ΠΡΟΣΩΠΑ ΤΗΣ ΒΙΒΛΟΥ

 

ΟΙ ΓΙΟΙ ΤΟΥ ΑΑΡΩΝ

ΝΑΔΑΒ

 

Ο ΝΑΔΑΒ

 

Ο Ναδάβ ήταν πρωτότοκος γιος του Ααρών και της Ελισάβετ (Έξοδος 6,23. Αριθμοί 3,2. 26,60. Α' Παραλειπομένων 5,29. 24,1). Καταγόταν από τη φυλή Λευΐ. Το όνομά του σημαίνει "γενναιόδωρος".

 

 

Μετά τη διαθήκη του Θεού με τον Ισραήλ στο όρος Σινά και την ανακοίνωση στο λαό των εντολών του Κυρίου, ο Μωυσής, ο Ααρών, ο Ναδάβ και ο Αβιούδ, καθώς και εβδομήντα από τους πρεσβυτέρους των Ισραηλιτών ανέβηκαν στο βουνό.  Βέβαια ο Ααρών και οι γιοι του δεν είδαν είδαν το Θεό του Ισραήλ, αλλά είδαν τον τόπο όπου στάθηκε. Ο Θεός δεν τους έκανε κανένα κακό επειδή ανέβηκαν στο βουνό, οι οποίοι κάθισαν σ' εκείνο το θείο τόπο και έφαγαν (Έξοδος 24,9-11).

Ο Ναδάβ μαζί με τον πατέρα του και τα αδέρφια του Αβιούδ (Αβιού), Ελεάζαρ και Ιθάμαρ, χρίστηκαν για να υπηρετούν ως ιερείς τον Κύριο (Έξοδος 28,1, Αριθμοί 3,2-3). Ο Ααρών και οι γιοι του, σύμφωνα με την εντολή του Κυρίου, ήταν αυτοί που, ως ιερείς, τοποθέτησαν την επτάφωτη λυχνία στη Σκηνή του Μαρτυρίου, μπροστά από το καταπέτασμα, που έκρυβε την Κιβωτό της Διαθήκης. Αυτοί τη φρόντιζαν ώστε να καίει από το βράδυ ως το πρωί ενώπιον του Κυρίου (Έξοδος 27,20-21).

Κάποια μέρα οι δύο γιοι του Ααρών, ο Ναδάβ και  ο Αβιούδ, πήρε ο καθένας το θυμιατήρι του, και έβαλαν σ' αυτό φωτιά από άλλη κοσμική προέλευση και όχι από τη φωτιά του θυσιαστηρίου, όπως είχε θεσπίσει ο Κύριος. Έτσι ο Κύριος ως τιμωρία για τη βεβήλωση που έκαναν, έστειλε φωτιά από τον ουρανό και τους κατέκαψε επί τόπου (Λευιτικό 10,1-2. 16,12. Αριθμοί 3,4. 26,61). Ο Ναδάβ με τον Αβιούδ πέθαναν χωρίς ν' αποκτήσουν απογόνους. Έτσι λοιπόν η ιερατεία περιήλθε στους δύο άλλους γιους του Ααρών, τον Ελεάζαρ και τον Ιθάμαρ (Α' Παραλειπομένων 24,2).

 

 

ΑΒΙΟΥΔ (ΑΒΙΟΥ)

 

Ο ΑΒΙΟΥΔ (ΑΒΙΟΥ)

 

Ο Αβιούδ (Αβιού) ήταν δευτερότοκος γιος του Ααρών και της Ελισάβετ (Έξοδος 6,23. Αριθμοί 3,2. 26,60. Α' Παραλειπομένων 5,29. 24,1). Καταγόταν από τη φυλή Λευΐ. Στη μετάφραση (ΝΜΒ) αναφέρεται ως Αβιού. Το όνομά του σημαίνει "πατήρ μου είναι Εκείνος".

 

 

Μετά τη διαθήκη του Θεού με τον Ισραήλ στο όρος Σινά και την ανακοίνωση στο λαό των εντολών του Κυρίου, ο Μωυσής, ο Ααρών, ο Ναδάβ και ο Αβιούδ, καθώς και εβδομήντα από τους πρεσβυτέρους των Ισραηλιτών ανέβηκαν στο βουνό.  Βέβαια ο Ααρών και οι γιοι του δεν είδαν είδαν το Θεό του Ισραήλ, αλλά είδαν τον τόπο όπου στάθηκε. Ο Θεός δεν τους έκανε κανένα κακό επειδή ανέβηκαν στο βουνό, οι οποίοι κάθισαν σ' εκείνο το θείο τόπο και έφαγαν (Έξοδος 24,9-11).

