ΠΡΟΣΩΠΑ ΤΗΣ ΒΙΒΛΟΥ

 

ΚΑΑΘ

Ο ΚΑΑΘ

 

Ο Καάθ ήταν ο δεύτερος γιος του Λευΐ. Ο Καάθ γεννήθηκε στη Χαναάν και ήταν ένας από τους 75 άντρες, που μαζί με τον πατέρα του και τ' αδέρφια του, ακολούθησαν τον Ιακώβ στην Αίγυπτο (Γένεση 46,11. Έξοδος 6,16. Αριθμοί 3,17. Α' Παραλειπομένων 5,27. 6,1. 23,6). Ήταν γενάρχης της ομώνυμης πατριάς των Κααθιτών (Έξοδος 6,16. Αριθμοί 26,57). Σύμφωνα με το απόκρυφο κείμενο «Διαθήκαι των 12 Πατριαρχών» ο Καάθ γεννήθηκε όταν ο πατέρας του ήταν 35 ετών και μητέρα του ήταν η Μελχά (Διαθήκαι των 12 Πατριαρχών 11,1. 11,4-6). Γιοι του Καάθ ήταν ο Αμβράμ (Αμράμ), ο Ισσάαρ ή Ισαάρ (Ισάρ), ο Χεβρών και ο Οζιήλ (Ουζζιήλ, Οζήλ) (Έξοδος 6,18. Αριθμοί 3,19. 3,58. Α' Παραλειπομένων 5,28. 6,3. 23,12. Διαθήκαι των 12 Πατριαρχών 12,2). Ως γιος του Καάθ αναφέρεται και ο Αμιναδάβ (Α' Παραλειπομένων 6,7), αν και πρόκειται μάλλον για μεταγενέστερο απόγονο, μιας και το "γιοι" στην Παλαιά Διαθήκη έχει τη σημασία του γιου αλλά και του απόγονου. Ο Καάθ πέθανε σε ηλικία 133 ετών (Έξοδος 6,18).

Η οικογένεια του Καάθ κατά την απογραφή στην έρημο του Σινά είχε 8.600 άνδρες, ηλικίας ενός μηνός και πάνω. Οι Κααθίτες στρατοπέδευαν νότια της Σκηνής του Μαρτυρίου. Αρχηγός της πατριαρχικής οικογένειας των δήμων του Καάθ ήταν ο Ελισαφάν, γιος του Οζιήλ (Ουζζιήλ). Οι Κααθίτες ανέλαβαν την υποχρέωση να φρουρούν τα ιερά αντικείμενα της Σκηνής του Μαρτυρίου. Είχαν ως καθήκον να φροντίζουν την Κιβωτό της Διαθήκης, την Τράπεζα της Προθέσεως, την Επτάφωτη λυχνία, τα θυσιαστήρια και όλα τα ιερά σκεύη του αγιαστηρίου (Αριθμοί 3,27-31).