ΠΑΛΑΙΑ ΔΙΑΘΗΚΗ

 

 

ΚΡΙΤΑΙ

 

 

 

 

ΚΡΙΤΑΙ

ΟΝΟΜΑΣΙΑ - ΚΑΝΟΝΑΣ

 

Το βιβλίο «Κριταί» είναι το έβδομο βιβλίο της Παλαιάς Διαθήκης. Την ονομασία αυτή οφείλει στο περιεχόμενό του, το οποίο στο μεγαλύτερο μέρος του αναφέρεται στους ηρωικούς αγώνες των Κριτών, οι οποίοι για μια μεγάλη περίοδο, από το θάνατο του Ιησού του Ναυή μέχρι και το Σαμουήλ, έπαιξαν σπουδαίο ρόλο στη ζωή των Ισραηλιτών.

Το βιβλίο των Κριτών βρίσκεται μετά το βιβλίο του Ιησού του Ναυή και μπροστά απ' τα βιβλία της Ρουθ και των Βασιλειών. Στον Αλεξανδρινό Κανόνα συγκαταλέγεται μεταξύ των ιστορικών βιβλίων και στον Παλαιστινό Κανόνα κατατάσσεται στην ίδια σειρά, αλλά στην ομάδα «Προγενέστεροι Προφήτες». Το ελληνικό κείμενο του βιβλίου διασώζεται σε δύο βασικές παραλλαγές του κώδικα Β και του κώδικα Α, απ' τις οποίες η πρώτη συμφωνεί περισσότερο με το εβραϊκό κείμενο.

 

 

ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ, ΣΥΝΘΕΣΗ ΚΑΙ ΧΡΟΝΟΛΟΓΗΣΗ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ

 

Από τις πολλές παραδόσεις που κυκλοφορούσαν για τους Κριτές ο συντάκτης του έργου διάλεξε τις πιο κατάλληλες για το σκοπό του. Είναι πολύ πιθανό να μην έκανε ριζικές αλλαγές στις παραδόσεις που χρησιμοποίησε και δεν άφησε βαθιά τη δική του επίδραση πάνω τους. Όμως δεν έκανε απλή συρραφή ορισμένων ιστοριών, αλλά προκειμένου να θεμελιώσει το ιστόρημά του σε θεολογική βάση εργάστηκε συστηματικά, εισάγοντας και κλείνοντας κάθε αφήγηση με μια τυποποιημένη έκφραση δευτερονομιστικού χαρακτήρα.

Οι χρονολογικές ενδείξεις που υπάρχουν στο έργο αφορούν στις επιμέρους παραδόσεις και όχι στη χρονολόγηση του βιβλίου στην παρούσα μορφή του. Για την τελευταία αυτή δεν είμαστε απόλυτα βέβαιοι, υποθέτουμε όμως ότι ο τελευταίος συντάκτης του έργου έζησε στους χρόνους της βασιλείας. Συγγραφέας του βιβλίου αυτού, σύμφωνα με την ιουδαϊκή και μερικώς με την αρχαία χριστιανική παράδοση, φέρεται να είναι ο τελευταίος των Κριτών, ο Σαμουήλ. Η άποψη αυτή όμως δεν ανταποκρίνεται πλήρως στα πράγματα, αν βέβαια αφορά στο όλο έργο και στην παρούσα μορφή του.

 

 

Η ΦΥΣΗ ΚΑΙ Η ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΤΟΥ ΥΛΙΚΟΥ

 

