ΑΡΧΑΙΕΣ ΠΟΛΕΙΣ ΤΟΥ ΙΣΡΑΗΛ  

 

ΓΑΒΑΑ

 

Η ΓΑΒAA (ΓΕΒΑ, ΓΑΒΑΕ, ΓΑΒΑΕΘ)

(Ιησούς του Ναυή 18,24. Κριτές 19,14. 20,5. Α' Βασιλειών 10,26. 11,4. 15,34. 26,1)

(Β' Βασιλειών 23,29. Α' Παραλειπομένων 8,6. 11,31. Β' Παραλειπομένων 16,4)

 

Η Γαβαά (Γεβά) ήταν αρχαία πόλη του Ισραήλ, δυτικά του Ιορδάνη, στα όρια της φυλής Βενιαμίν. Η Γαβαά ήταν η πατρίδα του Σαούλ (Α' Βασιλειών 10,26). Γαβαά- Χάρτης B1, C6.

Μετά την κατάληψη της Χαναάν από τον Ιησού του Ναυή και τη διανομή της χώρας, η πόλη Γαβαά (Γεβά), μαζί με τις κωμοπόλεις και τις αγροτικές κατοικίες γύρω από αυτή, δόθηκε στη φυλή Βενιαμίν (Ιησούς του Ναυή 18,24). Οι απόγονοι του Αώδ (Εχούδ) κατοικούσαν στη Γαβεέ (Γεβά), απ' όπου αναγκάστηκαν να μετοικήσουν στη Μαναχαθί (Μαναχάθ) (Α' Παραλειπομένων 8,6).

 

 

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΜΙΣΠΑ (ΜΑΣΣΗΦΑ)

ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ

 

Η ΓΑΒAA ΤΗΝ ΠΕΡΙΟΔΟ ΤΩΝ ΚΡΙΤΩΝ

 

Στο βιβλίο των Κριτών, στο κεφάλαιο 19, αναφέρεται η ιστορία ενός Λευίτη, ο οποίος είχε πάει στη Βηθλεέμ για να πάρει πίσω την παλλακίδα του, επειδή είχαν τσακωθεί. Κατά το δρόμο της επιστροφής η νύχτα τους βρήκε στην πόλη Γαβαά, που ανήκει στη φυλή Βενιαμίν. Εκεί κανείς δεν τους φιλοξένησε, παρά μόνο ένας γέροντας που καταγόταν από τη φυλή Εφραίμ, αλλά ζούσε στη Γαβαά.

Οι άντρες της πόλης, άνθρωποι ανήθικοι και διεφθαρμένοι, περικύκλωσαν το σπίτι, χτυπούσαν την πόρτα και φώναζαν στον οικοδεσπότη να τους δώσει τον άνθρωπο που μπήκε στο σπίτι του για να ασελγήσουν πάνω του. Ο οικοδεσπότης βγήκε και τους είπε να μην κάνουν αυτό το κακό. Τους πρότεινε την κόρη του που ήταν παρθένα και την παλλακίδα του επισκέπτη του. Αυτοί όμως δεν ήθελαν ν' ακούσουν. Τότε πήρε ο Λευίτης την παλλακίδα του και την έβγαλε έξω από το σπίτι. Εκείνοι τη βίασαν και ασέλγησαν πάνω της όλη τη νύχτα, ως το πρωί. Με την αυγή, την άφησαν ελεύθερη.

Εκείνη έπεσε στην πόρτα του σπιτιού, όπου το πρωί ο άντρας της τη βρήκε νεκρή. Ο Λευίτης φόρτωσε το σώμα της σ' ένα γαϊδούρι κι έφυγε για τον τόπο του. Όταν έφτασε στο σπίτι του, πήρε ένα μαχαίρι και διαμέλισε τη νεκρή γυναίκα σε δώδεκα κομμάτια και τα έστειλε σε όλες τις φυλές του Ισραήλ (Κριταί 19,1-30).

Όλοι οι Ισραηλίτες, όταν άκουσαν για το ανοσιούργημα αυτό, συγκεντρώθηκαν στη Μασσηφά (Μισπά), για να συζητήσουν το γεγονός, ενώπιον του Κυρίου. Εκεί ο Λευίτης τους διηγήθηκε το γεγονός με κάθε λεπτομέρεια. Οι φυλές των Ισραηλιτών αποφάσισαν ομόφωνα, να τιμωρήσουν παραδειγματικά τους ενόχους αυτού του αποτρόπαιου εγκλήματος. Έστειλαν αγγελιοφόρους στη φυλή Βενιαμίν και τους ζήτησαν να παραδώσουν τους διεστραμμένους κατοίκους της Γαβαά, για να τους σκοτώσουνε και να εξαλείψουν το κακό από τον ισραηλιτικό λαό (Κριταί 20,1-13).

