ΑΡΧΑΙΕΣ ΠΟΛΕΙΣ ΤΟΥ ΙΣΡΑΗΛ

 

ΓΑΛΓΑΛΑ

 

ΓΑΛΓΑΛΑ (ΓΑΛΓΑΛ)

 

Τα Γάλγαλα (Γαλγάλ) ήταν αρχαία πόλη του Ισραήλ, στα όρια της φυλής Εφραίμ. Βρισκόταν ανατολικά της Ιεριχώς και δυτικά του Ιορδάνη (Ιησούς του Ναυή 4,19). Η ονομασία Γάλγαλα σημαίνει "αφαίρεσις" (Ιησούς του Ναυή 5,2-9). Γιλγάλ- Χάρτης C6.

 

 

Όταν οι Ισραηλίτες πέρασαν τον Ιορδάνη και μπήκαν στη Χαναάν, στρατοπέδευσαν στα Γάλγαλα, ανατολικά της Ιεριχώς (Ιησούς του Ναυή 4,19). Εκεί στα Γάλγαλα ο Ιησούς του Ναυή έστησε δώδεκα λίθους, ως ανάμνηση του γεγονότος, που ο Κύριος χώρισε τα νερά του Ιορδάνη και πέρασαν από μέσα οι Ισραηλίτες (Ιησούς του Ναυή 4,20-24).

Μετά το στήσιμο των λίθων ο Ιησούς του Ναυή, έφτιαξε κοφτερά μαχαίρια από πέτρα και έκανε περιτομή στους Ισραηλίτες, για δεύτερη φορά, κοντά στην τοποθεσία που ονομάζεται Βουνό των Ακροβυστιών. Κι αυτό διότι όλοι οι Ισραηλίτες που είχαν γεννηθεί στην έρημο, στη διάρκεια των 42 χρόνων που περιπλανήθηκαν στη Μαβγαρίτιδα έρημο, δεν είχαν περιτμηθεί. Όλοι οι άντρες που περιτμήθηκαν παρέμειναν στο στρατόπεδο, έως ότου θεραπεύτηκαν οι πληγές τους. Γι' αυτό και ο τόπος εκείνος ονομάστηκε Γάλγαλα, δηλαδή "αφαίρεσις" (Ιησούς του Ναυή 5,2-9).

 

Μετά την κατάληψη της Χαναάν από τους Ισραηλίτες, τα βόρεια σύνορα της φυλής Ιούδα ξεκινούσαν από τις εκβολές του Ιορδάνη στη Νεκρά Θάλασσα, μετά περνούσαν από την Βαιθάραβα και την τοποθεσία "Λίθος Βαιών" ("Λίθος Βοάν"), από κει περνούσαν από το φαράγγι Αχώρ, κατέβαιναν προς τα Γάλγαλα, που βρίσκονται απέναντι από την ανωφέρεια της Αδδαμίν, και στη συνέχεια μετά από πολλές τοποθεσίες κατέληγαν στη Μεσόγειο θάλασσα (Ιησούς του Ναυή 15,5-11).

 

Μετά τη διανομή της Χαναάν, όταν οι φυλές Ρουβήν, Γαδ και μισή Μανασσή, έφτασαν στον Ιορδάνη, οικοδόμησαν στα Γάλγαλα ένα μεγάλο θυσιαστήριο, ως μνημείο ενότητας όλων των φυλών. Το θυσιαστήριο αυτό παραλίγο ν' αποτελέσει αιτία εμφυλίου πολέμου ανάμεσα στις φυλές που ήταν δυτικά του Ιορδάνη και σ' αυτές που ήταν ανατολικά του Ιορδάνη, επειδή η πράξη των τριών φυλών θεωρήθηκε προσβλητική για τον Κύριο.