Η διαπίστωση ότι το κύριο σώμα του βιβλίου των Κριτών (2,6-16,31) δεν περιγράφει πλήρως ή έστω συνοπτικά την ιστορία των δώδεκα ισραηλιτικών φυλών, αλλά αφηγείται μεμονωμένα γεγονότα της ιστορίας μιας ή μερικών μόνο φυλών μαρτυρεί για τη φύση του υλικού. Πρόκειται για παλαιές ιστορικές παραδόσεις, παλαιότερες ίσως απ' όλες είναι ο ύμνος της Δεββώρας (κεφ. 5) και η ιστορία του Ιωάθαμ (κεφ. 9). Οι περισσότερες κατάγονται από εποχές πολύ κοντά στα γεγονότα και διαμορφώθηκαν σιγά σιγά σε ανεξάρτητες λαϊκές παραδόσεις με δημώδη χαρακτήρα. Οι παραδόσεις των κεφαλαίων 17-18 και 19-21 προστέθηκαν στο κείμενο κατά πάσα πιθανότητα μετά την τελική διαμόρφωσή του.

 

 

ΟΙ ΚΡΙΤΕΣ ΚΑΙ Η ΕΠΟΧΗ ΤΟΥΣ

 

Οι Ισραηλίτες, μετά την είσοδο στη Χαναάν και την κατάκτηση της χώρας, εγκαταστάθηκαν σε διάφορες περιοχές έχοντας δίπλα τους ή μεταξύ τους χαναανιτικούς πληθυσμούς. Η γειτνίαση αυτή είχε σαν φυσικό επακόλουθο την ανάπτυξη επαφών, που οδηγούσαν πολλές φορές σε γάμους και στην υιοθέτηση ξένων ειδωλολατρικών συνηθειών. Παρά ταύτα όμως οι ισραηλιτικές φυλές αισθάνονταν ανασφαλείς ανάμεσα σε ειδωλολατρικούς πληθυσμούς, γιατί δεν ήταν τόσο ενωμένες, ώστε ν' αντιμετωπίζουν αποφασιστικά τους κινδύνους και να υπερασπίζονται την πατρική τους κληρονομιά.

Από την πλευρά τους πάλι οι Χαναναίοι, επειδή θεωρούσαν τους Ισραηλίτες ως εισβολείς στη χώρα τους και κατακτητές της γης τους, ήταν φυσικό να θέλουν να υποτάξουν τους ξένους και να πάρουν πίσω τα εδάφη που έχασαν. Εκδιώχτηκαν βέβαια απ' τις εστίες τους, συγκεντρώθηκαν όμως σ' άλλες περιοχές, οργανώθηκαν και έγιναν πιο δυνατοί. Με επιδρομές νικούσαν τους Ισραηλίτες, άρπαζαν τ' αγαθά τους και καταλάμβαναν τις χαμένες περιοχές τους.

Στις δύσκολες αυτές στιγμές για τους Ισραηλίτες παρουσιάζονταν άνδρες που με εντολή του Κυρίου συγκέντρωναν στρατό, πολεμούσαν εναντίον των εχθρών τους, τους κατατρόπωναν και ελευθέρωναν τη χώρα. Επειδή οι άνδρες αυτοί από μια άποψη διεκδικούσαν τα δικαιώματα του Ισραήλ, πήραν την ονομασία «Κριτές». Οι Κριτές ήταν ό,τι περίπου και οι «Σουφέτες» των Καρχηδονίων, οι «άρχοντες» στην αρχαία Ελλάδα και οι «δικτάτορες» στη Ρώμη.

Οι Κριτές δεν ήταν δικαστές, αλλά γενναίοι στρατιωτικοί ηγέτες όλου του Ισραήλ ή συνήθως μιας ή περισσότερων φυλών. Είχαν πατριωτικό ζήλο και επιτέλεσαν ηρωικές πράξεις, όχι όμως πάντοτε και τόσο ευγενικές. Προσέφεραν πολλά σε κρίσιμους χρόνους της εθνικής ιστορίας των Ισραηλιτών. Μετά την κατατρόπωση των εχθρών οι Κριτές είτε ξαναγύριζαν στην ιδιωτική τους ζωή είτε εξακολουθούσαν να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους ως ισόβιοι άρχοντες, χωρίς εντούτοις να μπορούν να μεταβιβάσουν το αξίωμά τους στους απογόνους τους. Ιστορικά οι Κριτές από το Γοθονιήλ μέχρι το Σαμουήλ αποτέλεσαν τη φυσική μετάβαση από την αμφικτιονία των φυλών στο θεσμό της βασιλείας, στον οποίο η πολιτική και στρατιωτική εξουσία συγκεντρώθηκε στα χέρια ενός ατόμου.