Ο Αβιούδ μαζί με τον πατέρα του και τα αδέρφια του Ναδάβ, Ελεάζαρ και Ιθάμαρ, χρίστηκαν για να υπηρετούν ως ιερείς τον Κύριο (Έξοδος 28,1, Αριθμοί 3,2-3). Ο Ααρών και οι γιοι του, σύμφωνα με την εντολή του Κυρίου, ήταν αυτοί που, ως ιερείς, τοποθέτησαν την επτάφωτη λυχνία στη Σκηνή του Μαρτυρίου, μπροστά από το καταπέτασμα, που έκρυβε την Κιβωτό της Διαθήκης. Αυτοί τη φρόντιζαν ώστε να καίει από το βράδυ ως το πρωί ενώπιον του Κυρίου (Έξοδος 27,20-21).

Κάποια μέρα οι δύο γιοι του Ααρών, ο Ναδάβ και  ο Αβιούδ, πήρε ο καθένας το θυμιατήρι του, και έβαλαν σ' αυτό φωτιά από άλλη κοσμική προέλευση και όχι από τη φωτιά του θυσιαστηρίου, όπως είχε θεσπίσει ο Κύριος. Έτσι ο Κύριος ως τιμωρία για τη βεβήλωση που έκαναν, έστειλε φωτιά από τον ουρανό και τους κατέκαψε επί τόπου (Λευιτικό 10,1-2. 16,12. Αριθμοί 3,4. 26,61. Ο Ναδάβ με τον Αβιούδ πέθαναν χωρίς ν' αποκτήσουν απογόνους. Έτσι λοιπόν η ιερατεία περιήλθε στους δύο άλλους γιους του Ααρών, τον Ελεάζαρ και τον Ιθάμαρ (Α' Παραλειπομένων 24,2).

 

 

ΕΛΕΑΖΑΡ

 

Ο ΕΛΕΑΖΑΡ

 

Ο Ελεάζαρ ήταν ο τρίτος γιος του Ααρών από τη σύζυγό του Ελισάβετ (Έξοδος 6,23. Αριθμοί 3,2. 26,60. Ιησούς του Ναυή 24,33. Α' Παραλειπομένων 5,29. 24,1). Το όνομά του σημαίνει "ο Θεός είναι βοηθός". Ο Ελεάζαρ πήρε ως σύζυγο μια από τις κόρες του Φουτιήλ και μαζί της απέκτησε τον Φινεές (Έξοδος 6,25. Κριταί 20,28. Α' Παραλειπομένων 5,30). Καταγόταν από τη φυλή Λευΐ. Μετά το θάνατο του πατέρα του Ααρών έγινε αρχιερέας (Αριθμοί 20,22).

 

 

Ο Ελεάζαρ μαζί με τον πατέρα του και τα αδέρφια του Ναδάβ, Αβιούδ (Αβιού) και Ιθάμαρ, χρίστηκαν για να υπηρετούν ως ιερείς τον Κύριο (Έξοδος 28,1, Αριθμοί 3,2-4). Ο Ααρών και οι γιοι του, σύμφωνα με την εντολή του Κυρίου, ήταν αυτοί που, ως ιερείς, τοποθέτησαν την επτάφωτη λυχνία στη Σκηνή του Μαρτυρίου, μπροστά από το καταπέτασμα, που έκρυβε την Κιβωτό της Διαθήκης. Αυτοί τη φρόντιζαν ώστε να καίει από το βράδυ ως το πρωί ενώπιον του Κυρίου (Έξοδος 27,20-21).