Τότε οι αρχηγοί των φυλών Ρουβήν, Γαδ και μισής Μανασσή απάντησαν στους απεσταλμένους των άλλων φυλών, ότι το θυσιαστήριο χτίστηκε ως ένα μνημείο μαρτυρίας και ενότητας όλων των φυλών για τις επερχόμενες γενιές και όχι για να αποστατήσουν από τον Κύριο, θυσιάζοντας σε δικό τους θυσιαστήριο. Η απάντηση θεωρήθηκε λογική και ευχαρίστησε τους Ισραηλίτες, οι οποίοι ονόμασαν το θυσιαστήριο: «ο βωμός αυτός είναι μαρτυρία μεταξύ μας ότι ο Κύριος είναι ο Θεός μας» και το ονόμασαν «Εδ» που σημαίνει «Μαρτυρία» (Ιησούς του Ναυή 22,10-34).

Μετά τη διανομή της Χαναάν και την εγκατάσταση των Ισραηλιτών στη Γη της Επαγγελίας, ένας άγγελος του Κυρίου ήρθε από τα Γάλγαλα στον Κλαυθμώνα (Βοχίμ) και στη Βαιθήλ, όπου κατοικούσαν οι Ισραηλίτες και τους επιτίμησε, επειδή ήρθαν σε συμφωνία με τους κατοίκους της Χαναάν και δεν καταστρέψετε τα θυσιαστήρια και τα είδωλά τους, όπως τους είχε πει ο Κύριος (Κριταί 2,1-5).

 

 

Την περίοδο των Κριτών, όταν ο Κριτής Αώδ μαζί με τους άνδρες του, έφυγαν από τη Μωάβ, προσφέροντας τα δώρα των Ισραηλιτών στον Εγλώμ, βασιλιά της Μωάβ, έφτασαν στα Γάλγαλα (Γαλγάλ). Όταν έφτασαν στην περιοχή, που ήταν τα ειδωλολατρικά αγάλματα των θεών, ο Αώδ επέστρεψε και σκότωσε τον Εγλώμ μ' ένα μαχαίρι. Από το ίδιο σημείο ξαναπέρασε ο Αώδ, μετά το θάνατο του Εγλώμ, διήλθε από την τοποθεσία των ειδωλολατρικών αγαλμάτων και κατέφυγε ασφαλής στη Σετειρωθά, όπου συγκέντρωσε τους Ισραηλίτες για πόλεμο εναντίον των Μωαβιτών (Κριταί 3,18-27).

 

Ο Σαμουήλ κάθε χρόνο περιόδευε σε όλες τις πόλεις που βρίσκονταν μεταξύ Βαιθήλ, Γαλγαλά και Μασσηφάθ, και απέδιδε δικαιοσύνη στους Ισραηλίτες σ' όλα αυτά τα μέρη (Α' Βασιλειών 7,15-16). Στα Γάλγαλα, πριν ο Σαούλ γίνει βασιλιάς του Ισραήλ,  συναντήθηκε με τον Σαμουήλ (Α' Βασιλειών 10,8).

Μετά τη νίκη του Σαούλ εναντίον των Αμμμωνιτών, ο Σαμουήλ κάλεσε πάλι τους Ισραηλίτες στα Γάλγαλα και ενώπιον του Κυρίου, ανακήρυξαν το Σαούλ και επίσημα βασιλιά. Μετά ο Σαμουήλ πρόσφερε θυσίες στον Κύριο κι έκαναν γιορτή μεγάλη (Α' Βασιλειών 11,14-15).

Όταν ο Ιωνάθαν, γιος του Σαούλ, χτύπησε τη φρουρά των Φιλισταίων στη Βαμά, οι Φιλισταίοι συγκεντρώθηκαν για να πολεμήσουν τους Ισραηλίτες, οι οποίοι είχαν στρατοπεδεύσει στα Γάλγαλα (Α' Βασιλειών 13,3-4). Ο Σαούλ ήταν ακόμη στα Γάλγαλα κι όλος ο στρατός που τον ακολουθούσε ήταν τρομαγμένος, επειδή ο στρατός των Φιλισταίων ήταν πολυάριθμος. Ο Σαμουήλ αργούσε να έρθει για να προσφέρει θυσία στο Θεό και ο στρατός άρχισε να εγκαταλείπει το Σαούλ. Τότε ο Σαούλ έκανε μόνος του τη θυσία στον Κύριο. Όταν τελείωσε ήρθε και ο Σαμουήλ, ο οποίος επέπληξε το Σαούλ (Α' Βασιλειών 13,7-15).