Τον τίτλο του Κριτή έφεραν διάφορα πρόσωπα με ποικίλα χαρακτηριστικά. Πρόκειται για τοπικούς πολιτικούς ή στρατιωτικούς ηγέτες, οι οποίοι ασκούσαν διοικητική εξουσία στα όρια της πόλης ή της φυλής τους και για τους οποίους παρατίθενται στο βιβλίο μόνον κάποια σύντομα βιογραφικά σημειώματα. Αυτοί είναι οι λεγόμενοι «μικροί Κριτές», όπως ο ο Σαμεγάρ, ο Θωλά, ο Ιαΐρ, ο Αβαισσάν, ο Αϊλώμ και ο Αβδών. Υπάρχουν και οι χαρισματικοί ηγέτες που ανέδειξε ο Θεός σε κρίσιμες περιόδους, για να σώσουν και ν' απελευθερώσουν το λαό του από την απειλή και την καταδυνάστευση των γειτονικών λαών, αλλά και την επαναφορά τους στη λατρεία του Θεού, κάθε φορά που παρεκτρέπονταν. Αυτοί είναι οι λεγόμενοι «μεγάλοι Κριτές», όπως ο Γοθονιήλ, ο Αώδ, η Δεββώρα και ο Βαράκ, ο Γεδεών, ο Ιεφθάε και ο Σαμψών. Τον τίτλο του Κριτή φέρουν και οι δύο τελευταίοι Κριτές, ο Ηλί και ο Σαμουήλ, οι οποίοι ήταν ιερείς και ασκούσαν πολιτική εξουσία. Δεν πολεμούσαν οι ίδιοι επικεφαλής του στρατού στις μάχες, αλλά πραγματικά «έκριναν» το λαό. Γι' αυτόν ασφαλώς το λόγο τα έργα τους δεν περιγράφονται στο βιβλίο των Κριτών αλλά στο Α' Βασιλειών. Από το αξίωμα των Κριτών θα εξαιρέσουμε τον Αβιμέλεχ, γιατί ενήργησε αυθαίρετα ως βασιλιάς της Συχέμ και έπραξε εγκληματικές πράξεις παρά τις εντολές του Κυρίου.

 

 

Η ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΤΩΝ ΚΡΙΤΩΝ

 

Ο καθορισμός της περιόδου των Κριτών παρουσιάζει ορισμένες δυσκολίες. Αν δηλαδή προσθέσουμε τους αριθμούς που δίνονται στο βιβλίο για τις εχθρικές κατοχές και για περιόδους ειρήνης ή κυβέρνησης των επί μέρους Κριτών, το χρονικό διάστημα από το Γοθονιήλ μέχρι το Σαμουήλ φτάνει τα τετρακόσια περίπου χρόνια. Ο χρόνος αυτός θεωρείται υπερβολικά μεγάλος και δεν συμβιβάζεται με το γενικό διάγραμμα της ισραηλιτικής ιστορίας. Το πρόβλημα δεν οφείλεται στα κείμενα και ούτε είναι ανεξήγητο. Βρίσκει τη λύση του στην παρατήρηση ότι μερικοί Κριτές έδρασαν σε διάφορες περιοχές της χώρας την ίδια περίοδο και όχι ο ένας έπειτα απ' τον άλλο και ότι τα αφηγήματα αφορούν ορισμένες φυλές και όχι όλες τις φυλές στο σύνολό τους. Πάντως σύμφωνα με την ισχύουσα άποψη η περίοδος των Κριτών πρέπει να υπολογίζεται σε 150 χρόνια περίπου.