Μετά τη βεβήλωση και τη θανάτωση των αδερφών του, του Ναδάβ και  του Αβιούδ, επειδή χρησιμοποίησαν στο θυμιατήρι τους, φωτιά από κοσμική προέλευση και όχι από τη φωτιά του θυσιαστηρίου, όπως είχε θεσπίσει ο Κύριος, τότε ο Μωυσής είπε στον Ααρών, και στους γιους του, τον Ελεάζαρ και τον Ιθάμαρ, να μην βγάλουν από το κεφάλι τους το κάλυμμα και να μη σκίσουν σε ένδειξη πένθους τα ρούχα τους, για να μην πεθάνουν κι αυτοί και πέσει η θεία οργή πάνω σε όλη την κοινότητα. Να αφήσουν το λαό να τους θρηνήσει, αλλά αυτοί δεν θα έπρεπε να απομακρυνθούν από την είσοδο της Σκηνής του Μαρτυρίου, επειδή το λάδι του χρίσματος του Κυρίου ήταν ακόμη νωπό πάνω στις στολές τους. Ο Ααρών και οι δύο γιοι του έκαναν, όπως είπε ο Μωυσής (Λευιτικόν 10,1-7). Έτσι λοιπόν, επειδή ο Ναδάβ και ο Αβιούδ πέθαναν χωρίς ν' αποκτήσουν απογόνους, η ιερατεία περιήλθε στους δύο άλλους γιους του Ααρών, τον Ελεάζαρ και τον Ιθάμαρ (Α' Παραλειπομένων 24,2).

Κάποια στιγμή που ο Μωυσής επόπτευε τις θυσίες, είδε ότι το υπόλοιπο του τράγου που είχε προσφερθεί ως θυσία εξιλέωσης, αντί να φαγωθεί από τους ιερείς, είχε παρατύπως καεί. Τότε οργίστηκε εναντίον του Ελεάζαρ και του Ιθάμαρ, γιατί δεν φάγανε σε ιερό τόπο, το υπόλοιπο από το κρέας του ζώου που είχε θυσιαστεί ως θυσία εξιλέωσης. Τους τόνισε ότι ο Κύριος τους παραχώρησε αυτό το δικαίωμα, ώστε με τη βρώση του υπόλοιπου ζώου να παίρνουν πάνω τους την αμαρτία της κοινότητας και να κάνουν γι' αυτούς την τελετουργία της εξιλέωσης ενώπιον του Κυρίου (Λευιτικόν 10,16-18).

 

Ο Ελεάζαρ μετά το θάνατο των δύο μεγαλυτέρων αδερφών του Ναδάβ και του Αβιούδ, έγινε αρχηγός όλων των πατριαρχικών οικογενειών της φυλής Λευΐ (Λευιτών) και είχε ως καθήκον να μεριμνά για την τήρηση και τη φρούρηση όλων των ιερών αντικειμένων (Αριθμοί 3,32). Ακόμη ο Ελεάζαρ, κάθε φορά που οι Ισραηλίτες ξεκινούσαν, είχε την επιστασία για το σκέπασμα όλων των ιερών αντικειμένων που θα μεταφέρονταν, καθώς επίσης φρόντιζε για το λάδι της Επτάφωτης λυχνίας, για το ιερό θυμίαμα, για το λάδι του χρίσματος και για τις καθημερινές θυσίες (Αριθμοί 4,16).

Οι γιοι του Ααρών ήταν αυτοί που σάλπιζαν με τις σάλπιγγες, όταν ο Μωυσής καλούσε την κοινότητα και τους αρχηγούς των φυλών, ή όταν οι Ισραηλίτες αναχωρούσαν από ένα τόπο, ή όταν έβγαιναν να πολεμήσουν ενάντια σε κάποιο εχθρό (Αριθμοί 10,1-10).

 

Υπηρετούσε το Θεό με τον αδερφό του Ιθάμαρ, βοηθώντας τον πατέρα του. Μετά την ανταρσία του Κορέ και την τιμωρία του Θεού με φωτιά πάνω στους ανθρώπους του, ο Ελεάζαρ, σύμφωνα με εντολή του Κυρίου και του Μωυσή, πήρε τα χάλκινα θυμιατήρια, με τα οποία είχαν προσφέρει το θυμίαμα αυτοί που κάηκαν, και έκανε απ' αυτά σφυρηλατημένες πλάκες για την επένδυση του θυσιαστηρίου. Θα ήταν μια υπενθύμιση στους Ισραηλίτες, ότι κανένας βέβηλος, κανένας άλλος εκτός από τους απογόνους του Ααρών, δεν μπορούσε να πλησιάζει για να προσφέρει θυμίαμα ενώπιον του Κυρίου, αλλιώς θα πάθει ότι έπαθε ο Κορέ και η ομάδα του (Αριθμοί 17,1-5). Ο Ελεάζαρ ως αρχιερέας πρόσφερε για θυσία ένα κόκκινο δαμάλι, του οποίου η στάχτη μετά την καύση του, χρησιμοποιούνταν για εξαγνισμό (Αριθμοί 19,3-4).

