ΑΡΧΑΙΕΣ ΧΩΡΕΣ ΚΑΙ ΛΑΟΙ

 

ΑΙΓΥΠΤΟΣ - ΑΙΓΥΠΤΙΟΙ

 

Η ΑΙΓΥΠΤΟΣ

Χάρτης της Αιγύπτου

Χώρα της βορειοανατολικής Αφρικής. Έχει έκταση 1.001.449 τ.χλμ. και πληθυσμό 75.500.662. Η αρχική ονομασία της χώρας ήταν Μιζραΐμ όνομα που πήρε από το Μιρσαΐμ, εγγονό του Νώε.

 

Η Αίγυπτος βόρεια βρέχεται από τη Μεσόγειο θάλασσα, ανατολικά βρέχεται από την Ερυθρά θάλασσα, δυτικά συνορεύει με τη Λιβύη και νότια με την Αιθιοπία.

Το μεγαλύτερο μέρος της δυτικής χώρας καλύπτεται από έρημο, ενώ οι ανατολικές περιοχές ποτίζονται από τον ποταμό Νείλο, ο οποίος είναι πηγή ζωής, αφού η χώρα αρδεύεται αποκλειστικά από αυτόν. Πρωτεύουσα είναι το Κάϊρο. Άλλες μεγάλες πόλεις είναι η Αλεξάνδρεια, το Πόρτ Σάϊντ, η Γκίζα κ.α. 

Ο πληθυσμός αποτελείται από Αιγύπτιους, μικρές ομάδες Αράβων Βεδουίνων, Βερβέρων, Σουδανών, Ελλήνων και Ιταλών. Η επίσημη γλώσσα της χώρας είναι η αραβική.

Το 93% της χώρας είναι μουσουλμάνοι (κυρίως σουνίτες), το 5,6% είναι χριστιανοί κόπτες, λίγοι ορθόδοξοι, καθολικοί και προτεστάντες.

 

 

ΟΙ ΑΙΓΥΠΤΙΟΙ

 

Οι Αιγύπτιοι είναι πανάρχαιος λαός με μεγάλη ιστορία και αξιόλογο πολιτισμό. Οι αρχαίοι Αιγύπτιοι ήσαν μάλλον κοντοί, με καστανό χρώμα δέρματος, μαλλιά μαύρα ή βαθυκάστανα, μαύρα μάτια, αραιά γένια, ήσαν δε και μεσορρινικοί. Οι ίδιοι οι Αιγύπτιοι ζωγράφιζαν τους εαυτούς τους με κόκκινα ή καστανά χρώματα.


Ο Ηρόδοτος παρουσιάζει τους Αιγυπτίους να έχουν έρθει από το Νότο προς την Μεσόγειο θάλασσα. Είναι πιθανό να είχαν έρθει από την Ινδία μέσω Αιθιοπίας. Άλλωστε τους Αιγύπτιους, όσο και τους Αιθίοπες, οι Έλληνες τους αποκαλούσαν αδιακρίτως «Αιθίοπες». Ο Ηρόδοτος μάλιστα ονομάζει και τους Ινδούς «ἀπὸ ἡλίου ἀνατολέων Αἰθίοπες», ενώ ο Όμηρος ομιλεί για «Αιθίοπες χωρισμένους στα δύο, στο δυτικό και στο ανατολικό άκρο της γης». Τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα πράγματι των Αιθιόπων, αλλά και των κατοίκων της Μαδαγασκάρης, είναι και σήμερα εντόνως ινδικά, αν εξαιρέσει κανείς τις μείξεις με νεγρικά στοιχεία.

Υπενθυμίζεται ότι ο Αιγύπτιος ραψωδός Νόννος, βασιζόμενος σε αρχαία αιγυπτιακά στοιχεία, συνέγραψε τον 5ο αιώνα μ.Χ. τεράστιο βιβλίο τα «Διονυσιακά», όπου περιγράφει την προϊστορική εισβολή των Ινδών στην Αίγυπτο και στην Αραβία, την οποία εισβολή κατανίκησε ο προελληνικός στρατός υπό τον Διόνυσο. Η εισβολή περιγράφεται ότι έλαβε χώραν εκ του νότου (Αιθιοπίας).
 

 

Ο ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

ΚΑΙ Ο ΤΡΟΠΟΣ ΖΩΗΣ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ ΑΙΓΥΠΤΙΩΝ

 

Σημαντικός παράγοντας στη ζωή των Αρχαίων Αιγυπτίων ήταν η γεωργία, που εξαρτιόταν από τις ετήσιες πλημμύρες του ποταμού Νείλου, που προκαλούνταν από τις καλοκαιρινές βροχές στην Αιθιοπία και καθιστούσε τις περιοχές γύρω από το ποτάμι εύφορες. Γνωστός στην αρχαία Αίγυπτο ήταν και ο πάπυρος, καλάμι που φύτρωνε στις ελώδεις περιοχές του Δέλτα του Νείλου, από του οποίου τις ίνες κατασκευαζόταν το ομώνυμο υλικό γραφής με τη μορφή φύλλων. Ο Νείλος διευκόλυνε και τις μεταφορές, ενώ από τα νερά του αλίευαν αρκετές ποσότητες ψαριών.

 

Ο πολιτισμός των Αιγυπτίων ήταν αρκετά ανεπτυγμένος. Σημαντική θέση είχαν οι τέχνες ιδιαίτερα η χαρακτική και η ζωγραφική, κάτι που μαρτυρούν οι ανασκαφές με ευρήματα από τους τάφους των Αιγυπτίων. Επίσης η Αίγυπτος φημιζόταν για τη σοφία της. Δείγμα του πολιτισμού, ήταν ακόμα και η ισότητα μεταξύ ανδρών και γυναικών, γεγονός ασυνήθιστο για τον αρχαίο κόσμο.

 

 

 

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΙΓΥΠΤΟΥ

 

Α) ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ

 

Οι αρχαίοι χρονικογράφοι της Αιγύπτου αναφέρουν πως στην προϊστορική Αίγυπτο κυβερνούσαν οι θεοί κι ύστερα ακολούθησαν οι γενιές των ημίθεων, που ονομάζονταν οπαδοί ή λατρευτές του Ώρου. Κατά την προϊστορική εποχή εμφανίστηκαν γύρω στα 40 βασίλεια στην κοιλάδα του Νείλου και στις οάσεις. Κατά το τέλος της 4ης χιλιετηρίδας τα μικρά αυτά βασίλεια ενώθηκαν σε δυο μεγάλα ενιαία κράτη το βασίλειο της Κάτω Αιγύπτου και το βασίλειο της Άνω Αιγύπτου. Γύρω στα 3000 π.Χ. τα δυο βασίλεια ενώθηκαν κι αποτέλεσαν ενιαίο κράτος.

 

Β) ΘΙΝΙΤΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ

 

Η θινιτική περίοδος αρχίζει από το 3400 π.Χ. και τελειώνει το 2980. Το όνομα θινιτική το πήρε από την πρωτεύουσα των δυο πρώτων δυναστειών της Ενωμένης Αιγύπτου, τη Θίνα. Πρώτος βασιλιάς της Αρχαίας Αιγύπτου από το Μανέθωνα και τον Ηρόδοτο αναφέρεται ο Μήνης, ο ιδρυτής της πρώτης δυναστείας.

Ο Μήνας ήταν ο μεγάλος γενάρχης της δυναστείας των φαραώ. Ήταν γενναίος στρατιωτικός και άξιος κυβερνήτης. Κατόρθωσε να κυριέψει το δέλτα του Νείλου και να το κάνει επαρχία του βασιλείου του. Τότε μετάφερε την πρωτεύουσα στη Μέμφιδα, καινούρια πόλη, που ο ίδιος είχε χτίσει κοντά στο σημερινό Κάιρο.

 

  

 

Γ) Η ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΑΣ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑΣ

 

Οι πυραμίδες της Αιγύπτου

Αρχίζει κατόπιν μια νέα περίοδος, γνωστή με το όνομα αρχαία αυτοκρατορία. Μορφή της νέας δυναστείας που δέσποζε ήταν ο Τόσορθρος. Εκμεταλλεύτηκε το χαλκό του Σινά και μεγάλωσε το βασίλειο της Αιγύπτου. Άξιος βοηθός και υπουργός των φαραώ ήταν ο σοφός Ιμχοτέπ, άνθρωπος με ευρύτητα αντίληψης και. με πολλές γνώσεις ιατρικής. Αργότερα ανακηρύχτηκε θεός της Ιατρικής και οι Έλληνες τον ταύτισαν με τον Ασκληπιό. Περίφημοι από την περίοδο αυτή είναι οι τάφοι που οι ίδιοι οι βασιλείς έχτιζαν για τους εαυτούς τους, οι γνωστές σήμερα πυραμίδες.

Η μετάβαση από την τρίτη δυναστεία στην τέταρτη υπήρξε ειρηνική. Φαραώ αυτής της δυναστείας ήταν ο Σενεφερού, ο Χέοπας γνωστή είναι και η πυραμίδα του Χέοπα κοντά στο Κάιρο), ο Χεφρήν κι ο Μυκερίνος. Ο Πέπη, από τους κατοπινούς φαραώ, γέμισε την Αίγυπτο με λαμπρά οικοδομήματα, κυβέρνησε με δικαιοσύνη και η εξωτερική πολιτική ήταν σταθερή. Μετά απ' αυτόν ακολούθησε σκοτεινή περίοδος και η Αίγυπτος παράκμασε.