 

 

ΤΟ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ ΤΩΝ ΚΡΙΤΩΝ

 

Μετά την εισαγωγή, που αναφέρεται στο θέμα της εγκατάστασης των ισραηλιτικών φυλών στη Χαναάν, το κύριο μέρος του βιβλίου αναφέρεται στη δράση των Κριτών και στο τελευταίο τμήμα του παρατίθενται αφηγήσεις για γεγονότα που διαδραματίστηκαν κατά την προμοναρχική περίοδο. Το βιβλίο των Κριτών αποτελείται από τρία άνισα μέρη με διαφορετικό το καθένα περιεχόμενο.

 

Πρώτο μέρος (1,1-2,5): Στο μέρος αυτό, που αποτελεί ένα είδος εισαγωγής στο θέμα του βιβλίου, περιγράφονται, οι αγώνες των Ισραηλιτών μετά το θάνατο του Ιησού εναντίον των Χαναναίων. Από τις δυτικά του Ιορδάνη εγκαταστημένες φυλές οι οκτώ δεν πέτυχαν να εκδιώξουν πλήρως τους χαναανιτικούς λαούς. Αιτία της αδυναμίας αυτής ήταν η απροθυμία τους να συμμορφωθούν με το βασικό όρο της Διαθήκης που όριζε να μη συνάψουν συνθήκη με τους Χαναναίους ούτε να λατρέψουν τους θεούς τους, αλλά να καταστρέψουν τα είδωλα και τα θυσιαστήρια τους. Για την ανυπακοή τους αυτή στη ρητή εντολή του Θεού προλέγεται ότι θα τιμωρηθούν με δοκιμασίες που θα προέρχονται από τους εχθρούς τους.

 

Δεύτερο μέρος (2,6-16,31): Στο δεύτερο μέρος, που αποτελεί και το κύριο σώμα του βιβλίου, συνεχίζεται η ιστορία από το θάνατο του Ιησού του Ναυή μέχρι το θάνατο του Σαμψών. Εδώ αφηγείται ο συγγραφέας πως οι Ισραηλίτες εγκατέλειπαν τον Κύριο και λάτρευαν άλλους θεούς, όπως ο Βάαλ και η Αστάρτη. Και τότε οργίστηκε ο Κύριος και τους παρέδιδε στους εχθρούς τους. Όταν οι Ισραηλίτες επικαλούνταν τον Κύριο, τότε καλούσε κάποιους ανθρώπους, τους Κριτές, οι οποίοι βοηθούσαν το λαό απέναντι στους εχθρούς τους.

 

Η αφήγηση της δράσης του κάθε Κριτή γίνεται στο βιβλίο με την εξής σειρά:

1. Ο Γοθονιήλ, νεότερος αδελφός του Χάλεβ, έσωσε τους Ισραηλίτες από το ζυγό του βασιλιά της Συρίας, ο οποίος τους καταδυνάστευε οκτώ χρόνια. Μετά το κατόρθωμά του αυτό κυβέρνησε τη χώρα 40 χρόνια (3,7-11).

2. Ο Αώδ, από τη φυλή Βενιαμίν, δολοφόνησε το βασιλιά της Μωάβ, ο οποίος καταπίεζε τους Ισραηλίτες 18 χρόνια, ελευθέρωσε τη χώρα και την κυβέρνησε μέχρι το θάνατό του (3,12-30).

3. Ο Σαμεγάρ έσωσε τους Ισραηλίτες από τους Φιλισταίους (3,31).

4. Η προφήτισσα Δεββώρα και ο Βαράκ κατανίκησαν κοντά στο Θαβώρ τον καλά εξοπλισμένο στρατό του αρχιστράτηγου Σισάρα και έσωσε το λαό από την εικοσαετή καταδυνάστευση του βασιλιά της βόρειας Χαναάν Ιαβίν. Για τη νίκη της αυτή εκφράζει η Δεββώρα τη μεγάλη χαρά της σ'  έναν επινίκιο ύμνο (κεφ. 4-5).

