ΟΙ ΔΙΚΑΙΟΙ ΤΗΣ ΠΑΛΑΙΑΣ ΔΙΑΘΗΚΗΣ

 

ΒΑΣΙΛΙΑΣ ΙΩΣΑΦΑΤ

  

Ο ΙΩΣΑΦΑΤ
 

Ο βασιλιάς Ιωσαφάτ

el.wikipedia.org

Ο Ιωσαφάτ ήταν γιος και διάδοχος του Ασά, βασιλιά του Ιούδα (Γ' Βασιλειών 15,24. 16,28α. 22,41. 17,1. Ματθαίος 1,8). Η μητέρα του ονομαζόταν Γαζουβά (Αζουβά) και ήταν κόρη του Σελί (Σαλί, Σαλαΐ, Σιλχί) (Γ' Βασιλειών 16,28α. 22,42. Β' Παραλειπομένων 20,31). Ο Ιωσαφάτ βασίλεψε για 25 έτη στην Ιερουσαλήμ, το 869-845 π.Χ. περίπου (Γ' Βασιλειών 16,28α. 22,42. Β' Παραλειπομένων 17,1. 20,31). Γιος και διάδοχος του Ιωσαφάτ ήταν ο Ιωράμ (Γ' Βασιλειών 16,28θ. 22,51. Β' Παραλειπομένων 00,00. Ματθαίος 1,8).

 

 

 

Η ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΤΟΥ ΙΩΣΑΦΑΤ ΣΤΟΝ ΙΟΥΔΑ

 

Ο Ιωσαφάτ ανέβηκε στο θρόνο του βασιλείου του Ιούδα, μετά το θάνατο του πατέρα του, κατά το 11ο έτος της βασιλείας του Αμβρί στο Ισραήλ. Ήταν τότε 35 ετών και βασίλεψε για 25 έτη στην Ιερουσαλήμ (Γ' Βασιλειών 16,28α. 22,42. Β' Παραλειπομένων 17,1. 20,31). Το δεύτερο έτος της βασιλείας του Ιωσαφάτ στον Ιούδα, ανέβηκε στο θρόνο του βασιλείου του Ισραήλ ο Αχαάβ (Γ' Βασιλειών 16,29) ή κατά άλλη διήγηση ο Ιωσαφάτ ανέβηκε στο θρόνο κατά το τέταρτο έτος της βασιλείας του Αχαάβ (Γ' Βασιλειών 22,41-42). Το 17ο έτος της βασιλείας του Ιωσαφάτ στο θρόνο του Ισραήλ ανέβηκε ο Οχοζίας, ο οποίος βασίλευσε για 2 χρόνια (Γ' Βασιλειών 22,52) και το 18ο έτος της βασιλείας του ανέβηκε ο αδερφός του Οχοζία, ο Ιωράμ (Δ' Βασιλειών 1,18α. 3,1).

 

Ο Ιωσαφάτ ακολούθησε το δρόμο του ευσεβούς πατέρα του, του Ασά, και δεν εξέκλινε από τον δρόμο του Θεού, αλλά έπραττε πάντοτε το σωστό ενώπιον του Κυρίου. Γι' αυτό ο Κύριος ήταν μαζί του. Λάτρεψε τον Κύριο και ακολούθησε τις εντολές του. Ο Κύριος κατηύθυνε τη βασιλεία του μέσα από τις αποφάσεις του Ιωσαφάτ. Όλος ο λαός στο βασίλειο του Ιούδα του προσέφερε δώρα κι έτσι ο Ιωσαφάτ απέκτησε πλούτο και δόξα. Κατέστρεψε πολλούς ειδωλολατρικούς ιερούς τόπους που βρίσκονταν στις υψηλές τοποθεσίες και στα άλση. Όμως δεν μπόρεσε να εξαλείψει τελείως την ειδωλολατρία, αλλά σε κάποιες υψηλές τοποθεσίες προσφέρονταν ακόμη θυσίες και θυμιάματα σε ειδωλολατρικούς θεούς, γιατί ο λαός δεν είχε τελείως την καρδιά του στον Κύριο (Γ' Βασιλειών 16,28β. 22,43-44. Β' Παραλειπομένων 17,3-6. 20,32-33). Ο Ιωσαφάτ εξαφάνισε από τη χώρα τα υπολείμματα της διαφθοράς, που είχαν απομείνει από τη βασιλεία του πατέρα του (Γ' Βασιλειών 22,47). Ακόμη και τις ιερόδουλες γυναίκες που απέκτησε κατά τη διάρκεια της βασιλείας του ο πατέρας του, ο Ασά, τις έδιωξε από τη χώρα (Γ' Βασιλειών 16,28δ).