 

Δ) ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΤΗΣ ΜΕΣΗΣ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑΣ

 

Κατά την περίοδο της μέσης αυτοκρατορίας στην Άνω Αίγυπτο, οι άρχοντες της Θήβας ένωσαν τη χώρα σ' ένα ενιαίο και δυνατό κράτος. Ο Άντεφ κι ο Μενθουχότεπ ήταν οι πρώτοι κυβερνήτες. Μετά απ' αυτούς ο Άντεφ Δ' ανακηρύχτηκε βασιλιάς της Άνω και Κάτω Αιγύπτου. Οι βασιλιάδες της περιόδου αυτής Αμενεμχάτ και Σεσώστρεις, κυβέρνησαν μια πλούσια χώρα, που περιλάβαινε στην επικράτειά της και τη Νουβία κι απλωνόταν ως τον τρίτο καταρράχτη του Νείλου.

 

Κατά την περίοδο των Υξώς, φυλές από την Παλαιστίνη και την Αραβία εισέβαλαν στην Αίγυπτο και εγκαταστάθηκαν στο ανατολικό δέλτα, στις οχυρές πόλεις Αύαρη και Τάνη, με αποτέλεσμα να κυριαρχήσουν σ' ολόκληρη την Αίγυπτο. Ο ιστορικός Μανέθωνας τους ονομάζει Υξώς, δηλαδή βασιλιάδες ποιμένες. Οι πρώτοι Υξώς ήταν βάρβαροι και λεηλάτησαν τη χώρα. Οι διάδοχοί τους όμως, αφομοιώθηκαν από τους Αιγύπτιους, εκπολιτίστηκαν από αυτούς κατασκεύασαν πάρα πολλά μνημεία στην κοιλάδα του Νείλου. Στις μέρες τους η Αίγυπτος αναπτύχθηκε κι έγινε πάλι μεγάλη δύναμη. Τους βασιλιάδες αυτούς ο Μανέθωνας τους κατατάσσει στη 16η δυναστεία.

 

 

Ε) ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑΣ

 

Η περίοδος της νέας αυτοκρατορίας αρχίζει από το 1590 π.Χ. Το χρόνο αυτό ξεσηκώθηκε το κράτος των Θηβών και πολέμησε έναν περίπου αιώνα για να εκδιώξει από τη χώρα τους Υξώς. Τελικά οι Υξώς εκδιώχτηκαν στα βόρεια και περιορίστηκαν στο οχυρό της Αύαρη. Ο Άμωσης, μετά από σφοδρές επιθέσεις, κατέλαβε το

οχυρό και ανάγκασε τους Υξώς να κατευθυνθούν προς τη Συρία. Η Αίγυπτος, ανενόχλητη πια από επιθέσεις και λεηλασίες, επιδόθηκε σε έργα ειρηνικά. Η δύναμη των φαραώ έφτασε στο κατακόρυφο. Διέθεταν μισθοφορικό στρατό άρτια εξοπλισμένο. Στράφηκαν νότια και έκαναν αποικία τη Νουβία. Βορειοανατολικά έλεγχαν τη Συρία μέχρι τον Ταύρο και τον

Ευφράτη. Ο πιο ένδοξος από τους φαραώ της εποχής αυτής είναι ο Τούθμωσης ο Γ'. Ο ναός του Άμμωνα Δία, που ήταν προστάτης της βασιλικής δυναστείας των Θηβών, γέμισε με δώρα κι αφιερώματα των βασιλιάδων. Ο Αμένωψης ο Δ' έκανε μια νεωτεριστική θρησκευτική κίνηση. Κατάργησε τους θεούς των προγόνων κι επέβαλε τη λατρεία του ηλιακού δίσκου. Αλλά η θρησκευτική μονοθεϊστική αυτή κίνηση ξεσήκωσε τους ιερείς και τους οπαδούς των παραδοσιακών θεών με αποτέλεσμα να καταπνιγεί πριν προλάβει να επεκταθεί στον πληθυσμό της χώρας.

Οι φαραώ Σέθωσης και Ραμσής Β' νίκησαν τους Σύρους και τους Χετταίους και εκστράτευσαν μ' επιτυχία στη Νουβία (σημερινό Σουδάν). Κατά τη βασιλεία του Ραμσή Γ' οι Μικρασιάτες και οι Σύροι επιτέθηκαν εναντίον της Αιγύπτου. Ο φαραώ τους αντιμετώπισε με το στρατό και το στόλο στην Παλαιστίνη και τους νίκησε κατά κράτος. Ο ίδιος, σε σύγκρουσή του με τους Λίβυους αιχμαλώτισε τους βασιλιάδες τους και διέλυσε το στρατό τους. Μετά από το Ραμσή Γ' και για τέσσερις αιώνες η χώρα σπαραζόταν από εμφύλιες διαμάχες κι από επαναστατικά κινήματα των μισθοφόρων. Όλες οι διαμάχες ήταν αποτέλεσμα των φιλοδοξιών των αρχιερέων και των μισθοφόρων αξιωματικών.

 

ΣΤ) Η ΔΙΑΣΠΑΣΗ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ

 

Η Αίγυπτος διασπάστηκε σε μικρά βασίλεια και σε διάφορες μικρές ηγεμονίες. Στα μέσα του 8ου αιώνα υπήρχαν τέσσερις φαραώ και δεκαοχτώ ανεξάρτητοι ηγεμόνες. Την εποχή αυτή μεγάλη δύναμη απόχτησαν οι φαραώ της Νουβίας και Αιθιοπίας και επέβαλαν τη θέληση τους ως την Άνω Αίγυπτο. Το 670 π.Χ. το δέλτα, ύστερα από σφοδρές μάχες, έγινε επαρχία του κράτους της Νινευή.

Ο βασιλιάς της Σάιδας, Ψαμμήτιχος Α', που στηριζόταν στους μισθοφόρους Έλληνες, κατέλαβε το δέλτα και έγινε κύριος ολόκληρης της χώρας. Κατά την περίοδο της βασιλείας του Άμαση, η Αίγυπτος γνώρισε τεράστια πρόοδο κι ανάπτυξη. Πολλοί Έλληνες μετανάστεψαν από την Ελλάδα στη χώρα του Νείλου. Ο Άμασης τους επέτρεψε να χτίσουν στο δέλτα την πόλη Ναύκρατη και στήριξε τη δύναμη της βασιλείας του στους Έλληνες μισθοφόρους. Η Αίγυπτος πέρασε στην περίοδο της περσικής κυριαρχίας κατά τη βασιλεία του Ψαμμήτιχου του Γ'. Το 525 π.Χ. ο περσικός στρατός με αρχηγό τον Καμβύση, νίκησε κατά κράτος τον αιγυπτιακό και η Αίγυπτος έγινε περσική επαρχία. Το 404 π.Χ. ο Αμυρταίος έδιωξε τον καταχτητή. Το 341 π.Χ. ξανάγινε κύριος της χώρας ο βασιλιάς των Περσών Αρταξέρξης ο Γ'.

 

Το 332 π.Χ. οι Αιγύπτιοι υποδέχτηκαν σαν ελευθερωτή τους το νικητή των Περσών Μακεδόνα Αλέξανδρο. Ο Αλέξανδρος διόρισε διοικητή της Αιγύπτου το στρατηγό Πτολεμαίο. Τη μεγαλύτερη ανάπτυξη γνώρισε ο Ελληνισμός στην Αίγυπτο, μετά την κατάκτησή της από το Μακεδόνα βασιλιά Αλέξανδρο. Στην αλεξανδρινή περίοδο χτίστηκε η Αλεξάνδρεια κι έγινε το μεγαλύτερο πνευματικό κέντρο του τότε γνωστού κόσμου. Φιλόσοφοι, ποιητές, καλλιτέχνες συγκεντρώθηκαν εκεί. Η πόλη σ' όλη την ελληνιστική περίοδο είχε καθαρά ελληνικό χαρακτήρα. Αλλά και κατά τη ρωμαϊκή περίοδο διατήρησε το χαρακτήρα αυτό. Την εποχή αυτή ιδρύθηκε από τον Αμμώνιο Σακκά η Νεοπλατωνική σχολή που είχε μαθητές της τον Ωριγένη και τον Πλωτίνο. Ο Ελληνισμός αναπτύχθηκε ακόμα περισσότερο στη βυζαντινή περίοδο. Τότε ιδρύθηκε το πατριαρχείο της Αλεξάνδρειας. Κατά την αραβική κατάχτηση της Αιγύπτου το ελληνικό στοιχείο έπεσε σε παρακμή. Διατηρήθηκε μόνο κάποια κίνηση γύρω από το πατριαρχείο.