Ο Γεδεών

5. Ο Γεδεών έσωσε τους Ισραηλίτες από τους Μαδιανίτες, οι οποίοι καταδυνάστευαν τους Ισραηλίτες επτά χρόνια καταστρέφοντας την παραγωγή και ερημώνοντας τη γη. Άγγελος Κυρίου κάλεσε το Γεδεών να ελευθερώσει τη χώρα και αυτός, αφού βεβαιώθηκε για τη θεία κλήση, κατέστρεψε το βωμό που είχε οικοδομήσει ο πατέρας του και στη θέση του έχτισε θυσιαστήριο προς τιμή του Κυρίου. Κάλεσε στρατό από τις φυλές του βορρά και στρατοπέδευσε κοντά στους Μαδιανίτες. Από τις 32.000 που συγκεντρώθηκαν, με εντολή του Κυρίου κράτησε μόνο τους 300, έτσι ώστε να μην πουν μετά τη νίκη τους ότι νίκησαν με τις δικές τους δυνάμεις. Αυτούς τους χώρισε σε τρεις ομάδες, τους εφοδίασε με μια σάλπιγγα κι ένα δαυλό κρυμμένο μέσα σε μια στάμνα και τα  μεσάνυχτα επιτέθηκε κατά των Μαδιανιτών, τους πανικόβαλε και τους κατανίκησε. Ο Γεδεών μετά την προσφορά του αυτή προς το λαό του επέστρεψε στην ιδιωτική του ζωή και πέθανε σε μεγάλη ηλικία (κεφ. 6-8).

Μετά την ιστορία του Γεδεών περιγράφεται πώς ο γιος του ο Αβιμέλεχ δολοφόνησε τους 70 ετεροθαλείς αδελφούς του και έγινε βασιλιάς της Συχέμ. Από τους γιους του Γεδεών σώθηκε μόνο ο Ιωάθαμ. Τελικά οι Συχεμίτες επαναστάτησαν κατά του Αβιμέλεχ, ο οποίος κατόρθωσε να νικήσει τους αντιπάλους του, αλλά χτυπήθηκε όμως θανάσιμα από μια γυναίκα με μια μυλόπετρα στο κεφάλι και θανατώθηκε με παράκλησή του από το δούλο του (κεφ. 9).

6. Ο Θωλά, από τη φυλή Ισσάχαρ, κυβέρνησε 23 χρόνια (10,1-2).

7. Ο Ιαΐρ από τη Γαλαάδ έκρινε και κυβέρνησε τον Ισραήλ 22 χρόνια (10,3-5).

8. Ο Ιεφθάε έσωσε τους Ισραηλίτες από τους Αμμωνίτες, οι οποίοι προκειμένου ν' ανακτήσουν ισραηλιτικά εδάφη, ετοιμάστηκαν για πόλεμο. Οι Ισραηλίτες έχοντας ν' αντιμετωπίσουν θανάσιμο κίνδυνο κάλεσαν τον Ιεφθάε να ηγηθεί του στρατού. Ο Ιεφθάε, αφού εξασφάλισε πρώτα την υπόσχεση των συμπατριωτών του να τον κρατήσουν για άρχοντά τους, αν κέρδιζε τον πόλεμο, ήρθε σε επαφή με το βασιλιά των Αμμωνιτών και προσπάθησε να τον πείσει να παραιτηθεί του σχεδίου του, χωρίς όμως αποτέλεσμα. Έτσι αποφασίστηκε η αναμέτρηση. Πριν όμως ο Ιεφθάε ξεκινήσει για πόλεμο έκανε τάμα στον Κύριο, πως εάν τον βοηθούσε να νικήσει τους Αμμωνίτες, θα θυσίαζε τον πρώτο που θα έβγαινε από το σπίτι του για να τον προϋπαντήσει. Οι Αμμωνίτες νικήθηκαν, αλλά όταν ο Ιεφθάε γύριζε απ' τη μάχη είδε να τον υποδέχεται η μονάκριβη κόρη του με τύμπανα  και χορούς. Ο Ιεφθάε δεμένος με τον όρκο του αναγκάστηκε να τη θυσιάσει, αφού πρώτα την άφησε να μείνει δύο μήνες με τις φίλες της και να χαρεί τη ζωή (10,6-11,40).