 

Μετά το θάνατο του πατέρα του Ααρών έγινε αρχιερέας. Όταν οι Ισραηλίτες μετά την Κάδης, έφτασαν στο όρος Ωρ.  Εκεί, στα σύνορα με την Εδώμ ο Μωυσής, σύμφωνα με την εντολή του Κυρίου, ανέβηκε στο βουνό, έβγαλε τη στολή του Ααρών και τη φόρεσε στον Ελεάζαρ, το γιο του. Εκεί, στην κορυφή, πέθανε ο Ααρών. Η ισραηλιτική κοινότητα κήρυξε επίσημο πένθος τριάντα ημερών, στο οποίο συμμετείχαν όλοι οι Ισραηλίτες (Αριθμοί 20,22-29. Δευτερονόμιο 10,6).

 

Ο Ελεάζαρ βοήθησε το Μωυσή στην απογραφή των Ισραηλιτών, που έγινε στην κοιλάδα της Μωάβ (Αριθμοί 26,1-2). Λίγο καιρό αργότερα, όταν οι Ισραηλίτες ήταν στην περιοχή Αραβώθ, κοντά στον Ιορδάνη ποταμό, σύμφωνα με την εντολή του Κυρίου, επιτέθηκαν στους Μαδιανίτες, προκειμένου να πάρουν εκδίκηση επειδή οι Μαδιανίτισσες πορνεύονταν με τους Ισραηλίτες κι έτσι συνέβαλαν στην απιστία των Ισραηλιτών κατά του Θεού. Ο Μωυσής έστειλε εναντίον τους χίλιους άντρες από κάθε φυλή. Μαζί τους ήταν και ο Φινεές, ο οποίος κρατούσε τα ιερά σκεύη. Οι Ισραηλίτες πολέμησαν εναντίον των Μαδιανιτών και σκότωσαν όλους τους Μαδιανίτες, άντρες και γυναίκες, εκτός από τις νεαρές κοπέλες, τις οποίες αιχμαλώτισαν. Σκότωσαν και τους πέντε βασιλιάδες της Μαδιάμ, τον Ευΐν, τον Ροκόν, τον Σουρ, τον Ουρ και τον Ροβόκ, όπως και τον προφήτη Βαλαάμ, που ήταν μεταξύ των Μαδιανιτών. Άρπαξαν τα ζώα τους, όλα τους τα υπάρχοντα και πυρπόλησαν τις πόλεις τους.

Αμέσως μετά τη μάχη, όταν οι πολεμιστές επέστρεψαν, ο αρχιερέας Ελεάζαρ έδωσε εντολή να εξαγνιστούν έξω από το στρατόπεδο, όλοι οι πολεμιστές, οι νεαρές αιχμάλωτες, τα ρούχα τους και όλα τα μεταλλικά ή άλλα αντικείμενα που πήραν από τους Μαδιανίτες (Αριθμοί 31,1-24). Στη συνέχεια ο Ελεάζαρ βοήθησε το Μωυσή στην καταγραφή των λαφύρων, που πήραν από τους Μαδιανίτες, καθώς και στη μοιρασιά τους. Από το μερίδιο που δόθηκε στους πολεμιστές κρατήθηκε ένα μέρος, ένα στα πεντακόσια, ως προσφορά στον Κύριο, το οποίο δόθηκε στον Ελεάζαρ τον αρχιερέα (Αριθμοί 31,25-54).