 

 

Ζ) Η ΕΛΛΗΝΙΣΤΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ

 

Κατά την περίοδο του Πτολεμαίου του Β' του Φιλάδελφου και του Πτολεμαίου του Γ' του Ευεργέτη, η Αίγυπτος έγινε μεγάλη σε δύναμη και πλούτο. Οι Μακεδόνες βασιλείς της Αιγύπτου μιμήθηκαν τους φαραώ και παντρεύτηκαν τις αδερφές τους για να διατηρήσουν καθαρή τη θεία καταγωγή τους. Έτσι όμως άρχισαν εσωτερικές διαμάχες στη βασιλική οικογένεια, ανάμεσα στη βασίλισσα και στο βασιλιά, για την άνοδο στο θρόνο του αιγυπτιακού κράτους. Στα χρόνια του Πτολεμαίου του Α' χτίστηκε η Αλεξάνδρεια και έγινε αμέσως μεγάλο κέντρο εμπορίου, γραμμάτων και τεχνών. Σε λίγα χρόνια αριθμούσε περισσότερους από 300.000 κατοίκους. Την εποχή όμως των διαδόχων του Μεγάλου Αλεξάνδρου, η Αίγυπτος έπεσε σε παρακμή. Το βιοτικό επίπεδο των κατοίκων βρισκόταν πολύ χαμηλά. Κάθε τόσο στην ύπαιθρο οι φελάχοι ξεσηκώνονταν, έφευγαν από τα χωράφια τους και κατάφευγαν στα έλη και στην έρημο, όπου σχημάτιζαν επαναστατικά σώματα. Στο μεταξύ διαμάχες κι εμφύλιοι σπαραγμοί γίνονταν για την κατάκτηση της βασιλικής εξουσίας.

 

Η) Η ΡΩΜΑΪΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ

 

Η τελευταία βασίλισσα της Αιγύπτου ήταν η Κλεοπάτρα. Εκμεταλλεύτηκε τον έρωτα του στρατηγού των Ρωμαίων Αντώνιου και μεγάλωσε την επικράτειά της μέχρι την Κύπρο και τη Συρία. Το 30 π.Χ. όμως ο Οκταβιανός κυρίεψε ολόκληρη την Αίγυπτο και την έκανε ρωμαϊκή επαρχία. Στη ρωμαϊκή περίοδο, πολλές ελληνικές πόλεις διατήρησαν την αυτονομία τους. Μετά τους διωγμούς των χριστιανών από το ρωμαϊκό κράτος και στην εποχή του Αλέξανδρου Σεβήρου, υπήρχε στην Αίγυπτο αξιόλογη πνευματική κίνηση. Επίσημη γλώσσα ήταν η ελληνική. Η Αλεξάνδρεια, εκτός από εμπορικό κέντρο, έγινε κέντρο φιλοσοφικών ρευμάτων και γενικά κέντρο γραμμάτων και τεχνών. Ρήτορες και φιλόσοφοι βρίσκονταν στην πόλη και δίδασκαν ελληνική φιλοσοφία και παιδεία.

Οι Ιουδαίοι της Αιγύπτου, που είχαν καταφύγει εκεί από παλιά διωγμένοι από το Ναβουχοδονόσορα, μιλούσαν την ελληνική. Στην εποχή του αυτοκράτορα Κλαύδιου έγιναν συμπλοκές στην Αλεξάνδρεια ανάμεσα στους Έλληνες και στους Εβραίους. Οι Ρωμαίοι πήραν το μέρος των Ελλήνων. Το 66 μ.Χ. εξεγέρθηκαν οι Ιουδαίοι. Η επανάσταση καταπνίγηκε στο αίμα. Πενήντα χιλιάδες σκοτώθηκαν στην Αλεξάνδρεια. Στη δεύτερη μεγάλη εξέγερση, που έγινε το 117 μ.Χ., τα θύματα έφτασαν τις 240.000.

 

 

 

Θ) Η ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΚΑΙ Η ΑΡΑΒΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ

 

Από το 395 - 642 μ.Χ. η Αίγυπτος αποτέλεσε τμήμα της βυζαντινής αυτοκρατορίας. Ήταν χώρα χριστιανική. Η εξουσία του αυτοκράτορα δεν ήταν απόλυτη, γιατί μεγάλη δύναμη απόχτησε ο επίσκοπος Αλεξάνδρειας. Το 617 μ.Χ. κύριοι της Αιγύπτου έγιναν οι Πέρσες. Το 629 μ.Χ. ο Ηράκλειος νίκησε το βασιλιά των Περσών κι ελευθέρωσε τη χώρα. Θέλοντας όμως να επιβάλει με βίαια μέσα την ορθοδοξία, επέσυρε το μίσος των ιθαγενών εναντίον των Ελλήνων, γι' αυτό η κατάκτηση της χώρας από τους Άραβες έγινε εύκολη.

 

Το 640 μ.Χ. οι Αιγύπτιοι δέχτηκαν το στρατηγό των Αράβων Αμρού σαν ελευθερωτή. Στη Μέμφιδα ο διοικητής Μαμουκάς παρέδωσε τη φρουρά. Το 642 μ.Χ., ύστερα από πολιορκία, έπεσε κι η Αλεξάνδρεια. Οι χριστιανοί πλήρωναν φόρο και μετά από συμφωνία με τους κατακτητές, διατήρησαν τις εκκλησίες και την τοπική τους οργάνωση.

Στο μεταξύ εμφύλιες διαμάχες σπάραζαν τους αρχηγούς των Αράβων. Την Αίγυπτο κυβερνούσαν κατά την εποχή αυτή, ανάξιοι στρατηγοί των Αράβων. Οι κάτοικοι ζούσαν κάτω από τις πιο άθλιες συνθήκες. Οι ομάδες των αιρέσεων του Ισλαμισμού ανταγωνίζονταν και προσπαθούσαν να επιβληθούν η μια στην άλλη. Έτσι ήρθαν οι τρομερές συγκρούσεις των Αράβων που συγκλόνισαν τη βόρεια Αφρική, τη Μέση Ανατολή και την Αίγυπτο, για δυο αιώνες. Κυβερνήτες της Αιγύπτου στα χρόνια αυτά ήταν κατά σειρά οι Αβασίδες, οι Τουλουνίδες , οι Εκσιδίτες, οι Σχοίτες, οι Αγιουβίδες, οι Μαμελούκοι και τελευταία η χώρα έπεσε στα χέρια των Τούρκων. Από τους Μαμελούκους ξεχώρισε ο Κουτούζ, που το 1260 στην Παλαιστίνη νίκησε τους Μογγόλους και έσωσε την Αίγυπτο από τη λεηλασία.

 

Ι) Η ΤΟΥΡΚΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ

 

Το 1517 οι Τούρκοι κατεβαίνοντας από τα βόρεια, με σουλτάνο το Σουλεϊμάν, κυρίεψαν την Αίγυπτο και την έκαναν επαρχία της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Τούρκοι διοικητές στάλθηκαν από την Κωνσταντινούπολη στη χώρα και την κυβέρνησαν με τη βοήθεια των ντόπιων Μαμελούκων.

Κατά τα τέλη του 18ου αιώνα δυο Μαμελούκοι λήσταρχοι, ο Ιμπραήμ κι ο Μουράτ, λυμαίνονταν τη χώρα, λήστευαν και σκότωναν τους Ευρωπαίους. Το γεγονός αυτό προκάλεσε την επέμβαση του Μεγάλου Ναπολέοντα, ο οποίος την 1η Ιουλίου 1798, αποβιβάστηκε στην Αλεξάνδρεια, με τη δικαιολογία να αποκαταστήσει το κύρος του σουλτάνου και να τιμωρήσει τους Μαμελούκους. Τον ίδιο μήνα κοντά στο Κάιρο συνέτριψε το Μουράτ στην περίφημη μάχη των Πυραμίδων. Τον Αύγουστο νίκησε τον Ιμπραήμ που έφευγε προς τη Συρία. Ο στόλος του όμως στις 3 Αυγούστου βυθίστηκε από τους Άγγλους στο Αμπουκίρ. Τον Αύγουστο του 1799, ο Ναπολέοντας επέστρεψε στη Γαλλία. Λίγο αργότερα Άγγλοι και Τούρκοι αποβιβάστηκαν στη χώρα και στις 25 Ιουνίου 1801 υπογράφηκε ειρήνη με τους Γάλλους.

 

Τον καιρό της οθωμανικής αυτοκρατορίας, που στην ουσία την Αίγυπτο κυβερνούσαν οι Μαμελούκοι, οι Έλληνες έκαναν και πάλι αισθητή την παρουσία τους. Ο διάσημος Αλή - μπέης ήταν γιος Έλληνα πασά από τη Μικρά Ασία. Τα τρία αδέρφια ο Ιμπραήμ, ο Χουσεΐν και ο Αχμέτ, που κατασκεύαζαν χάλκινα κανόνια στη Γκίζα, ήταν από τη Ζάκυνθο. Ξακουστός είναι ο ναύαρχος Νικόλας, διοικητής στόλου με πλήρωμα 300 Έλληνες Αιγαιοπελαγίτες, στην υπηρεσία των Μαμελούκων. Αργότερα έγινε αξιωματικός του γαλλικού στρατού με το όνομα Νικόλας Παπαδόπουλος.

 

 

 

ΙΑ) Η ΝΕΩΤΕΡΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΙΓΥΠΤΟΥ

 

Το 1805 ανέλαβε διοικητής της Αιγύπτου ο Τουρκαλβανός οπλαρχηγός Μεχμέτ Αλή από την Καβάλα της Μακεδονίας. Γρήγορα κατόρθωσε να επιβληθεί στη χώρα και να γίνει ανεξάρτητος ηγεμόνας της. Για να απαλλαγεί από τους σφετεριστές της εξουσίας και για να αποθαρρύνει κάθε επαναστατική απόπειρα, έσφαξε 750 μπέηδες των Μαμελούκων κι έστειλε τους άτακτους και ατίθασους Τουρκαλβανούς του να κατακτήσουν το Σουδάν. Στη συνέχεια διοργάνωσε στρατό από φελάχους με εκπαιδευτές Γάλλους αξιωματικούς. Κατασκεύασε στο Νείλο μεγάλα αρδευτικά έργα και επέβαλε την καλλιέργεια του ζαχαροκάλαμου και του βαμβακιού. Παράλληλα διατήρησε καλές σχέσεις με τους Ευρωπαίους. Το 1837 κυριάρχησε στη Συρία και την έκανε επαρχία του κράτους του. Γενικά, με τη δύναμη του και την ακατάβλητη θέλησή του, έβαλε τα θεμέλια στην ιστορία της νέας Αιγύπτου.