 

Σε όλη τη διάρκεια της βασιλείας του Ιωσαφάτ το βασίλειο του Ιούδα υπερίσχυσε του βασιλείου του Ισραήλ. Τοποθέτησε στρατιωτική δύναμη σε όλες τις οχυρές πόλεις του Ιούδα και διόρισε διοικητές σε όλες τις πόλεις του Ιούδα και του Εφραίμ, που είχε καταλάβει ο πατέρας του ο Ασά (Β' Παραλειπομένων 17,1-2).

Κατά το τρίτο έτος της βασιλείας του έστειλε τους αξιωματούχους του, τους γιους των αρχόντων, τον Αβδία (Οβαδία), τον Ζαχαρία, τον Ναθαναήλ και των Μιχαία, μαζί με τους Λευίτες, τον Σαμαΐα (Σεμαΐα), τον Ναθανία (Νεθανία), τον Ζαβδία (Ζεβαδία), τον Ασιήλ (Ασαήλ), τον Σεμιραμώθ, τον Ιωνάθαν, τον Αδωνία και τον Τωβία, καθώς και τους ιερείς Ελισαμά και Ιωράμ, για να διδάξουν στο λαό το Νόμο του Θεού. Αυτοί περιόδευσαν σε όλο το βασίλειο του Ιούδα έχοντας μαζί τους το βιβλίο του Νόμου του Κυρίου και δίδαξαν σε όλο το λαό (Β' Παραλειπομένων 17,7-9).

Όλα τα βασίλεια που ήταν γύρω από το βασίλειο του Ιούδα, δεν τόλμησαν να πολεμήσουν εναντίον του Ιωσαφάτ. Μάλιστα οι Φιλισταίοι πρόσφεραν πολλά δώρα και ασήμι στον Ιωσαφάτ. Οι Άραβες του έφεραν 7.700 κριάρια από τα κοπάδια τους. Έτσι ο Ιωσαφάτ γινόταν ολοένα και ισχυρότερος. Έκαμε πολλά έργα και έχτισε στο βασίλειο του Ιούδα συνοικισμούς και πόλεις οχυρωμένες (Β' Παραλειπομένων 17,10-13).

Ο στρατός του αποτελούνταν από άνδρες δυνατούς και έμπειρους στον πόλεμο κι ένα μέρος τους είχε μαζί του στην Ιερουσαλήμ. Από τη φυλή Ιούδα χιλίαρχοι ήταν ο αρχιστράτηγος του Ιωσαφάτ ο Έδνας (Αδνά), ο οποίος ήταν αρχηγός στρατού που αποτελούνταν από 300.000 άνδρες. Μετά απ' αυτόν δεύτερος στο στράτευμα ήταν ο Ιωανάν (Ιωχανάν), ο οποίος ήταν αρχηγός στρατού που αποτελούνταν από 280.000 άνδρες. Μετά απ' αυτόν τρίτος στο στράτευμα ήταν ο Αμασίας, γιος του Ζαρί (Ζιχρί), ο οποίος ήταν αφιερωμένος στον Κύριο και αρχηγός στρατού που αποτελούνταν από 200.000 άνδρες. Από τη φυλή Βενιαμίν χιλίαρχοι ήταν ο Ελιαδά, ο οποίος ήταν αρχηγός στρατού που αποτελούνταν από 200.000 τοξότες και πολεμιστές με ελαφρύ οπλισμό. Μετά απ' αυτόν δεύτερος ήταν ο Ιωζαβάδ, ο οποίος ήταν αρχηγός στρατού που αποτελούνταν από 180.000 άνδρες. Αυτοί ήταν οι χιλίαρχοι που υπηρετούσαν το βασιλιά, εκτός από αυτούς που είχε διορίσει ο Ιωσαφάτ στις οχυρωμένες πόλεις (Β' Παραλειπομένων 17,13-19).

 

 

ΑΠΟΦΑΣΗ ΓΙΑ ΠΟΛΕΜΟ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΩΝ ΣΥΡΙΩΝ ΓΙΑ ΤΗ ΡΕΜΜΑΘ (ΡΑΜΜΩΘ)

 

Ο βασιλιάς Ιωσαφάτ

Ο Ιωσαφάτ είχε συνάψει ειρήνη με τον βασιλιά του Ισραήλ, Αχαάβ (Γ' Βασιλειών 22,45). Είχε αποκτήσει πολλά πλούτη και δόξα και πήρε σύζυγο από τον οίκο του Αχαάβ ' Παραλειπομένων 18,1). Έπειτα από μερικά χρόνια ο Ιωσαφάτ επισκέφτηκε τον Αχαάβ στη Σαμάρεια. Ο Αχαάβ έσφαξε για χάρη του Ιωσαφάτ και της συνοδείας του πολλά πρόβατα και μοσχάρια. Ο Αχαάβ είπε στους αξιωματούχους του ότι η Ρεμμάθ (Ραμμώθ) στη Γαλαάδ τους ανήκει και δεν κάνουν τίποτα για να την πάρουν από την κυριαρχία του βασιλιά των Συρίων. Μετά πρότεινε στον Ιωσαφάτ, εάν δέχεται να πολεμήσει μαζί τους στη Γαλαάδ για να πάρουν πίσω τη Ρεμμάθ (Ραμμώθ). Ο Ιωσαφάτ απάντησε θετικά γιατί τα δύο βασίλεια αποτελούν ένα λαό, αλλά πρότεινε να ρωτήσουν πρώτα τον Κύριο.