Οι Βενιαμινίτες όμως αρνήθηκαν και συγκεντρώθηκαν στη Γαβαά για να πολεμήσουν εναντίον των άλλων Ισραηλιτών. Οι άνδρες της φυλής Βενιαμίν ήταν 26.000 πολεμιστές και 700 ήταν οι άνδρες της Γαβαά, οι οποίοι ήταν ικανοί πολεμιστές, χρησιμοποιούσαν με την ίδια ευχέρεια και τα δυο τους χέρια, χρησιμοποιούσαν με καταπληκτική δεξιότητα τη σφενδόνη, ώστε πετύχαιναν ακόμη και μία τρίχα από μεγάλη απόσταση, χωρίς ν' αποτύχουν. Οι Ισραηλίτες ήταν 400.000 άνδρες, καλά οπλισμένοι και πολύ ικανοί στον πόλεμο (Κριταί 20,13-17).

Οι Ισραηλίτες συγκεντρώθηκαν στη Βαιθήλ και η φυλή του Ιούδα ηγούνταν της εκστρατείας. Στην πρώτη μάχη η φυλή Βενιαμίν νίκησε, αφήνοντας στο πεδίο της μάχης 22.000 Ισραηλίτες (Κριταί 20,18-21). Κατά τη δεύτερη μάχη η φυλή Βενιαμίν πάλι νίκησε, αφήνοντας αυτή τη φορά στο πεδίο της μάχης 18.000 Ισραηλίτες, ικανότατους πολεμιστές (Κριταί 20,22-25).

Κατά την τρίτη μάχη ο στρατός των Ισραηλιτών χωρίστηκε στα δύο. Το ένα μέρος είχε στήσει ενέδρα γύρω από τη Γαβαά, ενώ το άλλο βάδισε κατά της πόλης. Οι άνδρες της φυλής Βενιαμίν άρχισαν να καταδιώκουν τους Ισραηλίτες, οι οποίοι άρχισαν να υποχωρούν προς τη Βααλθαμάρ, ώστε ν' αναγκάσουν τους Βενιαμινίτες να τους ακολουθήσουν. Τότε από την πλευρά της Μαοραγαβέ όρμισαν από την ενέδρα 10.000 εκλεκτοί Ισραηλίτες, οι οποίοι μπήκαν στη Γαβαά, βάλανε φωτιά στην πόλη και σκότωσαν όλους τους κατοίκους της. Στο μεταξύ οι Βενιαμινίτες που καταδίωκαν τους Ισραηλίτες, κατά την καταδίωξη είχαν σκοτώσει 30 πολεμιστές. Όταν οι άνδρες της φυλής Βενιαμίν είδαν τις φωτιές από την πόλη, κατάλαβαν ότι αυτή είχε καταληφθεί. Τότε οι Ισραηλίτες σταμάτησαν να υποχωρούν και άρχισαν να χτυπούν τους άνδρες της φυλής Βενιαμίν, οι οποίοι άρχισαν να υποχωρούν προς την έρημο. Οι Ισραηλίτες τους χτυπούσαν από παντού και τους καταδίωξαν από τη Νουά έως και τ' ανατολικά της Γαβαά. Κατά τη μάχη αυτή σκοτώθηκαν από τους Βενιαμινίτες 18.000 πολεμιστές. Οι υπόλοιποι τράπηκαν σε φυγή προς τον βράχο Ρεμμών, στην έρημο. Αλλά κι εκεί οι Ισραηλίτες τους χτύπησαν και σκότωσαν άλλους 5.000 Βενιαμινίτες. Κάποιους τους καταδίωξαν μέχρι τη Γεδά και σκότωσαν άλλους 2.000 άνδρες. Συνολικά την ημέρα εκείνη σκοτώθηκαν 25.100 άνδρες της φυλής Βενιαμίν. Όλοι τους ήταν ικανοί και εμπειροπόλεμοι πολεμιστές. Οι υπόλοιποι 600 άνδρες κατέφυγαν στο βράχο Ρεμμών όπου και έμειναν 4 μήνες. Τέλος οι Ισραηλίτες πέρασαν απ' όλες τις πόλεις της φυλής Βενιαμίν κι απ' όπου περνούσαν σκότωναν ότι έβρισκαν μπροστά τους, ανθρώπους και ζώα, κι ύστερα έβαζαν φωτιά στις πόλεις (Κριταί 20,30-48).

 

 

Η ΓΑΒAA ΤΗΝ ΠΕΡΙΟΔΟ ΤΟΥ ΣΑΟΥΛ

 

Ο Σαούλ

Από τη Γαβαά καταγόταν ο Σαούλ (Α' Βασιλειών 10,26). Μετά την εκλογή ο Σαούλ πήγε στο σπίτι του στη Γαβαά, όπου τον ακολούθησαν και μερικοί γενναίοι Ισραηλίτες (Α' Βασιλειών 10,26).

Στην αρχή της βασιλείας του Σαούλ, όταν ο Νάας, βασιλιάς των Αμμωνιτών, προχώρησε με στρατό προς το βορρά και πολιόρκησε την Ιαβίς στη Γαλαάδ. Οι κάτοικοι της Ιαβίς του πρότειναν συνθήκη και ο Νάας προκειμένου να συνθηκολογήσει μαζί τους, απαίτησε να βγάλει το δεξί μάτι ολονών των κατοίκων για να εξευτελίσει τους Ισραηλίτες. Οι πρεσβύτεροι της Ιαβίς ζήτησαν εφτά μέρες προθεσμία. Στο μεταξύ έστειλαν αγγελιαφόρους στη Γαβαά, την πόλη του Σαούλ, και τους ανακοίνωσαν τα γεγονότα. Όταν οι Ισραηλίτες τ' άκουσαν, φώναξαν δυνατά και έκλαψαν.