Διάδοχός του, αλλά χωρίς τη δύναμη, τη θέληση και την ικανότητα αυτού, ήταν ο εγγονός του Αμπάς. Αυτός από το μίσος που έτρεφε για τους Ευρωπαίους, επιζήτησε τη φιλία και συνεργασία του σουλτάνου. Το 1854 ανέλαβε τη διακυβέρνηση της χώρας ο Σαΐτ, γιος του Μεχμέτ Αλή.  Την εποχή αυτή ο Γάλλος μηχανικός Λεσέψ κατασκεύασε τη διώρυγα του Σουέζ (1869). Σε λίγο η Γαλλία κι η Αγγλία, επεμβαίνοντας στα εσωτερικά της Αιγύπτου, προσπάθησαν να θέσουν κάτω από τον έλεγχο τους το Σουέζ και την Ερυθρά Θάλασσα.

Ο συνταγματάρχης Αραμπί επαναστάτησε εναντίον των επεμβάσεων των ξένων δυνάμεων και τον Ιούνιο του 1882 έγινε η τρομερή σφαγή των χριστιανών στην Αλεξάνδρεια. Η Γαλλία αποσύρθηκε από την Αίγυπτο κι απόμεινε μόνη της η Αγγλία. Ο Αραμπί νικήθηκε από τους Άγγλους κοντά στη διώρυγα του Σουέζ και η χώρα υποτάχτηκε στην Αγγλία.

 

Το 1800 δημιουργήθηκε η ελληνική λεγεώνα που αριθμούσε 2.000 άντρες με 21 Έλληνες αξιωματικούς και μερικούς Γάλλους. Μετά τη γαλλική κατοχή ο Μεχμέτ - Αλή αντί να προβεί σε διώξεις του ελληνικού στοιχείου, που είχε βοηθήσει τους Γάλλους, το συγκέντρωσε γύρω του, γιατί γνώριζε καλά τους Έλληνες από την πατρίδα του Καβάλα . Ήξερε πως μ' αυτό τον τρόπο, θέτοντας το ελληνικό δαιμόνιο στην υπηρεσία του κράτους, βοηθούσε στην οικονομική άνοδο και στον εκπολιτισμό της Αιγύπτου. Πολλοί από τους Αιγυπτιώτες Έλληνες, τα τελευταία, πριν από την ελληνική επανάσταση, χρόνια, έγιναν μέλη της Φιλικής Εταιρίας. Το φθινόπωρο του 1818 πήγε στην Αίγυπτο ο Έλληνας μεγαλέμπορας της Βιέννης Χατζηστέργιος, μυστικός αποσταλμένος της Εταιρίας και προσηλύτισε τον Τασίκα και τον Ηπειρώτη Θ. Τοσίτσα. Λίγο αργότερα, κατά το τέλος της χρονιάς, πήγαν ο Αντώνιος Πελοπίδας και ο Δημήτριος Ύπατρος. Ο Τασίκας διορίστηκε τμηματάρχης της προετοιμασίας για τον Αγώνα και διέθεσε γι' αυτόν ολόκληρη την περιουσία του κι όλα του τα πλοία γεμάτα με εφόδια. Στο μεταξύ ο Μεχμέτ Αλή, ηγεμόνας της χώρας, έμαθε, από προδοσία, τις κινήσεις και τους σκοπούς της Εταιρίας. Ο Τασίκας όμως τον έπεισε, πως δεν πρόκειται για ελληνικό κίνημα, αλλά για κίνημα του Αλή πασά.

Με την έκρηξη της Επανάστασης όμως ο σουλτάνος ζήτησε από το Μεχμέτ βοήθεια, με την υπόσχεση να δώσει στον πρωτότοκο γιο του Ιμπραήμ το πασαλίκι της Πελοποννήσου. Τα αιγυπτιακά στρατεύματα πολέμησαν σκληρά για να καταπνίξουν την επανάσταση στην Ελλάδα. Το παράξενο είναι πως στην Αίγυπτο δεν πείραξε καθόλου το ελληνικό στοιχείο ο Μεχμέτ Αλής. Αντίθετα, αυτό ενισχύθηκε με τους Έλληνες αιχμαλώτους που έφεραν οι Αιγύπτιοι στη χώρα και που αργότερα αφέθηκαν ελεύθεροι. Από τότε οι Αιγυπτιώτες Έλληνες οργανώθηκαν σε κοινότητες και ανέπτυξαν αξιόλογη εμπορική, οικονομική και πνευματική κίνηση.

 

 

ΙΒ) Η ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΙΓΥΠΤΟΥ

 

Στις αρχές του αιώνα η αγγλική κυριαρχία εδραιώθηκε στην Αίγυπτο. Το 1914 ανακηρύχτηκε επίσημα αγγλικό προτεκτοράτο. Πιέσεις, όμως, και εξεγέρσεις ανάγκασαν τη Βρετανία να ανακηρύξει το 1922 την Αίγυπτο ανεξάρτητο και κυρίαρχο κράτος, αφού όμως πρώτα εξασφάλισε τα δικαιώματά της πάνω στη διώρυγα του Σουέζ και στην άμυνα της χώρας. Το 1936, μετά από αγγλοαιγυπτιακή συνθήκη, τα βρετανικά στρατεύματα αποχώρησαν από τα αιγυπτιακά εδάφη, εκτός από την περιοχή της διώρυγας του Σουέζ. Κατά το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο η Αίγυπτος έμεινε ουδέτερη και χρησίμεψε ως βάση στα βρετανικά συμμαχικά στρατεύματα.

 

Το Φεβρουάριο του 1958 η Αίγυπτος το Ιράκ και η Συρία σχημάτισαν την Ενωμένη Αραβική Δημοκρατία, στην οποία πήρε μέρος και η Υεμένη. Αυτή διαλύθηκε το 1961, μετά από αποχώρηση της Συρίας και τη διακοπή των σχέσεων της Αιγύπτου με την Υεμένη.

Κατά την απογραφή του 1907 οι Έλληνες της Αιγύπτου έφταναν τις 62.973. Γύρω στα 1940 πλησίαζαν τις 200.000. Στην Αλεξάνδρεια το ελληνικό στοιχείο κατοικούσε γύρω στην εκκλησία και στο μοναστήρι του Άγιου Σάββα. Με την εδραίωση του νέου καθεστώτος και με την εθνικοποίηση πολλών επιχειρήσεων, από το 1957 και μετά, χιλιάδες ομογενείς αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τη χώρα. Πολλοί μετανάστευσαν στην Αυστραλία και στην Αμερική και άλλοι εγκαταστάθηκαν στη μητέρα Ελλάδα.

   

 

 

Η ΑΡΧΑΙΑ ΘΡΗΣΚΕΙΑ

 

Η αρχική θρησκεία της χώρας ήταν η λατρεία ειδώλων και αντικειμένων που τα θεωρούσαν ιερά. Υπήρχαν τρεις τάξεις θεών: οκτώ μεγάλοι, δώδεκα μικρότεροι, και η ομάδα των θεών του Όσιρις που ήταν και ο θεός του κάτω κόσμου.

Η θρησκεία στην Αίγυπτο ήταν τοπικιστική. Κάθε περιοχή είχε τους δικούς της θεούς και ο καθένας πίστευε στον προστάτη θεό του χωριού του, ύστερα στο θεό της περιφέρειάς του, που παριστανόταν με σύμβολα π.χ. ο Άνουβης ήταν θεός με κεφάλι σκυλίσιο, η Μουτ παρουσιαζόταν σαν γύπας κ.λπ.. Όταν ενώθηκε η χώρα σ' ένα ενιαίο κράτος, οι Αιγύπτιοι προσπαθώντας να εξηγήσουν την κοσμογονία. δημιούργησαν το θεό Χαπερά. Οι αρχαίοι Αιγύπτιοι πίστευαν πως ο Ήλιος ήταν το μάτι του Θεού και κατά τη νύχτα που έσβηνε ο Ήλιος, ο Θεός έκανε δεύτερο μάτι, τη Σελήνη. Οι άντρες κι οι γυναίκες βγήκαν από το σώμα του θεού Χαπερά και με τα δάκρυά του πήραν ζωή, αυξήθηκαν και κυρίεψαν τη Γη. Ο Χαπερά κι η Σκιά του γέννησαν το Σου και την Τεφνούτ (δηλαδή αντίστοιχα τον αέρα και την ξηρασία). Ο Σου και η Τεφνούτ γέννησαν το θεό της Γης Σεβ και τη θεά του Ουρανού Νουτ. Ο Σεβ και η Νουτ γέννησαν τον Όσιρη, τον Ώρο, το Σηθ, το Ρα και τη Νέφθιδα. Ο Ρα ήταν ο πρώτος θεός και βασιλιάς της Ηλιούπολης στην αρχαία Αίγυπτο. Πολλοί μύθοι συνδέονταν με τη γέννηση των θεών και με τις περιπέτειές τους.