Τότε, ο Αχαάβ συγκέντρωσε 400 ψευδοπροφήτες και τους ρώτησε τη γνώμη τους. Εκείνοι είπαν στον Αχαάβ να εκστρατεύσει εναντίον των Συρίων για τη Ρεμμάθ (Ραμμώθ). Ο Ιωσαφάτ όμως ρώτησε εάν υπάρχει κανένας άλλος προφήτης του Κυρίου, για να ρωτήσουν κι αυτόν. Ο Αχαάβ του απάντησε πως, υπάρχει ακόμα ένας άνθρωπος που μπορούν να ρωτήσουν τον Κύριο, αλλά τον μισεί, γιατί δεν προφητεύει ποτέ καλό για εκείνον, παρά μόνο κακό. Αυτός ήταν ο Μιχαίας, γιος του Ιεμβλά (Ιεμβλαά). Ο Ιωσαφάτ του απάντησε να μη μιλάει έτσι για τον προφήτη και τότε ο Αχαάβ  κάλεσε έναν ευνούχο και του είπε να φέρει γρήγορα τον Μιχαία στο ανάκτορο.

Ο Αχαάβ, βασιλιάς του Ισραήλ, και ο Ιωσαφάτ, βασιλιάς του Ιούδα, ήταν καθισμένοι ήταν καθισμένοι σε θρόνους κοντά στην πύλη της Σαμάρειας, φορώντας τις βασιλικές στολές τους. Κι όλοι οι ψευδοπροφήτες προφήτευαν μπροστά τους.

Ο ψευδοπροφήτης Σεδεκίας μάλιστα, γιος του Χανανά (Χαναάν), είχε κατασκευάσει σιδερένια κέρατα και είπε στον Αχαάβ, ότι ο Κύριος είπε πως μ' αυτά θα χτυπήσει τους Σύριους και θα τους εξολοθρεύσει. Τα ίδια έλεγαν και οι υπόλοιποι ψευδοπροφήτες, ότι ο Κύριος θα ευλογήσει την εκστρατεία του και θα του παραδώσει τους Σύριους (Γ' Βασιλειών 22,1-12. Β' Παραλειπομένων 18,2-11).

 

Στο μεταξύ, ο αγγελιαφόρος του Αχαάβ που είχε πάει να καλέσει τον προφήτη Μιχαία, του είπε πως, όλοι οι ψευδοπροφήτες προφήτευσαν ευχάριστα για την εκστρατεία του βασιλιά. Του συνέστησε, λοιπόν, να προφητέψει κι αυτός ευνοϊκά. Ο Μιχαίας του απάντησε πως, ότι του αποκαλύψει ο Κύριος, αυτό θα αναγγείλει.

Όταν ο Μιχαίας παρουσιάστηκε στον Αχαάβ, εκείνος ζήτησε τη γνώμη του για την εκστρατεία εναντίον των Συρίων για τη Ρεμμάθ (Ραμμώθ). Ο Μιχαίας απάντησε ειρωνικά στον Αχαάβ, να κάνει την εκστρατεία και ο Κύριος θα του παραδώσει την πόλη. Αλλά ο Αχαάβ του είπε, πόσες φορές πρέπει να σε ορκίσω για να μου πεις την αλήθεια στ' όνομα του Κυρίου;

Τότε ο Μιχαίας απάντησε: «Είδα όλο τον Ισραήλ διασκορπισμένο στα βουνά, σαν πρόβατα χωρίς ποιμένα. Και ο Κύριος είπε πως, αυτοί δεν έχουν πια αρχηγό, ας επιστρέψει, λοιπόν, ο καθένας ήσυχα στο σπίτι του.