Στην ίδια ιστορία ανήκει και ένα επεισόδιο που συνέβη μεταξύ του Ιεφθάε και των Εφραιμιτών. Οι Εφραιμίτες διαμαρτυρήθηκαν στον Ιεφθάε, επειδή δεν τους κάλεσε να συμπολεμήσουν κατά των Αμμωνιτών και έδειξαν κακές διαθέσεις απέναντί του. Ο Ιεφθάε δικαιολογήθηκε υπενθυμίζοντας στους Εφραιμίτες την παλαιότερη αδιαφορία τους να βοηθήσουν το λαό του και έστρεψε τους Γαλααδίτες εναντίον τους. Στη μάχη που ακολούθησε οι Εφραιμίτες νικήθηκαν και προσπάθησαν να καταφύγουν στη χώρα τους περνώντας κρυφά τον Ιορδάνη, αλλά οι Γαλααδίτες προκατέλαβαν τις διαβάσεις και εξόντωσαν τους Εφραιμίτες (12,1-7). Ο Ιεφθάε «έκρινε» τον Ισραήλ 6 χρόνια.

9. Ο Αβαισάν από τη Βηθλεέμ κυβέρνησε τον Ισραήλ 7 χρόνια (12,8-10).

10. Ο Αιλώμ, από τη φυλή Ζαβουλών, κυβέρνησε τον Ισραήλ 10 χρόνια (12,11-12).

11. Ο Αβδών, από τη φυλή Εφραίμ, κυβέρνησε τον Ισραήλ 8 χρόνια (12,13-15).

Ο Σαμψών

12. Η ιστορία του Σαμψών αρχίζει με την πληροφορία ότι άγγελος Κυρίου προανάγγειλε στην άτεκνη μητέρα του, ότι θα γεννήσει γιο και θα τον αφιερώσει στο Θεό (Ναζηραίος), γιατί προορίζεται να σώσει τους Ισραηλίτες απ' το ζυγό των Φιλισταίων. Η υπόσχεση εκπληρώθηκε και ο Σαμψών γεννήθηκε και μεγάλωσε με την ευλογία του Θεού. Όταν έφθασε σε ηλικία γάμου παντρεύτηκε, παρά τις εύλογες αντιρρήσεις των γονιών του, μια Φιλισταία, προκειμένου να βρει αφορμές για να τα βάλει με τους Φιλισταίους. Κατά τη διάρκεια του γάμου, η γυναίκα του αποδείχτηκε ανέντιμη και φανέρωσε στους συμπατριώτες της, ύστερα από ψυχολογική πίεση, τη σωστή απάντηση στο αίνιγμα, που έβαλε ο Σαμψών στους Φιλισταίους προκειμένου να τους προκαλέσει.

Ύστερα από λίγο καιρό ο Σαμψών έκαψε τα αθέριστα γεννήματα των Φιλισταίων, για να συλληφθεί τελικά από τους ίδιους τους Ισραηλίτες, οι οποίοι τον έδεσαν για να τον παραδώσουν στους εχθρούς του. Όμως ο Σαμψών έσπασε τα σχοινιά και σκότωσε χίλιους Φιλισταίους. Όταν αργότερα πήγε στη Γάζα, οι Φιλισταίοι θέλησαν να τον συλλάβουν, αλλά δεν το κατόρθωσαν, γιατί ο Σαμψών απέσπασε τις πόρτες της πύλης της πόλης και έφυγε.