 

Η Σφίγγα

Στην ιστορική περίοδο εμφανίστηκε προστάτης των φαραώ, ο Ώρος Ιερακοκέφαλος. Οι φαραώ των πρώτων δυναστειών θεωρούνταν άμεσοι διάδοχοι και αντιπρόσωποί του στη Γη. Κάθε δυο χρόνια γινόταν προς τιμή του μεγάλη γιορτή, που ονομαζόταν "Λατρεία του Ώρου". Όταν στον αιγυπτιακό θρόνο ανέβηκαν Μεμφίτες βασιλιάδες, εμφανίστηκε και επικράτησε η λατρεία του Ρα, θεού της Ηλιούπολης. Οι ιερείς του στην Ηλιούπολη ανάπτυξαν αξιόλογη πνευματική, θρησκευτική κίνηση. Από την τέταρτη δυναστεία κι ύστερα όλοι οι βασιλιάδες ονομάζονταν γιοι του Ρα. Ο θεός ήταν δημιουργός θεών και ανθρώπων, δημιουργός της Γης και του Ουρανού. Όταν όμως έγινε η Θήβα πρωτεύουσα της Αιγύπτου, επιβλήθηκε η λατρεία του Άμμωνα σ' ολόκληρη τη χώρα.

Την ίδια εποχή, εκτός από την επίσημη θρησκεία, εμφανίστηκε, ως θρησκευτική λαϊκή τάση, η λατρεία ενός νέου θεού, του Όσιρη. Τα πάθη του θεού αυτού, που τον δημιούργησε η φαντασία ενός λαού βασικά φτωχού και δυστυχισμένου, συγκίνησαν γενιές Αιγυπτίων. Ο Όσιρης ήταν θεός των νεκρών. Μετά το θάνατό του, το πτώμα του κατατεμαχίστηκε από το Σηθ το επανασυναρμολόγησε η γυναίκα του Ίσιδα και ταριχεύτηκε από τον Άνουβη. Έτσι έμεινε ακατάλυτος στους αιώνες. Στον Ουρανό ο Όσιρης περνούσε γαλήνια ζωή, απολαμβάνοντας όλα τ' αγαθά της Γης. Αυτή η μεταθανάτια ζωή, η γεμάτη υποσχέσεις για μια ουράνια ευτυχία, έγινε το ιδανικό του Αιγύπτιου πιστού.

Ο φαραώ Αμένωφης ο Δ' κατέλυσε την επίσημη λατρεία του ηλιακού δίσκου Άτεν. Η νέα λατρεία ήταν ύμνος στη δημιουργική ενέργεια του ζωοδότη Ήλιου. Όταν πέθανε όμως ο Αμένωφης, το ιερατείο του Άμμωνα επιβλήθηκε και πάλι στο κράτος. Στη δυναστεία των Σαϊτών λατρεύτηκε η Νηΐθ, που οι Έλληνες την ταύτιζαν με την Αθηνά.

 

Επίσης είχαν αρκετά ιερά ζώα, όπως την αγελάδα, το βόδι, τη γάτα, τον πίθηκο και τον κροκόδειλο. Για το λόγο αυτό, μερικές από τις θεότητές τους αποτελούνταν από σώματα ανθρώπων και κεφάλια ζώων.

 

Οι Αιγύπτιοι έδιναν μεγάλο βάρος στη μετά θάνατο ζωή. Η νεκρολατρεία ήταν αρκετά διαδομένη στην Αίγυπτο. Φρόντιζαν τους νεκρούς, έτσι ώστε ώστε να έχουν καλύτερη ζωή μετά θάνατον και να διατηρούνται άφθαρτα τα σώματά τους μέσα στους τάφους.

Για την ψυχή πίστευαν πως εξακολουθούσε να υπάρχει μέσα στο σώμα, εφόσον το σώμα ήταν ακέραιο. Γι' αυτό οι νεκροί ταριχεύονταν και διατηρούνταν ως μούμιες σε ασφαλισμένους τάφους. Πολλές μούμιες βρέθηκαν ύστερα από ανασκαφές που έγιναν σε αρχαίους αιγυπτιακούς τάφους. Τους νεκρούς τους έθαβαν μαζί με τα αγαπημένα τους αντικείμενα. Πίστευαν πως η ψυχή είχε τις ίδιες υλικές ανάγκες με το ζωντανό άνθρωπο. Γι' αυτό βρέθηκαν στους τάφους στολίδια και μαγειρικά σκεύη. Αργότερα όμως άρχισαν να πιστεύουν πως η ψυχή ήταν κάτι το ξεχωριστό από το σώμα. Η ψυχή ή η διάνοια, όπως την ήθελαν οι αρχαίοι Αιγύπτιοι, ήταν κάτι το θείο και φωτεινό, κάτι που υπήρχε πριν από το σώμα, άφθαρτο κι αιώνιο. Μετά το θάνατο του ανθρώπου περιφερόταν, όπου περιφέρονταν οι πιστοί του θεού. Ζούσαν στο γαλάζιο ουρανό της κοιλάδας του Νείλου. Κατά μια άλλη δοξασία η ψυχή έφευγε μετά το θάνατο σ' άλλη χώρα, όπου βασίλευε ο θεός των νεκρών και ζούσε ζωή αιώνια. Για να πάει στη χώρα αυτή η ψυχή, περνούσε από δύσκολους δρόμους, με πολλά εμπόδια.

Ο Όσιρης, ως θεός των νεκρών, ήταν ο μεγάλος κριτής της ψυχής του ανθρώπου, που περνούσε απ' αυτόν για να πάει στο βασίλειο της ευτυχίας. Η κρίση γινόταν με βάση την ηθική ζωή του ανθρώπου στη Γη. Αλλά και πολλές άλλες δοξασίες υπάρχουν για τη μεταθανάτια ζωή στη θρησκεία των αρχαίων Αιγυπτίων.

 

 

 

ΟΙ ΑΙΓΥΠΤΙΟΙ ΣΤΗΝ ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ

 

Α) Η ΚΑΤΑΓΩΓΗ ΤΩΝ ΑΙΓΥΠΤΙΩΝ

 

Η αρχική ονομασία της Αιγύπτου ήταν Μιζραΐμ, και σύμφωνα με την Αγία Γραφή τ' όνομά της προέρχεται από τον Μεσραΐν ή Μισραΐμ, γιου του Χαμ και εγγονού του Νώε. Έτσι οι πρώτοι κάτοικοι της, ανήκαν στην Χαμιτική φυλή (Γένεση 10,6). Στους Ψαλμούς οι Αιγύπτιοι αναφέρονται ως απόγονοι του Χαμ (Ψαλμοί 77,51). Η ιστορία της εμφανίζεται αμέσως μετά τον κατακλυσμό, με πρώτους κατοίκους τους απογόνους του Μισραΐμ.

Ο Ιεζεκιήλ αναφέρει πως τα όρια της Αιγύπτου εκτεινόταν από τη Μιγδώλ, κοντά στις εκβολές του Νείλου, μέχρι τη Συήνη και τα όρια της Αιθιοπίας (Ιεζεκιήλ 29,10. 30,6). Χωριζόταν στην Κάτω (κυρίως το Δέλτα του Νείλου) και την Άνω Αίγυπτο (η περιοχή μέχρι το Ασσουάν).

 

 

Β) Η ΑΙΓΥΠΤΟΣ ΣΤΗΝ ΠΑΛΑΙΑ ΔΙΑΘΗΚΗ

 

Η Αγία Γραφή αναφέρει για την Αίγυπτο:

- Ονομαζόταν γη Χαμ (Ψαλμός 104,23. 104,27. 105,22). Σιώρ (Ησαΐας 23,3). Ραάβ, ως σύμβολο της αμαρτωλότητας και της ακολασίας της (Ψαλμός 86,4. 89,10). Χώρα δουλείας (Έξοδος 13,3-14. Δευτερονόμιο 7,8).

- Ήταν δυνατή (Ησαΐας 30,2,3) και πλούσια χώρα (Γένεση 41,30). Οι κάτοικοί της ήταν φιλόξενοι (Γένεση 47,5-6. Γ' Βασιλειών 11,18), παντρεύονταν συχνά με ξένους (Γένεση 21,21. Γ' Βασιλειών 3,1. 11,19. Α' Παραλειπομένων 2,34-35), υπέφερε από λοιμό (Γένεση 41,30).

- Είχε ξηρό κλίμα (Δευτερονόμιο 11,10-11).

- Διακυβερνιόταν από τους Φαραώ (Γένεση 12,14-15. 40,1-2. Έξοδος 1,8-22) και είχε πρίγκιπες και συμβούλους (Γένεση 12,15. Ησαΐας 19,11).

- Φημιζόταν για: τη γονιμότητα (Γένεση 13,10. 45,18), τον πλούτο (Εβραίους 11,26), τα ωραία άλογα (Γ' Βασιλειών 10,28-29), τα ωραία λινά (Γ' Βασιλειών 10,28. Ιεζεκιήλ 27,7. Ησαΐας 19,9),  και τους τάπητες (Παροιμίες 7,16), το εμπόριο (Γένεση 41,57. Ιεζεκιήλ 27,7), την ειδωλολατρία της (Έξοδος 12,12. Ησαΐας 19,1) και τη μαγεία της (Έξοδος 7,11-22. 8,7).