Αμέσως μετά είπε ο Αχαάβ στον Ιωσαφάτ, πως αυτός ο προφήτης δεν προφητεύει ποτέ ευχάριστα για αυτόν, παρά μόνο δυσάρεστα και κακά. Ο Μιχαίας είπε στον Αχαάβ: «Δεν ομιλώ εγώ, αλλά ο Κύριος. Άκου, λοιπόν, το λόγο του Κυρίου: Είδα τον Κύριο να κάθεται πάνω σε θρόνο και όλοι οι άγγελοι να στέκονται γύρω του. Είπε, λοιπόν, ο Κύριος "ποιος θα εξαπατήσει τον Αχαάβ και θα τον κάνει να πάει στη Γαλαάδ και να σκοτωθεί στη Ρεμμάθ (Ραμμώθ); Ο ένας έλεγε το ένα κι ο άλλος τ' άλλο.  Ώσπου βγήκε ένα πνεύμα και στάθηκε μπροστά στον Κύριο και είπε πως αυτός θα τον εξαπατήσει. Ο Κύριος το ρώτησε, με ποιο τρόπο θα γίνει αυτό; Και κείνο είπε πως, θα κάνει όλους τους ψευδοπροφήτες του βασιλιά να του λένε ψέμματα. Τότε ο Κύριος είπε: Πήγαινε και κάνε όπως είπες. Τώρα, λοιπόν, ο Κύριος έχει αφήσει ένα πνεύμα να εμπνέει με ψέματα όλους αυτούς τους ψευδοπροφήτες σου. Αλλά ο Κύριος έχει αποφασίσει να σε βρει μεγάλο κακό (Γ' Βασιλειών 22,13-23. Β' Παραλειπομένων 18,12-22).

 

Τότε ο Σεδεκίας πλησίασε τον Μιχαία και τον χτύπησε στο σαγόνι. Ύστερα του είπε: ποιο είναι το Πνεύμα του Κυρίου που αποκάλυψε αυτά σε σένα; Ο Μιχαίας του απάντησε: θα το δεις την μέρα που θα τρέχεις να κρυφτείς στο πίσω δωμάτιο του σπιτιού σου.

Τότε ο Αχαάβ διέταξε να συλλάβουν το Μιχαία και να τον παραδώσουν στον Σεμήρ (Εμήρ), το φρούραρχο της πόλης, και στον Ιωάς τον γιο του. Να τους πείτε να τον βάλουν στη φυλακή και να του δίνουν μόνο λίγο ψωμί και λίγο νερό, ωσότου επιστρέψω σώος και αβλαβής. Και ο Μιχαίας απάντησε: «Εάν εσύ επιστρέψεις σώος και ασφαλής, τότε δεν μίλησε μέσω εμού ο Κύριος» (Γ' Βασιλειών 22,24-28. Β' Παραλειπομένων 18,23-27).

 

Έτσι ο Αχαάβ, βασιλιάς του Ισραήλ, και ο Ιωσαφάτ, βασιλιάς του Ιούδα, πήγαν στη Γαλαάδ για να πάρουν από τους Σύριους τη Ρεμμάθ (Ραμμώθ). Ο Αχαάβ είπε στον Ιωσαφάτ, ότι θα πάρει τη στολή ενός στρατιώτη και θα πάει να πολεμήσει ως ένας απλός στρατιώτης και πρότεινε στον Ιωσαφάτ να φορέσει τη δική του βασιλική στολή. Έτσι ο Αχαάβ μπήκε στη μάχη ντυμένος ως απλός στρατιώτης. Ο βασιλιάς των Συρίων είχε δώσει στους 32 αρχηγούς των πολεμικών αρμάτων του ρητή διαταγή να μη χτυπήσουν κανέναν, ούτε απλό στρατιώτη ούτε αξιωματικό, παρά μόνο το βασιλιά του Ισραήλ.

Οι αρχηγοί των πολεμικών αρμάτων, όταν είδαν τον Ιωσαφάτ θεώρησαν πως αυτός ήταν ο βασιλιάς του Ισραήλ κι έτρεξαν καταπάνω του να τον χτυπήσουν. Αλλά ο Ιωσαφάτ έβγαλε μια κραυγή και ο Κύριος τους απομάκρυνε από αυτόν. Οι αρχηγοί των πολεμικών αρμάτων, όταν είδαν ότι δεν ήταν αυτός ο βασιλιάς του Ισραήλ, σταμάτησαν να τον καταδιώκουν. Αλλά ένας από αυτούς τέντωσε το τόξο και το βέλος τυχαία χτύπησε τον Αχαάβ ανάμεσα στον πνεύμονα και τον θώρακα και τον σκότωσε. Έτσι με το θάνατο του Αχαάβ σταμάτησε ο πόλεμος εναντίον των Συρίων (Γ' Βασιλειών 22,29-37. Β' Παραλειπομένων 18,28-34).