Ο Σαούλ συγκέντρωσε στα Γάλγαλα στρατό απ' όλες τις φυλές του Ισραήλ για να πολεμήσει τους Αμαληκίτες. Ο στρατός του έφτανε τις 400.000 άνδρες. Ο Σαούλ νίκησε τους Αμαληκίτες, αιχμαλώτισε τον Αγάγ, βασιλιά των Αμαληκιτών, και κατέσφαξε όλο τον πληθυσμό της περιοχής, όπως τους είχε πει ο Θεός. Αλλά ο Σαούλ και ο στρατός του λυπήθηκαν τον ίδιο τον Αγάγ και τα καλύτερα λάφυρα από τη μάχη, ζώα και γενικά κάθε αγαθό αξίας δεν θέλησαν να τα καταστρέψουν, όπως τους είχε πει ο Κύριος (Α' Βασιλειών 15,1-9). Ο Σαμουήλ επέπληξε το Σαούλ στα Γάλγαλα, γιατί δεν τήρησε κατά γράμμα την εντολή του Κυρίου. Στο τέλος ο Σαμουήλ ζήτησε να του φέρουν μπροστά του τον Αγάγ, τον οποίο εκτέλεσε μ' ένα σπαθί μπροστά στη Σκηνή του Μαρτυρίου, ενώπιον του Θεού (Α' Βασιλειών 15,10-33).

 

 

Ο Δαβίδ, μετά την ήττα του Αβεσσαλώμ, άφησε τη Μαναΐμ (Μαχαναΐμ), όπου βρισκόταν και πήρε το δρόμο της επιστροφής προς την Ιερουσαλήμ. Έφτασε στον Ιορδάνη και στα Γάλγαλα, τον υποδέχτηκαν οι άντρες της φυλής Ιούδα, οι οποίοι τον βοήθησαν να περάσει το ποτάμι (Β' Βασιλειών 19,15). Από τα Γάλγαλα καταγόταν ο Σαβεέ, γιος του Βοχορί, ο οποίος επαναστάτησε κατά του Δαβίδ, μετά την ανταρσία του Αβεσσαλώμ (Β' Βασιλειών 20,1).

Πριν ο προφήτης Ηλίας αναληφθεί στον ουρανό μαζί με τον Ελισαίο βρισκόντουσαν στα Γάλγαλα. Ο Ηλίας είπε στον Ελισαίο να μείνει εκεί, γιατί ο Κύριος τον έστελνε στη Βαιθήλ. Αλλά ο Ελισαίος του απάντησε πως ορκίστηκε να μην τον εγκαταλείψει κι έτσι πήγαν μαζί στη Βαιθήλ (Δ' Βασιλειών 2,1-2).

 

 

Στα Γάλγαλα είχε πάει και ο προφήτης Ελισαίος. Τον καιρό εκείνο είχε πέσει μεγάλος λιμός στην περιοχή και οι προφήτες έμεναν νηστικοί κοντά στον Ελισαίο. Ο Ελισαίος είπε τότε στον υπηρέτη του τον Γιεζί να βράσει φαγητό για τους προφήτες.

Ο Γιεζί πήγε στα χωράφια για να μαζέψει χόρτα. Σε κάποιο σημείο βρήκε έναν αμπελώνα, από το έδαφος του οποίου μάζεψε άγρια κολοκύθια. Έβαλε από αυτά μέσα στο λέβητα για να βράσουν. Δεν γνώριζε όμως ότι αυτά ήταν δηλητηριώδη. Έπειτα έδωσε στους προφήτες να φάνε.

Ενώ εκείνοι έτρωγαν κατάλαβαν ότι το φαγητό ήταν δηλητηριασμένο και δεν μπορούσε να φαγωθεί. Είπε τότε ο Ελισαίος στον υπηρέτη του να πάρει αλεύρι και να το ρίξει στον λέβητα κι έπειτα  να το δώσει στους προφήτες να φάνε. Εκείνοι έφαγαν και δεν υπήρξε τίποτα το επιβλαβές στο φαγητό (Δ' Βασιλειών 4,38-41).