- Οι Αιγύπτιοι φρόντιζαν τους νεκρούς τους ώστε να έχουν καλύτερη ζωή μετά θάνατον. Ο τρόπος ταρίχευσής των νεκρών αναφέρεται στο βιβλίο της Γένεσης (50,3).

 

 

Γ) ΟΙ ΑΙΓΥΠΤΙΟΙ ΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΩΝ ΠΑΤΡΙΑΡΧΩΝ

 

Στην Αγία Γραφή συναντάμε αρκετά αποσπάσματα που αναφέρονται στην Αίγυπτο. Ο Αβραάμ, μαζί με τη γυναίκα του τη Σάρρα και τον ανηψιό το Λωτ, επειδή ξέσπασε μεγάλη πείνα στη Χαναάν μετέβηκαν στη Αίγυπτο  (Γένεση 12,10-20). Ο Ιωσήφ πουλήθηκε από τ' αδέρφια του σ' ένα καραβάνι Μαδιανιτών (Ισμαηλιτών) εμπόρων, οι οποίοι τον έφεραν στην Αίγυπτο και τον αγόρασε ο Πετεφρής, που ήταν αξιωματούχος του Φαραώ (Γένεση 37,28. 39,1). Ο Ιωσήφ μετά τις κατηγορίες της γυναίκας του Πετεφρή βρέθηκε στη φυλακή, αλλά μετά την ερμηνεία των οραμάτων του Φαραώ, ο Φαραώ τον κατέστησε ηγετικό στέλεχος, και μάλιστα σε τέτοιο βαθμό που μόνο ο Φαραώ ήταν ανώτερος του. Σύμφωνα με τα όνειρα του Φαραώ, ο Ιωσήφ πρόβλεψε ότι θα έρθουν εφτά χρόνια μεγάλης αφθονίας σ' ολόκληρη τη Αίγυπτο. Ύστερα όμως απ' αυτά θα έρθουν εφτά χρόνια πείνας και ξηρασίας, η οποία θα ερημώσει τη χώρα και τις γύρω περιοχές. Έτσι ο Ιωσήφ συμβούλεψε το Φαραώ να συγκεντρώσουν τρόφιμα και σιτηρά και να τα φυλάξουν για τα δύσκολα χρόνια που θα έρθουν (Γένεση κεφ. 41). Όταν έπεσε η μεγάλη ξηρασία σε όλη την περιοχή, ερχόντουσαν απ' όλες τις γύρω περιοχές στην Αίγυπτο, για να αγοράσουν σιτάρι. Έτσι ήρθαν και τ' αδέρφια του Ιωσήφ. Αφού τους υπέβαλε σε δοκιμασίες, ο Ιωσήφ αποκαλύφτηκε στ' αδέρφια του (Γένεση κεφ. 42-45). Ο Ιωσήφ με την άδεια του Φαραώ, έφερε όλη την οικογένειά του στην Αίγυπτο, τους οποίους και εγκατέστησε στη Ραμεσσή, στο καλύτερο μέρος της Αιγύπτου. Έτσι ο Ιακώβ στα γεράματά του μετέβηκε κι αυτός στην Αίγυπτο, όπου και πέθανε (Γένεση 46,1-34. 47,1-11).

Κατόπιν επειδή η πείνα ήταν πολύ μεγάλη, ο Ιωσήφ συγκέντρωσε για λογαριασμό του Φαραώ, όλο το χρήμα, όλα τα ζώα και όλα τα χωράφια που υπήρχαν στην Αίγυπτο, εκτός από εκείνα των ιερέων, σαν αντάλλαγμα για το σιτάρι που αγόραζε ο κόσμος.

Οι Αιγύπτιοι έγιναν εργάτες στα χωράφια τους και ο Ιωσήφ τους έδωσε σπόρο για να τα σπείρουν. Από τη σοδειά θα έδιναν το ένα πέμπτο στο Φαραώ, και τα υπόλοιπα τα κρατούσαν για να ζήσουν αυτοί και οι οικογένειες τους. Έτσι ο λαός χρωστούσε ευγνωμοσύνη στον Ιωσήφ γιατί τους είχε σώσει τη ζωή σ' αυτή τη δύσκολη περίοδο της πείνας (Γένεση 47,13-26).

Όταν ο Ιακώβ πέθανε, ο Ιωσήφ διέταξε τους γιατρούς που ήταν στην υπηρεσία του να ταριχεύσουν το σώμα του. Κατόπιν οι Αιγύπτιοι κήρυξαν κι αυτοί πένθος εβδομήντα ημερών για τον Ιακώβ (Γένεση 50,2-3). Όταν πέρασαν οι μέρες του θρήνου, ο Ιωσήφ το μετέφερε στη γη Χαναάν, στη Χεβρών, και το έθαψε στον τάφο των προγόνων του. Μαζί του ανέβηκαν όλοι οι άρχοντες του Φαραώ, οι αξιωματούχοι των ανακτόρων του και όλοι οι αξιωματούχοι της Αιγύπτου (Γένεση 50,5-7).

 

 

Δ) ΟΙ ΑΙΓΥΠΤΙΟΙ ΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΜΩΥΣΗ ΚΑΙ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ ΤΟΥ ΝΑΥΗ

 

Οι Ισραηλίτες ζούσαν νομαδικά και είχαν εγκατασταθεί στην Αίγυπτο για να γλιτώσουν από την ξηρασία και την πείνα (Γένεση κεφ. 46). Για 430 χρόνια (Έξοδος 12,40) συνυπήρχαν ειρηνικά με τους Αιγυπτίους για 430 χρόνια (Έξοδος 12,40-41). Αλλά άλλαξαν τα πράγματα όταν ανέλαβε την εξουσία ένας καινούριος Φαραώ, που πιστεύεται πως ήταν ο Ραμσής Β', περίπου το 1290 - 1224 π.Χ. και για άλλους 1279 - 1213 π.Χ. (Έξοδος 1,9-10).  Οι Αιγύπτιοι φοβήθηκαν την αύξηση του πληθυσμού των Ισραηλιτών και πρώτα προσπάθησαν να τους εξουθενώσουν βάζοντάς τους σε καταναγκαστικά έργα. Έτσι χτίστηκαν οι πόλεις Πιθώμ, Ραμεσσή και Ων (Ηλιούπολη) (Έξοδος 1,8-11).

Και επειδή οι Ισραηλίτες αυξάνονταν και γινόντουσαν όλο και πιο δυνατοί διέταξαν τότε κάθε αρσενικό παιδί των Ισραηλιτών να ρίχνεται στον Νείλο (Έξοδος 1,22).

 

Ο Μωυσής γεννήθηκε στην Αίγυπτο (Έξοδος 2,3-4). Η Καινή Διαθήκη αναφέρει πως ο Μωυσής διδάχτηκε τη σοφία των Αιγυπτίων (Πράξεις 7,22). Μια μέρα που ο Μωυσής είχε πια μεγαλώσει, καθώς παρακολουθούσε τις βαριές δουλειές που έκαναν οι συμπατριώτες του, είδε έναν Αιγύπτιο να χτυπάει έναν συμπατριώτη του. Ο Μωυσής πάλεψε μαζί του και σκότωσε τον Αιγύπτιο (Έξοδος 2,11-12). Επειδή το επεισόδιο μαθεύτηκε και ο Φαραώ ήθελε να σκοτώσει το Μωυσή, τότε αυτός έφυγε από την Αίγυπτο και κατέφυγε στη Μαδιάμ (Έξοδος 2,15).

Όταν ο Μωυσής επέστρεψε στην Αίγυπτο πήγε μαζί με τον Ααρών στο Φαραώ και του ζήτησαν ν' αφήσει ελεύθερους τους Ισραηλίτες, να πάνε να θυσιάσουν στον Κύριο στην έρημο. Ο Φαραώ τότε αρνήθηκε ν' αφήσει ελεύθερους τους Ισραηλίτες, επειδή θα έχανε ένα σημαντικό αριθμό εργατών για την κατασκευή των έργων. Ο Φαραώ έδωσε διαταγή αμέσως να γίνουν πιο βαριές οι δουλειές στους Ισραηλίτες, ώστε να είναι συνέχεια απασχολημένοι και να μην ξεσηκώνονται με παραπλανητικά λόγια. Και μάλιστα τους ανάγκασε να βρίσκουν οι ίδιοι τα υλικά, ενώ μέχρι τότε τους τα έφερναν έτοιμα οι Αιγύπτιοι, και να βγάζουν την ίδια δουλειά όπως πριν (Έξοδος 5,1-13).

 

Λίγο αργότερα ο Θεός έπληξε την Αίγυπτο με καταστροφές, που είναι γνωστές ως "10 πληγές του Φαραώ". Παρά το ισχυρό πλήγμα όμως που επέφερε σταδιακά η κάθε καταστροφή, ο Φαραώ πεισμάτωνε περισσότερο και δεν άφηνε τους Ισραηλίτες να φύγουν.

Πρώτα τα νερά του Νείλου και των άλλων ποταμών της Αιγύπτου μετατράπηκαν σε αίμα, με αποτέλεσμα να ψοφήσουν όλα τα ζώα που ζούσαν μέσα σε αυτόν και να υπάρχει έλλειψη πόσιμου νερού.

Κατόπιν βάτραχοι κάλυψαν όλη την επικράτεια της Αιγύπτου, μπαίνοντας στα σπίτια των ανθρώπων.