 

 

Ο ΙΩΣΑΦΑΤ ΟΡΓΑΝΩΝΕΙ ΤΗ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ

 

Όταν ο Ιωσαφάτ επέστρεψε στην Ιερουσαλήμ, ο προφήτης Ιού, γιος του Ανανί, βγήκε να προϋπαντήσει το βασιλιά και του είπε: «Για ποιο λόγο βοηθάς έναν αμαρτωλό, ο οποίος είναι μισητός από τον Κύριο; Για την πράξη σου αυτή ο Κύριος έχει οργιστεί εναντίον σου. Επειδή όμως έχεις κάνει αγαθές πράξεις και κατέστρεψες τα είδωλα από τη χώρα, κι έχεις λατρέψει τον Κύριο, γι' αυτό και θα μετριασθεί η οργή του Κυρίου»  (Β' Παραλειπομένων 19,1-3).

 

Μια μέρα ο Ιωσαφάτ βγήκε από την Ιερουσαλήμ και περιόδευσε στη χώρα από τη Βηρσαβεέ έως την ορεινή περιοχή της φυλής Εφραίμ. Μίλησε στο λαό για τον Κύριο και τους οδήγησε στο σωστό δρόμο. Διόρισε δικαστές σε όλες τις πόλεις του Ιούδα και τους είπε να μην αδικούν, να μην παίρνουν δώρα και να μην κρίνουν ανθρώπινα, αλλά πάντα με φόβο Θεού. Και στην Ιερουσαλήμ δημιούργησε δικαστήριο που αποτελούνταν από ιερείς, Λευίτες και τους γεροντότερους του λαού, έτσι ώστε να κρίνουν με βάση τη δικαιοσύνη του Κυρίου. Και όρισε ως αρχηγό του δικαστηρίου τον αρχιερέα Αμαρία και βοηθό του τον Ζαβδία, γιο του Ισμαήλ, ώστε να καθοδηγούν το δικαστήριο μα βάση το Νόμο του Θεού (Β' Παραλειπομένων 19,4-11).

 

 

Η ΝΙΚΗ ΤΟΥ ΙΩΣΑΦΑΤ

ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΩΝ ΜΩΑΒΙΤΩΝ, ΤΩΝ ΑΜΜΩΝΙΤΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΕΔΩΜΙΤΩΝ

 

Ο Ιωσαφάτ προσεύχεται

Έπειτα από τα γεγονότα αυτά οι Μωαβίτες, οι Αμμωνίτες, οι Εδωμίτες και οι Μιναίοι εξεστράτευσαν να πολεμήσουν εναντίον του Ιωσαφάτ. Αγγελιαφόροι πληροφόρησαν τον Ιωσαφάτ ότι ήρθε μεγάλος στρατός από τη Συρία και πέρα από την Νεκρά Θάλασσα και βρίσκονται ήδη στην Ασασάν Θαμάρ (Εγγαδί).

Ο Ιωσαφάτ φοβήθηκε, έστρεψε το πρόσωπό του στον Κύριο και ζήτησε την βοήθειά του. Στο μεταξύ κήρυξε νηστεία σε όλο το βασίλειο του Ιούδα. Έτσι όλοι οι Ιουδαίοι συγκεντρώθηκαν απ' όλες τις πόλεις του Ιούδα, για να ζητήσουν με θερμή προσευχή τη βοήθεια του Κυρίου. Ο Ιωσαφάτ σηκώθηκε όρθιος ανάμεσα στη συγκέντρωση του λαού που έγινε στην αυλή του Ναού στην Ιερουσαλήμ και προσευχήθηκε στον Κύριο. Όλοι οι άνδρες ήσαν όρθιοι ενώπιον του Κυρίου, μαζί με τις γυναίκες και τα παιδιά τους, και προσευχόντουσαν όλοι μαζί στον Κύριο (Β' Παραλειπομένων 20,1-13).

 

Κάποια στιγμή κατέβηκε το Πνεύμα του Κυρίου στον Οζιήλ, γιο του Ζαχαρία, που ήταν απόγονος του Ασάφ, και είπε «Εσείς που κατοικείτε στο βασίλειο του Ιούδα και στην Ιερουσαλήμ, καθώς και ο βασιλιάς Ιωσαφάτ, ο Κύριος σας λέει να μην φοβάστε τον μεγάλο στρατό που ήρθε εναντίον σας, διότι η μάχη δεν θα είναι δική σας, αλλά του Θεού. Αύριο θα τους επιτεθείτε την ώρα που θ' ανεβαίνουν την ανωφέρεια Ασάς και θα τους βρείτε στην άκρη του ποταμού της ερήμου Ιεριήλ. Η σωτηρία σας θα προέλθη από τον Κύριο, γι' αυτό μην φοβηθείτε και μην πτοηθείτε. Ο Κύριος θα είναι μαζί σας» (Β' Παραλειπομένων 20,14-17).

Ο Ιωσαφάτ έσκυψε το πρόσωπό του και προσκύνησε τον Κύριο. Κι όλοι οι κάτοικοι του βασιλείου του Ιούδα έπεσαν κατά γης και προσκύνησαν κι αυτοί. Οι Λευίτες που προέρχονταν από τους απογόνους του Καάθ και του Κορέ σηκώθηκαν και ύμνησαν τον κύριο με δυνατή φωνή (Β' Παραλειπομένων 20,18-19).