Η Δαλιδά ήταν η τελευταία γυναίκα του Σαμψών. Με υπόδειξη των συμπατριωτών της Φιλισταίων προσπάθησε να αποσπάσει από το Σαμψών το μυστικό της δύναμής του. Τελικά πέτυχε να μάθει από τον ίδιο ότι ως Ναζηραίος δεν επιτρέπεται να κόψει τα μαλλιά του. Οι Φιλισταίοι γνωρίζοντας τώρα την αιτία της δύναμης του Σαμψών ξύρισαν με τη βοήθεια της Δαλιδά τα μαλλιά του, τον έπιασαν, τον τύφλωσαν, τον οδήγησαν στη Γάζα, τον φυλάκισαν και τον έδεσαν με χάλκινες αλυσίδες. Από τη φυλακή τον οδήγησαν μια μέρα στο ναό του Δαγών, όπου τελούσαν θυσία στο θεό τους, για να τον περιπαίξουν. Τότε ο Σαμψών, προσευχήθηκε στον Κύριο να του δώσει για τελευταία φορά τη δύναμή του. Μετά αγκάλιασε τις δυο μεσαίες κολώνες του ναού και τον γκρέμισε, παρασέρνοντας στον θάνατο, εκτός από τον εαυτό του, χιλιάδες Φιλισταίους. Η αφήγηση τελειώνει με την πληροφορία ότι ο Σαμψών έκρινε τον Ισραήλ 20 χρόνια (κεφ. 13-16).

 

Τρίτο μέρος (κεφ. 17-21): Το τρίτο και τελευταίο μέρος του βιβλίου, όπως έχει σήμερα, μοιάζει με προσθήκη και δεν έχει άμεση σχέση με την ιστορία των Κριτών. Περιέχει δύο ιστορικές αφηγήσεις που και αυτές δεν έχουν κοινά στοιχεία μεταξύ τους.

Στην πρώτη ιστορία περιγράφονται μεταξύ άλλων ο Μιχαίας και ο Ιουδαίος Λευίτης του (κεφ. 17), οι προσπάθειες των Δανιτών να βρουν τόπο να εγκατασταθούν, γιατί μέχρι τότε δεν είχαν αποκτήσει δική τους γη. Έστειλαν λοιπόν κατασκόπους και επισήμαναν το χώρο. Ήταν η Λαϊσά στο βορειότερο τμήμα της Χαναάν, που την κατέλαβαν, εξολόθρευσαν τον φιλήσυχο πληθυσμό της, την έκαψαν, την ανοικοδόμησαν, τη μετονόμασαν σε Δαν και την κατοίκησαν (κεφ. 18).

Η δεύτερη ιστορία αναφέρεται στον εμφύλιο πόλεμο των ισραηλιτικών φυλών εναντίον της φυλής Βενιαμίν. Αφορμή του πολέμου αυτού υπήρξε το εξής επεισόδιο. Ένας Λευίτης, ο οποίος γύριζε με τη γυναίκα του απ' τη Βηθλεέμ στην ορεινή Εφραίμ, όπου κατοικούσε μόνιμα, σταμάτησε να διανυκτερεύσει στη Γαβαά. Οι Βενιαμινίτες κάτοικοι της Γαβαά έδειξαν εχθρότητα στο ζεύγος και συμπεριφέρθηκαν ανήθικα προς τη γυναίκα με συνέπεια να πεθάνει. Τότε ο Λευίτης σύζυγός της έκοψε το σώμα της σε δώδεκα κομμάτια και τα έστειλε στις φυλές, ζητώντας συγχρόνως ικανοποίηση για την άτιμη πράξη των Βενιαμινιτών. Οι φυλές συγκεντρώθηκαν αμέσως και αποφάσισαν να τιμωρήσουν παραδειγματικά την ένοχη πόλη. Επιτέθηκαν, αλλά στις δύο πρώτες συγκρούσεις νικήθηκαν με βαριές απώλειες. Στην τρίτη τους επίθεση νίκησαν και σκότωσαν πάνω από 25.000 άντρες της φυλής Βενιαμίν. Εν τω μεταξύ οι Ισραηλίτες είδαν το θέμα του αφανισμού της φυλής Βενιαμίν από ευρύτερη σκοπιά και αποφάσισαν όχι μόνο να μην εξαφανίσουν τη φυλή αυτή, αλλά και να φροντίσουν για την αύξησή της. Έτσι έφεραν 400 παρθένες από τη Γαλαάδ, τις έδωσαν στους Βενιαμινίτες και τους συμβούλεψαν να φροντίσουν να πάρουν γυναίκες και από τη Σηλώ (κεφ. 19-21).