Ο Σαούλ την ώρα εκείνη επέστρεφε από τους αγρούς του. Όταν άκουσε τα γεγονότα οργίστηκε πάρα πολύ εναντίον των Αμμωνιτών. Συγκέντρωσε 600.000 άντρες απ' όλες τις φυλές του Ισραήλ και την επόμενη μέρα εκστράτευσε εναντίον των Αμμωνιτών, τους οποίους και κατατρόπωσε (Α' Βασιλειών 11,1-10).

 

Ο Ιωνάθαν είχε πάρει από τον πατέρα του, τον Σαούλ, χίλιους άντρες ως σωματοφύλακες και εγκαταστάθηκε στη Γαβαά (Α' Βασιλειών 13,1-2). Όταν ο Σαούλ εμπλάκηκε σε πόλεμο με τους Φιλισταίους, επειδή ο στρατός των Φιλισταίων ήταν πολυάριθμος και οι Ισραηλίτες από φόβο κρύφτηκαν στις σπηλιές και όπου αλλού έβρισκαν, ο Σαούλ με το στρατό που του είχε απομείνει περίπου 600 άντρες, στρατοπέδευσαν στη Γαβαά στην περιοχή Βενιαμίν κι έκλαιγαν, ενώ οι Φιλισταίοι ήταν στρατοπεδευμένοι στη Μαχμάς. Τρία τμήματα του στρατού των Φιλισταίων λεηλάτησε τη γύρω περιοχή. Το ένα λεηλάτησε την περιοχή της Σωγάλ προς τη Γοφερά. Το δεύτερο λεηλάτησε την περιοχή προς τη Βαιθωρών και το τρίτο την περιοχή των πόλεων Γαΐ και Σαβίμ προς τη Γαβαά (Α' Βασιλειών 13,16-18). Νότια της Γαβαά, στη θέση Μασσάβ, υπήρχε φυλάκιο των Φιλισταίων, στο οποίο επιτέθηκε ο Ιωνάθαν με το νεαρό οπλοφόρο του (Α' Βασιλειών 14,4-6).

 

Ο Σαούλ μετά τη νίκη του εναντίον των Αμαληκιτών, αφού τον επέπληξε ο Σαμουήλ στα Γάλγαλα, επειδή δεν τήρησε κατά γράμμα τις εντολές του Κυρίου, πήγε στο σπίτι του, στη Γαβαά (Α' Βασιλειών 15,34). Όταν ο Σαούλ ήταν σε αντιπαράθεση με το Δαβίδ, κάτοικοι από την περιοχή της Ζιφ πήγαν στο Σαούλ, στη Γαβαά, και του είπαν ότι ο Δαβίδ κρύβεται στην περιοχή τους. Ο Σαούλ τότε πήγε στην έρημο Ζιφ με 3.000 επίλεκτους άνδρες, για να ψάξει για το Δαβίδ (Α' Βασιλειών 26,1-3).

 

 

 

Η ΓΑΒAA ΤΗΝ ΠΕΡΙΟΔΟ ΤΩΝ ΒΑΣΙΛΕΩΝ

 

Από την ορεινή περιοχή της φυλής Βενιαμίν, πιθανόν από τη Γαβαά (Γαβαέθ) καταγόταν ο Εθθί ή Αιρί, ο οποίος ανήκε στο σώμα των επιλέκτων και ανδρείων του στρατού του Δαβίδ (Β' Βασιλειών 23,29. Α' Παραλειπομένων 11,31).

 

Όταν ο Βαασά, βασιλιάς του Ισραήλ, εκστράτευσε  εναντίον του βασιλείου του Ιούδα και οχύρωσε τη Ραμά, τότε ο Ασά, βασιλιάς του Ιούδα, έκλεισε συμφωνία με το γιο του Άδερ, βασιλιά της Συρίας, ώστε να διαλύσει τη συμμαχία του με το Βαασά, για ν' αποσύρει το στρατό του από την περιοχή του Ιούδα.

Ο Άδερ δέχτηκε την πρόταση του Ασά κι έστειλε τους στρατηγούς του εναντίον των πόλεων του Ισραήλ. Όταν το έμαθε ο Βαασά σταμάτησε να οχυρώνει τη Ραμά και επέστρεψε στην πόλη Θερσά. Τότε ο Ασά κάλεσε όλους τους κατοίκους του Ιούδα, για να μεταφέρουν από τη Ραμά όλες τις πέτρες και τα ξύλα που ο Βαασά είχε συγκεντρώσει για να οχυρώσει την πόλη. Με τα ίδια υλικά ο Ασά οχύρωσε την Γαβαά (Γαβαέ) και τη Μασσηφά (Μασφά) (Γ' Βασιλέων 15,16-22. Β' Παραλειπομένων 16,1-6).