 

Το επόμενο πρωϊνό ο στρατός του Ιωσαφάτ πήγε στην έρημο Θεκωέ. Όταν έφευγε από την Ιερουσαλήμ, ο Ιωσαφάτ φώναξε και είπε στο λαό να εμπιστευτούν τον Κύριο και τον προφήτη του και θα ευοδωθούν οι προσπάθειές τους. Ο Ιωσαφάτ όρισε ψαλμωδούς να προπορεύονται του στρατού και να δοξολογούν τον Κύριο. Όταν ο στρατός του Ιωσαφάτ έφτασε στο πεδίο της μάχης και οι ψαλμωδοί δοξολογούσαν τον Κύριο, ο Κύριος έκανε ώστε οι Αμμωνίτες και οι Μωαβίτες να μάχονται εναντίον των Εδωμιτών. Κι έτσι πολέμησαν ο ένας εναντίον του άλλου και αλληλοεξοντώθηκαν. Όταν οι Αμμωνίτες και οι Μωαβίτες νίκησαν τους Εδωμίτες, τότε πολέμησαν μεταξύ τους. Ο στρατός του Ιωσαφάτ είχε ανεβεί σε κάποιο ύψωμα της ερήμου και παρατηρούσαν το στρατό των εχθρών που πολεμούσαν μεταξύ τους και αλληλοεξοντώθηκαν σχεδόν όλοι. Τότε ο Ιωσαφάτ με το στρατό πήγαν για να πάρουν τα λάφυρα των εχθρών τους. Πήραν πολλά ζώα και πολύτιμα σκεύη. Για τρεις ημέρες μάζευαν τα λάφυρα των εχθρών γιατί ήταν πολλά. Την τέταρτη ημέρα συγκεντρώθηκαν σε μια κοιλάδα, που ονομάστηκε «Κοιλάδα ευλογίας», διότι εκεί ευλόγησαν και δοξολόγησαν τον Κύριο για τη σωτηρία τους. Αμέσως μετά ο Ιωσαφάτ με το στρατό του επέστρεψαν χαρούμενοι στην Ιερουσαλήμ. Πήγαν στο Ναό του Κυρίου κι εκεί ύμνησαν και δοξολόγησαν το Θεό.

Μετά τη μάχη αυτή οι κάτοικοι των άλλων βασιλείων τρόμαξαν, όταν πληροφορήθηκαν ότι ο ίδιος ο Κύριος πολέμησε εναντίον των εχθρών του Ισραηλιτικού λαού. Έτσι ειρήνευσε η βασιλεία του Ιωσαφάτ, διότι ο Κύριος τον περιφρούρησε και τον γλύτωσε από τους εχθρούς του (Β' Παραλειπομένων 20,20-30).

 

 

Η ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΑ ΤΟΥ ΙΩΣΑΦΑΤ ΝΑ ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΣΕΙ ΠΛΟΙΑ

 

Μετά από τα γεγονότα αυτά ο Ιωσαφάτ είχε επικοινωνία με το βασιλιά του Ισραήλ τον Οχοζία για να κατασκευάσει πλοία. Επειδή στην Εδώμ (Εδέμ) δεν υπήρχε βασιλιάς μόνιμος και σταθερός, ο Ιωσαφάτ ναυπήγησε στη Θαρσίς (Θαρσείς) μεγάλο πλοίο για να πλεύσει στη Σωφίρ (Οφείρ, Ωφέρδε), όπου υπήρχε χρυσάφι. Μάλιστα ο βασιλιάς του βασιλείου του Ισραήλ, ο Οχοζίας, πρότεινε στον Ιωσαφάτ να του στείλει ανθρώπους για το ναυτικό του, όμως ο Ιωσαφάτ αρνήθηκε αυτή την πρόταση. Το πλοίο όμως δεν πήγε ποτέ στη Σωφίρ (Ωφέρδε), γιατί συνετρίβη στη Γασιών Γαβέρ (Ασεών Γαβέρ)(Γ' Βασιλειών 16,28ζ-η. 22,48-50).

Κατά μία δεύτερη εκδοχή, που φαίνεται και πιο σωστή, το πλοίο ναυπηγήθηκε στη Γασιών Γαβέρ και θα πορευόταν στη Θαρσίς (Θαρσείς). Τότε ο Ελιέζερ, γιος του Δωδία από την Μαρισήν, προφήτευσε εναντίον του Ιωσαφάτ, ότι επειδή έκανε φιλία με τον Οχοζία, γι' αυτό ο Κύριος θα καταστρέψει το έργο του. Και πράγματι τα πλοία καταστράφηκαν και δεν μπόρεσαν να πλεύσουν στη Θαρσείς Β' Παραλειπομένων 20,35-37).