Στη συνέχεια όλη η Αίγυπτος γέμισε με σκνίπες, που ορμούσαν στους ανθρώπους και στα ζώα. Και αμέσως μετά σμήνη από σκυλόμυγες εισέβαλλαν σε όλη την Αίγυπτο και στις κατοικίες των Αιγυπτίων, οι οποίες τσιμπούσαν άσχημα τους ανθρώπους και τα ζώα.

Στη συνέχεια βαριά επιδημία έπληξε όλα τα κοπάδια των Αιγυπτίων, ώστε τα περισσότερα ζώα άρχισαν να ψοφούν. Κατόπιν όλοι οι Αιγύπτιοι και τα ζώα που απόμειναν γέμισαν με εξανθήματα, με μεγάλα σπυριά και πληγές.

Μετά από όλα αυτά έπεσε βαρύ χαλάζι, που όμοιό του δεν είχε πέσει ποτέ στην Αίγυπτο μέχρι τότε, τσακίζοντας ανθρώπους, ζώα και βλάστηση. Και μετά από αυτό σκοτείνιασε η γη της Αιγύπτου από τα σμήνη των ακρίδων, τα οποία κατέφαγαν τη βλάστηση και τους καρπούς που είχαν απομείνει από το χαλάζι.

Για τρεις ημέρες πυκνό σκοτάδι σκέπασε όλη την αιγυπτιακή επικράτεια, σκοτάδι που μπορούσε κανείς να το ψηλαφίσει σαν να επρόκειτο για πολύ πυκνή ομίχλη (Έξοδος 7,14-10,29).

Τέλος, στέλνει και τη δέκατη πληγή, την πιο φοβερή. Ένας άγγελος Κυρίου χτύπησε όλα τα νεογέννητα παιδιά των Αιγυπτίων και πέθαναν όλα σε μια νύχτα. Από τον πρωτότοκο γιο του Φαραώ και διάδοχο του θρόνου, ως τον πρωτότοκο γιο κάθε Αιγυπτίου, καθώς και όλα τα πρωτογέννητα των ζώων. Εκείνη τη νύχτα ξέσπασε θρήνος μεγάλος στην Αίγυπτο, γιατί δεν υπήρχε σπίτι που να μην είχε νεκρό. Τότε ο Φαραώ κάλεσε το Μωυσή και του έδωσε την άδεια να πάρει τους Ισραηλίτες και να φύγουν από τη χώρα. Οι Ισραηλίτες πριν φύγουν ζήτησαν από τους Αιγύπτιους αργυρά και χρυσά σκεύη, όπως επίσης και ιματισμό, και οι Αιγύπτιοι πρόθυμα τους τα έδωσαν (Έξοδος 12,29-36). Την ίδια νύχτα οι Ισραηλίτες, σύμφωνα με την εντολή του Θεού, έμειναν άγρυπνοι και ντυμένοι, και έφυγαν από τη χώρα.

 

Όταν ανάγγειλαν στο Φαραώ ότι οι Ισραηλίτες ήταν κοντά στην Ερυθρά θάλασσα, τότε αυτός κι οι αξιωματούχοι του άλλαξαν γνώμη. Αμέσως ο Φαραώ έζεψε 600 άμαξες και πήρε μαζί του όλους τους πολεμιστές του. Έτσι ο στρατός των Αιγυπτίων με όλο τους το ιππικό, καταδίωξαν τους Ισραηλίτες και έφτασαν στο στρατόπεδο τους, κοντά στην Ερυθρά θάλασσα. Οι Αιγύπτιοι στρατοπέδευσαν στην Έπαυλη απέναντι από την Βεελσεπφών.

Ο Φαραώ με όλο το στρατό του καταδίωξε τους Ισραηλίτες, καθώς αυτοί περνούσαν μέσα από την Ερυθρά θάλασσα. Όταν οι Ισραηλίτες πέρασαν απέναντι, ο Θεός έκλεισε τη θάλασσα και τα νερά σκέπασαν όλο το στρατό του Φαραώ (Έξοδος κεφ. 14. Ψαλμοί 105,7-11). Η έξοδος των Ισραηλιτών από την Αίγυπτο, αναφέρεται και στο βιβλίο των Ψαλμών (Ψαλμός 113).

 

Μετά την εγκατάστασή των Ισραηλιτών στη Χαναάν, ο Φαραώ εκστράτευσε εναντίον της φυλής Εφραίμ, την οποία κατέλαβε και κατέκαψε, ενώ τους Χαναναίους και τους Φερεζαίους, που κατοικούσαν στη Γαζέρ και ζούσαν ανάμεσα στους Ισραηλίτες, τους φόνευσε. Την πόλη Γαζέρ την έδωσε ο Φαραώ ως προίκα στην κόρη του, την οποία πήρε ως σύζυγο ο Σολομώντας (Ιησούς του Ναυή 16,10. Κριταί 1,29. Γ' Βασιλέων 5,14β). Κατόπιν ο Φαραώ υπέταξε τους Χαναναίους, που κατοικούσαν στη Μεργάβ (Γ' Βασιλέων 5,14β).

Ο Θεός δεν επέτρεψε στους Ισραηλίτες να αποστρέφονται τους Αιγυπτίους, διότι είχαν φιλοξενηθεί στη χώρα τους. Η τρίτη γενιά των απογόνων τους μπορούσε να γίνει δεκτή στη λατρεία και στις συγκεντρώσεις ενώπιον του Κυρίου (Δευτερονόμιο 23,8-9).

 

 

Ε) ΟΙ ΑΙΓΥΠΤΙΟΙ ΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΩΝ ΒΑΣΙΛΕΩΝ

 

Πολύ αργότερα κατά τη βασιλεία του Δαβίδ, ο Βαναίας, ένας από τους τριάντα επιλέκτους και ανδρείους του Δαβίδ, σε μια κάποια μάχη σκότωσε ένα γιγαντόσωμο Αιγύπτιο, που το ύψος του ήταν 2,25 περίπου και είχε ένα δόρυ σαν το αντί του αργαλειού. Ο Βαναίας κρατώντας το ραβδί του έπεσε πάνω στον Αιγύπτιο, του άρπαξε από τα χέρια το δόρυ και τον σκότωσε με το ίδιο του το όπλο (Α' Παραλειπομένων 11,23).

 

Το βασίλειο του Ισραήλ εκτεινόταν την εποχή του Σολομώντα από τον Ευφράτη έως τη Γάζα και την Αίγυπτο (Γ' Βασιλέων 2,46κ. 5,1. Β' Παραλειπομένων 9,26). Οι βασιλιάδες, των οποίων τα βασίλεια βρισκόντουσαν μεταξύ των ορίων της βασιλείας του Σολομώντα, από τον Ευφράτη έως την Αίγυπτο, του προσέφεραν δώρα και ήσαν υποτελείς σ' αυτόν για όλο το διάστημα της βασιλείας του (Γ' Βασιλέων 5,1. 10,26α). Αργότερα ο Σολομώντας παντρεύτηκε την κόρη του Φαραώ, την οποία και εγκατέστησε στην πόλη Δαβίδ στο όρος Σιών, μέχρις ότου τελειώσει η ανοικοδόμηση του βασιλικού ανακτόρου (Γ' Βασιλειών 2,35γ. 3,1. 5,14α).

Ο Σολομώντας, στα χρόνια της βασιλείας του, έκανε εμπόριο ίππων από την Αίγυπτο προς άλλες χώρες. Οι έμποροι του Σολομώντα πήγαιναν στην Αίγυπτο ή σε αγορά που γινόταν στη Θεκωέ, και αγόραζαν άρματα προς 600 αργυρούς σίκλους το καθένα και άλογα προς 150 αργυρούς σίκλους το καθένα. Σε ά λλο σημείο αναφέρεται ότι το κάθε άρμα κόστιζε 100 αργυρούς σίκλους και κάθε άλογο κόστιζε 50 αργυρούς σίκλους το καθένα. Στη συνέχεια οι έμποροι του Σολομώντα τα μεταπωλούσαν στους βασιλιάδες των Χετταίων, της Συρίας και σε άλλους που κατοικούσαν στα παράλια της Μεσογείου Θαλάσσης (Γ' Βασιλέων 10,28-29. Β' Παραλειπομένων 1,16-17. 9,28).

Τα αιγυπτιακά άλογα ήταν μεγαλοπρεπή και υπερήφανα. Χαρακτηριστική είναι η αναφορά στο Άσμα Ασμάτων του Σολομώντα, όπου ο νυμφίος απευθύνεται στην νύμφη, την οποία παρομοιάζει μεγαλοπρεπή και υπερήφανη, όπως η φοράδα του που είναι ζεμένη στο άρμα του Φαραώ (Άσμα Ασμάτων 1,9).

 

Κατά τη βασιλεία του Δαβίδ, όταν ο αρχιστράτηγος Ιωάβ και οι Ισραηλίτες θανάτωσαν όλο τον ανδρικό πληθυσμό της Εδώμ, ο Άδερ ο Ιδουμαίος, ο οποίος ήταν μικρό παιδί και καταγόταν από βασιλικό γένος, μαζί με άλλους άνδρες του βασιλικού περιβάλλοντος του πατέρα του, διέφυγαν τη σφαγή και κατέφυγαν στην Αίγυπτο. Ο Άδερ παρουσιάστηκε ενώπιον του Φαραώ, ο οποίος του παραχώρησε μέρος για να μείνει και τον εφοδίασε με τρόφιμα.