 

Βασική διδασκαλία του βιβλίου, η οποία είτε ρητώς διατυπώνεται είτε υπόκειται σ' όλες τις ιστορίες των Κριτών, είναι ότι οι Ισραηλίτες, επειδή συνομολόγησαν συνθήκη με τους ειδωλολάτρες κατοίκους της χώρας και δεν κατεδάφισαν τους βωμούς τους, υποχρεώθηκαν να ζήσουν με τους Χαναναίους, για να είναι γι' αυτούς οι αιώνιοι εχθροί τους, απ' τους οποίους θα προέρχονται οι συμφορές και οι δοκιμασίες. Έτσι η απομάκρυνση του Ισραήλ από το Θεό έχει ως συνέπεια την εγκατάλειψή του από αυτόν και την καταπίεσή του από γειτονικούς λαούς. Μετά τη μετάνοια του λαού και την επίκληση του Θεού, αυτός αναδεικνύει κάποιον σωτήρα, έναν Κριτή, ο οποίος απελευθερώνει τους Ισραηλίτες και αποκαθιστά την τάξη. Μετά το θάνατο του Κριτή όμως η ιστορία επαναλαμβάνεται και πάλι από την αρχή. Η σωτηρία, λοιπόν, και η επιβίωση του Ισραήλ στη γη της επαγγελίας εξαρτάται αποκλειστικά από την ποιότητα των σχέσεών του με το Θεό.

 

 

ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ "ΙΗΣΟΥ ΤΟΥ ΝΑΥΗ"

ΣΤΗΝ ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ, ΣΤΟΥΣ ΠΑΤΕΡΕΣ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ

 

1.  Οι συγγραφείς της Καινής Διαθήκης δεν μνημονεύουν επεισόδια από το βιβλίο των Κριτών. Αναφέρονται μόνο τα ονόματα μερικών Κριτών, όπως του Γεδεών, του Βαράκ, του Σαμψών και του Ιεφθάε (Εβρ. 11,32) και ορισμένες φράσεις εμφανίζουν λεκτική ομοιότητα με αντίστοιχες του βιβλίου (βλ. Λκ. 1,15 προς Κρ. 13,4 και Αποκ. 1,16 προς Κρ. 5,31).

2.  Από τους αρχαίους εκκλησιαστικούς συγγραφείς ερμηνευτικά έργα στο βιβλίο των Κριτών έγραψαν οι: α) Ωριγένης, Ομιλίαι εις το βιβλίον των Κριτών. Εκλογαί εις τους Κριτάς. β) Θεοδώρητος Κύρου, Ερωτήσεις εις τους Κριτάς. γ) Προκόπιος Γαζαίος, Υπόμνημα εις τους Κριτάς.

3.  Από το βιβλίο των Κριτών διαβάζονται στην Εκκλησία δύο επεισόδια από τη ζωή του Γεδεών η κλήση του (6,11-24) και η δοκιμασία της πιστότητας του Θεού με την «δρόσον επί τον πόκον» (6,36-40).

 

 

 

ΠΗΓΕΣ

Α) "Εισαγωγή στην Παλαιά Διαθήκη"

Δαμιανού Αθ. Δόϊκου, Καθηγητή Α.Π.Θ.

Β) "Η Αγία Γραφή", Ελληνική Βιβλική Εταιρία.