 

 

Η ΕΚΣΤΡΑΤΕΙΑ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΩΝ ΜΩΑΒΙΤΩΝ

 

Η Μωάβ στα τέλη της βασιλείας του Ιωσαφάτ ήταν υποτελής στο βασίλειο του Ισραήλ. Ο Μωσά (Μεσά), βασιλιάς της Μωάβ, είχε πολλά κοπάδια. Εξαιτίας μιας αποτυχημένης επανάστασής του πλήρωνε κάθε χρόνο στο βασιλιά του Ισραήλ 100.000 αρνιά και 100.000 κριάρια ακούρευτα. Όταν όμως πέθανε ο Αχαάβ, ο Μωσά αρνήθηκε να πληρώσει το φόρο στο νέο βασιλιά. Ο Ιωράμ, αφού διαδέχτηκε τον αδερφό του τον Οχοζία, άφησε τη Σαμάρεια κι έκανε περιοδεία στο βασίλειό του. Μετά έστειλε ανθρώπους στον Ιωσαφάτ, βασιλιά του Ιούδα, και του ζήτησε να τον βοηθήσει στον πόλεμο κατά της Μωάβ. Ο Ιωσαφάτ δέχτηκε. Ρώτησε μάλιστα ποιο δρόμο θ' ακολουθήσουν. Ο Ιωράμ είπε πως θα πάρουν το δρόμο μέσω της ερήμου της Εδώμ. Έτσι ο Ιωράμ, ο Ιωσαφάτ και ο βασιλιάς της Εδώμ προχώρησαν μαζί για να πολεμήσουν τους Μωαβίτες. Ακολούθησαν μια κυκλική πορεία και βάδισαν για 7 ημέρες. Αλλά εκεί που έφτασαν δεν υπήρχε νερό για το στρατό και για τα ζώα τους. Ο Ιωράμ φοβήθηκε μήπως νικηθούν στη μάχη. Ο Ιωσαφάτ τον ρώτησε εάν υπάρχει κανένας προφήτης του Κυρίου για να τον ρωτήσουν τι να κάνουν. Ένας από τους στρατιώτες του Ιωράμ είπε, πως υπάρχει ο Ελισαίος, ο γιος του Σαφάτ, ο οποίος υπηρετούσε τον Ηλία. Ο Ιωσαφάτ συμφώνησε πως αυτός ήταν άνθρωπος του Θεού. Έτσι οι τρεις βασιλιάδες ξεκίνησαν για να συναντήσουν τον Ελισαίο (Δ' Βασιλειών 3,4-12).

 

Όταν συνάντησαν τον Ελισαίο, ο προφήτης είπε στον Ιωράμ «Ποια σχέση υπάρχει μεταξύ μας; Πήγαινε να ρωτήσεις τους προφήτες του πατέρα σου και της μητέρα σου». Ο Ιωράμ απάντησε «Μήπως ο Κύριος δεν μας κάλεσε και τους τρεις για να μας παραδώσει στα χέρια των Μωαβιτών»; Ο Ελισαίος του είπε «ορκίζομαι στον Κύριο, πως εάν δεν ήταν ο Ιωσαφάτ ανάμεσά σας, ποτέ δεν θα έστρεφα το βλέμμα μου σ' εσένα και ποτέ δεν θα σε έβλεπα. Τώρα όμως φέρε μου ένα μουσικό».

Όταν ο μουσικός ήρθε κι άρχισε να ψέλνει, η χάρις του Κυρίου φώτισαν τον Ελισαίο, ο οποίος και είπε «Ο Κύριος λέει ν' ανοίξετε μέσα στον ξηροπόταμο λάκκους. Δεν θα ακούσετε άνεμο να φυσά ούτε θα δείτε βροχή να πέφτει. Κι όμως αυτός ο ξηροπόταμος θα γεμίσει από νερό. Και θα πιείτε και σεις και τα ζώα σας. Αυτό είναι εύκολο έργο για τον Κύριο, ο οποίος θα παραδώσει τη χώρα των Μωαβιτών στην εξουσία σας. Θα καταστρέψετε κάθε οχυρωμένη πόλη των Μωαβιτών, θα κατακόψετε όλα τα δένδρα, θα φράξετε όλες τις πηγές των νερών κι έτσι θα κάνετε όλη τη χώρα άχρηστη και γεμάτη με πέτρες» (Δ' Βασιλειών 3,13-19).

