπηρετικό προσωπικό και να αναλάβει στη συνέχεια καθήκοντα αυλικού αξιωματούχου. Στη Βαβυλώνα παρέμεινε ο Δανιήλ και μετά την κατάληψη της από τους Πέρσες, συνεχίζοντας και υπό το νέο καθεστώς τη λαμπρή σταδιοδρομία του.

 

Το κείμενο του έργου σώζεται σε τρεις βασικές παραλλαγές: α) Το πρωτότυπο κείμενο, ένα μέρος του οποίου είναι γραμμένο στα εβραϊκά (1,1-2, 8,1-12) και ένα άλλο μέρος στα αραμαϊκά (2,4β-7,28), β) Το κείμενο των Ο' που συνιστά μάλλον παράφραση στα ελληνικά παρά μετάφραση του έργου και γ) Το κείμενο του Θεοδοτίωνα, μια πιστότερη στο πρωτότυπο ελληνική μετάφραση, που εκπονήθηκε κατά το 2ο μ.Χ. αιώνα. Η τελευταία αυτή παραλλαγή αντικατέστησε τελικά το κείμενο των Ο' στον κανόνα της Ορθόδοξης Εκκλησίας.

 

Τα ελληνικά κείμενα περιέχουν εκτενείς προσθήκες σε πεζό και έμμετρο λόγο. Η πρώτη συνιστά μια αφήγηση που αναφέρεται στην περιπέτεια της εξόριστης στη Βαβυλώνα ενάρετης Ιουδαίας Σουσάννας, η οποία κατηγορήθηκε άδικα και σώθηκε από τον Δανιήλ. Ακολουθούν στα ελληνικά κείμενα η προσευχή του Αζαρία και ο ύμνος των Τριών Παίδων σε έμμετρο λόγο και στο τέλος του βιβλίου παρατίθενται δύο επεισόδια που αναφέρονται στην αποκάλυψη από τον Δανιήλ της απάτης των ειδωλολατρών ιερέων του θεού Βηλ και στη θανάτωση από τον Δανιήλ, ενός ιερού δράκοντα, που είχε ως συνέπεια το να ριχτεί ο προφήτης στο λάκκο με τα λιοντάρια. Οι ελληνικές προσθήκες μεταφράστηκαν από το Θεοδοτίονα και σημειώνονται με τα γράμματα του ελληνικού αλφαβήτου Α, Β, Γ, Δ.

Το υπόλοιπο βιβλίο διακρίνεται σε δύο μέρη, ένα αφηγηματικό (κεφ. 1-6) και ένα προφητικό - αποκαλυπτικό (κεφ. 7-12). Στο αφηγηματικό μέρος περιέχονται βιογραφικά στοιχεία και περιγράφονται οι περιπέτειες του Δανιήλ και των τριών φίλων του, οι οποίοι μεταφέρονται σε νεαρή ηλικία αιχμάλωτοι στη Βαβυλώνα και εκπαιδεύονται στην αυλή του Ναβουχοδονόσορα. Παρά την ανατροφή τους σε ειδωλολατρικό περιβάλλον, παρέμειναν πιστοί στο Θεό δίχως να προσκυνήσουν το χρυσό άγαλμα του βασιλιά, υπερνικώντας τελικά με θεία βοήθεια όλα τα εμπόδια και τις απειλές κατά της ζωής τους (πυρακτωμένο καμίνι, λάκκος με λιοντάρια, κλπ).

Το θείο χάρισμα του Δανιήλ να ερμηνεύει όνειρα του δίνει τη δυνατότητα να ανέλθει σε ανώτατα αξιώματα, αρχικά στη βαβυλωνιακή και αργότερα στην περσική αυλή.

Στο δεύτερο μέρος περιέχονται πολυσύνθετα οράματα, τα οποία είδε ο Δανιήλ κατά τη διάρκεια της παραμονής του στη Βαβυλώνα. Στα οράματα αυτά πρωταγωνιστούν διάφορα θηρία που συμβολίζουν τις μεγάλες δυνάμεις της εποχής. Περιγράφεται η διαδοχή τους στην κυριαρχία του κόσμου και η συντριβή τους, την οποία θα ακολουθήσει η αιώνια βασιλεία του ''Υιού του Ανθρώπου". Στο τελευταίο όραμα του βιβλίου περιγράφονται τα βασικότερα γεγονότα της ιστορίας από τους περσικούς χρόνους μέχρι τη μακκαβαϊκή εποχή. Το βιβλίο ολοκληρώνεται με την εγκαθίδρυση της βασιλείας του Θεού.

 

Τα βιογραφικά τμήματα του βιβλίου (1-6), παρ' όλο που στοχεύουν στο να δώσουν πληροφορίες για την προσωπικότητα του προφήτη, έχουν διδακτικό χαρακτήρα. Στόχος των αφηγήσεων αυτών είναι να τονίσουν ότι ο Θεός προστατεύει και αναδεικνύει όποιον υπακούει στο νόμο του. Τονίζοντας ο συγγραφέας την παντοδυναμία και την παρουσία του Θεού στην ιστορία του κόσμου θέλει να παρηγορήσει, αλλά και να ενθαρρύνει το δοκιμαζόμενο λαό, ώστε να προσβλέπει με εμπιστοσύνη στο μέλλον. Η ίδια ιδέα υπόκειται και στα οράματα του προφήτη. Κύριος της ιστορίας είναι ο Θεός, ο οποίος την οδηγεί σύμφωνα με το προαιώνιο σχέδιό του προς την τελική της έκβαση που είναι η εγκαθίδρυση της αιώνιας βασιλείας του. Τα όσα αναφέρονται στο βιβλίο για τον "Υιό του Ανθρώπου" συμπληρώνουν την εικόνα του αναμενόμενου από τους άλλους προφήτες Μεσσία.

 

 

 

ΠΗΓΕΣ

Α) "Εισαγωγή στην Παλαιά Διαθήκη"

Δαμιανού Αθ. Δόϊκου, Καθηγητή Α.Π.Θ.

Β) "Η Αγία Γραφή", Ελληνική Βιβλική Εταιρία.

 

 

ΑΡΧΙΚΗ

ΠΙΣΩ

ΠΑΛΑΙΑ ΔΙΑΘΗΚΗ

ΙΣΤΟΡΙΑ Π.Δ.

ΠΡΟΣΩΠΑ Π.Δ.

ΔΙΚΑΙΟΙ Π.Δ.

ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