 

Ο Ελεάζαρ βοήθησε και τον Ιησού του Ναυή στη διανομή της Χαναάν. Η διανομή της χώρας έγινε με κλήρο, από τον Ελεάζαρ, τον Ιησού του Ναυή και από τους αρχηγούς των ισραηλιτικών φυλών, οι οποίοι ήταν ο Χάλεβ, γιος του Ιεφοννή, από τη φυλή Ιούδα, ο Σαλαμιήλ, γιος του Εμιούδ, από τη φυλή Συμεών, ο Ελδάδ, γιος του Χασλών, από τη φυλή Βενιαμίν, ο Βακχίρ, γιος του Εγλί, από τη φυλή Δαν, ο Ανιήλ, γιος του Σουφί, από τη φυλή Μανασσή,  ο Καμουήλ, γιος του Σαβαθάν, από τη φυλή Εφραίμ, ο Ελισαφάν, γιος του Φαρνάχ, από τη φυλή Ζαβουλών, ο Φαλτιήλ, γιος του Οζά, από τη φυλή Ισσάχαρ, ο Αχιώρ, γιος του Σελεμί, από τη φυλή Ασήρ, ο Φαδαήλ, γιος του Ιαμιούδ, από τη φυλή Νεφθαλείμ (Αριθμοί 34,16-29. Ιησούς του Ναυή 14,1-2). Η διανομή έγινε ενώπιον του Κυρίου στη Σηλώ, στην είσοδο της Σκηνής του Μαρτυρίου (Ιησούς του Ναυή 14,1-19,51).

Οι κόρες του Σαλπαάδ, απογόνου του Μανασσή, η Μααλά, η Νουά, η Εγλά, η Μελχά και η Θερσά, παρουσιάστηκαν μπροστά στον Ιησού του Ναυή, στον Ελεάζαρ και μπροστά στους αρχηγούς των φυλών, και τους είπαν ότι επειδή ο πατέρας τους πέθανε στην έρημο, ο Κύριος, δια μέσου του Μωυσή, διέταξε να πάρουν αυτές το μερίδιο του πατέρα τους. Έτσι στις κόρες του Σαλπαάδ, δόθηκε κλήρος στην περιοχή της Γαλαάδ (Ιησούς του Ναυή 17,3-6).

 

Μετά το θάνατο του Ιησού του Ναυή πέθανε και ο αρχιερέας Ελεάζαρ και τάφηκε στη Γαβαάρ, πόλη του γιου του Φινεές, την οποία την είχε δώσει σ' αυτόν και βρισκόταν στην ορεινή περιοχή της φυλής Εφραίμ. Κατά την ημέρα της ταφής του οι Ισραηλίτες περιέφεραν με πολλή κατάνυξη την Κιβωτό της Διαθήκης. Τον Ελεάζαρ διαδέχτηκε στην αρχιεροσύνη ο γιος του ο Φινεές (Ιησούς του Ναυή 24,33).

Το αξίωμα του αρχιερέα, το διατήρησε ο Ελεάζαρ και η συγγένειά του για επτά γενεές, μέχρι την εποχή του Ηλί. Κατόπιν το αξίωμα μεταβιβάστηκε στους απογόνους του μικρότερου αδερφού του Ιθάμαρ, αλλά επί των ημερών του Σαούλ και του Δαβίδ επανήλθε στους συγγενείς του Ελεάζαρ στους οποίους και παρέμεινε μέχρι την αιχμαλωσία από τους Βαβυλώνιους.

 

 

ΙΘΑΜΑΡ

 

Ο ΙΘΑΜΑΡ

 

Ο Ιθάμαρ ήταν ο μικρότερος από τους τέσσερις γιους του Ααρών και της Ελισάβετ (Έξοδος 6,23. Αριθμοί 3,2. 26,60. Α' Παραλειπομένων 5,29. 24,1). Καταγόταν από τη φυλή Λευΐ.

 

 

Μαζί με τον πατέρα του και τα αδέρφια του Ναδάβ, Αβιούδ και Ελεάζαρ χρίστηκαν για να υπηρετούν ως ιερείς τον Κύριο (Έξοδος 28,1, Αριθμοί 3,2-4). Ο Ααρών και οι γιοι του, σύμφωνα με την εντολή του Κυρίου, ήταν αυτοί που, ως ιερείς, τοποθέτησαν την επτάφωτη λυχνία στη Σκηνή του Μαρτυρίου, μπροστά από το καταπέτασμα, που έκρυβε την Κιβωτό της Διαθήκης. Αυτοί τη φρόντιζαν ώστε να καίει από το βράδυ ως το πρωί ενώπιον του Κυρίου (Έξοδος 27,20-21).

