ΠΑΛΑΙΑ ΔΙΑΘΗΚΗ

 

 Η ΓΛΩΣΣΑ ΤΗΣ ΠΑΛΑΙΑΣ ΔΙΑΘΗΚΗΣ

 

Η ΓΛΩΣΣΑ ΤΗΣ ΠΑΛΑΙΑΣ ΔΙΑΘΗΚΗΣ

 

Η Παλαιά Διαθήκη αποτελείται από 49 βιβλία. Τα 39 είναι γραμμένα στα εβραϊκά, με μερικές ενότητες στα αραμαϊκά, τα υπόλοιπα 10 στα ελληνικά (όπως π.χ. η Σοφία Σολομώντος και το Μακκαβαίων Γ').

Τα πιο παλιά χειρόγραφα των βιβλίων της Παλαιάς Διαθήκης που έχουμε είναι του 2ου αιώνα π.Χ. και βρέθηκαν τυχαία, μαζί με πολλά άλλα, στα σπήλαια του Κουμράν, κοντά στη Νεκρά Θάλασσα, το 1947. Μέσα σε σπήλαια βρέθηκαν κύλινδροι από πάπυρο και περγαμηνή, τοποθετημένα μέσα σε πιθάρια. Τα χειρόγραφα της Νεκράς Θαλάσσης περιέχουν ολόκληρα βιβλία ή αποσπάσματα κειμένων της Παλαιάς Διαθήκης.
 

Η ελληνική γλώσσα με τις κατακτήσεις του Μεγάλου Αλεξάνδρου είχε γίνει η κοινή γλώσσα όλων σχεδόν των λαών της Μεσογείου, γι' αυτό και ονομάζεται Κοινή ή αλεξανδρινή γλώσσα. Επειδή στις χώρες που είχε κατακτήσει ο Μ. Αλέξανδρος κατοικούσαν πολλοί Ισραηλίτες και η γλώσσα που μιλούσαν ήταν κυρίως η ελληνική, χρειάστηκε να γίνει μετάφραση του κειμένου της Παλαιάς Διαθήκης στα ελληνικά.

Έτσι, τον 3ο π.Χ. αιώνα σ' ένα νησί κοντά στην Αλεξάνδρεια, που ονομαζόταν Φάρος, άρχισε η μετάφραση της Παλαιάς Διαθήκης από 72 μεταφραστές. Η μετάφραση αυτή επικράτησε να λέγεται μετάφραση των Εβδομήκοντα (Ο').
Όταν η Εκκλησία άρχισε να εξαπλώνεται σε όλο τον κόσμο, η Παλαιά Διαθήκη μεταφράστηκε και σε άλλες γλώσσες, όπως στα λατινικά, συριακά, κοπτικά, αρμενικά κ.ά. Μέχρι σήμερα η Αγία Γραφή έχει μεταφραστεί σε 2.500 περίπου γλώσσες και διαλέκτους. Και το έργο της μετάφρασης συνεχίζεται, για να δοθεί η ευκαιρία σε όλους τους λαούς να γνωρίσουν την αγάπη του Θεού για τον άνθρωπο και τον κόσμο.