 

Πράγματι το επόμενο πρωϊνό, όταν προσφέρθηκε η θυσία στον Κύριο, πολύ νερό ήρθε από την περιοχή της Εδώμ και γέμισε τον ξεροπόταμο με νερό. Στο μεταξύ, όταν οι Μωαβίτες πληροφορήθηκαν ότι οι τρεις βασιλιάδες εκστράτευσαν εναντίον τους, φοβήθηκαν και ετοιμάστηκαν για πόλεμο. Παρατάχτηκαν στα σύνορα της χώρας τους. Το πρωΐ όταν είδαν τον ήλιο να πέφτει πάνω στα νερά, τα είδαν να είναι κόκκινα σαν το αίμα. Νόμισαν πως οι τρεις βασιλιάδες πολέμησαν μεταξύ τους και αλληλοεξοντώθηκαν. Έτσι ξεκίνησαν για να πάρουν τα λάφυρα των εχθρών. Οι Μωαβίτες όρμησαν στο στρατόπεδο των Ισραηλιτών και των Ιδουμαίων, αλλά οι Ισραηλίτες και οι Ιδουμαίοι τους νίκησαν και τους έτρεψαν σε φυγή. Έπειτα μπήκαν στη χώρα των Μωαβιτών και κατέστρεψαν όλες τις πόλεις και τις εύφορες περιοχές και τη γέμισαν με πέτρες. Κατέστρεψαν όλα τα δένδρα και έφραξαν όλες τις πηγές. Προκάλεσαν τέτοια καταστροφή, ώστε δεν έμειναν παρά μόνο οι πέτρες από τις κατεστραμένες πόλεις. Οι Ισραηλίτες που χειρίζονταν τις σφενδόνες, περικύκλωσαν την πρωτεύουσα της Μωάβ και την κατέλαβαν. Όταν ο βασιλιάς της Μωάβ είδε ότι έχασε τον πόλεμο, πήρε μαζί του 700 άνδρες και προσπάθησε να επιτεθεί στους Ιδουμαίους, αλλά δεν το κατόρθωσε. Τότε πήρε τον πρωτότοκο γιο του και τον προσέφερε θυσία ολοκαυτώματος πάνω στα τείχη της πόλεως. Οι Ισραηλίτες, όταν είδαν αυτή την τραγική θυσία, συγκλονίστηκαν και αποχώρησαν από την Μωάβ (Δ' Βασιλειών 3,20-27).

 

 

Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΙΩΣΑΦΑΤ

 

Η υπόλοιπη ιστορία του Ιωσαφάτ, τα κατορθώματά του και οι πόλεμοι που διεξήγαγε, είναι γραμμένα στο Βιβλίο των Χρονικών των βασιλιάδων του Ιούδα (Γ' Βασιλειών 16,28γ. 22,46), καθώς και στο Βιβλίο των Χρονικών των βασιλιάδων του Ισραήλ, το οποίο είχε γράψει ο προφήτης Ιού, γιος του Ανανί' Παραλειπομένων 20,34). Ο Ιωσαφάτ πέθανε και τον έθαψαν μαζί με τους προγόνους του στην Πόλη Δαβίδ, στην Ιερουσαλήμ. Στο θρόνο τον διαδέχτηκε ο γιος του ο Ιωράμ (Γ' Βασιλειών 16,28θ. 22,51. Β' Παραλειπομένων 00,00). Η Ορθόδοξη Εκκλησία τον έχει αναγνωρίσει ως Άγιο, την μνήμη του οποίου εορτάζει την Κυριακή των Προπατόρων, πριν τα Χριστούγεννα.

 

 

ΥΜΝΟΛΟΓΙΑ

 

Κοντάκιον

Ἦχος β’. Αὐτόμελον.
Χειρόγραφον εἰκόνα μὴ σεβασθέντες, ἀλλ' ἀγράφῳ οὐσίᾳ θωρακισθέντες τρισμακάριοι, ἐν τῷ σκάμματι τοῦ πυρὸς ἐδοξάσθητε, ἐν μέσῳ δὲ φλογὸς ἀνυποστάτου ἱστάμενοι, Θεὸν ἐπεκαλεῖσθε· Τάχυνον ὁ Οἰκτίρμων, καὶ σπεῦσον ὡς ἐλεήμων, εἰς τὴν βοήθειαν ἡμῶν, ὅτι δύνασαι βουλόμενος.

 

Κάθισμα


Ἦχος α’. Τὸν τάφον σου Σωτὴρ.
Ὑμνήσωμεν πιστοί, τοὺς Προπάτορας πάντας, Χριστοῦ τοῦ δι' ἡμᾶς, ἐπὶ γῆς ὁραθέντος, δοξάζοντες ἐν ᾄσμασι, τὸν αὐτοὺς θαυμαστώσαντα, ὡς τὴν ἔλευσιν, προεκτυπώσαντας τούτου, καὶ τὴν γέννησιν, τὴν ἐκ Παρθένου ἀφράστως, τῷ κόσμῳ κηρύξαντας.