Ο Άδερ απέκτησε την ευμένεια του Φαραώ, ο οποίος του έδωσε ως γυναίκα την αδερφή της συζύγου του και μεγαλύτερη αδερφή της βασίλισσας Θεκεμίνας. Αυτή γέννησε στον Άδερ γιο, ο οποίος ονομάστηκε Γανηβάθ. Η βασίλισσα Θεκεμίνα τον ανέθρεψε μαζί με τους γιους του Φαραώ. Μερικά χρόνια αργότερα, όταν ο Άδερ πληροφορήθηκε το θάνατο του Δαβίδ και του Ιωάβ, ζήτησε την άδεια του Φαραώ να επιστρέψει στην πατρίδα του. Ο Φαραώ προσπάθησε να τον μεταπείσει να παραμείνει στην Αίγυπτο, αλλά τελικά του έδωσε την άδεια και ο Άδερ επέστρεψε στην πατρίδα του και ανακηρύχτηκε βασιλιάς (Γ' Βασιλέων 11,17-22).

 

Στο βασιλιά της Αιγύπτου, Σισάκ (Σουσακίμ), κατέφυγε και ο Ιεροβοάμ, όταν ο Σολομών έμαθε για την συνάντησή του με τον προφήτη Αχιά και θέλησε να τον θανατώσει (Γ' Βασιλέων 11,40. 12,24γ). Εκεί παρέμεινε ο Ιεροβοάμ μέχρι το θάνατο του Σολομώντα (Γ' Βασιλέων 12,2. 12,24γ-ζ. Β' Παραλειπομένων 10,2).

Κατά το πέμπτο έτος της βασιλείας του Ροβοάμ, ο βασιλιάς της Αιγύπτου Σισάκ (Σουσακίμ) εισέβαλε στον Ιούδα, με 1200 πολεμικά άρματα και 60.000 ιππείς. Ο ίδιος ήταν επικεφαλής ενός αναρίθμητου στρατού που τον αποτελούσαν Λίβυοι, Αιθίοπες και Τρωγλοδύτες. Αφού κυρίεψε τις οχυρωμένες πόλεις του Ιούδα, έφτασε και στην Ιερουσαλήμ.

Ο Σισάκ (Σουσακίμ), κατά παραχώρηση του Κυρίου, μπήκε νικητής στην Ιερουσαλήμ, λεηλάτησε την πόλη και άρπαξε από το Ναό και το βασιλικό ανάκτορο ως λάφυρα όλα τα χρυσά δόρατα και τα χρυσά αντικείμενα που φορούσαν οι στρατιώτες του Αδρααζάρ, βασιλιά της Σουβά, τα οποία ο Δαβίδ είχε πάρει όταν νίκησε το στρατό του Αδρααζάρ και τα είχε φέρει στην Ιερουσαλήμ, καθώς και όλα τα χρυσά όπλα, ασπίδες και δόρατα, που είχε κατασκευάσει ο Σολομώντας, και τα πήγε στην Αίγυπτο (Β' Βασιλειών 8,7. Γ' Βασιλέων 14,25-26. Α' Παραλειπομένων 18,7. Β' Παραλειπομένων 12,2-11).

 

Ο Σωσάν, απόγονος του Ιεραμεήλ, δεν είχε γιους παρά μόνο κόρες. Είχε κι ένα δούλο Αιγύπτιο, που ονομαζόταν Ιωχήλ. Σ' αυτόν έδωσε τη μια του κόρη για γυναίκα και εκείνη γέννησε τον Εθθί (Α' Παραλειπομένων 2,34-35).

 

Οι Αιγύπτιοι μαζί με τους Χετταίους αναφέρονται και στην πολιορκία της Σαμάρειας από τους Σύριους. Με την παρέμβαση του Θεού οι Σύριοι τη νύχτα άκουσαν μεγάλο θόρυβο, σαν να προέρχονταν από μεγάλο στρατό και πολεμικά άρματα. Τότε νόμισαν πως ο βασιλιάς των Ισραηλιτών πήρε μισθοφορικό στρατό από τους Χετταίους και τους Αιγύπτιους και επιτέθηκε εναντίον τους. Έτσι τράπηκαν πανικόβλητοι σε φυγή μέσα στη νύχτα λύοντας την πολιορκία (Δ' Βασιλειών 7,6-7).

 

 

ΣΤ) ΟΙ ΑΙΓΥΠΤΙΟΙ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΣΤΙΚΗ ΕΠΟΧΗ

 

Σύμφωνα με τον πρόλογο του βιβλίου «Σοφία Σειράχ», ο εγγονός του Ιησού, του οποίου δεν γνωρίζουμε τ' όνομά του, εγκαταστάθηκε στην Αίγυπτο κατά το 38ο έτος της βασιλείας του Πτολεμαίου του Ευεργέτου. Επειδή διαπίστωσε ότι η θρησκευτική μόρφωση των Ιουδαίων, που είχαν εγκατασταθεί στην Αίγυπτο, ήταν μικρή, γι' αυτό θεώρησε επιτακτικό καθήκον να μεταφράσει το βιβλίο του παππού του, έτσι ώστε οι Ιουδαίοι που είχαν εγκατασταθεί στην Αίγυπτο να μελετούν τα ιερά βιβλία και να ζουν σύμφωνα με τον Νόμο του Κυρίου.

 

 

Ζ) ΟΙ ΑΙΓΥΠΤΙΟΙ ΣΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΩΝ ΨΑΛΜΩΝ

 

Το βιβλίο των Ψαλμών αναφέρεται στην Αίγυπτο. Συγκεκριμένα αναφέρεται στα θαυμαστά έργα του Θεού στην Αίγυπτο την εποχή του Μωυσή (Ψαλμοί 77,43. 104,27. 134,8-9. 135,10-15). Σε άλλο Ψαλμό ο Δαβίδ προλέγει, ότι ο Κύριος θα διασκορπίσει τα έθνη που θέλουν τους πολέμους και θα φέρει πρέσβεις από την Αίγυπτο και την Αιθιοπία, οι οποίοι θα επιστρέψουν στον αληθινό Θεό και θα του φέρουν δώρα στην Ιερουσαλήμ (Ψαλμός 67,31-32). Σε άλλο σημείο αναφέρεται ότι ο Κύριος συνέτριψε τον Φαραώ και παρέδωσε τη χώρα του στους Αιθίοπες (Ψαλμός 73,14). Στον Ψαλμό 77, που αποδίδεται στον Ασάφ, αναφέρει τα θαυμαστά έργα που είχε κάνει ο Κύριος στους Ισραηλίτες στην Αίγυπτο, όταν στην πεδιάδα Τάνεως ο Κύριος χώρισε τη θάλασσα στα δύο και πέρασαν από μέσα οι Ισραηλίτες για να γλιτώσουν από την καταδίωξη των Αιγυπτίων (Ψαλμοί 77,12-13. 77,43. 105,21-22). Λίγο παρακάτω αναφέρει, ότι ο Κύριος μετέφερε τους Ισραηλίτες από την Αίγυπτο στη Γη της Επαγγελίας (Ψαλμοί 79,9. 80,6).

 

Στην Καινή Διαθήκη, ο Ιωσήφ και η Μαριάμ, κατέφυγαν στην Αίγυπτο για να αποφύγουν την οργή του Ηρώδη (Ματθαίος 2,13-15).

 

 

Ο ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΣ ΣΤΗΝ ΑΙΓΥΠΤΟ

 

 Τη χριστιανική διδασκαλία στην Αίγυπτο την πρωτοδίδαξε ο ευαγγελιστής Μάρκος. Από τον 3ο αιώνα έκαναν την εμφάνισή τους μοναχοί και ερημίτες. Ο πρώτος ερημίτης ήταν ο Άγιος Αντώνιος (251 - 356). Περίφημο είναι το κοινόβιο του Άγιου Παχωμίου, κοντά στη Θήβα, όπου ζούσαν περίπου 2.000 μοναχοί.

Η διαμάχη ανάμεσα στην Εκκλησία και στους Χριστιανούς φιλόσοφους κορυφώθηκε στο τέλος του 3ου αιώνα τότε που ο ιερέας της Αλεξάνδρειας Άρειος αρνιόταν τη θεϊκή φύση του Χριστού. Οι ιδέες του καταδικάστηκαν και ο Άρειος αφορίστηκε από την Α' Οικουμενική Σύνοδο της Νίκαιας. Στην Αίγυπτο άρχισε να αναπτύσσεται και η θεωρία του μονοφυσιτισμού που την υποστήριζαν ο πατριάρχης της Αλεξάνδρειας Διόσκουρος και ο αρχιμανδρίτης Ευτύχιος, τους οποίους καταδίκασε η Δ' Οικουμενική Σύνοδος της Χαλκηδόνας. Οι Χριστιανοί της Αιγύπτου διαιρέθηκαν σε δυο αντιμαχόμενα στρατόπεδα: στους βασιλικούς, που υποστήριζαν τις αποφάσεις των συνόδων και στους μονοφυσίτες ή Ιακωβίτες (οπαδούς του Διόσκουρου του οποίου το κοσμικό όνομα ήταν Ιάκωβος). Οι μονοφυσίτες ήταν περισσότεροι από τους βασιλικούς. Σήμερα οι Χριστιανοί της Αιγύπτου διαιρούνται: α) στους Ορθόδοξους, με επικεφαλής τον πατριάρχη Αλεξάνδρειας και β) στους Κόπτες, που πιστεύουν στο μονοφυσιτισμό, δηλαδή ότι ο Χριστός έχει μόνο μια φύση, τη θεϊκή.