Μετά τη βεβήλωση και τη θανάτωση των αδερφών του, του Ναδάβ και  του Αβιούδ, επειδή χρησιμοποίησαν στο θυμιατήρι τους, φωτιά από κοσμική προέλευση και όχι από τη φωτιά του θυσιαστηρίου, όπως είχε θεσπίσει ο Κύριος, τότε ο Μωυσής είπε στον Ααρών, και στους γιους του, τον Ελεάζαρ και τον Ιθάμαρ, να μην βγάλουν από το κεφάλι τους το κάλυμμα και να μη σκίσουν σε ένδειξη πένθους τα ρούχα τους, για να μην πεθάνουν κι αυτοί και πέσει η θεία οργή πάνω σε όλη την κοινότητα. Να αφήσουν το λαό να τους θρηνήσει, αλλά αυτοί δεν θα έπρεπε να απομακρυνθούν από την είσοδο της Σκηνής του Μαρτυρίου, επειδή το λάδι του χρίσματος του Κυρίου ήταν ακόμη νωπό πάνω στις στολές τους. Ο Ααρών και οι δύο γιοι του έκαναν, όπως είπε ο Μωυσής (Λευιτικόν 10,1-7). Έτσι λοιπόν, επειδή ο Ναδάβ και ο Αβιούδ πέθαναν χωρίς ν' αποκτήσουν απογόνους, η ιερατεία περιήλθε στους δύο άλλους γιους του Ααρών, τον Ελεάζαρ και τον Ιθάμαρ (Α' Παραλειπομένων 24,2).

Κάποια στιγμή που ο Μωυσής επόπτευε τις θυσίες, είδε ότι το υπόλοιπο του τράγου που είχε προσφερθεί ως θυσία εξιλέωσης, αντί να φαγωθεί από τους ιερείς, είχε παρατύπως καεί. Τότε οργίστηκε εναντίον του Ελεάζαρ και του Ιθάμαρ, γιατί δεν φάγανε σε ιερό τόπο, το υπόλοιπο από το κρέας του ζώου που είχε θυσιαστεί ως θυσία εξιλέωσης. Τους τόνισε ότι ο Κύριος τους παραχώρησε αυτό το δικαίωμα, ώστε με τη βρώση του υπόλοιπου ζώου να παίρνουν πάνω τους την αμαρτία της κοινότητας και να κάνουν γι' αυτούς την τελετουργία της εξιλέωσης ενώπιον του Κυρίου (Λευιτικόν 10,16-18).

 

Επειδή όμως, ο Ναδάβ και ο Αβιούδ θανατώθηκαν με φωτιά από τον Κύριο (Έξοδος κεφ. 10), το ιερατικό λειτούργημα το είχαν εξολοκλήρου ο Ιθάμαρ και ο Ελεάζαρ (Αριθμοί 3,4). Ο Ιθάμαρ κατόπιν εντολής του Κυρίου στο Μωυσή, είχε την επιστασία των Λευιτών και την επιστασία της Σκηνής του Μαρτυρίου στην έρημο (Έξοδος 37,19) καθώς και την επιστασία της εργασίας των Γηρσωνιτών και των Μεραριτών. Κάθε φορά που οι Ισραηλίτες αναχωρούσαν, θα έπρεπε να τους καθοδηγήσει να σκεπάσουν και να μεταφέρουν με προσοχή, τη Σκηνή του Μαρτυρίου και όλα τ' άλλα εξαρτήματά της (Αριθμοί 4,21-33).

 

Οι γιοι του Ααρών ήταν αυτοί που σάλπιζαν με τις σάλπιγγες, όταν ο Μωυσής καλούσε την κοινότητα και τους αρχηγούς των φυλών, ή όταν οι Ισραηλίτες αναχωρούσαν από ένα τόπο, ή όταν έβγαιναν να πολεμήσουν ενάντια σε κάποιο εχθρό (Αριθμοί 10,1-10).

 

Ο Ιθάμαρ ήταν ο γενάρχης της μίας από τις δύο κύριες σειρές του εβραϊκού ιερατείου, στην οποία ανήκε και ο απόγονός του Ηλί. Το αξίωμα όμως του αρχιερέα μετά την αιχμαλωσία, και επί των ημερών της βασιλείας του Σολομώντα, το είχαν αποκλειστικά οι απόγονοι του Ελεάζαρ.